ΘΕΜΑ :
Κοινοποίηση της Συμφωνίας Εμπορίου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και της Κολομβίας και του Περού, αφετέρου.
Α. Σας κοινοποιούμε για ενημέρωση και εφαρμογή τη Συμφωνία Εμπορίου μεταξύ της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της αφενός και της Κολομβίας και του Περού,
αφετέρου. Η αναφερόμενη Συμφωνία καθώς και η Απόφαση 2012/735/ΕΕ του Συμβουλίου
της 31.5.2012 για την υπογραφή της εξ΄ ονόματος της Ένωσης, και την προσωρινή
εφαρμογή της, δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(L354/21.12.2012).
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου που δημοσιεύθηκε στην
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (L56/28.2.2013) η προαναφερόμενη Συμφωνία
μεταξύ Ε.Ε και Περού τίθεται προσωρινά σε εφαρμογή από 1η Μαρτίου 2013. Αντίθετα, δεν
έχει εκδοθεί σχετική ανακοίνωση για την έναρξη εφαρμογής της Συμφωνίας μεταξύ Ε.Ε και
Κολομβίας.
Επισημαίνεται ότι η ΕΕ δεν εφαρμόζει προσωρινά το άρθρο 2, το άρθρο 202 παράγραφος 1
και τα άρθρα 291 και 292 της Συμφωνίας έως ότου ολοκληρωθούν οι διαδικασίες σύναψης.
Τα Παραρτήματα, τα Προσαρτήματα, οι Δηλώσεις και οι Υποσημειώσεις της κοινοποιούμενης
Συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.
Κατόπιν των ανωτέρω και στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μας, σας κοινοποιούμε το
Πρωτόκολλο Καταγωγής που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα ΙΙ της εν λόγω Συμφωνίας, το
πλήρες κείμενο της οποίας μπορείτε να αναζητήσετε στην ιστοσελίδα της Επίσημης
Εφημερίδας της Ε.Ε: http://eur-lex.europa.eu/.
Β. Επί της Συμφωνίας Εμπορίου μεταξύ της ΕΕ αφενός και του Περού και της Κολομβίας αφετέρου, επισημαίνονται κυρίως τα κατωτέρω:
i. ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (άρθρο 3)
Τα συμβαλλόμενα Μέρη, ήτοι η ΕΕ ή τα κράτη μέλη της ή η ΕΕ και τα κράτη μέλη της εντός των αντίστοιχων πεδίων αρμοδιότητάς τους αφενός (εφεξής «το Μέρος ΕΕ») και εκάστη από τις υπογράφουσες χώρες των Άνδεων (ήτοι Κολομβία και Περού) αφετέρου, εγκαθιδρύουν ζώνη ελευθέρων συναλλαγών, κατ’ εφαρμογή του άρθρου XXIV της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994 και του άρθρου V της Γενικής Συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών.
ii. ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΔΑΣΜΩΝ (άρθρο 22)
Κάθε συμβαλλόμενο Μέρος προβαίνει σε κατάργηση των δασμών που επιβάλλονται στα εμπορεύματα καταγωγής του άλλου Μέρους σύμφωνα με τους όρους που περιγράφονται αναλυτικά στους Πίνακες Κατάργησης Δασμών, οι οποίοι περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της κοινοποιούμενης Συμφωνίας (σελ. 105-2074).
Για κάθε εμπόρευμα, ο βασικός δασμολογικός συντελεστής επί του οποίου εφαρμόζονται οι διαδοχικές μειώσεις, είναι αυτός που καθορίζεται στους Πίνακες Κατάργησης Δασμών (Παράρτημα Ι).
Εάν μετά την έναρξη ισχύος της κοινοποιούμενης Συμφωνίας ένα Μέρος μειώσει ένα δασμό Μάλλον Ευνοούμενου Κράτους (ΜΕΚ) που εφαρμόζει, ο εν λόγω δασμός ισχύει μόνο εφόσον είναι χαμηλότερος από το δασμό που υπολογίζεται βάσει των προαναφερόμενων Πινάκων Κατάργησης Δασμών.
Ειδικότερα:
α) Στο Προσάρτημα 1, Τμήματα Α,Β,Γ, του Παραρτήματος Ι περιγράφονται αναλυτικά οι κατηγορίες σταδιακής κατάργησης των δασμών που εφαρμόζονται στα προϊόντα καταγωγής ΕΕ, Κολομβίας και Περού ως ακολούθως : Τμήμα Α: Πίνακας Κατάργησης Δασμών της Κολομβίας για εμπορεύματα καταγωγής Ευρωπαϊκής Ένωσης (σελ.105-115), Τμήμα Β – Ενότητα 1: Πίνακας Κατάργησης Δασμών του Μέρους ΕΕ για εμπορεύματα καταγωγής Κολομβίας (σελ. 115-118), Τμήμα Β – Ενότητα 2: Πίνακας Κατάργησης Δασμών του Μέρους ΕΕ για εμπορεύματα καταγωγής Περού (σελ. 118- 121), Τμήμα Γ: Πίνακας Κατάργησης Δασμών του Περού για εμπορεύματα καταγωγής Ευρωπαϊκής Ένωσης (σελ.121-123).
β) Στο Προσάρτημα 2,Τμήματα Α & Β, του Παραρτήματος Ι παρατίθενται πίνακες με τις τιμές εισόδου στην ΕΕ για τα γεωργικά προϊόντα ως εξής: Τμήμα Α: Τιμές εισόδου στο Μέρος ΕΕ από την Κολομβία (σελ. 124-155), Τμήμα Β: Τιμές εισόδου στο Μέρος ΕΕ από το Περού (σελ. 155-183). Επιπλέον, στο Παράρτημα Ι της Συμφωνίας παρατίθενται οι Πίνακες Κατάργησης των Δασμών κάθε συμβαλλόμενου Μέρους για τα εμπορεύματα καταγωγής του άλλου Μέρους, ανά κωδικό εμπορεύματος. Ειδικότερα : Πίνακας Κατάργησης Δασμών της Κολομβίας για εμπορεύματα καταγωγής Ευρωπαϊκής Ένωσης (σελ. 184-425), Πίνακας Κατάργησης Δασμών του Μέρους ΕΕ για εμπορεύματα καταγωγής Κολομβίας (σελ. 426-1032), Πίνακας Κατάργησης Δασμών του Μέρους ΕΕ για εμπορεύματα καταγωγής Περού (σελ. 1033-1655), Πίνακας Κατάργησης Δασμών του Περού για εμπορεύματα καταγωγής Ευρωπαϊκής Ένωσης (σελ. 1656-2074). Στους Πίνακες αυτούς οι «βασικοί συντελεστές» κάθε συμβαλλόμενου Μέρους εμφανίζονται στην τρίτη στήλη, ενώ στην τέταρτη στήλη «Κατηγορία» εμφανίζεται η ένδειξη που αντιστοιχεί στην κατηγορία σταδιακής κατάργησης των δασμών εκάστου εμπορεύματος στα πλαίσια της κοινοποιούμενης Συμφωνίας. Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στη Συμφωνία, κανένα Μέρος δεν μπορεί να αυξήσει οποιονδήποτε δασμό, που καθορίζεται ως βασικός δασμολογικός συντελεστής στους Πίνακες Κατάργησης Δασμών του Παραρτήματος Ι, ούτε να επιβάλει νέο δασμό επί αγαθών καταγωγής του άλλου Μέρους. iii. ΔΙΜΕΡΗΣ ΡΗΤΡΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (άρθρα 48-57) Εάν ως συνέπεια παραχωρήσεων βάσει της κοινοποιούμενης Συμφωνίας ένα προϊόν καταγωγής Μέρους εισάγεται στο έδαφος άλλου Μέρους σε τόσο αυξημένες ποσότητες και υπό τέτοιες συνθήκες ώστε να προκαλείται ή να υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί σοβαρή ζημιά σε εγχώριους παραγωγούς ομοειδών ή ευθέως ανταγωνιστικών προϊόντων, το εισάγον Μέρος μπορεί να λαμβάνει κατάλληλα μέτρα (διμερής ρήτρα διασφάλισης), με τους όρους και τις διαδικασίες που καθορίζονται στα άρθρα 48 έως 57 της κοινοποιούμενης Συμφωνίας Εμπορίου (σελ.16-17). iv. ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ Επί του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής της ως άνω Συμφωνίας επισημαίνονται τα ακόλουθα : Οι κανόνες καταγωγής και οι μέθοδοι διοικητικής συνεργασίας που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της κοινοποιούμενης Συμφωνίας, περιλαμβάνονται στο Πρωτόκολλο Καταγωγής (Παράρτημα ΙΙ, σελ. 2075 έως 2179).
1. ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ «ΚΑΤΑΓΟΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ» Ή «ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ» (άρθρο 2) Θεωρούνται προϊόντα καταγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Τα προϊόντα που παράγονται εξ’ ολοκλήρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά την έννοια του άρθρου 5 (Εξ’ ολοκλήρου παραγόμενα προϊόντα) του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής και Τα προϊόντα που παράγονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και περιέχουν ύλες που δεν έχουν παραχθεί εξ’ ολοκλήρου σ’ αυτή, υπό την προϋπόθεση ότι οι ύλες αυτές έχουν υποστεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση επαρκή επεξεργασία ή μεταποίηση, κατά την έννοια του άρθρου 6 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής. Αντίστοιχα, θεωρούνται προϊόντα καταγωγής υπογράφουσας χώρας των Άνδεων: Τα προϊόντα που παράγονται εξ’ ολοκλήρου στην εν λόγω υπογράφουσα χώρα των Άνδεων, κατά την έννοια του άρθρου 5 (Εξ’ ολοκλήρου παραγόμενα προϊόντα) του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής και Τα προϊόντα που παράγονται στην υπογράφουσα χώρα των Άνδεων και περιέχουν ύλες που δεν έχουν παραχθεί εξ’ ολοκλήρου σ’ αυτή, υπό την προϋπόθεση ότι οι ύλες αυτές έχουν υποστεί στην εν λόγω υπογράφουσα χώρα των Άνδεων επαρκή επεξεργασία ή μεταποίηση, κατά την έννοια του άρθρου 6 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής.
2. ΣΩΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ (άρθρο 3) (α) Οι ύλες καταγωγής ΕΕ θεωρούνται ως ύλες καταγωγής υπογράφουσας χώρας των Άνδεων όταν ενσωματώνονται σε προϊόν που παράγεται στην εν λόγω χώρα, χωρίς να απαιτείται οι ύλες αυτές να έχουν υποστεί επαρκή επεξεργασία ή μεταποίηση στη συγκεκριμένη υπογράφουσα χώρα των Άνδεων, με την προϋπόθεση ότι έχουν υποστεί επεξεργασία ή μεταποίηση πέραν των ανεπαρκών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 7 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής. (β) Οι ύλες καταγωγής υπογράφουσας χώρας των Άνδεων θεωρούνται ως ύλες καταγωγής ΕΕ ή άλλης υπογράφουσας χώρας των Άνδεων, όταν ενσωματώνονται σε προϊόν που παράγεται στην ΕΕ ή στην εν λόγω χώρα των Άνδεων. Οι ύλες αυτές δεν απαιτείται να έχουν υποστεί επαρκή επεξεργασία ή μεταποίηση στην ΕΕ ή σε άλλη υπογράφουσα χώρα των Άνδεων, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν υποστεί επεξεργασία ή μεταποίηση πέραν των ανεπαρκών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 7 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής. (γ) Παρά τα ανωτέρω, οι ύλες καταγωγής Κόστα Ρίκα, Ελ Σαλβαδόρ, Γουατεμάλας, Ονδούρας, Νικαράγουας, Παναμά, Βενεζουέλας ή χώρας μέλους της Κοινότητας των Άνδεων που δεν είναι Μέρος της κοινοποιούμενης Συμφωνίας, θεωρούνται ως ύλες καταγωγής υπογράφουσας χώρας των Άνδεων, όταν μεταποιούνται περαιτέρω ή ενσωματώνονται σε προϊόν που παράγεται στη χώρα αυτή. (δ) Για να αποκτήσουν τα προϊόντα της παραγράφου (γ) το χαρακτηρισμό «καταγόμενα προϊόντα» ή «προϊόντα καταγωγής» δεν είναι αναγκαίο οι ύλες αυτές να έχουν υποστεί επεξεργασία ή μεταποίηση, με την προϋπόθεση ότι: Η επεξεργασία ή η μεταποίηση των υλών που πραγματοποιήθηκε στις υπογράφουσες χώρες των Άνδεων υπερβαίνει τις ανεπαρκείς εργασίες, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 7 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής. Οι ύλες κατάγονται από μία από τις προαναφερόμενες χώρες της παραγράφου (γ), κατ’ εφαρμογή κανόνων καταγωγής ταυτόσημων με αυτούς που ισχύουν όταν οι ύλες αυτές εξάγονται απευθείας στην ΕΕ. Στην περίπτωση κατά την οποία, σε μια από τις χώρες της παραγράφου (γ) δεν εφαρμόζεται προτιμησιακό καθεστώς της ΕΕ, εφαρμόζονται οι κανόνες της κοινοποιούμενης Συμφωνίας. Μεταξύ των υπογραφουσών χωρών των Άνδεων και των προαναφερόμενων χωρών της παραγράφου (γ) υπάρχουν ρυθμίσεις που επιτρέπουν τις κατάλληλες διαδικασίες διοικητικής συνεργασίας, ώστε να εφαρμόζονται πλήρως η παρούσα παράγραφος (δ), το άρθρο 15 για την πιστοποίηση και το άρθρο 31 για τον έλεγχο του χαρακτήρα καταγωγής των προϊόντων. Η καταγωγή των προϊόντων, που παράγονται σε υπογράφουσα χώρα των Άνδεων με συμμετοχή υλών καταγωγής των χωρών της παραγράφου (γ), αποδεικνύεται κατά την εισαγωγή των προϊόντων αυτών στην ΕΕ, με την προσκόμιση πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1 ή δήλωσης τιμολογίου, επί των οποίων αναγράφεται η ένδειξη: «σώρευση με…… (όνομα χώρας)» ή “cumulation with ….(name of country)”. Τα εν λόγω προϊόντα θεωρούνται καταγωγής υπογράφουσας χώρας των Άνδεων.
3. ΣΩΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΜΕ ΑΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ (άρθρο 4) (α) Στην κοινοποιούμενη Συμφωνία προβλέπεται επίσης η δυνατότητα σώρευσης καταγωγής των συμβαλλόμενων Μερών με άλλες χώρες. Ειδικότερα, κατόπιν αιτήματος υπογράφουσας χώρας των Άνδεων ή της ΕΕ, οι ύλες που κατάγονται από χώρα της Κεντρικής Αμερικής (ο όρος περιλαμβάνει τις Ηνωμένες Πολιτείες του Μεξικού), της Νότιας Αμερικής ή της Καραϊβικής, αποκαλούμενες στο εξής «Μη Μέρος», θεωρούνται ως ύλες καταγωγής υπογράφουσας χώρας των Άνδεων ή της ΕΕ αντίστοιχα, όταν η περαιτέρω επεξεργασία ή η ενσωμάτωση σε προϊόν πραγματοποιήθηκε στη χώρα αυτή των Άνδεων ή στην ΕΕ. Το εν λόγω αίτημα υποβάλλεται στην αρμόδια υποεπιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 68, παράγραφος 2, στοιχείο στ) της κοινοποιούμενης Συμφωνίας (β) Για να αποκτήσουν τα προαναφερόμενα προϊόντα το χαρακτηρισμό «καταγόμενα προϊόντα» ή «προϊόντα καταγωγής» δεν είναι αναγκαίο οι ύλες αυτές να έχουν υποστεί επεξεργασία ή μεταποίηση υπό την προϋπόθεση ότι: Η επεξεργασία ή μεταποίηση των υλών που πραγματοποιήθηκε στις υπογράφουσες χώρες των Άνδεων ή στην ΕΕ υπερβαίνει τις ανεπαρκείς εργασίες, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 7 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής. Οι ύλες κατάγονται από μη Μέρος, κατ’ εφαρμογή κανόνων καταγωγής ταυτόσημων με αυτούς που εφαρμόζονται αν οι ύλες αυτές εξάγονταν απευθείας σε υπογράφουσες χώρες των Άνδεων ή στην ΕΕ, αντίστοιχα. Υφίστανται ρυθμίσεις μεταξύ των υπογραφουσών χωρών των Άνδεων, της ΕΕ και του/των οικείου/ων Μη Μέρους/ών που επιτρέπουν τις κατάλληλες διαδικασίες διοικητικής συνεργασίας ώστε να εφαρμόζεται η παρούσα παράγραφος (β), το άρθρο 15 για την πιστοποίηση και το άρθρο 31 για τον έλεγχο του χαρακτήρα καταγωγής των προϊόντων. (γ) Η σώρευση του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται υπό τους ακόλουθους όρους: Ισχύουν προτιμησιακές εμπορικές συμφωνίες (βάσει του άρθρου XXIV της ΓΣΔΕ 1994) μεταξύ των υπογραφουσών χωρών των Άνδεων και του οικείου μη Μέρους καθώς και μεταξύ της ΕΕ και του ίδιου μη Μέρους αντίστοιχα, Στις ανωτέρω συμφωνίες περιλαμβάνονται διατάξεις σώρευσης που ισοδυναμούν με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ώστε οι διατάξεις σώρευσης να εφαρμόζονται αμοιβαία μεταξύ των υπογραφουσών χωρών των Άνδεων, της ΕΕ και του οικείου μη Μέρους ή των οικείων μη Μερών, Οι ανακοινώσεις σχετικά με την εφαρμογή της σώρευσης, βάσει του παρόντος άρθρου 4, να έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ (σειρά C) και στις επίσημες εφημερίδες των υπογραφουσών χωρών των Άνδεων και του οικείου μη Μέρους ή των οικείων μη Μερών, σύμφωνα με τις δικές τους διαδικασίες.
4. ΕΞ’ ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ (άρθρο 5) Στο άρθρο 5 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής, απαριθμούνται τα προϊόντα που θεωρούνται ως εξ ολοκλήρου παραγόμενα στην ΕΕ ή σε υπογράφουσα χώρα των Άνδεων.
5. ΕΠΑΡΚΩΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΑ Ή ΜΕΤΑΠΟΙΗΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ (άρθρο 6) Τα προϊόντα που δεν έχουν παραχθεί εξ’ ολοκλήρου στην ΕΕ ή σε υπογράφουσα χώρα των Άνδεων, για την εφαρμογή του άρθρου 2 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής, θεωρείται ότι υπέστησαν επαρκή επεξεργασία ή μεταποίηση όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Πίνακα που περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα 2 του εν λόγω Πρωτοκόλλου (σελ. 2099-2161). Οι προϋποθέσεις αυτές δηλώνουν για όλα τα προϊόντα που καλύπτονται από τη Συμφωνία την επεξεργασία ή τη μεταποίηση που πρέπει να υποστούν οι μη καταγόμενες ύλες που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των προϊόντων αυτών και εφαρμόζονται μόνο σε σχέση με αυτές τις ύλες, προκειμένου τα παραγόμενα προϊόντα να αποκτήσουν το χαρακτήρα καταγωγής. Επομένως, εάν ένα προϊόν που έχει αποκτήσει το χαρακτήρα καταγωγής, πληρώντας τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον Πίνακα για το προϊόν αυτό, χρησιμοποιείται για την κατασκευή ενός άλλου προϊόντος, οι προϋποθέσεις που ισχύουν για το προϊόν στο οποίο τούτο ενσωματώνεται δεν ισχύουν και ως προς αυτό και δεν λαμβάνονται υπόψη οι μη καταγόμενες ύλες που ενδεχομένως χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του. Παρά τα ανωτέρω, είναι δυνατή για την κατασκευή ενός προϊόντος, η χρησιμοποίηση μη καταγόμενων υλών με την προϋπόθεση ότι η συνολική τους αξία δεν υπερβαίνει το 10% της τιμής εκ του εργοστασίου του προϊόντος (κανόνας γενικής ανοχής) . Ωστόσο επισημαίνονται τα ακόλουθα: Όταν ο προβλεπόμενος κανόνας καταγωγής είναι κανόνας ποσοστού δεν μπορεί να γίνει υπέρβαση του ποσοστού αυτού μέσω του κανόνα γενικής ανοχής. Ο κανόνας γενικής ανοχής 10% δεν εφαρμόζεται στα προϊόντα των κεφαλαίων 50 έως 63 του Εναρμονισμένου Συστήματος (Τμήμα XI: Υφαντικές Ύλες και Τεχνουργήματα από αυτές τις Ύλες). Οι επεξεργασίες που υφίστανται οι ύλες που καλύπτονται από τον κανόνα γενικής ανοχής πρέπει να υπερβαίνουν εκείνες που χαρακτηρίζονται ως ανεπαρκείς. Οι ανωτέρω διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής, για την ανεπαρκή επεξεργασία ή μεταποίηση.
6. ΑΝΕΠΑΡΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ Ή ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ (άρθρο 7) Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου 7, οι επεξεργασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αυτού, δεν προσδίδουν καταγωγή στα προϊόντα, ανεξάρτητα από το εάν πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 6 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής (περί επαρκώς επεξεργασμένων ή μεταποιημένων προϊόντων). Επισημαίνεται ότι, για τους σκοπούς του εν λόγω άρθρου «απλή» χαρακτηρίζεται η δραστηριότητα που δεν απαιτεί ούτε ειδικές δεξιότητες ούτε μηχανές, συσκευές ή εξοπλισμό που να παράγονται ή να εγκαθίστανται ειδικά για την εκτέλεση της δραστηριότητας. Η απλή ανάμειξη δεν περιλαμβάνει χημική αντίδραση. Χημική αντίδραση είναι μια διεργασία (συμπεριλαμβανομένης της βιοχημικής), η οποία παράγει ως αποτέλεσμα ένα μόριο με νέα δομή, διασπώντας τους ενδομοριακούς δεσμούς και σχηματίζοντας νέους ενδομοριακούς δεσμούς ή μεταβάλλοντας τη χωρική διάταξη των ατόμων μέσα στο μόριο.
7. ΚΑΝΟΝΑΣ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ (άρθρο 13) Η προτιμησιακή μεταχείριση που προβλέπεται από την κοινοποιούμενη Συμφωνία, εφαρμόζεται αποκλειστικά στα προϊόντα που πληρούν τους όρους του Πρωτοκόλλου Καταγωγής και μεταφέρονται απευθείας μεταξύ της ΕΕ και των υπογραφουσών χωρών των Άνδεων. Ωστόσο, καταγόμενα προϊόντα δύνανται να μεταφέρονται μέσω άλλων εδαφών, με ενδεχόμενη μεταφόρτωση ή προσωρινή αποθήκευση σε αυτά τα εδάφη, υπό τον όρο ότι τα προϊόντα παραμένουν υπό την επιτήρηση των τελωνειακών αρχών της χώρας διαμετακόμισης ή αποθήκευσης και ότι δεν υφίστανται εκεί άλλες εργασίες εκτός από την εκφόρτωση, την επαναφόρτωση ή κάθε άλλη εργασία που αποβλέπει στη διατήρησή τους σε καλή κατάσταση. Τα καταγόμενα προϊόντα είναι δυνατόν να μεταφέρονται με αγωγούς μέσω εδάφους άλλου από εκείνο της ΕΕ ή των υπογραφουσών χωρών των Άνδεων. Για την απόδειξη της τήρησης του κανόνα της απευθείας μεταφοράς, προσκομίζονται στις αρμόδιες τελωνειακές αρχές του Μέρους εισαγωγής, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, τα ακόλουθα: Έγγραφα μεταφοράς, όπως αεροπορικές φορτωτικές, φορτωτικές, δηλωτικό φορτίου ή έγγραφο πολυτροπικής ή συνδυασμένης μεταφοράς που πιστοποιούν τη μεταφορά από τη χώρα καταγωγής στο Μέρος εισαγωγής, Τελωνειακά έγγραφα με τα οποία επιτρέπεται η μεταφόρτωση ή η προσωρινή αποθήκευση, ή Ελλείψει των ανωτέρω, οποιοδήποτε αποδεικτικό έγγραφο.
8. ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΑ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ (Πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1, Δήλωση Τιμολογίου, άρθρα 15-29) Τα προϊόντα καταγωγής ή τα καταγόμενα προϊόντα ΕΕ κατά την εισαγωγή τους στις υπογράφουσες χώρες των Άνδεων και τα προϊόντα καταγωγής ή τα καταγόμενα προϊόντα υπογράφουσας χώρας των Άνδεων κατά την εισαγωγή τους στην ΕΕ, προκειμένου να επωφεληθούν από το ευεργέτημα της προτιμησιακής μεταχείρισης πρέπει να συνοδεύονται από: Πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1, υπόδειγμα του οποίου περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα 3 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής, Δήλωση του εξαγωγέα επί του τιμολογίου, του δελτίου παράδοσης ή άλλου εμπορικού εγγράφου (Δήλωση Τιμολογίου) επί των οποίων περιγράφονται τα σχετικά προϊόντα με επαρκείς λεπτομέρειες ώστε να είναι δυνατή η εξακρίβωση της ταυτότητάς τους, το κείμενο της οποίας περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα 4 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής. I. Διαδικασία έκδοσης πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1 (άρθρο 16) Το πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1 εκδίδεται από τις τελωνειακές αρχές ή τις αρμόδιες αρχές του Μέρους εξαγωγής ύστερα από γραπτή αίτηση του εξαγωγέα ή υπ’ ευθύνη του, από εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του (υπόδειγμα της αίτησης περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα 3 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής). Ο εξαγωγέας που αιτείται την έκδοση πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1, πρέπει να είναι σε θέση, εάν του ζητηθεί από τις τελωνειακές αρχές ή από τις αρμόδιες αρχές της χώρας εξαγωγής στην οποία εκδίδεται το πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1, να υποβάλει ανά πάσα στιγμή κάθε κατάλληλο έγγραφο για την απόδειξη του χαρακτήρα καταγωγής των σχετικών προϊόντων καθώς και της τήρησης των λοιπών όρων του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής. Το πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1 εκδίδεται από τις αρμόδιες αρχές ή τις τελωνειακές αρχές κράτους μέλους της ΕΕ ή των υπογραφουσών χωρών των Άνδεων και τίθεται στη διάθεση του εξαγωγέα, μόλις πραγματοποιηθεί ή εξασφαλισθεί πραγματική εξαγωγή, με την προϋπόθεση ότι τα σχετικά εμπορεύματα μπορούν να θεωρηθούν ως καταγόμενα προϊόντα ή προϊόντα καταγωγής ΕΕ ή υπογραφουσών χωρών των Άνδεων και πληρούν τους λοιπούς όρους του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής. II. Εκ των υστέρων έκδοση πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1 (Movement Certificate EUR 1 Issued Retrospectively, άρθρο 17) Το πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1 μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να εκδίδεται μετά την εξαγωγή των προϊόντων τα οποία αφορά, εάν : Δεν είχε εκδοθεί πιστοποιητικό κυκλοφορίας κατά τη στιγμή της εξαγωγής συνεπεία λαθών, ακούσιων παραλείψεων ή ειδικών περιστάσεων, ή Αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό στις τελωνειακές αρχές ή στις αρμόδιες αρχές ότι εκδόθηκε πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1, το οποίο δεν έγινε αποδεκτό κατά την εισαγωγή για τεχνικούς λόγους. Στα πιστοποιητικά κυκλοφορίας EUR 1 που εκδίδονται εκ των υστέρων πρέπει να αναγράφεται, στη θέση 7 «Παρατηρήσεις», μία από τις φράσεις που παρατίθενται στην παράγραφο 4 του άρθρου 17 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής, και οι οποίες δηλώνουν την εκ των υστέρων έκδοση των εν λόγω πιστοποιητικών. Ενδεικτικά αναφέρεται: «ΕΚΔΟΘΕΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ» στην ελληνική γλώσσα και «ISSUED RETROSPECTIVELY» στην αγγλική γλώσσα. Οι λοιποί όροι σχετικά με την εκ των υστέρων έκδοση πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1 αναφέρονται αναλυτικά στο άρθρο 17 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής. III. Έκδοση αντιγράφου του πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1 (Duplicate Movement Certificate EUR 1, άρθρο 18) Σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής ενός πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1, ο εξαγωγέας μπορεί να ζητήσει από τις αρμόδιες αρχές ή τις τελωνειακές αρχές που το εξέδωσαν αντίγραφο αυτού, το οποίο συμπληρώνεται βάσει των εγγράφων εξαγωγής που κατέχουν. Το αντίγραφο αυτό, που πρέπει να φέρει την ημερομηνία έκδοσης του πρωτότυπου πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1, αρχίζει να ισχύει από την εν λόγω ημερομηνία. Στα αντίγραφα των πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR 1 πρέπει να αναγράφεται στη θέση 7 «Παρατηρήσεις», μία από τις λέξεις που παρατίθενται στην παράγραφο 2 του άρθρου 18 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής, οι οποίες δηλώνουν ότι πρόκειται για αντίγραφο του πρωτοτύπου. Ενδεικτικά αναφέρεται: «ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ» στην ελληνική γλώσσα και «DUPLICATE» στην αγγλική γλώσσα. IV. Πιστοποιητικά αντικατάστασης (Replacement movement certificate EUR 1, άρθρο 19) Όταν προϊόντα καταγωγής ή καταγόμενα προϊόντα τίθενται υπό τον έλεγχο τελωνειακής αρχής της ΕΕ ή υπογράφουσας χώρας των Άνδεων, είναι δυνατή η αντικατάσταση του πρωτοτύπου αποδεικτικού καταγωγής (Πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1, Δήλωση Τιμολογίου) από ένα ή περισσότερα πιστοποιητικά κυκλοφορίας EUR 1, προκειμένου όλα ή ορισμένα από τα προϊόντα αυτά να αποσταλούν αλλού στην ΕΕ ή σε υπογράφουσα χώρα των Άνδεων. Τα πιστοποιητικά αντικατάστασης των πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR 1 ή των Δηλώσεων Τιμολογίου εκδίδονται από την αρμόδια αρχή ή την τελωνειακή αρχή, στον έλεγχο της οποίας υποβάλλονται τα προϊόντα. Επισημαίνεται ότι, το πιστοποιητικό αντικατάστασης είναι δυνατό να εκδοθεί τόσο βάσει προηγουμένως εκδοθέντος πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1 όσο και βάσει συνταχθείσας Δήλωσης Τιμολογίου. Στη θέση 7 «Παρατηρήσεις» των πιστοποιητικών αντικατάστασης EUR 1 αναγράφεται στην αγγλική γλώσσα η ένδειξη “REPLACEMENT CERTIFICATE”. V. Δήλωση Τιμολογίου (άρθρο 20) Η Δήλωση Τιμολογίου είναι δυνατόν να συντάσσεται: από εγκεκριμένο εξαγωγέα ανεξάρτητα από την αξία των σχετικών προϊόντων, από οποιονδήποτε εξαγωγέα για κάθε αποστολή που αποτελείται από ένα ή περισσότερα δέματα, τα οποία περιέχουν προϊόντα καταγωγής ή καταγόμενα προϊόντα, η συνολική αξία των οποίων δεν υπερβαίνει τα 6.000 ευρώ. Για να συνταχθεί Δήλωση Τιμολογίου πρέπει τα σχετικά προϊόντα να μπορούν να θεωρηθούν ως προϊόντα καταγωγής Μέρους και να πληρούν τους όρους του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής. Ο εξαγωγέας που συντάσσει Δήλωση Τιμολογίου πρέπει να είναι σε θέση να προσκομίσει ανά πάσα στιγμή, εάν του ζητηθεί από τις τελωνειακές αρχές ή τις αρμόδιες αρχές της χώρας εξαγωγής, κάθε κατάλληλο έγγραφο που αποδεικνύει τον χαρακτήρα καταγωγής των εν λόγω προϊόντων, καθώς και την εκπλήρωση των λοιπών όρων του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής. Η Δήλωση Τιμολογίου, φέρει σε πρωτότυπο την ιδιόχειρη υπογραφή του εξαγωγέα και μπορεί να συντάσσεται κατά την εξαγωγή των προϊόντων τα οποία αφορά ή μετά την εξαγωγή, με τον όρο ότι προσκομίζεται στο Μέρος εισαγωγής το αργότερο δύο έτη μετά την εισαγωγή των προϊόντων τα οποία αφορά. Η Δήλωση Τιμολογίου συντάσσεται από τον εξαγωγέα με δακτυλογράφηση, αποτύπωση μέσω σφραγίδας ή με εκτύπωση στο τιμολόγιο, στο δελτίο παράδοσης ή σε άλλο εμπορικό έγγραφο, βάσει του ακόλουθου κειμένου: Στην ελληνική γλώσσα: «Ο εξαγωγέας των προϊόντων που καλύπτονται από το παρόν έγγραφο (άδεια τελωνείου ή της καθ’ ύλην αρμόδιας αρχής, υπ’ αριθ………) δηλώνει ότι, εκτός εάν δηλώνεται σαφώς άλλως, τα προϊόντα αυτά είναι προτιμησιακής καταγωγής……………..». Στην αγγλική γλώσσα : “The exporter of the products covered by this document (customs [or competent governmental] authorisation No ….) declares that, except where otherwise clearly indicated, these products are of …….. preferential origin” Η Δήλωση Τιμολογίου μπορεί να είναι και χειρόγραφη, οπότε πρέπει να συντάσσεται με μελάνι και με ευανάγνωστους χαρακτήρες. VI. Εγκεκριμένος εξαγωγέας (άρθρο 21) Οι αρμόδιες αρχές ή οι τελωνειακές αρχές του Μέρους εξαγωγής μπορούν να επιτρέπουν σε κάθε εξαγωγέα (εφεξής: «εγκεκριμένος εξαγωγέας»), ο οποίος πραγματοποιεί συχνές αποστολές προϊόντων βάσει της κοινοποιούμενης Συμφωνίας και πληροί τις λοιπές προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου, να συντάσσει Δηλώσεις Τιμολογίου ανεξάρτητα από την αξία των σχετικών προϊόντων. Ο αριθμός αδείας του εγκεκριμένου εξαγωγέα αναγράφεται επί της Δήλωσης Τιμολογίου. Ο εγκεκριμένος εξαγωγέας δεν απαιτείται να υπογράφει τις Δηλώσεις Τιμολογίου, υπό τον όρο ότι παρέχει στις τελωνειακές αρχές ή στις αρμόδιες αρχές του συμβαλλόμενου Μέρους εξαγωγής, γραπτή δέσμευση ότι αποδέχεται την πλήρη ευθύνη για κάθε Δήλωση Τιμολογίου, από την οποία προκύπτει ότι οι εν λόγω Δηλώσεις ισχύουν σαν να έφεραν πράγματι χειρόγραφη υπογραφή του. VII. Διάρκεια ισχύος αποδεικτικού καταγωγής (άρθρο 22) Τα αποδεικτικά καταγωγής ισχύουν για 12 μήνες από την ημερομηνία έκδοσης των πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR 1 ή από την ημερομηνία σύνταξης της Δήλωσης Τιμολογίου στο Μέρος εξαγωγής και εντός αυτής της προθεσμίας πρέπει να υποβάλλονται στις τελωνειακές αρχές του Μέρους εισαγωγής. Αποδεικτικά καταγωγής που υποβάλλονται στις εν λόγω αρχές μετά την παρέλευση της ως άνω προθεσμίας είναι δυνατόν να γίνονται δεκτά για την εφαρμογή του προτιμησιακού καθεστώτος εφόσον η αδυναμία μη εμπρόθεσμης υποβολής τους οφείλεται σε εξαιρετικές περιστάσεις. Σε άλλες περιπτώσεις εκπρόθεσμης υποβολής, οι τελωνειακές αρχές του Μέρους εισαγωγής μπορούν να αποδέχονται τα αποδεικτικά καταγωγής όταν τα προϊόντα έχουν προσκομισθεί πριν από την εν λόγω τελική ημερομηνία. VIII. Εισαγωγή σε τμηματικές αποστολές (άρθρο 24) Μετά από αίτημα του εισαγωγέα και υπό τους όρους που καθορίζονται από τις τελωνειακές αρχές του Μέρους εισαγωγής, επιτρέπεται η εισαγωγή τμηματικών αποστολών αποσυναρμολογημένων ή μη συναρμολογημένων προϊόντων κατά την έννοια του γενικού κανόνα 2α) του Εναρμονισμένου Συστήματος, που υπάγονται στο Τμήμα XVI (Κεφάλαια 84 και 85 του ΕΣ), στο Τμήμα XVII (Κεφάλαια 86,87,88 και 89 του ΕΣ) καθώς και στις κλάσεις 7308 και 9406 του ΕΣ, με την υποβολή ενιαίου αποδεικτικού καταγωγής, το οποίο υποβάλλεται στις τελωνειακές αρχές κατά την εισαγωγή της πρώτης τμηματικής αποστολής IX. Απαλλαγή από την υποχρέωση προσκόμισης αποδεικτικού καταγωγής (άρθρο 25) Τα προϊόντα που αποστέλλονται υπό μορφή μικροδεμάτων μεταξύ ιδιωτών ή που περιέχονται στις προσωπικές αποσκευές ταξιδιωτών γίνονται δεκτά ως καταγόμενα προϊόντα ή προϊόντα καταγωγής, χωρίς να απαιτείται η κατάθεση αποδεικτικού καταγωγής, υπό την προϋπόθεση ότι πρόκειται για εισαγωγές χωρίς κανένα εμπορικό χαρακτήρα, δηλώνονται ότι πληρούν τους όρους του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής και δεν υπάρχει στις τελωνειακές αρχές καμία αμφιβολία ως προς την ειλικρίνεια της σχετικής δήλωσης. Προκειμένου περί ταχυδρομικών αποστολών, η δήλωση αυτή μπορεί να αναγράφεται στη δήλωση του τελωνείου ή σε φύλλο χαρτιού που προσαρτάται στη δήλωση του τελωνείου. Η συνολική αξία των προϊόντων αυτών δεν πρέπει να υπερβαίνει: Για την εισαγωγή στην ΕΕ, τα 500 ευρώ στην περίπτωση μικροδεμάτων ή τα 1.200 ευρώ στην περίπτωση προϊόντων που περιέχονται στις προσωπικές αποσκευές ταξιδιωτών. Για την εισαγωγή σε υπογράφουσα χώρα των Άνδεων, τα 2.000 δολάρια Η.Π.Α στην περίπτωση μικροδεμάτων ή τα 1.000 δολάρια Η.Π.Α στην περίπτωση προϊόντων που περιέχονται στις προσωπικές αποσκευές ταξιδιωτών. X. Φύλαξη του αποδεικτικού καταγωγής και των δικαιολογητικών εγγράφων (άρθρο 27) Ο εξαγωγέας που αιτείται την έκδοση πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1, φυλάσσει επί τρία τουλάχιστον έτη τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 16, παράγραφος 3 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής και τα οποία σχετίζονται με την απόδειξη του χαρακτήρα καταγωγής των σχετικών προϊόντων και την τήρηση των λοιπών όρων του εν λόγω Πρωτοκόλλου. Οι τελωνειακές αρχές ή οι αρμόδιες αρχές του Μέρους εξαγωγής που εκδίδουν πιστοποιητικό κυκλοφορίας ΕUR 1 φυλάσσουν επί τρία τουλάχιστον έτη την αίτηση έκδοσης του εν λόγω πιστοποιητικού που αναφέρεται στο άρθρο 16, παράγραφος 2. Ο εξαγωγέας που συντάσσει Δήλωση Τιμολογίου, φυλάσσει επί τρία τουλάχιστον έτη αντίγραφο αυτής καθώς και τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 20, παράγραφος 3 του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής και τα οποία σχετίζονται με την απόδειξη του χαρακτήρα καταγωγής των σχετικών προϊόντων και την τήρηση των λοιπών όρων του εν λόγω Πρωτοκόλλου. Οι τελωνειακές αρχές του Μέρους εισαγωγής ή ο εισαγωγέας, φυλάσσουν επί τρία τουλάχιστον έτη τα πιστοποιητικά κυκλοφορίας ΕUR 1 και τις Δηλώσεις Τιμολογίου που υπέβαλαν ή υποβλήθηκαν σε αυτές. XI. Διαφορές και λάθη εκτύπωσης (άρθρο 28) Η διαπίστωση μικροδιαφορών μεταξύ των στοιχείων που αναφέρονται στο αποδεικτικό καταγωγής και εκείνων που αναφέρονται στα έγγραφα που υποβάλλονται στο τελωνείο για τη διεκπεραίωση των διατυπώσεων εισαγωγής των προϊόντων, δεν συνεπάγεται αφ’ εαυτής την ακυρότητα του αποδεικτικού καταγωγής, εάν αποδεικνύεται δεόντως ότι αυτό το αποδεικτικό πράγματι αντιστοιχεί στα προσκομισθέντα προϊόντα. Προφανή λάθη εκτύπωσης, όπως τα τυπογραφικά λάθη στο αποδεικτικό καταγωγής, δεν πρέπει να συνεπάγονται την απόρριψή του, εάν τα σφάλματα αυτά δεν είναι τέτοια που να δημιουργούν αμφιβολίες ως προς την ορθότητα των δηλωθέντων στοιχείων στο εν λόγω αποδεικτικό.
9. ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ I. Συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών-Αμοιβαία Συνδρομή (άρθρο 30) Για να διασφαλισθεί η ορθή εφαρμογή του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής, η ΕΕ και οι υπογράφουσες χώρες των Άνδεων παρέχουν αμοιβαία συνδρομή, μέσω των αρμόδιων αρχών ή τελωνειακών αρχών για τον έλεγχο της γνησιότητας των πιστοποιητικών κυκλοφορίας ΕUR 1 ή των Δηλώσεων Τιμολογίου και της ακρίβειας των πληροφοριών που περιέχονται στα εν λόγω αποδεικτικά καταγωγής. II. Έλεγχος των αποδεικτικών καταγωγής (άρθρο 31) Ο εκ των υστέρων έλεγχος των αποδεικτικών καταγωγής πραγματοποιείται είτε δειγματοληπτικά είτε κάθε φορά που οι αρμόδιες ή τελωνειακές αρχές του Μέρους εισαγωγής έχουν βάσιμες αμφιβολίες ως προς την αυθεντικότητα, την εγκυρότητα αυτών ή την τήρηση των λοιπών όρων του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής. Σε περίπτωση βάσιμων αμφιβολιών λαμβάνονται από τις τελωνειακές αρχές εισαγωγής όλα τα απαραίτητα μέτρα διασφάλισης των δασμών. Εάν, εντός 10 μηνών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος ελέγχου δεν δοθεί απάντηση ή εάν η απάντηση δεν περιλαμβάνει επαρκείς πληροφορίες για τη διαπίστωση της αυθεντικότητας του αποδεικτικού καταγωγής ή της καταγωγής των προϊόντων, οι αρμόδιες ή τελωνειακές αρχές που έχουν ζητήσει τον έλεγχο αρνούνται την προτιμησιακή μεταχείριση. Ο έλεγχος διενεργείται από τις τελωνειακές αρχές ή τις αρμόδιες αρχές του Μέρους εξαγωγής. Για το σκοπό αυτό οι εν λόγω αρχές έχουν το δικαίωμα να ζητούν την προσκόμιση κάθε αποδεικτικού στοιχείου και να διενεργούν ελέγχους των λογιστικών βιβλίων του εξαγωγέα καθώς και οποιονδήποτε άλλο έλεγχο κρίνουν αναγκαίο. Υπενθυμίζεται ότι, οι κατά τα ανωτέρω έλεγχοι των αποδεικτικών καταγωγής (πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1, Δήλωση Τιμολογίου) που θα ζητούνται από τις υπηρεσίες σας θα διενεργούνται μέσω της ΕΛ.Υ.Τ Αττικής, κατά τα διαλαμβανόμενα στην υπ’ αριθ. Δ.421/263/10.03.2005 ΔΥΟΟ. III. Ελεύθερες ζώνες (άρθρο 34) Τα Μέρη προβαίνουν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να διασφαλίζουν ότι τα προϊόντα που διακινούνται υπό την κάλυψη αποδεικτικού καταγωγής και παραμένουν κατά τη διάρκεια της μεταφοράς τους σε ελεύθερη ζώνη στο έδαφός τους, δεν αντικαθίστανται από άλλα προϊόντα ούτε υποβάλλονται σε επεξεργασίες άλλες από τις συνήθεις εργασίες που αποβλέπουν στη διατήρησή τους σε καλή κατάσταση. Παρά τα ανωτέρω, όταν προϊόντα καταγωγής της ΕΕ ή υπογράφουσας χώρας των Άνδεων εισάγονται σε ελεύθερη ζώνη στο έδαφός τους υπό την κάλυψη αποδεικτικού καταγωγής και υφίστανται επεξεργασία ή μεταποίηση, οι ενδιαφερόμενες αρχές εκδίδουν νέο πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1, εφόσον ζητηθεί από τον εξαγωγέα, εάν η επεξεργασία ή η μεταποίηση είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του κοινοποιούμενου Πρωτοκόλλου Καταγωγής.
10. ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ ΥΠΟ ΔΙΑΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ Ή ΥΠΟ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ (άρθρο 38) Σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις, για τα προϊόντα τα οποία κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας βρίσκονται σε διαμετακόμιση, σε προσωρινή αποθήκευση, σε τελωνειακή αποταμίευση ή σε ελεύθερη ζώνη και πληρούν τις προϋποθέσεις να θεωρηθούν καταγόμενα, είναι δυνατή η εκ των υστέρων έκδοση αποδεικτικού καταγωγής, με την προϋπόθεση ότι το αποδεικτικό αυτό θα προσκομισθεί στις τελωνειακές αρχές του Μέρους εισαγωγής εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας (1/3/2013 για το Περού). Γ. Οι επαγγελματικοί ή συνδικαλιστικοί φορείς προς τους οποίους κοινοποιείται η παρούσα με τα συνημμένα της, παρακαλούνται όπως μεριμνήσουν για τη σχετική ενημέρωση των μελών τους.