38 Α' 2004

Νόμος 3229/2004

Εποπτεία της ιδιωτικής ασφάλισης, εποπτεία και έλεγχος τυχερών παιχνιδιών, εφαρμογή των Διεθνών Λογιστι­ κών Προτύπων και άλλες διατάξεις.

10 Φεβρουαρίου 2004

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 38

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3229
Εποπτεία της ιδιωτικής ασφάλισης, εποπτεία και έλεγχος τυχερών παιχνιδιών, εφαρμογή των Διεθνών Λογιστι­ κών Προτύπων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Άρθρο 1Σύσταση

Συνιστάται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Επιτροπή Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης» (ΕΠ.Ε.Ι.Α.) και με έδρα την Αθήνα, το οποίο εποπτεύεται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών.

Άρθρο 2ΣκοπόςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Σκοπός της Επιτροπής είναι η εποπτεία των ασφαλι­ στικών επιχειρήσεων με έδρα την Ελλάδα και των υποκα­ ταστημάτων τους στο εξωτερικό, καθώς και των αλλοδα­ πών ασφαλιστικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιού­ νται στην Ελλάδα, είτε υπό καθεστώς εγκατάστασης είτε υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και ιδίως ο έλεγχος της τήρησης των διατάξεων περί περιθωρίου φε­ ρεγγυότητας, τεχνικών αποθεματικών και η γενικότερη αξιολόγηση της οικονομικής κατάστασης, των συστημά­ των εσωτερικού ελέγχου και διαχείρισης κινδύνων και των προοπτικών βιωσιμότητας των εποπτευόμενων ασφαλι­ στικών επιχειρήσεων, καθώς και ο έλεγχος της εφαρμο­ γής στον ασφαλιστικό τομέα των διατάξεων περί νομιμο­ ποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τους σκοπούς του νόμου αυτού στις ασφαλιστι­ κές επιχειρήσεις περιλαμβάνονται και οι αντασφαλιστικές επιχειρήσεις.

Άρθρο 3ΑρμοδιότητεςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Προς εκπλήρωση του σκοπού της η Επιτροπή έχει ιδίως τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α) Χορηγεί και ανακαλεί τις άδειες λειτουργίας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, κατ' εφαρμογή των διατάξε­ 10 Φεβρουαρίου 2004 ων της κείμενης νομοθεσίας για την ιδιωτική ασφάλιση. Οι αποφάσεις για τη χορήγηση και την ανάκληση άδειας δη­ μοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Δελτίο Α.Ε. και Ε.Π.Ε.). Με αποφάσεις της Επιτροπής μπορεί να εξειδικεύονται τα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία κρι­ τήρια χορήγησης των αδειών αυτών, εφόσον αυτό απαι­ τείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων της. β) Εποπτεύει την τήρηση της νομοθεσίας, καθώς και τη λειτουργία των ασφαλιστικών εταιριών έως και την εκκα­ θάρισή τους, ασκώντας όλες τις εποπτικές αρμοδιότητες του Υπουργείου Ανάπτυξης, όπως προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία και ιδίως στα άρθρα 3, 6 παρ. 3, 6α, 6β, 6γ, 7, 8, 9, 10, 11, 12α, 13γ, 15, 15α, 17α, 17γ, 19, 20, 24, 24α, 35, 36, 37, 42, 42β, 42γ, 42δ, 55, 57, 58 και 59 του Ν.Δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α-). γ) Ρυθμίζει με κανονιστικές πράξεις κάθε ειδικότερο αντικείμενο για την εκπλήρωση του σκοπού της και εν γέ­ νει για την εφαρμογή του νόμου αυτού. Όπου παρέχεται νομοθετική εξουσιοδότηση για ρύθμιση θεμάτων επο­ πτείας ασφαλιστικών επιχειρήσεων με υπουργικές απο­ φάσεις, τα θέματα αυτά ρυθμίζονται εφεξής με πράξεις κανονιστικού χαρακτήρα ή, ανάλογα με τη φύση τους, με αποφάσεις ατομικού περιεχομένου της Επιτροπής. Οι κα­ νονιστικού περιεχομένου αποφάσεις της Επιτροπής δη­ μοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. δ) Επεξεργάζεται και εισηγείται προς τον εποπτεύοντα Υπουργό και τον Υπουργό Ανάπτυξης και γνωμοδοτεί προς αυτούς, εφόσον της ζητηθεί, για την τροποποίηση και συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου της ιδιωτικής ασφάλισης. ε) Καθορίζει το περιεχόμενο της εποπτείας των διαμε­ σολαβούντων προσώπων στις ασφαλίσεις, ιδίως όσον αφορά την τήρηση και το περιεχόμενο του οικείου μη­ τρώου κατά κατηγορία διαμεσολαβούντος, την υποβολή και το περιεχόμενο οικονομικών καταστάσεων ή άλλων οι­ κονομικών και λοιπών στοιχείων αναγκαίων για την άσκη­ ση της εποπτείας. στ) Καθορίζει με αποφάσεις της τις περιπτώσεις επιβο­ λής τακτικών ή έκτακτων ελέγχων, τη διαδικασία και τα όργανα διεξαγωγής των ελέγχων αυτών και δύναται να υποχρεώνει τις ελεγχόμενες ασφαλιστικές εταιρίες και τους διαμεσολαβούντες να υποβάλλουν, περιοδικά ή κα­ τά περίπτωση, σε αυτήν ή στα όργανα ελέγχου, όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την άσκηση του ελέγχου. ζ) Επιβάλλει τα προβλεπόμενα από την κείμενη ασφαλι­ στική νομοθεσία πρόστιμα, πειθαρχικές ποινές και λοιπές διοικητικές κυρώσεις. η) Συνεργάζεται με άλλες αρχές για την άσκηση επο­ πτείας και ελέγχου στον ευρύτερο χρηματοοικονομικό το­ μέα, καθώς και με την Επιτροπή Ανταγωνισμού σε ό,τι αφορά ζητήματα εντοπισμού κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης ή εναρμονισμένων πρακτικών. Συνεργάζεται επί­ σης με τις αρμόδιες εποπτικές αρχές άλλων κρατών ­με­ λών της Ε.Ε. και του Ε.Ο.Χ. και ανταλλάσσει με αυτές κάθε έγγραφο και κάθε πληροφορία χρήσιμη για την άσκηση της εποπτείας, καθώς και με την Ε.Λ.Τ.Ε. σε ό,τι αφορά θέ­ ματα ποιότητας λογιστικών ελέγχων των εποπτευομένων. θ) Αποφασίζει περί της καταλληλότητας των μετόχων ή προσώπων τα οποία σκοπεύουν να αποκτήσουν ειδική συμμετοχή σε ασφαλιστική επιχείρηση που ιδρύθηκε και λειτουργεί στην Ελλάδα. ι) Συντάσσει κάθε χρόνο έκθεση πεπραγμένων που υπο­ βάλλει μέσα σε ένα τρίμηνο από τη λήξη του έτους στον Πρόεδρο της Βουλής, τον εποπτεύοντα Υπουργό και τον Υπουργό Ανάπτυξης. κ) Μπορεί να επιβάλλει στις εποπτευόμενες ασφαλιστι­ κές επιχειρήσεις τη λήψη μέτρων εξυγίανσης, περιλαμ­ βανομένου και του μέτρου υπαγωγής της επιχείρησης υπό καθεστώς αναγκαστικής διαχείρισης και της ανάκλη­ σης της άδειας λειτουργίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με πράξεις της Επιτροπής, δημοσιευόμενες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται οι λεπτομέ­ ρειες εφαρμογής της προηγούμενης παραγράφου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η κατά τις κείμενες διατάξεις ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από μηνυτήρια αναφορά της Επιτροπής ή αυτε­ παγγέλτως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις του άρθρου 50 του Ν.Δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α') εφαρμόζονται ανάλογα στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, τον Γενικό Διευθυντή και στα πρόσωπα που με οποιονδήποτε τρόπο ασκούν ή άσκησαν δραστηριότη­ τα για λογαριασμό της Επιτροπής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Μέχρι την έναρξη λειτουργίας της Επιτροπής οι επο­ πτικές, λειτουργικές, ελεγκτικές, νομικές και ερευνητικές δραστηριότητες αυτής θα ασκούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Ανάπτυξης. Η διαπίστωση του χρόνου έναρξης λειτουργίας της Επιτροπής γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομι­ κών και Ανάπτυξης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η περίπτωση β' της παρ. 1 του άρθρου 51 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 106 Α') αντικαθίσταται ως εξής: «β. Τα κάθε είδους Ν.Π.Δ.Δ., εξαιρουμένων των Χρημα­ τιστηρίων Αξιών, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της Επιτροπής Εποπτείας της Ιδιωτικής Ασφάλισης, είτε αυτά αποτελούν οργανισμούς κατά τόπο είτε καθ' ύλην αυτο­ διοίκησης.»

Άρθρο 4Όργανα διοίκησης

Τα όργανα διοίκησης της Επιτροπής είναι το Διοικητικό Συμβούλιο, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και ο Γενικός Διευθυντής.

Άρθρο 5Διοικητικό ΣυμβούλιοΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Επιτροπή διοικείται από επταμελές Διοικητικό Συμ­ βούλιο (Δ.Σ.) που είναι το ανώτατο όργανό της και απαρ­ τίζεται από: α) τον Πρόεδρο, β) έναν εκπρόσωπο της Ένωσης Ασφαλιστικών Εται­ ριών Ελλάδος υποδεικνυόμενο από αυτήν, γ) έναν αναλογιστή εκπρόσωπο της Ένωσης Αναλογι­ στών Ελλάδος υποδεικνυόμενο από αυτήν, δ) έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Οικονομίας και Οι­ κονομικών, ε) έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Ανάπτυξης υποδει­ κνυόμενο από τον Υπουργό Ανάπτυξης, στ) έναν εμπειρογνώμονα, ζ) έναν εκπρόσωπο των καταναλωτών, που ορίζεται από το Εθνικό Συμβούλιο Καταναλωτών. Τα υπό α', δ' και στ' μέλη επιλέγονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών. Ο Υπουργός ορίζει ένα από τα μέλη ως Αντιπρόεδρο, ο οποίος είναι ο νόμιμος ανα­ πληρωτής του Προέδρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. πρέπει να είναι πρόσωπα καταξιωμένα και αναγνωρισμένα στην οι­ κονομική και επιστημονική ζωή του τόπου ή της δημόσιας διοίκησης. Τα μέλη του πρέπει να είναι πρόσωπα αναγνω­ ρισμένου κύρους της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας και να διαθέτουν ειδικές γνώσεις και εμπειρία σε θέματα της ιδιωτικής ασφάλισης και των χρηματοοι­ κονομικών υπηρεσιών γενικότερα, ώστε να συμβάλλουν με αυτές αποτελεσματικά στην επίτευξη των σκοπών της Επιτροπής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα λοιπά πέντε μέ­ λη του Δ.Σ. διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικο­ νομίας και Οικονομικών για θητεία τεσσάρων ετών. Ο Πρόεδρος μπορεί να αναδιορίζεται για μια δεύτερη το πο­ λύ θητεία. Τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου μπορούν να αναδιορίζονται χωρίς περιορισμό θητειών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου παρί­ σταται και ο Γενικός Διευθυντής της Επιτροπής με δικαί­ ωμα γνώμης χωρίς ψήφο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι αποδοχές του Προέδρου, καθώς και οι αμοιβές των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου καθορίζονται από τον εποπτεύοντα Υπουργό κατά παρέκκλιση των κειμέ­ νων διατάξεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι αναφερόμενοι στην παράγραφο 1 υπό στοιχεία β', γ' και ε' φορείς οφείλουν, μέσα σε ένα μήνα αφότου λά­ βουν το σχετικό έγγραφο του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, να ορίσουν τα προβλεπόμενα τακτικά μέλη. Σε περίπτωση μη τήρησης της προθεσμίας ή διαφωνίας των οικείων φορέων που δεν επιτρέπει τη διαπίστωση της επικρατούσας βούλησής τους, ο διορισμός των μελών από τους αντίστοιχους φορείς γίνεται από τον Υπουργό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ο Πρόεδρος είναι πλήρους και αποκλειστικής απα­ σχόλησης και δεν επιτρέπεται να ασκεί άλλη επαγγελμα­ τική δραστηριότητα, αμειβόμενη, ή να συμμετέχει στην ίδρυση ή στο μετοχικό κεφάλαιο ή σε διοικητικό όργανο επιχείρησης που τελεί υπό τον κατά νόμο έλεγχο της Επι­ τροπής ή συνδεδεμένης με αυτή εταιρίας κατά την έννοια του άρθρου 42ε του Κ.Ν. 2190/1920. Η απαγόρευση της συμμετοχής ισχύει και για τα λοιπά μέλη του Δ.Σ. που δεν εκπροσωπούν φορείς. Σε περίπτωση παράβασης, ανε­ ξαρτήτως πειθαρχικών ή ποινικών κυρώσεων, ο Υπουρ­ γός Οικονομίας και Οικονομικών παύει τον παραβάτη. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Δ.Σ. που δεν εκπροσωπούν φο­ ρείς δεν επιτρέπεται κατά τα τρία επόμενα έτη από τη λή­ ξη της θητείας τους να παρέχουν υπηρεσίες με οποιαδή­ ποτε ιδιότητα σε ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή συνδεδε­ μένες με αυτές εταιρίες κατά την παραπάνω έννοια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Αν για οποιονδήποτε λόγο κενωθεί θέση μέλους κατά τη διάρκεια της θητείας του Δ.Σ., διορίζεται με την ίδια διαδικασία νέο μέλος για το χρόνο μέχρι τη λήξη της θη­ τείας των λοιπών μελών. Σε περίπτωση κενώσεως περισ­ σότερων θέσεων και μέχρι να διορισθούν νέα μέλη, το Δ.Σ. εξακολουθεί να λειτουργεί νόμιμα, εφόσον παραμέ­ νουν τουλάχιστον πέντε από τα ορισθέντα μέλη του, συ­ μπεριλαμβανομένου σε αυτά του Προέδρου ή του Αντι­ προέδρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να παύσει τον Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο ή άλλο μέλος του Δι­ οικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής με απόφασή του, αν κατά τη διάρκεια της θητείας του συντρέξει σοβαρό πει­ θαρχικό παράπτωμα ή καταδίκη για αδίκημα που αποτε­ λεί κώλυμα διορισμού σε δημόσια θέση ή σε περίπτωση απουσίας του από τις συνεδριάσεις του Δ.Σ. χωρίς απο­ χρώντα λόγο επί τέσσερις συνεχείς συνεδριάσεις ή επί οκτώ συνολικά μέσα στο ίδιο έτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Το Δ.Σ. συνεδριάζει έγκυρα, εφόσον παρίστανται αυτοπροσώπως πέντε τουλάχιστον μέλη, μεταξύ των οποίων πρέπει να είναι υποχρεωτικά ο Πρόεδρος ή, όταν αυτός απουσιάζει ή κωλύεται, ο Αντιπρόεδρος. Οι απο­ φάσεις του λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παρό­ ντων. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Χρέη Γραμματέα του Συμβουλίου εκτελεί ένας από τους υπαλλήλους της Επιτροπής που ορίζεται από τον Πρόεδρο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δεν συμμετέ­ χουν στη συζήτηση και λήψη αποφάσεων από το Διοικητι­ κό Συμβούλιο για θέματα που αφορούν φυσικά πρόσωπα με τα οποία είναι σύζυγοι ή συγγενείς μέχρι και τον τρίτο βαθμό ή νομικά πρόσωπα, με τα οποία τελούν σε σχέση εργασίας, εντολής ή άλλη παρόμοια ή στο μετοχικό κε­ φάλαιο των οποίων συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα. Η πα­ ράβαση του προηγούμενου εδαφίου δεν επιφέρει ακυρό­ τητα της απόφασης, αλλά συνεπάγεται πειθαρχική και εν­ δεχομένως ποινική ευθύνη του παραβάτη, ο δε εποπτεύων Υπουργός μπορεί, ανεξαρτήτως των προη­ γουμένων, να παύσει το μέλος αυτό.

Άρθρο 6Αρμοδιότητες Διοικητικού ΣυμβουλίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το Δ.Σ. αποτελεί το ανώτατο όργανο της διοίκησης και διαχείρισης των υποθέσεων που εμπίπτουν στην αρ­ μοδιότητα της Επιτροπής και ασκεί κάθε εξουσία που απορρέει από το νόμο αυτόν και τους σκοπούς του. Ιδίως: α) Ασκεί τις αρμοδιότητες του άρθρου 3. β) Αποφασίζει για τη διενέργεια προμηθειών και αναθέ­ σεων έργου, για την κατάρτιση του σχετικού κανονισμού, για τη σύσταση της Επιτροπής Παραλαβής, καθώς και για τον τρόπο διαχείρισης των πάσης φύσεως εσόδων και εξόδων και γενικά για όλα τα θέματα, για τα οποία απαι­ τείται απόφασή του κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού ή άλλων ειδικών νόμων. γ) Επιλέγει με απόφασή του τον Γενικό Διεθυντή. δ) Τοποθετεί το προσωπικό σε συγκεκριμένες θέσεις. ε) Αναθέτει με σύμβαση έργου, μετά από εισήγηση του Γενικού Διεθυντή, σε οργανισμούς, ειδικούς επιστήμονες ή και νομικά πρόσωπα τη διεξαγωγή ερευνών, μελετών και εργασιών, οι οποίες έχουν σχέση με την εκπλήρωση του σκοπού της Επιτροπής. στ) Εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό και απολογισμό της Επιτροπής, καθώς και τις αναγκαίες τροποποιήσεις τους και τους υποβάλλει προς περαιτέρω έγκριση στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών. ζ) Εκδίδει τον εσωτερικό κανονισμό της Επιτροπής στο πλαίσιο του νόμου αυτού και του Οργανισμού. Ο εσωτε­ ρικός κανονισμός περιλαμβάνει και σύστημα εσωτερικού ελέγχου. Τον εσωτερικό κανονισμό εγκρίνει ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών. η) Εγκρίνει τις μετακινήσεις του Προέδρου και των με­ λών του Δ.Σ., καθώς και του προσωπικού της Επιτροπής εντός και εκτός της χώρας. Για τις αποζημιώσεις των με­ τακινήσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τις μετακινήσεις των δημοσίων υπαλλήλων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το Δ.Σ. μπορεί να αναθέτει με απόφασή του την άσκη­ ση συγκεκριμένης ή συγκεκριμένων αρμοδιοτήτων για ορισμένο χρόνο σε ένα από τα μέλη του ή στον Γενικό Δι­ ευθυντή.

Άρθρο 7Αρμοδιότητες ΠροέδρουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. ή, εφόσον αυτός κωλύεται, ο Αντιπρόεδρος εκπροσωπεί την Επιτροπή δικαστικώς και εξωδίκως. Με απόφαση του Δ.Σ. μπορεί να ανατίθεται η εκπροσώπηση της Επιτροπής για ειδικά θέματα σε άλλο πρόσωπο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο Πρόεδρος έχει τη γενική εποπτεία της λειτουργίας της Επιτροπής και προεδρεύει του Δ.Σ., το οποίο συγκαλεί όποτε είναι αναγκαίο και τουλάχιστον δύο φορές κάθε μήνα για τη λήψη αποφάσεων επί των θεμάτων της αρμοδιότητάς του. Η ημερήσια διάταξη καταρτίζεται από τον Πρόεδρο, ο οποίος ορίζει και τον τόπο και την ώρα της συνεδρίασης. Μπορεί όμως να καταρτίζεται και από τον Αντιπρόεδρο, ο οποίος αναπληρώνει τον Πρόεδρο, εφόσον υπάρχει ειδική έγγραφη εντολή του Προέδρου προς τούτο.

Άρθρο 8Γενικός ΔιευθυντήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο Γενικός Διευθυντής της Επιτροπής πρέπει να έχει πτυχίο Α.Ε.Ι. και ειδικές γνώσεις σε θέματα ιδιωτικής ασφάλισης, καθώς και πενταετή τουλάχιστον εμπειρία σε θέσεις συναφείς προς το αντικείμενο της Επιτροπής, συ­ νεκτιμωμένης της κατοχής συναφούς μεταπτυχιακού τίτ­ λου σπουδών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο Γενικός Διευθυντής είναι πλήρους και αποκλειστι­ κής απασχόλησης και προσλαμβάνεται με σύμβαση έμμι­ σθης εντολής πενταετούς διάρκειας, ύστερα από πρό­ σκληση για εκδήλωση ενδιαφέροντος, που δημοσιεύεται σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες. Με τη σύμ­ βαση αυτή καθορίζονται και οι αποδοχές του, κατά πα­ ρέκκλιση των κειμένων διατάξεων. Η σύμβαση μπορεί να ανανεώνεται με την ίδια κάθε φορά διάρκεια. Η παράγρα­ φος 7 του άρθρου 5 εφαρμόζεται αναλόγως και για τον Γενικό Διευθυντή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αρμοδιότητές του Γενικού Διευθυντή είναι οι ακό­ λουθες: α) Μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων του Δ.Σ.. β) Έχει τη διοικητική διεύθυνση της Επιτροπής. γ) Εισηγείται στο Δ.Σ. εκτός από τις περιπτώσεις όπου το Δ.Σ. ορίζει άλλον εισηγητή. δ) Προϊσταται των υπηρεσιών και του απασχολούμενου προσωπικού της Επιτροπής και μεριμνά για την ομαλή και αποδοτική λειτουργία τους. ε) Συντάσσει τον προϋπολογισμό και τον απολογισμό της Επιτροπής και τους υποβάλλει προς έγκριση στο Δ.Σ.. στ) Ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που προβλέπονται γι' αυτόν από το νόμο αυτόν ή του ανατίθενται με απόφαση του Δ.Σ..

Άρθρο 9ΠόροιΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Επιτροπή έχει τους εξής πόρους: α) Εισφορά των εποπτευόμενων ασφαλιστικών επιχει­ ρήσεων υπολογιζόμενη σε ποσοστό επί της ετήσιας συ­ νολικής παραγωγής καθαρών ασφαλίστρων. Η εισφορά δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσοστό ένα τοις χιλίοις επί της ετήσιας παραγωγής ασφαλίστρων. Με απόφαση του εποπτεύοντος Υπουργού, μετά από εισήγηση του Δ.Σ. της Επιτροπής, καθορίζονται η εισφορά των ασφαλιστι­ κών επιχειρήσεων και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της διάταξης αυτής. β) Τα πρόστιμα που επιβάλλονται από την Επιτροπή και κάθε άλλο συναφές έσοδο, τα οποία εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. γ) Επιχορήγηση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, που καθορίζε­ ται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, εφόσον οι λοιποί πόροι δεν επαρκούν για την κάλυψη των δαπανών της Επιτροπής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν οι πόροι επαρκούν για την κάλυψη του προϋπολο­ γισμού της Επιτροπής, το προκύπτον πλεόνασμα κατά την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους χρησιμοποιείται προς κά­ λυψη του προϋπολογισμού του επόμενου έτους.

Άρθρο 10Οργανισμός της ΕπιτροπήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Ανάπτυξης, μέσα σε έξι μήνες από την ισχύ του νόμου αυ­ τού και αποτελεί τον Οργανισμό της Επιτροπής, ρυθμίζο­ νται οι βασικοί κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας της Επιτροπής, περιλαμβανομένων των πειθαρχικών κανό­ νων που διέπουν τα μέλη του Δ.Σ. και τους υπαλλήλους της, ο αριθμός, οι οργανικές θέσεις και τα προσόντα του προσωπικού της, η υπηρεσιακή κατάσταση των ανωτέρω, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών, η δια­ δικασία μετάταξης και απόσπασης κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων και κάθε θέμα που είναι αναγκαίο για την οργάνωση και λειτουργία της Επιτροπής. Εξειδίκευ­ ση των κανόνων αυτών μπορεί να περιέχεται στον εσωτε­ ρικό κανονισμό της Επιτροπής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η πρόσληψη και η αμοιβή του ειδικού επιστημονικού προσωπικού και των δικηγόρων γίνονται κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων περί προσλήψεων και αμοιβών στο δημόσιο τομέα, με απόφαση του Δ.Σ. της Επιτροπής εγκρι­ νόμενη από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το προσωπικό της Επιτροπής μπορεί να προέρχεται εν μέρει από μετάταξη ή απόσπαση από το προσωπικό της ήδη υπάρχουσας Διεύθυνσης Ασφαλιστικών Επιχει­ ρήσεων και Αναλογιστικής του Υπουργείου Ανάπτυξης, κατά προτεραιότητα, από άλλα Υπουργεία, Ν.Π.Δ.Δ. ή δη­ μόσιους οργανισμούς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­ μικών, ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ. της Επιτροπής, μπορεί να προβλεφθεί η χορήγηση ειδικού μηνιαίου επι­ δόματος εξειδικευμένων υπηρεσιών στους τακτικούς, πλην του ειδικού επιστημονικού προσωπικού, υπαλλή­ λους της Επιτροπής, καθώς και στους υπαλλήλους που αποσπώνται ή μετατάσσονται σε αυτήν κατά την προη­ γούμενη παράγραφο.

Άρθρο 11Οικονομικός έλεγχος - Προϋπολογισμός - ΑπολογισμόςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο οικονομικός έλεγχος της Επιτροπής ασκείται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών και περιλαμβά­ νει την έγκριση του προϋπολογισμού και του απολογι­ σμού, καθώς και την άσκηση διαχειριστικού ελέγχου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κάθε χρόνο γίνεται έλεγχος της οικονομικής διαχεί­ ρισης της Επιτροπής για τον προηγούμενο χρόνο από δύο ορκωτούς λογιστές, που ορίζονται από το Σώμα Ορ­ κωτών Ελεγκτών μετά από σχετική αίτηση της Επιτροπής. Το πόρισμα του ελέγχου κοινοποιείται στον εποπτεύοντα Υπουργό μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή του στην Επιτροπή. Ο Υπουργός μπορεί οποτεδήποτε να διατάξει έκτακτο έλεγχο οικονομικής διαχείρισης. Οι δαπάνες των ελέγχων βαρύνουν την Επιτροπή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το οικονομικό έτος αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λή­ γει την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους. Δύο μήνες πριν από την έναρξη κάθε έτους συντάσσεται ο προϋπολογισμός του επόμενου οικονομικού έτους και μέσα σε τρεις μήνες από την έναρξή του συντάσσεται ο απολογισμός του προηγούμενου οικονομικού έτους. Ο προϋπολογισμός και ο απολογισμός συντάσσονται από τον Γενικό Διευθυ­ ντή, εγκρίνονται από το Δ.Σ. και στη συνέχεια υποβάλλο­ νται προς έγκριση στον εποπτεύοντα Υπουργό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για κάθε πίστωση που δεν προβλέπεται στον αρχικό προϋπολογισμό, καθώς και για κάθε τροποποίηση αυτού και του απολογισμού απαιτείται απόφαση του Δ.Σ. της Επιτρο­ πής και έγκριση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.

Άρθρο 12Προμήθειες - Αναθέσεις έργουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Προμήθειες ή αναθέσεις έργου διενεργούνται με απόφαση του Δ.Σ. της Επιτροπής ή του Γενικού Διευθυ­ ντή της, ύστερα από εξουσιοδότηση του Δ.Σ., σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού προμηθειών και ανάθε­ σης έργου, τον οποίο καταρτίζει και εγκρίνει το Δ.Σ., στα πλαίσια των κειμένων διατάξεων περί προμηθειών και αναθέσεων έργου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι προμήθειες, εκτελέσεις έργου, εκτυπώσεις εντύ­ πων και κάθε συναφής δραστηριότητα διεξάγονται και οι παραλαβές διενεργούνται από Επιτροπή Προμηθειών, η οποία συνιστάται με απόφαση του Δ.Σ. στην αρχή κάθε οι­ κονομικού έτους και αποτελείται από τρεις υπαλλήλους της Επιτροπής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 13

Στον Κ.Ν. 2190/1920 «Περί Ανωνύμων Εταιρειών» προ­ στίθεται Κεφάλαιο 15, ως εξής: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15 ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ (Δ.Λ.Π.) ΑΡΘΡΟ 134 ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ 1. Οι ανώνυμες εταιρείες, των οποίων μετοχές ή άλλες κινητές αξίες είναι εισηγμένες σε οργανωμένη χρηματι­ στηριακή αγορά, συντάσσουν Ετήσιες Οικονομικές Κα­ ταστάσεις και Τριμηνιαίες Ενδιάμεσες Οικονομικές Κατα­ στάσεις, σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα που υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως προβλέ­ πεται από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρω­ παϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊ­ κής Ένωσης της 19ης Ιουλίου 2002, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (L 243) και των Κανονισμών που εκδίδονται από την Επι­ τροπή (Commission), κατ' εξουσιοδότηση των άρθρων 3 και 6 του Κανονισμού αυτού. Επιπλέον, οι μητρικές εται­ ρείες συντάσσουν Ετήσιες Ενοποιημένες Οικονομικές Καταστάσεις και Τριμηνιαίες Ενδιάμεσες Ενοποιημένες Οικονομικές Καταστάσεις, σύμφωνα με τα Πρότυπα που προαναφέρονται. Η υποχρέωση αυτή εκτείνεται: α) για οποιεσδήποτε άλλες περιοδικές οικονομικές καταστά­ σεις, που η δημοσίευσή τους είναι υποχρεωτική από διά­ ταξη νόμου και β) για τις Ετήσιες Οικονομικές Καταστά­ σεις των συνδεδεμένων, σύμφωνα με τη διάταξη της πε­ ρίπτωσης α' της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε, με τη μητρική εταιρεία επιχειρήσεων, οι οποίες είναι εγκατε­ στημένες στην Ελλάδα ή εκτός Ελλάδος εφόσον από τη νομοθεσία της χώρας εγκατάστασής τους παρέχεται η επιλεκτική δυνατότητα εφαρμογής των Διεθνών Λογιστι­ κών Προτύπων. 2. Οι μη εισηγμένες και μη συνδεδεμένες με αυτές ανώ­ νυμες εταιρείες και οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης μπορούν να συντάσσουν τις προβλεπόμενες από την πα­ ράγραφο 1 του άρθρου αυτού Οικονομικές Καταστάσεις, σύμφωνα με τα υιοθετούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, εφόσον η εφαρμογή των Προτύπων αυτών έχει εγκριθεί από Γενική Συνέλευση των μετόχων ή εταίρων της εταιρείας με απόφαση, που λαμ­ βάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 29 και της παραγράφου 1 του άρθρου 31 ή του άρθρου 13 του Ν. 3190/1955 (ΦΕΚ 91/9Α/16.4.55), αντίστοιχα, και υπό την προϋπόθεση ότι η σχετική από­ φαση θα προβλέπει την εφαρμογή των Προτύπων για τουλάχιστον πέντε (5) συνεχόμενες χρήσεις. Αν δεν προσδιορίζεται ο χρόνος εφαρμογής των Προτύπων, η σχετική απόφαση θα ισχύει μέχρι ανακλήσεώς της, η οποία όμως δεν μπορεί να γίνει προ της παρέλευσης της πενταετίας. Η προαιρετική επιλογή της υιοθέτησης των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων από μητρική εταιρεία εγκατεστημένη στην Ελλάδα αυτόματα συνεπάγεται την υιοθέτηση των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων από όλες τις συνδεδεμένες, όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε, με τη μητρική εται­ ρεία επιχειρήσεις, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στην Ελλάδα ή εκτός Ελλάδος, εφόσον από τη νομοθεσία της χώρας εγκατάστασής τους παρέχεται η επιλεκτική δυνα­ τότητα εφαρμογής των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων. ΑΡΘΡΟ 135 ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΑ ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ 1. Οι Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις και οι Ετήσιες Ενοποιημένες Οικονομικές Καταστάσεις των ανωνύμων εταιρειών, καθώς και η Έκθεση του Διοικητικού Συμβου­ λίου και το Πιστοποιητικό Ελέγχου της παραγράφου 4 του άρθρου 43β, είκοσι (20) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης και, σε περίπτω­ ση τροποποίησής τους, μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την τροποποίηση: α. καταχωρούνται στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών και ανακοίνωση περί της καταχώρησής τους δημοσιεύε­ ται, με επιμέλεια της αρμόδιας υπηρεσίας και με δαπάνες της εταιρείας, στο τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών και Εται­ ρειών Περιωρισμένης Ευθύνης της Εφημερίδας της Κυ­ βερνήσεως, β. αναρτώνται σε χώρο του διαδικτύου, ο οποίος είναι προσπελάσιμος στο ευρύ κοινό και παραμένουν προσπε­ λάσιμες για χρονικό διάστημα δύο τουλάχιστον ετών από την πρώτη δημοσίευσή τους και γ. εφόσον πρόκειται για εταιρείες με μετοχές ή άλλες κι­ νητές αξίες τους εισηγμένες σε οργανωμένη χρηματι­ στηριακή αγορά, κατατίθενται στην Επιτροπή Κεφαλαια­ γοράς. 2. Οι Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις και οι Ετήσιες Ενοποιημένες Οικονομικές Καταστάσεις των εταιρειών περιορισμένης ευθύνης, καθώς η Έκθεση του Διαχειρι­ στή ή των Διαχειριστών και το Πιστοποιητικό Ελέγχου του άρθρου 23 του Ν. 3190/1955, είκοσι (20) τουλάχιστον ημέ­ ρες πριν από τη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης και, σε περίπτωση τροποποίησής τους, μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την τροποποίηση: α. καταχωρούνται στο Μητρώο Εταιρειών Περιωρισμέ­ νης Ευθύνης, που τηρείται από το Γραμματέα του Πρω­ τοδικείου, όπου έχει την έδρα της η εταιρεία και ανακοί­ νωση περί της καταχώρησής τους δημοσιεύεται, με επι­ μέλεια του διαχειριστή ή των διαχειριστών και με δαπάνες της εταιρείας, στο Τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών και Εται­ ρειών Περιωρισμένης Ευθύνης της Εφημερίδας της Κυ­ βερνήσεως και β. αναρτώνται σε χώρο του διαδικτύου, ο οποίος είναι προσπελάσιμος στο ευρύ κοινό, και παραμένουν προ­ σπελάσιμες για χρονικό διάστημα δύο (2) τουλάχιστον ετών από την πρώτη δημοσίευσή τους. 3. Στη δημοσιότητα της παραγράφου 1 του άρθρου αυ­ τού υποβάλλονται και οι Τριμηνιαίες Ενδιάμεσες Οικονο­ μικές Καταστάσεις και οι Τριμηνιαίες Ενδιάμεσες Ενοποι­ ημένες Οικονομικές Καταστάσεις, που προβλέπονται από το Π.Δ. 360/1985 (ΦΕΚ 129 Α'). Με τις Ενδιάμεσες Οικο­ νομικές Καταστάσεις και τις Ενδιάμεσες Ενοποιημένες Οικονομικές Καταστάσεις του δεύτερου τριμήνου της χρήσεως, στην ως άνω δημοσιότητα υποβάλλεται και το Πιστοποιητικό Επισκόπησης των τακτικών Ορκωτών Ελε­ γκτών Λογιστών της συντάκτριας εταιρείας. Το περιεχό­ μενο και η μορφή των Ενδιάμεσων Οικονομικών Κατα­ στάσεων είναι τα οριζόμενα από τα υιοθετηθέντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, ενώ το πε­ ριεχόμενο και η μορφή του Πιστοποιητικού Επισκόπησης είναι τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 137. Κατ' εξαίρεση, δεν επιβάλλεται η σύνταξη και δημοσιοποίηση των Ενδιάμεσων Οικονομικών Καταστάσεων του τελευ­ ταίου τριμήνου της χρήσεως, εφόσον μέσα σε τρεις (3) μήνες από το τέλος της χρήσεως συντάσσονται και δημο­ σιεύονται οι Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις της χρή­ σεως. Οι αντίθετες διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 6 του Π.Δ. 360/1985 δεν εφαρμόζονται. 4. Επιπλέον από τη δημοσιότητα που προβλέπεται από τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου αυτού, οι ανώνυμες εταιρείες και εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, που εφαρμόζουν, είτε υποχρεωτικά είτε προαιρετικά, τα υιο­ θετηθέντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, δημοσιεύουν, υποχρεωτικά, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 43β και της πα­ ραγράφου 4 του άρθρου 22 του Ν. 3190/1955, αντίστοιχα, τα στοιχεία και τις πληροφορίες που ορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υπουργού Ανάπτυξης. Αυτές οι οικονομικές κατα­ στάσεις, όπως θα ορισθούν στην κοινή υπουργική από­ φαση, δημοσιεύονται στις εφημερίδες όπως ο νόμος ορί­ ζει. Τα στοιχεία αυτά, τα οποία, με ευθύνη του Διοικητικού Συμβουλίου ή των Διαχειριστών της εταιρείας, πρέπει να προκύπτουν από τις οικονομικές καταστάσεις της εται­ ρείας, δημοσιεύονται όπως προβλέπουν οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού, αλλά απαιτείται η αυτούσια δημοσίευσή τους στο Τεύχος Ανωνύμων Εται­ ρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης της Εφημε­ ρίδας της Κυβερνήσεως. Ειδικότερα, η δημοσιότητα των στοιχείων και των πληροφοριών, που ορίζονται με την προαναφερόμενη κοινή υπουργική απόφαση και αφο­ ρούν ενδιάμεσες της χρήσεως περιόδους, περιορίζεται στη δημοσιότητα που προβλέπεται από το άρθρο 3 του Π.Δ. 360/1985. 5. Αν οι εταιρείες, που συντάσσουν οικονομικές κατα­ στάσεις σύμφωνα με τα υιοθετηθέντα από την Ευρωπαϊ­ κή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, δημοσιοποιούν με οποιονδήποτε άλλον τρόπο λογιστικά στοιχεία, τα δημο­ σιοποιούμενα στοιχεία πρέπει να είναι εκείνα που προκύ­ πτουν από την εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προ­ τύπων. Η ευθύνη για τη συμμόρφωση με τη διάταξη αυτή βαρύνει το Διοικητικό Συμβούλιο ή τους Διαχειριστές της εταιρείας. ΑΡΘΡΟ 136 ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ 1. Οι εταιρείες που συντάσσουν οικονομικές καταστά­ σεις, σύμφωνα με τα υιοθετούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, υποχρεούνται στη σύ­ νταξη Εκθέσεως του Διοικητικού Συμβουλίου ή των Δια­ χειριστών της εταιρείας, με περιεχόμενο το προβλεπόμε­ νο από τα Πρότυπα αυτά, αντί εκείνου που ορίζεται από τα εδάφια α' και β' της παραγράφου 3 του άρθρου 43α και από την παράγραφο 3 του άρθρου 107 και από την παρά­ γραφο 3 του άρθρου 22 του Ν. 3190/1955. 2. Εφόσον συντάσσονται και ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, η Έκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου ή των Διαχειριστών μπορεί να είναι ενιαία, με κύριο σημείο αναφοράς τα ενοποιημένα οικονομικά δεδομένα της εται­ ρείας και των θυγατρικών της και με αναφορά στα επί μέ­ ρους (μη ενοποιημένα) οικονομικά δεδομένα της εταιρεί­ ας, όπου τούτο κρίνεται από τη διοίκηση της εταιρείας σκόπιμο ή αναγκαίο για την καλύτερη κατανόηση του πε­ ριεχομένου της. 3. Το περιεχόμενο της Έκθεσης του Διοικητικού Συμ­ βουλίου ή των Διαχειριστών πρέπει να είναι ουσιαστικό, με ιδιαίτερη έμφαση στη γλωσσική επάρκεια του κειμέ­ νου. Η παράθεση (αναπαραγωγή) στοιχείων που παρατί­ θενται στις οικονομικές καταστάσεις, τις οποίες συνο­ δεύει η Έκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου ή των Δια­ χειριστών, δεν είναι ούτε σκόπιμη ούτε επιβεβλημένη, μπορεί όμως, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η Έκθεση του Δι­ οικητικού Συμβουλίου ή των Διαχειριστών να παραπέμπει σε στοιχεία και πληροφορίες που παρατίθενται στις οικο­ νομικές καταστάσεις. 4. Η Έκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου ή των Διαχει­ ριστών υπόκειται στους προβλεπόμενους από τις παρα­ γράφους 1 και 2 του άρθρου 135 κανόνες δημοσιότητας. ΑΡΘΡΟ 137 ΕΛΕΓΚΤΕΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΕΛΕΓΧΟΥ 1. Οι εταιρείες που συντάσσουν, είτε υποχρεωτικά είτε προαιρετικά, Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις και Ετή­ σιες Ενοποιημένες Οικονομικές Καταστάσεις, σύμφωνα με τα υιοθετούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, υποχρεούνται να υποβάλλουν τις κα­ ταστάσεις αυτές σε έλεγχο Ορκωτών Ελεγκτών Λογι­ στών, ενώ οι Ενδιάμεσες Οικονομικές Καταστάσεις και οι Ενδιάμεσες Ενοποιημένες Οικονομικές Καταστάσεις του δεύτερου τριμήνου της χρήσεως, όταν επιβάλλεται η σύ­ νταξή τους, υποβάλλονται σε επισκόπηση από Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές και το Πιστοποιητικό Επισκόπησης δημοσιεύεται, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το άρ­ θρο 135, μαζί με τις Ενδιάμεσες Ενοποιημένες Οικονομι­ κές Καταστάσεις. 2. Οι αναγκαίες αναφορές στο Πιστοποιητικό Ελέγχου ή Επισκόπησης των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών ορίζο­ νται με απόφαση της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων (Ε.Λ.Τ.Ε.), ύστερα από σχετική εισήγηση του Εποπτικού Συμβουλίου του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών, μέσα στα πλαίσια των κανόνων που προδια­ γράφονται από τα Διεθνή Ελεγκτικά Πρότυπα της Διε­ θνούς Ομοσπονδίας Λογιστών (lnternational Federation of Αccountants). 3. Οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 1 του άρθρου 37, από το εδάφιο γ' της παραγράφου 3, από την παρά­ γραφο 4 του άρθρου 43α του νόμου αυτού και από το άρ­ θρο 6 του Π.Δ. 360/1985 αναφορές στο Πιστοποιητικό Ελέγχου των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών και κάθε άλλη διάταξη αντίθετη με τις διατάξεις του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζονται από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της προβλεπόμενης από την προηγούμενη παράγραφο απόφασης της Επιτροπής Λογιστικής Τυπο­ ποίησης και Ελέγχων (Ε.Λ.Τ.Ε.). ΑΡΘΡΟ 138 ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ Όπου στο νόμο ρυθμίζονται θέματα που συναρτώνται με λογιστικά μεγέθη ή αναφέρονται σε λογιστικά μεγέθη, τα μεγέθη αυτά είναι εκείνα που προκύπτουν από τις οι­ κονομικές καταστάσεις, που έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τα υιοθετηθέντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, εφόσον η σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων γίνεται, είτε υποχρεωτικά είτε προαιρετικά, σύμφωνα με τα Πρότυπα αυτά. Ως «λογιστικά μεγέθη» ορίζονται τα νομισματικά ποσά που απεικονίζονται στις οικονομικές καταστάσεις ή υποσύνολα ή σύνολα των πο­ σών αυτών. ΑΡΘΡΟ 139 ΚΑΝΟΝΕΣ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΚΑΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ 1. Οι εταιρείες που συντάσσουν οικονομικές καταστά­ σεις, σύμφωνα με τα υιοθετούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, έχουν δικαίωμα να αποκλίνουν από τις διατάξεις του Ελληνικού Γενικού Λο­ γιστικού Σχεδίου (Ε.Γ.Λ.Σ.) ή των αντίστοιχων κλαδικών, στο βαθμό που η διοίκηση της εταιρείας κρίνει, αιτιολο­ γημένα, ότι η απόκλιση είναι αναγκαία για την εύρυθμη εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων και υπο­ χρεούνται να αποκλίνουν, όπου οι προδιαγραφόμενοι από τους υφιστάμενους νόμους κανόνες αποτίμησης των επί μέρους περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων έρχονται σε αντίθεση με τους κανόνες αποτίμησης, που προδιαγράφονται από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Οι διατάξεις των άρθρων 42α, 42β, 42γ, 42δ, 42ε, 43, 43α, 105 και 107 και κάθε άλλη αντίθετη νομοθετική διάταξη δεν έχουν εφαρμογή στην περίπτωση των εταιρειών που συντάσσουν, είτε υποχρεωτικά είτε προαιρετικά, οικονο­ μικές καταστάσεις με βάση τα υιοθετηθέντα από την Ευ­ ρωπαϊκή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. 2. Η αποτίμηση της ακίνητης περιουσίας των επιχειρή­ σεων, για σκοπούς σύνταξης οικονομικών καταστάσεων με βάση τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, γίνεται σύμφωνα με τα Πρότυπα αυτά. Όπου προκύπτει αξία μεγαλύτερη από την αντικειμενική αξία των ακινήτων, η μεγαλύτερη αυτή αξία πρέπει να αποδεικνύεται και να τεκμηριώνεται από εκτιμητές αδιαμφισβήτητου κύρους και οι σχετικές εκθέσεις των εκτιμητών πρέπει να τίθενται υπόψη των Ορ­ κωτών Ελεγκτών Λογιστών, που ελέγχουν τις οικονομικές καταστάσεις στις οποίες αντικατοπτρίζονται οι αξίες των ακινήτων. ΑΡΘΡΟ 140 ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΑ ΚΕΡΔΗ Ή ΖΗΜΙΕΣ 1. Τα φορολογητέα κέρδη ή ζημιές της εταιρείας δεν επηρεάζονται από την εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων. 2. Στο βαθμό που οι κανόνες αποτίμησης των επί μέ­ ρους περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, που προδιαγράφονται από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα ή από τους κανόνες αποτίμησης του Κεφαλαίου 5 και ισχύ­ ουν για τις εταιρείες που δεν εφαρμόζουν τα Διεθνή Λογι­ στικά Πρότυπα, διαφέρουν από τους αντίστοιχους κανό­ νες αποτίμησης που ορίζονται από τη φορολογική νομο­ θεσία και, κατά συνέπεια, διαφοροποιείται το λογιστικό κέρδος (ή ζημιά) από το κέρδος (ή ζημιά) που υπόκειται σε φορολόγηση, τηρείται ξεχωριστό Ημερολόγιο Φορολογι­ κών Διαφορών και Καθολικό Φορολογικών Διαφορών, στα οποία καταχωρίζονται και παρακολουθούνται οι δια­ φορές αυτές, ούτως ώστε, με την ενοποίηση του κυρίως Καθολικού με το Καθολικό Φορολογικών Διαφορών, κατά λογαριασμό, να παρέχεται η δυνατότητα προσδιορισμού του φορολογητέου κέρδους (ή ζημιάς), σύμφωνα με τις ισχύουσες φορολογικές διατάξεις και τους φορολογι­ κούς κανόνες αποτίμησης των επί μέρους περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων. 3. Νοείται ότι οι εγγραφές διαφοροποίησης που απει­ κονίζονται στο Ημερολόγιο Φορολογικών Διαφορών και το Καθολικό Φορολογικών Διαφορών περιορίζονται στην απεικόνιση των διαφορών και μπορούν, κατά περίπτωση, να επαυξάνουν ή να μειώνουν το λογιστικό κέρδος (ή ζη­ μιά) για σκοπούς προσδιορισμού του φορολογητέου κέρ­ δους (ή ζημιάς). Επίσης νοείται ότι η λογιστική αναγνώρι­ ση εσόδων ή εξόδων και η, κατ' επέκταση, λογιστική ανα­ γνώριση περιουσιακών στοιχείων ή υποχρεώσεων στα λογιστικά βιβλία της εταιρείας δεν επηρεάζει το φορολο­ γητέο κέρδος (ή ζημιά) της εταιρείας ούτε συνθέτει λόγο αμφισβήτησης της αποδεικτικής εγκυρότητας των βι­ βλίων από πλευράς των φορολογικών αρχών, εφόσον προκύπτουν από διαφορές αποτίμησης που έχουν ανα­ γνωρισθεί (αντιστραφεί) στο Ημερολόγιο Φορολογικών Διαφορών και το Καθολικό Φορολογικών Διαφορών της εταιρείας. 4. Κατ' εξαίρεση, η αξία των μενόντων αποθεμάτων των ιδιοπαραχθέντων ετοίμων προϊόντων και της παραγωγής σε εξέλιξη, που υπεισέρχεται στον προσδιορισμό του κό­ στους των πωληθέντων προϊόντων, δεν αναπροσαρμόζε­ ται, έστω και αν περιέχει στοιχεία κόστους, όπως απο­ σβέσεις πάγιων περιουσιακών στοιχείων, που έχουν πο­ σοτικοποιηθεί πάνω σε διαφορετική βάση και, συνεπώς, συνθέτουν, στο σύνολό τους, στοιχείο αναπροσαρμογής. Οι διαφορές αυτές, εφόσον υπάρχουν, ποσοτικοποιού­ νται και απεικονίζονται στο Ημερολόγιο Φορολογικών Διαφορών και το Καθολικό Φορολογικών Διαφορών σε ετήσια συνολική βάση, ανεξάρτητα αν συνθέτουν στοι­ χεία του κόστους των πωληθέντων ή των μενόντων προϊ­ όντων. Ανάλογη εξαίρεση παρέχεται και στην περίπτωση της αποτίμησης των προϊόντων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. 5. Στο βαθμό που, κατά την εφαρμογή των Διεθνών Λο­ γιστικών Προτύπων, προκύπτουν διαφορές στην αποτί­ μηση πάγιων περιουσιακών στοιχείων, είτε λόγω της δια­ φοροποίησης της προ των αποσβέσεων αξίας τους είτε λόγω της διαφοροποίησης των συσσωρευμένων αποσβέ­ σεων, οι διαφορές αυτές απεικονίζονται σε ιδιαίτερο Φο­ ρολογικό Μητρώο Πάγιων Περιουσιακών Στοιχείων, το οποίο μπορεί να είναι ενσωματωμένο στο κύριο Μητρώο Πάγιων Περιουσιακών Στοιχείων της εταιρείας ή σε Μη­ τρώο Φορολογικών Διαφορών Πάγιων Περιουσιακών Στοιχείων και χρησιμοποιούνται ως βάση του ποσοτικού προσδιορισμού των αναγκαίων εγγραφών στο Ημερολό­ γιο Φορολογικών Διαφορών και το Καθολικό Φορολογι­ κών Διαφορών. Διευκρινίζεται ότι η κατά τον ως άνω τρό­ πο διαφοροποίηση της αξίας των πάγιων περιουσιακών στοιχείων, για σκοπούς εφαρμογής των Διεθνών Λογιστι­ κών Προτύπων και για φορολογικούς σκοπούς, δεν επι­ φέρει οποιεσδήποτε φορολογικές συνέπειες. 6. Οι λεπτομέρειες των στοιχείων που υποβάλλονται στις φορολογικές αρχές σε σχέση με τις ως άνω διαφο­ ροποιήσεις καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οι­ κονομίας και Οικονομικών. Μέχρι εκδόσεως της ως άνω απόφασης, οι εταιρείες, που τηρούν το Ημερολόγιο Φο­ ρολογικών Διαφορών και το Καθολικό Φορολογικών Δια­ φορών, υποβάλλουν με την ετήσια φορολογική τους δή­ λωση κατάσταση στην οποία απεικονίζονται (σε τρεις στήλες): (α) η λογιστική βάση των εσόδων, εξόδων, περι­ ουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεών τους, (β) οι φορο­ λογικές διαφοροποιήσεις των μεγεθών αυτών (όπως προ­ κύπτουν από το Καθολικό Φορολογικών Διαφορών) και (γ) η φορολογική βάση των εσόδων, εξόδων, περιουσια­ κών στοιχείων και των υποχρεώσεών τους. 7. Τα περί θεωρήσεως, χρόνου και τρόπου τηρήσεως των βιβλίων και στοιχείων, τα προβλεπόμενα από τη φο­ ρολογική νομοθεσία (Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων) ισχύ­ ουν, αναλογικά, και για το προβλεπόμενο από το άρθρο αυτό (συμπληρωματικό) Ημερολόγιο Φορολογικών Δια­ φορών, Καθολικό Φορολογικών Διαφορών και Φορολογι­ κό Μητρώο Πάγιων Περιουσιακών Στοιχείων ή Μητρώο Φορολογικών Διαφορών Πάγιων Περιουσιακών Στοιχείων. 8. Η αναδρομική διόρθωση θεμελιώδους λάθους, κατά τα προβλεπόμενα από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, δεν συνθέτει, αφ' εαυτής, λόγο αμφισβήτησης της αποδεικτι­ κής εγκυρότητας των βιβλίων από πλευράς των φορολο­ γικών αρχών. 9. Για σκοπούς επιβολής του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο κρίσιμος χρόνος παραμένει εκείνος της έκδοσης του σχετικού τιμολογίου. ΑΡΘΡΟ 141 ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΕΣ ΜΙΣΘΩΣΕΙΣ 1. Οι εταιρείες, που συνάπτουν χρηματοδοτικές μισθώ­ σεις, είτε ως εκμισθωτές είτε ως μισθωτές, έχουν τη δυ­ νατότητα της επιμέτρησης και απεικόνισης των συναλλα­ γών αυτών στα λογιστικά τους βιβλία, είτε με βάση τους κανόνες που προδιαγράφονται στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα είτε με βάση τους ισχύοντες κανόνες της φορο­ λογικής νομοθεσίας, υπό την προϋπόθεση ότι η μέθοδος που επιλέγεται ακολουθείται με συνέπεια μέχρι τη λήξη της κάθε συγκεκριμένης χρηματοδοτικής μίσθωσης. 2. Η υιοθέτηση της προδιαγραφόμενης από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα μεθόδου λογιστικής απεικόνισης των χρηματοδοτικών μισθώσεων δεν συνεπάγεται αναμόρ­ φωση του λογιστικού κέρδους (ή ζημιάς), για σκοπούς προσδιορισμού του φορολογητέου κέρδους (ή ζημιάς). 3. Ειδικότερα, κατά την πρώτη εφαρμογή της προδια­ γραφόμενης από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα μεθόδου λογιστικής απεικόνισης υφιστάμενης σύμβασης χρημα­ τοδοτικής μίσθωσης, η διαφορά που προκύπτει μεταξύ των μέχρι της στιγμής εκείνης λογιστικά αναγνωρισθέ­ ντων εσόδων ή εξόδων και των εσόδων ή εξόδων που θα είχαν αναγνωρισθεί, εάν είχε εφαρμοσθεί η προδιαγρα­ φόμενη από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα μέθοδος, από την αρχική σύναψη της χρηματοδοτικής μισθωτικής σύμ­ βασης, προστίθεται ή αφαιρείται από το φορολογητέο κέρδος (ή ζημιά) που προκύπτει μέσα στη χρήση κατά την οποία εφαρμόζεται, για πρώτη φορά, η μέθοδος που προ­ διαγράφεται από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. 4. Νοείται ότι οι ανώνυμες εταιρείες και εταιρείες πε­ ριορισμένης ευθύνης, που εφαρμόζουν, είτε υποχρεωτι­ κά είτε προαιρετικά, τα υιοθετηθέντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, υποχρεούνται να υιο­ θετούν την προδιαγραφόμενη από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα μέθοδο λογιστικής απεικόνισης των συμβάσε­ ων χρηματοδοτικής μίσθωσης, αλλά έχουν το δικαίωμα, αν το επιθυμούν, να αναμορφώνουν το λογιστικό τους κέρδος (ή ζημιά), με βάση τους ισχύοντες κανόνες της φορολογικής νομοθεσίας, για σκοπούς προσδιορισμού του φορολογητέου τους κέρδους (ή ζημιάς). ΑΡΘΡΟ 142 ΠΡΩΤΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ 1. Ως χρονικό σημείο πρώτης εφαρμογής των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων ορίζεται το χρονικό σημείο έναρ­ ξης της χρήσεως σε σχέση με την οποία συντάσσονται και δημοσιεύονται για πρώτη φορά οικονομικές καταστάσεις με βάση τα υιοθετηθέντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διε­ θνή Λογιστικά Πρότυπα. Οι προβλεπόμενες από το νόμο αυτόν διαδικασίες εφαρμογής των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων αρχίζουν να εφαρμόζονται κατά την έναρξη της χρήσεως την οποίαν πρωτογενώς (και όχι με την πα­ ράθεση συγκριτικών στοιχείων προηγούμενων χρήσεων ή περιόδων) καλύπτουν οι συντασσόμενες ετήσιες ή πε­ ριοδικές οικονομικές καταστάσεις. 2. Κατά την πρώτη εφαρμογή των υιοθετηθέντων από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνών Λογιστικών Προτύπων εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των ιδίων των Προτύ­ πων ως προς τον τρόπο της πρώτης εφαρμογής τους. 3. Κατά την πρώτη εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων, είτε υποχρεωτικά είτε προαιρετικά, είναι εν­ δεχόμενο να προκύψουν διαφορές αποτίμησης των επί μέρους περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, δεδο­ μένης της υιοθέτησης διαφορετικών από τους μέχρι τη στιγμή εκείνη ακολουθούμενους κανόνες αποτίμησης. Μέσα στη χρήση, σε σχέση με την οποία θα συνταχθούν και θα δημοσιευθούν για πρώτη φορά οικονομικές κατα­ στάσεις, σύμφωνα με τα υιοθετηθέντα από την Ευρωπαϊ­ κή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα και, πάντως, πριν από τη σύνταξη και δημοσίευση οποιωνδήποτε περιοδι­ κών οικονομικών καταστάσεων, γίνονται οι αναγκαίες λο­ γιστικές εγγραφές στο Ημερολόγιο Φορολογικών Διαφο­ ρών και το Καθολικό Φορολογικών Διαφορών, με διάκρι­ ση μεταξύ των εγγραφών που επηρεάζουν τα αποτελέσματα της αμέσως προηγούμενης χρήσεως και εκείνων που επηρεάζουν τα αποτελέσματα προγενέστε­ ρων χρήσεων, με τρόπο που να διευκολύνει την (εξωλογι­ στική) αναμόρφωση των οικονομικών καταστάσεων της αμέσως προηγούμενης χρήσεως (ή περιόδων της αμέ­ σως προηγούμενης χρήσεως), που δεν θα έχουν συντα­ χθεί και δημοσιευθεί με βάση τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυ­ πα, ώστε τα συγκριτικά στοιχεία, που παρατίθενται στις οικονομικές καταστάσεις της τρέχουσας χρήσεως ή πε­ ριόδου, να είναι πράγματι συγκρίσιμα. ΑΡΘΡΟ 143 ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ 1. Οι ετήσιες και περιοδικές οικονομικές καταστάσεις, που υποχρεωτικά θα συνταχθούν και θα δημοσιευθούν με βάση τα υιοθετηθέντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, είναι εκείνες που θα καλύπτουν πρω­ τογενώς (και όχι με την παράθεση συγκριτικών στοιχείων προηγούμενων χρήσεων ή περιόδων) χρήσεις ή περιό­ δους που αρχίζουν μετά την 31η Δεκεμβρίου 2004. 2. Οι εταιρείες που υποχρεούνται, σύμφωνα με τις δια­ τάξεις του νόμου αυτού, στη σύνταξη και δημοσίευση ετήσιων και περιοδικών οικονομικών καταστάσεων με βά­ ση τα υιοθετηθέντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, μπορούν, με απόφαση του Διοικητι­ κού τους Συμβουλίου, να μεταθέσουν το χρόνο της πρώ­ της εφαρμογής ενωρίτερα αλλά, πάντως, όχι σε χρόνο προγενέστερο της χρήσεως αναφορικά με την οποία έχουν ήδη δημοσιευθεί οικονομικές καταστάσεις με βάση τα μέχρι σήμερα ισχύοντα λογιστικά πρότυπα. 3. Η προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 του άρθρου 137 εισήγηση του Εποπτικού Συμβουλίου του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών προς την Επιτροπή Λογι­ στικής Τυποποίησης και Ελέγχων (Ε.Λ.Τ.Ε.), υποβάλλεται μέσα σε τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία ισχύος του νόμου αυτού και η σχετική απόφαση της Επιτροπής Λογι­ στικής Τυποποίησης και Ελέγχων (Ε.Λ.Τ.Ε.) εκδίδεται μέ­ σα σε δύο (2) μήνες από τη λήψη της εισήγησης.»

Άρθρο 14

Τροποποίηση του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων για την εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων Στο άρθρο 7 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων προστί­ θενται παράγραφοι 6 και 7 ως εξής: «6. Οι ανώνυμες εταιρείες και οι εταιρείες περιορισμέ­ νης ευθύνης που εφαρμόζουν, είτε υποχρεωτικά είτε 745 ΦΕΚ προαιρετικά, τα υιοθετηθέντα με Κανονισμό της Επιτρο­ πής της Ευρωπαϊκής Ένωσης Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου 15 του Κ.Ν. 2190/1920, εξαιρούνται από την υποχρέωση εφαρμογής ειδικότερων διατάξεων του νόμου αυτού, στο βαθμό που οι διατάξεις αυτές είναι αντίθετες με τις ρυθμίσεις του Κ.Ν. 2190/1920. 7. Διευκρινίζεται ότι ως υποκείμενα στις διατάξεις του νόμου αυτού λογιστικά βιβλία των επιχειρήσεων θεωρού­ νται τόσο τα τηρούμενα για σκοπούς εφαρμογής των Διε­ θνών Λογιστικών Προτύπων λογιστικά βιβλία όσο και τα συμπληρωματικά φορολογικά βιβλία στα οποία καταχω­ ρίζονται οι διαφορές μεταξύ των κανόνων αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων σύμ­ φωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα και των αντίστοι­ χων φορολογικών κανόνων. Επίσης διευκρινίζεται ότι οι προβλεπόμενες από το νόμο αυτόν κυρώσεις για τη μη τή­ ρηση ή την πλημμελή τήρηση των λογιστικών βιβλίων, συ­ μπεριλαμβανομένων και των συμπληρωματικών φορολο­ γικών βιβλίων, παραμένουν σε ισχύ.»

Άρθρο 15ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι τραπεζικές, ασφαλιστικές και εισηγμένες στο Χρη­ ματιστήριο Αθηνών ανώνυμες εταιρίες και οι θυγατρικές αυτών κατά 95% τουλάχιστον μπορούν ετησίως να ανα­ προσαρμόζουν στους ισολογισμούς που κλείνουν μετά την 30.12.2003 την αναπόσβεστη αξία των κτιρίων και εγκαταστάσεων κτιρίων τους και την αξία των εδαφικών εκτάσεών τους στην εύλογη αξία, η οποία προσδιορίζεται σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα που θεσμοθε­ τήθηκαν με το άρθρο 1 του Ν. 2992/2002 (ΦΕΚ 54 Α') και το άρθρο 21 του Ν. 3148/2003 (ΦΕΚ 136 Α') και ειδικότε­ ρα με βάση τα προβλεπόμενα από το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 16, το οποίο υιοθετήθηκε από τον 1725/2003 Κανονισμό της Επιτροπής (ΕΚ) 29.9.2003 με βάση τον Κα­ νονισμό ΕΚ 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Ολόκληρο το ποσό ή μέρος της υπερα­ ξίας αναπροσαρμογής μπορεί να μεταφέρεται απευθείας σε λογαριασμό ειδικού αποθεματικού και δεν προστίθε­ ται στα ακαθάριστα έσοδα των εταιριών για τον προσδιο­ ρισμό των φορολογητέων κερδών τους, αλλά φορολογεί­ ται αυτοτελώς με συντελεστή δύο τοις εκατό (2%) στο όνομα του νομικού προσώπου. Το σχηματιζόμενο αποθε­ ματικό λειτουργεί σύμφωνα με το άρθρο αυτό με προορι­ σμό το συμψηφισμό της ζημίας που προκύπτει από την αποτίμηση μετοχών ανωνύμων εταιριών, ομολογιών και λοιπών χρεογράφων, καθώς και μεριδίων αμοιβαίων κε­ φαλαίων και συμμετοχών σε επιχειρήσεις που δεν έχουν τη μορφή της ανώνυμης εταιρίας, στην κατ' είδος χαμη­ λότερη τιμή, μεταξύ της τιμής κτήσεώς τους και της τρέ­ χουσας τιμής, όπως αυτή ορίζεται στην περίπτωση β' της παραγράφου 6 του άρθρου 43 του Κ.Ν. 2190/1920. Ο φό­ ρος αυτός αποδίδεται εφάπαξ με την υποβολή δήλωσης του άρθρου 107 του Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α') μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα από την έγκρι­ ση του ισολογισμού από τη Γενική Συνέλευση και δεν εκ­ πίπτεται από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχειρήσεως για τον υπολογισμό των φορολογητέων εσόδων της. Οι δια­ τάξεις του Ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α-) και του άρθρου 113 του Ν. 2238/1994 ισχύουν για την εφαρμογή των διατάξε­ ων της παραγράφου αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το ποσό της υπεραξίας της παραγράφου 1 που προ­ κύπτει αποκλειστικά από την αναπροσαρμογή της αναπό­ σβεστης αξίας των κτιρίων και εγκαταστάσεων κτιρίων, σε περίπτωση κεφαλαιοποίησής του, φορολογείται αυτο­ τελώς με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) στο όνομα του νομικού προσώπου, εξαντλουμένης για το ποσό της κεφαλαιοποίησης κάθε φορολογικής υποχρέωσης του νομικού προσώπου και των μετόχων αυτού. Ο φόρος αυ­ τός αποδίδεται εφάπαξ με την υποβολή δήλωσης του άρ­ θρου 107 του Ν. 2238/1994 μέσα στο πρώτο δεκαπενθή­ μερο του επόμενου μήνα από την έγκριση του ισολογι­ σμού από τη Γενική Συνέλευση και δεν εκπίπτεται από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχειρήσεως για τον υπολογισμό των φορολογητέων εσόδων της. Οι διατάξεις του Ν. 2523/1997 και του άρθρου 113 του Ν. 2238/ 1994 ισχύουν για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυ­ τής. Αντίθετα σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης του ποσού της υπεραξίας της παραγράφου 1, το οποίο προκύπτει αποκλειστικά από την αναπροσαρμογή της αξίας των εδαφικών εκτάσεων, αυτό δεν υπόκειται σε φορολογία ει­ σοδήματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σε περίπτωση διανομής του σχηματιζόμενου αποθε­ ματικού της παραγράφου 1, αυτό φορολογείται με βάση τις γενικές διατάξεις. Οι διατάξεις του Ν. 2523/1997 και του άρθρου 113 του Ν. 2238/1994 ισχύουν και κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Σε περίπτωση μη κεφαλαιοποίησης της υπεραξίας αναπροσαρμογής, οι υπολογιζόμενες αποσβέσεις που αναλογούν επί του μέρους που υπερβαίνει την αξία που προκύπτει με βάση τις διατάξεις του αντικειμενικού προσ­ διορισμού της αξίας των ακινήτων δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα για τον υπολογισμό του φορολογητέ­ ου εισοδήματος. Αντίθετα εκπίπτουν οι υπολογιζόμενες αποσβέσεις που αναλογούν επί του μέρους της υπερα­ ξίας αναπροσαρμογής που κεφαλαιοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του άρθρου αυτού εφαρμόζονται ανάλογα και στα ακίνητα που περιλαμβάνονται στα περιουσιακά στοιχεία που απαρτίζουν την ασφαλιστική τοποθέτηση των ασφαλιστι­ κών επιχειρήσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Σε περίπτωση πώλησης ακινήτου του οποίου η ανα­ πόσβεστη αξία ή η αξία κτήσης, κατά περίπτωση, έχει αναπροσαρμοσθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1, ως αξία πώλησης για την εφαρμογή των διατάξεων της περ. η' της παρ. 1 του άρθρου 31 του Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α') δεν μπορεί να ληφθεί μικρότερη από αυτή που προέ­ κυψε μετά την αναπροσαρμογή αυτή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΥΧΕΡΩΝ ΠΑΙΧΝΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΖΙΝΟ
Άρθρο 16ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Συνιστάται διοικητική αρχή, η οποία υπάγεται στην εποπτεία του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, με την επωνυμία Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχε­ ρών Παιχνιδιών, με έδρα την Αθήνα και σκοπό την επο­ πτεία των τυχερών παιχνιδιών, καθώς και την ενάσκηση όλων των αρμοδιοτήτων που της ανατίθενται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνι­ διών έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια . Οι διατά­ ξεις των άρθρων 2, 3 και 4 του Ν. 3051/2002 (ΦΕΚ 220 Α') εφαρμόζονται αναλόγως και στην Επιτροπή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνι­ διών συγκροτείται από εννέα μέλη, που διορίζονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών και είναι πρό­ σωπα αναγνωρισμένου κύρους, διακρίνονται για την επι­ στημονική τους κατάρτιση και την επαγγελματική τους ικανότητα και διαθέτουν εξειδικευμένη εμπειρία σε θέμα­ τα της αρμοδιότητας που τους ανατίθεται. Τα μέλη της Επιτροπής απαγορεύεται να είναι εταίροι, μέτοχοι, μέλη διοικητικού συμβουλίου, διαχειριστές, υπάλληλοι, τεχνι­ κοί ή άλλοι σύμβουλοι ή μελετητές σε επιχείρηση που αναπτύσσει δραστηριότητα στον τομέα των τυχερών παι­ χνιδιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα μέλη της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Τυχε­ ρών Παιχνιδιών και οι Επιθεωρητές Τυχερών Παιχνιδιών υποβάλλουν κατ' έτος στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου την προβλεπόμενη από τα άρθρα του Ν. 3213/ 2003 (ΦΕΚ 309 Α') δήλωση περιουσιακής κατάστασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Για την υποστήριξη του έργου της Επιτροπής Επο­ πτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών συνιστώνται τριάντα (30) θέσεις μόνιμου διοικητικού προσωπικού και δέκα (10) θέσεις επιστημονικού προσωπικού με εξειδί­ κευση στα τυχερά παίγνια. Οι θέσεις διοικητικού προσω­ πικού καλύπτονται με διορισμό, ύστερα από προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού ή με μετατάξεις υπαλλήλων από υπηρεσίες του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. ή Ο.Τ.Α..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με απόφαση της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών οι ως άνω συνιστώμενες θέσεις κα­ τανέμονται σε κατηγορίες και κλάδους. Με την ίδια από­ φαση καθορίζεται ο Κανονισμός εσωτερικής διάρθρωσης των υπηρεσιών της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Για τη διοικητική υποστήριξη της Επιτροπής Εποπτεί­ ας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών μπορούν να απο­ σπώνται σε αυτήν υπάλληλοι Υπουργείων ή Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α..

Άρθρο 17Αρμοδιότητες της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών

Η Επιτροπή έχει τις εξής αρμοδιότητες: α) Παρακολουθεί και ελέγχει τα καζίνο και τη διεξαγω­ γή κάθε τυχερού παιχνιδιού, που διεξάγεται ύστερα από άδεια που έχει χορηγηθεί από την αρμόδια κατά περί­ πτωση αρχή. Τα τυχερά παιχνίδια, ο έλεγχος των οποίων υπάγεται στην αρμοδιότητα της Επιτροπής, είναι: τα Κρατικά Λα­ χεία, ο Ιππόδρομος, το Ξυστό, το Λόττο, το Πρώτο, το ΠΡΟΠΟ, το Τζόκερ, όπως επίσης ο έλεγχος της μη διεξα­ γωγής τυχερών παιχνιδιών μέσω διαδικτύου και κάθε τυ­ χερό παιχνίδι, που ήδη λειτουργεί ή θα τεθεί σε λειτουρ­ γία μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Ο έλεγχος συνίσταται στον έλεγχο νομιμότητας διεξα­ γωγής του παιχνιδιού, στον έλεγχο οικονομικής διαχείρι­ σης, στον έλεγχο διεξαγωγής του τυχερού παιχνιδιού, στον έλεγχο απόδοσης των κερδών στους πελάτες και το Δημόσιο, στη σωστή λειτουργία του παιχνιδιού, στη σύ­ γκριση του κόστους με τα κέρδη σύμφωνα με τους διε­ θνείς κανόνες και προδιαγραφές και στον έλεγχο εφαρ­ μογής των όρων της σύμβασης με την οποία δόθηκε η άδεια λειτουργίας τυχερών παιχνιδιών. β) Γνωμοδοτεί, στα αρμόδια όργανα, για τη χορήγηση των αδειών που προβλέπονται από τις κείμενες κατά πε­ ρίπτωση διατάξεις, παρακολουθεί και ελέγχει τον τρόπο ασκήσεως των δικαιωμάτων που παρέχονται με αυτές. γ) Διατυπώνει σύμφωνη γνώμη προς τον κατά περίπτω­ ση αρμόδιο Υπουργό για τις προδιαγραφές κάθε νέου τυ­ χερού παιχνιδιού. δ) Συγκεντρώνει, μελετά και επεξεργάζεται στοιχεία σχετικά με τα έσοδα του Δημοσίου από τη λειτουργία των τυχερών παιχνιδιών και τη διεξαγωγή τους. ε) Μελετά και αξιολογεί το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των τυχερών παιχνιδιών, καθώς και των συ­ στημάτων ελέγχου αυτών και της διασφάλισης των οικο­ νομικών συμφερόντων του Δημοσίου. στ) Καταρτίζει ειδικό κανονισμό ελέγχου κάθε τυχερού παιχνιδιού. ζ) Εισηγείται τη λήψη μέτρων βελτίωσης του υφιστάμε­ νου θεσμικού πλαισίου για τη διασφάλιση των συμφερό­ ντων του Δημοσίου και την προστασία των παικτών. η) Εισηγείται τη βελτίωση των λειτουργιών, διαδικασιών και συστημάτων διεξαγωγής των κρατικών λαχείων και των τυχερών παιχνιδιών για την εξασφάλιση αξιοπιστίας και διαφάνειας. θ) Συλλέγει, οργανώνει, επεξεργάζεται και αξιολογεί, υπό τον όρο της εχεμύθειας και της προστασίας του επι­ χειρηματικού και άλλων απορρήτων, καθώς και της προ­ στασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα ανα­ γκαία για την εκπλήρωση της αποστολής της τεχνικό, οι­ κονομικό, λογιστικό, εμπορικό και άλλα συναφή στοιχεία, που αφορούν τα πρόσωπα που ασκούν δραστηριότητα στον τομέα των τυχερών παιχνιδιών. ι) Επιβάλλει στους παραβάτες των διατάξεων του νόμου αυτού και των κανονισμών λειτουργίας και ελέγχου των τυχερών παιχνιδιών πρόστιμα, από 50.000 ευρώ έως 3.000.000 ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνό­ τητα της παράβασης, σε περιπτώσεις δε υποτροπής ή μη συμμόρφωσης στις υποδείξεις της Επιτροπής αυτή μπο­ ρεί να εισηγείται στα αρμόδια όργανα την προσωρινή έως και πέντε μήνες ή και την οριστική αφαίρεση της άδειας. ια) Συνεργάζεται με αντίστοιχες αρχές άλλων κρατών ή με διεθνείς οργανισμούς και συμμετέχει σε δραστηριότη­ τες των εν λόγω αρχών και οργανισμών. ιβ) Η Επιτροπή μπορεί να αναθέτει την εκπόνηση μελε­ τών έργων παροχής υπηρεσιών και προμηθειών, σύμφω­ να με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχεί­ ρισής της, ο οποίος συντάσσεται με απόφαση της Επι­ τροπής και εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.

Άρθρο 18

Η Επιτροπή μπορεί να συστήνει Σώμα Επιθεωρητών Τυ­ χερών Παιχνιδιών από υπαλλήλους των κατά περίπτωση συναρμόδιων Υπουργείων, ύστερα από σχετική πρόσκλη­ ση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, στην οποία καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις, που πρέπει να πληρούν οι υποψήφιοι για το Σώμα Επιθεωρητών. Όσοι υπάλληλοι επιλεγούν για να στελεχώσουν το Σώμα Επιθεωρητών αποσπώνται αυτοδίκαια για χρονικό διάστημα δύο ετών στην Επιτροπή. Δεν επιτρέπεται η υποβολή νέας αίτησης για συμμετοχή στο Σώμα Επιθεωρητών πριν από την πα­ ρέλευση δύο ετών από τη λήξη της προηγούμενης από­ σπασης. Στους επιθεωρητές καταβάλλονται έξοδα εκτός έδρας, μετακίνησης και διαμονής σύμφωνα με τα ισχύο­ ντα κάθε φορά για τις μετακινήσεις δημοσίων υπαλλήλων εκτός έδρας. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής, κατα­ βάλλεται στους επιθεωρητές δημοσίους υπαλλήλους ειδι­ κό επίδομα επιθεώρησης.

Άρθρο 19

Πόροι της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών είναι: α) ποσοστό 0,1% από τη συμμετοχή του Δημοσίου σε κάθε τυχερό παιχνίδι, β) τα πρόστιμα που επιβάλλονται από την Επιτροπή, τα οποία εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. και γ) πόροι οποιασδήπο­ τε πηγής προερχόμενοι από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από διεθνείς οργανισμούς (όπως επιδοτήσεις, επιχορη­ γήσεις, χρηματοδοτήσεις ερευνητικών προγραμμάτων).

Άρθρο 20ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι άδειες λειτουργίας επιχειρήσεων καζίνων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του Ν. 2206/1994 (ΦΕΚ 62 Α') και δεν έχουν χορηγηθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος καταργούνται. Για τις χορηγη­ θείσες άδειες παραμένει σε ισχύ η παράγραφος 4 του άρ­ θρου 1 του Ν. 2206/1994 (ΦΕΚ 62 Α').

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στις επιχειρήσεις καζίνων της χώρας επιτρέπεται να παίζονται τυχερά παιχνίδια υπό την προϋπόθεση ότι αυτά παίζονται νόμιμα σε ένα τουλάχιστον κράτος ­ μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμε­ ρικής, σύμφωνα με πιστοποίηση των αρμόδιων υπηρε­ σιών και Αρχών των χωρών αυτών (regulated market).

Άρθρο 21ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παι­ χνιδιών ανήκει και ο διοικητικός και οικονομικός έλεγχος των επιχειρήσεων καζίνων και ασκείται με γνώμονα την προστασία των καταναλωτών και τη διασφάλιση των συμ­ φερόντων του Δημοσίου. Η Αρχή με αποφάσεις της προσ­ διορίζει και εξειδικεύει το περιεχόμενο και καθορίζει τη διαδικασία του διοικητικού και οικονομικού ελέγχου των επιχειρήσεων καζίνων, κατά την άσκηση του οποίου προ­ βαίνει ιδίως στις ακόλουθες πράξεις: α) Χορηγεί, ανακαλεί και τροποποιεί τις άδειες λειτουρ­ γίας επιχειρήσεων καζίνων κατ' εφαρμογή των διατάξεων του νόμου, όπως κάθε φορά ισχύει. Οι σχετικές αποφά­ σεις εγκρίνονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικο­ νομίας και Οικονομικών και του Υπουργού Ανάπτυξης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, τεύχος Β'. β) Ελέγχει την τήρηση της νομοθεσίας εκ μέρους των επιχειρήσεων καζίνων, τον τρόπο άσκησης των δικαιωμά­ των που παρέχονται από τις άδειες λειτουργίας και την τήρηση των όρων που τυχόν περιέχουν, καθώς και τη λει­ τουργία τους έως και την εκκαθάρισή τους. γ) Ελέγχει τη συνδρομή της προϋπόθεσης της παρα­ γράφου 2 του προηγούμενου άρθρου και εκδίδει σχετική διαπιστωτική πράξη για κάθε παιχνίδι που παίζεται σε κά­ θε καζίνο. δ) Ορίζει τις ειδικές προδιαγραφές λογιστικής διαχείρι­ σης και ασφάλειας των τυχερών παιχνιδιών που παίζονται στα καζίνα, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία χορήγη­ σης άδειας καταλληλότητας σε κατασκευαστές, προμη­ θευτές και συντηρητές τεχνικών μέσων και υλικών διεξα­ γωγής των παιχνιδιών, καθώς και το βαθμό ευθύνης κα­ θενός. ε) Χορηγεί άδειες καταλληλότητας σε κατασκευαστές, προμηθευτές και συντηρητές τεχνικών μέσων και υλικών διεξαγωγής των παιχνιδιών, κατόπιν υποβολής αιτήσεως και παραβόλου που ορίζεται με απόφασή της. στ) Τηρεί μητρώο των αδειών καταλληλότητας που χο­ ρηγεί. ζ) Καθορίζει τη διαδικασία και το περιεχόμενο του ελέγ­ χου της νομιμότητας διεξαγωγής των τυχερών παιχνιδιών (ειδικός κανονισμός ελέγχου καθενός τυχερού παιχνιδι­ ού), τα προσόντα των ελεγκτών και το χρόνο διεξαγωγής των τακτικών και έκτακτων ελέγχων. η) Επιβάλλει τις προβλεπόμενες από τη νομοθεσία διοι­ κητικές κυρώσεις, μεταξύ των οποίων και η προσωρινή και οριστική αφαίρεση της άδειας λειτουργίας επιχείρη­ σης καζίνου. Με απόφασή της μπορεί να συστήσει Επι­ τροπή Επιλύσεως Διαφορών, η οποία θα επιλαμβάνεται επί ενστάσεων κατά πράξεων επιβολής κυρώσεως. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται η σύνθεση της Επιτρο­ πής, οι αρμοδιότητες αυτής, η διαδικασία ασκήσεως εν­ στάσεως και εκδόσεως αποφάσεως επ' αυτής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. θ) Εισηγείται τη λήψη μέτρων βελτίωσης του υφιστάμε­ νου θεσμικού πλαισίου για τη διασφάλιση των συμφερό­ ντων του Δημοσίου και την προστασία των παικτών. ι) Συνεργάζεται με τις άλλες αρμόδιες αρχές για την άσκηση εποπτείας και ελέγχου, καθώς και με τις αντί­ στοιχες αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών ­ μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των Η.Π.Α. και άλλων χωρών και προβαίνει σε κάθε ενέργεια αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού της. ια) Καθορίζει τα δικαιολογητικά των προσλαμβανομέ­ νων για εργασία στις επιχειρήσεις καζίνο και εκδίδει τα δελτία καταλληλότητας αυτών. ιβ) Ρυθμίζει και εποπτεύει τις σχέσεις επιχειρήσεων κα­ ζίνων και πελατών. ιγ) Συλλέγει, επεξεργάζεται και αξιολογεί κάθε στοιχείο που αφορά πρόσωπα και επιχειρήσεις που ασκούν δρα­ στηριότητα στον τομέα των τυχερών παιχνιδιών, με την επιφύλαξη της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και του επιχειρηματικού ή άλλου απορρήτου. ιδ) Εκδίδει ανά τρίμηνο ενημερωτικό δελτίο στο οποίο δημοσιεύονται οι αποφάσεις της και το οποίο τίθεται στη διάθεση κάθε ενδιαφερομένου σε έντυπη και ηλεκτρονι­ κή μορφή. ιε) Συντάσσει ετήσια έκθεση για την κατάσταση των επι­ χειρήσεων καζίνων, καθώς και ετήσια έκθεση πεπραγμέ­ νων που υποβάλλει εντός εξαμήνου από τη λήξη του έτους στον Πρόεδρο της Βουλής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Επιτροπή κατά τη λήψη των αποφάσεων των περι­ πτώσεων δ' και ζ' της παραγράφου 1 λαμβάνει υπόψη της τους διεθνείς κανόνες και προδιαγραφές, ζητά τη γνώμη ειδικών και λαμβάνει οποιεσδήποτε πληροφορίες κρίνει πρόσφορες. Μέχρι την έκδοση των πιο πάνω αποφάσεων εφαρμόζονται οι αντίστοιχοι ισχύοντες κανονισμοί.

Άρθρο 22ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο έλεγχος της νομιμότητας διεξαγωγής των παιχνι­ διών που παίζονται στα καζίνα και απόδοσης των κερδών σε Δημόσιο και πελάτες είναι τακτικός, επιτόπιος και διαρ­ κής και έκτακτος. Ο τακτικός και ο έκτακτος έλεγχος διε­ νεργείται αποκλειστικά από Κλιμάκια Ελεγκτών Επιχειρή­ σεων Καζίνων. Η διενέργεια τακτικού ελέγχου δεν εμπο­ δίζει τη διενέργεια έκτακτου ελέγχου την ίδια Μέρα από διαφορετικό κλιμάκιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Η Επιτροπή συνιστά Κλιμάκια Ελεγκτών Επιχειρή­ σεων Καζίνων, που είναι επιφορτισμένα με τον έλεγχο των επιχειρήσεων αυτών. Τα Κλιμάκια απαρτίζονται από υπαλλήλους των κατηγοριών ΠΕ και ΤΕ του Δημοσίου, των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και του Ελληνικού Ορ­ γανισμού Τουρισμού. Οι ελεγκτές κατά τον πρώτο χρόνο στελέχωσης των Κλιμακίων εκπαιδεύονται για την εκτέλε­ ση της υπηρεσίας που τους ανατίθεται και συμμετέχουν στα κλιμάκια ελέγχου ως εκπαιδευόμενοι. Κατά τον τέ­ ταρτο και τελευταίο χρόνο της υπηρεσίας τους λειτουρ­ γούν κυρίως ως εκπαιδευτές των νέων ελεγκτών. Κατά το δεύτερο και τρίτο χρόνο απασχολούνται αποκλειστικά με τον έλεγχο των επιχειρήσεων καζίνων. β) Η Επιτροπή τηρεί μητρώο Ελεγκτών Επιχειρήσεων Κα­ ζίνων που καταρτίζεται κατόπιν επιλογής μεταξύ εκείνων που θα εκδηλώσουν ενδιαφέρον μετά από σχετική πρό­ σκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, στην οποία ορίζονται τα προσόντα των υποψηφίων και τα κριτήρια αξιολόγησης. Η επιλογή γίνεται σταδιακά ώστε να επιτυγχάνεται η κατ' έτος ανανέωση του ενός πέμπτου (1/5) των ελεγκτών. Οι υπάλληλοι που επιλέγονται αποσπώνται αυτοδίκαια για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών στην Επιτροπή. Απαγο­ ρεύεται παράταση πέραν της μιας φοράς της απόσπασης ή νέα απόσπαση στην Επιτροπή μετά τη λήξη της προη­ γούμενης, με έγκριση της Επιτροπής. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ύστερα από εισή­ γηση της Επιτροπής καθορίζεται ειδικό επίδομα ελέγχου που καταβάλλεται στους ανωτέρω υπαλλήλους. γ) Στους ελεγκτές καταβάλλονται έξοδα εκτός έδρας, μετακίνησης και διαμονής, σύμφωνα με όσα ισχύουν κά­ θε φορά για τις μετακινήσεις των δημοσίων υπαλλήλων. δ) Οι ελεγκτές υπόκεινται στη νομοθεσία του «πόθεν έσχες» κατά τη διάρκεια της απόσπασής τους ή της ανά­ θεσης καθηκόντων ελεγκτών, καθώς επίσης και τα πέντε επόμενα χρόνια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου αυτού τα Κλι­ μάκια Ελεγκτών Επιχειρήσεων Καζίνων στελεχώνονται και από υπαλλήλους της κατηγορίας ΔΕ του Δημοσίου, των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, καθώς και από πρώην υπαλλή­ λους των υπηρεσιών αυτών με οποιαδήποτε σχέση εργα­ σίας, υπό την προϋπόθεση ότι αυτοί έχουν υπηρετήσει ως ελεγκτές τουλάχιστον τρία χρόνια σε μονάδα αυτεπιστα­ σίας ελέγχου καζίνων του ΕΟΤ. Η διάρκεια και η διαδικα­ σία της εκπαίδευσης των ελεγκτών που ασκούν καθήκο­ ντα κατά την πρώτη εφαρμογή ορίζεται με απόφαση της Επιτροπής.

Άρθρο 23Μεταβατικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οι­ κονομικών και Ανάπτυξης, που δημοσιεύεται στην Εφη­ μερίδα της Κυβερνήσεως, πιστοποιείται η έναρξη λει­ τουργίας της Επιτροπής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Από τη δημοσίευση της κοινής απόφασης του προη­ γούμενου εδαφίου η Διεύθυνση Καζίνο του Υπουργείου Ανάπτυξης καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για θέματα εγκρίσεως αδειών συστήνεται στη Διεύ­ θυνση Τουριστικής Πολιτικής Τμήμα Καζίνο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Από την ημερομηνία διορισμού της Επιτροπής Επο­ πτείας Τυχερών Παιχνιδιών καταργείται η Επιτροπή Καζί­ νο του άρθρου 1 του Ν. 2206/1994.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με απόφαση της Επιτροπής συγκροτείται ειδική επι­ τροπή η οποία θα καταρτίσει νέο Κανονισμό Λειτουργίας Καζίνο, βάσει διεθνών προτύπων, μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Με όμοια απόφαση καθορίζεται η αποζημίωση των μελών της ειδικής επιτροπής και του γραμματέα αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Κάθε γενική ή ειδική διάταξη νόμου, που αντίκειται στις διατάξεις του Κεφαλαίου αυτού ή ρυθμίζει διαφορε­ τικά τα θέματα, που ρυθμίζονται από αυτόν, καταργείται. Όπου στην κείμενη νομοθεσία προβλέπεται αρμοδιότητα άλλου οργάνου σε σχέση με τις επιχειρήσεις καζίνων, στο εξής αρμόδια για την άσκηση της αρμοδιότητας αυτής εί­ ναι η Επιτροπή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 24Ρύθμιση για το προσωπικό της ΕΧΑΕ ΑΕ

Προσωπικό της Ανώνυμης Εταιρίας «Ελληνικά Χρηματι­ στήρια ΑΕ» (ΕΧΑΕ Α.Ε.) και των θυγατρικών της εταιριών, το οποίο υπηρετεί κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυ­ τού με απόσπαση ή διάθεση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγο­ ράς για χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός έτους, μπο­ ρεί να μετατάσσεται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (ΕΚ). Η σχετική αίτηση μετάταξης πρέπει να υποβληθεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μέσα σε αποκλειστική προθε­ σμία ενός μηνός από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Η μετάταξη διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Οι­ κονομίας και Οικονομικών, ύστερα από πρόταση του Δι­ οικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, σε κενές οργανικές θέσεις ιδιωτικού δικαίου της ίδιας ή συ­ ναφούς ειδικότητας ή, εφόσον δεν υπάρχουν τέτοιες, σε προσωποπαγείς θέσεις που συνιστώνται με την απόφαση της μετάταξης και καταργούνται αυτοδίκαια με την καθ' οιονδήποτε τρόπο αποχώρηση του μετατασσόμενου. Οι μετατασσόμενοι κατατάσσονται σε βαθμό ανάλογο με τα προσόντα τους και τον αναγνωρισμένο από την υπηρεσία τους χρόνο προϋπηρεσίας τους και σε μισθολογικά κλι­ μάκια της οικείας κατηγορίας ανάλογα με το συνολικό χρόνο υπηρεσίας τους.

Άρθρο 25Τροποποίηση του Ν. 936/1979 (ΦΕΚ 144 Α')ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παράγραφος 4 του άρθρου 9 του Ν. 936/1979 αντι­ καθίσταται ως εξής: «4. Αποκλείονται της εγγραφής με απόφαση της Διοι­ κητικής Επιτροπής του Επιμελητηρίου: α) οι πτωχεύσαντες και μη αποκατασταθέντες, β) οι αμετακλήτως καταδικασθέντες για εμπορία ναρ­ κωτικών ή λαθρεμπορία ή πλαστογραφία ή υπεξαίρεση ή απάτη ή κλοπή ή απιστία και γ) οι αμετακλήτως καταδικασθέντες για παράβαση του νόμου περί επιταγών. Ο παραπάνω αποκλεισμός δεν ισχύει όταν από τα προσκομιζόμενα δικαιολογητικά απο­ δεικνύεται ότι οι επιταγές αυτές έχουν με οποιονδήποτε τρόπο πληρωθεί. Για τα νομικά πρόσωπα τις ανωτέρω προϋποθέσεις πρέπει να πληρούν οι Πρόεδροι των Διοικητικών Συμβου­ λίων, οι Διευθύνοντες και οι Εντεταλμένοι Σύμβουλοι των Ανωνύμων Εταιρειών, οι Διαχειριστές των Εταιρειών Πε­ ριορισμένης Ευθύνης, οι Ομόρρυθμοι Εταίροι των Ομορ­ ρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και οι εκπρόσωποι των Συνεταιρισμών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 5 του άρθρου 9 του Ν. 936/1979 αντι­ καθίσταται ως εξής: «5. Η καταχώρηση της επωνυμίας ανανεώνεται ανά τριετία ύστερα από σχετική αίτηση του εξαγωγέα, που συνοδεύεται από υπεύθυνη δήλωσή του ότι εξακολουθεί να πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 4 περί εγ­ γραφής, στην οποία εμπεριέχεται και η δήλωση που ανα­ φέρεται στην παράγραφο 2, επιπλέον και δήλωση ότι πραγματοποίησε εξαγωγές κατά τα αμέσως προηγούμε­ να τρία ημερολογιακά έτη. Η αίτηση συνοδεύεται από γραμμάτιο κατάθεσης στο δημόσιο ταμείο των τελών ανανέωσης της επωνυμίας που προβλέπεται από την παράγραφο 9 του άρθρου 2 του Ν.Δ 3999/1959.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παράγραφος 7 του άρθρου 9 του Ν. 936/1979 αντι­ καθίσταται ως εξής: «7. Κατά των αποφάσεων απόρριψης αίτησης καταχώ­ ρησης ή διαγραφής από το Μητρώο Εξαγωγέων της Διοι­ κητικής Επιτροπής των Επιμελητηρίων επιτρέπεται προ­ σφυγή ενώπιον της Επιτροπής της παραγράφου 8.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η παράγραφος 8 του άρθρου 9 του Ν. 936/1979 αντι­ καθίσταται ως εξής: «8. Συνιστάται Επιτροπή που εδρεύει στο Υπουργείο Οι­ κονομίας και Οικονομικών και αποτελείται από τους: α. Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών ως Πρόεδρο. β. Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Διεθνών Οικονομικών Ρο­ ών του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών ως μέλος. γ. Προϊστάμενο του Τμήματος Εξαγωγών της Διεύθυν­ σης Διεθνών Οικονομικών Ροών του Υπουργείου Οικονο­ μίας και Οικονομικών ως μέλος. δ. Εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων ως μέλος οριζόμενο από αυτήν και ε. Εκπρόσωπο του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέ­ ων ως μέλος οριζόμενο από αυτόν. Χρέη Γραμματέως εκτελεί υπάλληλος του Τμήματος Εξαγωγών της Διεύθυνσης Διεθνών Οικονομικών Ροών του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Όταν ο Πρόεδρος απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνε­ ται από τον Γενικό Διευθυντή Σχεδιασμού και Διαχείρισης Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Όταν ο εκπρόσωπος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελη­ τηρίων απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνεται από εκ­ πρόσωπο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρί­ ου Αθηνών που ορίζεται από αυτό. Η Επιτροπή μπορεί να επιτρέψει την εγγραφή στο οικείο Επιμελητήριο, εάν κρίνει από τα υπάρχοντα στοιχεία ότι ο ενδιαφερόμενος αφ' ενός πληροί από άποψη δυνατοτήτων, εγκατάστασης και οργάνωσης τις προϋποθέσεις άσκησης εξαγωγικών δραστηριοτήτων και αφ' ετέρου ότι διαθέτει το απαιτούμενο για την εν λόγω δραστηριότητα ήθος. Αν ο ενδιαφερόμενος θέλει να προσφύγει κατά απόφα­ σης απόρριψης ή διαγραφής του, λόγω αμετακλήτου κα­ ταδίκης του για τα περιγραφόμενα στην παράγραφο 4 αδικήματα, η προσφυγή αυτή πρέπει να γίνει και η Επι­ τροπή μπορεί να την εξετάσει μετά την έκτιση της ποινής. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομι­ κών συγκροτείται η Επιτροπή της παραγράφου αυτής, καθορίζεται κάθε θέμα που έχει σχέση με την οργάνωση και τη λειτουργία της, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Οι απαραίτητες σχετικές δαπάνες για τη λειτουργία της Επιτροπής βαρύνουν τους προϋπολογισμούς των οικείων Επιμελητηρίων.»

Άρθρο 26Κατάργηση προνομίων της Α.Τ.Ε.

Καταργείται η απαλλαγή της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. από τους παρακάτω φόρους και τέλη: α) από το φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας που προβλέ­ πεται στο άρθρο 23 του Ν. 2459/1997, β) από το φόρο με­ ταβίβασης ακινήτων που προβλέπεται στα άρθρα 14 και 7 του Ν. 1882/1990 και άρθρο 6 του Α.Ν. 1521/1950, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 του Ν. 1587/1950, γ) από το τέλος χαρτοσήμου επιταγών οι οποίες προσκομίζονται στις τράπεζες για είσπραξη, ενεχυρίαση ή φύλαξη, που προβλέπεται στο άρθρο 11 παρ. 1 του Ν. 1957/1991, δ) από το τέλος χαρτοσήμου σε συμβάσεις ενέγγυας πί­ στωσης και ε) από το τέλος χαρτοσήμου σε μισθώματα από οικοδομές που προβλέπονται αντιστοίχως στα άρ­ θρα 13 παρ. 2α και 15 παρ. 1αΒ του Κώδικα Τελών Χαρτο­ σήμου (Π.Δ. 28/28 Ιουλίου 1931).

Άρθρο 27ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην παράγραφο 18 του άρθρου 18α του Π.Δ. 186/ 1992 (ΦΕΚ 84 Α') προστίθεται περίπτωση στ' ως εξής: «στ. Να επιτρέπει για παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών στο εσωτερικό της χώρας την έκδοση τιμολο­ γίων με απλοποιημένο περιεχόμενο, το οποίο περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 22 παράγραφος 9 στοιχείο δ' της οδηγίας 77/388/ ΕΟΚ στις εξής περιπτώσεις: α) όταν το ποσό του τιμολογίου είναι ασήμαντο και μέ­ χρι 300 ευρώ ή β) όταν οι εμπορικές ή διοικητικές πρακτικές του συ­ γκεκριμένου τομέα δραστηριότητας ή οι τεχνικές συνθή­ κες της έκδοσης των τιμολογίων αυτών καθιστούν δυσχε­ ρή την τήρηση όλων των υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β' του άρθρου 22 της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ. Η ανωτέρω απλούστευση δεν μπορεί σε καμία περίπτω­ ση να αφορά συναλλαγές που καλύπτονται από την πα­ ράγραφο 4 στοιχείο γ' του άρθρου 22 της ίδιας ως άνω οδηγίας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β' της παρα­ γράφου 1 του άρθρου 24 του Ν. 2873/2000 αντικαθίστα­ ται ως εξής: «Οι διατάξεις της πιο πάνω περίπτωσης ισχύουν από 1.1.2001.»

Άρθρο 28Μετατροπή κεφαλαίου Α.Ε. και Ε.Π.Ε. σε ευρώ

Οι προθεσμίες, που ορίζονται από τις διατάξεις της πε­ ρίπτωσης β' της παραγράφου 1 των άρθρων 11 και 13, της παραγράφου 6 του άρθρου 12 και της παραγράφου 3 του άρθρου 14 του Ν. 2842/2000 (ΦΕΚ 207 Α'), παρατείνονται, αφότου έληξαν, μέχρι και την 30.6.2004, η δε απαγόρευ­ ση καταχώρισης στοιχείων, στο Μητρώο Ανωνύμων Εται­ ρειών, που επιβάλλεται από την παράγραφο 5 του άρ­ θρου 12 του ίδιου νόμου, αρχίζει την 1.7.2004. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικο­ νομικών και Ανάπτυξης οι παραπάνω προθεσμίες μπο­ ρούν να παραταθούν για ένα ακόμη εξάμηνο.

Άρθρο 29ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο τέλος της παραγράφου 11 του άρθρου 21 του Ν. 2190/1994, όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 9 του Ν. 3051/2002 (ΦΕΚ 220 Α') προστίθεται εδάφιο Γ' ως εξής: «Γ. Ειδικά για τα Λιγνιτωρυχεία και τους Σταθμούς Πα­ ραγωγής (ΑΗΣ και ΥΗΣ) και τους αυτόνομους και τοπι­ κούς Σταθμούς Παραγωγής των νησιών (ΑΣΠ και ΤΣΠ) της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού Α.Ε. (ΔΕΗ ΑΕ), προτάσσονται οι υποψήφιοι, με βάση το κριτήριο της εντοπιότητας, ως εξής: α. Δημότες των τοπικών διαμερισμάτων από τα οποία απαλλοτριώθηκαν ή αγοράσθηκαν εκτάσεις για τις εγκατα­ στάσεις και τις ανάγκες ανάπτυξης των Λιγνιτωρυχείων, των ΑΗΣ, των ΥΗΣ, των ΑΣΠ και ΤΣΠ. Μεταξύ αυτών προτάσσο­ νται οι δημότες των τοπικών διαμερισμάτων που βρίσκονται υπό μετεγκατάσταση στην περιοχή των οποίων διανοίγεται ­ κατασκευάζεται νέο Ορυχείο ή Σταθμός Παραγωγής. β. Δημότες των πλησιέστερων στις εγκαταστάσεις των Λιγνιτωρυχείων και Σταθμών Παραγωγής δήμων. γ. Δημότες των υπόλοιπων δήμων του νομού. δ. Οι δημότες των δήμων όλων των νομών της χώρας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παρ. 6 του άρθρου 6 του Ν. 2244/1994 (ΦΕΚ 168 Α') αντικαθίσταται ως εξής: «6. Για την άμεση επισκευή, συντήρηση ή κατασκευή γραμμών, υποσταθμών μεταφοράς ή διανομής ηλεκτρι­ κής ενέργειας ή τηλεφωνικών δικτύων και εγκαταστάσε­ ων από εξειδικευμένα συνεργεία της ΔΕΗ ή του ΟΤΕ, αντί­ στοιχα, με αυτεπιστασία ή για την άμεση επισκευή, συ­ ντήρηση εξοπλισμού Σταθμών Παραγωγής, για βοηθητικές εργασίες στην ύπαιθρο ή τα εργοτάξια, κα­ θώς και για τα έργα έρευνας, ανάπτυξης και παραγωγής των ορυχείων της ΔΕΗ, επιτρέπεται η πρόσληψη, στον τό­ πο των εκτελούμενων έργων, αποκλειστικά ανειδίκευτου προσωπικού (εργατών) προς υποστήριξη των συνεργεί­ ων, κατά παρέκκλιση της προβλεπόμενης στο άρθρο 21 παράγραφοι 7 ­ 13 και 15 του Ν. 2190/1994 διαδικασίας, για απασχόληση που δεν υπερβαίνει, κατ' άτομο, τα εξή­ ντα (60) ημερομίσθια σε δωδεκάμηνο χρονικό διάστημα, αποκλειομένης αυστηρά οποιασδήποτε παράτασης ή επαναπρόσληψης πριν παρέλθουν δώδεκα (12) μήνες από τη λήξη της προηγούμενης απασχόλησης. Οι υπεύ­ θυνοι παραβίασης των παραπάνω περιορισμών διώκονται και αυτεπαγγέλτως για παράβαση καθήκοντος, κατά το άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα, παραπέμπονται δε υπο­ χρεωτικώς στην αρμόδια πειθαρχική δικαιοδοσία.»

Άρθρο 30

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 58 του Ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289 Α'), όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 3 του άρθρου 13 του Ν. 1822/1988 (ΦΕΚ 272 Α') και από την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του Ν. 2941/2001 (ΦΕΚ 201 Α'), αντικαθίσταται ως εξής: «2. Για την εκτέλεση έργων υποδομής για εγκατάσταση των δικτύων ηλεκτρισμού, στα οποία περιλαμβάνονται και τα δίκτυα σύνδεσης έργων ηλεκτροπαραγωγής από ανα­ νεώσιμες πηγές ενέργειας με το Σύστημα ή το Δίκτυο του άρθρου 2 του Ν. 2773/1999 (ΦΕΚ 286 Α') και των συνοδών έργων, καθώς και των δικτύων μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου και πετρελαϊκών προϊόντων μέσα σε δά­ ση ή δασικές εκτάσεις, απαιτείται έγκριση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας.»

Άρθρο 31Επιδοτήσεις για την ανανέωση του στόλου των Τουριστικών Λεωφορείων (Δ.Χ.Τ.Λ.)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με σκοπό την ανανέωση και τον εκσυγχρονισμό του στόλου των Δημοσίας Χρήσεως Τουριστικών Λεωφορεί­ ων παρέχονται κίνητρα: α. Για αντικατάσταση με πράξη οριστικής διαγραφής λεωφορείου στην περίπτωση που αυτό αντικαθίσταται με την αγορά καινούργιου Δ.Χ.Τ.Λ. που εξυπηρετεί και Άτο­ μα με Ειδικές Ανάγκες παρέχεται επί της συνολικής αξίας αγοράς τους κατά περίπτωση: i) για λεωφορείο μέχρι 22 θέσεων επιβατών, από το οποίο αφαιρούνται τόσες θέσεις όσες απαιτούνται για τη μεταφορά 3 αναπηρικών αμαξιδίων (αναπηρικά καροτσά­ κια) χωρίς τη δυνατότητα τοποθέτησης θέσεων σε αυτόν το χώρο, ποσοστό επιδότησης 32%, ii) για λεωφορείο μέχρι 36 θέσεων επιβατών, από το οποίο θα αφαιρούνται τόσες θέσεις όσες απαιτούνται για τη μεταφορά 5 αναπηρικών αμαξιδίων (αναπηρικά καρο­ τσάκια) χωρίς τη δυνατότητα τοποθέτησης θέσεων σε αυ­ τόν το χώρο, ποσοστό επιδότησης 30%, iii) για λεωφορείο μέχρι 52 θέσεων επιβατών, από το οποίο θα αφαιρούνται τόσες θέσεις όσες απαιτούνται για τη μεταφορά 8 αναπηρικών αμαξιδίων (αναπηρικά καρο­ τσάκια) χωρίς τη δυνατότητα τοποθέτησης θέσεων σε αυτόν το χώρο, ποσοστό επιδότησης 28%. β. Για αντικατάσταση με πράξη οριστικής διαγραφής λεωφορείου στην περίπτωση που αυτό αντικαθίσταται με καινούργιο συμβατικό Δ.Χ.Τ.Λ. το ποσοστό επιδότησης καθορίζεται σε 25%.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οι­ κονομικών και Ανάπτυξης καθορίζονται οι όροι, οι προϋ­ ποθέσεις, τα δικαιολογητικά, η διαδικασία και κάθε άλλη ρύθμιση που απαιτείται για την εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν στην επιδότηση των Δ.Χ.Τ.Λ..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα ποσά των επιχορηγήσεων που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου βα­ ρύνουν τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης του έτους 2004 και επόμενα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η ισχύς του παραπάνω μέτρου είναι τετραετής και αρχίζει από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

Άρθρο 32Θέματα Υπουργείου Οικονομίας και ΟικονομικώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τα ποσά του φόρου που προβλέπονται στις παρα­ γράφους 1 και 2 του άρθρου 10 του Ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α') επιβάλλονται, για μεταβιβάσεις που πραγματοποιού­ νται μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2006.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Δεν επιβάλλονται τα ποσά φόρου των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 10 του Ν. 2579/1998 σε περίπτωση ανταλλαγής ποσοστών συνιδιοκτησίας που πραγματο­ ποιείται μεταξύ τους. Προκειμένου για μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται σε δικαιούχους που υπάγονται στην Α' και Β' κατηγορία του άρθρου 29 του Ν. 2961/2001 (ΦΕΚ 266 Α'), τα ποσά φόρου των παραγράφων 1 και 2 του άρ­ θρου 10 του Ν. 2579/1998 μειώνονται κατά ποσοστό πε­ νήντα τοις εκατό (50%) και είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στην περίπτωση β' της παραγράφου 5 του άρθρου 33 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται εδά­ φιο ως εξής: «Επίσης, οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής ισχύουν και για τη χρήση 2004 και τα ποσά του πρώτου εδαφίου αυτής προσαυξάνονται κατά ποσοστό οκτώ τοις εκατό (8%), μη εφαρμοζομένων των αναφερομένων στην παρά­ γραφο 13 του άρθρου αυτού.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η περίπτωση β' της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του Π.Δ. 186/1992 (ΦΕΚ 84 Α') αντικαθίσταται ως εξής: «β) Ο πράκτορας εφημερίδων και περιοδικών, καθώς και ο πρατηριούχος χονδρικής πώλησης καπνοβιομηχα­ νικών προϊόντων από 1.1.2004.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο άρθρο 28 παρ. 5 περίπτωση γ' του Π.Δ. 186/1992 προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής: «Ειδικά για τη διαχειριστική περίοδο που λήγει την 31.12.2003 οι ανωτέρω μετοχές ή συμμετοχές μπορεί να αποτιμηθούν στην τιμή κτήσης τους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρ­ θρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος παρατεί­ νεται για τις επιχειρήσεις των περιπτώσεων γ' και δ' της ίδιας παραγράφου μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2008.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ο ειδικός φόρος 30% που επιβάλλεται στις διαφημί­ σεις που προβάλλονται από την τηλεόραση, με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 15 του Ν. 1326/1983 (ΦΕΚ 19 Α'), μειώνεται από 1ης Ιουλίου 2004 σε είκοσι πέ­ ντε τοις εκατό (25%) και από 1ης Ιανουαρίου 2005 και με­ τά σε είκοσι τοις εκατό (20%).

Άρθρο 33

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν προ­ βλέπεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νό­ μου του Κράτους.

Αθήνα, 10 Φεβρουαρίου 2004
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ
Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ Κ. ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
ΑΠ.-ΑΘ. ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ Χ. ΒΕΡΕΛΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους Αθήνα, 10 Φεβρουαρίου 2004
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Φ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ