194 Α' 2008

ΝΟΜΟΣ 3697/2008

Ενίσχυση της διαφάνειας του Κρατικού Προϋπολογισμού, έλεγχος των δημοσίων δαπανών, μέτρα φορολογικής δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ Γ΄ - ΜΕΤΡΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ - ΡΥΘΜΙΣΗ ΕΚΚΡΕΜΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ
25 Σεπτεμβρίου 2008

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 194
25 Σεπτεμβρίου 2008

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3697
Ενίσχυση της διαφάνειας του Κρατικού Προϋπολογισμού, έλεγχος των δημοσίων δαπανών, μέτρα φορολογικής δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ΡΥΘΜΙΣΗ ΕΚΚΡΕΜΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ
Άρθρο 23Τρόπος ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Χρέη προς το Δημόσιο, βεβαιωμένα στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και τα Τελωνεία, καθώς και χρέη υπέρ τρίτων που εισπράττονται μέσω των Δ.Ο.Υ., τα οποία κατέστησαν ληξιπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.), μέχρι 30 Ιουνίου 2008, ρυθμίζονται με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τα επιβαρύνουν μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου και καταβάλλονται ως ακολούθως: α) σε μία δόση με απαλλαγή ποσοστού εκατό τοις εκατό (100%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και πενήντα τοις εκατό (50%) των πρόσθετων φόρων του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α΄) και των πάσης φύσεως πρόσθετων φόρων, προσαυξήσεων φόρου και φορολογικών προστίμων που έχουν βεβαιωθεί και αφορούν στην κύρια οφειλή, β) από δύο (2) έως τρεις (3) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού εκατό τοις εκατό (100%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, γ) από τέσσερις (4) μέχρι έξι (6) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού ενενήντα τοις εκατό (90%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, δ) από επτά (7) μέχρι δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού ογδόντα τοις εκατό (80%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, ε) από δεκατρείς (13) μέχρι δεκαοκτώ (18) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού εβδομήντα τοις εκατό (70%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, στ) από δεκαεννέα (19) μέχρι είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού εξήντα τοις εκατό (60%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής. Όσοι οφειλέτες επιλέξουν την εξόφληση των ανωτέρω ληξιπρόθεσμων οφειλών τους με δόσεις και θελήσουν, κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε δόσης της ρύθμισης, να εξοφλήσουν το υπόλοιπο της οφειλής τους εφάπαξ, τους παρέχεται ποσοστό έκπτωσης, επί των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, που αναλογούν στο ποσό αυτό, ίσο με το οριζόμενο ανωτέρω ποσοστό, ανάλογα με τον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται. Το ποσό που καταβάλλεται εφάπαξ για την εξόφληση της οφειλής θεωρείται ως η τελευταία μηνιαία δόση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να κατατεθεί μέχρι και την 20ή Νοεμβρίου 2008 στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο, όπου είναι βεβαιωμένα τα χρέη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η καταβολή της πρώτης δόσης, καθώς και η εφάπαξ εξόφληση γίνεται την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση. Το ποσό της πρώτης δόσης θα είναι αυξημένο κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) του υπαγόμενου στη ρύθμιση κεφαλαίου, πλέον των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν στο ποσοστό αυτό, όπως αυτές διαμορφώνονται με την παρούσα ρύθμιση. Η δεύτερη δόση θα καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη του επόμενου μήνα από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και οι επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη. Το συνολικό ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριακοσίων (300) ευρώ.

Άρθρο 24Υπαγόμενες οφειλές στη ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στη ρύθμιση υπάγονται όλες οι ληξιπρόθεσμες, μέχρι 30.6.2008, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε., οφειλές, του ίδιου οφειλέτη, εξαιρουμένου του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων οικονομικού έτους 2008, που είναι βεβαιωμένες στην υπηρεσία όπου υποβάλλεται η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση, χωρίς δικαίωμά του να ζητήσει την εξαίρεση μέρους αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στη ρύθμιση υπάγονται όλες οι ληξιπρόθεσμες, μέχρι 30.6.2008, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε., οφειλές, του ιδίου οφειλέτη, που είναι βεβαιωμένες στην υπηρεσία όπου υποβάλλεται η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση, χωρίς δικαίωμά του να ζητήσει την εξαίρεση μέρους αυτών. Εξαιρούνται της ρύθμισης οφειλές από φόρο εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων οικονομικού έτους 2008: α) οι οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης με απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου, β) οι οφειλές που έχουν υπαχθεί σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής κατά τις διατάξεις των άρθρων 13−21 του ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α΄), καθώς και οι οφειλές που έχουν υπαχθεί σε άλλη ρύθμιση, των οποίων οι όροι τηρούνται κατά την υποβολή του αιτήματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Από τη ρύθμιση αυτή εξαιρούνται οι οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πτωχευτικό ή εξωπτωχευτικό συμβιβασμό που δεν έχει ανατραπεί, τα χρέη υπέρ των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα χρέη υπέρ τρίτων κρατών.

Άρθρο 25Αποτελέσματα ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση: α) Χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των χρεών του προς το Δημόσιο μηνιαίας διάρκειας, εφόσον συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 26 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄), όπως ισχύει. β) Δεν λαμβάνονται σε βάρος του τα προβλεπόμενα μέτρα κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄), του άρθρου 22 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α΄), όπως αυτά ισχύουν σήμερα, και των άρθρων 231 έως 243 του ν. 2717/1999 (ΦΕΚ 97 Α΄), αναστέλλονται δε τα τυχόν ληφθέντα ως άνω μέτρα. γ) Αναστέλλεται η εκτέλεση της απόφασης για προσωποκράτηση ή αν αυτή έχει αρχίσει διακόπτεται, καθώς και η ποινική δίωξη που προβλέπεται από το άρθρο 25 του ν. 1882/1990 και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της διακόπτεται. δ) Αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν ΦΕΚ 3465 επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η υπαγωγή και η συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση αυτή δεν εμποδίζει το Δημόσιο: α) Να λαμβάνει όλα τα προβλεπόμενα από τις ισχύουσες διατάξεις μέτρα για την είσπραξη των χρεών που καθίστανται ληξιπρόθεσμα από την 1η Ιουλίου 2008 και μετά, καθώς και των χρεών που δεν έχουν υπαχθεί για οποιονδήποτε λόγο στη ρύθμιση αυτή. β) Να επιβάλλει κατασχέσεις σε περιουσιακά στοιχεία ή να λαμβάνει ασφαλιστικά μέτρα, για τη διασφάλιση της εξόφλησης των οφειλών. γ) Να αρνείται τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας για μεταβιβάσεις ακινήτων, εφόσον δεν διασφαλίζονται τα συμφέροντα του Δημοσίου ή να ορίζει ποσοστό παρακράτησης μέρους ή του συνόλου του εισπραττόμενου τιμήματος. δ) Να δίδει εντολή παρακράτησης μέρους ή του συνόλου της χρηματικής απαίτησης του οφειλέτη κατά τρίτων προσώπων, για την είσπραξη της οποίας πρέπει να κατατεθεί αποδεικτικό ενημερότητας. ε) Να συμψηφίζει τις απαιτήσεις του οφειλέτη κατά του Δημοσίου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του Κ.Ε.Δ.Ε. στ) Να απαιτεί την καταβολή του συνόλου συγκεκριμένης οφειλής, εφόσον η καταβολή αυτή είναι υποχρεωτική από τις ισχύουσες διατάξεις για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων ή συναλλαγών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παραγραφή των χρεών, για τα οποία υποβάλλεται σχετική αίτηση υπαγωγής τους στη ρύθμιση, αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης αυτής και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξαρτήτως καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη της τελευταίας δόσης αυτής.

Άρθρο 26Ειδικά θέματα ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Πρόσωπα που ευθύνονται, μαζί με τον οφειλέτη, για την καταβολή μέρους οφειλής δεν δικαιούνται να ρυθμίσουν μόνο το μέρος αυτό της οφειλής με τις παρούσες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι οφειλές που θα υπαχθούν στη ρύθμιση με καταβολή μηνιαίων δόσεων και οι οφειλέτες που θα είναι συνεπείς σε αυτή δεν επιβαρύνονται περαιτέρω με προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής μέχρι την εξόφλησή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η καθυστέρηση πληρωμής μιας δόσης έχει ως συνέπεια την επιβάρυνση του ποσού αυτής, με τις κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο οφειλέτης εκπίπτει του δικαιώματος της ρύθμισης εάν δεν καταβάλει τρεις (3) συνεχείς μηνιαίες δόσεις αυτής. Στην περίπτωση αυτή το υπόλοιπο της οφειλής που είχε ρυθμιστεί επιβαρύνεται με όλες τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης και επιδιώκεται η είσπραξή του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα.

Άρθρο 27

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μπορούν να ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής, τα χρονικά διαστήματα ισχύος και κάθε ειδικότερο θέμα των άρθρων 23 έως 26 του παρόντος νόμου.

Άρθρο 28Ρύθμιση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ «Περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων» του ν. 3259/2004 (ΦΕΚ 149 Α΄), όπως ισχύουν, τροποποιούνται, αντικαθίστανται και συμπληρώνονται ως ακολούθως: α. Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 αντικαθίσταται η υποπερίπτωση γγ΄ ως εξής: «γγ) την ανακριβή καταχώριση εσόδων ή αγορών ή δαπανών στο έντυπο Ε3 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.» β. Η περίπτωση ια΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 2 καταργείται και η περίπτωση ιβ΄ της ίδιας παραγράφου αντικαθίσταται ως εξής: «ιβ) Λήψη εικονικού φορολογικού στοιχείου ως προς το πρόσωπο του αντισυμβαλλόμενου.» γ. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως εξής: «Στη ρύθμιση που καθορίζεται με τα άρθρα 1 έως και 11 υπάγονται οι εκκρεμείς υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων επιτηδευματιών, οι οποίες αφορούν διαχειριστικές περιόδους που έκλεισαν μέχρι και τις 31.12.2006.» δ. Η πρώτη περίοδος της περίπτωσης δ΄ του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως εξής: «δ) Υποθέσεις περαιωμένες οριστικά για τις οποίες μέχρι την 31.12.2007:». ε. Η περίπτωση α΄ του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «α) Οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2007 εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος ή εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α. για κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις.» στ. Η περίπτωση δ΄ του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «δ) Από κάθε υπόθεση, η ανέλεγκτη χρήση στην οποία τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα είναι μεγαλύτερα του ποσού των τριών δισεκατομμυρίων εξήντα έξι εκατομμυρίων επτακοσίων πενήντα χιλιάδων (3.066.750.000) δρχ. ή εννέα εκατομμυρίων (9.000.000) ευρώ και όλες οι επόμενες αυτής χρήσεις.» ζ. Στο άρθρο 4 προστίθεται νέα περίπτωση η΄ που έχει ως εξής: «η) Από κάθε υπόθεση, η ανέλεγκτη χρήση για την οποία προκύπτει αναμφισβήτητα από έκθεση ελέγχου ή δελτίο πληροφοριών ή άλλο έγγραφο στοιχείο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή άλλης Δ.Ο.Υ. ή του Σ.Δ.Ο.Ε. ή της ΥΠ.Ε.Ε. ή άλλης αρχής, η έκδοση πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων ή η λήψη εικονικών φορολογικών στοιχείων ως προς τη συναλλαγή ή η νόθευση τέτοιων στοιχείων και όλες οι επόμενες αυτής χρήσεις.» η. Η παράγραφος 2 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Επιτρέπεται η περαίωση ορισμένων, μόνο, από τις ανέλεγκτες υποθέσεις που υπάγονται στη ρύθμιση, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1.» θ. Η παράγραφος 4 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Ο ενδιαφερόμενος αποδέχεται τη βεβαίωση και καταβολή της συνολικής οφειλής φόρου που προκύπτει από το ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ του άρθρου 9, χωρίς να συμψηφίζεται ή να εκπίπτεται ο φόρος που βεβαιώθηκε με βάση τις οικείες δηλώσεις που υποβλήθηκαν ή τα ποσά κύριου και πρόσθετου φόρου που βεβαιώθηκαν με βάση απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου. Απεναντίας, συμψηφίζεται το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) ή τριάντα τοις εκατό (30%) ή δέκα τοις εκατό (10%), κατά περίπτωση, της διαφοράς κύριου και πρόσθετου φόρου που τυχόν έχει βεβαιωθεί λόγω άσκησης προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου. Αν το ποσό που βεβαιώθηκε λόγω άσκησης προσφυγής είναι μεγαλύτερο του ποσού που προκύπτει από το ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ, τότε η επιπλέον διαφορά δεν επιστρέφεται.» ι. Η παράγραφος 5 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Με την υπογραφή της προβλεπόμενης από την παράγραφο 4 του άρθρου 9 πράξης, καταβάλλεται υποχρεωτικά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της συνολικής οφειλής φόρου εισοδήματος, Φ.Π.Α. και προστίμων Κ.Β.Σ. που περαιώνονται με τις παρούσες διατάξεις.» ια. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 6 καταργείται και η περίπτωση γ΄της ίδιας παραγράφου αντικαθίσταται ως εξής: «γ) Ποσό μικρότερο από πεντακόσια (500) ευρώ για κάθε επιτηδευματία που τήρησε βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα πεντακόσια (500) ευρώ.» ιβ. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 6 προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής: «Σε κάθε περίπτωση το παραπάνω ποσό φόρου δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εξακοσίων (600) ευρώ.» ιγ. Η πρώτη περίοδος της παραγράφου 4 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Για τον υπολογισμό του ποσού του βεβαιωτέου φόρου στην περίπτωση που υπάρχει απόφαση επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. ή έκθεση ελέγχου Κ.Β.Σ. από την οποία προκύπτει απόκρυψη ακαθάριστων εσόδων συγκεκριμένου ύψους ή δελτίο πληροφοριών της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 2, με συγκεκριμένα ποσά απόκρυψης, τα ποσά της απόκρυψης προσαυξάνουν τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα του οικονομικού έτους που αφορούν και ο συντελεστής υπολογισμού του φόρου γίνεται:». ιδ. Η παράγραφος 6 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «6. Η ζημιά που τυχόν περιλαμβάνεται σε κάθε περαιούμενη ανέλεγκτη υπόθεση φορολογίας εισοδήματος συμψηφίζεται με το ποσό των λογιστικών διαφορών που υπολογίζεται κατά τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους του παρόντος και το τυχόν ακάλυπτο ποσό αυτής μεταφέρεται για συμψηφισμό με τα θετικά εισοδήματα των επόμενων ετών σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, εκτός εάν η οικεία χρήση βαρύνεται με αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη. Τυχόν ζημιά που προκύπτει από τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας περαιούμενης χρήσης δεν μεταφέρεται για συμψηφισμό με τα θετικά εισοδήματα των επόμενων ετών σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, εφόσον η χρήση από την οποία προέρχεται ή έστω μία από τις επόμενες αυτής περαιούμενες χρήσεις βαρύνεται με αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη. Στις περιπτώσεις αυτές επιβάλλεται το ελάχιστο ποσό βεβαιωτέου φόρου σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου αυτού.» ιε. Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Η περαίωση καθεμιάς ανέλεγκτης υπόθεσης φορολογίας εισοδήματος συνεπάγεται αυτοδίκαια και την περαίωση ως ειλικρινών των ανέλεγκτων υποθέσεων των λοιπών φορολογικών αντικειμένων με την επιφύλαξη των οριζομένων στις επόμενες παραγράφους.» ιστ. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 7 τροποποιείται η περίπτωση α΄ και προστίθεται νέα περίπτωση γ΄, ως εξής: «α) Εάν σε κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις υφίσταται περίπτωση επαύξησης των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 6 ή τα δεδομένα των υποβληθεισών σχετικών δηλώσεων εμφανίζουν διαφορές σε σχέση με τα αντίστοιχα δεδομένα της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και των εντύπων που την συνοδεύουν, επί των επιπλέον ακαθάριστων εσόδων υπολογίζεται Φ.Π.Α. με την εφαρμογή ως συντελεστή του μέσου σταθμικού που προκύπτει από τη σχέση συνολικού φόρου εκροών της εκκαθαριστικής δήλωσης στη συγκεκριμένη χρήση προς συνολικές φορολογητέες εκροές, προσαυξημένου κατά τριάντα τοις εκατό (30%).» «γ) Σε περιπτώσεις εκκρεμών αιτημάτων επιστροφής πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α., η διαδικασία επιστροφής κατά τις κείμενες διατάξεις προηγείται της περαίωσης της υπόθεσης. Το τυχόν πιστωτικό υπόλοιπο που προκύπτει από την εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α. της τελευταίας περαιούμενης χρήσης προσαυξάνει το ποσό της οφειλής βάσει της περαίωσης της χρήσης αυτής, εφόσον η χρήση από την οποία προέρχεται ή έστω μία από τις επόμενες αυτής περαιούμενες χρήσεις βαρύνεται με αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη.» ιζ. Στο τέλος του άρθρου 7 προστίθεται νέα παράγραφος 4 που έχει ως εξής: «4. Στην περίπτωση που διαπιστώνεται η μη υποβολή των σχετικών δηλώσεων ή υπάρχουν κάθε είδους επιβαρυντικά στοιχεία για τις δηλώσεις αυτές διενεργείται έλεγχος με βάση τις κείμενες διατάξεις.» ιη. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 8 προστίθενται δύο νέα εδάφια που έχουν ως εξής: «Ο ανωτέρω περιορισμός καταλαμβάνει και τις περιπτώσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί σχετικές αποφάσεις από τα Πρωτοβάθμια Δικαστήρια. Στις περιπτώσεις αυτές, με βάση την κατά τα ανωτέρω περαίωση, ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ενεργεί συμπληρωματική βεβαίωση του επιπλέον προστίμου που τυχόν οφείλεται ή έκπτωση του επιπλέον προστίμου που βεβαιώθηκε.» ιθ. Η περίπτωση ιε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «ιε) Το ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της συνολικής οφειλής που πρέπει να καταβληθεί με την υπογραφή της πράξης περαίωσης.» κ. Η παράγραφος 3 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Το ένα αντίτυπο του Μηχανογραφημένου Εκκαθαριστικού Σημειώματος κοινοποιείται επί αποδείξει στον επιτηδευματία και το άλλο παραμένει στην αρμόδια για την τελευταία ανέλεγκτη χρήση Δ.Ο.Υ. που αναγράφεται σε αυτό. Κατ’ εξαίρεση, στον προϊστάμενο της ίδιας Δ.Ο.Υ. παραμένουν και τα δύο αντίτυπα του Σημειώματος αυτού προκειμένου για επιτηδευματία φυσικό πρόσωπο ή επιτηδευματία μη φυσικό πρόσωπο που μέχρι και το έτος 2006 είχε διακόψει τις εργασίες του ή είχε λυθεί κατά περίπτωση.» κα. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «Κατά την υπογραφή της πράξης καταβάλλεται υποχρεωτικώς το είκοσι τοις εκατό (20%) του οφειλόμενου φόρου εισοδήματος, Φ.Π.Α. και τυχόν προστίμου Κ.Β.Σ..» κβ. Το πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 9 καταργείται και το τέταρτο εδάφιο της ίδιας παραγράφου αντικαθίσταται ως εξής: «Η κατά τα παραπάνω προθεσμία προσέλευσης και υπογραφής δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από χρονικό διάστημα δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης του Μηχανογραφημένου Εκκαθαριστικού Σημειώματος.» κγ. Οι περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 αντικαθίστανται και προστίθεται νέα περίπτωση γ΄ ως εξής: «α) Όταν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής αυτών είναι μέχρι είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) ευρώ, σε έξι (6), κατ’ ανώτατο όριο, ίσες μηνιαίες δόσεις και χωρίς το ποσό της κάθε δόσης να υπολείπεται των πεντακοσίων (500) ευρώ.» «β) Όταν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής αυτών είναι πάνω από είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) και μέχρι εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ, σε οκτώ (8) ίσες μηνιαίες δόσεις.» «γ) Όταν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής αυτών είναι πάνω από εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ, σε δώδεκα (12) ίσες μηνιαίες δόσεις.» κδ. Η παράγραφος 5 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Το ποσό του οφειλόμενου φόρου στην περίπτωση που δεν υπάρχει παράβαση Κ.Β.Σ. ή Αποκρυβείσα Φορολογητέα Ύλη, δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) των ακαθάριστων εσόδων, τηρουμένων σε κάθε περίπτωση των κατώτατων ορίων του τελευταίου εδαφίου των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι συντελεστές υπολογισμού του φόρου που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 6 του ν. 3259/2004 προσαυξάνονται κατά δύο (2) ποσοστιαίες μονάδες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι επιτηδευματίες με υποθέσεις της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του ν. 3259/2004 μπορούν να υποβάλουν την προβλεπόμενη από την παράγραφο αυτή αίτηση εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η έκδοση των Εκκαθαριστικών Σημειωμάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 3259/2004, καθώς και η υποβολή των Σημειωμάτων αυτών από τους ίδιους τους επιτηδευματίες στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 9 του ίδιου άρθρου, λήγει στις 31.12.2008.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Εκκρεμείς υποθέσεις υπαγόμενες στη ρύθμιση του παρόντος άρθρου για τις οποίες οι οικείες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και Φ.Π.Α. υπάγονται και στις διατάξεις των άρθρων 13 έως 17 του ν. 3296/2004 (ΦΕΚ 253 Α΄), αλλά δεν έγινε εφαρμογή των διατάξεων αυτών μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, μπορούν να περαιωθούν σύμφωνα με τη ρύθμιση του παρόντος άρθρου, χωρίς δυνατότητα πλέον εφαρμογής για τις υποθέσεις αυτές των ως άνω διατάξεων του ν. 3296/2004.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι διατάξεις της παραγράφου 1, καθώς και η περαίωση των υποθέσεων κατά τα άρθρα 1 έως 11 του ν. 3259/2004, με βάση και τις μεταβολές που επέρχονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3, ισχύουν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 29Παράταση της παραγραφής

Η προθεσμία παραγραφής που λήγει στις 31.12.2008, ημερομηνία μετά την οποία παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου επιβολής φόρων, τελών και εισφορών, παρατείνεται μέχρι 31.12.2009. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν ισχύει για υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και προικών.

Aθήνα, 19 Σεπτεμβρίου 2008
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Π. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Χ. ΦΩΛΙΑΣ Φ. ΠΑΛΛΗ−ΠΕΤΡΑΛΙΑ
ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 24 Σεπτεμβρίου 2008
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Σ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ