263 Α' 2008

ΝΟΜΟΣ 3731/2008

Αναδιοργάνωση της δημοτικής αστυνομίας και ρυθμίσεις λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών.

23 Δεκεμβρίου 2008

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 263
23 Δεκεμβρίου 2008

NOMOΣ ΥΠ’ΑΡΙΘ. 3731
Αναδιοργάνωση της δημοτικής αστυνομίας και ρυθμίσεις λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 1Αρμοδιότητες της Δημοτικής ΑστυνομίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Δημοτική Αστυνομία ασκεί στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 75 και 79 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το ν. 3463/2006 (ΦΕΚ 114 Α), τις εξής αρμοδιότητες: (1) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν την ύδρευση, την άρδευση και την αποχέτευση, όπως αυτές περιλαμβάνονται στην εκάστοτε κείμενη νομοθεσία, στις τοπικές κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδουν οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές και στις αποφάσεις των διοικητικών συμβουλίων των δημοτικών επιχειρήσεων ύδρευσης και αποχέτευσης. (2) Ελέγχει την τήρηση των όρων που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία και στις τοπικές κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδουν οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές, για τη χρήση των αλσών και των κήπων, των πλατειών, των παιδικών χαρών και των λοιπών κοινόχρηστων χώρων. (3) Ελέγχει την τήρηση των όρων οι οποίοι προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία και στις τοπικές κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδουν οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές, για τη χρήση και λειτουργία των δημοτικών και κοινοτικών αγορών, των εμποροπανηγύρεων, των ζωοπανηγύρεων, των χριστουγεννιάτικων αγορών και γενικά των υπαίθριων δραστηριοτήτων. (4) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν στο υπαίθριο εμπόριο και στις λαϊκές αγορές. (5) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν στην υπαίθρια διαφήμιση, καθώς και τον έλεγχο της τήρησης ειδικότερων προδιαγραφών κατασκευής και προϋποθέσεων τοποθέτησης διαφημιστικών πλαισίων, που τυχόν έχουν τεθεί με τοπικές κανονιστικές αποφάσεις, από τις δημοτικές και κοινοτικές αρχές. (6) Ελέγχει την τήρηση της καθαριότητας σε κοινόχρηστους υπαίθριους χώρους της εδαφικής περιφέρειας του οικείου δήμου ή κοινότητας και γενικότερα την τήρηση των κανόνων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία και τις τοπικές κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδουν οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές για την αναβάθμιση της αισθητικής των πόλεων και των οικισμών. (7) Ελέγχει την τήρηση των μέτρων που επιβάλλονται για την πρόληψη πυρκαγιών σε κοινόχρηστους υπαίθριους χώρους. (8) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν στην κυκλοφορία των πεζών, τη στάση και στάθμευση των οχημάτων, στην επιβολή των διοικητικών μέτρων του άρθρου 103 του ν. 2696/1999, όπως ισχύει, για την παράνομη στάθμευση οχημάτων, καθώς και την εφαρμογή των διατάξεων, που αναφέρονται στην κυκλοφορία τροχοφόρων στους πεζόδρομους, πλατείες, πεζοδρόμια και γενικά σε χώρους που δεν προορίζονται για τέτοια χρήση και στην εκπομπή θορύβων από αυτά. Οι αρμοδιότητες αυτές ασκούνται, παράλληλα και κατά περίπτωση, και από την Ελληνική Αστυνομία (ΕΛ.ΑΣ.) και το Λιμενικό Σώμα. Όταν κατά την άσκηση τους επιλαμβάνονται η Δημοτική Αστυνομία και η Ελληνική Αστυνομία ή το Λιμενικό Σώμα, ταυτόχρονα, το συντονισμό έχει η Ελληνική Αστυνομία ή το Λιμενικό Σώμα, κατά περίπτωση. (9) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων, που αφορούν στη ρύθμιση της κυκλοφορίας με υποδείξεις και σήματα των τροχονόμων στο δημοτικό οδικό δίκτυο και στα τμήματα του εθνικού και επαρχιακού δικτύου που διέρχονται μέσα από κατοικημένες περιοχές. Η αρμοδιότητα αυτή εξακολουθεί να ασκείται, παραλλήλως και κατά περίπτωση, από την Ελληνική Αστυνομία (ΕΛ.ΑΣ.) και το Λιμενικό Σώμα. Όταν κατά την άσκηση της επιλαμβάνονται η Δημοτική Αστυνομία και η Ελληνική Αστυνομία ή το Λιμενικό Σώμα, ταυτόχρονα, το συντονισμό έχει η Ελληνική Αστυνομία ή το Λιμενικό Σώμα κατά περίπτωση. (10) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων, που αφορούν τα εγκαταλελειμμένα οχήματα. (11) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων, που αφορούν στη σήμανση των εργασιών που εκτελούνται στις οδούς και στις υποχρεώσεις αυτών που εκτελούν έργα και εναποθέτουν υλικά και εργαλεία στο δημοτικό και κοινοτικό οδικό δίκτυο και ελέγχει για τη λήψη μέτρων ασφάλειας και υγιεινής σε εργασίες που εκτελούνται. (12) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν στη λειτουργία παιδότοπων. (13) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν στη λειτουργία καταστημάτων, επιχειρήσεων, θεάτρων, κινηματογράφων, ψυχαγωγικών και λοιπών δραστηριοτήτων, για τις οποίες αρμόδιος για τη χορήγηση, ανάκληση και αφαίρεση αδειών ίδρυσης, εγκατάστασης, λειτουργίας και ασκήσεως τους είναι ο οικείος Δήμος ή Κοινότητα, εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες για τις οποίες έχουν ορισθεί άλλες αρχές αρμόδιες για το σχετικό έλεγχο. (14) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων για την ηχορρύπανση, την κοινή ησυχία και τη λειτουργία μουσικής στα καταστήματα και στα δημόσια κέντρα. (15) Εκτελεί τις διοικητικές κυρώσεις που αφορούν τη λειτουργία καταστημάτων και επιχειρήσεων, των οποίων την άδεια ίδρυσης και λειτουργίας χορηγούν οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές. (16) Ελέγχει την τήρηση διατάξεων που αφορούν τους οργανωμένους από τους Δήμους και Κοινότητες χώρους προσωρινής εγκατάστασης μετακινούμενων πληθυσμιακών ομάδων. (17) Ελέγχει την εφαρμογή των μέτρων που λαμβάνονται από τις δημοτικές και τις κοινοτικές αρχές για δραστηριότητες και καταστάσεις που εγκυμονούν κινδύνους για τη ζωή και την περιουσία των κατοίκων και ειδικότερα από τις επικίνδυνες οικοδομές, καθώς και την εφαρμογή των κανονιστικών πράξεων που τίθενται από αυτές για την προστασία της υγείας των κατοίκων από τις οχλούσες δραστηριότητες που αναφέρονται σε αυτές. (18) Ελέγχει την τήρηση των σχετικών διατάξεων, που αφορούν στο Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό. (19) Αφαιρεί την άδεια οικοδομής για οφειλόμενες ασφαλιστικές εισφορές στο Ι.Κ.Α. (20) Ελέγχει την τήρηση των μέτρων για την προστασία των μουσείων, μνημείων, σπηλαίων, αρχαιολογικών και ιστορικών χώρων της περιοχής του Δήμου ή της Κοινότητας και των εγκαταστάσεων αυτών, που λαμβάνονται από τις οικείες δημοτικές και κοινοτικές αρχές. (21) Συμμετέχει στην εφαρμογή των σχεδίων πολιτικής προστασίας. (22) Ελέγχει επιχειρήσεις τουριστικού ενδιαφέροντος, σχετικά με την εφαρμογή της τουριστικής νομοθεσίας (βεβαίωση παραβάσεων, εκτέλεση διοικητικών κυρώσεων, θεώρηση τιμοκαταλόγων των δωματίων των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων και καταλυμάτων) στις περιπτώσεις που αυτές λειτουργούν σε νομούς ή νησιά όπου δεν εδρεύουν υπηρεσίες του EOT. (23) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων για το ωράριο λειτουργίας των κέντρων διασκέδασης και των συναφών καταστημάτων, καθώς και των εμπορικών καταστημάτων και των καταστημάτων τροφίμων. (24) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν τα ζώα συντροφιάς. (25) Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν τις κάθε είδους κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδουν οι δημοτικές αρχές, καθώς και την επιβολή των πάσης φύσεως διοικητικών μέτρων που προβλέπονται από αυτές. (26) Προστατεύει τη δημοτική και κοινοτική περιουσία. (27) Διενεργεί αυτοψία για την εξακρίβωση των προϋποθέσεων που απαιτούνται για την έκδοση διοικητικών πράξεων από τα όργανα του Δήμου ή της Κοινότητας και, ιδίως, διενεργεί αυτοψία και συντάσσει έκθεση για την έκδοση πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής και για τη χορήγηση βεβαίωσης μόνιμης κατοικίας. (28) Επιδίδει τα πάσης φύσεως έγγραφα του οικείου Δήμου ή άλλων Δημοτικών Αρχών εντός των διοικητικών ορίων του οικείου Δήμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Ελληνική Αστυνομία παρέχει συνδρομή στο προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας κατά την άσκηση του έργου της και, ειδικότερα, σε προγραμματισμένους ελέγχους της Δημοτικής Αστυνομίας ή σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, όπου τούτο προβλέπεται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α) Σε όσους Δήμους ή Κοινότητες έχει συσταθεί με τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας Δημοτική Αστυνομία, η οποία στελεχώνεται με προσωπικό που υπερβαίνει τα πενήντα (50) άτομα, ασκούνται όλες οι αρμοδιότητες της παραγράφου 1. β) Εφόσον η Δημοτική Αστυνομία στελεχώνεται με προσωπικό λιγότερο των πενήντα (50) ατόμων, ασκούνται υποχρεωτικά οι αρμοδιότητες των περιπτώσεων 1−8, 10, 11, 15, 16, 19, 21, 22 και 24−28 της παραγράφου 1 του παρόντος. Οι λοιπές αρμοδιότητες εξακολουθούν να ασκούνται από την ΕΛ.ΑΣ. γ) Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτής της παραγράφου απαιτείται η έκδοση διαπιστωτικής πράξης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι αρμοδιότητες της παραγράφου 1 που δεν περιλαμβάνονται στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 μπορούν να ασκηθούν, μεμονωμένα ή στο σύνολο τους, και από Δημοτική Αστυνομία που στελεχώνεται με λιγότερους από πενήντα (50) δημοτικούς αστυνομικούς. Για την άσκηση τους εκδίδεται απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου. Μέχρι την έκδοση της ανωτέρω απόφασης οι αρμοδιότητες αυτές εξακολουθούν να ασκούνται από την ΕΛ.ΑΣ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Δήμοι ή Κοινότητες που δεν έχουν συστήσει Υπηρεσία Δημοτικής Αστυνομίας μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις διαδημοτικής συνεργασίας με όμορους Δήμους ή Κοινότητες που διαθέτουν τέτοια υπηρεσία, κατά τις διατάξεις του άρθρου 222 του ν. 3463/2006, με τις οποίες τους αναθέτουν την άσκηση αρμοδιοτήτων Δημοτικής Αστυνομίας στην περιφέρεια τους. Με τις συμβάσεις αυτές προσδιορίζονται ειδικότερα οι αρμοδιότητες που θα ασκούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, μετά από γνώμη της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., καθορίζεται ο τρόπος άσκησης των αρμοδιοτήτων της Δημοτικής Αστυνομίας, η διαδικασία ελέγχου και βεβαίωσης των παραβάσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Άρθρο 2Σύσταση Υπηρεσίας Δημοτικής Αστυνομίας Γενικά χαρακτηριστικάΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του Δήμου ή της Κοινότητας μπορεί να συσταθεί Δημοτική Αστυνομία, η οποία λειτουργεί ως αυτοτελής υπηρεσία. Με τον Οργανισμό καθορίζεται η εσωτερική διάρθρωση της υπηρεσίας και το σύνολο των θέσεων της ιεραρχίας και του λοιπού προσωπικού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Δημοτική Αστυνομία αποτελείται από ειδικό ένστολο προσωπικό, το οποίο έχει λάβει ειδική εκπαίδευση, έχει ιδιαίτερη ιεραρχία και διέπεται από κανόνες πειθαρχίας. Η υπηρεσία της Δημοτικής Αστυνομίας υποστηρίζεται διοικητικά και επιστημονικά από τις υφιστάμενες υπηρεσίες του Δήμου με αποκλειστική ή παράλληλη άσκηση καθηκόντων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, οφείλει να τηρεί τις διατάξεις του Συντάγματος, του Κώδικα της Ποινικής Δικονομίας και της σχετικής νομοθεσίας και να ενεργεί πάντοτε με γνώμονα τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της επιείκειας. Για όσα θέματα σχετίζονται με τις αρμοδιότητες που ασκούνται από τη Δημοτική Αστυνομία το προσωπικό αυτής υπάγεται σε Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο και διέπεται από διατάξεις ειδικού πειθαρχικού δικαίου. Τα ειδικά πειθαρχικά παραπτώματα, οι πειθαρχικές ποινές και η πειθαρχική διαδικασία, η συγκρότηση και η λειτουργία του Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών. Για τα λοιπά θέματα το προσωπικό αυτό υπάγεται στις διατάξεις των άρθρων 110−150 του ν. 3584/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων» (ΦΕΚ 143 Α).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας υποχρεούται να εργάζεται εντός και εκτός γραφείων της υπηρεσίας, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες και τα καθήκοντα που του ανατίθενται. Η υπηρεσία της Δημοτικής Αστυνομίας λειτουργεί όλο το εικοσιτετράωρο και όλες τις ημέρες της εβδομάδας, συμπεριλαμβανομένων και των αργιών, με κατάλληλη εναλλαγή του προσωπικού, το οποίο υποχρεούται σε τακτική ή και υπερωριακή εργασία, ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας τελεί σε διαρκή ετοιμότητα για την ταχεία επέμβαση του, σε κάθε τόπο και χρόνο, όταν καθίσταται αναγκαία η παρέμβαση του, σύμφωνα με τους σχετικούς κανονισμούς και τις εντολές των προϊσταμένων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Για τα παραπτώματα που διώκονται ποινικά, το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας ενεργεί καθήκοντα ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου, κατά την ειδικότερη πρόβλεψη του άρθρου 34 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για όσα αδικήματα ανήκουν στην αρμοδιότητα του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Κάθε ελεγχόμενος από το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας υποχρεούται να παρέχει τα αιτούμενα, γραπτά ή προφορικά, στοιχεία ή την οφειλόμενη συνδρομή, καθώς και να επιτρέπει την είσοδο στους χώρους στους οποίους διεξάγεται έλεγχος, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του παρόντος, άλλως υποπίπτει στο αδίκημα της απείθειας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 169 του Ποινικού Κώδικα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Κάθε αντίσταση, απείθεια, εξύβριση, άσκηση ή απειλή βίας εναντίον του προσωπικού της Δημοτικής Αστυνομίας, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, επισύρει τις προβλεπόμενες από την ποινική νομοθεσία κυρώσεις, ανεξάρτητα από την αποκατάσταση των προκαλούμενων σε αυτούς ζημιών, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα. Σε περίπτωση διάπραξης των ανωτέρω αδικημάτων συντάσσεται από αυτό σχετική έκθεση προς την υπηρεσία του, η οποία διαβιβάζεται, αμέσως, στον αρμόδιο εισαγγελέα.

Άρθρο 3Διάκριση προσωπικού−Διάρθρωση υπηρεσιώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι θέσεις του προσωπικού της Δημοτικής Αστυνομίας συνιστώνται με τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του οικείου Δήμου ή Κοινότητας σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας κατατάσσεται σε κατηγορίες και κλάδους ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας, TE Δημοτικής Αστυνομίας και ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η υπηρεσία της Δημοτικής Αστυνομίας οργανώνεται σε επίπεδο Διεύθυνσης και διαρθρώνεται σε Τμήματα. Σε Δήμους όπου το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) άτομα, η υπηρεσία της Δημοτικής Αστυνομίας οργανώνεται σε επίπεδο αυτοτελούς τμήματος. Σε Δήμους οι οποίοι διαιρούνται σε Δημοτικά Διαμερίσματα είναι δυνατή η σύσταση περισσότερων Διευθύνσεων. Στους Δήμους αυτούς επιτρέπεται η σύσταση Γενικής Διεύθυνσης Δημοτικής Αστυνομίας.

Άρθρο 4Βαθμολογική διάρθρωση θέσεων

Οι θέσεις του προσωπικού της Δημοτικής Αστυνομίας, το οποίο κατατάσσεται στις κατηγορίες που αναφέρονται στο ανωτέρω άρθρο, ακολουθούν τη βαθμολογική διάρθρωση σύμφωνα με το άρθρο 83 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (εφεξής Κ.Κ.Δ.Κ.Υ.) που κυρώθηκε με το ν. 3584/2007.

Άρθρο 5Χρόνος προαγωγήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για την προαγωγή από βαθμό σε βαθμό απαιτείται: α) Για την κατηγορία ΠΕ: Από το βαθμό Δ΄ στο βαθμό Γ΄ διετής υπηρεσία στο βαθμό Δ΄, από το βαθμό Γ΄ στο βαθμό Β΄ πενταετής υπηρεσία στο βαθμό Γ΄ και από το βαθμό Β΄ στο βαθμό Α΄ εξαετής υπηρεσία στο βαθμό Β΄. β) Για την κατηγορία TE: Από το βαθμό Δ΄ στο βαθμό Γ΄ διετής υπηρεσία στο βαθμό Δ΄, από το βαθμό Γ΄ στο βαθμό Β΄ επταετής υπηρεσία στο βαθμό Γ΄ και από το βαθμό Β΄ στο βαθμό Α΄ εξαετής υπηρεσία στο βαθμό Β΄. γ) Για την κατηγορία ΔΕ: Από το βαθμό Δ΄ στο βαθμό Γ΄ διετής υπηρεσία στο βαθμό Δ΄, από το βαθμό Γ΄ στο βαθμό Β΄ εννεαετής υπηρεσία στο βαθμό Γ΄ και από το βαθμό Β΄ στο βαθμό Α΄ οκταετής υπηρεσία στο βαθμό Β΄.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα δύο πρώτα έτη που διανύονται στον εισαγωγικό βαθμό όλων των κατηγοριών αποτελούν δοκιμαστική υπηρεσία, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τους υπαλλήλους κατηγορίας ΠΕ ή TE, κατόχους μεταπτυχιακού διπλώματος σπουδών διάρκειας ενός τουλάχιστον έτους, ο χρόνος που απαιτείται για τη βαθμολογική εξέλιξη μειώνεται συνολικά κατά δύο (2) έτη. Για τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ο χρόνος που απαιτείται για τη βαθμολογική εξέλιξη μειώνεται συνολικά κατά δύο (2) έτη. Αν ο υπάλληλος κατέχει μεταπτυχιακό και διδακτορικό δίπλωμα, η, κατά τα ανωτέρω, μείωση του χρόνου δεν γίνεται αθροιστικά. Οι εν λόγω τίτλοι απαιτείται να είναι συναφείς με τα αντικείμενα στα οποία απασχολούνται ή είναι δυνατόν, κατά τις οργανικές διατάξεις της υπηρεσίας τους, να απασχοληθούν. Ως μεταπτυχιακό και ως διδακτορικό δίπλωμα νοούνται εκείνα που χορηγούνται με αντίστοιχο ιδιαίτερο τίτλο μετά τη λήψη του πτυχίου ή διπλώματος Πανεπιστημίου ή TEΙ. Για τα μεταπτυχιακά και τα διδακτορικά διπλώματα εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του εξωτερικού απαιτείται βεβαίωση ισοτιμίας από την αρμόδια αρχή.

Άρθρο 6Σύστημα προαγωγών−Πίνακας προακτέωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι προαγωγές γίνονται ύστερα από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου. Ο υπάλληλος προάγεται στον αμέσως επόμενο βαθμό, εφόσον έχει συμπληρώσει τον απαιτούμενο χρόνο στο βαθμό που κατέχει, σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου, και έχει σε υψηλό επίπεδο τα ουσιαστικά προσόντα που αναφέρονται στις εκθέσεις αξιολόγησης του. Το υπηρεσιακό συμβούλιο, προκειμένου να διαπιστώσει τη συνδρομή των ουσιαστικών προσόντων, λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία του προσωπικού μητρώου του υπαλλήλου, από τα οποία προκύπτει η δραστηριότητα του στην υπηρεσία, η επαγγελματική επάρκεια, η πρωτοβουλία του και η αποτελεσματικότητα του. Για το σχηματισμό της κρίσης του, το υπηρεσιακό συμβούλιο λαμβάνει υπόψη τις εκθέσεις ουσιαστικών προσόντων της τελευταίας πενταετίας. Ειδικά για την προαγωγή στον Α΄ βαθμό, πρέπει ο υπάλληλος να έχει σε ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο προσόντα που μαρτυρούν διοικητική ικανότητα, όπως αυτά καθορίζονται από την κλίμακα του συστήματος αξιολόγησης των ουσιαστικών προσόντων των υπαλλήλων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το υπηρεσιακό συμβούλιο, τον Απρίλιο κάθε έτους, καταρτίζει πίνακα προακτέων με αλφαβητική σειρά κατά βαθμό και κλάδο, καθώς και πίνακες μη προακτέων. Για την εγγραφή στους πίνακες αυτούς κρίνονται οι υπάλληλοι που συμπληρώνουν έως την 30ή Απριλίου του επόμενου έτους τον απαιτούμενο για την προαγωγή χρόνο υπηρεσίας. Η ισχύς των πινάκων αρχίζει την 1η Μαΐου του έτους κατάρτισης τους, ανεξάρτητα από την ημερομηνία οριστικοποίησης τους, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι υπάλληλοι που περιλαμβάνονται στους πίνακες προακτέων προάγονται υποχρεωτικά μέσα σε έναν μήνα από την κύρωση των πινάκων ή από την ημέρα που συμπληρώνουν τον απαιτούμενο για την προαγωγή χρόνο υπηρεσίας. Η προαγωγή θεωρείται ότι συντελείται από την ημέρα που συμπληρώνει ο υπάλληλος το χρόνο υπηρεσίας που απαιτείται για να προαχθεί στον επόμενο βαθμό, ποτέ όμως πριν από την έναρξη ισχύος του οικείου πίνακα προακτέων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στους πίνακες μη προακτέων περιλαμβάνονται οι υπάλληλοι που κρίνονται ως μη προακτέοι. Ως μη προακτέοι κρίνονται, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου, βάσει πραγματικών στοιχείων, οι υπάλληλοι που δεν πληρούν τις ουσιαστικές προϋποθέσεις να ασκήσουν τα καθήκοντα του ανώτερου βαθμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι αποφάσεις προαγωγών δεν δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 7Ιεραρχία προσωπικούΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α. Το προσωπικό της υπηρεσίας της ΔημοτικήςΑστυνομίας, εφόσον αυτή διαρθρώνεται σε επίπεδο Διεύθυνσης, ακολουθεί την κατωτέρω ιεραρχία: i. Γενικός Διευθυντής ii. Διευθυντής iii. Υποδιευθυντής iv. Τμηματάρχης Α΄ ν. Τμηματάρχης Β΄ vi. Επόπτης νii. Δημοτικός αστυνομικός. β. Το προσωπικό της υπηρεσίας της Δημοτικής Αστυνομίας, εφόσον αυτή διαρθρώνεται σε επίπεδο Αυτοτελούς Τμήματος, ακολουθεί την κατωτέρω ιεραρχία: i. Τμηματάρχης ii. Επόπτης iii. Δημοτικός αστυνομικός. γ. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζονται οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα των θέσεων των προηγούμενων παραγράφων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τις θέσεις ii−vi της περίπτωσης α΄ και i−ii τηςπερίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του παρόντος γίνεταιεπιλογή από το υπηρεσιακό συμβούλιο και εκδίδεταιπράξη τοποθέτησης από το αρμόδιο προς διορισμό όργανο. Ο Γενικός Διευθυντής προΐσταται της Γενικής Διεύθυνσης, ο Διευθυντής της Διεύθυνσης, ο Τμηματάρχης Α΄ των Τμημάτων και ο Τμηματάρχης του ΑυτοτελούςΤμήματος.

Άρθρο 8Επιλογή στις θέσεις της ιεραρχίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ως Γενικός Διευθυντής, προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης, επιλέγεται υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄ και είκοσι (20) τουλάχιστον έτη υπηρεσίας, υπό την προϋπόθεση ότι έχει διατελέσει ή είναι προϊστάμενος Διεύθυνσης κατά την ημέρα υποβολής της αίτησης υποψηφιότητας. Αν δεν υπάρχει τέτοιος υποψήφιος επιλέγεται υπάλληλος της ίδιας κατηγορίας, κλάδου και βαθμού, με δεκαοκτώ (18) τουλάχιστον έτη υπηρεσίας. Αν δεν υπάρχει ούτε τέτοιος υποψήφιος, επιλέγεται υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ Διοικητικού με βαθμό Α΄ και είκοσι (20) τουλάχιστον έτη υπηρεσίας, υπό την προϋπόθεση ότι έχει διατελέσει ή είναι προϊστάμενος Διεύθυνσης κατά την ημέρα υποβολής της αίτησης υποψηφιότητας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ως Διευθυντής, προϊστάμενος της Διεύθυνσης, επιλέγεται κατά προτεραιότητα υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄ που έχει ασκήσει τουλάχιστον επί ένα (1) έτος καθήκοντα Υποδιευθυντή και, αν δεν υπάρχει, επιλέγεται υπάλληλος με βαθμό Α΄, που έχει ασκήσει καθήκοντα Τμηματάρχη Α΄ τουλάχιστον επί δύο (2) έτη και, αν δεν υπάρχει, επιλέγεται υπάλληλος με βαθμό Α΄. Εάν δεν υπάρχει ούτε τέτοιος υπάλληλος, επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας TE Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄, που έχει ασκήσει τουλάχιστον επί δύο (2) έτη καθήκοντα Υποδιευθυντή και, αν δεν υπάρχει, επιλέγεται υπάλληλος με βαθμό Α΄, που έχει ασκήσει καθήκοντα Τμηματάρχη Α΄ τουλάχιστον επί δύο (2) έτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ως Υποδιευθυντής επιλέγεται κατά προτεραιότητα υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄, που έχει ασκήσει τουλάχιστον επί ένα (1) έτος καθήκοντα Τμηματάρχη Α΄, και, αν δεν υπάρχει, επιλέγεται υπάλληλος με βαθμό Α΄. Εάν δεν υπάρχει τέτοιος υπάλληλος, επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας TE Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄, που έχει ασκήσει τουλάχιστον επί ένα (1) έτος καθήκοντα Τμηματάρχη Α΄ και, αν δεν υπάρχει, επιλέγεται υπάλληλος με βαθμό Α΄.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ως Τμηματάρχης Α΄, προϊστάμενος Τμήματος, επιλέγεται, κατά προτεραιότητα υπάλληλος της κατηγορίας ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄, που έχει ασκήσει τουλάχιστον επί ένα (1) έτος καθήκοντα Τμηματάρχη Β΄ και, αν δεν υπάρχει, επιλέγεται υπάλληλος με βαθμό Α΄ και, αν δεν υπάρχει, επιλέγεται υπάλληλος με βαθμό Β΄ και τέσσερα (4) τουλάχιστον χρόνια υπηρεσίας στο Β΄ βαθμό. Εάν δεν υπάρχει τέτοιος υπάλληλος, επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας TE Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄, που έχει ασκήσει τουλάχιστον επί ένα (1) έτος καθήκοντα Τμηματάρχη Β΄ και, αν δεν υπάρχει, επιλέγεται υπάλληλος με βαθμό Α΄, και, αν δεν υπάρχει, υπάλληλος με βαθμό Β΄, που έχει συμπληρώσει ως ελάχιστο χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό Β΄ τέσσερα (4) έτη. Αν δεν υπάρχει τέτοιος υπάλληλος, επιλέγεται Επόπτης που έχει ασκήσει τουλάχιστον επί τέσσερα (4) έτη καθήκοντα Επόπτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ως Τμηματάρχης Β΄ επιλέγεται, κατά προτεραιότητα, υπάλληλος Α΄ βαθμού της κατηγορίας ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας και, αν δεν υπάρχει, υπάλληλος με βαθμό Β΄, που έχει συμπληρώσει ως ελάχιστο χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό Β΄ δύο (2) έτη, και, αν δεν υπάρχει, υπάλληλος της κατηγορίας TE Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄, και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β΄, που έχει συμπληρώσει ως ελάχιστο χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό Β΄ δύο (2) έτη και, αν δεν υπάρχει, υπάλληλος της κατηγορίας ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας, με Α΄ βαθμό και, αν δεν υπάρχει, επιλέγεται Επόπτης με τέσσερα (4) τουλάχιστον χρόνια υπηρεσίας στη θέση του Επόπτη και Β΄ βαθμό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ως Επόπτης επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας, που έχει συμπληρώσει πέντε (5) χρόνια υπηρεσίας στο βαθμό Γ΄.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ως Τμηματάρχης, Προϊστάμενος Αυτοτελούς Τμήματος επιλέγεται κατά προτεραιότητα, υπάλληλος Α΄ βαθμού της κατηγορίας ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας και, αν δεν υπάρχει, υπάλληλος με βαθμό Β΄, που έχει συμπληρώσει ως ελάχιστο χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό Β΄ τέσσερα (4) έτη, και, αν δεν υπάρχει, υπάλληλος της κατηγορίας TE Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄, και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β΄, που έχει συμπληρώσει ως ελάχιστο χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό Β΄ τέσσερα (4) έτη και, αν δεν υπάρχει, υπάλληλος της κατηγορίας ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας, με βαθμό Α΄ και, αν δεν υπάρχει, επιλέγεται Επόπτης με τέσσερα (4) τουλάχιστον χρόνια υπηρεσίας στη θέση του Επόπτη. Ως Επόπτης επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας, που έχει συμπληρώσει πέντε (5) χρόνια υπηρεσίας στο βαθμό Γ΄.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται επίδομα θέσης ευθύνης για τις θέσεις των προηγούμενων παραγράφων.

Άρθρο 9Κριτήρια για το σχηματισμό της κρίσηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η επιλογή του προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης γίνεται από το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο βάσει κριτηρίων που αξιολογούνται ως ακολούθως: α. Επαγγελματικά−Τεχνικά προσόντα • Ο βασικός τίτλος σπουδών: Άριστα 300 μόρια, λίαν καλώς 250 μόρια, καλώς 200 μόρια. • Ο δεύτερος τίτλος σπουδών, εφόσον είναι της ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας με το βασικό τίτλο σπουδών: Άριστα 80 μόρια, λίαν καλώς 60 μόρια, καλώς 40 μόρια. • Ο βαθμός αποφοίτησης από τις Σχολές Εκπαίδευσης Δημοτικής Αστυνομίας 17 και άνω: 1 μόριο ανά δεκαδικό ψηφίο. • Το διδακτορικό δίπλωμα σε γνωστικό αντικείμενο συναφές με το αντικείμενο της υπηρεσίας: μόρια 200. • Το διδακτορικό δίπλωμα σε άλλο γνωστικό αντικείμενο: μόρια 120. • Ο μεταπτυχιακός τίτλος, ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας, σε γνωστικό αντικείμενο συναφές με το αντικείμενο της υπηρεσίας: μόρια 120. • Ο μεταπτυχιακός τίτλος, ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας, σε άλλο γνωστικό αντικείμενο: μόρια 60. • Η άριστη γνώση μίας από τις γλώσσες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης: μόρια 60. • Η πολύ καλή γνώση μίας από τις γλώσσες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης: μόρια 50. • Η καλή γνώση μίας από τις γλώσσες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης: μόρια 40. • Η άριστη γνώση κάθε επιπλέον ξένης γλώσσας: μόρια 50. • Η πολύ καλή γνώση κάθε επιπλέον ξένης γλώσσας: μόρια 40. • Η πιστοποιημένη επιμόρφωση που παρέχεται από το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.Α.), από Σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων, της ΕΛ.ΑΣ. και του Λιμενικού Σώματος: Μέχρι 100 μόρια (ανά ημέρα επιμόρφωσης ένα (1) μόριο, με ανώτατο όριο τα 100 μόρια). • Η παρακολούθηση του ειδικού προγράμματος εκπαίδευσης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.Α.) του άρθρου 15 παράγραφος 4 του παρόντος, προκειμένου για το προσωπικό που υπηρετούσε ήδη σε υπηρεσία Δημοτικής Αστυνομίας πριν από την έναρξη ισχύος του π.δ. 135/2006 και δεν είχε φοιτήσει στις Σχολές Εκπαίδευσης Δημοτικής Αστυνομίας, καθώς και όσων είχαν παρακολουθήσει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα των Σχολών Δημοτικής Αστυνομίας, αποδεικνύεται με αντίστοιχο πιστοποιητικό και λαμβάνει ένα μόριο ανά ημέρα επιμόρφωσης με ανώτατο όριο τα 50 μόρια. β. Εργασιακή−Διοικητική εμπειρία • Ο χρόνος υπηρεσίας: μέχρι 600 μόρια (για κάθε έτος υπηρεσίας 20 μόρια, με ανώτατο όριο τα 30 έτη). Χρόνος υπηρεσίας μεγαλύτερος του εξαμήνου λογίζεται ως πλήρες έτος. • Ο χρόνος υπηρεσίας σε θέση προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης: μέχρι 350 μόρια (για κάθε συμπληρωμένο μήνα 9,72 μόρια, με ανώτατο όριο τους 36 μήνες). • Ο χρόνος υπηρεσίας σε θέση προϊσταμένου Διεύθυνσης: μέχρι 250 μόρια (για κάθε συμπληρωμένο μήνα 6,94 μόρια, με ανώτατο όριο τους 36 μήνες). Το σύνολο των μορίων που μπορεί να λάβει υποψήφιος από το χρόνο υπηρεσίας σε Θέση προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης και προϊσταμένου Διεύθυνσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 350 μόρια. γ. Ικανότητες−δεξιότητες (1) Υπηρεσιακή αξιολόγηση: Μέχρι 700 μόρια • Γνώση αντικειμένου υπηρεσίας • Διοικητικές ικανότητες • Ενδιαφέρον και δημιουργικότητα • Υπηρεσιακές σχέσεις και συμπεριφορά • Αποτελεσματικότητα Ετη 1 2 3 4 5 Μέσος όρος Επί συντελεστή βαρύτητας Μόρια Γενικό Σύνολο Τα ανωτέρω κριτήρια αξιολογούνται βάσει της βαθμολόγησης τους στις εκθέσεις αξιολόγησης της τελευταίας πενταετίας, και λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος αυτής για κάθε κριτήριο με συντελεστή βαρύτητας 14. (2) Ειδικές δραστηριότητες (ιδίως συγγραφικές εργασίες, ανακοινώσεις−εισηγήσεις σε συνέδρια, ημερίδες κ.λπ., συναφείς με αντικείμενο της υπηρεσίας ή της δημόσιας διοίκησης γενικότερα, εκπροσώπηση σε συμβούλια, επιτροπές ή ομάδες εργασίας τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, μέλη Δ.Σ., Πρόεδροι, Διοικητές και λοιπά όργανα διοίκησης νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα ή επιμόρφωση πέραν της αναφερομένης στην περίπτωση 1α): μέχρι 150 μόρια. (3) Η ηθική αμοιβή του επαίνου: 20 μόρια. (4) Το μετάλλιο διακεκριμένων πράξεων: 50 μόρια. (5) Συνέντευξη: από 100 μέχρι 450 μόρια, ως ακολούθως: ικανοποιητικώς 100, καλώς 200, πολύ καλώς 300, άριστα 450.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η επιλογή του Διευθυντή και Υποδιευθυντή γίνεται από το οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο βάσει κριτηρίων που αξιολογούνται ως ακολούθως: α. Επαγγελματικά−Τεχνικά προσόντα • Ο βασικός τίτλος σπουδών: άριστα 300 μόρια, λίαν καλώς 250 μόρια, καλώς 200 μόρια. • Ο δεύτερος τίτλος σπουδών, εφόσον είναι της ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας με το βασικό τίτλο σπουδών: άριστα 80 μόρια, λίαν καλώς 60 μόρια, καλώς 40 μόρια. • Ο βαθμός αποφοίτησης από τις Σχολές Εκπαίδευσης Δημοτικής Αστυνομίας 17 και άνω: 1 μόριο ανά δεκαδικό ψηφίο. • Το διδακτορικό δίπλωμα σε γνωστικό αντικείμενο συναφές με το αντικείμενο της υπηρεσίας: μόρια 180. • Το διδακτορικό δίπλωμα σε άλλο γνωστικό αντικείμενο: μόρια 100. • Ο μεταπτυχιακός τίτλος, ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας, σε γνωστικό αντικείμενο συναφές με το αντικείμενο της υπηρεσίας: μόρια 100. • Ο μεταπτυχιακός τίτλος, ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας, σε άλλο γνωστικό αντικείμενο: μόρια 60. • Η άριστη γνώση μίας από τις γλώσσες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης: μόρια 50. • Η πολύ καλή γνώση μίας από τις γλώσσες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης: μόρια 40. • Η καλή γνώση μίας από τις γλώσσες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης: μόρια 30. • Η άριστη γνώση κάθε επιπλέον ξένης γλώσσας: μόρια 40. • Η πολύ καλή γνώση κάθε επιπλέον ξένης γλώσσας: μόρια 30. • Η πιστοποιημένη επιμόρφωση που παρέχεται από το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.Α.), από Σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων, της ΕΛ.ΑΣ. και του Λιμενικού Σώματος: Μέχρι 80 μόρια (ανά ημέρα επιμόρφωσης ένα (1) μόριο, με ανώτατο όριο τα 80 μόρια). • Η παρακολούθηση του ειδικού προγράμματος εκπαίδευσης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης του άρθρου 15 παρ. 4 του παρόντος, προκειμένου για το προσωπικό που υπηρετούσε ήδη σε υπηρεσία Δημοτικής Αστυνομίας πριν από την έναρξη ισχύος του π.δ. 135/2006 και δεν είχε φοιτήσει στις Σχολές Εκπαίδευσης Δημοτικής Αστυνομίας, καθώς και όσων είχαν παρακολουθήσει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα των Σχολών Δημοτικής Αστυνομίας, αποδεικνύεται με αντίστοιχο πιστοποιητικό και λαμβάνει ένα μόριο ανά ημέρα επιμόρφωσης με ανώτατο όριο τα 50 μόρια. β. Εργασιακή−Διοικητική εμπειρία • Ο χρόνος υπηρεσίας: μέχρι 600 μόρια (για κάθε έτος υπηρεσίας 20 μόρια, με ανώτατο όριο τα 30 έτη). Χρόνος υπηρεσίας μεγαλύτερος του εξαμήνου λογίζεται ως πλήρες έτος. • Ο χρόνος υπηρεσίας σε θέση προϊσταμένου Διεύθυνσης: μέχρι 200 μόρια (για κάθε συμπληρωμένο μήνα 5,56 μόρια, με ανώτατο όριο τους 36 μήνες). • Ο χρόνος υπηρεσίας σε θέση προϊσταμένου Τμήματος: μέχρι 125 μόρια (για κάθε συμπληρωμένο μήνα 3,47 μόρια, με ανώτατο όριο τους 36 μήνες). Το σύνολο των μορίων που μπορεί να λάβει υποψήφιος από το χρόνο υπηρεσίας σε θέση προϊσταμένου Διεύθυνσης, προϊσταμένου Τμήματος δεν μπορεί να υπερβεί τα 200 μόρια. γ. Ικανότητες−δεξιότητες (1) Υπηρεσιακή αξιολόγηση: μέχρι 450 μόρια • Γνώση αντικειμένου υπηρεσίας • Διοικητικές ικανότητες • Ενδιαφέρον και δημιουργικότητα • Υπηρεσιακές σχέσεις και συμπεριφορά • Αποτελεσματικότητα Ετη 1 2 3 4 5 Μέσος όρος Επί συντελεστή βαρύτητας Μόρια Γενικό Σύνολο Τα ανωτέρω κριτήρια αξιολογούνται βάσει της βαθμολόγησής τους στις εκθέσεις αξιολόγησης της τελευταίας πενταετίας, και λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος αυτής για κάθε κριτήριο με συντελεστή βαρύτητας 9. (2) Ειδικές δραστηριότητες (ιδίως συγγραφικές εργασίες, ανακοινώσεις−εισηγήσεις σε συνέδρια, ημερίδες κ.λπ., συναφείς με αντικείμενο της υπηρεσίας ή της Δημόσιας Διοίκησης γενικότερα, εκπροσώπηση σε συμβούλια, επιτροπές ή ομάδες εργασίας τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, μέλη Δ.Σ., Πρόεδροι, Διοικητές και λοιπά όργανα διοίκησης νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα ή επιμόρφωση πέραν της αναφερομένης στην περίπτωση 2α): μέχρι 120 μόρια. (3) Η ηθική αμοιβή του επαίνου: 20 μόρια. (4) Το μετάλλιο διακεκριμένων πράξεων: 50 μόρια. (5) Συνέντευξη: από 50 μέχρι 200 μόρια, ως ακολούθως: ικανοποιητικώς 50, καλώς 100, πολύ καλώς 150, άριστα 200.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η επιλογή του Τμηματάρχη Α΄, του Τμηματάρχη Β΄ και των υφισταμένων τους Εποπτών, καθώς και του Τμηματάρχη, Προϊσταμένου Αυτοτελούς Τμήματος και του υφισταμένου του Επόπτη γίνεται από το οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο, βάσει κριτηρίων που αξιολογούνται ως ακολούθως: α. Επαγγελματικά−Τεχνικά προσόντα • Ο βασικός τίτλος σπουδών: Άριστα 300 μόρια, λίαν καλώς 250 μόρια, καλώς 200 μόρια. • Ο δεύτερος τίτλος σπουδών, εφόσον είναι της ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας με το βασικό τίτλο σπουδών: άριστα 80, λίαν καλώς 60, καλώς 40. • Ο βαθμός αποφοίτησης από τις Σχολές Εκπαίδευσης Δημοτικής Αστυνομίας 17 και άνω: 1 μόριο ανά δεκαδικό ψηφίο. • Το διδακτορικό δίπλωμα σε γνωστικό αντικείμενο συναφές με το αντικείμενο της υπηρεσίας: μόρια 180. • Το διδακτορικό δίπλωμα σε άλλο γνωστικό αντικείμενο: μόρια 100. • Ο μεταπτυχιακός τίτλος, ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας, σε γνωστικό αντικείμενο συναφές με το αντικείμενο της υπηρεσίας: μόρια 100. • Ο μεταπτυχιακός τίτλος, ετήσιας διάρκειας, σε άλλο γνωστικό αντικείμενο: μόρια 60. • Η άριστη γνώση μίας από τις γλώσσες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης: μόρια 70. • Η πολύ καλή γνώση μίας από τις γλώσσες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης: μόρια 60. • Η καλή γνώση μίας από τις γλώσσες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης: μόρια 50. • Η άριστη γνώση κάθε επιπλέον ξένης γλώσσας: μόρια 60. • Η πολύ καλή γνώση κάθε επιπλέον ξένης γλώσσας: μόρια 50. • Η πιστοποιημένη επιμόρφωση που παρέχεται από το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, από Σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων, την ΕΛ. ΑΣ. και του Λιμενικού Σώματος: μέχρι 100 μόρια (ανά ημέρα επιμόρφωσης ένα (1) μόριο, με ανώτατο όριο τα 100 μόρια). Η παρακολούθηση του ειδικού προγράμματος εκπαίδευσης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης του άρθρου 15 παρ. 4 του παρόντος, προκειμένου για το προσωπικό που υπηρετούσε ήδη σε υπηρεσία Δημοτικής Αστυνομίας πριν από την έναρξη ισχύος του π.δ. 135/2006 και δεν είχε φοιτήσει στις Σχολές Εκπαίδευσης Δημοτικής Αστυνομίας, καθώς και όσων είχαν παρακολουθήσει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα των Σχολών Δημοτικής Αστυνομίας, αποδεικνύεται με αντίστοιχο πιστοποιητικό και λαμβάνει ένα μόριο ανά ημέρα επιμόρφωσης με ανώτατο όριο τα 50 μόρια. β. Εργασιακή−Διοικητική εμπειρία • Ο χρόνος υπηρεσίας: μέχρι 450 μόρια (για κάθε έτος υπηρεσίας 15 μόρια, με ανώτατο όριο τα 30 έτη). Χρόνος υπηρεσίας μεγαλύτερος του εξαμήνου λογίζεται ως πλήρες έτος. • Ο χρόνος υπηρεσίας σε θέση προϊσταμένου Διεύθυνσης: μέχρι 200 μόρια (για κάθε συμπληρωμένο μήνα 5,56 μόρια, με ανώτατο όριο τους 36 μήνες). • Ο χρόνος υπηρεσίας σε θέση προϊσταμένου Τμήματος: μέχρι 125 μόρια (για κάθε συμπληρωμένο μήνα 3,47 μόρια, με ανώτατο όριο τους 36 μήνες). Το σύνολο των μορίων που μπορεί να λάβει υποψήφιος από το χρόνο υπηρεσίας σε θέση προϊσταμένου Διεύθυνσης, προϊσταμένου Τμήματος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 200 μόρια. γ. Ικανότητες−δεξιότητες (1) Υπηρεσιακή αξιολόγηση: Μέχρι 300 μόρια. • Γνώση αντικειμένου υπηρεσίας • Διοικητικές ικανότητες • Ενδιαφέρον και δημιουργικότητα • Υπηρεσιακές σχέσεις και συμπεριφορά • Αποτελεσματικότητα Ετη 1 2 3 4 5 Μέσος όρος Επί συντελεστή βαρύτητας Μόρια Γενικό Σύνολο Τα ανωτέρω κριτήρια αξιολογούνται βάσει της βαθμολόγησης τους στις εκθέσεις αξιολόγησης της τελευταίας πενταετίας, και λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος αυτής για κάθε κριτήριο με συντελεστή βαρύτητας 6. Το κριτήριο «Διοικητικές ικανότητες» δεν λαμβάνεται υπόψη κατά την κρίση για την επιλογή προϊσταμένων Τμήματος, όταν αυτό δεν υπάρχει. Στην περίπτωση αυτή τα υπόλοιπα κριτήρια αξιολογούνται και λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος της τελευταίας πενταετίας για κάθε κριτήριο με συντελεστή βαρύτητας 7,5. (2) Ειδικές δραστηριότητες (ιδίως συγγραφικές εργασίες, ανακοινώσεις−εισηγήσεις σε συνέδρια, ημερίδες κ.λπ., συναφείς με αντικείμενο της υπηρεσίας ή της δημόσιας διοίκησης γενικότερα, εκπροσώπηση σε συμβούλια, επιτροπές ή ομάδες εργασίας τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, μέλη Δ.Σ., Πρόεδροι, Διοικητές και λοιπά όργανα διοίκησης νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα ή επιμόρφωση πέραν της αναφερόμενης στην περίπτωση 3α): Μέχρι 60 μόρια. (3) Η ηθική αμοιβή του επαίνου: 20 μόρια. (4) Το μετάλλιο διακεκριμένων πράξεων: 40 μόρια. (5) Ειδική αξιολόγηση από το υπηρεσιακό συμβούλιο: Από 50 μέχρι 200 μόρια. Το υπηρεσιακό συμβούλιο μο−ριοδοτεί κάθε υποψήφιο με βάση τη συνολική υπηρεσιακή εικόνα του υπαλλήλου που αποκομίζει από το σύνολο των στοιχείων του προσωπικού μητρώου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η συνολική βαθμολογία των κριτηρίων των περιπτώσεων β΄ και γ΄ των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος εξάγεται με προσέγγιση δύο δεκαδικών ψηφίων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Για τη βαθμολογία του κριτηρίου της επιμόρφωσης της περίπτωσης α΄ των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος λαμβάνεται υπόψη η επιμόρφωση της τελευταίας δεκαετίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η βαθμολογία του κριτηρίου της υπηρεσιακής αξιολόγησης της περίπτωσης γ’ των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος εξάγεται με βάση τις εκθέσεις αξιολόγησης που υπάρχουν στο προσωπικό μητρώο του υπαλλήλου, έστω και αν δεν καλύπτουν πλήρη πενταετία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Την τελική βαθμολογία του κριτηρίου της συνέντευξης της περίπτωσης γ΄ των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος, των ειδικών δραστηριοτήτων της περίπτωσης γ΄ των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος, καθώς και της ειδικής αξιολόγησης της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 3 του παρόντος αποτελεί ο μέσος όρος του βαθμού των μελών του Υπηρεσιακού Συμβουλίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η επίδραση των αναρρωτικών αδειών στην ικανότητα του υπαλλήλου για την άσκηση καθηκόντων προϊσταμένου, όπως επίσης και οι συστηματικά επαναλαμβανόμενες αναρρωτικές άδειες και η ύπαρξη πειθαρχικών ποινών, συνεκτιμώνται από το υπηρεσιακό συμβούλιο στη βαθμολόγηση της συνέντευξης ή της ειδικής αξιολόγησης.

Άρθρο 10Επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η κατάταξη των υποψηφίων γίνεται βάσει της βαθμολογίας που λαμβάνει ο κάθε υποψήφιος σύμφωνα με τα κριτήρια του προηγούμενου άρθρου και η επιλογή γίνεται κατά φθίνουσα σειρά βαθμολογίας και κατά τη διαδικασία των επόμενων παραγράφων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α. Η επιλογή προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων γίνεται από το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο του άρθρου 4 του ΚΚΔΚΥ, με ανακοίνωση του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου του οικείου ΟΤΑ, με την οποία προσδιορίζονται οι κενές θέσεις προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων. β. Η ανακοίνωση αναρτάται στον οικείο ΟΤΑ, με αποδεικτικό, έναν μήνα πριν από τη λήξη της θητείας των υπηρετούντων προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων ή εντός ενός (1) μηνός από τη σύσταση των θέσεων και τάσσεται προθεσμία δέκα (10) ημερών για την υποβολή αιτήσεων. Η αίτηση υποψηφιότητας συνοδεύεται από βιογραφικό σημείωμα, που συντάσσεται με ευθύνη του υποψηφίου και το περιεχόμενο του οποίου προκύπτει από τα στοιχεία του προσωπικού μητρώου του υπαλλήλου. γ. Το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο ελέγχει, σε πρώτο στάδιο, όλες τις αιτήσεις υποψηφιοτήτων, εάν και κατά πόσον πληρούν τους όρους του νόμου. Όσοι από τους υποψηφίους δεν πληρούν τους όρους του νόμου, αποκλείονται με απόφαση του Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου από την περαιτέρω διαδικασία. Σε δεύτερο στάδιο το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο μοριοδοτεί κάθε υποψήφιο, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 9 του παρόντος. Ειδικώς για τη συνέντευξη, το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο καλεί κάθε υποψήφιο χωριστά, προκειμένου να μορφώσει γνώμη για την προσωπικότητα, την ικανότητα και την εν γένει καταλληλότητα του για την άσκηση των καθηκόντων του προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης. δ. Ο Προϊστάμενος Γενικής Διεύθυνσης, του οποίου η θητεία λήγει, εξακολουθεί να διατηρεί τη θέση του και να ασκεί τα καθήκοντα του έως την επιλογή και τοποθέτηση νέου Προϊσταμένου. ε. Σε περίπτωση που προϊστάμενος Γενικής Διεύθυνσης δεν επιλέγεται για δεύτερη φορά, καταλαμβάνει κενή θέση προϊσταμένου Διεύθυνσης, και αν δεν υπάρχει, καταλαμβάνει την πρώτη θέση προϊσταμένου Διεύθυνσης που θα κενωθεί. Έως τότε, θεωρείται προϊστάμενος Διεύθυνσης και τα καθήκοντα του προσδιορίζονται με απόφαση του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες. Η θητεία του ανανεώνεται, αυτόματα, εκτός εάν με απόφαση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου απαλλαγεί από τα καθήκοντα του προϊσταμένου Διεύθυνσης για σοβαρό λόγο, αναγόμενο στην πλημμελή άσκηση αυτών. Επίσης, οι προϊστάμενοι Γενικής Διεύθυνσης, οι οποίοι δεν επιλέγονται πάλι μετά τη λήξη της θητείας τους, μπορούν να αποχωρήσουν από την υπηρεσία διατηρώντας τις αποδοχές του προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης, εφόσον υποβάλουν αίτηση παραίτησης μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο (2) μηνών από την ανακοίνωση της μη επανεπιλογής τους. στ. Αν κενωθεί θέση προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης πριν από τη λήξη της θητείας ή συσταθεί νέα, το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο επιλέγει νέο προϊστάμενο για το υπόλοιπο της θητείας, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Η επιλογή Διευθυντών, Υποδιευθυντών, Τμηματαρχών Α΄ και Β΄ και Εποπτών, προκειμένου για οργανική μονάδα επιπέδου Διεύθυνσης, καθώς και Τμηματαρχών και Εποπτών, προκειμένου για οργανική μονάδα επιπέδου Αυτοτελούς Τμήματος, γίνεται από το υπηρεσιακό συμβούλιο, όπως προβλέπεται από το άρθρο 5 του ΚΚΔΚΥ, το αργότερο μέσα σε έναν μήνα από τη λήξη της θητείας τους. Παράλειψη αποστολής των φακέλωνεντός της ανωτέρω προθεσμίας συνιστά σοβαρή παράβαση καθήκοντος του αρμόδιου οργάνου, η οποία τιμωρείται πειθαρχικώς σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. β. Το υπηρεσιακό συμβούλιο μοριοδοτεί τους υποψηφίους για τις θέσεις Διευθυντών, Υποδιευθυντών, Τμηματαρχών Α΄ και Β΄ και Εποπτών, καθώς και Τμηματαρχών, προϊσταμένων Αυτοτελούς Τμήματος και Εποπτών κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 3 αντίστοιχα του προηγούμενου άρθρου. Ειδικώς για τις θέσεις Διευθυντών και Υποδιευθυντών, το υπηρεσιακό συμβούλιο καλεί σε συνέντευξη κάθε υποψήφιο χωριστά, προκειμένου να διαμορφώσει γνώμη για την προσωπικότητα, την ικανότητα και την εν γένει καταλληλότητα του για την άσκηση των καθηκόντων του Διευθυντή. γ. Έγγραφη δήλωση του υπαλλήλου ότι δεν επιθυμεί να κριθεί κατά την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων γίνεται δεκτή από το υπηρεσιακό συμβούλιο, εκτός εάν οι ανάγκες της υπηρεσίας επιβάλλουν τη μη αποδοχή της. δ. Οι προϋποθέσεις, που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 8, πρέπει να συντρέχουν το αργότερο έως και την ημέρα λήξης της θητείας των προϊσταμένων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όσοι επιλέγονται από το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο και τα υπηρεσιακά συμβούλια τοποθετούνται, με απόφαση του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου, ως προϊστάμενοι σε αντίστοιχου επιπέδου οργανικές μονάδες για τρία (3) έτη. Οι τοποθετούμενοι ως προϊστάμενοι εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντα τους και μετά τη λήξη της θητείας τους έως την τυχόν επανεπιλογή τους ή την τοποθέτηση του νέου προϊσταμένου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με την επιφύλαξη των διατάξεων της επόμενης παραγράφου, υπάλληλος που επιλέγεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος για τρίτη φορά ως Διευθυντής, θεωρείται ότι καταλαμβάνει, αυτοδικαίως, θέση προϊσταμένου αντίστοιχου επιπέδου. Επίσης, υπάλληλος που επιλέγεται για τρίτη φορά ως Τμηματάρχης Α΄ ή Τμηματάρχης, προϊστάμενος Αυτοτελούς Τμήματος θεωρείται ότι καταλαμβάνει αυτοδικαίως θέση προϊσταμένου αντίστοιχου επιπέδου. Όσοι καταλαμβάνουν θέσεις προϊσταμένων, κατά την παράγραφο αυτή, κρίνονται εφεξής μόνο για επιλογή σε θέσεις προϊσταμένων οργανικών μονάδων ανώτερου επιπέδου. Σε περίπτωση κατά την οποία Διευθυντής δεν επανεπιλέγεται μετά τη λήξη της θητείας του, καταλαμβάνει, χωρίς κρίση υπηρεσιακού συμβουλίου, θέση Υποδιευθυντή, εκτός αν το υπηρεσιακό συμβούλιο, με αιτιολογημένη απόφαση του, κρίνει διαφορετικά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου, ο προϊστάμενος μπορεί να απαλλαγεί από τα καθήκοντα του και πριν από τη λήξη της τριετίας, για σοβαρό λόγο αναγόμενο στην πλημμελή άσκηση των υπηρεσιακών του καθηκόντων, και ιδιαίτερα για αδικαιολόγητη επιείκεια ή μεροληψία κατά τη σύνταξη των εκθέσεων αξιολόγησης, για πλημμελή άσκηση ή αδυναμία άσκησης ελέγχου επί των υπαλλήλων, για μη προσήκουσα συμπεριφορά προς τους πολίτες, ευθυνοφοβία, απροθυμία για την εφαρμογή νέων μεθόδων οργάνωσης, λειτουργίας και αποδοτικότητας, αδικαιολόγητη καθυστέρηση στη διεκπεραίωση των υποθέσεων, κακή συνεργασία με λοιπούς προϊσταμένους και μειωμένη ποιοτική και ποσοτική απόδοση. Ο προϊστάμενος μπορεί, επίσης, να απαλλαγεί από τα καθήκοντα του με αίτηση του, ύστερα από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου, που συνεκτιμά τις υπηρεσιακές ανάγκες. Στην περίπτωση αυτή και ανεξάρτητα από τους λόγους της παραίτησης, στερείται του δικαιώματος επιλογής του ως προϊσταμένου οργανικής μονάδας για μία τριετία από την επομένη της έκδοσης της απόφασης απαλλαγής του από τα καθήκοντα προϊσταμένου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Αν κενωθεί θέση Γενικού Διευθυντή, Διευθυντή, Τμηματάρχη Α΄ ή Β΄, Επόπτη, Τμηματάρχη, προϊσταμένου Αυτοτελούς Τμήματος ή Επόπτη πριν από τη λήξη της θητείας ή συσταθεί νέα, το οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο επιλέγει νέο προϊστάμενο για το υπόλοιπο της θητείας. Η επιλογή προϊσταμένων για τις θέσεις που κενώθηκαν ή συστάθηκαν γίνεται το αργότερο μέσα σε έναν μήνα από τότε που οι θέσεις κενώθηκαν ή συστάθηκαν. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3α του άρθρου αυτού εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή. Για την επιλογή προϊσταμένου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής απαιτείται να υποβληθεί αίτηση από τον ενδιαφερόμενο υπάλληλο στην οικεία υπηρεσία διοικητικού ή προσωπικού, το αργότερο μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την ημέρα που έλαβε γνώση με φροντίδα της υπηρεσίας διοικητικού ή προσωπικού. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο, με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή του, μπορεί να επιλέξει ως προϊστάμενο και υπάλληλο που δεν υπέβαλε αίτηση.

Άρθρο 11Προβάδισμα

Το προβάδισμα μεταξύ του προσωπικού της Δημοτικής Αστυνομίας καθορίζεται ως εξής: α. Μεταξύ υπαλλήλων που ανήκουν σε διαφορετικές κατηγορίες, προηγούνται οι υπάλληλοι της κατηγορίας ΠΕ και ακολουθούν, κατά σειρά, οι υπάλληλοι της κατηγορίας TE και τέλος οι υπάλληλοι της κατηγορίας ΔΕ. β. Μεταξύ υπαλλήλων που ανήκουν στην ίδια κατηγορία, προηγούνται οι υπάλληλοι που κατέχουν ανώτερη θέση σύμφωνα με την ιεραρχική κλίμακα του άρθρου 7 του παρόντος. γ. Μεταξύ υπαλλήλων του ίδιου κλάδου και βαθμού δεν υπάρχει προβάδισμα. δ. Όπου από τις οικείες οργανικές διατάξεις επιτρέπεται η τοποθέτηση προϊσταμένου κατηγορίας που έπεται κατά το προβάδισμα, δεν ισχύει το προβάδισμα των κατηγοριών.

Άρθρο 12Αναπλήρωση προϊσταμένωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τον Διευθυντή που απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνει στα καθήκοντα του ο Υποδιευθυντής, κατά σειρά, και, ελλείψει αυτών, ο Τμηματάρχης Α΄, που έχει περισσότερο χρόνο συνολικής υπηρεσίας. Τον Υποδιευθυντή που απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνει στα καθήκοντα του ο ανώτερος κατά βαθμό Τμηματάρχης Α΄ των υποκείμενων οργανικών μονάδων και επί ομοιοβάθμων ο Τμηματάρχης Α΄, που έχει περισσότερο χρόνο συνολικής υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τον Τμηματάρχη Α΄ που απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει στα καθήκοντα του ο ανώτερος κατά βαθμό Τμηματάρχης Β΄, που υπηρετεί στην ίδια οργανική μονάδα. Αν υπηρετούν περισσότεροι Τμηματάρχες Β΄ με τον ίδιο βαθμό, αναπληρώνει αυτός που έχει περισσότερο χρόνο συνολικής υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τον Τμηματάρχη Β΄ που απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει στα καθήκοντα του ο ανώτερος κατά βαθμό Επόπτης. Αν υπηρετούν περισσότεροι Επόπτες με τον ίδιο βαθμό, αναπληρώνει αυτός που έχει περισσότερο χρόνο συνολικής υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τον Επόπτη που απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει στα καθήκοντα του ο ανώτερος κατά βαθμό δημοτικός αστυνομικός. Αν υπηρετούν περισσότεροι δημοτικοί αστυνομικοί με τον ίδιο βαθμό, αναπληρώνει αυτός που έχει περισσότερο χρόνο συνολικής υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τον Τμηματάρχη, Προϊστάμενο Αυτοτελούς Τμήματος που απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει στα καθήκοντα του ο ανώτερος κατά βαθμό Επόπτης. Αν υπηρετούν περισσότεροι Επόπτες με τον ίδιο βαθμό, αναπληρώνει αυτός που έχει περισσότερο χρόνο συνολικής υπηρεσίας. Τον Επόπτη που απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει στα καθήκοντα του ο ανώτερος κατά βαθμό δημοτικός αστυνομικός. Αν υπηρετούν περισσότεροι δημοτικοί αστυνομικοί με τον ίδιο βαθμό, αναπληρώνει αυτός που έχει περισσότερο χρόνο συνολικής υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Αν κενωθεί ή συσταθεί θέση προϊσταμένου οργανικής μονάδας ως την τοποθέτηση νέου προϊσταμένου, ΦΕΚ 4257 εφαρμόζονται οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ο αναπληρωτής προϊσταμένου οργανικής μονάδας, κατά το παρόν άρθρο, δικαιούται το προβλεπόμενο για τη θέση επίδομα μετά την πάροδο των δύο μηνών από την αναπλήρωση. Στην περίπτωση της παραγράφου 6 το επίδομα καταβάλλεται από την έναρξη της αναπλήρωσης.

Άρθρο 13Απόσπαση σε τουριστικό Δήμο ή Κοινότητα

Επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλου της Δημοτικής Αστυνομίας σε Δημοτική Αστυνομία άλλου Δήμου ή Κοινότητας τουριστικής περιοχής, ύστερα από τη συμπλήρωση της διετούς δοκιμαστικής υπηρεσίας. Για την απόσπαση ο ενδιαφερόμενος Δήμος απευθύνει δημόσια πρόσκληση για την κάλυψη των υπηρεσιακών αναγκών της Δημοτικής Αστυνομίας κατά την τουριστική περίοδο. Η απόσπαση γίνεται με αίτηση του υπαλλήλου και απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου του ΟΤΑ υποδοχής, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του αντίστοιχου οργάνου του Δήμου της οργανικής θέσης του υπαλλήλου. Η απόσπαση γίνεται κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης κατά την τουριστική περίοδο και για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο των 6 μηνών. Με την πάροδο του χρόνου της απόσπασης, αυτή λύεται αυτοδίκαια, και ο υπάλληλος υποχρεούται να επιστρέψει στην οργανική του θέση. Δεν είναι δυνατή η απόσπαση, όταν πρόκειται για το μοναδικό υπάλληλο στην κατηγορία του κλάδου του. Ο χρόνος υπηρεσίας του αποσπώμενου λογίζεται για όλες τις συνέπειες, ως συνεχής πραγματική υπηρεσία του υπαλλήλου στην οργανική του θέση. Οι αποδοχές του υπαλλήλου που αποσπάστηκε, καθώς και οι σχετικές εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές του, βαρύνουν το φορέα στον οποίο γίνεται η απόσπαση.

Άρθρο 14ΜετάταξηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας δεν μπορεί να μεταταγεί σε αντίστοιχη υπηρεσία Δήμου ή Κοινότητας, αν δεν συμπληρώσει τουλάχιστον οκταετή υπηρεσία στην υπηρεσία της Δημοτικής Αστυνομίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με απόφαση των Γενικών Γραμματέων των οικείων Περιφερειών, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη των αρμόδιων προς διορισμό οργάνων, είναι δυνατή η αμοιβαία μετάταξη προσωπικού Δημοτικής Αστυνομίας και πριν από τη συμπλήρωση του χρόνου της προηγούμενης παραγράφου, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης.

Άρθρο 15Ειδικές ρυθμίσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του φέρει στολή, της οποίας ο τύπος, τα διακριτικά γνωρίσματα, που καθορίζουν την ιεραρχική διαβάθμιση, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για την εκτέλεση των καθηκόντων του, το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας εφοδιάζεται με τα αναγκαία μέσα και εξοπλισμό, που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, και δεν έχουν, σε καμία περίπτωση, κατασταλτικό χαρακτήρα. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο τύπος της ειδικής ταυτότητας του προσωπικού της Δημοτικής Αστυνομίας, δηλωτικής της ιδιότητάς του, όπως και του ειδικού διακριτικού σήματος, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο ΟΤΑ υποχρεούται στη νομική στήριξη του προσωπικού της Δημοτικής Αστυνομίας, κάθε φορά που αυτό παραπέμπεται ενώπιον δικαστικής αρχής για λόγο που ανάγεται στην ενάσκηση των καθηκόντων του και κατά τη διάρκεια διατεταγμένης υπηρεσίας, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή θα ζητηθεί από το δημοτικό αστυνομικό, η δε συνδρομή του οικείου λόγου βεβαιώνεται από τον προϊστάμενο της οργανικής μονάδας, Διεύθυνσης ή Αυτοτελούς Τμήματος, στην οποία υπηρετεί ο δημοτικός αστυνομικός.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης μπορεί να καταρτίζει μέχρι δύο κατ’ έτος εβδομαδιαία ειδικά σεμινάρια για την επιμόρφωση των δημοτικών αστυνομικών και των προϊσταμένων τους. Το πρόγραμμα των σεμιναρίων σχεδιάζεται από το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο κατ’ ανάλογη εφαρμογή της υπ’ αριθμ. 70765/2008 (ΦΕΚ 2351 Β) απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών, όπως αυτή ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο τέλος της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του π.δ. 135/2006 (ΦΕΚ 153 Α) προστίθενται τα ακόλουθα: «καθώς και για όσους είναι γονείς με τρία παιδιά και τέκνα αυτών».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η παράγραφος 5 του άρθρου 7 του π.δ. 135/2006 (ΦΕΚ 153 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «5. Οι υποψήφιοι που δεν προσέρχονται για εξέταση για λόγους που δεν οφείλονται σε δική τους υπαιτιότητα και εφόσον δηλώσουν, πριν από την εξέταση, την αδυναμία τους να συμμετάσχουν σε αυτή, λόγω πρόσκαιρης ανικανότητας, η οποία πρέπει να πιστοποιείται από διευθυντή κλινικής δημόσιου νοσοκομείου, μπορούν να συμμετάσχουν στην εξέταση εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός από την ημερομηνία λήξης των αθλητικών δοκιμασιών. Μετά τη λήξη της προθεσμίας αυτής ο υποψήφιος διαγράφεται από τους πίνακες της παρ. 6 του άρθρου 7 του π.δ. 135/2006

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας υπάγεταιστις διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών καιΚοινοτικών Υπαλλήλων για όσα θέματα δεν ρυθμίζονταιδιαφορετικά από τις διατάξεις του παρόντος ή άλλες ειδικές διατάξεις.

Άρθρο 16Μεταβατικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η θητεία όσων, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, υπηρετούν ως προϊστάμενοι οργανικών μονάδων, είτε έχουν επιλεγεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α) είτε ασκούν χρέη προϊσταμένου, λήγει με τη δημοσίευση του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος συνέρχεται υποχρεωτικά το Υπηρεσιακό Συμβούλιο του άρθρου 10 για την επιλογή στις θέσεις της ιεραρχίας του άρθρου 7. Παράλειψη αποστολής των φακέλων, εντός της ανωτέρω προθεσμίας, συνιστά σοβαρή παράβαση καθήκοντος του αρμόδιου οργάνου, η οποία τιμωρείται πειθαρχικώς σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 8, η επιλογή στις θέσεις της ιεραρχίας γίνεται ως ακολούθως: Ως Διευθυντής, προϊστάμενος της Διεύθυνσης, επιλέγεται, κατά προτεραιότητα, υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄ και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β΄ και τέσσερα (4) τουλάχιστον χρόνια υπηρεσίας στο βαθμό Β΄ και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β΄. Εάν δεν υπάρχει ούτε τέτοιος υπάλληλος, επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας TE Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄ και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β΄ και τέσσερα (4) τουλάχιστον χρόνια υπηρεσίας στο βαθμό Β΄ και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β΄. Εάν δεν υπάρχει ούτε τέτοιος υπάλληλος, επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας με Α΄ βαθμό και, αν δεν υπάρχει, με Β΄ βαθμό. Ως Υποδιευθυντής, επιλέγεται κατά προτεραιότητα υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄ και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β΄ και τέσσερα (4) χρόνια υπηρεσίας στο βαθμό Β΄. Εάν δεν υπάρχει ούτε τέτοιος υπάλληλος, επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας TE Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄ και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β΄ και τέσσερα (4) τουλάχιστον χρόνια υπηρεσίας στο βαθμό Β΄. Εάν δεν υπάρχει ούτε τέτοιος υπάλληλος, επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας με Α΄ βαθμό και, αν δεν υπάρχει, με Β΄ βαθμό. Ως Τμηματάρχης Α΄, προϊστάμενος Τμήματος ή Τμηματάρχης, προϊστάμενος Αυτοτελούς Τμήματος, επιλέγεται κατά προτεραιότητα υπάλληλος της κατηγορίας ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄ και, αν δεν υπάρχει, υπάλληλος με βαθμό Β΄, που έχει συμπληρώσει, ως ελάχιστο χρόνο υπηρεσίας, στο βαθμό Β΄ τρία έτη. Εάν δεν υπάρχει τέτοιος υπάλληλος, επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας TE Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α, και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β΄, που έχει συμπληρώσει, ως ελάχιστο χρόνο υπηρεσίας, στο βαθμό Β΄ τρία έτη. Αν δεν υπάρχει τέτοιος υπάλληλος, επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας με Α΄ βαθμό και, αν δεν υπάρχει, με Β΄ βαθμό. Ως Τμηματάρχης Β΄ επιλέγεται, κατά προτεραιότητα, υπάλληλος Α΄ βαθμού της κατηγορίας ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας και, αν δεν υπάρχει, υπάλληλος με βαθμό Β΄, που έχει συμπληρώσει ως ελάχιστο χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό Β΄ δύο έτη, και, αν δεν υπάρχει, υπάλληλος της κατηγορίας TE Δημοτικής Αστυνομίας με βαθμό Α΄, και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β΄ που έχει συμπληρώσει ως ελάχιστο χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό Β΄ δύο έτη και, αν δεν υπάρχει, υπάλληλος της κατηγορίας ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας με Α΄ βαθμό και, αν δεν υπάρχει, με Β΄ βαθμό. Ως Επόπτης επιλέγεται υπάλληλος της κατηγορίας ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας τουλάχιστον με Β΄ βαθμό και, αν δεν υπάρχει, με Γ΄ βαθμό και ένα τουλάχιστον έτος υπηρεσίας στο Γ΄ βαθμό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου για την επιλογή Διευθυντή, Τμηματάρχη Α΄ και Τμηματάρχη Αυτοτελούς Τμήματος, τα καθήκοντα αυτά ασκούνται, παραλλήλως, από προϊστάμενο Διεύθυνσης ή προϊστάμενο Τμήματος αντιστοίχως άλλου κλάδου του οικείου ΟΤΑ, ύστερα από απόφαση του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Προσωπικό που υπηρετούσε ήδη σε υπηρεσία Δημοτικής Αστυνομίας πριν από την έναρξη ισχύος του π.δ. 135/2006 και δεν είχε εκπαιδευτεί στις Σχολές Δημοτικής Αστυνομίας, μπορεί, με αίτηση του, να παρακολουθήσει ειδικό πρόγραμμα εκπαίδευσης που σχεδιάζεται και υλοποιείται με ευθύνη του Ε.Κ.Δ.Δ.Α., εντός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος, κατά ανάλογη εφαρμογή της υπ’ αριθμ. 70765/2008 (ΦΕΚ 2351 Β΄) απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών, όπως αυτή ισχύει. Η παρακολούθηση του ειδικού προγράμματος εκπαίδευσης είναι υποχρεωτική για το Δήμο, από τον οποίο προέρχεται ο υπάλληλος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Επιστημονικό και υποστηρικτικό προσωπικό του άρθρου 1 παράγραφος 1 εδάφ. β΄ του π.δ. 23/2002 (ΦΕΚ 19 Α), που υπηρετεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος σε οργανική θέση Υπηρεσίας Δημοτικής Αστυνομίας, εξακολουθεί να κατέχει τη θέση στην υπηρεσία της Δημοτικής Αστυνομίας μέχρι την καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποχώρηση του από αυτή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος που προβλέπεται στη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του παρόντος, τα θέματα πειθαρχικής ευθύνης και της αντίστοιχης διαδικασίας ρυθμίζονται από τις οικείες διατάξεις του ν. 3584/2007.

Άρθρο 17Καταργούμενες διατάξεις

Κάθε γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις των ανωτέρω άρθρων καταργείται, πλην των ρυθμίσεων του άρθρου 15 του π.δ. 23/2002, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου και εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του παρόντος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., Τ.Ε.Δ.Κ. ΚΑΙ ΟΤΑ
Άρθρο 18Υπηρεσιακά θέματα υπαλλήλων Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., Τ.Ε.Δ.Κ., Συνδέσμων και ΟΤΑΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παράγραφος 4 του άρθρου 73 του κυρωτικού νόμου 3584/2007 (ΦΕΚ 143 Α) αντικαθίσταται ως εξής: «4. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. και των Τ.Ε.Δ.Κ. και του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου, επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλων ΟΤΑ στην Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.) και στην Τοπική Ενωση Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.), για χρονικό διάστημα μέχρι δύο (2) έτη, το οποίο μπορεί να παραταθεί για δύο (2), ακόμη, έτη και αντίστροφα. Η απόφαση για την απόσπαση εκδίδεται κατόπιν αίτησης του υπαλλήλου που αποσπάται.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κενές ή κενούμενες οργανικές θέσεις τακτικού προσωπικού της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.) και των Τοπικών Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.) των νομών καλύπτονται με προσωπικό που προσλαμβάνεται χωρίς τη διαδικασία έγκρισης της Π.Υ.Σ. 33/2006 (ΦΕΚ 280 Α), όπως εκάστοτε ισχύει. Η πρόσληψη του προσωπικού αυτού γίνεται από την Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. και τις Τ.Ε.Δ.Κ., με τη διαδικασία και τα κριτήρια του άρθρου 18 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α), όπως ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 73 του ν. 3584/2007 (ΦΕΚ 143 Α) ισχύουν και για αποσπάσεις υπαλλήλων ΟΤΑ σε Περιφέρειες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Μέχρι την έκδοση του προβλεπόμενου από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 265 του ν. 3463/2006 (ΦΕΚ 114 Α) προεδρικού διατάγματος, για την πρόσληψη προσωπικού των ανωνύμων εταιρειών των ΟΤΑ εφαρμογή έχουν οι διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 3429/2005 (ΦΕΚ 314 Α).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α. Στις ρυθμίσεις των παραγράφων 3, 7 και 8 του άρθρου 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, καθώς και της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του ν. 3613/2007 (ΦΕΚ 263 Α) υπάγεται και το προσωπικό, που είχε προσληφθεί σε αστικές εταιρείες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, μέχρι 31.12.2005 και απησχολείτο με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, εφόσον οι εταιρείες αυτές λυθούν μέχρι 31.12.2009 και υπό την προϋπόθεση, ότι η πλειοψηφία του κεφαλαίου τους δια των εταιρικών εισφορών, που είχαν καταβληθεί, κατά τη σύσταση τους, ανήκει σε Δήμους ή Κοινότητες, καθώς και σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου αυτών. β. Στις ρυθμίσεις του άρθρου 24 του ν. 3649/2008 (ΦΕΚ 39 Α΄), για οφειλές που έχουν βεβαιωθεί ή καταστεί ληξιπρόθεσμες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εντάσσονται και οι αστικές εταιρείες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα η πλειοψηφία του κεφαλαίου των οποίων, δια των εταιρικών εισφορών που έχουν καταβληθεί, κατά τη σύσταση τους, ανήκει σε Δήμους ή Κοινότητες και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου αυτών. Η καταβολή των βασικών οφειλών πραγματοποιείται εφάπαξ ή σε δόσεις έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του δέκατου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Η υποβολή των σχετικών φορολογικών δηλώσεων διενεργείται μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, του μήνα δημοσίευσης θεωρουμένου ως πρώτου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 3649/2008, για οφειλές που έχουν βεβαιωθεί ή καταστεί ληξιπρόθεσμες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εφαρμόζονται και για τις επιχειρήσεις των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, καθώς και για τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου αυτών. Η καταβολή των βασικών οφειλών πραγματοποιείται εφάπαξ ή σε δόσεις έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του δέκατου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Η υποβολή των σχετικών φορολογικών δηλώσεων διενεργείται μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία του μήνα δημοσίευσης θεωρουμένου ως πρώτου. Όπου στις διατάξεις του ανωτέρω άρθρου αναφέρεται Δημοτικό Συμβούλιο νοείται το Νομαρχιακό Συμβούλιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Στο άρθρο 184 του ν. 3584/2007 (ΦΕΚ 143 Α) προστίθεται παράγραφος 3 με αναρίθμηση των υφιστάμενων παραγράφων 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 9 σε 4, 5, 6, 7, 8, 9 και 10 αντιστοίχως, που έχει ως εξής: «3. Επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε άλλον Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με αίτηση του υπαλλήλου, για συνυπηρέτηση με σύζυγο δημόσιο υπάλληλο ή υπάλληλο Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου ή Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ ή β΄ βαθμού, με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου του Ο.Τ.Α. υποδοχής και ύστερα από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου από το οποίο ζητείται η απόσπαση. Η απόσπαση γίνεται για ένα (1) έτος και μπορεί να παραταθεί για ένα (1) ακόμη.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στο τέλος του άρθρου 182 του ν. 3584/2007 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Σε περίπτωση μη ύπαρξης κενής οργανικής θέσης, η μετάταξη ενεργείται με μεταφορά της θέσης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

α. Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 224 του ν. 3584/2007 (ΦΕΚ 143 Α), μετά τις λέξεις «74 παρ.» διαγράφονται οι λέξεις «1 και». β. Στο τέλος του άρθρου 224 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Σε περίπτωση αμοιβαίας μετάταξης κατά τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 74, καθώς και απόσπασης Δημοτικών Αστυνομικών για συνυπηρέτηση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 73 δεν ισχύει η δέσμευση της οκταετίας. Επίσης, κατά τη διάρκεια της οκταετίας δεν επιτρέπεται μετάταξη για σοβαρούς προσωπικούς λόγους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Στο άρθρο 230 του ν. 3584/2007 (ΦΕΚ 143 Α΄), μετον οποίο κυρώθηκε ο Κώδικας Κατάστασης Δημοτικώνκαι Κοινοτικών Υπαλλήλων, προστίθεται παράγραφος 5,ως ακολούθως: «5. Οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 του παρόντος καταλαμβάνουν και το προσωπικό των Ν.Π.Δ.Δ. των ανωτέρω Δήμων, ανεξαρτήτως της συνένωσης ή μη των ανωτέρω νομικών προσώπων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Η κατανομή, σε Δήμους και Κοινότητες, προσωπικού, που προέρχεται από επιχειρήσεις Συνδέσμων, που λύθηκαν μέχρι 8.6.2006 και η οποία έγινε κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 6 του άρθρου 22 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α΄) θεωρείται νόμιμη, αφότου ελήφθη η σχετική απόφαση, και για όσες περιπτώσεις δεν συντελέστηκε κατ’ αναλογία συμμετοχής των αιρετών αντιπροσώπων των οικείων ΟΤΑ στο Διοικητικό Συμβούλιο του Συνδέσμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Το έβδομο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Τα ανωτέρω ισχύουν με την επιφύλαξη της παραγράφου 10 του άρθρου 12 του ν. 2503/1997 (ΦΕΚ 107 Α) και της παραγράφου 7 του άρθρου 25 του ν. 2738/1999 (ΦΕΚ 180 Α), προκειμένου περί υπαλλήλων των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού, αντιστοίχως, με εξαίρεση το προσωπικό των ΟΤΑ α΄ βαθμού που ανήκει σε υπηρεσίες καθαριότητας, οι οποίες λειτουργούν, σύμφωνα με το νόμο, σε εικοσιτετράωρη βάση και το οποίο δεν εμπίπτει στον περιορισμό των δεκαέξι (16) ωρών, κατά μήνα, που προβλέπεται από το έκτο εδάφιο της παρούσας. Για το ανωτέρω προσωπικό των υπηρεσιών καθαριότητας το σχετικό όριο για υπερωριακή εργασία κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες, καθώς και κατά τις νυχτερινές ώρες δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα (30) ώρες κατά μήνα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Οι διαπραγματεύσεις προς κατάρτιση συλλογικών συμβάσεων εργασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2738/1999 (ΦΕΚ 18 Α), με τους μόνιμους υπαλλήλους των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού διεξάγονται από τη Γενική Διεύθυνση Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, η οποία αποτελεί και το αρμόδιο όργανο εκπροσώπησης του Δημοσίου σε αυτές και υπό την επιφύλαξη του άρθρου 24 παρ. 3 του ν. 3205/2003.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Στη διάταξη της παραγράφου 8 του άρθρου 24 του ν. 3613/2007 (ΦΕΚ 263 Α) και μετά τις λέξεις «ανά δημοτικό» προστίθενται οι λέξεις «ή τοπικό».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του ν. 1080/1980 (ΦΕΚ 246 Α), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Προκειμένου για τους Δήμους και τις Κοινότητες της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης, η επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και αποτελείται από: α) έναν (1) υπάλληλο κλάδου ή ειδικότητας ΠΕ Διοικητικού του Υπουργείου Εσωτερικών, ως Πρόεδρο, β) έναν (1) μόνιμο ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπάλληλο, αντίστοιχου κλάδου ή ειδικότητας του ΟΤΑ και γ) έναν (1) δημοτικό ή κοινοτικό σύμβουλο, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από το οικείο Δημοτικό ή Κοινοτικό Συμβούλιο.»

Άρθρο 19Εντοπιότητα υποψήφιων υπαλλήλων ΟΤΑ πρώτου βαθμού

Το πρώτο εδάφιο της περ. Δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του ν. 3051/2002 (ΦΕΚ 220 Α) αντικαθίσταται ως εξής: «Για τους δημότες Δήμου ή Κοινότητας, εφόσον επιθυμούν το διορισμό τους σε θέσεις του Δήμου ή της Κοινότητας του οποίου είναι δημότες ή σε θέσεις δημοτικής ή κοινοτικής επιχείρησης ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή ιδρύματος τους και δεσμεύονται να υπηρετούν σε αυτές επί μία τουλάχιστον δεκαετία: εκατόν πενήντα (150) μονάδες. Οι ρυθμίσεις του προηγούμενου εδαφίου καταλαμβάνουν και τις σχετικές προκηρύξεις που έχουν εκδοθεί από την κατάθεση μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος.»

Άρθρο 20Αναδιατυπώσεις άρθρων Δημοτικού και Κοινοτικού ΚώδικαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ν. 3463/2006 (ΦΕΚ 114 Α) προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο: «Το ίδιο ισχύει και για τους Δήμους ή τις Κοινότητες που καταργήθηκαν, κατόπιν συνένωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του επόμενου άρθρου, εφόσον δεν είχαν τοπικά διαμερίσματα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 34του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «Σε κάθε συνδυασμό υποψήφιων δημοτικών συμβούλων μπορεί να περιλαμβάνονται μέχρι δύο (2) υποψήφιοι, οι οποίοι διετέλεσαν αιρετοί, για δύο περιόδους, στο αξίωμα του Δημάρχου ή για μία περίοδο στο αξίωμα του Δημάρχου και δύο περιόδους σε εκείνο του Προέδρου Κοινότητας, σε οποιονδήποτε Δήμο ή Κοινότητα του ίδιου νομού. Για τους ανωτέρω υποψηφίους δεν απαιτείται σταυρός προτίμησης. Αν σημειωθεί, δεν συνεπάγεται ακυρότητα του ψηφοδελτίου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 87 του ν. 3463/2006 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Σε Δήμους που έχουν χαρακτηρισθεί ως τουριστικοί και έχουν πληθυσμό μέχρι δύο χιλιάδες (2.000) κατοίκους μπορεί να ορίζεται ένας επιπλέον Αντιδήμαρχος κατά την τουριστική περίοδο. Η διάρκεια της τουριστικής περιόδου στο συγκεκριμένο Δήμο καθορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο άρθρο 94 του ν. 3463/2006 προστίθεται παράγραφος 6, ως ακολούθως: «6. Για την αποδοτικότερη λειτουργία των δημοτικών παρατάξεων η δημοτική αρχή οφείλει να τους παραχωρεί γραφείο εντός του δημοτικού καταστήματος, με δυνατότητα γραμματειακής υποστήριξης, εφόσον οι ανάγκες της υπηρεσίας το επιτρέπουν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το πέμπτο εδάφιο του άρθρου 95 παράγραφος 2του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «Αν το συμβούλιο δεν συγκληθεί το αργότερο έξι ημέρες μετά την υποβολή της αίτησης, συνέρχεται ύστερα από πρόσκληση εκείνων που υπέβαλαν την αίτηση και αποφασίζει για τα θέματα, για τα οποία είχε ζητηθεί η σύγκλησή του.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η παράγραφος 2 του άρθρου 127 του ν. 3463/2006 τροποποιείται ως εξής: «2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου του Δημοτικού Διαμερίσματος λαμβάνουν μηνιαία αποζημίωση για τη συμμετοχή τους σε συνεδριάσεις του συμβουλίου. Το ύψος της αποζημίωσης για κάθε συνεδρίαση και η βάση υπολογισμού της, μέχρι τρεις κατά μήνα συνεδριάσεις, καθορίζονται με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται κατ’ απόλυτη πλειοψηφία των μελών του, και δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 2/3 της αποζημίωσης, που δικαιούνται οι δημοτικοί σύμβουλοι για τις συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Στους αιρετούς της παραγράφου 1 του άρθρου 139 του ν. 3463/2006 περιλαμβάνονται και όσοι είναι υπάλληλοι επιχειρήσεων κοινωφελούς χαρακτήρα ειδικού σκοπού του ν. 1069/1980 (ΦΕΚ 191 Α).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στο άρθρο 140 παράγραφος 2 του ν. 3463/2006 διαγράφονται οι λέξεις «για τις μετακινήσεις των υπαλλήλων Δήμων και Κοινοτήτων» και προστίθενται οι λέξεις «από τις σχετικές διατάξεις του ν. 2685/1999 (ΦΕΚ 35 Α΄), όπως ισχύει.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στο άρθρο 140 παράγραφος 3 του ν. 3463/2006 προστίθενται εδάφια ως εξής: «Ο Πρόεδρος της Κοινότητας και τα μέλη του Κοινοτικού Συμβουλίου δικαιούνται αποζημίωση για κάθε συνεδρίαση και μέχρι τρεις (3) το πολύ συνεδριάσεις το μήνα. Η αποζημίωση για τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις είναι ίση με ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) επί των μηνιαίων εξόδων παράστασης του Προέδρου της Κοινότητας, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 136.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Για τους Δήμους που διαιρούνται σε δημοτικά διαμερίσματα, η αποζημίωση των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου ορίζεται σε ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) επί των μηνιαίων εξόδων παράστασης του Προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου, όπως αυτά διαμορφώνονται, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 136.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Στο άρθρο 141 του ν. 3463/2006 προστίθεται παράγραφος 3 που έχει ως εξής: «3. Η αστική ευθύνη της παραγράφου 1 υπόκειται σε τριετή παραγραφή, η οποία αρχίζει με τη λήξη της δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Η παράγραφος 1 του άρθρου 191 του ν. 3463/2006αντικαθίσταται ως εξής: «1. Οι διατάξεις του άρθρου 186 εφαρμόζονται αναλόγως για την αγορά ιδιωτικών ακινήτων εκ μέρους των Δήμων και των Κοινοτήτων. Ειδικά στην περίπτωση αγοράς ακινήτου, όπου σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 186 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων απαιτείται η εκτίμηση της αγοραίας αξίας του από το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών ως προϋπόθεση για την κατάρτιση της σύμβασης μεταβίβασης της κυριότητας, το Δημοτικό ή Κοινοτικό Συμβούλιο, με απόφαση του που λαμβάνεται με την πλειοψηφία επί του συνόλου των μελών του, μπορεί να κρίνει ότι το ακίνητο αυτό είναι το μόνο κατάλληλο για την εκπλήρωση δημοτικού ή κοινοτικού σκοπού και να αποφασίσει την απευθείας αγορά. Όπου, όμως, δεν προβλέπεται η εκτίμηση της αγοραίας αξίας του ακινήτου κατ’ άρθρο 186 παρ. 6 του ΔΚΚ, τότε η κρίση περί του ότι το ακίνητο είναι το μόνο κατάλληλο, καθώς και η απόφαση για την απευθείας αγορά, λαμβάνονται με πλειοψηφία των 2/3 των μελών του Δημοτικού ή Κοινοτικού Συμβουλίου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Στο άρθρο 209 του ν. 3463/2006 προστίθενται παράγραφοι 9 και 10 ως ακολούθως: «9. Οι Δήμοι και οι Κοινότητες, οι Σύνδεσμοι τους, τα νομικά τους πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τα ιδρύματα τους δύνανται να αναθέτουν απευθείας ή με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρο διαγωνισμό) παροχή υπηρεσιών, που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α), σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 83 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α), ως προς τα επιτρεπτά χρηματικά όρια, όπως αυτά καθορίζονται με τις εκάστοτε εκδιδόμενες αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Για την απευθείας ανάθεση απαιτείται απόφαση Δημάρχου ή Προέδρου Κοινότητας, προέδρου συνδέσμων, νομικών τους προσώπων δημοσίου δικαίου και ιδρυμάτων, χωρίς προηγούμενη απόφαση του συμβουλίου. Στην περίπτωση αυτή τα συντασσόμενα τεύχη εγκρίνονται από τον Δήμαρχο ή τον Πρόεδρο Κοινότητας ή τον πρόεδρο του συνδέσμου, του δημοτικού ή κοινοτικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή ιδρύματος. Για τη συνοπτική διαδικασία (πρόχειρο διαγωνισμό) απαιτείται απόφαση της δημαρχιακής επιτροπής ή του κοινοτικού συμβουλίου, του διοικητικού συμβουλίου συνδέσμων, νομικών τους προσώπων δημοσίου δικαίου και ιδρυμάτων, που εγκρίνει και τα συντασσόμενα τεύχη. 10. Η σύναψη σύμβασης παροχής υπηρεσιών με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης ρυθμίζεται με ανάλογη εφαρμογή των αντίστοιχων διατάξεων του άρθρου 25 των προεδρικών διαταγμάτων 59/2007 (ΦΕΚ 59 Α) και 60/2007 (ΦΕΚ 64 Α), όπως ισχύουν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Η παράγραφος 2 του άρθρου 217 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «2. Η ειδική δημόσια συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου γίνεται μέχρι το τέλος Ιουνίου και ανακοινώνεται πριν από δεκαπέντε (15), τουλάχιστον, ημέρες με κάθε πρόσφορο μέσο. Σε αυτή καλούνται οι κάτοικοι, καθώς και οι συνδικαλιστικοί, επιστημονικοί και κοινωνικοί φορείς του Δήμου. Σε Δήμους άνω των 50.000 κατοίκων και σε Δήμους πρωτευουσών νομών η ειδική δημόσια συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου πραγματοποιείται μέχρι την 31η Ιανουαρίου του επόμενου έτους και καλούνται, μόνον, οι θεσμοθετημένοι συλλογικοί φορείς της πόλεως, όπως, επιστημονικοί, εμπορικοί, συνδικαλιστικοί και κοινωνικοί, για την ευρύτερη, δυνατή, εκπροσώπηση των κατοίκων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Η παράγραφος 2 του άρθρου 219 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Οι Δήμοι και οι Κοινότητες, στο πλαίσιο των ρυθμίσεων της προηγούμενης παραγράφου, μπορούν να πραγματοποιούν και πολιτιστικές, καλλιτεχνικές και αθλητικές εκδηλώσεις και ανταλλαγές αποστολών για την αντιμετώπιση θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος, καθώς και να συνάπτουν συμφωνίες.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

Το έκτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 240του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα εδάφια: «Είναι δυνατόν η μειοψηφία αντί δημοτικού ή κοινοτικού συμβούλου να ορίσει ως εκπρόσωπο της δημότη ή κάτοικο, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Σε περίπτωση που η μειοψηφία δεν ορίσει συμβούλους, δημότες ή κατοίκους, ή εκείνοι που έχουν οριστεί παραιτηθούν, χωρίς να αντικατασταθούν, μετέχουν σύμβουλοι, δημότες ή κάτοικοι που ορίζονται από την πλειοψηφία.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 17

Στο τέλος του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 244 του ν. 3463/2006 η λέξη «Δήμων» αντικαθίσταται από τη λέξη «ΟΤΑ».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 18

Η παράγραφος 7 του άρθρου 252 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «7. Ιδρύματα και λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου των Δήμων και Κοινοτήτων δεν επιτρέπεται να συνιστούν οποιασδήποτε μορφής επιχείρηση ή να συμμετέχουν σε αυτές.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 19

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 254 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «Σκοπός των ανωτέρω επιχειρήσεων μπορεί να είναι επίσης η οργάνωση δημοτικής συγκοινωνίας, η εκπόνηση και εφαρμογή προγραμμάτων έρευνας και τεχνολογίας, καθώς και η εκπόνηση και εφαρμογή προγραμμάτων και πολιτικών προώθησης της απασχόλησης για την ανάπτυξη της περιοχής τους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 20

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 254 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Δεν επιτρέπεται η συμμετοχή κοινωφελούς επιχείρησης σε άλλες επιχειρήσεις οποιασδήποτε μορφής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 21

Η παράγραφος 4 του άρθρου 265 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Οι ανώνυμες εταιρείες ΟΤΑ, με εξαίρεση τις αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες, τα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα (ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.), τα δημοτικά και του διαδημοτικού χαρακτήρα θέατρα που έχουν τη μορφή ανώνυμης εταιρείας δεν συμμετέχουν σε προγραμματικές συμβάσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 22

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτοτου ν. 3463/2006, μετά τα δύο πρώτα εδάφια προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο: «Οι ρυθμίσεις των προηγούμενων εδαφίων, καθώς και των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου αυτού, όπως ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και στα ΑμεΑ που είχαν προσληφθεί μέχρι 31.12.2005 από επιχειρήσεις ΟΤΑ με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε εκτέλεση ειδικού προγράμματος απασχόλησης του ΟΑΕΔ και εξακολουθούν να παρέχουν υπηρεσίες κατά τη δημοσίευση του παρόντος, καθώς και σε άτομα που προσλήφθηκαν κατ’ εφαρμογή του ν. 2643/1998 (ΦΕΚ 220 Α), εφόσον συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 23

Στο άρθρο 270 του ν. 3463/2006 προστίθεται παράγραφος 6, που έχει ως εξής: «6. Για τις δημοτικές ή κοινοτικές επιχειρήσεις του π.δ. 410/1995, συμπεριλαμβανομένων και των αστικών εταιρειών ΟΤΑ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, για τις οποίες δεν προβλέπεται στη συστατική τους πράξη συγκεκριμένος χρόνος λειτουργίας, αυτός λήγει με την πάροδο εικοσαετίας από την έναρξη ισχύος του παρόντος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 24

Στο τέλος του εδαφίου 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 274 του ν. 3463/2006 η φράση «τριών (3) μηνών» αντικαθίσταται από τη φράση «τριάντα (30) μηνών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 25

Η παράγραφος 2 του άρθρου 274 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η μεταγραφή των αποφάσεων της προηγούμενης παραγράφου γίνεται, σε όσες περιπτώσεις δεν έχει συντελεσθεί, στα οικεία υποθηκοφυλακεία, ατελώς, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία έξι (6) μηνών από την έκδοση τους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 26

Εφόσον για τους οικισμούς που προσαρτήθηκανστους Δήμους του ν. 2539/1997 (ΦΕΚ 244 Α΄) και αποτέλεσαν τοπικά διαμερίσματα δεν υφίσταται καθορισμός ορίων, αυτός γίνεται από την επιτροπή της παραγράφου 9 του άρθρου 2 του ανωτέρω νόμου, οι διατάξεις της οποίας επαναφέρονται σε ισχύ. Η ανωτέρω επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, οι δε αποφάσεις καθορισμού ορίων εκδίδονται μέχρι την 31.12.2009.

Άρθρο 21Λειτουργικά ζητήματα Τοπικής ΑυτοδιοίκησηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κατ’ εξαίρεση η θητεία των Τοπικών Συμβουλίων Νέων που συγκροτήθηκαν κατά την πρώτη εφαρμογή του ν. 3443/2006 (ΦΕΚ 41 Α΄) διαρκεί μέχρι τη λήξη της τρέχουσας δημοτικής περιόδου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζονται οι προϋποθέσεις και οι τεχνικές προδιαγραφές για την κατασκευή και τη λειτουργία των παιδικών χαρών των Δήμων και Κοινοτήτων, τα όργανα και η διαδικασία αδειοδότησης και ελέγχου τους, η διαδικασία συντήρησης αυτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, μετά από γνώμη της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. και της Ε.Ν.Α.Ε., μπορεί να εκδίδεται Κώδικας Συμπεριφοράς των Αιρετών Οργάνων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών μπορεί να διενεργείται διαγωνισμός για απονομή βραβείου σε ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού που διακρίνονται στην άσκηση των αρμοδιοτήτων τους για καινοτόμες δράσεις. Με όμοια απόφαση καθορίζεται το όργανο, η διαδικασία και τα κριτήρια αξιολόγησης της βράβευσης, το είδος των βραβείων, όπως και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται, κατά κατηγορία δαπάνης, τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την εκκαθάριση και την εντολή πληρωμής των δαπανών των ΟΤΑ α΄ βαθμού, από τις αρμόδιες υπηρεσίες αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Είναι δυνατή η επανασύσταση των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών Κρίσεως Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, στα Νομαρχιακά Διαμερίσματα και στη ΔΕΠΑΘΑ/ΓΕΕΘΑ, χωρίς χρονικό περιορισμό, όσον αφορά στη λήξη της θητείας τους, εφόσον συντρέχει λόγος, για την εξέταση, τυχόν, εκκρεμών αιτήσεων και για την επανεξέταση αποφάσεων, σε συμμόρφωση προς το περιεχόμενο σχετικών δικαστικών αποφάσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 1069/1980 (ΦΕΚ 191 Α), όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 33 του ν. 3274/2004 (ΦΕΚ 195 Α), διαγράφεται η λέξη «διάθεση».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η παράγραφος 2 του άρθρου 12 του π.δ. 171/1987 (ΦΕΚ 84 Α) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «2. Η θεώρηση των Πρωτοκόλλων Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.) και των Ανακεφαλαιωτικών Πινάκων Εργασιών (Α.Π.Ε.) έργων γίνεται από τα αρμόδια όργανα που θεώρησαν την αντίστοιχη μελέτη του έργου ή τον ειδικό προϋπολογισμό αυτού. Σε όσες περιπτώσεις η θεώρηση της μελέτης έχει γίνει από τη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εσωτερικών, η θεώρηση των Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. και των Α.Π.Ε. γίνεται από την ως άνω Υπηρεσία και, όπου από τις οικείες διατάξεις προβλέπεται γνωμοδότηση τεχνικού συμβουλίου, γνωμοδοτεί το Συμβούλιο Δημοτικών και Κοινοτικών Εργων και Θεώρησης Μελετών του Υπουργείου Εσωτερικών. Τα Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. και οι Α.Π.Ε. που έχουν θεωρηθεί από την Τεχνική Υπηρεσία του Υπουργείου Εσωτερικών επιστρέφονται στη Διευθύνουσα Υπηρεσία και κοινοποιούνται από αυτήν στον ανάδοχο, με αποδεικτικό.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Οι διατάξεις της παραγράφου 2 περίπτωση ε΄ τουάρθρου 9 του π.δ. 171/1987 (ΦΕΚ 194 Α) ως προς το αρμόδιο συλλογικό όργανο των Δήμων που αποφασίζει γιατην απευθείας ανάθεση μικρών έργων ή εκτέλεση εργασιών συντήρησης έργων μέχρι του ποσού που καθορίζεται με την εκάστοτε απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων (Απόφαση ΕΔ2α/04/40/Φ.Ν. 294/28.3.1986 (ΦΕΚ 137 Β), όπωςτροποποιήθηκε με την ομοία Δ17α/7/96/Φ.Ν.294/27.8.1992 (ΦΕΚ 547 Β) κατά τις ειδικότερες ρυθμίσεις αυτής, υπό την ισχύ του ν. 3463/2006 (ΦΕΚ 141 Α)«Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» εξακολουθούν να ισχύουν. Ληφθείσες αποφάσεις ανάθεσης τωνανωτέρω έργων από τη δημαρχιακή επιτροπή θεωρούνται νόμιμες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Το προσωπικό που απασχολείται στα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα του Γ΄ ΚΠΣ σε επιχειρήσεις ΟΤΑ συνεχίζει να προσφέρει τις υπηρεσίες του, με την ίδια σχέση εργασίας, στα προγράμματα του ΕΣΠΑ μέχρι τη λήξη τους, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 21 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α΄).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Οι ανάγκες των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού, για την εν γένει φύλαξη και φρούρηση των κτιρίων, εγκαταστάσεων και χώρων τους, καθώς και για τη συνοδεία χρηματαποστολών, είναι δυνατόν να καλύπτονται, κατόπιν σχετικού μειοδοτικού διαγωνισμού, από επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ασφαλείας, που λειτουργούν νομίμως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Οι Ο.Τ.Α. που ορίζονται με την υπ’ αριθμ. οικ/5322/ Α32/2008 (ΦΕΚ 1336 Β) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, καθώς και τα Ν.Π.Δ.Δ. αυτών, μπορούν με απόφαση του οικείου συμβουλίου τους, να ορίσουν νέα αποκλειστική προθεσμία για την υποβολή των δηλώσεων και των αιτήσεων προς υπαγωγή στη ρύθμιση του άρθρου 26 του ν. 3649/2008 (ΦΕΚ 39 Α), υπό την προϋπόθεση ότι η αρχική προθεσμία που είχε καθορισθεί από το οικείο συμβούλιο έληγε μετά την 8η Ιουνίου 2008. Η απόφαση εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος και η προθεσμία που θα καθορισθεί με αυτήν δεν μπορεί να υπερβαίνει τον έναν (1) μήνα από την ημερομηνία έκδοσης της. Για τα λοιπά θέματα εφαρμόζονται οι προβλέψεις του άρθρου 26 του ν. 3649/2008 και της εκδοθείσας, μέχρι την 3η Μαίου 2008, σχετικής απόφασης του συμβουλίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Οι προθεσμίες των παραγράφων 1, 2 και 8 του άρθρου 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 25 παρ. 1 του ν. 3613/2007 (ΦΕΚ 263 Α), παρατείνονται από τη λήξη τους ως τις 31.12.2009. Η ανωτέρω προθεσμία ισχύει και για τη μεταφορά προσωπικού σύμφωνα με την παράγραφο 10 του άρθρου 25 του ν. 3613/2007. Ανώνυμες αναπτυξιακές εταιρείες των ΟΤΑ μπορούν να διαχειρίζονται και να υλοποιούν κοινωνικά προγράμματα, συγχρηματοδοτούμενα από το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς 2007−2013, έως και την 31.8.2009. Μετά την ανωτέρω ημερομηνία, η εκτέλεση των προγραμμάτων αυτών θα πρέπει να έχει αναληφθεί από κοινωφελείς επιχειρήσεις των ΟΤΑ. Μετά την ίδια ημερομηνία θα πρέπει να έχει, επίσης, πραγματοποιηθεί και η μεταφορά του προσωπικού που απασχολείται με την υλοποίηση των ίδιων προγραμμάτων, ύστερα από απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της οικείας κοινωφελούς επιχείρησης. Η προθεσμία της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του ν. 3613/2007 (ΦΕΚ 263 Α), για την εφαρμογή του Προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι» παρατείνεται από τη λήξη της μέχρι και την 30.4.2009, εφόσον, εν τω μεταξύ, το πρόγραμμα δεν έχει υποκατασταθεί από το αντίστοιχο νέο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς. Μέχρι την ανωτέρω καταληκτική ημερομηνία ισχύουν οι λοιπές ρυθμίσεις της ίδιας παραγράφου, ανεξαρτήτως κατάρτισης σχετικών προγραμματικών συμβάσεων, υπό την προϋπόθεση, ότι το ανωτέρω πρόγραμμα εξακολούθησε υλοποιούμενο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Υφιστάμενες δημοτικές ή κοινοτικές επιχειρήσεις Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης μετατρέπονται σε ανώνυμες εταιρίες ΟΤΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 269 του ν. 3463/2006, όπως ισχύει, μετά και την τροποποίηση του από την προηγούμενη παράγραφο.

Άρθρο 22Άσκηση προληπτικού ελέγχου επί των δαπανών ΟΤΑ πρώτου βαθμού και νομικών προσώπων αυτών

Η παρ. 4 του άρθρου 169 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (ν. 3463/2006) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «4. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών και Δικαιοσύνης, μετά από αίτηση του οικείου πρωτοβάθμιου ΟΤΑ, επιτρέπεται η άσκηση προληπτικού ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο, επί των δαπανών Δήμων ή Κοινοτήτων με πληθυσμό κάτω των 5.000 κατοίκων. Με όμοιο διάταγμα επιτρέπεται η άσκηση προληπτικού ελέγχου επί των δαπανών. α. Δημοτικών ή κοινοτικών ιδρυμάτων και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, μετά από αίτηση του πρωτοβάθμιου ΟΤΑ στην εποπτεία του οποίου υπάγονται, καθώς και β. Συνδέσμων Δήμων και Κοινοτήτων, μετά από αίτηση των διοικητικών συμβουλίων αυτών.»

Άρθρο 23Κατεδάφιση αυθαιρέτων εντός της αρμοδιότητας περισσότερων υπηρεσιών

Στην περίπτωση ακινήτου το οποίο έχει κριθεί τελεσίδικα ως αυθαίρετο και κατεδαφιστέο και βρίσκεται εντός της αρμοδιότητας δύο ή περισσότερων εμπλεκόμενων υπηρεσιών αρμόδια, για την υλοποίηση της κατεδάφισης, καθίσταται η οικεία Περιφέρεια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Άρθρο 24Συμβούλιο Ασφάλειας και Πολιτικής ΠροστασίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο Υπουργείο Εσωτερικών ιδρύεται και λειτουργεί Συμβούλιο Ασφάλειας και Πολιτικής Προστασίας (Σ.Α.Π.Π.), το οποίο συγκροτείται από τους: α. Υπουργό Εσωτερικών, ως πρόεδρο. β. Υφυπουργό Εσωτερικών αρμόδιο για θέματα Τοπικής Αυτοδιοίκησης. γ. Υφυπουργό Εσωτερικών αρμόδιο για θέματα Δημόσιας Τάξης. δ. Γενικό Γραμματέα Εσωτερικών. ε. Γενικό Γραμματέα Δημόσιας Τάξης. στ. Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας. ζ. Αρχηγό Ελληνικής Αστυνομίας. η. Αρχηγό Πυροσβεστικού Σώματος. θ. Αρχηγό Ελληνικής Αγροφυλακής. ι. Διοικητή Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. ια. Διευθυντή Διεύθυνσης Παλλαϊκής Αμυνας (Π.ΑΜ.)Πολιτικής Σχεδίασης Εκτακτης Ανάγκης (Π.Σ.Ε.Α.), ως μέλη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα μέλη του ανωτέρω Συμβουλίου δεν αναπληρώνονται σε περίπτωση έλλειψης, απουσίας ή κωλύματος. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του Υπουργού αναπληρώνεται από τον Υφυπουργό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το Συμβούλιο Ασφάλειας και Πολιτικής Προστασίας έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α. Προβαίνει σε εκτιμήσεις καταστάσεων, που παρουσιάζονται στην Επικράτεια της Χώρας ή στον ευρύτερο γεωγραφικό της χώρο και είναι δυνατόν να επηρεάσουν σοβαρά την ασφάλεια και δημόσια τάξη, την πυρασφάλεια και δασοπυρόσβεση, την αγροτική ασφάλεια και την πολιτική προστασία ή να οδηγήσουν σε κρίση ή να δημιουργήσουν συνθήκες κρίσεως που απαιτείται άμεση αντίδραση. β. Διαχειρίζεται τα κρίσιμα θέματα κοινής αρμοδιότητας των Σωμάτων και υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και αποφασίζει για την ακολουθητέα στρατηγική, παρέχοντας κατευθύνσεις προς αντιμετώπισή τους. γ. Καθορίζει τρόπους αποτελεσματικότερης συνεργασίας επί θεμάτων κοινής αρμοδιότητας των Σωμάτων και Υπηρεσιών των Γενικών Γραμματειών Δημόσιας Τάξης και Πολιτικής Προστασίας. δ. Αποφασίζει επί θεμάτων κοινών δομών, διυπηρεσιακής συνεργασίας και διαλειτουργικότητας, αποτελεσματικότητας και κοινής αρμοδιότητας των Σωμάτων και Υπηρεσιών των Γενικών Γραμματειών Δημόσιας Τάξης και Πολιτικής Προστασίας και εξετάζει θέματα που αφορούν τη δομή των δυνάμεων, κοινά εξοπλιστικά ή ερευνητικά προγράμματα, καθώς και αντίστοιχα ζητήματα προϋπολογισμού και Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. ε. Εξετάζει κάθε άλλο θέμα αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών, το οποίο κρίνεται σκόπιμο να συζητηθεί.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η άσκηση των αρμοδιοτήτων του εν λόγω Συμβουλίου δεν θίγει αρμοδιότητες και λειτουργίες άλλων συλλογικών οργάνων των Σωμάτων και Υπηρεσιών του Υπουργείου Εσωτερικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το Συμβούλιο συγκαλείται από τον Πρόεδρο του, ο οποίος καθορίζει και την ημερήσια διάταξη του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στο Συμβούλιο μπορούν να προσκαλούνται υπηρεσιακοί παράγοντες του Υπουργείου Εσωτερικών, εκπρόσωποι άλλων Υπουργείων και δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων, καθώς και εμπειρογνώμονες και ειδικοί επιστήμονες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί κατά περίπτωσηανώτατος ή ανώτερος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Πυροσβεστικού Σώματος. Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου τηρούνται, με ευθύνη του προέδρου, πρακτικά τα οποία και καταχωρούνται σε οικείο βιβλίο. Στις Υπηρεσίες κοινοποιούνται μόνο οι αποφάσεις του Συμβουλίου προς υλοποίηση.

Άρθρο 25Στοιχεία αιτήσεων προς τη Διοίκηση

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν. 2690/1999 (ΦΕΚ 45 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «4. Τα στοιχεία της ταυτότητας που αναφέρονται στην αίτηση, όταν πρόκειται για Έλληνες πολίτες, αποδεικνύονται από το δελτίο αστυνομικής ταυτότητας ή τη σχετική προσωρινή βεβαίωση της αρμόδιας αρχής ή το διαβατήριο ή την άδεια οδήγησης ή το ατομικό βιβλιάριο υγείας όλων των ασφαλιστικών φορέων.»

Άρθρο 26Αυτοματοποίηση Διεκπεραίωσης Υποθέσεων από τη ΔιοίκησηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τα ηλεκτρονικά αιτήματα τα οποία υποβάλλονταιστις Δημόσιες Υπηρεσίες, Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 32 του ν.3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α΄), είτε απευθείας από τους αιτούντες είτε μέσω Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών είτε στο πλαίσιο της αυτεπάγγελτης αναζήτησης δικαιολογητικών διεκπεραιώνονται αυτόματα, με την υποστήριξηκαι χρήση κατάλληλων Πληροφοριακών Συστημάτωναπό τους αρμόδιους φορείς, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α. Η διεκπεραίωση της υπόθεσης και η έκδοση της σχετικής πράξης βασίζεται σε στοιχεία τα οποία έχουν ελεγχθεί και έχει επιβεβαιωθεί η γνησιότητα και εγκυρότητα τους από τους αρμόδιους φορείς κατά το στάδιο της καταχώρισης των στοιχείων στο εκάστοτε Πληροφοριακό Σύστημα. β. Ο αρμόδιος για την έκδοση της πράξης φορέας παρέχει στους λοιπούς φορείς του δημόσιου τομέα και τους τρίτους τη δυνατότητα ηλεκτρονικής επαλήθευσης και επιβεβαίωσης του περιεχομένου και της γνησιότητας της εκδιδόμενης σε ψηφιακή μορφή πράξης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η ηλεκτρονική έκδοση της πράξης σε ψηφιακή μορφή σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου από τους αρμόδιους φορείς συνιστά έκδοση διοικητικής πράξης. Η εκτύπωση της εκδιδόμενης πράξης σύμφωνα με τα ανωτέρω επέχει θέση ακριβούς αντιγράφου, το οποίο επικυρώνεται από τη διοικητική αρχή που παραλαμβάνει το αίτημα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η ψηφιοποίηση διοικητικής πράξης, που εκδόθηκε σε έντυπη μορφή, απαιτεί ψηφιοποίηση του πρωτοτύπου και επικύρωση από τον αρμόδιο υπάλληλο της διοικητικής αρχής που το εξέδωσε ή άλλης με υποχρεωτική χρήση ψηφιακής υπογραφής.

Άρθρο 27Αρμοδιότητες Υπηρεσίας Ανάπτυξης ΠληροφορικήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Υπηρεσία Ανάπτυξης Πληροφορικής της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της είναι υπεύθυνη για: α. Τον καθορισμό του Πλαισίου Παροχής Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και ιδίως των προδιαγραφών, των κανόνων και των προτύπων σχετικά με: i) To σχεδιασμό, ανάπτυξη, συντήρηση και λειτουργία των διαδικτυακών τόπων και πληροφοριακών συστημάτων της Δημόσιας Διοίκησης. ii) Την ανάπτυξη και παροχή ολοκληρωμένων ηλεκτρονικών υπηρεσιών από τους φορείς του δημόσιου τομέα. iii) Τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας σε οργανωτικό, σημασιολογικό και τεχνολογικό επίπεδο, για την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ πληροφοριακών συστημάτων των φορέων του δημόσιου τομέα. iν) Την εγγραφή, ταυτοποίηση και ηλεκτρονική αναγνώριση πολιτών και επιχειρήσεων σε ηλεκτρονικές υπηρεσίες του δημόσιου τομέα. ν) Τη διαχείριση του Μητρώου για την καταχώριση των παρεχόμενων υπηρεσιών από φορείς της Δημόσιας Διοίκησης (Μητρώο Διαλειτουργικότητας). β. Το συντονισμό και υποστήριξη των αρμόδιων υπηρεσιών του Δημοσίου για την παροχή υπηρεσιών πληροφόρησης και ηλεκτρονικών συναλλαγών μέσω Κεντρικών Διαδικτυακών Πυλών της Δημόσιας Διοίκησης, σύμφωνα με το Πλαίσιο Παροχής Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. γ. Το συντονισμό και την παρακολούθηση της λειτουργίας οριζόντιων έργων του Υπουργείου Εσωτερικών που υποστηρίζουν την ανάπτυξη και παροχή Ολοκληρωμένων Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. δ. Την αντιμετώπιση κάθε άλλου θέματος που αφορά στην παροχή Ολοκληρωμένων Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών κυρώνεται το Πλαίσιο Παροχής Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με αποφάσεις του Υπουργού Εσωτερικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού μπορεί να ρυθμίζονται, όπου απαιτείται, ζητήματα ολοκλήρωσης και αυτοματοποίησης ηλεκτρονικών υπηρεσιών στο Πλαίσιο Παροχής Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, τα οποία εμπίπτουν στη αρμοδιότητα άλλων φορέων του δημόσιου τομέα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Από τις ρυθμίσεις των παραπάνω παραγράφων εξαιρείται η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.

Άρθρο 28Θέματα Επιχειρησιακών ΠρογραμμάτωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με προκήρυξη που εκδίδεται από την Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Ε.Τ.Α.Α.), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφος 3 του ν. 2527/1997 (ΦΕΚ 206 Α), επιλέγονται έως διακόσια (200) κατ’ ανώτατο όριο άτομα, κάτοχοι πτυχίων Σχολών ή Τμημάτων Πληροφορικής A.E.Ι. ή Τ.Ε.Ι ή συναφών, για τη συμμετοχή τους σε πρόγραμμα εκπαίδευσης και διορισμό τους σύμφωνα με τις επόμενες παραγράφους. Με την προκήρυξη μπορεί να ορίζονται συγκεκριμένες ειδικότητες πληροφορικής ή συναφείς ειδικότητες που καθορίζονται από το Υπουργείο Εσωτερικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το προσωπικό αυτό εκπαιδεύεται σε ειδικά θέματα που σχετίζονται με το σχεδιασμό, παρακολούθηση και εκτέλεση δράσεων των επιχειρησιακών προγραμμάτων του Ε.Σ.Π.Α. ή άλλων κοινοτικών ή ειδικών προγραμμάτων. Τα θέματα εκπαίδευσης προσδιορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Το πρόγραμμα εκπαίδευσης οργανώνεται και εκτελείται από την Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Ε.Τ.Α.Α.).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το προσωπικό αυτό, μετά την εκπαίδευση του, διατίθεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών για διορισμό στις Περιφέρειες και τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις. Ο διορισμός ανατρέχει στην ημερομηνία ένταξης τους στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Με την απόφαση διάθεσης καθορίζονται οι κλάδοι ή και οι ειδικότητες σε θέσεις των οποίων διορίζονται. Αν δεν υπάρχουν κενές θέσεις ή δεν επαρκούν συνιστώνται αυτοδικαίως με την απόφαση διάθεσης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Κατά το διάστημα της εκπαίδευσης και ως το διορισμό καταβάλλονται οι τακτικές αποδοχές νεοδιοριζόμενου υπαλλήλου αντίστοιχου κλάδου ή ειδικότητας. Οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών/Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στον οποίο εγγράφονται οι σχετικές πιστώσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α. Στο πλαίσιο εκτέλεσης του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Διοικητική Μεταρρύθμιση 2007−2013» του Υπουργείου Εσωτερικών συγκροτείται Συμβουλευτική Επιτροπή αποτελούμενη από εμπειρογνώμονες υψηλού κύρους και επαγγελματικής κατάρτισης, Ελληνες και αλλοδαπούς, η οποία αποτελείται κατ’ ανώτατο όριο από 25 μέλη. β. Αποστολή της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι η επιστημονική υποστήριξη για την εφαρμογή του Επιχειρησιακού Προγράμματος, η παρακολούθηση της προόδου και των αποτελεσμάτων του και η υποβολή προτάσεων και εισηγήσεων για την καλύτερη αποτελεσματικότητά του. γ. Η Συμβουλευτική Επιτροπή συνέρχεται τακτικώς μία (1) φορά το έτος και εκτάκτως, εάν απαιτείται, μετά από πρόσκληση του Υπουργού Εσωτερικών. δ. Στα μέλη της Επιτροπής καταβάλλεται αποζημίωση που καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών, στην οποία περιλαμβάνονται και τα έξοδα μετάβασης, επιστροφής και διαμονής, η οποία δεν θα υπερβαίνει τις τρεις (3) ημέρες κάθε φορά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του ν. 3389/2005 (ΦΕΚ 232 Α), όπως τροποποιήθηκαν με τηνπαράγραφο 1 του άρθρου 16 του ν. 3483/2006 (ΦΕΚ 169Α΄), εφαρμόζονται και επί της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης τουΥπουργείου Εσωτερικών για τις ανάγκες του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Διοικητική Μεταρρύθμιση 2007−2013». Η προβλεπόμενη στις ανωτέρω διατάξεις απόφαση εκδίδεται από τον Υπουργό Εσωτερικών.

Άρθρο 29Ρυθμίσεις διαδικαστικών θεμάτων διενέργειας των εκλογώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 11 του π.δ. 96/2007 (ΦΕΚ116 Α) καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 3 του άρθρου 68 του π.δ. 96/2007 (ΦΕΚ 116 Α) αντικαθίσταται, ως ακολούθως: «3. Αντιπρόσωποι της δικαστικής αρχής διορίζονται: α) Οι πρωτοδίκες και οι αντιεισαγγελείς πρωτοδικών. β) Οι πάρεδροι των πρωτοδικείων και των εισαγγελιών πρωτοδικών. γ) Οι εισηγητές του Συμβουλίου Επικρατείας. δ) Οι εισηγητές του Ελεγκτικού Συνεδρίου. ε) Οι πρωτοδίκες και οι πάρεδροι των διοικητικών πρωτοδικείων. στ) Οι σπουδαστές της Εθνικής Σχολής Δικαστών. ζ) Οι δικαστικοί αντιπρόσωποι του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. η) Οι ειρηνοδίκες και οι πταισματοδίκες. θ) Οι δικηγόροι. ι) Οι συμβολαιογράφοι. ια) Οι έμμισθοι και άμισθοι υποθηκοφύλακες. ιβ) Οι υπάλληλοι με βαθμό Α΄ ή Β΄ της γραμματείας των δικαστηρίων, δηλαδή του Συμβουλίου Επικρατείας, όλων των πολιτικών, ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων, των εισαγγελιών, της Γενικής Επιτροπείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, καθώς και των έμμισθων υποθηκοφυλακείων. ιγ) Οι ασκούμενοι δικηγόροι.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 68 του π.δ. 96/2007 αντικαθίσταται, ως εξής: «β) Το Υπουργείο Δικαιοσύνης αποστέλλει ονομαστικούς καταλόγους όλων των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α΄ έως και γ΄, ε΄, στ΄, η, ι, ια΄ και ιβ΄.» β. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 68 του π.δ. 96/2007 αντικαθίσταται, ως ακολούθως: «Οι παραπάνω με στοιχεία β΄ και στ’ ονομαστικοί κατάλογοι αποστέλλονται το αργότερο δεκαπέντε (15) ημέρες μετά την κατά το άρθρο 31 παράγραφος 3 έναρξη της προεκλογικής περιόδου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 69 του π.δ. 96/2007 αντικαθίσταται ως εξής: «Οι έφοροι, οι αναπληρωτές τους, οι αναπληρωτές αντιπρόσωποι της δικαστικής αρχής, που δεν άσκησαν τα καθήκοντα τους, καθώς και όσοι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί μετέχουν στην εκλογική διαδικασία, εφόσον έχουν οριστεί με σχετική απόφαση του οικείου εφόρου, ψηφίζουν τους ίδιους υποψήφιους σε εκλογικό τμήμα της έδρας του εφόρου, που ορίζεται από αυτόν, τους υποψήφιους της εκλογικής περιφέρειας στην οποία υπάγεται το ανωτέρω εκλογικό τμήμα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 82 του π.δ. 96/2007 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Οι άνδρες της φρουράς του άρθρου 54 ψηφίζουν, μόνον εφόσον είναι γραμμένοι στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους του άρθρου 27, οποιασδήποτε εκλογικής περιφέρειας, που επικυρώθηκαν από το οικείο πρωτοδικείο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η παράγραφος 2 του άρθρου 87 του π.δ. 96/2007 καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η παράγραφος 3 του άρθρου 88 του π.δ. 96/2007 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Οι υποψήφιοι μπορούν να ψηφίσουν σε οποιοδήποτε εκλογικό τμήμα της εκλογικής περιφέρειας στην οποία έχουν ανακηρυχθεί, στο οποίο βρίσκονται την ημέρα της ψηφοφορίας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η παράγραφος 3 του άρθρου 95 του π.δ. 96/2007αντικαθίσταται ως εξής: «3. Με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 96 του παρόντος για την προϋπόθεση σύστασης ειδικών εκλογικών τμημάτων ετεροδημοτών, οι ετεροδημότες ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα στον τόπο διαμονής τους, εφόσον εγγραφούν στον ειδικό εκλογικό κατάλογο ετεροδημοτών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 96 του π.δ. 96/2007 αντικαθίσταται ως εξής: «Προϋπόθεση για την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος αποτελεί η εγγραφή, για όλη την εφετειακή περιφέρεια, σαράντα (40) τουλάχιστον ετεροδημοτών εκλογέων, που ανήκουν στην ίδια βασική εκλογική περιφέρεια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 97 του π.δ. 96/2007 καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Η παράγραφος 2 του άρθρου 98 του π.δ. 96/2007 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Μόλις συγκεντρωθούν τα αποτελέσματα όλων των εφορευτικών επιτροπών της εκλογικής περιφέρειας, το Πρωτοδικείο προβαίνει σε αρίθμηση των ψήφων και συντάσσει τον πίνακα αποτελεσμάτων της παραγράφου 4. Επίσης συντάσσει πίνακα με αναλυτικά αποτελέσματα σταυροδοσίας των υποψηφίων, τον οποίο αποστέλλει άμεσα σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή στο Υπουργείο Εσωτερικών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Η παράγραφος 2 του άρθρου 117 του π.δ. 96/2007 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η προηγούμενη παράγραφος δεν εφαρμόζεται στις γενικές βουλευτικές εκλογές και στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μόνο για τον εκλογέα που έχει περάσει το εβδομηκοστό έτος της ηλικίας του, για τον εκλογέα που θα βρίσκεται στο εξωτερικό, καθώς και για τον εκλογέα που έχει εγγραφεί στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους ετεροδημοτών, αλλά, προκειμένου για τις βουλευτικές εκλογές, δεν κατέστη δυνατή η σύσταση ειδικού εκλογικού τμήματος ετεροδημοτών, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 96 του παρόντος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Τα άρθρα όγδοο, ένατο, δέκατο έκτο και οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου δέκατου του ν. 2196/1994 (ΦΕΚ41 Α) καταργούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Το στοιχείο γ.i. της παραγράφου 9 του άρθρου 21 του ν. 3023/2002 (ΦΕΚ 146 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «γ.i. Η Τοπική Επιτροπή, εφόσον κρίνει ότι η καταγγελία είναι ορισμένη και βάσιμη, καλεί τους εκπροσώπους των κομμάτων, των συνασπισμών και τους υποψήφιους βουλευτές κατά των οποίων στρέφεται η καταγγελία, προς ακρόαση και συλλέγει το, κατά την κρίση της, αναγκαίο αποδεικτικό υλικό.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Η παράγραφος 1 του άρθρου 24 του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Η υπέρβαση του ορίου της παραγράφου 1α του άρθρου 10 του παρόντος νόμου για τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση μηνυμάτων των κομμάτων και των συνασπισμών, τιμωρείται με πρόστιμο μέχρι το 40% της τελευταίας, κάθε φορά, καταβληθείσας σε αυτά τακτικής χρηματοδότησης. Αν το κόμμα δεν λαμβάνει τακτική χρηματοδότηση, τιμωρείται με πρόστιμο μέχρι εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ.»

Άρθρο 30Θέματα υπηρεσιακής κατάστασης δημοσίων υπαλλήλωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του Υπαλληλικού Κώδικα, ο οποίος έχει κυρωθεί με το ν. 3528/2007, καθώς και στην παράγραφο 1 του άρθρου 61 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, ο οποίος έχει κυρωθεί με το ν. 3584/2007, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Υπάλληλος, ο οποίος δεν έχει συμπληρώσει χρόνο υπηρεσίας έξι (6) μηνών, δικαιούται να λάβει τις βραχυχρόνιες αναρρωτικές άδειες που προβλέπονται. Μετά την εξάντλησή τους, ο υπάλληλος δικαιούται άδεια άνευ αποδοχών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 8 του άρθρου 141 του Υπαλληλικού Κώδικα, που έχει κυρωθεί με το ν. 3528/2007 απαλείφεται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παράγραφος 8 του άρθρου 159 του Υπαλληλικού Κώδικα, ο οποίος έχει κυρωθεί με το ν. 3528/2007 αναδιατυπώνεται ως εξής: «8. Οι διατάξεις της παραγράφου 6 δεν εφαρμόζονται στα κοινά υπηρεσιακά συμβούλια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 141 του Υπαλληλικού Κώδικα, ο οποίος έχει κυρωθεί μετο ν. 3528/2007, καθώς και το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 145 του Κώδικα Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, ο οποίος έχει κυρωθεί με το ν. 3584/2007 αναδιατυπώνονται ως εξής: «Η προθεσμία για την άσκηση ένστασης και η άσκηση της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της πειθαρχικής απόφασης με εξαίρεση τις πειθαρχικές ποινές της προσωρινής και οριστικής παύσης ή του υποβιβασμού.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 84 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007) προστίθενται εδάφια ως ακολούθως: «Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για επιλογή σε θέση Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης, υπάλληλος του οποίου το υπολειπόμενο διάστημα για αυτοδίκαιη αποχώρηση από την υπηρεσία είναι μικρότερο από δύο (2) έτη. Το προηγούμενο εδάφιο δεν ισχύει για όσους είναι, ήδη, Προϊστάμενοι Γενικής Διεύθυνσης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Μετά το τέλος του εδαφίου β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 82 του Υπαλληλικού Κώδικα, που έχει κυρωθεί με το ν. 3528/2007, καθώς και μετά το τέλος του εδαφίου β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 85 του ΚώδικαΔημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, ο οποίος έχει κυρωθεί με το ν. 3584/2007, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Για υπαλλήλους οι οποίοι αποκτούν διδακτορικό δίπλωμα μετά το διορισμό τους, ο χρόνος που απαιτείται για τη βαθμολογική τους εξέλιξη μειώνεται συνολικά κατά τέσσερα (4) έτη.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α. Η παράγραφος 4 του άρθρου 18 του ν. 2503/1997 (ΦΕΚ 107 Α), όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 42 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α΄), που επίσης αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 3613/2007 (ΦΕΚ 263 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής: «4. Οι διατάξεις του άρθρου 72 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α), καθώς και οι διατάξεις της παραγράφου 22 του άρθρου 9 του ν. 2266/1994 (ΦΕΚ 218 Α) έχουν εφαρμογή και για μετατάξεις υπαλλήλων στους Νομούς Σερρών, Δράμας, Πέλλας, Κυκλάδων και στους Νομούς Φλώρινας, Κιλκίς και Καστοριάς για τις περιοχές πέραν των όσων καθορίστηκαν ως παραμεθόριες με την υπ’ αριθμ. ΔΙΔΑΔ/Φ. 42/2175/11943, 11639, 11981, 12268, 12826, 13542/20.12.1995 (ΦΕΚ 1054 Β) κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Εσωτερικών και Εθνικής Οικονομίας, καθώς και για όλα τα νησιωτικά Επαρχεία της Χώρας.» β. Η παράγραφος 2 του άρθρου 42 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 8 του ν. 3613/2007 (ΦΕΚ 263 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής: «2. Οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 67 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α), όπως εκάστοτε ισχύει, έχουν επίσης εφαρμογή για τους Νομούς Σερρών, Δράμας, Πέλλας, Φλώρινας, Κιλκίς και Καστοριάς.» γ. Η περίπτωση ιδ΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 17 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως: «ιδ. Κατά είκοσι (20) μονάδες για τους δημότες των Νομών Ξάνθης, Ροδόπης, Εβρου, Δράμας, Σερρών, Καστοριάς, Φλώρινας, Γρεβενών, Ευρυτανίας, Πέλλας και Κιλκίς ή των νησιών του Αιγαίου, πλην της Κρήτης, ή των νησιών Κυθήρων, Αντικυθήρων, Ιθάκης, Παξών, Οθωνών, Ερείκουσας και Μαθρακίου ή παραμεθόριων περιοχών των Νομών Θεσπρωτίας και Ιωαννίνων, όπως οι περιοχές αυτές καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, οι οποίοι δεσμεύονται να υπηρετήσουν επί μία τουλάχιστον δεκαετία σε θέσεις υπηρεσιών του Δημοσίου ή των νομικών προσώπων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του παρόντος ή της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 2527/1997, οι οποίες προκηρύσσονται στον αντίστοιχο νομό ή νησί ή παραμεθόρια περιοχή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 16 του ν. 2527/1997 (ΦΕΚ 206 Α΄) τροποποιούνται ως ακολούθως: «4. Η μείωση του ωραρίου εργασίας κατά μία (1) ώρα την ημέρα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του π.δ. 193/1988 (ΦΕΚ 84 Α), προκειμένου για τακτικούς υπαλλήλους και υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., που έχουν παιδιά με πνευματική, ψυχική ή σωματική αναπηρία σε ποσοστό 67% και άνω ή σύζυγο με αναπηρία 100% τον οποίο συντηρεί, γίνεται χωρίς ανάλογη περικοπή των αποδοχών τους. Το ποσοστό αναπηρίας βεβαιούται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις ισχύουσες διατάξεις. 5. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο μείωση του ωραρίου ισχύει και για τους τυφλούς ή παραπληγικούςτετραπληγικούς, τους νεφροπαθείς τελικού σταδίου, καθώς και τους έχοντες αναπηρία 67% και άνω υπαλλήλους του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. Ειδικώς για τους τυφλούς τηλεφωνητές η μείωση του ωραρίου εργασίας ορίζεται σε δύο (2) ώρες την ημέρα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στο τέλος της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 3242/2004 (ΦΕΚ 102 Α) προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως: «Η αυτεπάγγελτη αναζήτηση δικαιολογητικών εφαρμόζεται και στις επιχειρήσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Σε περίπτωση νοσηλείας στρατιωτικού, αστυνομικού, πυροσβεστικού υπαλλήλου, λιμενικού, συνοριακούφύλακα, ειδικού φρουρού, υπαλλήλου της αγροφυλακήςκαι εποχικού δασοπυροσβέστη σε μονάδα εντατικής θεραπείας, συνεπεία σοβαρού τραυματισμού κατά τηνεκτέλεση της υπηρεσίας του και ένεκα αυτής, το Δημόσιο καλύπτει τα έξοδα ταξιδιού και διαμονής, μέχρι εξήντα (60) ημερών, στον τόπο του νοσηλευτικού ιδρύματος ή πλησίον αυτού, στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή,δύο μελών της οικογένειας του παθόντος. Με απόφασητων Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών, Εθνικής Αμυνας, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής καθορίζονται το ύψος των εξόδων ταξιδιού και διαμονής, ο δημόσιος φορέας του οποίου ο προϋπολογισμός βαρύνεται, τελικώς, με την αντίστοιχη δαπάνη, οιπροϋποθέσεις και η διαδικασία καταβολής των εξόδων στους δικαιούχους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Άρθρο 31Θέματα διορισμών συγγενών θανόντων κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας

Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ν. 3448/2006 (ΦΕΚ 57 Α) προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως: «Ο διορισμός ενεργείται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού.»

Άρθρο 32Ρύθμιση υπηρεσιακών θεμάτων προσωπικού Ε.Κ.Δ.Δ.Α.ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο χρόνος διάρκειας της απόσπασης των ήδη αποσπασμένων, καθώς και των αποσπώμενων στο ΕθνικόΚέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης(Ε. Κ.Δ.Δ.Α.) εκπαιδευτικών, για την επιλογή τους σε θέσεις στελεχών εκπαίδευσης, λογίζεται από την ημερομηνία έναρξής της: α. Για τους υπηρετούντες σε θέση Υπευθύνου Σπουδών και Ερευνας του Ε.Κ.Δ.Δ.Α., ως χρόνος υπηρεσίας σε θέση Προϊσταμένου Εκπαιδευτικών Θεμάτων. β. Για τους υπηρετούντες σε θέση Προϊσταμένου των Περιφερειακών Ινστιτούτων Επιμόρφωσης του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. ή Προϊσταμένου Αυτοτελούς Τμήματος ή Γραφείου του Ε.Κ.Δ.Δ.Α., ως χρόνος υπηρεσίας σε θέση Προϊσταμένου Γραφείου Εκπαίδευσης. γ. Για τους υπηρετούντες σε θέση Διευθυντή ή Αναπληρωτή Διευθυντή (άρθρο 34 του π.δ. 57/2007) του Ινστιτούτου Επιμόρφωσης του Ε.Κ.Δ.Δ.Α., ως χρόνος υπηρεσίας σε θέση Διευθυντή Εκπαίδευσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι ως άνω αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί των περιπτώσεων β΄ και γ’ μπορούν να είναι υποψήφιοι Διευθυντές εκπαίδευσης και προϊστάμενοι γραφείων εκπαίδευσης, εφόσον, κατά τα λοιπά, πληρούν τις προϋποθέσειςτης παραγράφου Β΄ υπό στοιχεία (α), (β), (γ), (δ), (ε) και(στ) του άρθρου 7 του ν. 3467/2006.

Άρθρο 33Ρυθμίσεις θεμάτων υπαλλήλων του Υπουργείου Εσωτερικών

Το ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) του εδαφίου α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 12 του ν. 3074/2002 (ΦΕΚ 296 Α) αυξάνεται σε πενήντα τοις εκατό (50%). Για το ανωτέρω ποσοστό αύξησης εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις όλων των εδαφίων της προαναφερθείσας παραγράφου του ίδιου άρθρου του ανωτέρω νόμου. Η χορηγούμενη αύξηση θα πραγματοποιηθεί σε τρεις ετήσιες δόσεις, ήτοι από 1.1.2009 σε ποσοστό από 35% σε 40%, από 1.1.2010 σε ποσοστό από 40% σε 45% και από 1.1.2011 σε ποσοστό από 45% σε 50%.

Άρθρο 34Τροχαία ατυχήματα από οχήματα του Δημοσίου

Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του ν. 976/1979 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «β) από τις αστυνομικές αρχές τη διενέργεια αυτοψίας στον τόπο του ατυχήματος και τη σύνταξη σχετικής έκθέσης μετά σχεδιαγράμματος ή αντίγραφα της έκθεσης αυτοψίας και του σχεδιαγράμματος, στις περιπτώσεις που διενεργείται προανάκριση και στις περιπτώσεις ατυχημάτων με υλικές ζημιές αντίγραφο του δελτίου οδικού τροχαίου ατυχήματος με υλικές ζημιές με σχεδιάγραμμα».

Άρθρο 35Ρυθμίσεις θεμάτων Α.Σ.Ε.Π. και Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το δέκατο εδάφιο της περίπτωσης Β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του ν. 2190/1994 αντικαθίσταταιαπό τότε που προστέθηκε και τέθηκε σε ισχύ με την παράγραφο 3 του άρθρου 12 του ν. 3146/2003 ως εξής: «Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που κατά τον οργανισμό ή κανονισμό του οικείου φορέα η εμπειρία προβλέπεται ως προϋπόθεση διορισμού, καθώς και εκείνες που προβλέπεται, ως τυπικό προσόν διορισμού ή πρόσληψης, η κατάταξη όλων των υποψηφίων, εχόντων και μη εχόντων εμπειρία, γίνεται με βάση τη βαθμολογία τους σε όλα τα βαθμολογούμενα κριτήρια και μόνο για το τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των θέσεων που προκηρύσσονται κατά κλάδο ή ειδικότητα ή για όσο μικρότερο ποσοστό θέσεων έως το τριάντα πέντε τοις εκατό (35%), μετά την ισχύ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν. 3260/2004, ορίζεται στην προκήρυξη από το Α.Σ.Ε.Π. σε συνεργασία με τον οικείο φορέα, ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες για ανανέωση του προσωπικού των θέσεων αυτών, η εμπειρία δεν λαμβάνεται υπόψη ως βαθμολογούμενο κριτήριο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του ν. 3491/2006 (ΦΕΚ 207 Α), με την οποία τροποποιήθηκε η παράγραφος 3 του άρθρου 4 του ν. 3074/2002 (ΦΕΚ 296 Α), όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το πρώτο εδάφιο τηςπερ. γ΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 14 του ν. 3345/2005 (ΦΕΚ 138 Α΄), τροποποιείται και συμπληρώνεται ως εξής: «2. Ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. επικουρείται από δεκατέσσερις (14) Προϊσταμένους Επιθεωρητές, οι οποίοι προέρχονται από τους υπηρετούντες Επιθεωρητές−Ελεγκτές και ορίζονται ή παύονται με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Ο αριθμός των Προϊσταμένων Επιθεωρητών μπορεί να αυξάνεται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών σε περίπτωση αύξησης των θέσεων των Επιθεωρητών−Ελεγκτών και Βοηθών ΕπιθεωρητώνΕλεγκτών που υπηρετούν στην Κεντρική Υπηρεσία του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ή σε περίπτωση σύστασης νέων Περιφερειακών Γραφείων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το τρίτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 3074/2002 (ΦΕΚ 296 Α), όπως αυτό αντικαταστάθηκεμε την παράγραφο 2 του άρθρου 9 του ν. 3174/2003 (ΦΕΚ 205 Α), καταργείται και στο τέλος της παραγράφου 4 του ιδίου άρθρου προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως: «Για το περιεχόμενο των δηλώσεων, τον έλεγχο, τις ποινικές κυρώσεις και τον καταλογισμό εφαρμόζονται οι ισχύουσες, κάθε φορά, διατάξεις για τη δήλωση και τον έλεγχο περιουσιακής κατάστασης των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων που αναφέρονται στις περιπτώσεις στ΄ έως και ι΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309 Α΄).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η παράγραφος 4 του άρθρου 3 του ν. 3074/2002, όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 4 του ν. 3613/2007, αντικαθίσταται ως εξής: «3. Η απόσπαση των Επιθεωρητών−Ελεγκτών, που έχουν συμπληρώσει εννέα (9) συνεχή έτη υπηρεσίας στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ως Επιθεωρητές−Ελεγκτές ή ως Βοηθοί Επιθεωρητές−Ελεγκτές, ανανεώνεται αυτοδίκαια. Ο συνολικός αριθμός των ανωτέρω Επιθεωρητών−Ελεγκτών των οποίων η απόσπαση ανανεώνεται αυτοδίκαια δεν μπορεί να υπερβαίνει ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) του εκάστοτε αριθμού των οργανικών θέσεων του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Η απόσπαση των ανωτέρω ΕπιθεωρητώνΕλεγκτών ανακαλείται κατόπιν εισήγησης του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. μόνο για λόγους αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων τους ή πλημμελούς άσκησης αυτών ή ύστερα από αίτηση των ιδίων.»

Άρθρο 36Ρυθμίσεις θεμάτων υπαλλήλων ΠεριφερειώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στους υπαλλήλους των Περιφερειών, μόνιμους και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, καταβάλλεται σταδιακώς, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της παραγράφου 4 του παρόντος, μηνιαία ειδική παροχή, η οποία συνεντέλλεται με τις μηνιαίες αποδοχές τους και το ύψος της οποίας ορίζεται ανάλογα με την κατηγορία του υπαλλήλου, ως εξής: Κατηγορία ΠΕ πεντακόσια πενήντα (550) ευρώ, κατηγορία TE πεντακόσια δέκα (510) ευρώ, κατηγορία ΔΕ τετρακόσια εβδομήντα (470) ευρώ και κατηγορία ΥΕ τετρακόσια πενήντα (450) ευρώ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α) δεν εφαρμόζονται στους παραπάνω υπαλλήλους και η προβλεπόμενη από αυτήν προσωπική διαφορά καταργείται για τους υπαλλήλους αυτούς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τυχόν καταβαλλόμενες στους ανωτέρω υπαλλήλους πρόσθετες μισθολογικές παροχές συμψηφίζονται με την ειδική παροχή της παραγράφου 1, εξαιρουμένων του επιδόματος ειδικών συνθηκών εργασίας του άρθρου 8 παράγραφος 1 του ν. 2342/1995 (ΦΕΚ 208 Α), του ειδικού επιδόματος (αντισταθμίσματος) του άρθρου 8 παράγραφος 2 του ν. 2430/1996 (ΦΕΚ 156 Α), του ειδικού επιδόματος του άρθρου 27 παράγραφοι 34, 35, 36 και 37 του ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α), του μερίσματος του προϊόντος του Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 23 του ν. 3470/2006 (ΦΕΚ 132 Α) και του ειδικού επιδόματος του άρθρου 21 παράγραφος 2 του ν. 3212/2003 (ΦΕΚ 308 Α΄). Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, η οποία εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, ρυθμίζονται τα θέματα συμψηφισμού, μεταφοράς πιστώσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η σταδιακή καταβολή των ποσών της παραγράφου 1 του παρόντος αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2009 και ολοκληρώνεται την 1η Ιανουαρίου 2012. Ειδικότερα, την 1η Ιανουαρίου 2009 καταβάλλεται το 25% της προκύπτουσας σχετικής διαφοράς, την 1η Ιανουαρίου 2010 το 50% αυτής, την 1η Ιανουαρίου 2011 το 75% και την 1η Ιανουαρίου 2012 το σύνολο αυτής, ήτοι το 100%.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΟΝ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Άρθρο 37Εποχιακά εργαζόμενοι σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις

Στο τέλος της περίτττωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν. 3386/2005 (ΦΕΚ 212 Α΄), όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α΄), προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο: «Ομοίως, δεν απαιτείται η προσκόμιση επίκαιρης σύμβασης εργασίας σε περιπτώσεις εποχιακά εργαζομένων σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και σε επιχειρήσεις επισιτισμού, εφόσον κατά το διάστημα της ανανέωσης λαμβάνουν επίδομα ανεργίας.»

Άρθρο 38Άδεια διαμονής συζύγων επαναπατρισθέντων, παλιννοοτησάντων, ομογενών

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 60 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Στους συζύγους επαναπατρισθέντος ή παλιννοστήσαντος ή ομογενούς, που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών, χορηγείται άδεια διαμονής διάρκειας πέντε (5) ετών, η οποία παρέχει δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας.»

Άρθρο 39Άδειες διαμονής δεκαετούς διάρκειαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παράγραφος 2 του άρθρου 91 του ν. 3386/2005, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του ν. 3536/2007 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Υπήκοος τρίτης χώρας, ο οποίος έχει άδεια διαμονής κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, εφόσον συμπληρώσει δεκαετή συνεχή νόμιμη διαμονή στη Χώρα, δικαιούται να λάβει άδεια διαμονής διάρκειας δέκα (10) ετών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 10 του παρόντος, η οποία παρέχει δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας. Η ανωτέρω άδεια διαμονής χορηγείται και στα ενήλικα, άνω του 21ου έτους της ηλικίας τους, μέλη της οικογένειας του υπηκόου τρίτης χώρας, εφόσον πληρούν αυτοτελώς τις παραπάνω προϋποθέσεις. Η άδεια χορηγείται ύστερα από αίτηση του υπηκόου τρίτης χώρας και απόφαση του οργάνου που χορήγησε την τελευταία άδεια διαμονής και μπορεί να ανανεώνεται κατόπιν αίτησης του ενδιαφερομένου, για ισόχρονο διάστημα, εφόσον αποδεικνύει συνεχή διαμονή στην Ελλάδα, η διακοπή της οποίας δεν υπερβαίνει τα δύο (2) συναπτά έτη και διαθέτει πλήρη κάλυψη ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης. Για την ανανέωση της άδειας διαμονής της παρούσας οι υπήκοοι τρίτων χωρών δεν υπόκεινται στην καταβολή παραβόλου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όπου στις διατάξεις του ν. 3386/2005 ή στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται άδεια διαμονής αόριστηςδιάρκειας, νοείται η άδεια διαμονής της προηγούμενηςπαραγράφου.

Άρθρο 40Ρυθμίσεις επί μέρους ζητημάτων μεταναστευτικής πολιτικήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 84 του ν. 3386/2005, όπως συμπληρώθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 15 του ν. 3536/2007, προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής: «Στους υπηκόους τρίτων χωρών που ανανεώνουν την άδεια διαμονής τους βάσει των προβλεπόμενων στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος, παρέχεται δικαίωμα οποιασδήποτε συναλλαγής με τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 υπηρεσίες, μόνο με την επίδειξη της άδειας διαμονής τους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α. Η περίπτωση γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου73 του ν.3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «γ. Την απώλεια ή την ανανέωση ή μεταβολή των στοιχείων του διαβατηρίου του ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου.» β. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 73 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «δ. Την απώλεια του δελτίου διαμονής ή μόνιμης διαμονής.» γ. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 73 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «Οι παραπάνω δηλώσεις γίνονται μέσα σε δύο μήνες αφότου συμβεί το αντίστοιχο γεγονός, πλην της περίπτωσης ανανέωσης του διαβατηρίου, η οποία μπορεί να γίνει μέχρι και την ημερομηνία υποβολής αίτησης ανανέωσης της άδειας διαμονής και της δήλωσης γέννησης τέκνου που τελεί υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 87 του ν. 3386/2005, όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 6 του άρθρου 28 του ν. 3613/2007 (ΦΕΚ 263Α΄), αντικαθίσταται ως εξής: «Στους υπηκόους τρίτων χωρών, οι οποίοι δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 73 του παρόντος, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) ευρώ και τετρακοσίων (400) ευρώ σε περίπτωση υποτροπής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

α. Σε περιπτώσεις τέλεσης γάμου μεταξύ υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν στη χώρα με άδεια διαμονής, στον ένα εκ των συζύγων και στα κατά το άρθρο 4 του π.δ. 131/2006 (ΦΕΚ 143 Α) μέλη της οικογένειας τους, που διαμένουν ήδη νόμιμα στη χώρα, μπορεί να χορηγηθεί άδεια διαμονής για οικογενειακή επανένωση, κατά παρέκκλιση της παραγράφου 2 περίπτωση β΄ του άρθρου 5 του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος. β. Η διαμονή των ανήλικων τέκνων που γεννιούνται στην Ελλάδα από νόμιμα διαμένοντες στη χώρα γονείς, καλύπτεται από την άδεια διαμονής του συντηρούντος μέχρις ότου υποβληθεί αίτηση για τη χορήγηση άδειας διαμονής τούτων. Αν η αίτηση για τη χορήγηση άδειας διαμονής στο ανήλικο τέκνο υποβληθεί μετά την πάροδο διετίας από τη γέννηση του επιβάλλεται το πρόστιμο που προβλέπεται από τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 87 του ν. 3386/2005, όπως ισχύει. Οι ρυθμίσεις της ανωτέρω παραγράφου εφαρμόζονται και για τα γεννηθέντα πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος, τέκνα, εφόσον η αίτηση για χορήγηση άδειας διαμονής υποβληθεί εντός διαστήματος δύο ετών από τη γέννησή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου οργάνου χορηγείται άδεια διαμονής για οικογενειακή επανένωση σε ανήλικα τέκνα υπηκόων τρίτων χωρών που κατείχαν άδεια διαμονής, η οποία τους είχε χορηγηθεί, είτε για λόγους οικογενειακής επανένωσης είτε βάσει των μεταβατικών διατάξεων της παραγράφου 11 του άρθρου 91 του ν. 3386/2005 και η οποία δεν ανανεώθηκε ταυτόχρονα με εκείνη του συντηρούντος. Οι σχετικές αιτήσεις υποβάλλονται στις οικείες υπηρεσίες μέχρι 30.6.2009. Τυχόν εκκρεμείς αιτήσεις εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, τυχόν βεβαιωθέντα πρόστιμα στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ., λόγω μη εμπρόθεσμης δήλωσης, στην οικεία υπηρεσία της Περιφέρειας, των μεταβολών που αφορούν στην ανανέωση διαβατηρίου, διαγράφονται με ατομικά φύλλα έκπτωσης (Α.Φ.ΕΚ.) από την αρμόδια υπηρεσία της Περιφέρειας κατά τη διάταξη του άρθρου 98 του π.δ. 16/1989 (Κανονισμός Λειτουργίας των Δ.Ο.Υ.).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τέκνα υπηκόων τρίτων χωρών, τα οποία γεννήθηκαν και διαμένουν στην Ελλάδα και των οποίων οι γονείς εξακολουθούν να διαμένουν νόμιμα στη Χώρα, μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους και εφόσον έχουν διανύσει την πρωτοβάθμια και γυμνασιακή εκπαίδευση, αποκτούν, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, την ιδιότητα του επί μακρόν διαμένοντος, κατά παρέκκλιση της διαδικασίας, των προϋποθέσεων και των κριτηρίων των άρθρων 67 και 68 του ν. 3386/2005 (ΦΕΚ 212 Α), όπως, ισχύει, καθώς και του π.δ. 150/2006 (ΦΕΚ 160 Α). Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

Άρθρο 41Θέματα ελληνικής ιθαγένειαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το προβλεπόμενο στις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 1 περίπτωση β΄ του ν. 3284/2004 (ΦΕΚ 217 Α΄) κώλυμα που αναφέρεται στη μη ύπαρξη τελεσίδικης καταδίκης, ανεξαρτήτως ποινής και χρόνου έκδοσης καταδικαστικής απόφασης, για παραβάσεις της νομοθεσίας για την εγκατάσταση και κίνηση αλλοδαπών στην Ελλάδα, καταργείται. Η κατάργηση του κωλύματος αυτού καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς αιτήσεις πολιτογράφησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του ν. 3284/2004 προστίθεται εδάφιο, ως ακολούθως: «Οι ομογενείς αλλοδαποί δεν καλούνται σε συνέντευξη στην Επιτροπή Πολιτογράφησης, πλην των περιπτώσεων εκείνων για τις οποίες ζητείται η παραπομπή από τον Υπουργό Εσωτερικών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Στο άρθρο 15 του ν. 3284/2004 προστίθεται παράγραφος 5 ως ακολούθως: «5. Με την αίτηση για την κτήση της ελληνικής ιθαγένειας ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει και τον εξελληνισμό του ονόματος και του επωνύμου του, αν αυτά είχαν μεταβληθεί ή αλλοιωθεί στη χώρα από την οποία προέρχεται. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας συμφωνεί με τον ενδιαφερόμενο ως προς τον τρόπο αποδόσεως στην ελληνική γλώσσα του ονόματος και του επωνύμου του, με την απόφαση του, διατάσσει την εγγραφή στο δημοτολόγιο με το εξελληνισμένο κατά τα ανωτέρω ονοματεπώνυμο. Με τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις γίνεται και ο εξελληνισμός του ονοματεπώνυμου των ανήλικων τέκνων του αιτούντος, τα οποία αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια κατά τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου.» β. Η ανωτέρω ρύθμιση εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, αιτήσεις για κτήση της ελληνικής ιθαγενείας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 17 του ν. 3284/2004 προστίθεται περίπτωση γ’ ως ακολούθως: «γ. Αλλοδαπός, ο οποίος απέκτησε την ελληνική ιθαγένεια, λόγω της ιδιότητας του ως δοκίμου ή μοναχού στο Άγιο Όρος, εφόσον εγκατέλειψε, αποδεδειγμένα, τη μονή της εγκαταβίωσής του, καθώς και την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου76 του ν. 2910/2001 «Είσοδος και παραμονή αλλοδαπώνστην Ελληνική Επικράτεια. Κτήση της Ελληνικής Ιθαγένειας με πολιτογράφηση και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 91Α΄) που έχει συμπεριληφθεί στις διατηρούμενες διατάξεις του άρθρου 35 του ν. 3284/2004 αντικαθίσταται, ωςακολούθως: «Με την ίδια διαδικασία αποκτούν ελληνική ιθαγένεια ή ειδικό δελτίο ταυτότητας, ανεξαρτήτως του χρόνου άφιξης τους στη χώρα, γονείς ή τέκνα ομογενών που έχουν ήδη αποκτήσει ειδικό δελτίο ταυτότητας ή ελληνική ιθαγένεια, είτε κατόπιν εκδόσεως σχετικής περί της ελληνικής τους ιθαγένειας διαπιστωτικής πράξης του Νομάρχη κατά το προΐσχύσαν νομικό καθεστώς είτε με σχετική απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας περί κτήσης αυτής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

α. Στο άρθρο 1 του ν.δ. 127/1969 (ΦΕΚ 29 Α΄), όπωςτροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 13 τουν. 3345/2005 (ΦΕΚ 138 Α), προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: «4. Με δελτίο αστυνομικής ταυτότητας μπορούν, κατόπιν αίτησής τους, να εφοδιάζονται και Ελληνες πολίτες που κατοικούν μόνιμα στην Κύπρο. Ως προς τον τύπο του δελτίου ταυτότητας, το χρόνο ισχύος και τα θέματα που αφορούν την ακύρωση και αντικατάσταση αυτού, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τα δελτία ταυτότητας των Ελλήνων πολιτών που κατοικούν ή διαμένουν στην Ελλάδα.» β. Στο άρθρο 4 του ν.δ. 127/1969, όπως αντικαταστάθηκε και συμπληρώθηκε με τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 55 του ν. 3585/2007 (ΦΕΚ 148 Α), προστίθενται παράγραφοι 5 και 6 ως εξής: «5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Εξωτερικών καθορίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά, η διαδικασία, τα αρμόδια για την έκδοση της ταυτότητας όργανα, το ύψος των εξόδων αποστολής που βαρύνουν τον ενδιαφερόμενο, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα αναφορικά με την έκδοση δελτίου ταυτότητας Ελλήνων πολιτών που κατοικούν μόνιμα στην Κύπρο. 6. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών και Εξωτερικών, μπορεί να αναγνωρίζεται δικαίωμα εφοδιασμού με δελτίο αστυνομικής ταυτότητας και σε Ελληνες πολίτες που κατοικούν μόνιμα σε άλλες χώρες.»

Άρθρο 42ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Συμβάσεις που έχουν καταρτισθεί από πρωτοβάθμιους ΟΤΑ, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, με τις οποίες έχει ανατεθεί σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου η καθαριότητα κοινόχρηστων χώρων και η αποκομιδή και διαχείριση αποβλήτων, καθώς και αντίστοιχου περιεχομένου συμβάσεις με αμιγείς δημοτικές ή κοινοτικές ή διαδημοτικές επιχειρήσεις, που εξακολουθούν να λειτουργούν σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 270 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (κυρωτ. ν. 3463/2006, ΦΕΚ 114 Α΄), θεωρούνται νόμιμες. Καταλογισμοί που έχουν γίνει εις βάρος αιρετών οργάνων, από την ανωτέρω αιτία, αίρονται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 176 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Για τη συνομολόγηση δανείου ποσού άνω του ενός εκατομμυρίου πεντακοσίων χιλιάδων (1.500.000) ευρώ από οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης με πληθυσμό έως πενήντα χιλιάδες (50.000) κατοίκους ή άνω των τριών εκατομμυρίων (3.000.000) ευρώ με πληθυσμό άνω των πενήντα χιλιάδων (50.000) κατοίκων ή άνω των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ με πληθυσμό άνω των ογδόντα χιλιάδων (80.000) κατοίκων ή άνω των δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ευρώ με πληθυσμό άνω των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) κατοίκων ή άνω των είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) ευρώ με πληθυσμό άνω των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) κατοίκων, η σχετική απόφαση του οικείου συμβουλίου λαμβάνεται με αυξημένη πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) των μελών του.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο πλαίσιο υλοποίησης κάθε ετήσιου προγράμματος σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της υπ’ αριθμ. 2008/381/ ΕΚ Απόφασης του Συμβουλίου της Ε.Ε. για τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Δικτύου Μετανάστευσης (Ε.Δ.Μ.), το Υπουργείο Εσωτερικών μπορεί να αναθέτει δράσεις και σε νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, όπως το Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής (Ι.ΜΕ.ΠΟ.), η Ελληνική Εταιρία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης Α.Ε. (Ε.Ε.Τ.Α.Α. Α.Ε.), το Κέντρο Μελετών Ασφάλειας (ΚΕ.ΜΕ.Α.) κ.ά. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών μπορεί να ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη λειτουργία του «Εθνικού Σημείου Επαφής» του Ευρωπαϊκού Δικτύου Μετανάστευσης. Το ποσοστό της εθνικής συμμετοχής στις δαπάνες που καλύπτουν την υλοποίηση του ανωτέρω προγράμματος, όπως αυτό καθορίζεται κάθε φορά, βαρύνει τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η μισθοδοσία του μεταφερόμενου προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του ν. 3613/2007 (ΦΕΚ 263 Α΄), βαρύνει τον προϋπολογισμό τους και η σχετική δαπάνη καλύπτεται από τα έσοδα τους από τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους.

Άρθρο 43

Συμβάσεις μεταφοράς μαθητών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που καταρτίσθηκαν μεταξύ των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και των αστικών ή υπεραστικών ΚΤΕΛ, τουριστικών λεωφορείων ή ταξί, για τις οποίες οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις δεν τήρησαν τη διαδικασία που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 2741/1999 (ΦΕΚ 199 Α), όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 3060/2002 (ΦΕΚ 242 Α), της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του ν. 3090/2002 (ΦΕΚ 329 Α) και της παραγράφου 27 του άρθρου 12 του ν. 3310/2005 (ΦΕΚ 30 Α΄) ή όμοιες συμβάσεις μεταφοράς μαθητών που καταρτίσθηκαν κατά παρέκκλιση της διαδικασίας των υπ’ αριθμ. ΙΒ/6722/29.8.1996 (ΦΕΚ 794 Β) και ΙΒ/6071/26.8.1998 (ΦΕΚ 932 Β) κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Μεταφορών και Επικοινωνιών, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, θεωρούνται νόμιμες. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από την κατάθεσή του στη Βουλή.

Άρθρο 44ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο άρθρο 5 του ν. 3206/2003 (ΦΕΚ 298 Α), όπωςσυμπληρώθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 12 τουν. 3387/2005 (ΦΕΚ 224 Α), προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: «5. Στους ανωτέρω πολίτες που καθίστανται δια βίου ανάπηροι σε ποσοστό 100% χορηγείται μηνιαίο επίδομα διατροφής εφ’ όρου ζωής, το ύψος του οποίου, οι ειδικότερες προϋποθέσεις, η διαδικασία καταβολής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 5 του άρθρου 62 του ν. 1481/1984 (ΦΕΚ 152 Α), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 2018/1992 (ΦΕΚ 33 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής: «5.α. Η χρήση αστυνομικών σκύλων επιτρέπεται για τον εντοπισμό ναρκωτικών ουσιών, την ανακάλυψη εκρηκτικών υλών, την αναζήτηση εξαφανισθέντων ατόμων, τη φύλαξη προσώπων και πραγμάτων, τη φύλαξη και συνοδεία κρατουμένων προς αποτροπή απόδρασης, καθώς και τη λήψη μέτρων τάξης σε αθλητικές εγκαταστάσεις. Επίσης επιτρέπεται η χρήση αστυνομικών σκύλων κατά τις πεζές περιπολίες από ένστολους αστυνομικούς σε δημόσιους χώρους για την καταδίωξη και σύλληψη ατόμων που τελούν επ’ αυτοφώρω κακουργήματα ή πλημμελήματα και ιδίως αυτών που προβαίνουν σε πράξεις βίας κατά προσώπων ή πραγμάτων. Απαγορεύεται η χρήση αστυνομικών σκύλων για τη διάλυση συναθροίσεων και συγκεντρώσεων. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζονται οι υπηρεσίες που επιτρέπεται να κάνουν χρήση αστυνομικών σκύλων, τα θέματα εκπαίδευσης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. β. Το Πυροσβεστικό Σώμα επιτρέπεται να χρησιμοποιεί ειδικά εκπαιδευμένους σκύλους για τον εντοπισμό παγιδευμένων και αναζήτηση εξαφανισθέντων ατόμων. Οι διατάξεις του ν. 1024/1980 (ΦΕΚ 47 Α), που αφορούν τους αστυνομικούς σκύλους, εφαρμόζονται ανάλογα και για τους σκύλους του Πυροσβεστικού Σώματος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η προθεσμία της παραγράφου 3 του άρθρου 29 του ν. 2168/1993 (ΦΕΚ 147 Α΄), όπως παρατάθηκε με το άρθρο 4 του ν. 2334/1995 (ΦΕΚ 184 Α) και το άρθρο 4 του ν. 2452/1996 (ΦΕΚ 283 Α) και ανανεώθηκε με το άρθρο 34 του ν. 2800/2000 (ΦΕΚ 41 Α), την παράγραφο 8 του άρθρου 9 του ν. 3169/2003 (ΦΕΚ 189 Α) και την παράγραφο 2 του άρθρου 16 του ν. 3387/2005 (ΦΕΚ 224 Α), ανανεώνεται για ένα έτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 του ν. 2713/1999 (ΦΕΚ 89 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων στελεχώνεται από μόνιμο αστυνομικό προσωπικό, το οποίο επιλέγεται και μετατίθεται σε αυτήν για μια τριετία. Η θητεία αυτή μπορεί να παρατείνεται μέχρι τρεις φορές για ένα έτος κάθε φορά. Το ως άνω προσωπικό, μετά τη συμπλήρωση τριών ετών από την αποχώρηση του από την Υπηρεσία αυτή, μπορεί να επανεπιλέγεται για τη στελέχωση της. Ως προϊστάμενοι των Υπηρεσιών αυτών ορίζονται ανώτεροι αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι δόκιμοι υπαστυνόμοι και οι δόκιμοι αστυφύλακες όταν αποβάλουν την ιδιότητα τους αυτή για οποιονδήποτε λόγο, εκτός από λόγους υγείας, υποχρεούνται να καταβάλουν στο Δημόσιο αποζημίωση, που είναι ίση με το γινόμενο του 65% του συνόλου των καθαρών μηνιαίων αποδοχών υπαστυνόμου Β΄ ή του 50% του συνόλου των καθαρών μηνιαίων αποδοχών αστυφύλακα, αντιστοίχως, επί τον αριθμό των μηνών που έχουν φοιτήσει στη σχολή. Ως μηνιαίες αποδοχές νοούνται αυτές που καταβάλλονται κατά το χρόνο της εξόδου των μαθητών από τη σχολή, μετά την αφαίρεση των νόμιμων κρατήσεων. Η αποζημίωση βεβαιούται ως δημόσιο έσοδο με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, η δε είσπραξη της εκτελείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα περί Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων. Δεν υποχρεούνται σε καταβολή της αποζημίωσης όσοι από τους προαναφερόμενους αποχωρούν κατά τη διάρκεια του πρώτου εκπαιδευτικού έτους σπουδών, καθώς και οι δόκιμοι αστυφύλακες που αποχωρούν σε οποιοδήποτε έτος σπουδών προκειμένου να εγγραφούν στη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι αστυνομικοί, οι ειδικοί φρουροί και οι συνοριακοί φύλακες της Ελληνικής Αστυνομίας, οι οποίοι κρίνονται ανίκανοι για την ενεργό υπηρεσία για λόγους υγείας, ικανοί όμως για υπηρεσία γραφείου, διατηρούνται στην ενέργεια σε θέσεις που συνιστώνται με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας και καταργούνται με την αποχώρηση τους από την υπηρεσία ή την επάνοδο τους στην ενεργό υπηρεσία κατά τα κατωτέρω οριζόμενα. Η διατήρηση στην κατάσταση υπηρεσίας γραφείου γίνεται για μεν τους αξιωματικούς σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 10 του π.δ. 24/1997 (ΦΕΚ 29 Α΄), για δε τους λοιπούς με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας ύστερα από σύμφωνη γνώμη του οικείου Συμβουλίου Κρίσεων. Οι τιθέμενοι στην κατάσταση της υπηρεσίας γραφείου διατίθενται μετά από γνωμάτευση της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής της Ελληνικής Αστυνομίας (Α.Υ.Ε.) σε γραφική ή άλλη υπηρεσία ανάλογα με τα προσόντα τους και την κατάσταση της υγείας τους και δεν δύνανται να επανέλθουν στην ενεργό υπηρεσία. Κατ’ εξαίρεση, οι αστυνομικοί μέχρι το βαθμό του Ανθυπαστυνόμου, οι συνοριακοί φύλακες και ειδικοί φρουροί εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το 45ο έτος της ηλικίας τους δύνανται, εντός τριών ετών από την ημερομηνία που τέθηκαν στην κατάσταση της υπηρεσίας γραφείου, με αίτηση τους να ζητήσουν την επανεξέταση τους από την Α.Υ.Ε. προκειμένου να γνωματεύσει για την ικανότητα τους προς επαναφορά στην ενεργό υπηρεσία. Για την επάνοδο τους στην ενεργό υπηρεσία ακολουθείται αναλόγως η προαναφερόμενη διαδικασία που αφορά τη θέση σε υπηρεσία γραφείου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Από την έναρξη ισχύος του ν. 3648/2008 (ΦΕΚ 38 Α) επαναφέρεται σε ισχύ η διάταξη του άρθρου 17 παράγραφος 9 του ν.δ. 398/1974 (ΦΕΚ 116 Α), που καταργήθηκε με το άρθρο 39 του νόμου αυτού.

Άρθρο 45ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 42 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ο υπήκοος τρίτης χώρας οφείλει, πριν τη λήξη της θεώρησης εισόδου, να καταθέσει στο δήμο ή στην κοινότητα του τόπου κατοικίας ή διαμονής του αίτηση για χορήγηση άδειας διαμονής συνοδευόμενη από τα σχετικά δικαιολογητικά.» β) Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 44 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «β. Θύματα εγκληματικών πράξεων, οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 1 έως 3 του ν. 927/1979 (ΦΕΚ 139 Α΄), εφόσον έχει ασκηθεί γι’ αυτές ποινική δίωξη και μέχρι να εκδοθεί δικαστική απόφαση. Εάν τα ανωτέρω πρόσωπα υποβάλλονται σε θεραπευτική αγωγή, η άδεια διαμονής εξακολουθεί να χορηγείται για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η θεραπεία τους.» γ) Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 44 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «Προϋπόθεση για τη χορήγηση της ανωτέρω άδειας είναι η κατοχή διαβατηρίου με θεώρηση εισόδου (visa) στη χώρα, ανεξάρτητα από την ισχύ αυτής ή λήΈ,αοα άδεια διαμονής, και η αποδεδειγμένη επίκληση του συγκεκριμένου λόγου που καθιστά αναγκαία τη διαμονή του υπηκόου τρίτης χώρας στην Ελληνική Επικράτεια.» δ) Η παράγραφος 6 του άρθρου 44 του ν.3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «6. Οι άδειες διαμονής του παρόντος άρθρου παρέχουν στον υπήκοο τρίτης χώρας δικαίωμα πρόσβασης στη μισθωτή απασχόληση και στην παροχή υπηρεσιών ή έργου. Δυνατότητα άσκησης ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας παρέχεται μόνο στην περίπτωση που ο κάτοχος της ανωτέρω άδειας διαμονής κατείχε προηγουμένως άδεια διαμονής η οποία του επέτρεπε την άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας και η δραστηριότητα εξακολουθεί να υφίσταται. Για την ανανέωση των αδειών διαμονής του προηγούμενου εδαφίου θα εξετάζεται η συνδρομή των προϋποθέσεων ανανέωσης αδειών διαμονής για ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα.» ε) Στο άρθρο 60 του ν. 3386/2005 προστίθεται παράγραφος 6 ως ακολούθως: «6. α. Οι σύζυγοι επαναπατρισθέντος ή παλιννοστήσα−ντος ή ομογενούς, που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών, δικαιούνται να αποκτήσουν αυτοτελή άδεια διαμονής, εφόσον: i. Εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου και εφόσον ο γάμος διήρκεσε, έως την ημερομηνία κατάθεσης της αγωγής διαζυγίου ή της αγωγής ακύρωσης του γάμου, επί τρία, τουλάχιστον, έτη από τα οποία το ένα έτος έχει διανυθεί στην Ελλάδα. ii. Συντρέχουν ιδιαιτέρως δυσχερείς καταστάσεις, όπως σε περίπτωση που το μέλος της οικογένειας κατέστη θύμα οικογενειακής βίας, εν όσω υφίστατο ο γάμος. Η διάρκεια της αυτοτελούς άδειας διαμονής δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος. Περαιτέρω ανανέωση της επιτρέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού. β. Στις ανωτέρω περιπτώσεις, το δικαίωμα διαμονής των ανήλικων τέκνων ακολουθεί την τύχη του δικαιώματος διαμονής του γονέα, στον οποίο έχει ανατεθεί η επιμέλεια. γ. Στις ρυθμίσεις της παρούσας υπάγονται και οι αλλογενείς σύζυγοι ομογενών από την Αλβανία, το καθεστώς διαμονής των οποίων ρυθμίζεται από τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 4000/3/10−δ/9.5.2005 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών, Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Δημόσιας Τάξης, όπως ισχύει. δ. Οι διατάξεις της παρούσας εφαρμόζονται και στους υπηκόους τρίτων χωρών που συνεχίζουν να διαμένουν στη χώρα, ανεξαρτήτως εάν τα γεγονότα της περίπτωσης α΄ της παρούσας έλαβαν χώρα πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος, εφόσον οι σχετικές αιτήσεις υποβληθούν εντός έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσας.» ΦΕΚ 4273 στ) Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 83 του ν. 3386/2005 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο: «Οι κυρώσεις της παρούσας επιβάλλονται και στους πολίτες των κρατών μελών της Ε.Ε.» ζ) Στο άρθρο 91 του ν. 3386/2005 προστίθεται παράγραφος 12 ως ακολούθως: «12.α.Υπήκοοι Αλβανίας, οι οποίοι αιτούνται τον εφοδιασμό τους ή την ανανέωση Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενούς (Ε.Δ.Τ.Ο.) και το αίτημα τους απορρίπτεται, διότι δεν απέδειξαν ομογενειακή ιδιότητα, έχουν τη δυνατότητα υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος, εφόσον. ι. Διαμένουν επί τρία (3) τουλάχιστον έτη στη χώρα. ii. Εχει εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση επί τυχόν ασκηθείσας αιτήσεως ακυρώσεως της σχετικής απορριπτικής απόφασης. iii. Δεν έχει ασκηθεί σε βάρος τους ποινική δίωξη για χρησιμοποίηση ψευδών πληροφοριών, πλαστών ή παραποιημένων εγγράφων, καθώς και για διάπραξη απάτης. iv. Δεν υφίστανται σε βάρος τους λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α΄). β. Η αίτηση για τη χορήγηση άδειας διαμονής υποβάλλεται στο δήμο ή στην κοινότητα του τόπου διαμονής του αιτούντος εντός τριών (3) μηνών από την επίδοση της απορριπτικής απόφασης ή της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης επί ασκηθείσας αιτήσεως ακυρώσεως. Η ανωτέρω άδεια διαμονής παρέχει στον κάτοχο δικαίωμα πρόσβασης στη μισθωτή απασχόληση και στην παροχή υπηρεσιών ή έργου και έχει ετήσια ισχύ. Δυνατότητα άσκησης ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας παρέχεται μόνο στην περίπτωση που ο κάτοχος της ανωτέρω άδειας διαμονής ασκούσε ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα και η δραστηριότητα εξακολουθεί να υφίσταται. Για την ανανέωση των αδειών διαμονής του προηγούμενου εδαφίου θα εξετάζεται η συνδρομή των προϋποθέσεων ανανέωσης αδειών διαμονής για ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα. Οι άδειες διαμονής της παρούσας μπορούν να ανανεώνονται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία των διατάξεων του νόμου αυτού. γ. Η ανωτέρω άδεια διαμονής χορηγείται και στα μέλη της οικογένειας του αιτούντος, εφόσον αποδεδειγμένα συγκατοικούσαν με αυτόν και εξακολουθούν να διαμένουν στη χώρα. δ. Στις ρυθμίσεις της παρούσας υπάγονται και οι υπήκοοι Αλβανίας, τα αιτήματα των οποίων απορρίφθηκαν πριν την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας και συνεχίζουν έκτοτε να διαμένουν στη χώρα, εφόσον οι σχετικές αιτήσεις υποβληθούν εντός έτους από την έναρξη ισχύος του παρούσας. ε. Δικαίωμα υπαγωγής στην ανωτέρω διαδικασία παρέχεται και στους υπηκόους Αλβανίας των οποίων το αίτημα για χορήγηση ή ανανέωση Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενούς (ΕΔΤΟ) απορρίφθηκε λόγω προσκόμισης πλαστών ή παραποιημένων εγγράφων, εφόσον υποβάλλουν σχετική αίτηση, εντός τριών (3) μηνών από την έκδοση σχετικής τελεσίδικης αθωωτικής απόφασης για τη διάπραξη των συγκεκριμένων αδικημάτων.» η) Υπήκοοι τρίτων χωρών που διέμεναν νόμιμα στην Ελλάδα για έναν από τους λόγους του ν. 3386/2005 και μετά τη σύναψη γάμου με έτερο υπήκοο τρίτης χώρας ή πολίτη της Ε.Ε. ή Ελληνα υπήκοο μετέβαλαν το καθεστώς διαμονής τους και έλαβαν είτε άδεια διαμονής για λόγους οικογενειακής επανένωσης είτε δελτίο διαμονής ως μέλη οικογένειας πολίτη της Ε. Ε. ή Ελληνα, έχουν τη δυνατότητα να επανέλθουν στο προηγούμενο καθεστώς διαμονής τους, εφόσον: α. Ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο πολίτης της Ε. Ε. ή ο Έλληνας αποβιώσει και δεν δικαιούνται αυτοτελές ή προσωποπαγές αντίστοιχα δικαίωμα διαμονής. β. Εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου και δεν δικαιούνται αυτοτελές ή προσωποπαγές αντίστοιχα δικαίωμα διαμονής. Η ανωτέρω δυνατότητα παρέχεται και σε όσα από τα μέλη της οικογένειας τους διέμεναν νόμιμα στη χώρα και μετέβαλαν αντίστοιχα το καθεστώς διαμονής τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 90του ν. 3386/2005, όπως έχει αναριθμηθεί με την παράγραφο 4 του άρθρου 17 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α), αντικαθίσταται, ως ακολούθως: «7. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να ανακαθορίζονται οι υπηρεσίες στις οποίες κατατίθενται οι αιτήσεις των υπηκόων τρίτων χωρών για τη χορήγηση και ανανέωση των αδειών διαμονής τους και να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την αντίστοιχη διαδικασία και το ποσοστό επί των εσόδων από τα εισπραττόμενα παράβολα, που παρακρατείται κατά το άρθρο 92 παράγραφος 6α του ν. 3386/2005, όπως έχει αντικατασταθεί με τα άρθρα 20 παράγραφος 2 του ν. 3536/2007 και 26 παράγραφος 4 του ν. 3613/2007, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 176 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «Στους πιο πάνω περιορισμούς δεν περιλαμβάνονται τα κάθε είδους λοιπά έσοδα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τα οποία είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται για λήψη δανείων, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος, κατόπιν εκχωρήσεως ή ενεχυριάσεως, με την επιφύλαξη τυχόν ρητής αντίθετης διάταξης.» β. Δανειακές συμβάσεις που έχουν συναφθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, με εκχώρηση ή ενεχυρίαση λοιπών εσόδων, θεωρούνται νόμιμες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Απαιτήσεις και οφειλές από προγραμματικές συμβάσεις, που έχουν συναφθεί με διάρκεια ισχύος τους μέχρι την 31.12.2009, καθώς και συμβάσεις μίσθωσης κινητών ή ακινήτων, με τη συμμετοχή αμιγών δημοτικών ή κοινοτικών επιχειρήσεων του π.δ. 410/1995, μετά τη μετατροπή αυτών σε κοινωφελείς επιχειρήσεις, εισπράττονται και αποπληρώνονται αντίστοιχα από τις νέες επιχειρήσεις, ακόμη και εάν προέρχονται από δραστηριότητα που δεν προβλέπεται πλέον στους σκοπούς αυτών. Δημοτική ή κοινοτική ανώνυμη εταιρεία (μονομετοχική), μπορεί να εισπράττει ή να αποπληρώνει ανάλογες απαιτήσεις και οφειλές, μόνο εάν προέρχονται από την αξιοποίηση της ακίνητης δημοτικής ή κοινοτικής περιουσίας, ή την εκμετάλλευση κοινόχρηστων χώρων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α) Στην παράγραφο 6 του άρθρου 18 του ν. 2768/1999 (ΦΕΚ 273 Α΄, 8.12.1999), προστίθενται εδάφια ως ακολούθως: «Το δικαίωμα διορισμού παρέχεται και στα άτομα τα οποία τραυματίστηκαν σοβαρά και νοσηλεύτηκαν σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) ή ο τραυματισμός τους επέφερε αναπηρία σε ποσοστό τουλάχιστον 67%, συνεπεία του σεισμού της 7ης Σεπτεμβρίου 1999. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατός ο διορισμός τους, για λόγους υγείας, το δικαίωμα διορισμού μεταβιβάζεται στον ή στη σύζυγο ή ένα τέκνο τους. Στα δικαιολογητικά που υποχρεούνται να προσκομίσουν οι ενδιαφερόμενοι για διορισμό, όπως αυτά περιγράφονται στο άρθρο 1 της απόφασης υπ’ αριθμ. ΔΙΠΠ/Φ ΔΣ1/4159/18.2.2000, του Υπουργού Εσωτερικών προστίθεται και βεβαίωση νοσηλευτικού ιδρύματος από την οποία να προκύπτει η νοσηλεία σε ΜΕΘ στο χρονικό διάστημα αμέσως μετά το σεισμό αυτόν ή το ποσοστό αναπηρίας (67% και άνω), καθώς και η αιτία που προκάλεσε τον τραυματισμό.» β) Στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 του ν. 3624/2007 (ΦΕΚ 289 Α ,΄ 24.12.2007), προστίθενται εδάφια ως ακολούθως: «Το δικαίωμα διορισμού παρέχεται και στα άτομα τα οποία υπέστησαν σοβαρά εγκαύματα και νοσηλεύτηκαν σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) ή προκύπτει ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%, συνεπεία των εκτεταμένων και καταστρεπτικών πυρκαγιών του 2007. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατός ο διορισμός τους, για λόγους υγείας, το δικαίωμα διορισμού μεταβιβάζεται στον ή στη σύζυγο ή ένα τέκνο τους. Στα δικαιολογητικά που υποχρεούνται να προσκομίσουν οι ενδιαφερόμενοι για διορισμό, όπως αυτά περιγράφονται στην απόφαση υπ’ αριθμ. ΔΙΠΠ/Φ.ΕΠ.Ι/ οικ. 1553/17.12.2008 του Υπουργού Εσωτερικών, όπως συμπληρώθηκε με την υπ’ αριθμ. ΔΙΠΠ/Φ.ΕΠ1.1/12/οικ. 26795/6.10.2008 ομοία, προστίθεται βεβαίωση νοσηλευτικού ιδρύματος από την οποία να προκύπτει η νοσηλεία σε ΜΕΘ στο χρονικό διάστημα αμέσως μετά τις πυρκαγιές αυτές ή το ποσοστό αναπηρίας (67% και άνω), καθώς και η αιτία που προκάλεσε τον τραυματισμό.»

Άρθρο 46

Η ισχύς των βεβαιώσεων εγγραφής των εγγεγραμμένων στις τάξεις 3η και ανώτερες του Μητρώου Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (Μ.Ε.ΕΠ.), που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, η οποία λήγει, κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 97 του ν. 3669/2008 (ΦΕΚ 116 Α), εντός του πρώτου εξαμήνου του έτους 2009, παρατείνεται για χρονικό διάστημα έξι μηνών μετά την ημερομηνία λήξης τους, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν σχετικό αίτημα μέχρι την ημερομηνία λήξης του πτυχίου. Η υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. θέτει σημείωση επί του πτυχίου της εταιρείας για τη δοθείσα παράταση. Πτυχία χωρίς τη σχετική σημείωση λήγουν κατά τις ισχύουσες διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟΤΕΛΙΚΕΣ−ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Αρθρο 47 Μεταβατική ρύθμιση Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 41 έχει εφαρμογή και στις εκκρεμείς αιτήσεις πολιτογράφησης ομογενών αλλοδαπών, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Αρθρο 48 Καταργούμενες διατάξεις Από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη, που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο αυτού, με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του παρόντος.
Άρθρο 49Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν από τις διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 19 Δεκεμβρίου 2008
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
ΘΕΟΔΩΡΑ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ – ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ι. ΜΕΪΜΑΡΑΚΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΦΛΙΑΣ ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ
ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους Αθήνα, 23 Δεκεμβρίου 2008
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Σ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ