27 Α' 2009

ΝΟΜΟΣ 3746/2009

Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ), ενσωμάτωση των Οδηγιών 2005/14/ΕΚ για την υποχρεωτική ασφάλιση οχημάτων και 2005/68/ΕΚ σχετικά με τις αντασφαλίσεις και λοιπές διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ - ΤΑΜΕΙΟ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ (ΤΕΚΕ)
16 Φεβρουαρίου 2009

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 27
16 Φεβρουαρίου 2009

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 3746
Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ), ενσωμάτωση των Οδηγιών 2005/14/ΕΚ για την υποχρεωτική ασφάλιση οχημάτων και 2005/68/ΕΚ σχετικά με τις αντασφαλίσεις και λοιπές διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ΤΑΜΕΙΟ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ (ΤΕΚΕ)
Άρθρο 1Σκοπός

Με τις διατάξεις του κεφαλαίου αυτού αντικαθίστανται τα άρθρα 1 έως 17 του ν. 2832/2000 (ΦΕΚ 141 Α΄), με τα οποία κωδικοποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν οι διατάξεις του ν. 2324/1995 (ΦΕΚ 146 Α΄) που είχαν ενσωματώσει την Οδηγία 94/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 1994 «περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων» και κωδικοποιούνται οι ρυθμίσεις σχετικά με τα συστήματα αποζημίωσης καταθετών και επενδυτών−πελατών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Άρθρο 2Ίδρυση «Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων» (ΤΕΚΕ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ιδρύεται Ταμείο με την επωνυμία «Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων», εφεξής «ΤΕΚΕ», το οποίο είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου και είναι καθολικός διάδοχος του προβλεπόμενου στο άρθρο 2 του ν. 2832/2000 Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων (ΤΕΚ). Το ΤΕΚΕ εδρεύει στην Αθήνα και εποπτεύεται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών. Το ΤΕΚΕ δεν αποτελεί δημόσιο οργανισμό ή δημόσιο νομικό πρόσωπο και ευρίσκεται εκτός δημόσιου τομέα, όπως αυτός εκάστοτε ορίζεται. Για τις σχέσεις του με την αλλοδαπή το ΤΕΚΕ θα χρησιμοποιεί την επωνυμία «Hellenic Deposit and Investment Guarantee Fund−HDIGF».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σκοποί του ΤΕΚΕ είναι: α) η καταβολή αποζημίωσης στους καταθέτες των πιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 3 του παρόντος νόμου και ευρίσκονται σε αδυναμία να εκπληρώσουν τις προς αυτούς υποχρεώσεις τους και β) η καταβολή αποζημίωσης στους επενδυτές−πελάτες των πιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 3 του παρόντος νόμου και ευρίσκονται σε αδυναμία να εκπληρώσουν τις προς αυτούς υποχρεώσεις τους, για απαιτήσεις που απορρέουν από την παροχή «καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών», ως τέτοιων νοουμένων, για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, των επενδυτικών υπηρεσιών που αναφέρονται στο άρθρο 4 του ν. 3606/2007 (ΦΕΚ 195 Α΄) παράγραφοι 1 (α) – (δ), (στ), (ζ) και της παρεπόμενης υπηρεσίας της παραγράφου 2 (α) του ίδιου άρθρου, με στόχο τη συμβολή στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αν πελάτης έχει απαίτηση κατά πιστωτικού ιδρύματος και δεν είναι ευχερής η κατάταξή της στην κατηγορία της περίπτωσης α΄ ή της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ την εντάσσει στην κατά την κρίση του καταλληλότερη κατηγορία, χωρίς να επιτρέπεται η καταβολή διπλής αποζημίωσης για την ίδια απαίτηση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ειδικά προκειμένου περί των πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν την καταστατική έδρα τους στην Ελλάδα, το ΤΕΚΕ καλύπτει επίσης τις καταθέσεις και τις απαιτήσεις των επενδυτών−πελατών από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες των υποκαταστημάτων τους σε άλλα κράτη−μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των υποκαταστημάτων τους σε τρίτες χώρες, εφόσον οι ως άνω καταθέσεις και απαιτήσεις δεν καλύπτονται από ισοδύναμο σύστημα εγγύησης καταθέσεων ή αποζημίωσης επενδυτών στις χώρες υποδοχής. Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, κατόπιν εισηγήσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ, είτε κρίνεται η ύπαρξη του ισοδυνάμου της κάλυψης είτε, στην αντίθετη περίπτωση, καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις της κάλυψης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το ιδρυτικό κεφάλαιο του ΤΕΚΕ, ως καθολικού διαδόχου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων (ΤΕΚ) κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 6 του άρθρου 27, ανέρχεται στο ποσό των οκτώ εκατομμυρίων οκτακοσίων τεσσάρων χιλιάδων εκατόν εννέα (8.804.109) ευρώ (εκ μετατροπής ποσού τριών δισεκατομμυρίων δραχμών) και έχει καλυφθεί ως εξής: α) κατά έξι δέκατα (6/10) από την Τράπεζα της Ελλάδος, β) κατά τέσσερα δέκατα (4/10) από τα πιστωτικά ιδρύματα μέλη της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το ενεργητικό του ΤΕΚΕ που τίθεται προς εξυπηρέτηση του σκοπού της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου («Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων» του ΤΕΚΕ) είναι σαφώς διακριτό από το ενεργητικό του που τίθεται προς εξυπηρέτηση του σκοπού της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου («Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων» του ΤΕΚΕ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον παρόντα νόμο.

Άρθρο 3Υποχρέωση συμμετοχής των πιστωτικών ιδρυμάτων στο ΤΕΚΕΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ συμμετέχουν υποχρεωτικά όλα τα κατά την έννοια της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3601/2007 (ΦΕΚ 178 Α΄) πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα, πλην των περιπτώσεων της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ως άνω νόμου. Πιστωτικά ιδρύματα δεν επιτρέπεται να αποδέχονται καταθέσεις εάν δεν συμμετέχουν στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 27, στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ συμμετέχουν υποχρεωτικά όλα τα κατά την έννοια της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3601/2007 (ΦΕΚ 178 Α΄) πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα, εκτός του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον παρέχουν μία τουλάχιστον από τις καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, κατά την έννοια της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο αντίστοιχο, κατά περίπτωση, Σκέλος του ΤΕΚΕ συμμετέχουν προαιρετικά, ύστερα από αίτησή τους για κάλυψη συμπληρωματική του αντίστοιχου συστήματος του κράτους της καταστατικής έδρας τους, ως προς το ποσό ή και ως προς τις κατηγορίες των καλυπτόμενων καταθέσεων ή/και των καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 9 και 10 του παρόντος νόμου, τα εγκατεστημένα στην Ελλάδα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων, των οποίων η καταστατική έδρα βρίσκεται σε άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο αντίστοιχο, κατά περίπτωση, Σκέλος του ΤΕΚΕ συμμετέχουν, επίσης, υποχρεωτικά, τα εγκατεστημένα στην Ελλάδα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων με καταστατική έδρα σε τρίτες χώρες, εφόσον αυτά δεν καλύπτονται από ισοδύναμο με το παρόν σύστημα εγγύησης καταθέσεων ή αποζημίωσης επενδυτών που λειτουργεί στη χώρα της καταστατικής έδρας των πιστωτικών ιδρυμάτων στα οποία ανήκουν. Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, κατόπιν εισηγήσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ, είτε κρίνεται η ύπαρξη του ισοδυνάμου της κάλυψης είτε, στην αντίθετη περίπτωση, καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις της κάλυψης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το ύψος και η έκταση της παρεχόμενης από το ΤΕΚΕ κάλυψης στους καταθέτες και στους επενδυτέςπελάτες των ως άνω υποκαταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων με καταστατική έδρα σε τρίτες χώρες δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ύψος και την έκταση της κάλυψης που παρέχεται σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ως υποκατάστημα για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου νοείται η μονάδα εκμετάλλευσης πιστωτικού ιδρύματος που δεν έχει ιδία νομική προσωπικότητα και παρέχει μερικές ή όλες από τις υπηρεσίες που θεωρούνται αναπόσπαστο τμήμα της δραστηριότητας του πιστωτικού ιδρύματος, συμπεριλαμβανομένων των καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών. Περισσότερες της μιας μονάδες εκμετάλλευσης που λειτουργούν στο ίδιο κράτος − μέλος θεωρούνται ως ένα μόνο υποκατάστημα.

Άρθρο 4Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το ενεργητικό του ΤΕΚΕ που τίθεται προς εξυπηρέτηση του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων προορίζεται αποκλειστικά για την ικανοποίηση απαιτήσεων των καταθετών των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων (στο εξής: το «Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων»). Όλο το κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ενεργητικό του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων (ΤΕΚ) περιέρχεται στο Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι πόροι του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ προέρχονται από: α) Ετήσιες τακτικές εισφορές που καταβάλλουν τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία συμμετέχουν στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος νόμου. Οι ετήσιες εισφορές υπολογίζονται επί του μέσου υπολοίπου του μηνός Ιουνίου κάθε έτους του συνόλου των καταθέσεών τους σε ευρώ και συνάλλαγμα, με εξαίρεση: i) το ποσό του προς παρακράτηση αναλογούντος φόρου, ii) τα υπόλοιπα κατηγοριών καταθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 11 του παρόντος νόμου πλην των περιπτώσεων 3 και 10 έως και 13 αυτού, iii) τα υπόλοιπα καταθέσεων των υποκαταστημάτων των πιστωτικών ιδρυμάτων σε τρίτες χώρες, εφόσον οι καταθέσεις αυτές κριθεί ότι καλύπτονται από ισοδύναμο σύστημα εγγύησης καταθέσεων στις χώρες υποδοχής και iv) τις καταθέσεις του ΤΕΚΕ. Για την εξεύρεση του μέσου υπολοίπου καταθέσεων σε συνάλλαγμα, τα ημερήσια υπόλοιπα θα μετατρέπονται σε ευρώ κάθε ημέρα του Ιουνίου με την αντίστοιχη μέση τιμή (fixing). Εφόσον δεν υπάρχει μέση τιμή (fixing), λαμβάνεται υπόψη η εκάστοτε ισχύουσα τιμή αναφοράς. Πιστωτικό ίδρυμα το οποίο εντάσσεται στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ οφείλει τακτική εισφορά για το ημερολογιακό έτος ένταξης κατ’ αναλογία του χρόνου συμμετοχής του σε αυτό. Πιστωτικό ίδρυμα το οποίο εντάσσεται στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ μετά το μήνα Ιούνιο οφείλει τακτική εισφορά για το έτος εισόδου η οποία υπολογίζεται επί του μέσου υπολοίπου των καταθέσεων του μηνός Δεκεμβρίου και προσαυξάνει την εισφορά του επόμενου έτους. Σε περίπτωση που πιστωτικό ίδρυμα διακόψει τη λειτουργία του ή τεθεί υπό εκκαθάριση οφείλει εισφορά για το ημερολογιακό έτος κατά το οποίο διέκοψε τη λειτουργία του κατ’ αναλογία του χρόνου που λειτούργησε μέσα σε αυτό. Εάν διακόψει τη λειτουργία του ή τεθεί υπό εκκαθάριση προ του τέλους του μηνός Ιουνίου, ως βάση υπολογισμού της εισφοράς λαμβάνεται το μέσο υπόλοιπο των καταθέσεων των τελευταίων τριάντα (30) ημερών πριν από την ημερομηνία διακοπής της λειτουργίας του, το οποίο και γνωστοποιείται άμεσα στο ΤΕΚΕ. Ως διακοπή λειτουργίας, για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, νοείται και η περίπτωση κατά την οποία το πιστωτικό ίδρυμα παύει να υπάγεται στην υποχρεωτική συμμετοχή στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ και οι καταθέσεις σε αυτό τίθενται εκτός εγγύησης ΤΕΚΕ. β) Συμπληρωματική εισφορά, πέραν της ετήσιας τακτικής, εφόσον οι πόροι του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ δεν επαρκούν για την αποζημίωση, σύμφωνα με το άρθρο 9 του παρόντος νόμου. Η εισφορά αυτή καθορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ μέχρι το τριπλάσιο της ετήσιας τακτικής εισφοράς του τελευταίου πριν από τη λήψη της απόφασης έτους, καταβάλλεται υποχρεωτικά από τα συμμετέχοντα στο εν λόγω Σκέλος του ΤΕΚΕ πιστωτικά ιδρύματα και συμψηφίζεται με τις τακτικές εισφορές των επόμενων ετών, όπως καθορίζεται στην εν λόγω απόφαση. γ) Δωρεές. δ) Έσοδα από ρευστοποίηση απαιτήσεων, καθώς και έσοδα που προκύπτουν από τη διαχείριση του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α) Σε περίπτωση που τα διαθέσιμα του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ, που προκύπτουν από τους πόρους της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, δεν επαρκούν για την καταβολή αποζημιώσεων καταθετών, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του, το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ δανείζεται τα απαιτούμενα κεφάλαια από τα συμμετέχοντα σε αυτό πιστωτικά ιδρύματα ή/και από άλλες πηγές. Για τα ποσά των δανείων αυτών εγγυώνται τα συμμετέχοντα στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικά ιδρύματα. Οι όροι των εν λόγω δανείων και εγγυήσεων καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ, λαμβάνοντας υπόψη την αναλογία συμμετοχής κάθε πιστωτικού ιδρύματος στην τακτική εισφορά του προηγούμενου έτους. β) Στις υποχρεώσεις που προκύπτουν για τα πιστωτικά ιδρύματα από τις παραγράφους 2β και 3α του παρόντος άρθρου δύνανται να υπαχθούν με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ και τα πιστωτικά ιδρύματα που συμμετέχουν στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ για συμπληρωματική κάλυψη με βάση τις κατευθυντήριες αρχές του άρθρου 26 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

α) Το ύψος της ετήσιας τακτικής εισφοράς καθορίζεται στα ακόλουθα, κατά κλιμάκιο καταθέσεων, ποσοστά σύμφωνα και με το άρθρο 6 του ν. 3714/2008 (ΦΕΚ 231 Α΄): Κλιμάκιο καταθέσεων Ποσοστιαία εισφορά (σε εκατ. ευρώ) (επί τοις χιλίοις) 0 – 600 6,25 600,01 – 2.990 6 2.990,01 – 8.843 5,875 8.843,01 – 20.940 1,025 20.940,01 και άνω 0,125 Η αναλογία της συνολικής ετήσιας τακτικής εισφοράς προς τις καταθέσεις που αποτελούν τη βάση υπολογισμού κατά το έτος 2008 διατηρείται σταθερή. β) Τα κλιμάκια καταθέσεων αναπροσαρμόζονται ετησίως από το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ με ειδική πλειοψηφία, ώστε να διατηρείται σταθερή η ανωτέρω αναλογία. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί η ως άνω ειδική πλειοψηφία, η αναπροσαρμογή των κλιμακίων θα γίνεται αναλογικά ώστε να διασφαλίζεται η ανωτέρω αναλογία. i) Η κατά τα ανωτέρω προκύπτουσα εισφορά ανά πιστωτικό ίδρυμα προσαρμόζεται, από 1.1.2009 και εφεξής, με συντελεστή που κυμαίνεται στο εύρος από 0,90 έως 1,10 με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ, αναλόγως της βαθμίδας στην οποία αυτό κατατάσσεται, σύμφωνα με τα αμέσως κατωτέρω, χωρίς να ανατρέπεται η αναλογία που καθορίζεται σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α). ii) Για την κατάταξη των πιστωτικών ιδρυμάτων σε μία από τρεις τουλάχιστον βαθμίδες, η οποία πραγματοποιείται, αποκλειστικά για την εφαρμογή του παρόντος, με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος εκδιδομένη μέχρι τέλους Ιουνίου εκάστου έτους, λαμβάνονται υπόψη εποπτικής φύσεως κριτήρια, όπως ιδίως τα κριτήρια της κεφαλαιακής επάρκειας, της ρευστότητας και της επάρκειας των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου. γ) Όταν επιτευχθεί εύλογη σχέση μεταξύ των διαθεσίμων του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ και του συνόλου των καλυπτόμενων καταθέσεων, οι εισφορές αναπροσαρμόζονται, ώστε να αντιστοιχούν μόνο στη μεταβολή των υπολοίπων των καταθέσεων. Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία για την ως άνω εύλογη σχέση, την αύξηση ή μείωση της μέσης εισφοράς, τη διακοπή και εκ νέου καταβολή της ετήσιας εισφοράς, καθώς και την τυχόν επιστροφή εισφορών που προκύπτουν από λάθος υπολογισμό των εισφορών αυτών, στα πιστωτικά ιδρύματα που τις έχουν καταβάλει. δ) Τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να καταβάλλουν την πρώτη εργάσιμη ημέρα του Οκτωβρίου εκάστου ημερολογιακού έτους το μισό (1/2) της ετήσιας τακτικής εισφοράς που τους αναλογεί μετά από προηγούμενη έγγραφη γνωστοποίηση προς το ΤΕΚΕ της καταθετικής βάσης της εισφοράς τους σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Το υπόλοιπο μισό (1/2) της ετήσιας τακτικής εισφοράς καταβάλλεται την πρώτη εργάσιμη ημέρα του Απριλίου του αμέσως επόμενου ημερολογιακού έτους. Η διαδικασία και το περιεχόμενο της γνωστοποίησης καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ. ε) Αν το πιστωτικό ίδρυμα διακόψει τη λειτουργία του ή τεθεί υπό εκκαθάριση προ του μηνός Ιουνίου καταβάλλει την οφειλόμενη εισφορά του αμέσως μετά τον καθορισμό των κλιμακίων και εισφορών από το ΤΕΚΕ κατά το παρόν άρθρο. Αν το πιστωτικό ίδρυμα διακόψει τη λειτουργία του ή τεθεί υπό εκκαθάριση μετά τον καθορισμό των κλιμακίων και εισφορών από το ΤΕΚΕ καταβάλλει την οφειλόμενη εισφορά την ημέρα διακοπής της λειτουργίας του. Η Τράπεζα της Ελλάδος ασκεί τον έλεγχο των υποβαλλόμενων στοιχείων για τον υπολογισμό της βάσης των εισφορών είτε αυτόβουλα στο πλαίσιο της εποπτικής της αρμοδιότητας είτε κατόπιν αιτήματος του προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ. στ) Η καταβολή των αναλογουσών κατά πιστωτικό ίδρυμα εισφορών πραγματοποιείται με πίστωση των αναφερόμενων κατωτέρω λογαριασμών του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ, ως εξής: i) Ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της εισφοράς καταβάλλεται στο ΤΕΚΕ με πίστωση του ειδικού λογαριασμού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος. Το ποσό που αντιστοιχεί στο ποσοστό αυτό, κατά την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου, επενδύεται εν όλω ή εν μέρει σε τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου σε ευρώ ή συνάλλαγμα, καθώς και σε ισοδύναμους τίτλους της αλλοδαπής, εναπομένουσας διάρκειας μέχρι και δώδεκα (12) μηνών ή παραμένει στο λογαριασμό του εν όλω ή εν μέρει για κάλυψη άμεσων και λειτουργικών αναγκών του που βαρύνουν το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 24. ii) Το υπολειπόμενο ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) της ως άνω εισφοράς κατατίθεται σε λογαριασμό τρίμηνης προθεσμιακής κατάθεσης του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ που τηρείται στο πιστωτικό ίδρυμα που καταβάλλει την αντίστοιχη εισφορά, με επιτόκιο ίσο με αυτό που ισχύει για τοποθετήσεις κεφαλαίων σε Έντοκα Γραμμάτια Ελληνικού Δημοσίου, εφεξής Ε.Γ.Ε.Δ., τρίμηνης διάρκειας της τελευταίας πριν την ως άνω ημερομηνία έκδοσης. Το επιτόκιο των καταθέσεων αυτών αναπροσαρμόζεται ανά τρίμηνο με βάση το ισχύον κατά την αναπροσαρμογή επιτόκιο Ε.Γ.Ε.Δ. τρίμηνης διάρκειας, οι δε προκύπτοντες τόκοι κεφαλαιοποιούνται. Αν δεν εκδίδονται πλέον Ε.Γ.Ε.Δ. τρίμηνης διάρκειας ή δεν ανακοινώνεται αρμοδίως επιτόκιο για τους τίτλους αυτούς, εφαρμόζεται το ισχύον επιτόκιο αναφοράς τρίμηνης διάρκειας της διατραπεζικής αγοράς σε ευρώ. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ τμήμα του ως άνω ποσού μπορεί να τηρείται σε κατάθεση στα ίδια πιστωτικά ιδρύματα σε συνάλλαγμα με επιτόκιο που ισχύει για τοποθετήσεις αντίστοιχης διάρκειας και ισοδύναμης ρευστότητας και ασφάλειας με τις ανωτέρω. iii) Κατά την ενεργοποίηση της διαδικασίας αποζημίωσης καταθετών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 13 του παρόντος νόμου, τα κεφάλαια του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ που είναι κατατεθειμένα στο περιελθόν σε αδυναμία πιστωτικό ίδρυμα, οι προκύπτοντες δεδουλευμένοι τόκοι, καθώς και κάθε τυχόν οφειλόμενη εισφορά προς το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ αποδίδονται αμέσως στο τελευταίο από τους ασκούντες τη διοίκηση του πιστωτικού ιδρύματος, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, και πριν από την ικανοποίηση οποιασδήποτε άλλης απαίτησης. iv) Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ με αιτιολογημένη απόφασή του που λαμβάνεται με την ειδική πλειοψηφία της παραγράφου 8 του άρθρου 23 του παρόντος νόμου δύναται να αποφασίζει την τοποθέτηση των διαθεσίμων που προορίζονται για την ασφάλιση των καταθέσεων σε τίτλους, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της περίπτωσης στ΄ υπό στοιχείο (i) της παρούσας παραγράφου, εφόσον, κατά την εύλογη κρίση του: − οι τοποθετήσεις αυτές παρέχουν ισοδύναμη ασφάλεια και − μπορούν να ρευστοποιηθούν άμεσα. ζ) Την τοποθέτηση των διαθεσίμων της περίπτωσης στ΄ υπό στοιχείο (i) της παρούσας παραγράφου το ΤΕΚΕ είναι δυνατόν να αναθέτει με σύμβαση διαχείρισης σε διαχειριστή. Κατά το χρονικό διάστημα που είναι απαραίτητο να μεσολαβεί μεταξύ των τοποθετήσεων που πραγματοποιούνται από το ΤΕΚΕ ή τον διαχειριστή για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, είναι δυνατόν τα ως άνω διαθέσιμα να παραμένουν για εύλογο, κατά την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ, χρονικό διάστημα σε λογαριασμούς πιστωτικού ιδρύματος εφόσον εξασφαλίζονται οι δύο προϋποθέσεις της περίπτωσης στ΄ υπό στοιχείο (iv).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α) Τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα, καθώς και τα υποκαταστήματα στην Ελλάδα πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν την καταστατική έδρα τους σε χώρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συμμετέχουν υποχρεωτικά στο ΤΕΚΕ σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3 καταβάλλουν, πέραν της εκάστοτε αναλογούσας σε αυτά τακτικής εισφοράς, εντός μηνός από την έναρξη λειτουργίας τους ή υπαγωγής τους στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων, αρχική εισφορά ίση με το ποσό που προκύπτει από το γινόμενο του ύψους των συσσωρευμένων πόρων του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ επί το λόγο των ιδίων κεφαλαίων τους προς το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων που συμμετέχουν ήδη στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ. Ως ημερομηνία βάσης υπολογισμού των ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων και των πόρων του ΤΕΚΕ λαμβάνεται η 31η Δεκεμβρίου του αμέσως προηγούμενου ημερολογιακού έτους. Για τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν την καταστατική έδρα τους στην Ελλάδα, καθώς και για τα υποκαταστήματα στην Ελλάδα πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε τρίτες, εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χώρες, ως ίδια κεφάλαια νοούνται τα ίδια κεφάλαια κατά την έννοια των Πράξεων του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος 2461/2000 (ΦΕΚ 123 Α΄) και 2587/2007 (ΦΕΚ 1738 Β΄), όπως εκάστοτε ισχύουν. β) Με απόφαση του ΤΕΚΕ η καταβολή της αναλογούσας κατά πιστωτικό ίδρυμα αρχικής εισφοράς που προβλέπεται στην περίπτωση (α) ανωτέρω, μπορεί να πραγματοποιηθεί τμηματικά με ισόποσες εξαμηνιαίες δόσεις εντός χρονικού διαστήματος τριών (3) ετών κατά ανώτατο όριο. Η καταβολή και η επένδυση των αρχικών εισφορών διενεργείται σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην περίπτωση στ΄ της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Σε περίπτωση εξαγοράς υποκαταστήματος το οποίο συμμετείχε αυτοτελώς στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ από άλλο μη συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα, δεν υφίσταται υποχρέωση εκ νέου καταβολής αρχικής εισφοράς για το εν λόγω υποκατάστημα, εφόσον εγκρίνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος η διατήρηση της αρχικής άδειας ίδρυσης και λειτουργίας του υφιστάμενου υποκαταστήματος υπό το νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ειδικώς, τα πιστωτικά ιδρύματα με τη μορφή πιστωτικού συνεταιρισμού του ν. 1667/1986 καταβάλλουν αρχική εισφορά ίση με ποσοστό 50% επί του ποσού που προκύπτει από την εφαρμογή της διάταξης της περίπτωσης (α) της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου. Η αρχική εισφορά καταβάλλεται από την έναρξη της λειτουργίας τους. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ, η καταβολή της αρχικής εισφοράς πιστωτικού ιδρύματος της παρούσας παραγράφου μπορεί να πραγματοποιείται τμηματικά σε ισόποσες εξαμηνιαίες δόσεις εντός χρονικού διαστήματος τεσσάρων (4) ετών, κατ’ ανώτατο όριο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Τυχόν έσοδα από ρευστοποίηση απαιτήσεων του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ διατίθενται με την ακόλουθη σειρά: α) αποπληρωμή δανείων του, β) κατάθεση στους ειδικούς λογαριασμούς του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ στην Τράπεζα της Ελλάδος σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) και στα συμμετέχοντα στο εν λόγω Σκέλος πιστωτικά ιδρύματα ογδόντα τοις εκατό (80%), αναλογικά προς τις καταβαλλόμενες από αυτά ετήσιες εισφορές στο σύνολο των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων πιστωτικών ιδρυμάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στην περίπτωση υποκαταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε άλλο κράτος−μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι καταθέσεις των οποίων καλύπτονται συμπληρωματικά από το ΤΕΚΕ, τα σχετικά με το ύψος των τακτικών και των αρχικών εισφορών, καθώς και τα της καταβολής των αποζημιώσεων καθορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ και το αντίστοιχο σύστημα της χώρας καταστατικής έδρας του πιστωτικού ιδρύματος κατά περίπτωση, με βάση το ύψος και την έκταση της συμπληρωματικής κάλυψης και σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αρχές του άρθρου 26 του παρόντος νόμου. Οι κατά την παρούσα παράγραφο συμφωνίες γνωστοποιούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος, στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, στην Ελληνική Ένωση Τραπεζών και στην Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 11−16 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 4α, η συμμετοχή στο ιδρυτικό κεφάλαιο, καθώς και η κάθε μορφής εισφορά πιστωτικού ιδρύματος στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ δεν αποτελούν στοιχεία του ενεργητικού του πιστωτικού ιδρύματος και δεν επιστρέφονται σε αυτό για οποιονδήποτε λόγο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Το ποσό της διαφοράς της ετήσιας τακτικής εισφοράς των πιστωτικών ιδρυμάτων που προκύπτει από την εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 3714/2008 (ΦΕΚ 231 Α΄) περιέρχεται σε ειδική ομάδα περιουσίας που προορίζεται αποκλειστικά για την ικανοποίηση απαιτήσεων των καταθετών των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων (το «Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων») κατά τους ειδικότερους όρους του παρόντος νόμου. Το ενεργητικό του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων δεν αποτελεί μέρος του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων της παραγράφου 1 κατά τα θέματα που ορίζονται στις επόμενες παραγράφους και στο άρθρο 4α.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Το Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων είναι ομάδα περιουσίας, της οποίας τα επί μέρους στοιχεία ανήκουν εξ αδιαιρέτου στα συμμετέχοντα σε αυτό πιστωτικά ιδρύματα, κατά το λόγο συμμετοχής τους σε αυτό και αποτελεί αντικείμενο διαχείρισης από το ΤΕΚΕ κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Συνιστάται και διαμορφώνεται με βάση τις, κατά την παράγραφο 11, εισφορές σε αυτό των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων πιστωτικών ιδρυμάτων, τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 4, που εφαρμόζονται καταλλήλως. Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ αποφασίζει για την καταβολή των εισφορών, την τοποθέτηση των διαθεσίμων της παραγράφου 11 και, εν γένει, για τη διαχείριση του εκάστοτε ενεργητικού του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων. Τυχόν πρόσοδοι του ενεργητικού του αυξάνουν το Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Οι κατά την παράγραφο 11 εισφορές των πιστωτικών ιδρυμάτων στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων, πλέον των τυχόν προσόδων που αναλογούν σε αυτές, συνιστούν τις ατομικές τους μερίδες σε αυτό. Κάθε πιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων έχει μία ατομική μερίδα σε αυτό. Οι ατομικές μερίδες αντιστοιχούν στο ποσοστό συμμετοχής του κάθε συμμετέχοντος στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων. Για λόγους διευκόλυνσης του λογιστικού προσδιορισμού της αξίας των ατομικών μερίδων, το ενεργητικό του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων δύναται να υποδιαιρείται σε ισάξια μερίδια ή κλάσματα μεριδίου, από τα οποία συγκροτούνται οι ατομικές μερίδες των συμμετεχόντων σε αυτό πιστωτικών ιδρυμάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Οι ατομικές μερίδες των πιστωτικών ιδρυμάτων που απαρτίζουν το Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων είναι ακατάσχετες έναντι του ΤΕΚΕ. Τυχόν κατάσχεση επιτρέπεται μόνον εις βάρος της τυχόν επιστρεφόμενης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 4α, στο πιστωτικό ίδρυμα ατομικής του μερίδας και μέχρι της αξίας αυτής, σε περίπτωση αποχώρησης αυτού από το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Σε περίπτωση καταβολής αποζημίωσης σε καταθέτες κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου χρησιμοποιείται αρχικώς, μέχρι την εξάντλησή της, η ατομική μερίδα του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων. Αν η μερίδα αυτή δεν επαρκεί, για το υπόλοιπο καταβλητέο ποσό, χρήση των κεφαλαίων του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων θα γίνεται κατά τα οριζόμενα από το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ και αφού έχουν διατεθεί ποσά ίσα με ποσοστό τουλάχιστον 5% του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ, όπως αυτό προέκυψε την ημέρα του τελευταίου εγκριθέντος ισολογισμού του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

Το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ αποκτά αυτοδικαίως απαιτήσεις κατά του περιελθόντος σε αδυναμία πιστωτικού ιδρύματος για ποσά που καταβάλλονται σε καταθέτες−πελάτες του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος από το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ, καθώς και από το Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων πέραν της ατομικής μερίδας του περιελθόντος σε αδυναμία πιστωτικού ιδρύματος, καθώς και για κάθε άλλη δαπάνη ή ποσό, που βαρύνουν το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ και συνδέονται με τη διαδικασία καταβολής αποζημιώσεων. Τυχόν εισπραττόμενα από το ΤΕΚΕ κατά τα ανωτέρω ποσά κατανέμονται μεταξύ του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ και του ενεργητικού του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων αναλόγως της τάξης, καθώς και του ποσοστού κατά το οποίο τα καταβληθέντα ποσά είχαν βαρύνει το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων και το ενεργητικό του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ.

Άρθρο 4αΑποχώρηση πιστωτικού ιδρύματος από το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Σε περίπτωση που πιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ παύσει, για οποιονδήποτε νόμιμο λόγο, να συμμετέχει σε αυτό, καταβάλλεται σε αυτό, σε μετρητά, η αξία της ατομικής του μερίδας στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων, με την αποτίμηση που ισχύει κατά το χρόνο της αποχώρησής του, όπως ορίζεται ειδικότερα με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τον υπολογισμό του ενεργητικού του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ και, αντιστοίχως, της αξίας της μερίδας του αποχωρούντος, λαμβάνονται υπόψη και οι απαιτήσεις καταθετών συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων που τυχόν έχουν περιέλθει σε αδυναμία, εφόσον, αθροιστικώς, α) η αδυναμία επήλθε μέχρι και τρεις μήνες μετά την αποχώρηση και β) οι απαιτήσεις των πελατών βασίζονται σε καλυπτόμενες καταθέσεις που υφίσταντο μέχρι το χρόνο αποχώρησης. Υπό την αναβλητική αίρεση της καταβολής των σχετικών ποσών στους καταθέτες, αυτά αφαιρούνται από την αξία του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η καταβολή της αξίας της μερίδας του αποχωρούντος γίνεται τον πρώτο ημερολογιακό μήνα μετά την πάροδο ενός έτους από την αποχώρησή του από το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Συμψηφίζονται με την απαίτηση του αποχωρούντος προς καταβολή της επιστρεπτέας αξίας της μερίδας του οποιεσδήποτε απαιτήσεις έχει το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ κατά του αποχωρούντος, συμπεριλαμβανομένων οφειλόμενων εισφορών του αποχωρούντος προς το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ ή άλλων χρηματικών ποσών που έχει καταβάλει ή θα καταβάλει το ΤΕΚΕ προς εκπλήρωση υποχρεώσεων του αποχωρούντος από καλυπτόμενες καταθέσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το ΤΕΚΕ παρακρατεί από την επιστρεφόμενη στο αποχωρούν πιστωτικό ίδρυμα αξία της ατομικής του μερίδας τα ποσά που αντιστοιχούν στο ύψος πιθανών απαιτήσεων καταθετών κατά του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ σε σχέση με καλυπτόμενες καταθέσεις του αποχωρούντος πιστωτικού ιδρύματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Τα παρακρατούμενα κατά την παράγραφο 5 ποσά δεν αποδίδονται στο αποχωρούν πιστωτικό ίδρυμα μέχρις ότου κριθεί αμετακλήτως η υπόθεση και, ανάλογα με την έκβαση, το ΤΕΚΕ τα αποδίδει είτε στους καταθέτες−πελάτες είτε στο αποχωρήσαν πιστωτικό ίδρυμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τα παρακρατούμενα ποσά θεωρείται ότι συμψηφίζονται με την απαίτηση του συμμετέχοντος προς απόδοση της αξίας της ατομικής του μερίδας, υπό την αίρεση της έκδοσης αμετάκλητης δικαστικής απόφασης που αναγνωρίζει ότι δεν υφίσταται σχετική υποχρέωση του αποχωρήσαντος έναντι των καταθετών.

Άρθρο 5Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το ενεργητικό του ΤΕΚΕ που τίθεται προς εξυπηρέτηση του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων, διακεκριμένο από εκείνο του άρθρου 4, προορίζεται αποκλειστικά για την ικανοποίηση απαιτήσεων των επενδυτών−πελατών των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων (στο εξής: το «Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων»).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων είναι ομάδα περιουσίας, της οποίας τα επί μέρους στοιχεία ανήκουν εξ αδιαιρέτου στα συμμετέχοντα σε αυτό πιστωτικά ιδρύματα, κατά το λόγο συμμετοχής τους σε αυτό και αποτελεί αντικείμενο διαχείρισης από το ΤΕΚΕ κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων συνιστάται και διαμορφώνεται με βάση τις εισφορές των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων πιστωτικών ιδρυμάτων και τους λοιπούς πόρους αυτού, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 6.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι εισφορές των πιστωτικών ιδρυμάτων που συμμετέχουν στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ, πλέον των προσόδων που αναλογούν σε αυτές και λοιπών τυχόν πόρων του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων, συνιστούν τις ατομικές τους μερίδες σε αυτό. Κάθε πιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ έχει μία ατομική μερίδα σε αυτό. Οι ατομικές μερίδες αντιστοιχούν στο ποσοστό συμμετοχής του κάθε συμμετέχοντος στο Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων πιστωτικού ιδρύματος. Για λόγους διευκόλυνσης του λογιστικού προσδιορισμού της αξίας των ατομικών μερίδων, το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων δύναται να υποδιαιρείται σε ισάξια μερίδια ή κλάσματα μεριδίου, από τα οποία συ−γκροτούνται οι ατομικές μερίδες των συμμετεχόντων σε αυτό πιστωτικών ιδρυμάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι ατομικές μερίδες των πιστωτικών ιδρυμάτων που απαρτίζουν το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ είναι ακατάσχετες έναντι του ΤΕΚΕ. Τυχόν κατάσχεση νοείται μόνον ως προς την τυχόν επιστρεφόμενη, κατά τις διατάξεις του άρθρου 8, στο πιστωτικό ίδρυμα αξία της ατομικής του μερίδας, σε περίπτωση αποχώρησης αυτού από το Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ.

Άρθρο 6Πόροι του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι πόροι του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ προορίζονται αποκλειστικά για την ικανοποίηση απαιτήσεων των επενδυτών−πελατών κατά των συμμετεχόντων σε αυτό πιστωτικών ιδρυμάτων, οι οποίες προκύπτουν από την παροχή από μέρους τους καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών και προέρχονται από: α) την αρχική εισφορά των συμμετεχόντων πιστωτικών ιδρυμάτων, β) την τακτική εισφορά των συμμετεχόντων πιστωτικών ιδρυμάτων, γ) τη συμπληρωματική εισφορά, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7, δ) τις προσόδους και τα έσοδα που προκύπτουν από τη διαχείριση της περιουσίας του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ και ε) τα έσοδα από τη ρευστοποίηση απαιτήσεων του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων βαρύνουν τα πάσης φύσεως λειτουργικά έξοδα του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ, όπως καθορίζεται ειδικότερα με απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 24.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία παρέχουν καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες κατά τη συμμετοχή τους για πρώτη φορά στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ καταβάλλουν εφάπαξ αρχική εισφορά ύψους πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα, καθώς και τα υποκαταστήματα στην Ελλάδα πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν την καταστατική έδρα τους σε χώρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συμμετέχουν υποχρεωτικά στο ΤΕΚΕ σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3, τα οποία θα συμμετάσχουν στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ μετά την πρώτη δημοσίευση ισολογισμού του ΤΕΚΕ που θα περιλαμβάνει τα στοιχεία Ενεργητικού και Παθητικού που αφορούν το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων, καταβάλλουν, πέραν της εκάστοτε αναλογούσας σε αυτά τακτικής εισφοράς, αρχική εισφορά ίση με το ποσό που προκύπτει από το γινόμενο του ύψους των συσσωρευμένων πόρων του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ επί το λόγο των ιδίων κεφαλαίων τους προς το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων που συμμετέχουν ήδη στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ. Ως ημερομηνία βάσης υπολογισμού των ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων και των συσσωρευμένων πόρων του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ λαμβάνεται η 31η Δεκεμβρίου του αμέσως προηγούμενου της ένταξης του πιστωτικού ιδρύματος στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων ημερολογιακού έτους. Ως ίδια κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν στην Ελλάδα και των υποκαταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε τρίτες, εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χώρες, νοούνται τα ίδια κεφάλαια κατά την έννοια των Πράξεων του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος 2461/2000 (ΦΕΚ 123 Α΄) και 2587/2007 (ΦΕΚ 1738 Β΄), όπως εκάστοτε ισχύουν. Η κατά την παρούσα παράγραφο αρχική εισφορά δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Πιστωτικά ιδρύματα με τη μορφή πιστωτικού συνεταιρισμού του ν. 1667/1986 καταβάλλουν αρχική εισφορά ίση με ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) επί του ποσού που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Αν πιστωτικό ίδρυμα πρόκειται να συμμετάσχει για πρώτη φορά στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ και εξαγοράσει υποκατάστημα, το οποίο συμμετείχε αυτοτελώς στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ, κατά τον υπολογισμό του ύψους της αρχικής εισφοράς του νεοεισερχόμενου πιστωτικού ιδρύματος συνυπολογίζεται και το ύψος της ατομικής μερίδας του συμμετέχοντος υποκαταστήματος στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ καθορίζεται το χρονικό σημείο και η διαδικασία καταβολής των αρχικών εισφορών που προβλέπονται στις παραγράφους 3, 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Τα πιστωτικά ιδρύματα που συμμετέχουν στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ καταβάλλουν επίσης ετήσια τακτική εισφορά, το ύψος της οποίας προσδιορίζεται κάθε χρόνο με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ, η οποία εκδίδεται εντός του μηνός Ιουνίου. Τα κριτήρια προσδιορισμού του τρόπου υπολογισμού και επιμερισμού της ετήσιας τακτικής εισφοράς, καθώς και, εν γένει, του ύψους αυτής, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία εκδίδεται κατόπιν εισήγησης της Τράπεζας της Ελλάδος και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Με την απόφαση αυτή μπορεί επίσης να ρυθμίζεται οποιοδήποτε άλλο ειδικό θέμα ή τεχνική λεπτομέρεια ως προς τον προσδιορισμό και επιμερισμό της ετήσιας τακτικής εισφοράς. Κριτήρια προσδιορισμού της ετήσιας τακτικής εισφοράς αποτελούν, ιδίως, ο αριθμός των επενδυτών−πελατών κάθε συμμετέχοντος στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων πιστωτικού ιδρύματος, η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων τα οποία κατέχει αυτό κατά το αμέσως προηγούμενο έτος στις καθορισθησόμενες ημερομηνίες αναφοράς για λογαριασμό των επενδυτών−πελατών του στο πλαίσιο παροχής καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών και άλλα, που δύναται να καθορίσει η απόφαση. Εφόσον η αξία των περιουσιακών στοιχείων που κατέχει το πιστωτικό ίδρυμα για λογαριασμό ενός πελάτη στο πλαίσιο παροχής σε αυτόν καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ, ως αξία των περιουσιακών στοιχείων του πελάτη αυτού κατά την έννοια του προηγούμενου εδαφίου λαμβάνεται υπόψη το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Ως προς τα υποκαταστήματα στην Ελλάδα πιστωτικών ιδρυμάτων με καταστατική έδρα σε τρίτες εκτός Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης χώρες, λαμβάνονται υπόψη ιδίως τα προαναφερθέντα κριτήρια σε σχέση με τις καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες που παρέχονται από αυτά στην Ελλάδα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Πιστωτικό ίδρυμα το οποίο εισέρχεται στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων μετά την έναρξη του οικονομικού έτους ή παύει, για οποιονδήποτε λόγο, να συμμετέχει σε αυτό οφείλει τακτική εισφορά για το ημερολογιακό έτος ένταξης ή αποχώρησης, αντίστοιχα, κατ’ αναλογία του χρόνου συμμετοχής του σε αυτό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Το ακριβές χρονικό σημείο και η διαδικασία καταβολής των ετήσιων εισφορών καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Αν το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ κρίνει ότι έχει επιτευχθεί εύλογη σχέση μεταξύ των διαθεσίμων του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ και του συνόλου των εκτιμώμενων συνολικών υποχρεώσεων από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, δύναται να εισηγηθεί στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών την αναπροσαρμογή του ύψους και του τρόπου υπολογισμού της τακτικής εισφοράς της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου. Η απόφαση για την εισήγηση του προηγούμενου εδαφίου λαμβάνεται με την ειδική πλειοψηφία της παραγράφου 8 του άρθρου 23.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

H καταβολή των αναλογουσών σε κάθε πιστωτικό ίδρυμα αρχικών και ετήσιων εισφορών στο Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων πραγματοποιείται με πίστωση ειδικών λογαριασμών του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ στην Τράπεζα της Ελλάδος και στα συμμετέχοντα πιστωτικά ιδρύματα, οι οποίοι είναι απολύτως διακριτοί από τους αντίστοιχους λογαριασμούς του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων, ως εξής: α) Ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) των εισφορών κατατίθεται σε ειδικό λογαριασμό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος. β) Το υπολειπόμενο ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) των εισφορών κατατίθεται σε ειδικό λογαριασμό τρίμηνης προθεσμιακής κατάθεσης του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ που τηρείται στο πιστωτικό ίδρυμα που καταβάλλει την αντίστοιχη εισφορά. Οι προθεσμιακές καταθέσεις υπολογίζονται ανά ημερολογιακό τρίμηνο. Σε περίπτωση κατάθεσης χρηματικών ποσών κατά τη διάρκεια ημερολογιακού τριμήνου, τα ποσά εκτοκίζονται, αρχικά, με επιτόκιο περιόδου μέχρι τη λήξη του τρέχοντος ημερολογιακού τριμήνου. Οι λογαριασμοί αυτοί εκτοκίζονται με το αναφερόμενο στο εδάφιο (ii) της περίπτωσης (στ) της παραγράφου 4 του άρθρου 4 επιτόκιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Τυχόν έσοδα από ρευστοποίηση απαιτήσεων του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ διατίθενται με την ακόλουθη σειρά: α) αποπληρωμή δανείων του, β) κατάθεση στους ειδικούς λογαριασμούς του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ στην Τράπεζα της Ελλάδος σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) και στα συμμετέχοντα στο Σκέλος πιστωτικά ιδρύματα ογδόντα τοις εκατό (80%), αναλογικά προς τις καταβαλλόμενες από αυτά ετήσιες τακτικές εισφορές στο σύνολο των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων πιστωτικών ιδρυμάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Επί νέων εισφορών, αρχικών ή και τακτικών, για τον υπολογισμό της αξίας της ατομικής μερίδας του κάθε πιστωτικού ιδρύματος που συμμετέχει στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ λαμβάνεται ως βάση το καθαρό Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων κατά την 31η Δεκεμβρίου του αμέσως προηγούμενου ημερολογιακού έτους ή κατά την αμέσως προηγούμενη, σε σχέση με το χρονικό σημείο κατά το οποίο είναι καταβλητέα η εισφορά, επίσημη, εγκεκριμένη από το Διοικητικό Συμβούλιο, αποτίμησή του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Η Τράπεζα της Ελλάδος ασκεί τον έλεγχο των στοιχείων που υποβάλλουν στο ΤΕΚΕ τα πιστωτικά ιδρύματα και αποτελούν τη βάση υπολογισμού των εισφορών τους είτε αυτόβουλα στο πλαίσιο της εποπτικής της αρμοδιότητας είτε κατόπιν αιτήματος του προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ.

Άρθρο 7Έκτακτες συμπληρωματικές εισφορές στο Σκέλος Κάλυψης ΕπενδύσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Σε περίπτωση κατά την οποία το ΤΕΚΕ υποχρεωθεί να καταβάλει αποζημίωση για την ικανοποίηση απαιτήσεων επενδυτών−πελατών που προκύπτουν από την παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών από συμμετέχον στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα, χρησιμοποιεί αρχικά, μέχρι την εξάντλησή της, την ατομική μερίδα του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος. Αν αυτή δεν επαρκεί για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των επενδυτών, χρησιμοποιείται και το υπόλοιπο του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ, που ανήκει στους λοιπούς συμμετέχοντες στο Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων, κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, ανάλογα με την αξία της ατομικής μερίδας εκάστου σε σχέση με το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων. Το Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ αποκτά αυτοδικαίως απαιτήσεις κατά του περιελθόντος σε αδυναμία πιστωτικού ιδρύματος για ποσά που καταβάλλονται σε επενδυτές−πελάτες του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος από το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ πέραν της ατομικής μερίδας του περιελθόντος σε αδυναμία πιστωτικού ιδρύματος, καθώς και για κάθε άλλη δαπάνη ή ποσό, που βαρύνουν το Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ και συνδέονται με τη διαδικασία καταβολής αποζημιώσεων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 20, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών ορισμού εμπειρογνωμόνων και εν γένει συμβούλων για την αξιολόγηση των αιτήσεων των επενδυτών και την εξακρίβωση του καταβλητέου στον καθέναν από αυτούς χρηματικού ποσού, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 24.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εφόσον οι καταβλητέες αποζημιώσεις υπερβαίνουν ποσοστό της αξίας του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ, που καθορίζεται με απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου, τα πιστωτικά ιδρύματα που συμμετέχουν στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ καλούνται να καταβάλλουν έκτακτες συμπληρωματικές εισφορές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ καθορίζεται το ποσό από το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ που θα χρησιμοποιηθεί για την ικανοποίηση των επενδυτών−πελατών, καθώς και το ύψος και η προθεσμία καταβολής των έκτακτων συμπληρωματικών εισφορών. Οι εισφορές αυτές δεν είναι δυνατόν, σε κάθε περίπτωση, να υπερβαίνουν το τριπλάσιο της τακτικής εισφοράς του τελευταίου πριν από τη λήψη της απόφασης έτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα ποσά των έκτακτων συμπληρωματικών εισφορών καταβάλλονται σε ειδικό λογαριασμό αποζημίωσης επενδυτών, ο οποίος ανοίγεται για το σκοπό αυτόν στην Τράπεζα της Ελλάδος, επιτρεπομένης και της χρηματοδότησης του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ από πιστωτικά ιδρύματα ή και από άλλες πηγές, με απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου, ιδίως προς διασφάλιση της ρευστότητας που απαιτείται για την καταβολή οφειλόμενων αποζημιώσεων. Για τα ποσά των δανείων αυτών ισχύει εκ του νόμου εγγύηση των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων, ανάλογα με την αξία της ατομικής μερίδας εκάστου σε σχέση με το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων κατά το χρόνο παροχής της εγγύησης, μη λαμβανομένης υπόψη της ατομικής μερίδας του πιστωτικού ιδρύματος που περιήλθε σε αδυναμία. Οι όροι των εν λόγω δανείων και εγγυήσεων καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ, που καθορίζει τις αναλογούσες σε κάθε συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα καταβλητέες εισφορές και το ακριβές ποσό της εγγύησης εκάστου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η αναλογούσα σε κάθε συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα έκτακτη συμπληρωματική εισφορά επί του ποσού αποζημίωσης που υποχρεούται να καταβάλει το ΤΕΚΕ και καλύπτεται από συμπληρωματικές έκτακτες εισφορές προσδιορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την αναλογία συμμετοχής κάθε πιστωτικού ιδρύματος στην τακτική εισφορά του προηγούμενου έτους, όπως αυτή προσδιορίζεται με την υπουργική απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 6.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Μέχρι τον οριστικό καθορισμό του ακριβούς ύψους της καταβλητέας έκτακτης συμπληρωματικής εισφοράς, το ΤΕΚΕ δύναται να ζητεί από τα συμμετέχοντα πιστωτικά ιδρύματα που θα κληθούν να καταβάλλουν έκτακτες συμπληρωματικές εισφορές, να διενεργήσουν ανάλογες προκαταβολές στον ειδικό λογαριασμό αποζημίωσης επενδυτών του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ στην Τράπεζα της Ελλάδος, προκειμένου να καταβάλλονται εγκαίρως στους δικαιούχους οι οφειλόμενες σε αυτούς αποζημιώσεις, ιδίως εφόσον δεν επαρκούν τα κεφάλαια του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Στις υποχρεώσεις που προκύπτουν για τα πιστωτικά ιδρύματα από τις παραγράφους 2 και 6 του παρόντος άρθρου δύνανται να υπαχθούν με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ και τα πιστωτικά ιδρύματα που συμμετέχουν στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ για συμπληρωματική κάλυψη με βάση τις κατευθυντήριες αρχές του άρθρου 26 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Εντός ευλόγου χρόνου μετά την οριστικοποίηση των καταβλητέων στους επενδυτές αποζημιώσεων, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ αποφασίζει οριστικά περί της αναλογίας κάθε πιστωτικού ιδρύματος που συμμετέχει στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων στις καταβληθείσες αποζημιώσεις, καθώς και του ύψους της έκτακτης συμπληρωματικής εισφοράς εκάστου, τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Τυχόν προκαταβληθέν από πιστωτικό ίδρυμα ποσό έναντι έκτακτης συμπληρωματικής εισφοράς που υπερβαίνει το ύψος της αναλογούσας σε αυτό έκτακτης συμπληρωματικής εισφοράς επιστρέφεται το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από τον οριστικό καθορισμό της συμμετοχής κάθε πιστωτικού ιδρύματος. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ μέρος των έκτακτων συμπληρωματικών εισφορών μπορεί να χρησιμοποιείται προς συμπλήρωση ή και ενίσχυση του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων, προσαυξάνον την ατομική μερίδα του πιστωτικού ιδρύματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Κατά την ενεργοποίηση της διαδικασίας αποζημίωσης επενδυτών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 13, τα κεφάλαια του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ που είναι κατατεθειμένα στο περιελθόν σε αδυναμία πιστωτικό ίδρυμα, οι προκύπτοντες δεδουλευμένοι τόκοι, καθώς και κάθε τυχόν οφειλόμενη εισφορά προς το Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ αποδίδονται αμέσως στο τελευταίο από τους ασκούντες τη διοίκηση του περιελθόντος σε αδυναμία πιστωτικού ιδρύματος, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου και πριν από την ικανοποίηση οποιασδήποτε άλλης απαίτησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Προκειμένου περί υποκαταστημάτων στην Ελλάδα πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε άλλο κράτοςμέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα οποία καλύπτονται συμπληρωματικά από το Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ, τα σχετικά με το ύψος των τακτικών και των αρχικών εισφορών, καθώς και τα της καταβολής των αποζημιώσεων καθορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ και το αντίστοιχο σύστημα της χώρας έδρας του πιστωτικού ιδρύματος κατά περίπτωση, με βάση το ύψος και την έκταση της συμπληρωματικής κάλυψης και σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αρχές του άρθρου 26 του παρόντος. Οι κατά την παρούσα παράγραφο συμφωνίες γνωστοποιούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος, στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, στην Ελληνική Ένωση Τραπεζών και στην Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος.

Άρθρο 8Αποχώρηση πιστωτικού ιδρύματος από το Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Σε περίπτωση που πιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ παύσει, για οποιονδήποτε νόμιμο λόγο, να συμμετέχει σε αυτό, καταβάλλεται σε αυτό, σε μετρητά, η αξία της ατομικής του μερίδας, με την αποτίμηση που ισχύει κατά το χρόνο της αποχώρησής του, όπως ορίζεται ειδικότερα με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τον υπολογισμό του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ και, αντιστοίχως, της αξίας της μερίδας του αποχωρούντος, λαμβάνονται υπόψη και οι απαιτήσεις επενδυτών−πελατών συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων που τυχόν έχουν περιέλθει σε αδυναμία, εφόσον, αθροιστικώς: α) η αδυναμία επήλθε μέχρι και τρεις μήνες μετά την αποχώρηση και β) οι απαιτήσεις των πελατών βασίζονται σε καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες που είχαν παρασχεθεί μέχρι το χρόνο αποχώρησης και εφόσον αυτές προβληθούν το αργότερο έξι μήνες μετά την αποχώρηση. Υπό την αναβλητική αίρεση της καταβολής των σχετικών ποσών στους πελάτες, αυτά αφαιρούνται από την αξία του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η καταβολή της αξίας της μερίδας του αποχωρούντος γίνεται τον πρώτο ημερολογιακό μήνα μετά την πάροδο ενός έτους από την αποχώρησή του από το Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Συμψηφίζονται με την απαίτηση του αποχωρούντος προς καταβολή της επιστρεπτέας αξίας της μερίδας του οποιεσδήποτε απαιτήσεις έχει το Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ κατά του αποχωρούντος, συμπεριλαμβανομένων οφειλόμενων εισφορών του αποχωρούντος προς το Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ ή άλλων χρηματικών ποσών που έχει καταβάλει ή θα καταβάλει το ΤΕΚΕ προς εκπλήρωση υποχρεώσεων του αποχωρούντος από παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το ΤΕΚΕ παρακρατεί από την επιστρεφόμενη στο αποχωρούν πιστωτικό ίδρυμα αξία της ατομικής του μερίδας τα ποσά που αντιστοιχούν στο ύψος πιθανών απαιτήσεων επενδυτών−πελατών κατά του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ σε σχέση με την παροχή από το αποχωρούν πιστωτικό ίδρυμα καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών, οι οποίες απαιτήσεις δύναται να προκύψουν από: (i) αίτηση αποζημίωσης που υποβλήθηκε κατά τη διάρκεια του έτους μετά την αποχώρηση του συμμετέχοντος, εφόσον η απαίτηση αυτή κατά του αποχωρούντος είχε γεννηθεί κατά το χρόνο συμμετοχής του στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ ή, (ii) αίτηση αποζημίωσης που υποβλήθηκε πριν από την αποχώρηση του συμμετέχοντος και εκκρεμεί η εξέτασή της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Τα παρακρατούμενα κατά την παράγραφο 5 ποσά δεν αποδίδονται στο αποχωρούν πιστωτικό ίδρυμα μέχρις ότου κριθεί αμετακλήτως η υπόθεση και, ανάλογα ΦΕΚ 1077 με την έκβαση, το ΤΕΚΕ τα αποδίδει είτε στους επενδυτές−πελάτες είτε στο αποχωρήσαν πιστωτικό ίδρυμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τα παρακρατούμενα ποσά θεωρείται ότι συμψηφίζονται με την απαίτηση του συμμετέχοντος προς απόδοση της αξίας της ατομικής του μερίδας, υπό την αίρεση της έκδοσης αμετάκλητης δικαστικής απόφασης που αναγνωρίζει ότι δεν υφίσταται σχετική υποχρέωση του αποχωρήσαντος έναντι των επενδυτών−πελατών.

Άρθρο 9Καλυπτόμενες καταθέσεις – Όριο κάλυψηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, ως καταθέσεις ορίζονται τα πιστωτικά υπόλοιπα των κατατεθειμένων σε λογαριασμούς κεφαλαίων ή τα πιστωτικά υπόλοιπα προσωρινού χαρακτήρα που προκύπτουν κατά τις συνήθεις τραπεζικές συναλλαγές και τα οποία το πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να επιστρέψει βάσει των εφαρμοζόμενων νόμιμων και συμβατικών όρων, καθώς και οι υποχρεώσεις για τις οποίες το πιστωτικό ίδρυμα έχει εκδώσει παραστατικούς τίτλους. Στην έννοια των καταθέσεων δεν εμπίπτουν οι συμφωνίες πώλησης με σύμφωνο επαναγοράς (repos), οι απαιτήσεις εκ των οποίων καλύπτονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 10 του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Η αποζημίωση για το σύνολο των καλυπτόμενων καταθέσεων του ίδιου καταθέτη σε πιστωτικό ίδρυμα που καλύπτεται από το ΤΕΚΕ ανέρχεται κατ’ ανώτατο όριο σε εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 3714/2008 (ΦΕΚ 231 Α΄). β) Η αποζημίωση καταβάλλεται σε ευρώ και ισχύει για το σύνολο των καταθέσεων κάθε καταθέτη που τηρούνται στο ίδιο πιστωτικό ίδρυμα, ανεξάρτητα από τον αριθμό των λογαριασμών, το νόμισμα ή τη χώρα λειτουργίας του υποκαταστήματος του πιστωτικού ιδρύματος στο οποίο τηρείται η κατάθεση. Για τη μετατροπή από τους καταθέτες των καταβαλλόμενων αποζημιώσεων που αφορούν τις καταθέσεις σε ξένα νομίσματα που τηρούνται στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό στα αντίστοιχα νομίσματα, εφαρμόζονται οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί συναλλάγματος και κίνησης κεφαλαίων. Στο ως άνω όριο συμπεριλαμβάνονται και οι δεδουλευμένοι τόκοι μέχρι την ημέρα που η κατάθεση κατέστη μη διαθέσιμη. γ) Αν το ποσό της κάλυψης αυξηθεί συνεπεία διάταξης νόμου, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ αποφασίζει με την ειδική πλειοψηφία της παραγράφου 8 του άρθρου 23 για τον τρόπο αναπροσαρμογής των τακτικών ετήσιων εισφορών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τον υπολογισμό της καταβλητέας αποζημίωσης τα πιστωτικά υπόλοιπα των λογαριασμών καταθέσεων συμψηφίζονται με τις πάσης φύσεως ανταπαιτήσεις του πιστωτικού ιδρύματος κατά του δικαιούχου καταθέτη, κατά τους όρους των άρθρων 440 επ. του Αστικού Κώδικα, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέχει στο ΤΕΚΕ ο εκκαθαριστής του πιστωτικού ιδρύματος. Στην περίπτωση καταβολής συμπληρωματικής αποζημίωσης σε καταθέτες υποκαταστημάτων στην Ελλάδα πιστωτικών ιδρυμάτων με καταστατική έδρα σε κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ισχύουν οι κατευθυντήριες αρχές του άρθρου 26 του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

α) Στις περιπτώσεις λογαριασμών που έχουν ανοιχθεί στο όνομα δύο ή περισσότερων προσώπων από κοινού, κατά την έννοια του ν. 5638/1932 (ΦΕΚ 307 Α΄), το τμήμα που αναλογεί σε κάθε καταθέτη του κοινού λογαριασμού θεωρείται ως χωριστή κατάθεση του κάθε δικαιούχου του λογαριασμού και, συνυπολογιζομένων και των λοιπών καταθέσεών του, καλύπτεται μέχρι το όριο της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Εάν δεν προκύπτει το τμήμα κατάθεσης που αναλογεί σε κάθε δικαιούχο, θεωρείται για τους σκοπούς της αποζημίωσης ότι η κατάθεση ανήκει στους δικαιούχους κατά ίσα μέρη. β) Η κατάθεση ένωσης προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα θεωρείται ως κατάθεση ενός δικαιούχου για τον υπολογισμό του ορίου που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Από την εγγύηση καλύπτεται ο πραγματικός δικαιούχος, εφόσον το πρόσωπο αυτό ορίζεται ή δύναται να οριστεί πριν από την ημερομηνία κατά την οποία μια κατάθεση καθίσταται μη διαθέσιμη, κατά την έννοια του άρθρου 13 του παρόντος νόμου. Εάν υπάρχουν πολλοί πραγματικοί δικαιούχοι, για την εφαρμογή του ορίου που προβλέπει η παράγραφος 2 ανωτέρω λαμβάνεται υπόψη το μερίδιο που αναλογεί στον καθένα με βάση τις νόμιμες ή συμβατικές ρυθμίσεις που διέπουν τη διαχείριση των κατατεθέντων ποσών.

Άρθρο 10Καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες Όριο κάλυψηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Το ΤΕΚΕ καλύπτει επίσης όλους τους επενδυτές−πελάτες των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων, πλην των απαριθμούμενων στο άρθρο 12 του παρόντος νόμου, για τις καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, έως ποσού τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, για το σύνολο των απαιτήσεων επενδυτή−πελάτη έναντι ορισμένου συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος, ανεξαρτήτως καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών, αριθμού λογαριασμών, νομίσματος και τόπου παροχής της υπηρεσίας. β) Αν το ποσό της κάλυψης αυξηθεί συνεπεία διάταξης νόμου, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ αποφασίζει με την ειδική πλειοψηφία της παραγράφου 8 του άρθρου 23 για ανάλογη αναπροσαρμογή των τακτικών εισφορών σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 8 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Προκειμένου περί επενδυτών−πελατών των συμμετεχόντων στο ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων που είναι συνδικαιούχοι της ίδιας απαίτησης από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, το τμήμα της απαίτησης που αναλογεί σε κάθε επενδυτή−πελάτη νοείται ως χωριστή απαίτηση έναντι του πιστωτικού ιδρύματος, και, συνυπολογιζομένων των λοιπών απαιτήσεών του έναντι του ιδίου πιστωτικού ιδρύματος από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, αποζημιώνεται μέχρι του ποσού που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Εάν το τμήμα της απαίτησης που αναλογεί σε κάθε συνδικαιούχο δεν προκύπτει από τη μεταξύ των συνδικαιούχων και του συμμετέχοντος στο ΤΕΚΕ πιστωτικού ιδρύματος σύμβαση, για τους σκοπούς της αποζημίωσης η απαίτηση νοείται ότι ανήκει στους συνδικαιούχους κατά ίσα μέρη. Απαίτηση ένωσης προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα νοείται, για τους σκοπούς της αποζημίωσης, ως απαίτηση απορρέουσα από επένδυση ενός και του αυτού επενδυτή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η αποζημίωση καταβάλλεται στον πραγματικό δικαιούχο των κεφαλαίων ή χρηματοπιστωτικών μέσων, εφόσον η ταυτότητά του διαπιστώνεται ή δύναται να διαπιστωθεί πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπιστώνεται αδυναμία του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 13 του παρόντος νόμου. Σε περίπτωση περισσότερων πραγματικών δικαιούχων, για τον υπολογισμό του ορίου της κάλυψης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ανωτέρω, λαμβάνεται υπόψη το μερίδιο που αναλογεί στον καθένα, σύμφωνα με τις νόμιμες ή συμβατικές ρυθμίσεις που διέπουν τη διαχείριση των ως άνω κεφαλαίων ή χρηματοπιστωτικών μέσων.

Άρθρο 11Εξαιρούμενες απαιτήσεις από τις καλυπτόμενες καταθέσεις Εξαιρούνται από την κάλυψη του ΤΕΚΕ οι ακόλουθες κατηγορίες:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι καταθέσεις άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3601/2007, που τηρούνται στο όνομά τους και για ίδιο λογαριασμό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι τίτλοι που αποτελούν στοιχεία των «ιδίων κεφαλαίων» των πιστωτικών ιδρυμάτων, κατά την έννοια της ΠΔ/ΤΕ 2587/2007.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι καταθέσεις που προέρχονται από συναλλαγές πελατών, για τις οποίες εξεδόθη τελεσίδικη καταδικαστική δικαστική απόφαση για ποινικό αδίκημα σχετικά με την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, κατά τις εκάστοτε διατάξεις της νομοθεσίας ή την αντίστοιχη νομοθεσία άλλων κρατών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι καταθέσεις για ίδιο λογαριασμό των Εταιρειών Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 2 περίπτωση 1 του ν. 3606/2007.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι καταθέσεις των χρηματοδοτικών ιδρυμάτων, κατά την έννοια του άρθρου 2 περίπτωση 11 του ν. 3601/2007.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι καταθέσεις των ασφαλιστικών εταιρειών, κατά την έννοια του ν.δ. 400/1970, όπως εκάστοτε ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι καταθέσεις των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες κατά την έννοια του ν. 3283/2004, όπως εκάστοτε ισχύει, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών διαχείρισής τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Οι καταθέσεις των νομικών προσώπων που είναι συνδεδεμένα, κατά την έννοια του άρθρου 42ε παράγραφος 5 του κ.ν. 2190/1920, όπως εκάστοτε ισχύει, με το συμμετέχον στο ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα που περιέρχεται σε αδυναμία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Οι καταθέσεις της Κεντρικής Διοίκησης (ως τέτοιες νοούνται οι καταθέσεις των Υπουργείων και των αποκεντρωμένων Υπηρεσιών των Υπουργείων) και των υπερεθνικών οργανισμών, των ομοσπονδιακών, ομόσπονδων, επαρχιακών και τοπικών διοικητικών αρχών, καθώς και των ΟΤΑ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Οι καταθέσεις των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου (περιλαμβανομένων των κατά νόμο δύο τουλάχιστον υπεύθυνων για τον προσανατολισμό δράσης του προσώπων) του συμμετέχοντος στο ΤΕΚΕ πιστωτικού ιδρύματος που περιέρχεται σε αδυναμία και των ανώτατων διευθυντικών στελεχών του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Οι καταθέσεις των μετόχων του συμμετέχοντος στο ΤΕΚΕ πιστωτικού ιδρύματος που περιέρχεται σε αδυναμία, των οποίων η συμμετοχή άμεσα ή έμμεσα στο κεφάλαιό του ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον ίσο με πέντε τοις εκατό (5%) του μετοχικού του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου, καθώς και των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη διενέργεια του προβλεπόμενου στη νομοθεσία ελέγχου των οικονομικών καταστάσεων του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Οι καταθέσεις των προσώπων που κατέχουν σε εταιρείες συνδεδεμένες, κατά την έννοια του άρθρου 42ε παράγραφος 5 του κ.ν. 2190/1920, όπως εκάστοτε ισχύει, με το συμμετέχον στο ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα που περιέρχεται σε αδυναμία, θέσεις ή ιδιότητες αντίστοιχες με τις απαριθμούμενες στις περιπτώσεις 10 και 11.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Οι καταθέσεις των συγγενών μέχρι δευτέρου βαθμού και των συζύγων των προσώπων που απαριθμούνται στις περιπτώσεις 10, 11 και 12, καθώς και των τρίτων που τυχόν ενεργούν για λογαριασμό των προσώπων αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Ομολογίες και ομόλογα εκδοθέντα από το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα και υποχρεώσεις από αποδοχές συναλλαγματικών και από υποσχετικές επιστολές ή γραμμάτια έκδοσής του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Τα διαπραγματεύσιμα πιστοποιητικά καταθέσεων.

Άρθρο 12Εξαιρούμενες απαιτήσεις από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες

Εξαιρούνται επίσης από την κάλυψη του ΤΕΚΕ οι απαιτήσεις από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες που αντιστοιχούν στις περιπτώσεις 1 και 3 έως 13 του άρθρου 11 του παρόντος νόμου, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως.

Άρθρο 13Ενεργοποίηση της διαδικασίας αποζημίωσης καταθετών και επενδυτών−πελατώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το ΤΕΚΕ αποζημιώνει τους καταθέτες εφόσον μια κατάθεση καταστεί μη διαθέσιμη. Μια κατάθεση καθίσταται μη διαθέσιμη όταν οφείλεται, είναι ληξιπρόθεσμη και δεν έχει καταβληθεί από συμμετέχον στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα σύμφωνα με τους νόμιμους και συμβατικούς της όρους και συντρέχει μία από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το ΤΕΚΕ αποζημιώνει τους επενδυτές−πελάτες για απαιτήσεις τους που απορρέουν από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, σε περίπτωση κατά την οποία διαπιστώνεται αδυναμία συμμετέχοντος στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικού ιδρύματος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, να εκπληρώσει τις ακόλουθες υποχρεώσεις του: α) είτε να αποδώσει στους επενδυτές−πελάτες του κεφάλαια που τους οφείλει ή κεφάλαιά τους που βρίσκονται στην κατοχή του, άμεσα ή έμμεσα, στο πλαίσιο της εκ μέρους του παροχής καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών, β) είτε να παραδώσει στους επενδυτές−πελάτες του χρηματοπιστωτικά μέσα, κατά την έννοια του άρθρου 5 του ν. 3606/2007, που τους ανήκουν και τα οποία το συμμετέχον στο ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα κατέχει, διαχειρίζεται ή φυλάσσει για λογαριασμό τους παρά το γεγονός ότι υφίσταται σχετική υποχρέωση του συμμετέχοντος σύμφωνα με το δίκαιο και τους όρους που διέπουν τη σύμβασή του με τον καλυπτόμενο πελάτη και ανεξάρτητα από το αν η υποχρέωση αυτή του συμμετέχοντος θεμελιώνεται στη σύμβαση ή στο νόμο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παράταση του χρόνου εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων που προβλέπεται στο άρθρο 63 παράγραφος 1 του ν. 3601/2007 δεν συνιστά καθ’ εαυτή περίπτωση αδυναμίας συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του κατά την έννοια του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το ΤΕΚΕ ενεργοποιεί τη διαδικασία καταβολής αποζημιώσεων εφόσον: α) Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει κοινοποιήσει στο ΤΕΚΕ απόφασή της, την οποία εκδίδει εφόσον διαπιστώσει ότι το συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του έναντι των καταθετών ή επενδυτών−πελατών του, κατά περίπτωση, για λόγους που συνδέονται άμεσα με την οικονομική του κατάσταση και η αδυναμία αυτή προβλέπεται ότι δεν είναι αναστρέψιμη στο προσεχές μέλλον ή β) Δικαστική αρχή, βασιζόμενη σε λόγους που έχουν άμεση σχέση με την οικονομική κατάσταση του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος έχει εκδώσει απόφαση για την αναστολή της δυνατότητας, κατά περίπτωση, των καταθετών ή των επενδυτών−πελατών και εν γένει δανειστών του πιστωτικού ιδρύματος να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους κατά του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος, στην περίπτωση που το γεγονός αυτό συμβεί πριν δημοσιευτεί η απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος που αναφέρεται υπό (α) ανωτέρω. Ειδικώς προκειμένου περί της ενεργοποίησης της διαδικασίας αποζημίωσης καταθετών, η κατά την περίπτωση (α) ανωτέρω απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος λαμβάνεται το αργότερο μέσα σε είκοσι μία ημερολογιακές ημέρες από τη στιγμή που αποδειχθεί, για πρώτη φορά, ότι το συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα δεν έχει επιστρέψει τις ληξιπρόθεσμες και απαιτητές καταθέσεις. Η κατά τα ανωτέρω απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 14Προθεσμίες αποζημίωσης καταθετών και επενδυτών−πελατών Διαδικασία καταβολής αποζημίωσης καταθετώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α. Το ΤΕΚΕ αμέσως μόλις του κοινοποιηθεί η απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος ή της δικαστικής αρχής, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 13, ή της αρμόδιας εποπτικής αρχής του κράτους−μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την περίπτωση β΄του άρθρου 26 του παρόντος, όπου έχει την καταστατική έδρα του το πιστωτικό ίδρυμα του οποίου υποκατάστημα λειτουργεί στην Ελλάδα που καλύπτεται συμπληρωματικά από το ΤΕΚΕ σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος, καταρτίζει κατάλογο καταθετών με βάση τα στοιχεία που του υποβάλλονται από το πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο αφορούν οι ως άνω αποφάσεις, και μετά τους, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 9 του παρόντος νόμου, συμψηφισμούς καταβάλλει τις σχετικές αποζημιώσεις που αφορούν μη διαθέσιμες καταθέσεις, εντός τριμήνου από την ημέρα κατά την οποία οι καταθέσεις κατέστησαν μη διαθέσιμες. β. Το ΤΕΚΕ αποζημιώνει τους επενδυτές−πελάτες το αργότερο μετά από τρεις μήνες από την αποστολή από το ΤΕΚΕ στην Τράπεζα της Ελλάδος του πρακτικού των δικαιούχων αποζημίωσης, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 18 του παρόντος. γ. Οι καταβαλλόμενες αποζημιώσεις σε καταθέτες και επενδυτές−πελάτες απαλλάσσονται παντός φόρου, τέλους ή εισφοράς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε έκτακτες περιπτώσεις και κατόπιν αιτήσεως του ΤΕΚΕ, η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να εγκρίνει: α) δύο το πολύ παρατάσεις της προβλεπόμενης στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου προθεσμίας, προκειμένου για την καταβολή αποζημίωσης σε καταθέτες, εκάστη των οποίων δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες, β) μία τρίμηνη παράταση της προβλεπόμενης στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου προθεσμίας για την καταβολή αποζημιώσεων από το ΤΕΚΕ σε επενδυτές−πελάτες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το ΤΕΚΕ δεν υποχρεούται στην καταβολή τόκου επί του ποσού αποζημίωσης για το διάστημα μέχρι την καταβολή αποζημίωσης στους δικαιούχους καταθέτες και επενδυτές−πελάτες, εφόσον η καταβολή πραγματοποιηθεί εντός των προθεσμιών των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το ΤΕΚΕ δεν μπορεί να επικαλεστεί τις προθεσμίες των παραγράφων 1 (α) και 2 (α) του παρόντος άρθρου για να αρνηθεί την καταβολή της αποζημίωσης σε καταθέτη ο οποίος, αποδεδειγμένα, δεν ήταν σε θέση να απαιτήσει εγκαίρως την αποζημίωσή του δυνάμει του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το ΤΕΚΕ ανακοινώνει δια του τύπου τη διαδικασία καταβολής των αποζημιώσεων, κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 15.

Άρθρο 15Διαδικασία πρόσκλησης επενδυτών−πελατών προς υποβολή αιτήσεων αποζημίωσηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Εντός ευλόγου χρόνου μετά την έκδοση απόφασης κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 13 του παρόντος νόμου, το ΤΕΚΕ δημοσιεύει πρόσκληση προς τους επενδυτές−πελάτες για να προβάλουν γραπτώς τις απαιτήσεις τους έναντι του συμμετέχοντος στο ΤΕΚΕ πιστωτικού ιδρύματος από τις καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, ορίζοντας τη διαδικασία υποβολής των σχετικών αιτήσεων, την προθεσμία υποβολής τους και το περιεχόμενό τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η δημοσίευση της προηγούμενης παραγράφου πραγματοποιείται σε δύο (2) τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας και σε δύο (2) τουλάχιστον οικονομικές εφημερίδες, σε δύο (2) τουλάχιστον φύλλα κάθε εφημερίδας, που απέχουν χρονικά μεταξύ τους από πέντε μέχρι και δέκα ημέρες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η δημοσιευόμενη πρόσκληση περιέχει τουλάχιστον: α) το όνομα και τη διεύθυνση του κεντρικού καταστήματος της καταστατικής έδρας του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος, ως προς το οποίο έχει ενεργοποιηθεί η διαδικασία αποζημίωσης μέσω του ΤΕΚΕ, β) την προθεσμία υποβολής αιτήσεων αποζημίωσης, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη του εξαμήνου αλλά ούτε και μεγαλύτερη του εννεαμήνου από την τελευταία των δημοσιεύσεων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, γ) τη διεύθυνση υποβολής των αιτήσεων, τον τρόπο υποβολής και το ακριβές περιεχόμενο αυτών, παραλαμβάνοντας σχετικό έντυπο που θέτει στη διάθεσή τους το ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το ΤΕΚΕ δύναται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με ανακοίνωσή του που υπόκειται στους όρους δημοσιότητας της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, να παρατείνει την προθεσμία υποβολής αιτήσεων αποζημίωσης επενδυτών−πελατών μέχρι τρεις μήνες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το ΤΕΚΕ δεν δύναται να επικαλεσθεί την τυχόν λήξη των προθεσμιών που αναφέρονται στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 και στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου προκειμένου να αρνηθεί την καταβολή αποζημίωσης σε επενδυτή−πελάτη ο οποίος, αποδεδειγμένα, δεν ήταν σε θέση να υποβάλει εγκαίρως την αίτηση αποζημίωσης.

Άρθρο 16Διαδικασία καταγραφής και αξιολόγησης προβαλλόμενων απαιτήσεων αποζημίωσης επενδυτών−πελατώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το ΤΕΚΕ δύναται να ορίζει εμπειρογνώμονες με γνώση επί θεμάτων κεφαλαιαγοράς, προκειμένου να συνεργάζονται με τις αρμόδιες υπηρεσιακές μονάδες του σε ειδικά θέματα υπολογισμού της καταβλητέας αποζημίωσης επενδυτών−πελατών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι αρμόδιες υπηρεσιακές μονάδες του ΤΕΚΕ και της Τράπεζας της Ελλάδος και οι τυχόν οριζόμενοι εμπειρογνώμονες, προκειμένου να αξιολογήσουν τις αιτήσεις: α) μπορούν να ζητούν από το συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα: (i) να εκφέρει άποψη ως προς το βάσιμο των προβαλλόμενων από τους αιτούντες αξιώσεων και, (ii) σε περίπτωση αμφισβήτησης, να προσκομίσει τα σχετικά δικαιολογητικά και β) εξετάζουν τη βασιμότητα των αιτήσεων με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, καθορίζοντας και το αναλογούν στον κάθε αιτούντα ποσό της αποζημίωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εκτός των εντεταλμένων υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος, οι αρμόδιοι υπάλληλοι του ΤΕΚΕ και οι τυχόν οριζόμενοι εμπειρογνώμονες έχουν την απαιτούμενη για την επιτέλεση του έργου τους εξουσία πρόσβασης στα βιβλία που τηρούνται από το συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα, υποχρεούμενοι σε απόλυτη εχεμύθεια έναντι τρίτων ως προς τις πληροφορίες που περιέρχονται σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγράφου 4 του άρθρου 24, οι δαπάνες που συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων των κατά το παρόν άρθρο οριζόμενων εμπειρογνωμόνων βαρύνουν τα συμμετέχοντα στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, κατά την αναλογία συμμετοχής καθενός από αυτά στις, σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος νόμου, ετήσιες τακτικές εισφορές.

Άρθρο 17Καθορισμός ύψους καταβλητέας αποζημίωσης σε επενδυτές−πελάτεςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για την εξακρίβωση των απαιτήσεων επενδυτή−πελάτη που έχει υποβάλει στο ΤΕΚΕ αίτηση για αποζημίωσή του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 15, καθώς και τυχόν ανταπαιτήσεων του συμμετέχοντος στο ΤΕΚΕ πιστωτικού ιδρύματος κατά του αιτούντος, λαμβάνονται υπόψη τα βιβλία που τηρεί και τα στοιχεία που εκδίδει το συμμετέχον στο ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα, σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και τα προσκομιζόμενα από τον αιτούντα δικαιολογητικά, εκτιμώνται δε αυτά τα αποδεικτικά μέσα ελεύθερα από το ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το ύψος της καταβλητέας σε κάθε επενδυτή−πελάτη αποζημίωσης υπολογίζεται σύμφωνα με τους κανόνες δικαίου και τους όρους που διέπουν τη συμβατική σχέση του πελάτη με το συμμετέχον στο ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα, τηρουμένων των διατάξεων για το συμψηφισμό ομοειδών απαιτήσεων μεταξύ του επενδυτή−πελάτη και του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εφόσον ο επενδυτής−πελάτης έχει ουσιαστικώς επιβεβαιωθείσα νόμιμη αξίωση για να του παραδοθούν χρηματοπιστωτικά μέσα, τα οποία το συμμετέχον στο ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα αδυνατεί να του παραδώσει ή να του επιστρέψει, η αποτίμηση των εν λόγω χρηματοπιστωτικών μέσων γίνεται με βάση την αξία τους κατά την ημέρα: α) δημοσίευσης της απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 13 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ή β) δημοσίευσης της δικαστικής απόφασης της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 13, σύμφωνα με το δίκαιο που διέπει την έκδοσή της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για τον υπολογισμό της καταβλητέας αποζημίωσης σε κάθε επενδυτή−πελάτη που έχει υποβάλει στο ΤΕΚΕ αίτηση αποζημίωσής του για απαιτήσεις του κατά του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος, αθροίζεται το σύνολο των εξακριβωμένων απαιτήσεων του αιτούντος κατά του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος, από όλες τις καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες που του παρείχε το συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα και ανεξαρτήτως του αριθμού λογαριασμών των οποίων αυτός είναι δικαιούχος, του νομίσματος και του τόπου παροχής των υπηρεσιών.

Άρθρο 18Ανακοίνωση της απόφασης του ΤΕΚΕ περί αποζημίωσης των επενδυτών−πελατών

Μετά την ολοκλήρωση της αποτίμησης, το ΤΕΚΕ: α) εκδίδει πρακτικό στο οποίο αναγράφονται οι δικαιούχοι αποζημίωσης αιτούντες επενδυτές−πελάτες του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος, με προσδιορισμό του χρηματικού ποσού που δικαιούται ο καθένας, και το οποίο κοινοποιεί στην Τράπεζα της Ελλάδος και στο συμμετέχον στο ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα εντός προθεσμίας πέντε εργάσιμων ημερών από την έκδοσή του και β) ανακοινώνει σε κάθε αιτούντα χωριστά το πόρισμά του ως προς αυτόν το αργότερο εντός δεκαπέντε ημερών από την έκδοση του πρακτικού της υποπαραγράφου (α) του παρόντος άρθρου, με προσδιορισμό του συνολικού ποσού της αποζημίωσης που δικαιούται.

Άρθρο 19Αναζήτηση αδικαιολογήτως καταβληθείσας αποζημίωσης σε καταθέτες και επενδυτές−πελάτες

Το ΤΕΚΕ δύναται να απαιτήσει από καταθέτη ή επενδυτή−πελάτη επιστροφή της καταβληθείσας σε αυτόν αποζημίωσης, εφόσον διαπιστώσει εκ των υστέρων ότι συνέτρεχε στο πρόσωπό του οποιοσδήποτε λόγος απόρριψης της αιτήσεώς του σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, εντός πενταετίας από της καταβολής της αποζημίωσης.

Άρθρο 20Παραγραφή αξιώσεων − Αναστολή καταβολής αποζημιώσεων −Υποκατάσταση στα δικαιώματα των καταθετών και επενδυτών−πελατώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αξιώσεις των καταθετών και επενδυτών−πελατών έναντι του ΤΕΚΕ παραγράφονται μετά την πάροδο πενταετίας από τη λήξη της τελευταίας εκ των παρατάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 14 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην περίπτωση κατά την οποία έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, κατά τις εκάστοτε διατάξεις της νομοθεσίας, εναντίον καταθέτη, επενδυτή−πελάτη, πραγματικού δικαιούχου ή άλλου προσώπου έχοντος συμφέρον σε ποσά που βρίσκονται κατατεθειμένα σε λογαριασμό ή προκύπτουν από την παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών, το ΤΕΚΕ αναστέλλει οποιαδήποτε καταβολή, μέχρι να κριθεί τελεσίδικα η υπόθεση, ανεξάρτητα από τις προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 14 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με την επιφύλαξη του στοιχείου iii της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 4 και της παραγράφου 10 του άρθρου 7 του παρόντος νόμου, το ΤΕΚΕ υποκαθίσταται στα δικαιώματα των αποζημιωθέντων καταθετών και επενδυτών−πελατών και για ποσό ίσο προς τις πληρωμές του προς αυτούς και κατατάσσεται στην ίδια τάξη με τους καταθέτες κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης των πιστωτικών ιδρυμάτων. Σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, το ΤΕΚΕ κατατάσσεται στη σειρά που προβλέπεται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία για τις απαιτήσεις του Συνεγγυητικού Κεφαλαίου Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών του ν. 2533/1997 κατά οφειλέτη−ΕΠΕΥ, όπως ισχύει.

Άρθρο 21Πληροφόρηση καταθετών και επενδυτών−πελατών από τα συμμετέχοντα στο ΤΕΚΕ πιστωτικά ιδρύματαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τα συμμετέχοντα στο ΤΕΚΕ πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να ενημερώνουν τους καταθέτες και επενδυτές−πελάτες για την παρεχόμενη από το ΤΕΚΕ κάλυψη, για την έκταση και το ύψος της κάλυψης, καθώς και για τις προϋποθέσεις και διατυπώσεις καταβολής της αποζημίωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η πληροφόρηση των πελατών γίνεται κατ’ αρχήν με την ελεύθερη διάθεση στα κεντρικά γραφεία και τα υποκαταστήματα του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος σχετικών αναλυτικών ενημερωτικών φυλλαδίων τα οποία είναι διατυπωμένα με τρόπο εύληπτο και σαφή στην ελληνική γλώσσα ή, προκειμένου για υποκαταστήματα ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένα στην αλλοδαπή, στην επίσημη γλώσσα του κράτους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο ενημερωτικό φυλλάδιο περιλαμβάνονται, τουλάχιστον, τα ακόλουθα στοιχεία: i) ανώτατα όρια κάλυψης, ii) καλυπτόμενα νομίσματα, iii) εξαιρούμενες κατηγορίες, iv) συμψηφιζόμενες ανταπαιτήσεις του πιστωτικού ιδρύματος, v) τα περί προθεσμίας καταβολής των αποζημιώσεων και περί παραγραφής των σχετικών αξιώσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Κατόπιν σχετικού αιτήματος καταθετών και επενδυτών−πελατών, το συμμετέχον στο ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται να παρέχει πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τις διατυπώσεις και προϋποθέσεις καταβολής αποζημίωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Απαγορεύεται στα συμμετέχοντα πιστωτικά ιδρύματα η προβολή για διαφημιστικό σκοπό της συμμετοχής τους στο ΤΕΚΕ μέσω εντύπων ή άλλων μηνυμάτων που διαδίδονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο, επιτρεπομένης μόνον της απλής μνείας της συμμετοχής του πιστωτικού ιδρύματος στο ΤΕΚΕ για ενημερωτικούς σκοπούς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η υποχρέωση έκδοσης ενημερωτικού φυλλαδίου εκπληρώνεται από μεν τα πιστωτικά ιδρύματα που συμμετέχουν στο ΤΕΚΕ εντός τριών μηνών από της συμμετοχής τους στο ΤΕΚΕ, από δε τα λοιπά εντός τριών μηνών από της εγκατάστασής τους στην Ελλάδα.

Άρθρο 22Μη τήρηση υποχρεώσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων έναντι του ΤΕΚΕΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Εάν πιστωτικό ίδρυμα που έχει την καταστατική έδρα του στην Ελλάδα ή υποκατάστημα πιστωτικού ιδρύματος που λειτουργεί στην Ελλάδα με καταστατική έδρα σε χώρα εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και συμμετέχει υποχρεωτικά στο ΤΕΚΕ δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του ως μέλους του ΤΕΚΕ, το ΤΕΚΕ ενημερώνει την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, περιλαμβανομένων και των κυρώσεων που προβλέπονται από το άρθρο 55Α του Καταστατικού της (ν. 3424/1927, ΦΕΚ 298 Α΄). β) Εάν με τα μέτρα αυτά δεν εξασφαλιστεί η τήρηση των υποχρεώσεων του ως άνω πιστωτικού ιδρύματος ή υποκαταστήματος, το ΤΕΚΕ μπορεί, ύστερα από έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος, να αποφασίσει την ενεργοποίηση διαδικασίας αποκλεισμού του από το ΤΕΚΕ, αφού τάξει στο πιστωτικό ίδρυμα ή το υποκατάστημα προθεσμία δώδεκα μηνών τουλάχιστον για την εκπλήρωσή τους. Απαιτήσεις των καταθετών και επενδυτών−πελατών του πιστωτικού ιδρύματος ή του υποκαταστήματος, που υφίστανται μέχρι και τη λήξη της προθεσμίας και απορρέουν από τα υπόλοιπα των καταθέσεων και την παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών, κατά περίπτωση, εξακολουθούν να καλύπτονται πλήρως από το ΤΕΚΕ. Εάν, μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής, το πιστωτικό ίδρυμα ή το υποκατάστημα συνεχίζει να μην τηρεί τις υποχρεώσεις του, το ΤΕΚΕ μπορεί, με την έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος, να λάβει απόφαση για αποκλεισμό του. Στην περίπτωση αυτή η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να λάβει τα μέτρα που προβλέπονται στις διατάξεις των παραγράφων 2 έως 7 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου και των άρθρων 8 και 63 του ν. 3601/2007, κατ’ ανάλογο εφαρμογή των διατάξεων αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εάν υποκατάστημα στην Ελλάδα πιστωτικού ιδρύματος που εδρεύει σε κράτος−μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καλύπτεται συμπληρωματικά από το ΤΕΚΕ δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του ως συμμετέχοντος, το ΤΕΚΕ ενημερώνει την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία γνωστοποιεί τούτο στην εποπτική αρχή του κράτουςμέλους, στο οποίο εδρεύει το πιστωτικό ίδρυμα και σε συνεργασία με αυτήν λαμβάνονται όλα τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλιστεί η τήρηση των υποχρεώσεων του υποκαταστήματος. Εάν, παρά τα μέτρα αυτά, το υποκατάστημα δεν συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις του και παρέλθει, μετά τη σχετική ειδοποίηση, χρονικό διάστημα τουλάχιστον δώδεκα μηνών, το ΤΕΚΕ μπορεί, με τη συγκατάθεση και της εποπτικής αρχής του ενδιαφερόμενου κράτους−μέλους και μετά σχετική γνωστοποίηση προς την Τράπεζα της Ελλάδος, να αποκλείσει το υποκατάστημα. Οι υφιστάμενες κατά το χρόνο αποκλεισμού καταθέσεις καλύπτονται συμπληρωματικά από το ΤΕΚΕ μέχρι την ημερομηνία που καθίστανται απαιτητές. Επίσης, καλύπτονται συμπληρωματικά από το ΤΕΚΕ οι υφιστάμενες κατά τον ίδιο χρόνο απαιτήσεις πελατών του υποκαταστήματος που απορρέουν από την παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών. Το ΤΕΚΕ ενημερώνει τους καταθέτες και τους επενδυτέςπελάτες του πιστωτικού ιδρύματος για την παύση της συμπληρωματικής κάλυψης και για την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να παράγει αποτελέσματα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η προβλεπόμενη κάλυψη καταθετών και επενδυτώνπελατών παρέχεται για καταθέσεις που ελήφθησαν και καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες που παρασχέθηκαν μέχρι την ανάκληση της άδειας λειτουργίας του πιστωτικού ιδρύματος.

Άρθρο 23Διοίκηση ΤΕΚΕ − Αρμοδιότητες Διοικητικού Συμβουλίου ΤΕΚΕΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το ΤΕΚΕ διοικείται από εννεαμελές Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.). Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου διορίζεται ένας εκ των Υποδιοικητών της Τράπεζας της Ελλάδος. Από τα υπόλοιπα οκτώ (8) μέλη, ένα (1) προέρχεται από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, τρία (3) από την Τράπεζα της Ελλάδος, τρία (3) από την Ελληνική Ένωση Τραπεζών και ένα (1) από την Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το Διοικητικό Συμβούλιο, απαρτιζόμενο από τα μέλη που προτείνονται από τους φορείς της παραγράφου 1, διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και έχει πενταετή θητεία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αναφερόμενοι στην παράγραφο 1 φορείς οφείλουν, μέσα σε ένα μήνα αφότου λάβουν το σχετικό έγγραφο του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, να ορίσουν τα προβλεπόμενα τακτικά μέλη. Σε περίπτωση μη τήρησης της προθεσμίας ή διαφωνίας των οικείων φορέων, ο διορισμός των μελών από τους αντίστοιχους φορείς γίνεται από τον Υπουργό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου εκλέγεται από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου. Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου δύναται να παρίσταται, στην περίπτωση που δεν έχει ορισθεί ως μέλος, ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος της Τράπεζας της Ελλάδος, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους και διαθέτουν ειδικές γνώσεις και εμπειρία σε θέματα του τραπεζικού τομέα. Ειδικότερα το ένα προερχόμενο από την Τράπεζα της Ελλάδος μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου είναι νομικός, ένα δε μέλος που προέρχεται από την Ελληνική Ένωση Τραπεζών είναι ειδικευμένο σε θέματα τραπεζικής λογιστικής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η θητεία δύναται να ανανεώνεται για αντίστοιχο χρονικό διάστημα και παρατείνεται μέχρι το διορισμό νέου Διοικητικού Συμβουλίου και πάντως όχι πέραν του τριμήνου από τη λήξη της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η θητεία των μελών διακόπτεται, πλην της παραίτησης, μόνο με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, εάν κατά τη διάρκεια αυτής προκύψουν πράξεις ή παραλείψεις που θέτουν υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία που συνάδει με την άσκηση του λειτουργήματός τους ή αδυνατούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους για λόγους υγείας. Σε περίπτωση χηρεύσεως, με οποιονδήποτε τρόπο και πέραν του προαναφερομένου, θέσης μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου διορίζεται νέο μέλος για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο παρόν άρθρο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματός του τον πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου αναπληρώνει ως προς όλες τις αρμοδιότητές του ο αντιπρόεδρος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Το Διοικητικό Συμβούλιο ευρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα όταν είναι παρόντα έξι (6) τουλάχιστον μέλη. Μεταξύ των μελών αυτών πρέπει απαραιτήτως να είναι ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η άποψη υπέρ της οποίας τάσσεται ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος, κατά περίπτωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η ειδική πλειοψηφία του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ επιτυγχάνεται με τη σύμφωνη ψήφο επτά (7) τουλάχιστον μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η αποζημίωση του προέδρου, του αντιπροέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ και βαρύνει τον προϋπολογισμό του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ είναι αρμόδιο για κάθε θέμα που αφορά στη διοίκηση και εκπροσώπηση του ΤΕΚΕ στο εσωτερικό ή εξωτερικό, στην είσπραξη των πόρων, στη διαχείριση της περιουσίας του και γενικά για κάθε θέμα που σχετίζεται με την εκπλήρωση του σκοπού του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ εκπροσωπεί το ΤΕΚΕ ενώπιον κάθε αρχής και τρίτου, παρίσταται και εκπροσωπεί το ΤΕΚΕ δικαστικώς και εποπτεύει την ορθή εφαρμογή των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου, την ορθή εκτέλεση του προγράμματος και του προϋπολογισμού του ΤΕΚΕ, στο πλαίσιο της επίτευξης του σκοπού του, την τήρηση του κανονισμού οργάνωσης και λειτουργίας των υπηρεσιών του ΤΕΚΕ και του κανονισμού λειτουργίας του Διοικητικού Συμβουλίου. Συγκαλεί σε συνεδριάσεις το Διοικητικό Συμβούλιο, προεδρεύει στις συνεδριάσεις του και ορίζει τα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Με την έγκριση του Διοικητικού Συμβουλίου ο πρόεδρος μπορεί να αναθέτει την εκπροσώπηση του ΤΕΚΕ ενώπιον κάθε αρχής και τρίτων και τη δικαστική και εξώδικη παράσταση και εκπροσώπησή του σε άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ή στον Διευθυντή του ΤΕΚΕ, που διορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ ή σε άλλο στέλεχος του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

α) Το ΤΕΚΕ δύναται να ζητεί από τα πιστωτικά ιδρύματα και τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να υποβάλλουν στο ΤΕΚΕ τα στοιχεία και τις πληροφορίες που αφορούν στην εκπλήρωση του σκοπού του και ειδικότερα: (i) τα στοιχεία ισολογισμού και αποτελεσμάτων χρήσεως, (ii) τα στοιχεία που αφορούν τη βάση υπολογισμού των εισφορών, τις καλυπτόμενες και μη καταθέσεις και επενδυτικές υπηρεσίες, καθώς και (iii) στοιχεία σχετικά με τη διαθεσιμότητα των, σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 6 του παρόντος, πόρων του. β) Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να αναπτύξουν συστήματα που θα διασφαλίζουν την παρακολούθηση των λογαριασμών ανά πελάτη για την υποβολή των απαιτούμενων στοιχείων προς το ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

α) Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και το προσωπικό του ΤΕΚΕ, οι τυχόν οριζόμενοι εμπειρογνώμονες κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 16, καθώς και οι ελεγκτές των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων του ΤΕΚΕ υποχρεούνται στην τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου και του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων. β) Η απαγόρευση γνωστοποίησης σε πρόσωπα ή αρχές πληροφοριών που περιέρχονται σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δεν ισχύει έναντι: (i) Της Τράπεζας της Ελλάδος. Η ευχέρεια της Τράπεζας της Ελλάδος, να γνωστοποιεί τις σχετικές πληροφορίες που προβλέπονται στην περίπτωση (γ) της παραγράφου 5 του άρθρου 60 του ν. 3601/2007, επεκτείνεται και στο ΤΕΚΕ. (ii) Του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. (iii) Του Προέδρου και του Γενικού Γραμματέα της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών. (iv) Των ειδικών εξεταστικών επιτροπών της Βουλής κατά την, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής, ενάσκηση των καθηκόντων τους. γ) Επιτρέπεται και δεν αποτελεί παράβαση του επαγγελματικού απορρήτου και του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του ΤΕΚΕ και των αρχών που είναι αρμόδιες για την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων στα λοιπά κράτημέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των συστημάτων εγγύησης καταθέσεων και αποζημίωσης επενδυτών−πελατών που λειτουργούν σε αυτά, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους που συνδέονται με την εγγύηση καταθέσεων και αποζημίωση επενδυτών−πελατών. Το ΤΕΚΕ μπορεί να συνάπτει συμφωνίες με τις αντίστοιχες αρχές τρίτων χωρών υπό τους αυτούς ως άνω όρους και προϋποθέσεις. δ) Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται οι κυρώσεις του άρθρου 371 του Π.Κ. και αναλογικά του άρθρου 2 του ν.δ. 1059/1971 (ΦΕΚ 270 Α΄). Αμετάκλητη καταδίκη για παράβαση των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 1059/1971 συνεπάγεται αυτοδικαίως την άμεση απόλυση του καταδικασθέντος από τη θέση που κατέχει στο ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζονται οι προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων του ΤΕΚΕ, οι αρμοδιότητές τους, καθώς και λοιπά θέματα που αφορούν την εσωτερική οργάνωση των εργασιών και της λειτουργίας του ΤΕΚΕ.

Άρθρο 24Προσωπικό ΤΕΚΕΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ καθορίζεται η οργανική διάρθρωση του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το προσωπικό αποτελείται από εξειδικευμένους υπαλλήλους και βοηθητικό προσωπικό και απασχολείται με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου. Η απασχόληση του προσωπικού διέπεται από τις διατάξεις περί βαθμολογίου και μισθολογίου των υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος, εφαρμοζόμενες αναλόγως. Η απασχόληση υπαλλήλων που προέρχονται από την Τράπεζα της Ελλάδος, την Ελληνική Ένωση Τραπεζών, την Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος ή τα συμμετέχοντα στο ΤΕΚΕ πιστωτικά ιδρύματα εξακολουθεί να διέπεται από το καθεστώς απασχόλησης, ασφαλιστικό και υπηρεσιακής εξέλιξης, που ισχύει στο φορέα προέλευσής τους, με εξαίρεση την ιεραρχική ένταξη των υπαλλήλων, η οποία καθορίζεται σύμφωνα με τον κανονισμό της υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ εκδίδονται Κανονισμός πρόσληψης, υπηρεσιακής κατάστασης και εξέλιξης προσωπικού και Κανονισμός οργάνωσης και λειτουργίας του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ καθορίζεται ετησίως το κόστος λειτουργίας για το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων και το Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ. Το κόστος που βαρύνει το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων επιμερίζεται σε κάθε συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα ανάλογα με την αξία της συμμετοχής του σε αυτό. Οι σχετικές αναλήψεις, ελλείψει αντίθετης απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ, γίνονται από το σχετικό λογαριασμό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ στην Τράπεζα της Ελλάδος. Στο κατά την παρούσα παράγραφο κόστος λειτουργίας του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων δεν εμπίπτουν οι δαπάνες του άρθρου 16 παράγραφος 4 που προκύπτουν σε σχέση με κάλυψη απαιτήσεων επενδυτών−πελατών συγκεκριμένου πιστωτικού ιδρύματος, οι οποίες και βαρύνουν το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα, προσαυξάνουν δε τα λειτουργικά έξοδα του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ μόνον συνεπεία αδυναμίας κάλυψης αυτών από το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα, εξακολουθούσες πάντως να αποτελούν απαιτήσεις του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ κατ’ αυτού.

Άρθρο 25Τακτικός έλεγχος − Ισολογισμός − ΔημοσιεύσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο έλεγχος της οικονομικής διαχείρισης του ΤΕΚΕ και του ισολογισμού του ανατίθεται από το Διοικητικό Συμβούλιο σε ορκωτούς ελεγκτές ή αναγνωρισμένη ελεγκτική εταιρεία, που υποβάλλουν σχετική έκθεση προς την Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων, τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, την Τράπεζα της Ελλάδος, την Ελληνική Ένωση Τραπεζών, την Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος και το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το οικονομικό έτος αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους. Το αργότερο μέχρι τέλος Οκτωβρίου συντάσσεται ο προϋπολογισμός του επόμενου οικονομικού έτους, εντός δε τριών μηνών από την έναρξή του συντάσσεται ο απολογισμός του προηγούμενου οικονομικού έτους, που υποβάλλεται στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών μαζί με τον ισολογισμό και την έκθεση του ελεγκτή για έγκριση και κοινοποιείται στα πρόσωπα και τους φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει κατάλογο των πιστωτικών ιδρυμάτων ή υποκαταστημάτων που συμμετέχουν στο ΤΕΚΕ. Τροποποιήσεις του καταλόγου ανακοινώνονται στα πρόσωπα και τους φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, το αργότερο εντός μηνός από την ημερομηνία πραγματοποίησης της μεταβολής.

Άρθρο 26Κατευθυντήριες αρχές

Στην περίπτωση συμπληρωματικής κάλυψης υποκαταστημάτων στην Ελλάδα πιστωτικών ιδρυμάτων με καταστατική έδρα σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το ΤΕΚΕ θεσπίζει διμερώς με το σύστημα του κράτους − μέλους καταγωγής κατάλληλους κανόνες και διαδικασίες για την καταβολή αποζημίωσης στους καταθέτες και επενδυτές πελάτες του υποκαταστήματος αυτού. Κατά τη θέσπιση των διαδικασιών, καθώς και για τον προσδιορισμό των όρων συμμετοχής του υποκαταστήματος, ισχύουν οι ακόλουθες αρχές: α) Το ΤΕΚΕ διατηρεί πλήρως το δικαίωμα: (i) να επιβάλλει τους όρους και τις προϋποθέσεις που ισχύουν για τη συμμετοχή των λοιπών πιστωτικών ιδρυμάτων και (ii) να απαιτεί την παροχή ισοδύναμων πληροφοριών και να τις επαληθεύει με τις αρχές του κράτους−μέλους καταγωγής που είναι αρμόδιες για την εποπτεία του υποκαταστήματος. β) Το ΤΕΚΕ ικανοποιεί τις αξιώσεις για συμπληρωματική αποζημίωση, εφόσον λάβει δήλωση των αρμόδιων αρχών του κράτους−μέλους καταγωγής για την έκδοση της αντίστοιχης με την αναφερόμενη στην παράγραφο 4 του άρθρου 13 του παρόντος νόμου απόφασης. Το ΤΕΚΕ διατηρεί πλήρως το δικαίωμα να εξακριβώνει κατά πόσο ο καταθέτης ή/και ο επενδυτής − πελάτης νομιμοποιείται σύμφωνα με τους δικούς του βασικούς κανόνες και διαδικασίες, προτού καταβάλει συμπληρωματική αποζημίωση. γ) Ο φορέας που προβλέπεται από το σύστημα του κράτους−μέλους καταγωγής και το ΤΕΚΕ συνεργάζονται πλήρως μεταξύ τους προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι καταθέτες ή/και οι επενδυτές πελάτες αποζημιώνονται αμέσως και κατά το ενδεδειγμένο ποσό. Ιδιαίτερα συμφωνούν όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο η ύπαρξη ανταπαίτησης, η οποία μπορεί να προταθεί για συμψηφισμό στο πλαίσιο ενός από τα δύο συστήματα, επηρεάζει την αποζημίωση που καταβάλλεται από κάθε σύστημα στον καταθέτη ή και επενδυτή−πελάτη. δ) Το ΤΕΚΕ δικαιούται να χρεώνει το υποκατάστημα για τη συμπληρωματική κάλυψη κατά τον ενδεδειγμένο τρόπο που λαμβάνει υπόψη την εγγύηση τη χρηματοδοτούμενη από το σύστημα του κράτους−μέλους καταγωγής. Προκειμένου να διευκολυνθεί η χρέωση, το ΤΕΚΕ θεωρεί ότι η ευθύνη του περιορίζεται πάντοτε στη διαφορά μεταξύ της εγγύησης που προσφέρει αυτό και της εγγύησης που παρέχει το κράτος−μέλος καταγωγής, ανεξαρτήτως του κατά πόσο το κράτος−μέλος καταγωγής καταβάλλει όντως αποζημίωση για τις καταθέσεις ή/ και τις καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες που υφίστανται και παρέχονται στην Ελλάδα.

Άρθρο 27Μεταβατικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, η κάλυψη των επενδυτώνπελατών πιστωτικών ιδρυμάτων για τις παρεχόμενες από αυτά καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες διέπεται αποκλειστικά από τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες και υποχρεούνται να συμμετάσχουν στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ βάσει των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου οφείλουν να έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία συμμετοχής τους στο ΤΕΚΕ εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, τηρώντας τη διαδικασία που καθορίζει το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες και ιδρύονται ή εγκαθίστανται στην Ελλάδα μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου συμμετέχουν υποχρεωτικά και αποκλειστικά στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ κατά τις διατάξεις του άρθρου 3, δεν υπέχουν δε οποιαδήποτε υποχρέωση έναντι του Συνεγγυητικού Κεφαλαίου Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών του ν. 2533/1997, όπως ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Πιστωτικά ιδρύματα τα οποία κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου συμμετέχουν στο Συνεγγυητικό Κεφάλαιο Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών του ν. 2533/1997, όπως ισχύει, εξακολουθούν να συμμετέχουν στο τελευταίο και δεν υπέχουν υποχρέωση συμμετοχής στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Σε περίπτωση που πιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ απορροφήσει μέλος του Συνεγγυητικού, το πιστωτικό ίδρυμα συμμετέχει εφεξής μόνο στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ. Αν μέλος του Συνεγγυητικού απορροφήσει πιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ, η απορροφούσα εταιρεία συμμετέχει αποκλειστικά στο Συνεγγυητικό. Οι απαιτήσεις του μέλους του Συνεγγυητικού έναντι του τελευταίου, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεών του από την καταβολή εισφορών σύμφωνα με το ν. 2533/1997, όπως ισχύει, δεν θίγονται από την απορρόφηση του μέλους τούτου από πιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ. Αντίστοιχα, οι απαιτήσεις του συμμετέχοντος στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ έναντι του τελευταίου από την ατομική του μερίδα δεν θίγονται από την απορρόφησή του από μέλος του Συνεγγυητικού. Η διαδικασία των καταβολών αυτών από το Συνεγγυητικό ή το ΤΕΚΕ και κάθε άλλο σχετικό θέμα, όπως ο ακριβής προσδιορισμός του καταβλητέου ποσού, η προθεσμία καταβολής κ.λπ., καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνεγγυητικού ή του ΤΕΚΕ, αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Τα άρθρα 1 έως και 17 του ν. 2832/2000, όπως ισχύουν, καταργούνται και εφεξής κάθε υφιστάμενη στη νομοθεσία αναφορά στα εν λόγω άρθρα ή στο Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων (ΤΕΚ) θα νοείται αντίστοιχα ως αναφορά στον παρόντα νόμο ή στο ΤΕΚΕ, το οποίο, καθιστάμενο καθολικός διάδοχος του ΤΕΚ, υποκαθίσταται στα δικαιώματα και υποχρεώσεις αυτού έναντι παντός τρίτου, περιλαμβανομένου και του προσωπικού του.

Αθήνα, 12 Φεβρουαρίου 2009
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Π. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Ι. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Κ. ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ Φ. ΠΑΛΛΗ − ΠΕΤΡΑΛΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Α. ΣΑΜΑΡΑΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους Αθήνα, 13 Φεβρουαρίου 2009
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Ν. Γ. ΔΕΝΔΙΑΣ