305 Α' 2005

ΝΟΜΟΣ 3424/2005

Tροποποίηση, συμπλήρωση και αντικατάσταση διατάξεων του ν. 2331/1995 (ΦΕΚ 173Α΄) και προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2001/97/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος με σκοπό τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και άλλες διατάξεις.

Άρθρο 5
13 Δεκεμβρίου 2005

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 305
13 Δεκεμβρίου 2005

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3424
Tροποποίηση, συμπλήρωση και αντικατάσταση διατάξεων του ν. 2331/1995 (ΦΕΚ 173Α΄) και προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2001/97/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος με σκοπό τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 5ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν. 2331/1995 προστίθενται τα εξής εδάφια: «Ειδικώς ως προς την ηλεκτρονική μεταφορά κεφαλαίων, με αποφάσεις των αρμόδιων αρχών δύναται να ορίζεται ότι οι υποχρεώσεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν για συναλλαγές μικρότερες των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ. Με τις αποφάσεις του προηγούμενου εδαφίου, οι αρμόδιες αρχές δύνανται, ως προς τις συναλλαγές που υπολείπονται των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ, να ορίζουν υποχρεώσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών λιγότερο αυστηρές των προβλεπομένων στην παρούσα παράγραφο, όπως την απλή επαλήθευση, βάσει εγγράφων, των στοιχείων που αναγράφονται στα σχετικά μηνύματα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην παράγραφο 7 του άρθρου 4 του ν. 2331/1995 προστίθενται τα εξής εδάφια: «Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που λαμβάνουν εντολές για διασυνοριακή ηλεκτρονική μεταφορά κεφαλαίων, οφείλουν να περιλαμβάνουν στα σχετικά μηνύματα το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση και, εφόσον τα προς μεταφορά κεφάλαια προέρχονται από λογαριασμό καταθέσεων που τηρείται στο πιστωτικό ίδρυμα που πραγματοποιεί τη μεταφορά, τον αριθμό λογαριασμού του εντολέα. Με απόφαση της αρμόδιας αρχής μπορούν να καθορίζονται οι πληροφορίες που πρέπει να περιέχονται στα μηνύματα μεταφοράς κεφαλαίων εντός της χώρας. Στην παραπάνω υποχρέωση αναγραφής των στοιχείων του εντολέα δεν υπόκεινται τα μηνύματα που αφορούν μεταφορές κεφαλαίων μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων ή/και χρηματοπιστωτικών οργανισμών για ίδιο λογαριασμό και συγκεκριμένα τα μηνύματα για μεταφορές κεφαλαίων όπου τόσο ο εντολέας όσο και ο δικαιούχος είναι πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικός οργανισμός που ενεργούν για ίδιο λογαριασμό. Στην υποχρέωση αναγραφής στοιχείων του εντολέα δεν υπόκεινται μεταφορές κεφαλαίων λόγω συναλλαγών που πραγματοποιήθηκαν με τη χρήση πιστωτικής ή χρεωστικής κάρτας, εφόσον στο μήνυμα αναγράφεται ο αριθμός της εν λόγω κάρτας. Αν όμως η πιστωτική ή η χρεωστική κάρτα χρησιμοποιείται για μεταφορά κεφαλαίων που δεν συνδέεται με εμπορική συναλλαγή, τα σχετικά μηνύματα υπόκεινται στις ανωτέρω υποχρεώσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παράγραφος 9 του άρθρου 4 του ν. 2331/1995 αντικαθίσταται ως εξής: «9.α. Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί οφείλουν: αα) να εξετάζουν με ιδιαίτερη προσοχή κάθε συναλλαγή η οποία από τη φύση της ή από στοιχεία που αφορούν το πρόσωπο ή την ιδιότητα του συναλλασσομένου μπορεί να συνδεθεί με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή με χρηματοδότηση τρομοκρατικών οργανώσεων ή τρομοκρατών, ββ) να θεσπίζουν διαδικασίες εσωτερικού ελέγχου και επικοινωνίας ώστε να προλαμβάνουν και να εμποδίζουν τη διενέργεια συναλλαγών που συνδέονται με τα ανωτέρω εγκλήματα, γγ) να συνεκτιμούν και το συνολικό χαρτοφυλάκιο το οποίο ενδεχομένως διατηρεί σε αυτά ο συναλλασσόμενος για να εξακριβώσουν τη συνάφεια και συμβατότητα της υπόψη συναλλαγής με το χαρτοφυλάκιο αυτό, δδ) να μεριμνούν ώστε οι διατάξεις της υποπαραγράφου αυτής να εφαρμόζονται στις θυγατρικές εταιρείες και στα υποκαταστήματά τους στο εξωτερικό, εκτός αν αυτό απαγορεύεται, πλήρως ή μερικώς, από τη σχετική αλλοδαπή νομοθεσία, οπότε ενημερώνουν τον αρμόδιο Εισαγγελέα και την Αρχή του άρθρου 7 και εε) να λαμβάνουν κάθε άλλο πρόσφορο μέτρο που αποφασίζει η αρμόδια αρχή τους για την αποτροπή των ανωτέρω εγκλημάτων, συμπεριλαμβανομένης της μη κατάρτισης της συναλλαγής, εφόσον δεν έχουν ικανοποιηθεί οι όροι της πιστοποίησης και επαλήθευσης της ταυτότητας του συναλλασσομένου, όπως ειδικότερα ορίζεται από τις αρμόδιες αρχές. β. Με αποφάσεις των αρμόδιων αρχών των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών μπορούν ενδεικτικώς: αα) να εξειδικεύονται τα κριτήρια που οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους τα εποπτευόμενα από αυτές πρόσωπα κατά τον έλεγχο τυχόν σύνδεσης συναλλαγών με τα ανωτέρω εγκλήματα, ββ) να προσδιορίζονται τα ειδικότερα στοιχεία των συναλλαγών ή/και των συναλλασσομένων που οφείλουν τα πρόσωπα αυτά να απαιτούν κατά τις συναλλαγές τους, γγ) να ορίζονται πρόσθετες υποχρεώσεις των προσώπων αυτών για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου και δδ) να καθορίζονται ο τρόπος, τα όργανα και οι λεπτομέρειες ασκήσεως των σχετικών ελέγχων. γ. Η Τράπεζα της Ελλάδος, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η Επιτροπή Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης και η Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, συ−γκροτούν εκάστη, ειδική υπηρεσιακή μονάδα στελεχωμένη με τουλάχιστον δύο υπαλλήλους πλήρους απασχόλησης, με σκοπό τον έλεγχο της συμμόρφωσης των εποπτευόμενων από αυτές εταιρειών για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που επιβάλλονται με τις διατάξεις του πρώτου κεφαλαίου αυτού του νόμου. Αυτές οι ειδικές υπηρεσιακές μονάδες συνεπικουρούνται από τους υπαλλήλους των αρμόδιων αρχών και ιδίως από τους ελέγχοντες, άμεσα ή έμμεσα, τις εποπτευόμενες από αυτές εταιρείες. Αυτές οι αρμόδιες αρχές υποβάλλουν κάθε ημερολογιακό εξάμηνο αναλυτική έκθεση στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών σχετικά με την αξιολόγηση των επί μέρους εταιρειών και για τυχόν επιβληθέντα από τις αρχές αυτές μέτρα ή κυρώσεις. Ειδικά για τα πιστωτικά ιδρύματα η σχετική έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος αξιολογεί συνολικά κάθε πιστωτικό ίδρυμα και όχι τα επί μέρους υποκαταστήματά του και η πρώτη σχετική έκθεση υποβάλλεται μετά το πρώτο εξάμηνο του 2006. Η υποβολή των ανωτέρω εκθέσεων στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών πραγματοποιείται κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης περί τραπεζικού, χρηματιστηριακού ή επαγγελματικού απορρήτου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στην παράγραφο 10 του άρθρου 4 του ν. 2331/1995 προστίθενται τα εξής εδάφια: «Κάθε χρηματοπιστωτικός όμιλος ορίζει ένα διευθυντικό στέλεχος, από τη μεγαλύτερη εταιρεία του ομίλου, ως συντονιστή για την εξασφάλιση της τήρησης των σχετικών με τις διατάξεις του πρώτου κεφαλαίου του νόμου αυτού υποχρεώσεων των επί μέρους εταιρειών του ομίλου. Προς τούτο το στέλεχος αυτό συνεργάζεται και ανταλλάσσει πληροφορίες με τα ανωτέρω αναφερόμενα διευθυντικά στελέχη των επί μέρους εταιρειών του ομίλου, λαμβάνει γνώση των τυχόν αναφορών τους προς τον αρμόδιο φορέα και δύναται να υποβάλει αναφορές και ο ίδιος στον αρμόδιο φορέα. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών δύναται να ορίζονται λεπτομέρειες και τεχνικά ζητήματα των ανωτέρω δύο εδαφίων, ιδίως η νομική έννοια του ομίλου και τα κριτήρια προσδιορισμού της μεγαλύτερης εταιρείας κάθε ομίλου. Με αποφάσεις των αρμόδιων αρχών που εποπτεύουν τη μεγαλύτερη εταιρεία κάθε ομίλου δύνανται να προσδιορίζονται διαδικασίες και υποχρεώσεις που πρέπει να τηρούν οι όμιλοι και οι εταιρείες κάθε ομίλου. Οι ανωτέρω αποφάσεις κοινοποιούνται στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στην παράγραφο 11 του άρθρου 4 του ν. 2331/1995 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια: «Υποχρέωση προς ενημέρωση του αρμόδιου φορέα δεν έχουν τα πρόσωπα της περίπτωσης ιβ΄ του άρθρου 2α όταν οι σχετικές πληροφορίες αποκτήθηκαν από ή σχετικά με πελάτη τους, κατά την εξακρίβωση της νομικής θέσης του πελάτη ή όταν ασκούν το καθήκον τους προς υπεράσπιση ή τον εκπροσωπούν στο πλαίσιο ή σχετικά με κάποια δικαστική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων των συμβουλών που δόθηκαν στον πελάτη τους για την κίνηση ή την αποφυγή οποιασδήποτε διαδικασίας, ανεξαρτήτως αν οι πληροφορίες αυτές λαμβάνονται ή αποκτώνται πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά από τη διαδικασία αυτή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η παράγραφος 8 του άρθρου 4 του ν. 2331/1995, όπως ισχύει, καταργείται και προστίθεται στο άρθρο αυτό νέα παράγραφος 14α ως εξής: «14.α. Με την επιφύλαξη τυχόν ειδικών διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας, σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων πιστωτικού ιδρύματος ή χρηματοπιστωτικού οργανισμού, οι οποίες απορρέουν από τον παρόντα νόμο ή τις κανονιστικές διατάξεις που εκδίδουν οι αρμόδιες αρχές, επιβάλλονται σε βάρος του κυρώσεις, με απόφαση της αρμόδιας αρχής. Ειδικότερα, η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να επιβάλλει, κατά των πιστωτικών ιδρυμάτων και των εποπτευόμενων από αυτήν χρηματοπιστωτικών οργανισμών, τις διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται από το καταστατικό της (άρθρο 55Α) και την ισχύουσα νομοθεσία.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Στο άρθρο 4 του ν. 2331/1995 προστίθεται νέα παράγραφος 18 ως εξής: «18. Στις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου αυτού οι λέξεις «τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τα πρόσωπα του άρθρου 2α», εφαρμοζομένης της διάταξης της παραγράφου 2 του άρθρου 2α.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στο άρθρο 4 του ν. 2331/1995 προστίθεται νέα παράγραφος 19 ως εξής: «19. Στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του πρώτου κεφαλαίου του νόμου αυτού και της υποχρέωσης των δικηγόρων για υποβολή αναφορών ύποπτων συναλλαγών, συνιστάται επιτροπή η οποία λαμβάνει, αξιολογεί, επεξεργάζεται και διαβιβάζει τις αναφορές αυτές προς τον αρμόδιο φορέα. Η επιτροπή αυτή απαρτίζεται από πέντε μέλη, οριζόμενα με τριετή θητεία από την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος και εδρεύει στα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, μετά από γνώμη της ανωτέρω Ολομέλειας, ορίζεται ο τρόπος λειτουργίας της επιτροπής αυτής, καθώς και η διαδικασία συνεργασίας και επικοινωνίας της με τον αρμόδιο φορέα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στο άρθρο 4 του ν. 2331/1995 προστίθεται νέα παράγραφος 20 ως εξής: «20. Οι διαχειριστές των αγορών μετοχών, παραγώγων και συναλλάγματος υποχρεούνται να διαθέτουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς και διαδικασίες για την αποτροπή και τον άμεσο εντοπισμό πιθανών περιπτώσεων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και να αναφέρουν στην Ανεξάρτητη Αρχή του άρθρου 7 χωρίς καθυστέρηση τις περιπτώσεις για τις οποίες ευλόγως υποπτεύονται ότι πραγματοποιούνται τα ανωτέρω αδικήματα, γνωστοποιώντας όλες τις σχετικές πληροφορίες και στοιχεία και παρέχοντας κάθε αναγκαία βοήθεια για τη διερεύνησή τους. Στις ανωτέρω αγορές περιλαμβάνονται και τα Πολυμερή Συστήματα Διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικών μέσων, καθώς και «εσωτερικοποιημένες» αγορές τέτοιων μέσων που λειτουργούν εντός πιστωτικού ιδρύματος ή Ε.Π.Ε.Υ.»

Αθήνα, 12 Δεκεμβρίου 2005
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ANAΠΤΥΞΗΣ
Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Δ. ΣΙΟΥΦΑΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ Μ.Γ. ΛΙΑΠΗΣ
ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ
Γ. ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 13 Δεκεμβρίου 2005
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ