276 Α' 2006

ΝΟΜΟΣ 3522/2006

Μεταβολές στη φορολογία εισοδήματος, απλουστεύσεις στον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ - ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ - ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
22 Δεκεμβρίου 2006

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 276
22 Δεκεμβρίου 2006

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3522
Μεταβολές στη φορολογία εισοδήματος, απλουστεύσεις στον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Άρθρο 35Μεταβατικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις των παραγράφων 5 έως και 8 του άρθρου 31 του παρόντος νόμου, αν προβλέπουν επιεικέστερη μεταχείριση, εφαρμόζονται και για τις υποθέσεις που μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν έχουν ελεγχθεί. Ομοίως εφαρμόζονται και για υποθέσεις που έχουν ελεγχθεί και δεν έχουν περαιωθεί οριστικά με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή δεν έχει παρέλθει η προθεσμία άσκησης ένδικου βοηθήματος ή ένδικου μέσου ή εκκρεμεί συζήτηση των υποθέσεων αυτών ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας. Για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων αυτών οι ενδιαφερόμενοι μπορούν με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος, να ζητήσουν τη διοικητική επίλυση της διαφοράς, ακολουθουμένης της διαδικασίας του ν.δ. 4600/1966 (ΦΕΚ 242 A΄). Στην περίπτωση που δεν επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς, οι υποθέσεις των δύο προηγούμενων εδαφίων κρίνονται με βάση τις προϊσχύσασες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις του άρθρου 33 και της παραγράφου 19 του άρθρου 34 του παρόντος νόμου, αν προβλέπουν επιεικέστερη μεταχείριση, εφαρμόζονται και για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2006, ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους από τις φορολογικές αρχές, εφόσον δεν έχουν εκδοθεί από τους προϊσταμένους των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών οι σχετικές αποφάσεις επιβολής προστίμου. Ομοίως, εφαρμόζονται και για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2006, ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους από τις φορολογικές αρχές, για τις οποίες έχουν εκδοθεί από τους προϊσταμένους των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών οι σχετικές αποφάσεις επιβολής προστίμου και μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2006 δεν έχουν περαιωθεί οριστικά με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων ή του Σ.τ.Ε.. Για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων αυτών οι ενδιαφερόμενοι μπορούν με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την 31η Δεκεμβρίου 2006, να ζητήσουν τη διοικητική επίλυση της διαφοράς με βάση τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου, ακολουθουμένης της διαδικασίας του ν.δ. 4600/1966 (ΦΕΚ 242 A΄). Στην περίπτωση που δεν επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς, οι υποθέσεις των δύο προηγούμενων εδαφίων κρίνονται με βάση τις διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο διάπραξης της παράβασης.

Άρθρο 36ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η πρώτη περίοδος του προτελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 15Α του ν. 3054/2002 (ΦΕΚ 230 A΄), όπως προστέθηκε με το ν. 3423/2005 (ΦΕΚ 304 A΄), αντικαθίσταται ως εξής: «Ειδικά για τα έτη 2005, 2006 και 2007, η κατανομή των ποσοτήτων αυτούσιων Βιοκαυσίμων και των Άλλων Ανανεώσιμων Καυσίμων, που υπόκεινται στο ειδικό φορολογικό καθεστώς των διατάξεων της παραγράφου 6 του άρθρου 78 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 A΄), όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 34 του ν. 3340/2005 (ΦΕΚ 112 A΄), καθορίζεται με απόφαση που εκδίδεται κατά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, χωρίς να απαιτείται η κατάρτιση του Προγράμματος που προβλέπεται στην παράγραφο 4 αυτού.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι ποσότητες βιοντίζελ της περίπτωσης κστ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 A΄), όπως ισχύει, που υπόκεινται στο ειδικό φορολογικό καθεστώς των διατάξεων του άρθρου 78 παράγραφος 6 του ν. 2960/2001, οι οποίες κατανεμήθηκαν με τη Δ1/ Β/ οικ.8392/20.4.2006 (ΦΕΚ 512 Β΄) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και οι οποίες μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2006 δεν έχουν τεθεί σε ανάλωση και βρίσκονται στις φορολογικές αποθήκες των κατόχων Άδειας Διύλισης ή των κατόχων Άδειας Εμπορίας κατηγορίας A΄, αυτούσιες ή σε μίγμα με πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του ν. 2960/2001, μπορούν να τεθούν σε ανάλωση μετά την 1η Ιανουαρίου 2007 επιπλέον της ποσότητας των 114.000 χιλιολίτρων αυτούσιου βιοντίζελ προς κατανομή για το έτος 2007, υπό το ειδικό φορολογικό καθεστώς των διατάξεων του άρθρου 78 παράγραφος 6 του ν. 2960/2001, όπως ισχύει.

Άρθρο 37Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3299/2004ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο άρθρο 1 του ν. 3299/2004 (ΦΕΚ 261 A΄) προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 ως εξής: «4. Το καθεστώς περιφερειακών ενισχύσεων του παρόντος νόμου είναι σύμφωνο με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 1628/2006 της Επιτροπής της 24ης Οκτωβρίου 2006 για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης στις εθνικές επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα. 5. Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών υποβάλλει προς έγκριση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το Χάρτη Περιφερειακών Ενισχύσεων. Με απόφαση του ίδιου Υπουργού εξειδικεύονται ως εθνικό καθεστώς ο παραπάνω εγκεκριμένος Χάρτης, καθώς και οι κατευθυντήριες Γραμμές και οι Κανονισμοί σχετικά με τις Κρατικές Ενισχύσεις περιφερειακού Χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής: «Διαίρεση της Επικράτειας 1. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, η Επικράτεια κατανέμεται σε τρεις περιοχές ως εξής: ΠΕΡΙΟΧΗ A΄. Περιλαμβάνει τους Νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης πλην των Βιομηχανικών Επιχειρηματικών Περιοχών (Β.Ε.ΠΕ.) και των νησιών των Νομών αυτών που εντάσσονται στην Περιοχή Β΄. ΠΕΡΙΟΧΗ Β΄. Περιλαμβάνει τους Νομούς της Περιφέρειας Θεσσαλίας (Καρδίτσας, Λάρισας, Μαγνησίας, Τρικάλων), τους Νομούς της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου (Κυκλάδων, Δωδεκανήσου), τους Νομούς της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων (Κέρκυρας, Λευκάδας, Κεφαλληνίας, Ζακύνθου), τους Νομούς της Περιφέρειας Κρήτης (Ηρακλείου, Λασιθίου, Ρεθύμνου, Χανίων), τους Νομούς της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας (Χαλκιδικής, Σερρών, Κιλκίς, Πέλλας, Ημαθίας, Πιερίας), τους Νομούς της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας (Γρεβενών, Κοζάνης, Φλώρινας, Καστοριάς), καθώς και τους Νομούς της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδος (Φθιώτιδας, Φωκίδας, Εύβοιας, Βοιωτίας, Ευρυτανίας). ΠΕΡΙΟΧΗ Γ΄. Περιλαμβάνει τους Νομούς της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (Καβάλας, Δράμας, Ξάνθης, Ροδόπης, Έβρου), τους Νομούς της Περιφέρειας Ηπείρου (Άρτας, Πρέβεζας, Ιωαννίνων, Θεσπρωτίας), τους Νομούς της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου (Λέσβου, Χίου, Σάμου), τους Νομούς της Περιφέρειας Πελοποννήσου (Λακωνίας, Μεσσηνίας, Κορινθίας, Αργολίδας, Αρκαδίας), καθώς και τους Νομούς της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος (Αχαΐας, Αιτωλοακαρνανίας, Ηλείας).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Η υποπερίπτωση (xi) της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «xi) Επενδυτικά σχέδια υλοποίησης ολοκληρωμένου πολυετούς (2−5 ετών) επιχειρηματικού σχεδίου φορέων (για τους οποίους έχει παρέλθει πενταετία από τη σύστασή τους) των μεγάλων και μεσαίων μεταποιητικών και μεταλλευτικών επιχειρήσεων ελάχιστου συνολικού κόστους 3.000.000 ευρώ και επιχειρήσεων ανάπτυξης λογισμικού ελάχιστου συνολικού κόστους 1.500.000 ευρώ και επενδυτικά σχέδια υλοποίησης ολοκληρωμένου πολυετούς (2−5 ετών) επιχειρηματικού σχεδίου φορέων (για τους οποίους έχει παρέλθει τριετία από τη σύστασή τους) των μικρών και πολύ μικρών μεταποιητικών και μεταλλευτικών επιχειρήσεων ελάχιστου συνολικού κόστους 1.500.000 ευρώ και επιχειρήσεων ανάπτυξης λογισμικού ελάχιστου συνολικού κόστους 1.500.000 ευρώ που περιλαμβάνουν τον τεχνολογικό, διοικητικό, οργανωτικό και επιχειρησιακό εκσυγχρονισμό και ανάπτυξη, καθώς και τις αναγκαίες ενέργειες κατάρτισης των εργαζομένων, με έναν η περισσότερους από τους επόμενους στόχους: − Ενίσχυση της ανταγωνιστικής τους θέσης στη διεθνή αγορά. − Παραγωγή και προώθηση Επώνυμων Προϊόντων ή και Υπηρεσιών. − Καθετοποίηση παραγωγής, ανάπτυξη ολοκληρωμένων συστημάτων προϊόντων, υπηρεσιών ή συμπληρωματικών προϊόντων και υπηρεσιών. − Παραγωγή προϊόντων ή και παροχή υπηρεσιών σημαντικά ή τελείως διαφοροποιημένων των υφιστάμενων βασικών προϊόντων ή υπηρεσιών της επιχείρησης. − Μεταφορά παραγωγικών − ερευνητικών δραστηριοτήτων από το εξωτερικό στην Ελληνική Επικράτεια. Παραγωγή προϊόντων ή και παροχή υπηρεσιών από τη σύμπραξη μη ομοειδών επιχειρήσεων (κατά προτίμηση από διαφορετικούς κλάδους) με στόχο την παραγωγή, σημαντικά ή τελείως διαφοροποιημένων των υφιστάμενων, προϊόντων ή υπηρεσιών των επιχειρήσεων αυτών. − ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 5.» β. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 αριθμείται ως περίπτωση στ΄ και αντικαθίσταται ως εξής: «στ. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, ορίζονται προδιαγραφές, όροι και προϋποθέσεις για την εξειδίκευση επενδυτικών σχεδίων των περιπτώσεων α΄ έως ε΄.» γ. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 3 προστίθενται περιπτώσεις ε΄ και στ΄ ως εξής: «ε. ενισχύσεις σε επενδυτικά σχέδια που πραγματοποιούνται με πρωτοβουλία και για λογαριασμό του Δημοσίου από ιδιώτη βάσει σχετικής συμβάσεως εκτελέσεως έργου, παραχώρησης ή παροχής υπηρεσιών. στ. ενισχύσεις σε φορείς επενδυτικών σχεδίων για τους οποίους εκκρεμεί εντολή ανάκτησης ενισχύσεων κατόπιν προηγούμενης απόφασης της Επιτροπής με την οποία οι ενισχύσεις κηρύσσονται παράνομες και ασυμβίβαστες με την Κοινή Αγορά.» δ. Η υποπερίπτωση ii) της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως εξής: «ii. την αγορά πάγιων στοιχείων ενεργητικού που συνδέονται άμεσα με μία παραγωγική μονάδα και υπό την προϋπόθεση ότι: − η μονάδα αυτή έχει παύσει τη λειτουργία της, − αποκτάται από ανεξάρτητο επενδυτή, − η σχετική συναλλαγή πραγματοποιείται υπό τους συνήθεις όρους της αγοράς, − αφαιρούνται ενισχύσεις που έχουν ήδη χορηγηθεί πριν την αγορά.» ε. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 3 προστίθεται υποπερίπτωση (xxiv): «xxiv. αγορά γηπέδων, έως 10% της ενισχυόμενης δαπάνης της επένδυσης, αποκλειστικά για μικρές επιχειρήσεις». στ. Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 3, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 25 του ν. 3470/ 2006 (ΦΕΚ 132 A΄), αντικαθίσταται η φράση «σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το οκτώ τοις εκατό (8%) του κόστους του επενδυτικού σχεδίου» με τη φράση «σε ποσοστό που δεν θα υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) του κόστους του επενδυτικού σχεδίου». ζ. Η περίπτωση θ΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 3 καταργείται. η. Στο άρθρο 3 προστίθεται παράγραφος 7 με το ακόλουθο περιεχόμενο: «7. Περιεχόμενο Επενδυτικών Σχεδίων Τα επενδυτικά σχέδια που περιλαμβάνονται στο άρθρο αυτό, πλην αυτών που διέπονται από άλλον του υπ’ αριθμ. 1628/2006 ειδικό Κανονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα πρέπει να αφορούν: − τη δημιουργία νέας μονάδας, − την επέκταση υπάρχουσας μονάδας, − τη διαφοροποίηση της παραγωγής μίας μονάδας προς νέα, πρόσθετα προϊόντα, − τη θεμελιώδη αλλαγή στη συνολική παραγωγική διαδικασία υπάρχουσας μονάδας. Επενδυτικά σχέδια δεν ενισχύονται εφόσον δεν ικανοποιούν μία τουλάχιστον από τις ως άνω προϋποθέσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 4 Παρεχόμενες Ενισχύσεις 1.α. Για τα επενδυτικά σχέδια της παραγράφου 1 του άρθρου 3 παρέχονται κατά περιοχή και κατηγορία οι ακόλουθες ενισχύσεις: Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού στην κατηγορία 1 περιλαμβάνονται οι κατηγορίες 3, 4 και 5 της κατάταξης των επενδυτικών σχεδίων του άρθρου 3 παράγραφος 1 και στην κατηγορία 2 περιλαμβάνονται οι αντίστοιχες κατηγορίες 1 και 2. Επιχορήγηση ή και επιδότηση χρηματοδοτικής μίσθωσης ή επιδότηση του κόστους της δημιουργούμενης απασχόλησης: Περιοχή A΄ − Κατηγορία 1 − 20% − Κατηγορία 2 − 15% Περιοχή Β΄ − Κατηγορία 1 − 30% − Κατηγορία 2 − 25% Περιοχή Γ΄ − Κατηγορία 1 − 40% − Κατηγορία 2 − 35% Ή εναλλακτικά Φορολογική απαλλαγή Περιοχή A΄ − Κατηγορία 1 − 60% − Κατηγορία 2 − 50% Περιοχή Β΄ − Κατηγορία 1 − 100% − Κατηγορία 2 − 100% Περιοχή Γ΄ − Κατηγορία 1 − 100% − Κατηγορία 2 − 100% β. Οι παρεχόμενες ενισχύσεις της περίπτωσης α΄, αναγόμενες σε ακαθάριστο Ισοδύναμο Επιχορήγησης, δεν επιτρέπεται να υπερβούν τα ποσοστά του εγκεκριμένου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Χάρτη Περιφερειακών Ενισχύσεων. γ. Στις μεσαίες επιχειρήσεις παρέχεται επιπλέον ποσοστό ενίσχυσης έως δέκα τοις εκατό (10%). δ. Στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις παρέχεται επιπλέον ποσοστό ενίσχυσης έως είκοσι τοις εκατό (20%). 2. α. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, καθορίζονται τα επιπλέον ποσοστά ενίσχυσης των περιπτώσεων γ΄ και δ΄ της προηγούμενης παραγράφου για τις πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, σε Περιφέρειες, Νομούς ή τμήματα αυτών, ανά είδος επενδυτικού σχεδίου, βάσει των κριτηρίων του κατά κεφαλή Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (Α.Ε.Π.), του ποσοστού ανεργίας και της γεωγραφικής θέσης των αντίστοιχων περιοχών. β. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών δύναται να μετατάσσονται κατηγορίας τα επενδυτικά σχέδια της παραγράφου 1 του άρθρου 3. 3. Ενισχύσεις μεγάλων επενδυτικών σχεδίων α. Για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού ως «Μεγάλο επενδυτικό σχέδιο» νοείται επένδυση της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του παρόντος, με ενισχυόμενες δαπάνες άνω των πενήντα εκατομμυρίων (50.000.000) ευρώ, υπολογιζόμενες με τις τιμές και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που ισχύουν κατά το χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης. β. Για τον υπολογισμό του συνολικού ποσού των ενισχυόμενων δαπανών θα λαμβάνεται υπόψη η υλοποίηση για περίοδο τριών (3) ετών, σε μία εγκατάσταση, εκ μέρους μίας ή περισσότερων επιχειρήσεων, πάγιων περιουσιακών στοιχείων συνδυαζόμενων κατά αδιαίρετο από οικονομική άποψη τρόπο. γ. Στα επενδυτικά σχέδια της παραγράφου αυτής δεν παρέχονται οι προσαυξήσεις των ποσοστών ενίσχυσης που χορηγούνται στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. δ. Για επενδυτικά σχέδια που υπερβαίνουν τα πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) ευρώ το ανώτατο χορηγούμενο ποσό ενίσχυσης προσδιορίζεται ως εξής: i. για το τμήμα μέχρι πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) ευρώ παρέχεται το 100% του κατά περίπτωση ανώτατου ορίου περιφερειακής ενίσχυσης, ii. για το τμήμα που υπερβαίνει τα πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) ευρώ έως εκατό εκατομμύρια (100.000.000) ευρώ παρέχεται το 50% του κατά περίπτωση ανώτατου ορίου περιφερειακής ενίσχυσης, iii. για το τμήμα που υπερβαίνει τα εκατό εκατομμύρια (100.000.000) ευρώ παρέχεται το 34% του κατά περίπτωση ανώτατου ορίου περιφερειακής ενίσχυσης. 4. Οι ανωτέρω ενισχύσεις δεν σωρεύονται με οποιαδήποτε άλλη κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της Συνθήκης ή με οποιαδήποτε άλλη κοινοτική ή εθνική χρηματοδότηση, σε σχέση με τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες, εάν η εν λόγω σώρευση θα είχε ως αποτέλεσμα η ένταση της ενίσχυσης να υπερβεί την ένταση της ενίσχυσης που προβλέπει ο κανονισμός. 5. Για τα επενδυτικά σχέδια της υποπερίπτωσης (ix) της περίπτωσης δ΄ και των υποπεριπτώσεων (vi), (vii), (viii), (ix), (x) και (xi) της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 παρέχεται η ενίσχυση της επιχορήγησης ή της φορολογικής απαλλαγής. 6. Για τα επενδυτικά σχέδια των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 3, που πραγματοποιούνται στην αλλοδαπή, παρέχεται μόνο η ενίσχυση της επιχορήγησης, το ποσοστό της οποίας ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών σύμφωνα με την Κοινοτική Νομοθεσία.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «Με την απόφαση πιστοποίησης της ολοκλήρωσης και έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας, είναι δυνατόν, μετά από αίτηση του επενδυτή, να αναμορφωθεί το ενισχυόμενο κόστος αυτής, το οποίο σε περίπτωση αύξησης δεν δύναται να υπερβεί το πέντε τοις εκατό (5%) αυτού που έχει εγκριθεί.» β. Η παράγραφος 6 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «6.α. Η έναρξη της υλοποίησης των επενδυτικών σχεδίων γίνεται μετά τη δημοσίευση της απόφασης υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος νόμου. Ως έναρξη νοείται είτε η έναρξη των κατασκευαστικών εργασιών είτε η πρώτη βέβαιη ανάληψη δέσμευσης για παραγγελία εξοπλισμού, εκτός των προκαταρκτικών μελετών σκοπιμότητας. β. Έναρξη πραγματοποίησης του επενδυτικού σχεδίου πριν τη δημοσίευση της απόφασης υπαγωγής δύναται να γίνει, με αποκλειστική ευθύνη του επενδυτή, μόνο εφόσον του χορηγηθεί επιβεβαίωση επιλεξιμότητας σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 7 του παρόντος νόμου. γ. Η εφαρμογή του επενδυτικού σχεδίου χωρίς την πλήρωση των προϋποθέσεων των περιπτώσεων α΄ και β΄της παραγράφου αυτής επιφέρει απόρριψη του συνόλου του επενδυτικού σχεδίου.» γ. Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 23 του άρθρου 5 αντικαθίστανται η λέξη «εγκατάστασης» με την λέξη «παραγωγής». δ. Ο τίτλος της παραγράφου 24 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «24. Προϋποθέσεις, περιορισμοί και όροι για την εφαρμογή των ενισχύσεων σε επενδύσεις εξόρυξης και θραύσης αδρανών υλικών και βιομηχανικών ορυκτών της υποπερίπτωσης (i) της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3». ε. Στην παράγραφο 26 του άρθρου 5 προστίθεται περίπτωση στ΄ ως εξής: «στ. Οι φορείς επενδύσεων που επιλέγουν την ενίσχυση της φορολογικής απαλλαγής υποχρεούνται, όπου απαιτείται, να εφοδιαστούν, με ιδία πρωτοβουλία, με τις αναγκαίες γνωμοδοτήσεις, χαρακτηρισμούς ή εγκρίσεις των επενδυτικών σχεδίων τους, από τις Ειδικές Επιτροπές ή άλλες αρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Επίσης υποχρεούνται στην υποβολή Δήλωσης Φορολογικής Απαλλαγής (Δ.Φ.Α.).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

α. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 προστίθεται περίπτωση γ΄ ως εξής: «γ. Οι ανωτέρω αιτήσεις υποβάλλονται και ηλεκτρονικά.» β. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 7 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια: «Με την υποβολή της αίτησης υπαγωγής και των απαιτούμενων δικαιολογητικών προς τις αρμόδιες προς την εξέτασή της υπηρεσίες ή φορείς, ο φορέας της επένδυσης δύναται να ζητήσει τη χορήγηση επιβεβαίωσης επιλεξιμότητας προκειμένου να προχωρήσει σε έναρξη υλοποίησης της επένδυσης. Εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών το αίτημά του αυτό εξετάζεται από την Υπηρεσία, η οποία προβαίνει σε τυπικό έλεγχο του υποβληθέντος φακέλου και εφόσον αυτός περιέχει τα δικαιολογητικά των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου δίδεται έγγραφη επιβεβαίωση προς τον αιτούντα ότι το επιχειρηματικό σχέδιο που υποβλήθηκε ικανοποιεί κατ’ αρχήν τους όρους επιλεξιμότητας που τίθενται από το νόμο. Η παραπάνω επιβεβαίωση δεν συνεπάγεται και την τελική υπαγωγή του επιχειρηματικού σχεδίου, η οποία θα κριθεί μετά την αξιολόγηση αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου. Μετά τη χορήγηση της επιβεβαίωσης επιλεξιμότητας δύναται να αρχίσει η πραγματοποίηση επενδυτικών δαπανών με αποκλειστική ευθύνη του επενδυτή, δεδομένου ότι αυτή δεν δεσμεύει την κρίση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής ούτε την απόφαση της Διοίκησης σχετικά με την υπαγωγή ή μη της επένδυσης στις διατάξεις του νόμου.» Το μετά την παραπάνω προσθήκη έβδομο εδάφιο της ίδιας παραγράφου αντικαθίσταται ως εξής: «Κατά την εξέταση της αίτησης υπαγωγής οι υπηρεσίες ή οι φορείς δύνανται, εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο, να αποστέλλουν με απόδειξη στο φορέα της επένδυσης ή τον αντίκλητό του, έγγραφο με το οποίο ζητείται η προσκόμιση τυχόν πρόσθετων στοιχείων και πληροφοριών, καθώς και η παροχή περαιτέρω διευκρινήσεων, προς υποβοήθηση του έργου της αξιολόγησης της αίτησης υπαγωγής.» γ. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 13 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «α. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών που εκδίδεται κάθε Ιανουάριο και με την επιφύλαξη της επόμενης περίπτωσης και των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 9, καθορίζεται το συνολικό ποσό των επιχορηγήσεων, επιδοτήσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης και του κόστους της δημιουργούμενης απασχόλησης, από εθνικούς και κοινοτικούς πόρους, που εγκρίνεται ετησίως και κατανέμεται μεταξύ των αρμόδιων φορέων υπαγωγής της παραπάνω παραγράφου 11. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται και το συνολικό ποσό ενισχύσεων των επιχειρηματικών σχεδίων διάσωσης και αναδιάρθρωσης του άρθρου 9. Επίσης, με την ίδια απόφαση είναι δυνατό να κατανέμεται το ως άνω ποσό, κατά τομέα δραστηριότητας και ανάλογα με το μέγεθος των επιχειρήσεων. Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών είναι δυνατόν με όμοιες αποφάσεις να αναπροσαρμόζει κατά τη διάρκεια του έτους το παραπάνω ποσό. Με όμοια απόφαση καθορίζεται το συνολικό ποσό των επιχορηγήσεων που εγκρίνεται ετησίως για κάθε κράτος προκειμένου για τις επενδύσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 3.» δ. Το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης (i) της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 15 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «Μέλη της Επιτροπής είναι ο Γενικός Γραμματέας Βιομηχανίας ως Πρόεδρος, ο Γενικός Γραμματέας Επενδύσεων και Ανάπτυξης του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, ο προϊστάμενος της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, ο προϊστάμενος της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, εκπρόσωπος του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δύο εμπειρογνώμονες αναγνωρισμένου κύρους σε θέματα βιομηχανικών επενδύσεων, ένας εκπρόσωπος του Σ.Ε.Β., ένας εκπρόσωπος της Γ.Σ.Ε.Ε. και ένας εκπρόσωπος της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών. Στις συνεδριάσεις της επιτροπής παρίσταται ως μέλος άνευ ψήφου και Νομικός Σύμβουλος του Υπουργείου Ανάπτυξης ή Πάρεδρος του ίδιου Υπουργείου. Όταν η Ειδική Γνωμοδοτική Επιτροπή εξετάζει επενδυτικά σχέδια που έχουν υποβληθεί στο Ε.Λ.Κ.Ε., στη σύνθεσή της παρίσταται και εκπρόσωπος αυτού, ως μέλος άνευ ψήφου.» ε. Το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης (ii) της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 15 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «Μέλη της Επιτροπής είναι ο Γενικός Γραμματέας Βιομηχανίας ως Πρόεδρος, δύο προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων ή αρμόδιων Διευθύνσεων της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, εκπρόσωπος του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δύο εμπειρογνώμονες αναγνωρισμένου κύρους σε ζητήματα βιομηχανικών επενδύσεων, ένας εκπρόσωπος του Σ.Ε.Β. και ένας της Γ.Σ.Ε.Ε.. Στις συνεδριάσεις της επιτροπής παρίσταται ως μέλος άνευ ψήφου και Νομικός Σύμβουλος του Υπουργείου Ανάπτυξης ή Πάρεδρος του ίδιου Υπουργείου. Όταν η Ειδική Γνωμοδοτική Επιτροπή εξετάζει επενδυτικά σχέδια που έχουν υποβληθεί στο Ε.Λ.Κ.Ε., στη σύνθεσή της παρίσταται και εκπρόσωπος αυτού, ως μέλος άνευ ψήφου.» στ. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 15 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «δ. Οι καθοριζόμενες πιο πάνω γνωμοδοτικές επιτροπές γνωμοδοτούν επίσης επί αιτημάτων ολοκλήρωσης και πιστοποίησης έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας επενδύσεων, αιτημάτων παράτασης της προθεσμίας ολοκλήρωσης για λόγους ανώτερης βίας, καθώς και για την ανάκληση αποφάσεων υπαγωγής και επιστροφής ενισχύσεων που έχουν καταβληθεί και αφορούν σε επενδυτικά σχέδια, για την υπαγωγή των οποίων γνωμοδότησαν κατά περίπτωση, ως και για θέματα επενδύσεων που έχουν υπαχθεί σε προγενέστερους επενδυτικούς νόμους, εφόσον οι σχετικοί φάκελοι των επενδύσεων αυτών είναι της αρμοδιότητας των κατά περίπτωση αντίστοιχων υπηρεσιών ή φορέων και τηρούνται σε αυτούς.» ζ. Η περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 15 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «ζ. Δεν μπορούν να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις των παραπάνω γνωμοδοτικών επιτροπών τα μέλη, σύμβουλοι ή φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν στο εταιρικό ή μετοχικό κεφάλαιο ή στη διοίκηση επιχειρήσεων ή έχουν καταρτίσει ή συμμετάσχει στην κατάρτιση επενδυτικών σχεδίων ή έχουν αξιολογήσει ή ελέγξει αιτήσεις υπαγωγής, κατά την τελευταία πενταετία, που έχουν υπαχθεί στους νόμους 3299/2004 και 2601/1998 ή έχουν υποβάλει αίτηση για να υπαχθούν στις διατάξεις του παρόντος, εφόσον στις συνεδριάσεις αυτές εξετάζονται θέματα των επιχειρήσεων αυτών ή θέματα άλλων επιχειρήσεων ίδιου ή συναφούς αντικειμένου.» η. Η παράγραφος 21 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «21. Σύστημα υποβολής, αξιολόγησης και παρακολούθησης Για την υποστήριξη των διαδικασιών ηλεκτρονικής υποβολής των αιτημάτων των επενδυτών που αφορούν τις ενισχύσεις επιχορήγησης ή/και επιδότησης χρηματοδοτικής μίσθωσης ή επιδότησης του κόστους της δημιουργούμενης απασχόλησης και των δηλώσεων που αφορούν την ενίσχυση της φορολογικής απαλλαγής, καθώς και των διαδικασιών αξιολόγησης, παρακολούθησης και ελέγχου των επενδύσεων, προβλέπεται η λειτουργία πληροφοριακού συστήματος εγκατεστημένου στους κατά τόπους αρμόδιους φορείς και υπηρεσίες. Οι επενδυτές και οι αρμόδιοι φορείς και υπηρεσίες υποχρεούνται να καταχωρούν στο Πληροφοριακό Σύστημα τις απαραίτητες πληροφορίες που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος νόμου. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την οργάνωση, διαχείριση και λειτουργία του Πληροφοριακού Συστήματος και προσδιορίζονται τα στοιχεία που καταχωρούνται, ο χρόνος υποβολής τους, οι υποχρεώσεις των φορέων και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α. Η υποπερίπτωση iii της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 8 αντικαθίσταται ως εξής: «iii. Παρέχεται η δυνατότητα προκαταβολής που συνολικά δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50% της προβλεπόμενης στη σχετική απόφαση υπαγωγής της επένδυσης επιχορήγησης, με την προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής επιστολής προσαυξημένης κατά 10% από τράπεζα που είναι εγκατεστημένη και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα. Η ανωτέρω προκαταβολή αποτελεί μέρος της συνολικά καταβαλλόμενης επιχορήγησης. Σε περίπτωση χορήγησης του συνόλου της προκαταβολής δεν εφαρμόζεται η ανωτέρω υποπερίπτωση (i).» β. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 7 του άρθρου 8 αντικαθίστανται ως εξής: «Οι επιχορηγήσεις επενδύσεων, οι επιδοτήσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης, οι επιχορηγήσεις του μισθολογικού κόστους της απασχόλησης καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος και καλύπτονται από τον προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων στον οποίο εγγράφεται η σχετική προβλεπόμενη δαπάνη για κάθε οικονομικό έτος ή/και από κοινοτικά κονδύλια. Στην περίπτωση της συγχρηματοδότησης επένδυσης ή της χρηματοδότησης αυτής αποκλειστικά από κοινοτικά κονδύλια γνωστοποιείται αυτό στον φορέα της επένδυσης, ο οποίος οφείλει να τηρεί τις οριζόμενες από την Κοινοτική Νομοθεσία διαδικαστικές προϋποθέσεις καταβολής της επιχορήγησης. Οι παραπάνω ενισχύσεις που καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος χαρτοσήμου ή δικαίωμα, καθώς και από κάθε άλλη επιβάρυνση σε όφελος του Δημοσίου ή τρίτου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

α. Το εδάφιο β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 9 διαγράφεται. β. Στο ίδιο άρθρο προστίθεται παράγραφος 4 με το εξής περιεχόμενο: «4. Ίδρυση μικρών επιχειρήσεων Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, κατόπιν προηγούμενης έγκρισης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενισχύεται η δημιουργία πολύ μικρών ή μικρών επιχειρήσεων, καθώς και η υλοποίηση δαπανών των επιχειρήσεων αυτών που έχουν ιδρυθεί κατά την τελευταία πενταετία. Οι παρεχόμενες ενισχύσεις της παραγράφου αυτής δεν θα υπερβαίνουν το ποσό των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ για κάθε πολύ μικρή ή μικρή επιχείρηση που είναι εγκατεστημένη στις περιφέρειες της υποπερίπτωσης (i) της περίπτωσης β΄ της παρούσας παραγράφου και του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ στις περιφέρειες της υποπερίπτωσης (ii) της ίδιας περίπτωσης. Το ετήσιο ποσό των χορηγούμενων ενισχύσεων δεν πρέπει να υπερβαίνει το 33% των συνολικών ποσών ενίσχυσης σε κάθε επιχείρηση. Με την ίδια απόφαση ορίζονται: α. Δαπάνες που μπορεί να αφορούν είτε i. υπηρεσίες νομικές, διοικητικής υποστήριξης και παροχής συμβουλών που έχουν άμεση σχέση με τη δημιουργία της επιχείρησης είτε και ii. δαπάνες που πραγματοποιούνται κατά τα πρώτα πέντε έτη μετά την ίδρυση της επιχείρησης και αναφέρονται σε: − τόκους εξωτερικής χρηματοδότησης και μερίσματα των χρησιμοποιούμενων ιδίων κεφαλαίων, με επιτόκιο που δεν υπερβαίνει το επιτόκιο αναφοράς, − έξοδα μίσθωσης εγκαταστάσεων/εξοπλισμού παραγωγής, − δαπάνες για ενέργεια, ύδρευση και θέρμανση, οι φόροι (εκτός του Φ.Π.Α. και των εταιρικών φόρων) και οι διοικητικές επιβαρύνσεις, − αποσβέσεις, έξοδα χρηματοδοτικής μίσθωσης εγκαταστάσεων/εξοπλισμού παραγωγής, καθώς και έξοδα μισθοδοσίας, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεωτικών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, υπό την προϋπόθεση ότι για τις συναφείς επενδύσεις ή μέτρα δημιουργίας θέσεων εργασίας και πρόσληψης δεν έχουν δοθεί άλλου είδους ενισχύσεις. β. Τα ποσοστά ενίσχυσης που δεν δύναται να υπερβαίνουν: i. στις περιφέρειες του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α΄ της συνθήκης Ε.Ε. το 35% των ενισχυόμενων δαπανών που πραγματοποιούνται κατά τα τρία πρώτα έτη μετά την ίδρυση της επιχείρησης και το 25% κατά τα δύο επόμενα έτη, ii. στις περιφέρειες του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ΄ της συνθήκης Ε.Ε. το 25% των ενισχυόμενων δαπανών που πραγματοποιούνται κατά τα τρία πρώτα έτη μετά την ίδρυση της επιχείρησης και το 15% κατά τα δύο επόμενα έτη. Τα παρεχόμενα ποσοστά της υποπερίπτωσης (i) είναι δυνατόν να προσαυξάνονται κατά 5% − στις περιφέρειες που το κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. είναι μικρότερο του 60% του μέσου όρου των 25 Κρατών − Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, − στα μικρά νησιά με πληθυσμό μικρότερο των πέντε χιλιάδων (5.000) κατοίκων. γ. Με την ίδια απόφαση δύναται να καθορίζονται περιοχές της Επικράτειας στις οποίες θα παρέχονται οι ενισχύσεις της παραγράφου αυτής, τομείς στους οποίους θα δραστηριοποιούνται οι ενισχυόμενες επιχειρήσεις, η διάρκεια του καθεστώτος, το είδος και τα ποσοστά των χορηγούμενων ενισχύσεων, το σύνολο ή μέρος των οριζόμενων στην περίπτωση α΄ δαπανών, οι αναγκαίες παρεκκλίσεις από τις ρυθμίσεις των λοιπών διατάξεων του παρόντος νόμου που αφορούν τη νομική μορφή των επιχειρήσεων, το ελάχιστο κόστος ενισχυόμενου επενδυτικού σχεδίου, την ιδία συμμετοχή, τον τρόπο και τα κριτήρια αξιολόγησης, τη διαδικασία παροχής των ενισχύσεων, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που θα συμβάλλει στην εφαρμογή της μορφής αυτής χορήγησης κινήτρων σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

α. Η υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης Β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 10 καταργείται. Στην περίπτωση Δ΄ της παραγράφου 2 προστίθεται εδάφιο: «Κάθε αλλαγή της εταιρικής σύνθεσης του φορέα της επένδυσης οφείλει να γνωστοποιείται στην αρμόδια υπηρεσία. Εάν διαπιστωθεί κατά την ολοκλήρωση της επένδυσης ότι λόγω αλλαγής της εταιρικής σύνθεσης ο φορέας του επενδυτικού σχεδίου έπαυσε να είναι μεσαία ή μικρή επιχείρηση, αφαιρείται από την ενίσχυση το αντίστοιχο ποσοστό που όριζε η απόφαση υπαγωγής λόγω αυτής της ιδιότητας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

α. Η περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 αντικαθίσταται ως εξής: «ζ. Μέχρι την έκδοση της προβλεπόμενης στην παράγραφο 18 του άρθρου 5 κοινής υπουργικής απόφασης για τον καθορισμό του είδους και της έκτασης των έργων ολοκληρωμένης μορφής εκσυγχρονισμού: α) ξενοδοχειακής μονάδας ή: β) των τουριστικών οργανωμένων κατασκηνώσεων (campings), διατηρούνται σε ισχύ και εφαρμόζονται για τον παρόντα νόμο αα) η κανονιστική απόφαση 43965/30.11.1994 που έχει εκδοθεί κατ’ εφαρμογή της περίπτωσης λβ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του κ.ν. 1892/1990 και διατηρήθηκε σε ισχύ σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του ν. 2601/1998, όπως ίσχυε και ββ) η υπ’ αριθμ. 58692/5.8.1998 κανονιστική απόφαση που είχε εκδοθεί σύμφωνα με το εδάφιο β΄ της παραγράφου 20 του άρθρου 6 του ν. 2601/1998, αντιστοίχως. Η παραπάνω απόφαση της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης αυτής έχει εφαρμογή και για τα επενδυτικά σχέδια τουριστικών οργανωμένων κατασκηνώσεων (campings) που έχουν υποβληθεί έως την ημερομηνία λήξης υποβολής των αιτήσεων στις διατάξεις του ν. 3299/ 2004.» β. i. Στην περίπτωση στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 αντί της αναφοράς στην παράγραφο 16 του άρθρου 6 του ν. 2601/1998 νοείται αναφορά στην παράγραφο 18 του παραπάνω άρθρου. ii. Στις περιπτώσεις ιγ΄ και ιδ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12, όπου γίνεται αναφορά στο άρθρο 8 του παρόντος νόμου νοείται αναφορά στο άρθρο 7 του ίδιου νόμου. iii. Στην περίπτωση κ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 αντικαθίσταται η φράση «περίπτωση β΄ της παραγράφου 1» με τη φράση «περίπτωση α΄ της παραγράφου 4».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου αυτού αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2007.

Άρθρο 38ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η προβλεπόμενη, από τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 7 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 A΄), αναπροσαρμογή των ποσών των μηνιαίων βασικών συντάξεων του Ο.Γ.Α. (ν. 4169/1961) ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 2007 σε πενήντα (50) ευρώ και από 1ης Ιανουαρίου 2008 σε πενήντα δύο ευρώ και είκοσι πέντε λεπτά (52,25).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο Κλάδος Σύνταξης του Ταμείου Συντάξεων και Προνοίας Προσωπικού Α.Τ.Ε. εντάσσεται υποχρεωτικά στον Κλάδο Σύνταξης του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων − Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών (Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ.) από 1.1.2007. Τα ποσοστά των ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη και ασφαλισμένου μειώνονται στα αντίστοιχα ισχύοντα στο Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ., για μεν τους εργαζόμενους άμεσα από 1.1.2007, για δε τον εργοδότη σταδιακά και ισόποσα μέσα σε χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, αρχής γενομένης από 1.1.2007. Πέραν των παραπάνω τακτικών ασφαλιστικών εισφορών η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. θα καταβάλλει στο Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ. ως έκτακτη εισφορά, στο πλαίσιο της διάταξης της παραγράφου 4 του άρθρου 46 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 A΄) για δεκαπέντε (15) χρόνια το ποσό των είκοσι οκτώ εκατομμυρίων (28.000.000) ευρώ, κάθε έτος, συμπεριλαμβανομένου και αυτού της ένταξης. Η απόδοση του ποσού κάθε έτους θα γίνεται εντός του μηνός Δεκεμβρίου κάθε έτους. Για τυχόν ελλείμματα πέραν των ανωτέρω, εφαρμογή έχουν οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 3029/2002 (ΦΕΚ 160 A΄). Για τα λοιπά θέματα που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9 και 10 του άρθρου 5 του ν. 3029/2002. Από 1.1.2007 οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του Ειδικού Λογαριασμού Επικούρισης Μελών Προσωπικού της Αγροτικής Τράπεζας (Ε.Λ.Ε.Μ.), που έχει συσταθεί στο Ταμείο Υγείας Προσωπικού της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος, υπάγονται υποχρεωτικά στο Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων (Ε.Τ.Α.Τ.). Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 62 του ν. 3371/2005 (ΦΕΚ 178 A΄) και οι διατάξεις του π.δ. 209/2006 (ΦΕΚ 209 A΄). Η οικονομική επιβάρυνση του Ε.Τ.Α.Τ. και του Ε.Τ.Ε.Α.Μ. από την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3371/2005 και του παρόντος άρθρου καλύπτεται, πέραν των προβλεπόμενων από τις καταστατικές διατάξεις του Ε.Λ.Ε.Μ. εισφορών εργαζομένου και εργοδότη, από την καταβολή από την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. του ποσού των τριακοσίων ογδόντα εκατομμυρίων (380.000.000) ευρώ. Από το ποσό αυτό τα διακόσια ογδόντα εκατομμύρια (280.000.000) ευρώ καταβάλλονται εντός του μηνός Ιανουαρίου 2007 και το υπόλοιπο ποσό, σαν έκτακτη εισφορά, των εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) ευρώ καταβάλλεται σε 10 ισόποσες ετήσιες δόσεις στην αρχή κάθε έτους. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Καταστατικού του Ε.Λ.Ε.Μ. εισφορά της ΑΤΕ μειώνεται σταδιακά και ισόποσα από 9% σε 7,5% εντός τριών (3) ετών, αρχής γενομένης από 1.1.2007. Με τα παραπάνω ποσά των έκτακτων εισφορών και οικονομικών επιβαρύνσεων προς το Ι.Κ.Α. − Ε.Τ.Α.Μ. και Ε.Τ.Α.Τ.− Ε.Τ.Ε.Α.Μ. εξαντλείται η υποχρέωση της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος για κάλυψη επιπλέον εισφορών ή παροχών προς τα Ταμεία αυτά που απορρέουν από τις κείμενες διατάξεις. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας καθορίζεται κάθε θέμα που προκύπτει από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος εφαρμόζεται στο σύνολο του προσωπικού του Ο.Τ.Ε. Α.Ε. ο Εσωτερικός Κανονισμός Προσωπικού της COSMOTE Α.Ε., ως ισχύει σήμερα, με την εξαίρεση των άρθρων 11, 12, 13, καταργούμενης κάθε αντίθετης διάταξης νόμου, όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας ή επιχειρησιακής συλλογικής συμφωνίας, απόφασης της διοίκησης του Ο.Τ.Ε. ή εντεταλμένων οργάνων του και πρακτικής, οποιουδήποτε χαρακτήρα ή νομικής δεσμευτικότητας, που αφορούν σε θέματα εσωτερικού κανονισμού του προσωπικού του Ο.Τ.Ε. και αντίκεινται στις ρυθμίσεις του ως άνω Εσωτερικού Κανονισμού Προσωπικού της COSMOTE, με την επιφύλαξη των διατάξεων των επόμενων εδαφίων. Εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου: α) τα άρθρα 20 παράγραφοι 1 III ΦΕΚ 3085 IV, παρ. 2−10 και τα άρθρα 23−40 του καταργούμενου Γενικού Κανονισμού Προσωπικού Ο.Τ.Ε., που αφορούν στον πειθαρχικό έλεγχο του προσωπικού, β) οι υφιστάμενες ρυθμίσεις και όροι των επιχειρησιακών σ.σ.ε. που αφορούν στο μισθολογικό καθεστώς, εξαιρουμένων, για όσους πρόκειται να προσληφθούν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος, του χρονοεπιδόματος και όλων των λοιπών επιδομάτων, γ) τα άρθρα 5, 7, 12, 13, 14, 16, 17, 18, 42, 46, 47 του καταργούμενου Γενικού Κανονισμού προσωπικού Ο.Τ.Ε., μόνο για το προσωπικό που μέχρι την 14η Ιουλίου 2005 υπηρετούσε στον Ο.Τ.Ε. Α.Ε. ως Δόκιμο ή Μόνιμο. Ο Εσωτερικός Κανονισμός Προσωπικού των προηγούμενων εδαφίων τροποποιείται περαιτέρω εν όλω ή εν μέρει, με επιχειρησιακή σ.σ.ε. σύμφωνα με τα άρθρα 3 παρ. 5 και 6 του ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 A΄).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του ν. 2843/2000 (ΦΕΚ 219 A΄) και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 7 του ν. 2257/1994 (ΦΕΚ 197 A΄) καταργούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στους εργαζόμενους των εταιρειών ΟΛΥΜΠΙΑΚΕΣ ΑΕΡΟΓΡΑΜΜΕΣ Α.Ε., ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ Α.Ε. και ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ ΑΕΡΟΠΛΟΪΑ Α.Ε., που έχουν προσληφθεί με σύμβαση αορίστου χρόνου μέχρι την 31.12.2005, κατά τη λύση της σύμβασης εργασίας τους λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων πλήρους συνταξιοδότησης ή όταν αποχωρούν με τους όρους περί προαιρετικής αποχώρησης δυνάμει των ισχυουσών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, εξακολουθεί να καταβάλλεται η αποζημίωση των νόμων 2112/1920 και 3198/ 1955 (ΦΕΚ 98 A΄) ή τυχόν συμφωνηθείσα ανώτερη.

Άρθρο 39Έναρξη ισχύος

Η ισχύς των διατάξεων αυτού του νόμου αρχίζει: α) των άρθρων 1 (παράγραφοι 4, 5 ), 2, 3 (παράγραφοι 1, 2 και 3 ), 4 (παράγραφοι 7, 9 και 10), 5 (παράγραφοι 3, 7, 8, 9 και 11), 10 (παράγραφοι 2 και 3) από 1ης Ιανουαρίου 2007 για τα εισοδήματα που αποκτώνται και τις δαπάνες που πραγματοποιούνται, κατά περίπτωση, από την ημερομηνία αυτή και μετά, β) των άρθρων 1 (παράγραφοι 8 και 9), 4 (παράγραφοι 11 και 12) και 5 (παράγραφοι 1 και 5) από το οικονομικό έτος 2007 για τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος αυτού του οικονομικού έτους και των επόμενων, γ) του άρθρου 5 (παράγραφος 4) από το οικονομικό έτος 2006 για τα εισοδήματα αυτού του οικονομικού έτους και επόμενων, δ) του άρθρου 8 (παράγραφοι 1, 2 και 3) για δαπάνες που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις από διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2006 και μετά, ε) του άρθρου 9 (παράγραφοι 3 και 4) από διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2006 και μετά, στ) των άρθρων 10 (παράγραφος 1) και 11 για εισοδήματα του οικονομικού έτους 2006 και μετά, ζ) του άρθρου 13 (παράγραφος 1) για τα φύλλα ελέγχου που εκδίδονται από τη δημοσίευση του παρόντος και μετά και (παράγραφος 4) δύο (2) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος και μετά, η) των άρθρων 17, 18 και 19 από την 1η Ιανουαρίου 2007, θ) των άρθρων 27 (παράγραφοι 1, 2, 4, 5, 6, 7 και 8), 30 (παράγραφοι 9 και 10), 33 και της παραγράφου 19 του άρθρου 34 από 1ης Ιανουαρίου 2007, ι) του άρθρου 27 (παράγραφος 9), του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του Κ.Β.Σ., όπως τίθενται με την παράγραφο 6 του άρθρου 28 του παρόντος νόμου, του άρθρου 28 (παράγραφοι 3, 4, 5, 9, 11 και 12), του άρθρου 30 (παράγραφος 1), του άρθρου 31 (παράγραφος 4) και της περίπτωσης θ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 30 του Κ.Β.Σ., όπως τίθενται με την παράγραφο 5 του άρθρου 31 του παρόντος, από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καταλαμβάνει διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την ημερομηνία αυτή και μετά, ια) των διατάξεων της περίπτωσης γ΄ του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του Κ.Β.Σ., όπως τίθενται με την παράγραφο 2 του άρθρου 28 του παρόντος νόμου, από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καταλαμβάνουν επιτηδευματίες που κάνουν έναρξη εργασιών με αυτό αποκλειστικά το αντικείμενο εργασιών από 1.1.2007 και μετά, καθώς και επιτηδευματίες που εκδίδουν άδεια ανέγερσης οικοδομής από την ημερομηνία αυτή και μετά, ιβ) των διατάξεων της παραγράφου 22 του άρθρου 28 από 1.3.2007, ιγ) των λοιπών διατάξεων από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από αυτές. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 21 Δεκεμβρίου 2006
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Δ. ΣΙΟΥΦΑΣ
ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
Σ. ΤΣΙΤΟΥΡΙΔΗΣ Μ. Γ. ΛΙΑΠΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 22 Δεκεμβρίου 2006
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ