66 Α' 2011

ΝΟΜΟΣ 3943/2011

Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, στελέχωση των ελεγκτικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ - ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
31 Μαρτίου 2011

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 66
31 Μαρτίου 2011

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3943
Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, στελέχωση των ελεγκτικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Άρθρο 12Κατοικία και αλλαγή κατοικίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίστανται ως εξής: «1. Σε φόρο για το παγκόσμιο εισόδημά του υπόκειται κάθε φυσικό πρόσωπο, το οποίο έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στην Ελλάδα. Σε φόρο για το εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα υπόκειται κάθε φυσικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας του ή της συνήθους διαμονής του. Ως συνήθης θεωρείται η διαμονή στην Ελλάδα η οποία υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα τρεις ημέρες συνολικά μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος. Η διαμονή τεκμαίρεται ως συνήθης, εκτός αν ο φορολογούμενος αποδείξει διαφορετικά. 2. Κάθε φυσικό πρόσωπο που υπηρετεί στην αλλοδαπή, αν: α) είναι λειτουργός ή συνδέεται με οποιαδήποτε σχέση εργασίας δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου με φορέα της Γενικής Κυβέρνησης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 1Β του ν. 2362/1995, που έχει προστεθεί με το άρθρο 2 του ν. 3871/2010 ή β) συνδέεται με οποιαδήποτε σχέση εργασίας δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου με θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Διεθνή Οργανισμό και είχε κατά το χρόνο της εισόδου του στην υπηρεσία του θεσμικού οργάνου της Ε.Ε. ή του Διεθνούς Οργανισμού την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στην Ελλάδα, θεωρείται ότι συνεχίζει να έχει την κατοικία του στην Ελλάδα. Ομοίως, θεωρούνται ότι έχουν την κατοικία τους στην Ελλάδα και τα μέλη της οικογένειας που το βαρύνουν, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7, εκτός αν έχουν την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή τους σε κράτος στο οποίο υπόκεινται σε φόρο για το παγκόσμιο εισόδημά τους και το κράτος αυτό δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο των κρατών που περιέχεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 51Α.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται νέα παράγραφος 5, που έχει ως εξής: «5. Κατ’ εξαίρεση από τα οριζόμενα στην παράγραφο 1, υπόκειται σε φόρο μόνο για το εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα, για τρία διαδοχικά έτη και για μία μόνο φορά, το φυσικό πρόσωπο που έχει τη συνήθη διαμονή του στην Ελλάδα και υπόκειται σε φόρο για το παγκόσμιο εισόδημά του σε κράτος το οποίο δεν έχει συνάψει με την Ελλάδα Σύμβαση για την Αποφυγή Διπλής Φορολογίας (Σ.Α.Δ.Φ.), σχετικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου και εφόσον το κράτος αυτό δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο των κρατών που περιέχεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 51Α. Το χρονικό διάστημα των τριών ετών υπολογίζεται από την έναρξη διαμονής του φυσικού προσώπου στην Ελλάδα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «Ο φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε σε κράτος με το οποίο η Ελλάδα έχει θέσει σε ισχύ Σ.Α.Δ.Φ. για το εισόδημα που προέκυψε σε αυτό και μέχρι του ποσού του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα, εφόσον ο φόρος που παρακρατήθηκε στο άλλο κράτος ορίζεται στις διατάξεις της Σ.Α.Δ.Φ..»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 61 προστίθεται η φράση: «, καθώς και όταν ο υπόχρεος υπόκειται σε φόρο μόνο για το εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα σύμφωνα με το άρθρο 2.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο άρθρο 61 του Κ.Φ.Ε. προστίθενται παράγραφοι 7 και 8 ως εξής: «7. Το φυσικό πρόσωπο που δηλώνει ότι υπόκειται σε φόρο μόνο για το εισόδημά του που προκύπτει στην Ελλάδα, υποχρεούται να υποβάλλει τα δικαιολογητικά που ορίζονται με την απόφαση που προβλέπεται στην επόμενη παράγραφο στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.. Αν τα δικαιολογητικά δεν υποβληθούν ή υποβληθούν εκπρόθεσμα, το φυσικό πρόσωπο θεωρείται ότι έχει την κατοικία του στην Ελλάδα. 8.α. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται τα δικαιολογητικά, τα οποία υποχρεούται να υποβάλλει κάθε φυσικό πρόσωπο που δηλώνει ότι υπόκειται σε φόρο μόνο για τα εισοδήματα που προκύπτουν στην Ελλάδα, καθώς και οι προθεσμίες υποβολής τους στις αρμόδιες φορολογικές αρχές. β. Όσοι έχουν δηλώσει τόπο κατοικίας ή συνήθους διαμονής στην αλλοδαπή και υπόκεινται, κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, σε φόρο μόνο για το εισόδημά τους που προκύπτει στην Ελλάδα, υποχρεούνται να προσκομίσουν τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στην παράγραφο 8 του άρθρου 61, μέσα σε προθεσμία που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Αν δεν προσκομισθούν ή δεν προσκομισθούν εμπρόθεσμα τα δικαιολογητικά αυτά, οι υπόχρεοι θεωρούνται ότι έχουν την κατοικία τους στην Ελλάδα και υπόκεινται σε φόρο για το παγκόσμιο εισόδημά τους. Με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος κλήσης των φορολογουμένων, η διαδικασία υποβολής των δικαιολογητικών και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στο άρθρο 76 του Κ.Φ.Ε. προστίθενται παράγραφοι 5 και 6 ως εξής: «5. Αν ο υπόχρεος σε δήλωση μεταφέρει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του σε κράτος που εμπίπτει στον κατάλογο των κρατών που περιέχεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 51Α, θεωρείται ότι έχει την κατοικία του στην Ελλάδα και υπόκειται σε φόρο για το παγκόσμιο εισόδημά του σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2. 6.α. Αν ο υπόχρεος σε δήλωση μεταφέρει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του εκτός Ελλάδας και υπαγόταν σε φόρο στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημά του τα τελευταία πέντε έτη πριν από τη δήλωση μεταβολής της κατοικίας ή της συνήθους διαμονής του, εφόσον: αα) μεταβάλλει την κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του με μεταφορά της σε κράτος στο οποίο το εισόδημά του υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, κατά την έννοια της παραγράφου 7 του άρθρου 51Α, και ββ) διαθέτει σημαντικά οικονομικά συμφέροντα στην Ελλάδα, όπως αυτά ορίζονται στην περίπτωση β΄, θεωρείται ότι υπόκειται σε φόρο στην Ελλάδα, για το παγκόσμιο εισόδημά του για χρονικό διάστημα πέντε ετών, που αρχίζει από την υποβολή της δήλωσης μεταβολής της κατοικίας ή της συνήθους διαμονής του. β. Το φυσικό πρόσωπο θεωρείται ότι έχει σημαντικά οικονομικά συμφέροντα στην Ελλάδα, εφόσον κατά τη δήλωση μεταβολής της κατοικίας ή της συνήθους διαμονής του: αα) συμμετέχει σε ποσοστό τουλάχιστον 25% σε εταιρεία που υπόκειται σε φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 2 ή συμμετέχει σε ποσοστό τουλάχιστον 5% σε νομικό πρόσωπο που υπόκειται σε φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 101, ή ββ) το εισόδημά του που προκύπτει στην Ελλάδα υπερβαίνει το 30% των συνολικών του εισοδημάτων ή υπερβαίνει το ποσό των σαράντα πέντε χιλιάδων ευρώ, ή γγ) η αξία των περιουσιακών του στοιχείων στην Ελλάδα, από τα οποία προκύπτει εισόδημα, υπερβαίνει το 30% της αξίας των συνολικών περιουσιακών του στοιχείων ή υπερβαίνει σε ύψος το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ.»

Άρθρο 13Πληρωμές σε φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη συνεργάσιμων κρατώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 51Α του Κ.Φ.Ε, οι λέξεις «κατά την 1η Ιανουαρίου 2010 και εφεξής» και οι λέξεις «μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2010» διαγράφονται. β) Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 51Α προστίθενται εδάφια ως εξής: «Για το έτος 2010 ως μη συνεργάσιμα θεωρούνται τακράτη που περιλαμβάνονται στην 1108437/2565/ΔΟΣ/ 15.11.2005 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (ΦΕΚ 1590 Β΄). Για το έτος 2011 ως μη συνεργάσιμα θεωρούνται τα κράτη που καθορίζονται ως τέτοια με την 1150236/ΔΟΣ/2010 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 1805 Β΄).» γ) Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 51Α του Κ.Φ.Ε. οι λέξεις «κατώτερος σε ποσοστό πάνω από το ήμισυ του φόρου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ίσος ή κατώτερος με τα εξήντα εκατοστά του φορολογικού συντελεστή».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο τέλος του προτελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 51Β του Κ.Φ.Ε. προστίθεται, από τότε που ίσχυσε το άρθρο 51Β, η εξής φράση: «, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή.»

Άρθρο 14Φορολογία των μερισμάτων και των κερδών που διανέμουν τα νομικά πρόσωπαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παράγραφος 1 του άρθρου 54 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «1. Στα κέρδη που διανέμουν οι ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες με τη μορφή αμοιβών και ποσοστών στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και στους διευθυντές και αμοιβών στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό, εκτός μισθού, καθώς και μερισμάτων ή προμερισμάτων σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, ανεξάρτητα αν η καταβολή τους γίνεται σε μετρητά ή μετοχές, ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου για τα πιο πάνω εισοδήματα. Αν δικαιούχος των μερισμάτων είναι φυσικό πρόσωπο και ο υψηλότερος συντελεστής φορολογίας της κλίμακας του άρθρου 9 που προκύπτει μετά τη συνάθροιση των μερισμάτων με τα λοιπά εισοδήματα είναι μικρότερος του 25%, με την πιο πάνω παρακράτηση δεν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου, αλλά τα υπόψη μερίσματα φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις και το πιστωτικό υπόλοιπο φόρου επιστρέφεται. Όταν ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία προβαίνει σε διανομή κερδών και στα έσοδά της περιλαμβάνονται έσοδα από τη συμμετοχή της σε άλλο νομικό πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 101, από το φόρο που υποχρεούται να αποδώσει με τη δήλωση που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 54, αφαιρείται το μέρος του φόρου που έχει ήδη παρακρατηθεί σε βάρος της και αναλογεί στα διανεμόμενα από την ίδια κέρδη τα οποία προέρχονται από τις πιο πάνω συμμετοχές. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται όταν τα μερίσματα καταβάλλονται σε εταιρεία άλλου κράτους − μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οποίας είναι θυγατρική η καταβάλλουσα τα μερίσματα ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 11 του ν. 2578/1998 (ΦΕΚ 30 Α΄). Ο φόρος που έχει παρακρατηθεί σε βάρος της ανώνυμης εταιρείας επιστρέφεται σε αυτή κατά το μέρος που αναλογεί στα μερίσματα που διανέμει σε εταιρεία άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται ανάλογα και για τα διανεμόμενα ή κεφαλαιοποιούμενα κέρδη παρελθουσών χρήσεων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του Κ.Φ.Ε., όπως αντικαθίστανται με την προηγούμενη παράγραφο, έχουν εφαρμογή για διανεμόμενα κέρδη που εγκρίνονται από γενικές συνελεύσεις από την 1η Ιανουαρίου 2012 και μετά. Ειδικά για τα κέρδη που διανέμονται εντός του έτους 2011, ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή είκοσι ένα τοις εκατό, με την οποία εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων, με την επιφύλαξη αυτών που ορίζονται στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του Κ.Φ.Ε..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παράγραφος 3 του άρθρου 54 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «3. Στα μερίσματα που εισπράττει φυσικό πρόσωπο, κάτοικος Ελλάδας, από αλλοδαπή ανώνυμη εταιρεία ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου για τα πιο πάνω εισοδήματα. Ειδικά για τα μερίσματα που εισπράττονται εντός του έτους 2011, ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή είκοσι ένα τοις εκατό, με την οποία εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στην παράγραφο 6 του άρθρου 54 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται περίπτωση ζ΄ που έχει ως εξής: «ζ) Ειδικά για τα εισοδήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η παρακράτηση ενεργείται κατά την καταβολή ή πίστωση των δικαιούχων με τα εισοδήματα αυτά και σε κάθε περίπτωση μέσα σε ένα μήνα από την έγκριση του ισολογισμού από την τακτική γενική συνέλευση των μετόχων. Αν διανεμηθούν μερίσματα από κέρδη προηγούμενων χρήσεων, η παρακράτηση φόρου ενεργείται μέσα σε ένα μήνα από τη λήψη της απόφασης διανομής από τη γενική συνέλευση των μετόχων. Ειδικά επί διανομής προμερισμάτων, η παρακράτηση φόρου ενεργείται κατά την καταβολή ή πίστωση των δικαιούχων με τα εισοδήματα αυτά και σε κάθε περίπτωση μέσα σε ένα μήνα από τη λήψη της απόφασης διανομής από το διοικητικό συμβούλιο. Ο φόρος που παρακρατείται αποδίδεται με την υποβολή δήλωσης στο Δημόσιο εφάπαξ μέσα στον επόμενο μήνα από αυτόν στον οποίο έγινε η παρακράτηση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 54 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίστανται ως εξής: «α) Για τα εισοδήματα των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ και ζ΄ της προηγούμενης παραγράφου, η ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία που τα καταβάλλει. β) Για τα εισοδήματα της παραγράφου 3 και της περίπτωσης δ΄ της προηγούμενης παραγράφου, αυτός που ενεργεί στην Ελλάδα την εξαργύρωση ή την καταβολή τους. Ειδικά για τα μερίσματα που εισπράττει φυσικό πρόσωπο, κάτοικος Ελλάδας, από αλλοδαπή ανώνυμη εταιρεία και τα οποία παραμένουν στην αλλοδαπή, ο δικαιούχος του εισοδήματος αποδίδει ο ίδιος τον οφειλόμενο φόρο εφάπαξ με την υποβολή δήλωσης, μέσα στον επόμενο μήνα από αυτόν εντός του οποίου έγινε στην αλλοδαπή η καταβολή ή η πίστωση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 55 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται περίπτωση δ΄ που έχει ως εξής: «δ) Στα κέρδη που διανέμουν οι συνεταιρισμοί ή οι ημεδαπές εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων για τα πιο πάνω εισοδήματα. Αν δικαιούχος των κερδών είναι φυσικό πρόσωπο και ο υψηλότερος συντελεστής φορολογίας της κλίμακας του άρθρου 9 που προκύπτει μετά τη συνάθροιση των υπόψη κερδών με τα λοιπά εισοδήματα είναι μικρότερος του 25%, με την πιο πάνω παρακράτηση δεν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου, αλλά τα υπόψη κέρδη από τις πιο πάνω συμμετοχές φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις και το πιστωτικό υπόλοιπο φόρου επιστρέφεται. Για την απόδοση του φόρου εφαρμόζονται οι διατάξεις της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 54. Όταν συνεταιρισμός ή ημεδαπή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης προβαίνει σε διανομή κερδών και στα έσοδά της περιλαμβάνονται έσοδα από τη συμμετοχή της σε άλλο νομικό πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 101, από το φόρο που υποχρεούται να αποδώσει με τη δήλωση που προβλέπεται στην περίπτωση αυτή, αφαιρείται το μέρος του φόρου που έχει ήδη παρακρατηθεί σε βάρος της και αναλογεί στα διανεμόμενα από τα πιο πάνω πρόσωπα κέρδη τα οποία προέρχονται από τις συμμετοχές τους αυτές. Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής δεν εφαρμόζονται όταν τα κέρδη καταβάλλονται σε εταιρεία άλλου κράτους − μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οποίας είναι θυγατρική η καταβάλλουσα τα κέρδη ημεδαπή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 11 του ν. 2578/1998. Ο φόρος που έχει παρακρατηθεί σε βάρος της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης επιστρέφεται σε αυτή κατά το μέρος που αναλογεί στα κέρδη που διανέμει σε εταιρεία άλλου κράτους − μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται ανάλογα και για τα διανεμόμενα ή κεφαλαιοποιούμενα κέρδη παρελθουσών χρήσεων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Κ.Φ.Ε., όπως αντικαθίστανται με την προηγούμενη παράγραφο, έχουν εφαρμογή για διανεμόμενα κέρδη που εγκρίνονται από τα αρμόδια όργανα από την 1η Ιανουαρίου 2012 και μετά. Ειδικά για τα κέρδη που διανέμονται εντός του έτους 2011, ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή είκοσι ένα τοις εκατό, με την οποία εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων, με την επιφύλαξη αυτών που ορίζονται στο τρίτο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Κ.Φ.Ε..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 55 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται περίπτωση η΄ που έχει ως εξής: «η) Στα κέρδη που εισπράττει φυσικό πρόσωπο, κάτοικος Ελλάδας, από αλλοδαπή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης ενεργείται παρακράτηση φόρου, με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου για τα πιο πάνω εισοδήματα. Ειδικά για τα κέρδη που εισπράττονται εντός του έτους 2011, ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή είκοσι ένα τοις εκατό, με την οποία εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου. Υπόχρεος σε παρακράτηση φόρου είναι αυτός που ενεργεί στην Ελλάδα την καταβολή τους. Ειδικά για τα κέρδη που εισπράττει φυσικό πρόσωπο, κάτοικος Ελλάδας, από αλλοδαπή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και τα οποία παραμένουν στην αλλοδαπή, ο δικαιούχος του εισοδήματος αποδίδει ο ίδιος τον οφειλόμενο φόρο εφάπαξ με την υποβολή δήλωσης, μέσα στον επόμενο μήνα από αυτόν εντός του οποίου έγινε στην αλλοδαπή η καταβολή ή η πίστωση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η παράγραφος 1 του άρθρου 109 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «1. Για τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 101, ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή είκοσι τοις εκατό στο συνολικό φορολογητέο εισόδημά τους. Με το συντελεστή αυτόν φορολογούνται και τα κέρδη που δηλώνονται με την οριστική δήλωση που υποβάλλουν τα υπό εκκαθάριση νομικά πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 101 με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 107, ανεξάρτητα από το χρόνο που τέθηκαν σε εκκαθάριση. Ειδικά για τα υποκαταστήματα αλλοδαπών ομόρρυθμων ή ετερόρρυθμων εταιρειών έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 10. Το εισόδημα από επιχειρηματική αμοιβή υπόκειται σε φορολογία με τις γενικές διατάξεις, ανεξάρτητα αν ο δικαιούχος της αμοιβής αυτής είναι κάτοικος ημεδαπής ή αλλοδαπής. Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων έχουν εφαρμογή, εφόσον οι ομόρρυθμοι εταίροι ευθύνονται απεριορίστως και εις ολόκληρον με βάση τη νομοθεσία του κράτους − μέλους στο οποίο έχει την έδρα της η προσωπική εταιρεία.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του Κ.Φ.Ε., όπως αντικαθίστανται με την προηγούμενη παράγραφο, έχουν εφαρμογή για εισοδήματα οικονομικού έτους 2012. Ειδικά για τα εισοδήματα οικονομικού έτους 2011, ο συντελεστής φορολογίας ορίζεται σε είκοσι τέσσερα τοις εκατό (24%).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Η παράγραφος 1 του άρθρου 114 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «1. Οι ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες που κεφαλαιοποιούν ή διανέμουν κέρδη με τη μορφή μερισμάτων, προμερισμάτων, αμοιβών και ποσοστών, εκτός μισθού, στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και στους διευθυντές, καθώς και αμοιβών στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό, προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 54. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται ανάλογα και για τα κέρδη που εξάγει ή πιστώνει μόνιμη εγκατάσταση αλλοδαπής επιχείρησης στην Ελλάδα προς την έδρα της ή σε άλλη μόνιμη εγκατάστασή της στην αλλοδαπή. Επίσης, οι συνεταιρισμοί και οι ημεδαπές εταιρείες περιορισμένης ευθύνης που κεφαλαιοποιούν ή διανέμουν κέρδη σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Αφορολόγητα αποθεματικά ή εκπτώσεις που έχουν σχηματισθεί ή σχηματίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3299/2004 (ΦΕΚ 261 Α΄), του ν. 2601/1998 (ΦΕΚ 81 Α΄), του ν. 1262/1982 (ΦΕΚ 70 Α΄), καθώς και με οποιονδήποτε άλλο αναπτυξιακό νόμο, λόγω πραγματοποίησης παραγωγικών επενδύσεων, όταν διανέμονται ή κεφαλαιοποιούνται, προστίθενται στα κέρδη της επιχείρησης και φορολογούνται στη διαχειριστική περίοδο μέσα στην οποία έγινε η διανομή ή ανάληψη του αντίστοιχου ποσού του αφορολόγητου αποθεματικού. Για τα κέρδη αυτά έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 54 και της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Κ.Φ.Ε., κατά περίπτωση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 13 του ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α΄) ή του άρθρου 101 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 103 του Κ.Φ.Ε. οι περιπτώσεις ια΄, ιβ΄, ιγ΄ και ιδ΄ αναριθμούνται σε ιβ΄, ιγ΄, ιδ΄ και ιε΄, αντίστοιχα και προστίθεται νέα περίπτωση ια΄ που έχει ως εξής: «ια) Τα κέρδη που εισπράττουν ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες και εταιρείες περιορισμένης ευθύνης από εταιρείες που έχουν την έδρα τους σε άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις οποίες συμμετέχουν κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 11 του ν. 2578/1998, απαλλάσσονται της φορολογίας με την προϋπόθεση ότι εμφανίζονται σε λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού. Αν διανεμηθεί ή κεφαλαιοποιηθεί το αποθεματικό αυτό ή μέρος του, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 54 ή της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55, κατά περίπτωση, και όχι οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 106.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Οι διατάξεις της περίπτωσης ια΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Κ.Φ.Ε., όπως προστέθηκε με την προηγούμενη παράγραφο, έχουν εφαρμογή για μερίσματα που αποκτώνται από την έναρξη ισχύος του παρόντος και εφεξής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 28 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίστανται ως εξής: «Ως χρόνος κτήσης, για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, θεωρείται η ημερομηνία στην οποία έκλεισε η διαχείριση και προκειμένου για τα κέρδη που διανέμουν οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, ο χρόνος έγκρισης αυτών από τη συνέλευση των εταίρων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

Στην παράγραφο 4 του άρθρου 28 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται νέα περίπτωση δ΄ που έχει ως εξής: «δ) Ως χρόνος κτήσης για τα κέρδη από τη συμμετοχή σε αλλοδαπή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, θεωρείται ο χρόνος είσπραξης αυτών, ανεξάρτητα αν τα κέρδη αυτά εισάγονται στην Ελλάδα ή παραμένουν στην αλλοδαπή. Όταν τα κέρδη προέρχονται από αλλοδαπή προσωπική εταιρεία, χρόνος κτήσης τους είναι ο χρόνος λήξης της διαχειριστικής περιόδου του αλλοδαπού νομικού προσώπου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 17

Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 105 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «β) Το εισόδημα από ακίνητα, από κινητές αξίες, από συμμετοχή σε άλλες εμπορικές επιχειρήσεις, από γεωργικές επιχειρήσεις, όπως αυτό προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 13 παράγραφος 1, 20, 21, 22, 24, 25, 28 παράγραφοι 1, 2, 3 και 4, 30, 37, 40, 41, καθώς και κάθε εισόδημα από οποιαδήποτε άλλη πηγή σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 48.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 18

Το όγδοο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 99 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Πέραν του φόρου εισοδήματος που οφείλεται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα δύο προηγούμενα εδάφια, στα κέρδη που διανέμονται από την ανώνυμη εταιρεία ή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης ενεργείται και παρακράτηση φόρου σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 54 ή την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55, κατά περίπτωση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 19

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 106 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Πέραν του φόρου εισοδήματος που οφείλεται με βάση τα πιο πάνω, στο καθαρό ποσό των μερισμάτων που λαμβάνουν οι μέτοχοι ή τα μέλη του συνεταιρισμού ή των κερδών που λαμβάνουν τα μέλη εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, ενεργείται και παρακράτηση φόρου εισοδήματος σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 54 ή την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55, κατά περίπτωση.»

Άρθρο 15Εταιρικά ομόλογα και ομόλογα του Ελληνικού ΔημοσίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μετά το έκτο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε. προστίθενται δύο νέα εδάφια που έχουν ως εξής: «Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται όταν έχει μεσολαβήσει μεταβίβαση του ομολόγου ή τοκομεριδίου αυτού πριν από τη λήξη. Στην περίπτωση αυτή, ο φόρος που παρακρατείται κατά το χρόνο της εξαργύρωσης του τοκομεριδίου ή κατά τη λήξη του ομολόγου και αναλογεί στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την τελευταία μεταβίβαση μέχρι το χρόνο εξαργύρωσης, αποδίδεται με δήλωση της δικαιούχου τράπεζας ή αυτής που μεσολαβεί για λογαριασμό τρίτου, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα, με δήλωση που υποβάλλει στη Δ.Ο.Υ. που ανήκει.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α΄) δεν έχουν εφαρμογή για τις ομολογίες που εκδίδουν στην ημεδαπή επιχειρήσεις που εδρεύουν στην Ελλάδα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 ισχύουν για με ταβιβάσεις τίτλων που διενεργούνται από τις 23 Μαΐου 2010 και μετά.

Άρθρο 16Κέρδη από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο ΑθηνώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α΄) και της παραγράφου 2 του άρθρου 27 του ν. 2703/1999 (ΦΕΚ 72 Α΄) εξακολουθούν να εφαρμόζονται για μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών (Χ.Α.) ή σε αλλοδαπό χρηματιστήριο ή σε άλλο διεθνώς αναγνωρισμένο χρηματιστηριακό θεσμό, κατά περίπτωση, οι οποίες έχουν αποκτηθεί μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2011. Για τις πιο πάνω μετοχές που αποκτώνται από 1η Ιανουαρίου 2012 και μετά έχουν εφαρμογή αποκλειστικά οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 38 του Κ.Φ.Ε..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 2 του άρθρου 9 του ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α΄ ) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Επιβάλλεται φόρος με συντελεστή δύο τοις χιλίοις (2‰) στις πωλήσεις μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών για συναλλαγές που πραγματοποιούνται σε αυτό. Ο φόρος αυτός υπολογίζεται επί της αξίας πώλησης των μετοχών και βαρύνει τον πωλητή, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, χωρίς να εξετάζεται η ιθαγένεια και ο τόπος που διαμένουν ή κατοικούν ή έχουν την έδρα τους και ανεξάρτητα αν έχουν απαλλαγή από οποιονδήποτε φόρο ή τέλος από διατάξεις άλλων νόμων. Η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνικά Χρηματιστήρια Α.Ε.» (ΕΧΑΕ) κατά το διακανονισμό των συναλλαγών που διενεργούνται στο Χρηματιστήριο χρεώνει σε ημερήσια βάση με τον πιο πάνω φόρο τις Ανώνυμες Εταιρείες Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών και τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία παρέχουν υπηρεσίες θεματοφυλακής, για λογαριασμό των πωλητών για όλες τις συναλλαγές πώλησης μετοχών που διακανονίστηκαν από τις πιο πάνω εταιρείες και ιδρύματα. Τον αναλογούντα φόρο για τις πωλήσεις μετοχών που διακανονίστηκαν μέσα σε κάθε μήνα, υποχρεούται η ΕΧΑΕ να αποδίδει εφάπαξ στην αρμόδια για τη φορολογία της Δ.Ο.Υ. με δήλωση που υποβάλλεται μέχρι το τέλος του πρώτου δεκαπενθήμερου του επόμενου μήνα από το μήνα που διακανονίστηκαν οι πιο πάνω συναλλαγές. Οι διατάξεις του άρθρου 113 του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α΄), του ν. 2717/1999 (ΦΕΚ 97 Α΄) και του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α΄) εφαρμόζονται ανάλογα και στο φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις της παραγράφου αυτής. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή για πωλήσεις μετοχών που διενεργούνται από 1ης Απριλίου 2011.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 38 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίστανται ως εξής: «3. Τα κέρδη τα οποία αποκτούν φυσικά πρόσωπα ή επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο X.Α., σε τιμή ανώτερη της τιμής απόκτησής τους, φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις, όταν οι μετοχές αυτές αποκτώνται με οποιονδήποτε τρόπο από 1η Ιανουαρίου 2012 και μετά. Για τον υπολογισμό του κέρδους που υπόκειται σε φορολογία λαμβάνεται η πραγματική τιμή πώλησης των μετοχών στο Χ.Α., όπως αυτή αναγράφεται στο πινακίδιο που εκδίδει η Ανώνυμη Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών ή το πιστωτικό ίδρυμα που μεσολαβεί. Όταν η πώληση των μετοχών πραγματοποιείται εξωχρηματιστηριακά ή μέσω πολυμερούς μηχανισμού διαπραγματεύσεων, ως τιμή πώλησης λαμβάνεται αυτή που δηλώνεται στην εταιρεία «Ελληνικά Χρηματιστήρια Ανώνυμη Εταιρεία» (ΕΧΑΕ) για το διακανονισμό της συναλλαγής και αν δεν δηλωθεί η τιμή κλεισίματος της μετοχής κατά την ημέρα της συναλλαγής. Για τον υπολογισμό του κόστους απόκτησης των μετοχών ισχύουν τα ακόλουθα: α) Όταν η απόκτηση των μετοχών έχει γίνει σταδιακά για τον υπολογισμό του κόστους κτήσης των πωλούμενων μετοχών λαμβάνεται η μέση τιμή απόκτησης αυτών. β) Όταν οι μετοχές έχουν αποκτηθεί λόγω κληρονομιάς, δωρεάς ή γονικής παροχής, για τον υπολογισμό του κόστους κτήσης λαμβάνεται η αξία που οριστικοποιήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο κατά την εφαρμογή των διατάξεων φορολογίας κεφαλαίου ή αν δεν οριστικοποιήθηκε η δηλωθείσα αξία. γ) Όταν οι μετοχές έχουν αποκτηθεί δωρεάν μετά από κεφαλαιοποίηση αποθεματικών δεν επηρεάζεται το κόστος κτήσης του συνόλου των μετοχών. Τα ίδια ισχύουν κατά τη μεταβολή του αριθμού των μετοχών με αύξηση ή μείωση της ονομαστικής τους αξίας (split − reverse split). δ) Όταν οι μετοχές έχουν αποκτηθεί πριν από την έγκριση εισαγωγής τους στο Χ.Α., για τον υπολογισμό του κόστους κτήσης λαμβάνεται υπόψη η τιμή εισαγωγής τους σε αυτό. ε) Όταν οι μετοχές έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο προγράμματος χορήγησης μετοχών (stock option plan), ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η χρηματιστηριακή τιμή των μετοχών κατά το χρόνο άσκησης του δικαιώματος. στ) Όταν οι μετοχές έχουν αποκτηθεί ως μέρισμα (αντί μετρητών), ως κόστος κτήσης αυτών λαμβάνεται το ποσό του μερίσματος που θα λάμβανε ο κάθε μέτοχος αν η διανομή γινόταν σε χρήμα. ζ) Όταν οι μετοχές έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο επίτευξης της αναγκαίας διασποράς εν όψει της εισαγωγής τους στο Χ.Α., για τον υπολογισμό του κόστους απόκτησης λαμβάνεται υπόψη η τιμή με την οποία αποκτήθηκαν. η) Όταν οι μετοχές έχουν αποκτηθεί κατά την εκκαθάριση εισηγμένου στο Χ.Α. παραγώγου προϊόντος επί μετοχών με παράδοση της υποκείμενης αξίας έναντι τιμήματος, για τον υπολογισμό του κόστους κτήσης λαμβάνεται υπόψη η τελική τιμή εκκαθάρισης για τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης και η τιμή κλεισίματος της υποκείμενης μετοχής στο Χ.Α. κατά την ημέρα άσκησης του δικαιώματος για τα δικαιώματα προαίρεσης επί μετοχών. θ) Όταν οι μετοχές έχουν αποκτηθεί από εξαγορά μεριδίων Διαπραγματεύσιμων Αμοιβαίων Κεφαλαίων (Δ.Α.Κ.) του άρθρου 24Α του ν. 3283/2004 (ΦΕΚ 210 Α΄), για τον υπολογισμό του κόστους κτήσης λαμβάνεται υπόψη η τιμή κλεισίματος των υποκείμενων μετοχών στο Χ.Α. κατά την ημέρα της εξαγοράς. Για τον προσδιορισμό του κέρδους που υπόκειται σε φορολογία, λαμβάνεται υπόψη η ζημία που προκύπτει μέσα στο ίδιο έτος από την ίδια αιτία. Αν από το συμψηφισμό προκύπτει ζημία, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4. Για την εφαρμογή των ανωτέρω, οι Ανώνυμες Εταιρείες Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών ή τα πιστωτικά ιδρύματα, που χειρίζονται τις μετοχές των πελατών τους σύμφωνα με τον Κανονισμό του Συστήματος Άυλων Τίτλων, χορηγούν, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Ιανουαρίου, στους δικαιούχους πελάτες τους κατάσταση κερδών ή ζημιών που προέκυψαν κατά το προηγούμενο έτος από τις πωλήσεις μετοχών κάθε εταιρείας διακεκριμένα και συνολικά, στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία του δικαιούχου, καθώς και ο αριθμός φορολογικού μητρώου. Χρόνος που προκύπτει το εισόδημα είναι ο χρόνος διακανονισμού της πώλησης των μετοχών, χωρίς να ασκεί επιρροή η τιμή στην οποία έχει λάβει χώρα η πώληση. Όταν πραγματοποιείται ανοιχτή πώληση, το εισόδημα προκύπτει κατά το χρόνο διακανονισμού της αγοράς των απαιτούμενων μετοχών ή της μεταφοράς μετοχών στο λογαριασμό του επενδυτή. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται τα δικαιολογητικά που συνυποβάλλονται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος των δικαιούχων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα. 4. Τα κέρδη από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο Χ.Α. σε τιμή ανώτερη της τιμής απόκτησής τους, που αποκτούν επιχειρήσεις οποιασδήποτε μορφής με βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις, όταν οι μετοχές αυτές αποκτώνται με οποιονδήποτε τρόπο από 1η Ιανουαρίου 2012 και μετά. Για τον υπολογισμό του κέρδους έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο. Για τον προσδιορισμό του κέρδους που υπόκειται σε φορολογία, λαμβάνεται υπόψη η ζημία που προκύπτει εντός του ίδιου έτους από την ίδια αιτία. Αν από το συμψηφισμό προκύπτει ζημία, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του παρόντος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 38 του Κ.Φ.Ε., διαγράφονται οι λέξεις «και της παραγράφου 4», οι οποίες είχαν τεθεί με την παράγραφο 2 του άρθρου 16 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α΄).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 38 του Κ.Φ.Ε. εξακολουθούν να εφαρμόζονται για μετοχές εισηγμένες στο Χ.Α. ή σε αλλοδαπό χρηματιστήριο όταν έχουν αποκτηθεί μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2011.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ο φόρος που προβλέπεται από τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 27 του ν. 2703/1999 δεν επιβάλλεται στις πωλήσεις μετοχών εισηγμένων σε αναγνωρισμένο αλλοδαπό χρηματιστηριακό θεσμό, που πραγματοποιούν Ειδικοί Διαπραγματευτές στο πλαίσιο της ειδικής διαπραγμάτευσης μεριδίων Διαπραγματεύσιμων Αμοιβαίων Κεφαλαίων, όταν οι μετοχές που πωλούνται συνθέτουν τον αναπαραγόμενο δείκτη. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται για πωλήσεις μετοχών που πραγματοποιήθηκαν από 1η Ιανουαρίου 2010 και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 12 του άρθρου 106 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Τα κέρδη κάθε διαχειριστικής χρήσης των τραπεζικών ανώνυμων εταιρειών, καθώς και των πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν με τη μορφή αμιγούς πιστωτικού συνεταιρισμού του ν. 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α΄), που προέρχονται από την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 και 7 του άρθρου 38 και του άρθρου 99 και τα οποία μετά την έγκριση του ισολογισμού και τη διάθεση των κερδών της οικείας διαχειριστικής περιόδου από τη γενική συνέλευση των μετόχων, δεν έχουν φορολογηθεί στο όνομα του νομικού προσώπου και εμφανίζονται σε λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού ή συγκεντρωτικά στον ισολογισμό και αναλύονται στο προσάρτημα (σημειώσεις επί των οικονομικών καταστάσεων) από τις εταιρείες που τηρούν τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (Δ.Π.Χ.Π.), υπόκεινται σε φορολογία στο όνομα του νομικού προσώπου με το συντελεστή φορολογίας που ορίζεται στο άρθρο 109 του Κ.Φ.Ε..»

Άρθρο 17Δαπάνες επιχειρήσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μετά το δέκατο πέμπτο εδάφιο της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε., προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται για δωρεές χρηματικών ποσών προς αθλητικά σωματεία.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε., όπως συμπληρώθηκαν με την προηγούμενη παράγραφο, έχουν εφαρμογή προκειμένου για επιχειρήσεις με βιβλία Γ΄ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., για κέρδη ισολογισμών που κλείνουν με ημερομηνία 31 Δεκεμβρίου 2010 και μετά και προκειμένου για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Β΄ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., για δωρεές που πραγματοποιούν από την 1η Ιανουαρίου 2010 και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το τελευταίο εδάφιο της υποπερίπτωσης δδ΄ της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Οι διατάξεις της υποπερίπτωσης αυτής δεν εφαρμόζονται για τις ανώνυμες εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης του ν. 1665/1986 (ΦΕΚ 183 Α΄), τις εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων του ν. 1905/ 1990 (ΦΕΚ 147 Α΄), τις εταιρείες ειδικού σκοπού του ν. 3156/2003 (ΦΕΚ 157 Α΄) και του ν. 3601/2007 (ΦΕΚ 178 Α΄) με έδρα στην Ελλάδα, τις εταιρείες παροχής πιστώσεων του ν. 2937/2001 (ΦΕΚ 169 Α΄), τις Ανώνυμες Εταιρείες Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Α.Ε.Π.Ε.Υ.) του ν. 3606/2007 (ΦΕΚ 195 Α΄), καθώς και για τα πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις της υποπερίπτωσης δδ΄ της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε., όπως τροποποιήθηκαν με την προηγούμενη παράγραφο, έχουν εφαρμογή για κέρδη ισολογισμών που κλείνουν με ημερομηνία 31 Δεκεμβρίου 2010 και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο τέλος της περίπτωσης θ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται νέο τελευταίο εδάφιο που έχει ως εξής: «Ειδικά στις επιχειρήσεις επαγγελματιών πρακτόρων παιχνιδιών πρόγνωσης της εταιρείας «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» (Ο.Π.Α.Π. Α.Ε) και της εταιρείας «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΙΠΠΟΔΡΟΜΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» (Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε.), παρέχεται η δυνατότητα έκπτωσης για τις πραγματοποιούμενες πωλήσεις τους, ποσοστού με κλίμακα δύο τοις εκατό (2%) για αξίες μέχρι 700.000 ευρώ, ένα τοις εκατό (1%) για αξίες από 700.001 έως 1.500.000 ευρώ και μισό τοις εκατό (0,5%) για ποσά άνω των 1.500.001 ευρώ, ως ποσό πρόβλεψης επισφαλών απαιτήσεων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι διατάξεις της περίπτωσης θ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε., όπως συμπληρώθηκαν με την προηγούμενη παράγραφο, έχουν εφαρμογή για χρήσεις που κλείνουν από 31.12.2010 και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τα τέσσερα τελευταία εδάφια της περίπτωσης ια΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. εξακολουθούν να ισχύουν για τις δαπάνες που αναφέρονται στην ίδια παράγραφο και πραγματοποιούνται από την 1η Ιανουαρίου 2011 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2014.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η πρώτη περίοδος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «α) των γενικών εξόδων διαχείρισης, στα οποία περιλαμβάνονται, με την επιφύλαξη της παραγράφου 20 του παρόντος άρθρου:».

Άρθρο 18Απόδοση μερισμάτων και λοιπών ποσών που παραγράφονται υπέρ του ΔημοσίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αν υποβληθεί εκπρόθεσμη ή ανακριβής δήλωση ή δεν υποβληθεί δήλωση για την καταβολή στο Δημόσιο ποσών που ορίζονται στο άρθρο 1 του ν.δ. 1195/1942 (ΦΕΚ 70 Α΄) και έχουν παραγραφεί υπέρ του Δημοσίου, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 και της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α΄).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το ποσό που βεβαιώνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 καταβάλλεται εφάπαξ χωρίς δικαίωμα έκπτωσης και δεν αποτελεί αντικείμενο εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς. Η άσκηση προσφυγής δεν αναστέλλει τη βεβαίωση και την καταβολή των ανωτέρω οφειλόμενων ποσών. Για τα ίδια ποσά που καταβάλλονται ή βεβαιώνονται κατόπιν ελέγχου, δεν επιβάλλεται το πρόστιμο που ορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν.δ. 1195/1942.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ποσά που ορίζονται στο άρθρο 1 του ν.δ. 1195/1942 και δεν έχουν καταβληθεί στο Δημόσιο κατά τη δημοσίευση του παρόντος παρά την ύπαρξη της υποχρέωσης αυτής, μπορούν να καταβληθούν μέσα στον επόμενο από τη δημοσίευση μήνα, χωρίς την επιβολή προσαύξησης λόγω εκπρόθεσμης υποβολής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για την εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 3 αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδιος για την παραλαβή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του νομικού προσώπου.

Άρθρο 19Μη βεβαίωση προκαταβολής κατά το μετασχηματισμό εταιρειώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 64 του Κ.Φ.Ε., προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ειδικότερα, για τα πρόσωπα της παραγράφου 4 του άρθρου 2 που μετατρέπονται ή συγχωνεύονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ.1297/1972 (ΦΕΚ 217 Α΄) ή του ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α΄), σε ανώνυμη εταιρεία ή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, οι διατάξεις του άρθρου 52 δεν έχουν εφαρμογή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 6 του άρθρου 111 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «6. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή: α) για τις ημεδαπές εταιρείες περιορισμένης ευθύνης ή ανώνυμες εταιρείες που μετατρέπονται ή συγχωνεύονται, σε ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία ή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ.1297/1972, β) για τις ημεδαπές εταιρείες περιορισμένης ευθύνης ή ανώνυμες εταιρείες, καθώς και τα εγκατεστημένα στη χώρα μας υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών, που μετασχηματίζονται σε άλλες εταιρείες, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 6 του ν. 2166/1993, γ) για τις ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες που συγχωνεύονται σε ανώνυμη εταιρεία ή διασπώνται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 68, 80 και 81, κατά περίπτωση, του κ.ν. 2190/1920 (ΦΕΚ 37 Α΄), δ) για τις ημεδαπές εταιρείες περιορισμένης ευθύνης που συγχωνεύονται σε εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, σύμφωνα με το άρθρο 54 του ν. 3190/1955 (ΦΕΚ 91 Α΄), ε) για τα πιστωτικά ιδρύματα που μετασχηματίζονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 2515/ 1997 (ΦΕΚ 154 Α΄), στ) για τις αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις που συγχωνεύονται σε νέα ή υφιστάμενη αγροτική συνεταιριστική οργάνωση, καθώς και τις δευτεροβάθμιες ή τριτοβάθμιες αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις που μετατρέπονται σε ανώνυμη εταιρεία ή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 2810/2000 (ΦΕΚ 61 Α΄), ζ) για τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 101 που μετασχηματίζονται, σύμφωνα με ειδικές διατάξεις νόμου, σε άλλο νομικό πρόσωπο που εμπίπτει στις διατάξεις της ίδιας παραγράφου, η) για τα διανεμόμενα ή κεφαλαιοποιούμενα κέρδη ανωνύμων εταιρειών, που απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος, βάσει ειδικών διατάξεων νόμων, καθώς και επί των εισοδημάτων που ορίζονται από τις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 106 του παρόντος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 64 και της παραγράφου 6 του άρθρου 111 του Κ.Φ.Ε., όπως συμπληρώθηκαν και τροποποιήθηκαν με τις παραγράφους 1 και 2, έχουν εφαρμογή για μετατροπές, συγχωνεύσεις ή διασπάσεις που ολοκληρώνονται ή για ισολογισμούς μετασχηματισμού που συντάσσονται, κατά περίπτωση, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

Άρθρο 20Υποβολή δηλώσεων φορολογίας και προκαταβλητέων φόρων εισοδήματοςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παράγραφος 2 του άρθρου 59 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ειδικώς, υποχρεούται σε απόδοση των ποσών που παρακρατήθηκαν κατά τη διάρκεια κάθε μήνα, μέχρι την εικοστή ημέρα του επόμενου από την παρακράτηση μήνα: α) ο υπόχρεος παρακράτησης φόρου που απασχολούσε κατά μέσο όρο, κατά την προηγούμενη χρήση, περισσότερα από πενήντα πρόσωπα, και β) τα ασφαλιστικά ταμεία για την καταβολή των συντάξεων. Για την υποβολή της δήλωσης έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για παρακρατήσεις φόρου που διενεργούνται από την 1η Μαΐου 2011 και εφεξής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 62 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Ειδικά οι δηλώσεις που υποβάλλονται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου μπορούν να υποβάλλονται μέχρι την έναρξη του ωραρίου λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών της επόμενης ημέρας από την ημέρα λήξης της προθεσμίας τους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 107 του Κ.Φ.Ε. η φράση «Η δήλωση της προηγούμενης παραγράφου υποβάλλεται:» αντικαθίσταται με τη φράση «Η δήλωση της προηγούμενης παραγράφου υποβάλλεται με τη χρήση σύγχρονων ηλεκτρονικών μεθόδων και δικτυακών υποδομών:».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η παράγραφος 3 του άρθρου 107 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «3. Οι διατάξεις του τέταρτου εδαφίου και της περίπτωσης ι΄ της παραγράφου 1, καθώς και των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 61 εφαρμόζονται ανάλογα και στα νομικά πρόσωπα του άρθρου 101.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται, για τις δηλώσεις που υποβάλλονται από 1.1.2011 και μετά, ο τύπος και το περιεχόμενο των δηλώσεων, λοιπών εντύπων, καταστάσεων και συμφωνητικών οποιουδήποτε φορολογικού αντικειμένου, οι διαδικασίες υποβολής, η υποχρεωτική υποβολή και πληρωμή του φόρου κατά περίπτωση, με τη χρήση σύγχρονων ηλεκτρονικών μεθόδων και δικτυακών υποδομών και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α. Στο άρθρο 52 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται παράγραφος 5 και η υφιστάμενη παράγραφος 5 αναριθμείται σε 6 ως εξής: «5.α) Επί των δικηγορικών αμοιβών οφείλεται προκαταβολή φόρου 15% με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 58. Ο τρόπος, η διαδικασία, ο χρόνος και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια υπολογισμού και απόδοσης του φόρου αυτού καθορίζεται με την απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της υποπαραγράφου ζ΄ της παρούσας παραγράφου. Δεν υπολογίζεται προκαταβλητέος φόρος επί των αμοιβών για παραστάσεις, καθώς και για κάθε άλλη νομική υπηρεσία που παρέχουν δικηγόροι οι οποίοι συνδέονται με τον εντολέα τους με σύμβαση έμμισθης εντολής και αμείβονται με πάγια αντιμισθία. β) Ομοίως, δεν υπολογίζεται και δεν αποδίδεται προκαταβλητέος φόρος στις περιπτώσεις που ενεργείται παρακράτηση φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 58. γ) Κάθε δικηγορικός σύλλογος ή ταμείο συνεργασίας ή διανεμητικός λογαριασμός οποιασδήποτε νομικής μορφής υποχρεούται να παρακρατεί φόρο εισοδήματος με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλει ως μέρισμα σε δικηγόρο. δ) Αν με την έγγραφη συμφωνία περί αμοιβής για την παροχή των δικηγορικών υπηρεσιών η αμοιβή ή το ύψος της συναρτάται με το αποτέλεσμα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, κατά την απόδοση του προκαταβλητέου φόρου υποβάλλονται και τα στοιχεία που αποδεικνύουν το ύψος της αμοιβής, όπως ειδικότερα καθορίζεται με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της κατωτέρω υποπαραγράφου ή ε) Μέχρι την 20ή ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου κάθε έτους ο δικηγόρος υποχρεούται να υποβάλλει στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία της περιφέρειας όπου βρίσκεται η επαγγελματική του έδρα, κατάσταση των έγγραφων συμφωνιών που έχει συνάψει με τους εντολείς του, κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο, στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση, ο Α.Φ.Μ. του κάθε εντολέα του, η δικηγορική υπηρεσία που παρασχέθηκε και η συμφωνηθείσα αμοιβή. στ) Οι δικηγορικοί σύλλογοι υποχρεούνται να υποβάλουν στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία της περιφέρειας όπου βρίσκεται η επαγγελματική του έδρα μέχρι την 20ή ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου κάθε έτους με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας, κατάσταση των γραμματίων προκαταβολής ανά δικηγόρο, κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο του κάθε εντολέα του καθώς, η δικηγορική υπηρεσία την οποία αφορά η προκαταβολή και το ποσό αναφοράς επί του οποίου υπολογίστηκε αυτή. Την ευθύνη για την υποβολή αυτή φέρει ο πρόεδρος του οικείου δικηγορικού συλλόγου. ζ) Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζεται ο τύπος, το περιεχόμενο, ο τρόπος υποβολής της δήλωσης και καταβολής του φόρου και ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής των καταστάσεων και το περιεχόμενο αυτών, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.» β. Η ισχύς των διατάξεων των περιπτώσεων α΄ έως και ε΄έχουν εφαρμογή από 1.7.2011.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

α) Η παράγραφος 3 του άρθρου 13 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «3. Η καθοριζόμενη αμοιβή που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του π.δ. 696/1974, όπως ισχύει, όσων ασχολούνται ατομικώς με την ανέγερση οικοδομών προς πώληση, εφόσον αυτοί με την ιδιότητά τους ως αρχιτέκτονες ή πολιτικοί μηχανικοί εκπόνησαν μερικώς ή ολικώς τη μελέτη ή επέβλεψαν την εκτέλεση των εργασιών του οικοδομικού έργου, θεωρείται ότι αποκτάται στο ημερολογιακό έτος που πραγματοποιείται η πρώτη πώληση από το ακίνητο και φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), πλέον εισφοράς Ο.Γ.Α. δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου. Ο φόρος αυτός υπολογίζεται στην πιο πάνω αμοιβή μειωμένη κατά δέκα τοις εκατό (10%) και καταβάλλεται με δήλωση που υποβάλλεται μέσα στο μήνα Ιανουάριο κάθε χρόνου.» β) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Αν ο αρχιτέκτονας ή πολιτικός μηχανικός, ο οποίος αναλαμβάνει τη σύνταξη της μελέτης ή την επίβλεψη ανέγερσης οικοδομής, συμμετέχει στην επιχείρηση που αναλαμβάνει την ανέγερση και πώληση της οικοδομής, την οποία αφορά η μελέτη ή η επίβλεψη, επιβάλλεται σε βάρος της επιχείρησης φόρος εισοδήματος, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό της καθοριζόμενης αμοιβής που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του π.δ. 696/1974 όπως ισχύει, ανεξάρτητα από κάθε άλλη επιβάρυνση των αποτελεσμάτων της επιχείρησης από φόρο εισοδήματος, πλέον εισφοράς Ο.Γ.Α. δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου.» γ) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 13 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Αν ο αρχιτέκτονας ή πολιτικός μηχανικός που υπογράφει τη μελέτη ή αναλαμβάνει την επίβλεψη είναι μισθωτός της επιχείρησης η οποία αναλαμβάνει τη μελέτη ή επίβλεψη ή ανέγερση της οικοδομής, η επιχείρηση μπορεί να ζητήσει να επιβληθεί σε αυτή φόρος δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό της καθοριζόμενης αμοιβής που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του π.δ. 696/1974 όπως ισχύει, πλέον εισφοράς Ο.Γ.Α. δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου.» δ) Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «β) Στο ποσό της συμβατικής αμοιβής, για τις υπόλοιπες περιπτώσεις.» ε) Οι περιπτώσεις α΄ και β΄ και το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 52 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίστανται ως εξής: «α) Σε τέσσερα τοις εκατό (4%) της συμβατικής αμοιβής για εκπόνηση μελετών και σχεδίων που αναφέρονται στις περιπτώσεις β΄ και δ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 49. β) Σε δέκα τοις εκατό (10%) της συμβατικής αμοιβής για εκπόνηση μελετών και σχεδίων που αφορούν οποιασδήποτε άλλης φύσης έργα και για την επίβλεψη της εκτέλεσης αυτών, καθώς και των έργων της προηγούμενης περίπτωσης και της ενέργειας πραγματογνωμοσύνης κ.λπ. για τα έργα αυτά. Εξαιρετικά, για αμοιβές αρχιτεκτόνων και μηχανικών για την επίβλεψη της εκτέλεσης κάθε είδους τεχνικών έργων που ορίζονται στις προηγούμενες περιπτώσεις, ο προκαταβλητέος φόρος επιβάλλεται πριν από τη θεώρηση των οικείων εργασιών από την αρμόδια αρχή στο ποσό της αμοιβής επίβλεψης του δικαιούχου, και προκειμένου για εκπόνηση μελετών ή σχεδίων και επίβλεψη έργων του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των κοινωφελών ή θρησκευτικών ιδρυμάτων, ο προκαταβλητέος φόρος κατά τα ποσοστά της παραγράφου αυτής υπολογίζεται στο ποσό της συμβατικής αμοιβής.» στ) Το πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 52 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Η δήλωση αυτή περιλαμβάνει το ονοματεπώνυμο του δικαιούχου της αμοιβής, τη διεύθυνσή του, τη συμβατική αμοιβή, τον προκαταβλητέο φόρο, την αρμόδια για τη φορολογία Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία του ίδιου και εκείνου που του ανέθεσε τη σύνταξη της μελέτης ή των σχεδίων ή την επίβλεψη, πλην των περιπτώσεων που την ανάθεση έκανε το Δημόσιο.» ζ) Μέχρι την 20ή ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου κάθε έτους ο μηχανικός υποχρεούται να υποβάλλει, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.), κατάσταση με τις έγγραφες συμφωνίες που έχει συνάψει με τους αντισυμβαλλομένους του μέσα στην προηγούμενη διαχειριστική περίοδο και στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση, ο Α.Φ.Μ. του κάθε συμβαλλόμενου, το είδος της παρεχόμενης υπηρεσίας και η συμφωνηθείσα αμοιβή. η) Το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος υποχρεούται να υποβάλει, μέχρι την 20ή ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου κάθε έτους με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας στο δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.), κατάσταση των έγγραφων συμφωνιών που έχουν συνάψει οι μηχανικοί με τους αντισυμβαλλομένους τους μέσα στην προηγούμενη διαχειριστική περίοδο και στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση, ο Α.Φ.Μ. του κάθε αντισυμβαλλομένου, το είδος της παρεχόμενης υπηρεσίας και η συμφωνηθείσα αμοιβή. Την ευθύνη για την υποβολή αυτή φέρει ο πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος. θ) Η ισχύς των διατάξεων των περιπτώσεων α΄ έως η΄ έχουν εφαρμογή από 1.7.2011. ι) Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζεται ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής των καταστάσεων, το περιεχόμενο αυτών, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου.

Άρθρο 21Λοιπές διατάξεις εισοδήματοςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Στην παράγραφο 5 του άρθρου 6 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται νέα περίπτωση ιε΄ ως εξής: «ιε) Από 1.1.2010 και κατά ποσοστό 50% των αποδοχών των προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στα ελληνικά σχολεία που λειτουργούν στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και έχουν την ελληνική ιθαγένεια ή την ελληνική και τη γερμανική ιθαγένεια ή μόνο τη γερμανική ή είναι πολίτες τρίτης χώρας και πληρώνονται από το Ελληνικό Δημόσιο ή φορέα που βρίσκεται στην αλλοδαπή και αποτελεί υποδιαίρεση του Ελληνικού Δημοσίου ή υπηρεσία αυτού. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου επί του υπολοίπου των αποδοχών τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα.» β) Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης θ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Κατά ποσοστό 20% της δαπάνης μέχρι ποσού 3.000 ευρώ και κατά ποσοστό 10% της δαπάνης από ποσό 3.001 μέχρι 6.000 ευρώ για επεμβάσεις ενεργειακής αναβάθμισης ακινήτου που εντάσσονται σε έργα του επιχειρησιακού προγράμματος «Περιβάλλον – Αειφόρος Ανάπτυξη» στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ), σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3614/2007 ή και για επεμβάσεις ενεργειακής αναβάθμισης ακινήτου που θα προκύψουν μετά από ενεργειακή επιθεώρηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3661/2008 και τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδοτησή του και αφορούν:».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Στο τέλος της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται υποπερίπτωση δδ΄ που έχει ως εξής: «δδ. Για τις υπερελαφρές πτητικές αθλητικές μηχανές (Υ.Π.Α.Μ.) που υπάγονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του υπ’ αριθμ. Δ2/26314/8802/27.7.2010 Κανονισμού υπερελαφρών πτητικών αθλητικών μηχανών (ΦΕΚ 1360 Β΄), στο ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου ισχύει από 1.1.2011 και μετά.» β) Στην περίπτωση γ΄ του άρθρου 18 του Κ.Φ.Ε. προστίθενται προτελευταία εδάφια ως εξής: «Προκειμένου για ατομικές επιχειρήσεις μεταπώλησης αυτοκινήτων της περίπτωσης αυτής, η ετήσια αντικειμενική δαπάνη που προκύπτει από τα προς πώληση οχήματα, όταν δεν κατατεθούν η άδεια και οι πινακίδες κυκλοφορίας τους στη Δ.Ο.Υ., σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν μπορεί να υπερβαίνει τη μεγαλύτερη αντικειμενική δαπάνη που προκύπτει από αυτοκίνητο της επιχείρησης. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν εφαρμογή για δαπάνες που προκύπτουν από 1.1.2010 και μετά.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Στο άρθρο 18 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται νέα περίπτωση η΄ ως εξής: «η) Προκειμένου για φυσικό πρόσωπο που έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στην αλλοδαπή, εφόσον δεν αποκτά εισόδημα στην Ελλάδα.» β) Η περίπτωση η΄ του άρθρου 18 του Κ.Φ.Ε., όπως προστέθηκε με την προηγούμενη υποπαράγραφο, ισχύει από 1.1.2011 και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται νέο πέμπτο εδάφιο ως εξής: «Ειδικά για τα πρόσωπα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 2 που αποκτούν εισόδημα από ακίνητα και τους επιτηδευματίες φυσικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από ιδιοχρησιμοποίηση ακινήτων και πραγματοποιούν δαπάνες επισκευής και συντήρησης των ακινήτων αυτών, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο άρθρο 46 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: «4. Η εφάπαξ προεξόφληση επικουρικής σύνταξης αλλοδαπού ασφαλιστικού φορέα σε δικαιούχο κάτοικο Ελλάδας, η οποία απαλλάσσεται του φόρου στην αλλοδαπή, κατανέμεται για να φορολογηθεί σε ίσα μέρη, στο έτος της καταβολής της και στα τέσσερα επόμενα έτη. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν εφαρμογή για τις επικουρικές συντάξεις που δηλώνονται με τις αρχικές ή τροποποιητικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και υποβάλλονται από 1.1.2010 και μετά.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η περίπτωση στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «στ) Στις αμοιβές των αξιωματικών και του κατώτερου πληρώματος του εμπορικού ναυτικού για τις υπηρεσίες που παρέχουν σε εμπορικά πλοία, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 9. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν εφαρμογή από 1.1.2010 και μετά.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 74 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Αν δεν επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς και ασκηθεί από το φορολογούμενο εμπρόθεσμη προσφυγή, βεβαιώνεται αμέσως από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ποσοστό πενήντα τοις εκατό του αμφισβητούμενου κύριου φόρου, πρόσθετου φόρου και λοιπών συμβεβαιούμενων με αυτόν φόρων και τελών.» β) Οι διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης της παραγράφου αυτής ισχύουν για προσφυγές που ασκούνται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και εφεξής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

α) Το δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 9 του άρθρου 74 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίστανται ως εξής: «Φόροι, τέλη και εισφορές που βεβαιώνονται, βάσει προσωρινού φύλλου ελέγχου, που εκδόθηκε μετά από προσωρινό έλεγχο που προβλέπεται από την παράγραφο 4 του άρθρου 67, μετά την υπογραφή του πρακτικού και την καταβολή του 1/5 αυτών, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 24 του ν. 2523/1997, καταβάλλονται, κατά το υπόλοιπο μέρος αυτών, σε έξι ισόποσες μηνιαίες δόσεις με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των τριακοσίων ευρώ, εκτός της τελευταίας. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από την υπογραφή του πρακτικού μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν. Επί δικαστικού συμβιβασμού ο φόρος καταβάλλεται εφάπαξ. Η άσκηση προσφυγής ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου δεν αναστέλλει την προσωρινή βεβαίωση του φόρου, ο οποίος καταβάλλεται εφάπαξ.» β) Οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 74 του Κ.Φ.Ε., όπως τροποποιήθηκε με την προηγούμενη παράγραφο, εφαρμόζονται για πρακτικά που υπογράφονται ή οριστικοποιούνται ή για τις προσφυγές που ασκούνται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και μετά.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στην παράγραφο 2 του άρθρου 82 του Κ.Φ.Ε. μετά τις λέξεις: «πιστωτικά ιδρύματα» προστίθενται οι λέξεις: «οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες, τα επιμελητήρια, οι συμβολαιογράφοι, οι υποθηκοφύλακες, οι προϊστάμενοι των κτηματολογικών γραφείων».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

α) Η παράγραφος 3 του άρθρου 82 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «3. Στα πρόσωπα που παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 ή δηλώνουν ανακριβή στοιχεία, επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997.» β) Η παράγραφος 5 του άρθρου 82 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «5. Νόμιμοι ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία, που είναι εγγεγραμμένοι στο δημόσιο μητρώο του ν. 3693/2008 (ΦΕΚ 174 Α΄) και διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους σε ανώνυμες εταιρείες και εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, υποχρεούνται στην έκδοση ετήσιου πιστοποιητικού. Το πιστοποιητικό αυτό εκδίδεται μετά από έλεγχο που διενεργείται, παράλληλα με τον έλεγχο της οικονομικής διαχείρισης, ως προς την εφαρμογή των φορολογικών διατάξεων σε φορολογικά αντικείμενα. Φορολογικές παραβάσεις, καθώς και μη απόδοση ή ανακριβής απόδοση φόρων που διαπιστώνονται από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία, κατά τη διενέργεια του διαχειριστικού ελέγχου, αναφέρονται αναλυτικά στο πιστοποιητικό αυτό. Αν το πιστοποιητικό δεν περιλαμβάνει παρατηρήσεις και διαπιστώσεις παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, δεν διενεργείται τακτικός φορολογικός έλεγχος, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 80 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α΄). Αν από το πιστοποιητικό προκύπτουν συγκεκριμένα φορολογικά δεδομένα για την ελεγχθείσα εταιρεία με τα οποία συμφωνεί και η αρμόδια ελεγκτική φορολογική αρχή, το εν λόγω πιστοποιητικό αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των εκθέσεων ελέγχου της ως άνω αρχής. Τα πιο πάνω πρόσωπα διώκονται και τιμωρούνται για κάθε παράλειψη των υποχρεώσεών τους σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3693/2008.» γ) Η παράγραφος 8 του άρθρου 82 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «8.α) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της ΕΛΤΕ, καθορίζονται τα συγκεκριμένα επί μέρους φορολογικά αντικείμενα του ελέγχου αυτού, το ειδικότερο περιεχόμενο του πιστοποιητικού που εκδίδεται, ο τρόπος, ο χρόνος και η διαδικασία υποβολής του και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Πέραν της εφαρμογής του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5, στους νόμιμους ελεγκτές και στα ελεγκτικά γραφεία που παραβαίνουν τις διατάξεις της παραγράφου 5 και της κανονιστικής απόφασης που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997. β) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται το είδος των υποβαλλόμενων στοιχείων και πληροφοριών, ο χρόνος και ο τρόπος υποβολής τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Στην παράγραφο 5 του άρθρου 85 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται περίπτωση ιβ΄ ως εξής: «ιβ) η χορήγηση στοιχείων σε δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, καθώς και σε δημόσιες επιχειρήσεις που υπάγονται στο Κεφάλαιο Α΄ ή Β΄ του ν. 3329/2005 (ΦΕΚ 314 Α΄), εφόσον το Δημόσιο στην περίπτωση αυτή συμμετέχει σε ποσοστό άνω του 50% του μετοχικού τους κεφαλαίου, και μόνο για την ταυτοποίηση φορολογουμένων ή διασταύρωση ή επαλήθευσή της, η οποία είναι αναγκαία για την εκτέλεση καθηκόντων ή την άσκηση αρμοδιοτήτων ή την παροχή υπηρεσιών που ορίζει ο νόμος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

H λέξη «και» στο τέλος της υποπερίπτωσης μμ΄ της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α΄) διαγράφεται και στην ίδια περίπτωση προστίθεται νέα υποπερίπτωση ξξ΄ ως εξής: «ξξ) με τα άρθρα 25 και 26 του ν. 27/1975 (ΦΕΚ 77 Α΄), όπως ισχύουν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Οι διατάξεις της υποπερίπτωσης ξξ΄ της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 3842/2010, όπως προστέθηκαν με την προηγούμενη παράγραφο, εφαρμόζονται για εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 2010 και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Το προτελευταίο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Αν μεταβιβαστεί από επαχθή αιτία ατομική επιχείρηση ή μερίδιο προσωπικής εταιρείας ή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης από δικαιούχο με βαθμό συγγένειας της Α΄ κατηγορίας της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του ν. 2961/2001, η υπεραξία φορολογείται με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Η ισχύς των διατάξεων της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 24 του ν. 3867/2010 (ΦΕΚ 128 Α΄) αρχίζει από 1.1.2010 και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

Οι διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1, καθώς και της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν. 2579/1998, καταργούνται από 30.9.2010. Ποσά φόρου που καταβλήθηκαν από 1.10.2010 και μετά δεν επιστρέφονται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 17

Η παράγραφος 10 του πέμπτου άρθρου του ν. 3845/ 2010 (ΦΕΚ 65 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «10. Η έκτακτη εισφορά επιστρέφεται κατά το μέρος που αντιστοιχεί σε εισόδημα ή κέρδη άλλης επιχείρησης, για τα οποία καταβλήθηκε έκτακτη εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ή του άρθρου 2 του ν. 3808/2009 (ΦΕΚ 227 Α΄).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 18

Η παράγραφος 2 του άρθρου 34 του ν. 3634/2008 (ΦΕΚ 9 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου ισχύει από την 1.1.2012 για τις δηλώσεις οικονομικού έτους 2012 και μετά.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 19

Η παράγραφος 1 του άρθρου 18 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Φυσικά ή νομικά πρόσωπα που υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα μπορούν να μεταφέρουν ή να δηλώσουν μέχρι την 30ή Σεπτεμβρίου 2011, κεφάλαια για τα οποία συνέτρεχε είτε υποχρέωση δήλωσής τους είτε υποχρέωση καταβολής φόρου σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, στην ημεδαπή και τα οποία βρίσκονται στην αλλοδαπή, σε προθεσμιακό λογαριασμό κατάθεσης στην Ελλάδα, διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους, εφόσον καταβάλουν φόρο με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%) επί της αξίας των καταθέσεων που μεταφέρουν, κατά το χρόνο της μεταφοράς, ή προκειμένου περί καταθέσεων που παραμένουν κατατεθειμένες στην αλλοδαπή, επί της αξίας των καταθέσεων κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης. Ως κεφάλαια νοούνται οι καταθετικοί και επενδυτικοί λογαριασμοί που τηρούνται σε τράπεζα στην αλλοδαπή ή παρακολουθούνται από αυτή, καθώς και από αλλοδαπή ασφαλιστική εταιρία, προκειμένου για ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής που συνδέονται με επενδύσεις. Ως φορολογητέα αξία των επενδυτικών λογαριασμών λαμβάνεται: α) η τιμή κλεισίματος του χρηματοπιστωτικού μέσου στην οργανωμένη αγορά που διαπραγματεύεται, κατά την προηγούμενη ημέρα από αυτή που καταβάλλεται ο οφειλόμενος φόρος, προκειμένου για χρηματοπιστωτικά μέσα που διαπραγματεύονται σε οργανωμένη αγορά χώρας − πλήρους μέλους του Ο.Ο.Σ.Α. και β) η ονομαστική αξία για τα μη εισηγμένα σε οργανωμένη αγορά χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία έχουν εκδοθεί σε χώρα − πλήρες μέλος του Ο.Ο.Σ.Α.. Η ρευστοποίηση των χρηματοπιστωτικών μέσων και η εισαγωγή τους στην Ελλάδα δεν είναι υποχρεωτική. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, τα κεφάλαια αυτά πρέπει να υπάρχουν κατατεθειμένα ή επενδεδυμένα στην αλλοδαπή κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος.»

Άρθρο 22Αναπροσαρμογή συντελεστών φόρου και εισφοράς πλοίωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τα ποσά φόρου που οφείλονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν. 27/1975 (ΦΕΚ 77 Α΄) προσαυξάνονται για τα έτη 2011 έως και 2015 κατά ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) ετησίως. Το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό της προσαύξησης προστίθεται στα ποσά φόρου όπως έχουν διαμορφωθεί κατά το έτος 2010, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του ν. 27/1975 και σε αυτά των επόμενων ετών, όπως αυτά θα διαμορφωθούν μέσα στην παραπάνω πενταετία. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και κατά τον υπολογισμό της εισφοράς που οφείλεται κατά το άρθρο 10 του ν. 27/1975.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα ποσά εισφοράς που οφείλονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 29/1975 (ΦΕΚ 75 Α΄) προσαυξάνονται για τα έτη 2011 έως και 2015 κατά ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) ετησίως. Το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό της προσαύξησης προστίθεται στα ποσά εισφοράς όπως έχουν διαμορφωθεί κατά το έτος 2010, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του ν. 29/1975 και σε αυτά των επόμενων ετών, όπως αυτά θα διαμορφωθούν μέσα στην παραπάνω πενταετία.

Άρθρο 23Φορολογία κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Λαχεία, ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2961/2001 (ΦΕΚ 266 Α΄), αντικαθίστανται, τροποποιούνται και συμπληρώνονται ως εξής: α) Στην περίπτωση α΄της παραγράφου 1 του άρθρου 8, η φράση: «Αν τα αντικείμενα της κτήσης κατέστησαν επίδικα ή κηρύχθηκαν αναγκαστικά απαλλοτριωτέα μετά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου» αντικαθίσταται με τη φράση: «Αν τα αντικείμενα της κτήσης κατέστησαν επίδικα μετά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου» και η φράση: «πριν ή μετά το θάνατο του κληρονομουμένου ή κηρύχθηκαν αναγκαστικά απαλλοτριωτέα μετά το θάνατο του κληρονομουμένου» αντικαθίσταται με τη φράση: «πριν ή μετά το θάνατο του κληρονομουμένου.» β) Η περίπτωση ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 25, η οποία έχει καταργηθεί με την περίπτωση α΄της παραγράφου 8 του άρθρου 25 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α΄) επαναφέρεται σε ισχύ από την κατάργησή της. γ) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 69 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Οποιαδήποτε λάθη των δηλώσεων είτε κατά την περιγραφή ή την απαρίθμηση ή τον υπολογισμό της αξίας των περιουσιακών στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, που δηλώθηκαν, είτε κατά τον υπολογισμό του φόρου, διορθώνονται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. οίκοθεν ή μετά από αίτηση του φορολογουμένου το αργότερο με την πράξη καταλογισμού του φόρου.» δ) Στα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 5 του άρθρου 81 η φράση: «είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) επί του αμφισβητούμενου φόρου (κύριου, πρόσθετων και κάθε άλλης προσαύξησης)» αντικαθίστανται με τη φράση: «πενήντα τοις εκατό επί του αμφισβητούμενου φόρου (κύριου, πρόσθετου προστίμου και κάθε άλλης προσαύξησης)» και οι λέξεις: «τριακοσίων ευρώ» με τις λέξεις: «πεντακοσίων ευρώ». ε) Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 82 αντικαθίσταται ως εξής: «Σε κάθε άλλη περίπτωση που οφείλεται φόρος που αναλογεί σε μετρητά και γενικά κινητά πράγματα, εφόσον κατά την κρίση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. δεν διασφαλίζεται η πληρωμή του από την περιουσία του υπόχρεου, παρέχεται ασφάλεια με την υποβολή της δήλωσης, άλλως καταβάλλεται αμέσως ολόκληρος ο φόρος αυτός και γίνεται μνεία στη δήλωση για την καταβολή.» στ) Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 87 προστίθεται δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής: «Για την παραλαβή των δηλώσεων και τη βεβαίωση του φόρου για τις χρηματικές δωρεές προς τα πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 25, αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. της περιφέρειας της κατοικίας του δωρεοδόχου.» ζ) Στο άρθρο 89 προστίθεται παράγραφος 3 που έχει ως εξής: «3. Για τις χρηματικές δωρεές προς τα πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 25 μπορεί να υποβληθεί από αυτά δήλωση για το συνολικό ποσό των δωρεών και χωρίς την αναγραφή των στοιχείων των δωρητών, εφόσον δεν είναι γνωστά στον δωρεοδόχο και δεν υπερβαίνουν τα χίλια (1.000) ευρώ ανά δωρητή κατ’ έτος.» η) Η παράγραφος 4 του άρθρου 102 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Στις περιπτώσεις των εδαφίων α΄, β΄ και γ΄ της προηγούμενης παραγράφου, η πράξη του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. κοινοποιείται μέσα σε ένα έτος από την ακύρωση της προγενέστερης πράξης ή από την κοινοποίηση της απόφασης του διοικητικού δικαστηρίου στη Δ.Ο.Υ. ή από την υποβολή της δήλωσης του υπόχρεου, ενώ στην περίπτωση του εδαφίου δ΄, μέσα σε ένα έτος από την κοινοποίηση στη Δ.Ο.Υ. της αμετάκλητης σχετικής απόφασης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 87 και της παραγράφου 3 του άρθρου 89 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Λαχεία, όπως συμπληρώθηκαν με τις περιπτώσεις στ΄και ζ΄ της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν από 23 Απριλίου 2010. Για τις δηλώσεις που έχουν ήδη υποβληθεί, για χρηματικές δωρεές προς τα πρόσωπα που ορίζονται σε αυτές, στη Δ.Ο.Υ. της περιφέρειας της κατοικίας του δωρητή, αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος αυτής. Για τις δηλώσεις που δεν έχουν υποβληθεί και έχει λήξει η προθεσμία υποβολής τους, παρέχεται προθεσμία τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου για την υποβολή αυτών χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου ή προστίμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 81 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Λαχεία, όπως τροποποιήθηκαν με την περίπτωση δ΄της παραγράφου 1 ισχύουν για προσφυγές που ασκούνται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και εφεξής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 (ΦΕΚ 238 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε συμβάσεις αγοράς ακινήτων, εφόσον ο αγοραστής κατοικεί μόνιμα στην Ελλάδα ή προτίθεται να εγκατασταθεί σε αυτή και εντάσσεται στις ακόλουθες κατηγορίες δικαιούχων:».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στην παράγραφο 7 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 προστίθενται εδάφια ως εξής: «Αν ο αγοραστής δεν εγκατασταθεί στην Ελλάδα εντός προθεσμίας δύο ετών από την αγορά, υποχρεούται να υποβάλει δήλωση το αργότερο εντός προθεσμίας έξι μηνών από τη συμπλήρωση της διετίας και να καταβάλει το φόρο, κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο. Για τον υπολογισμό του φόρου λαμβάνεται υπόψη η αξία του ακινήτου κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης.»

Άρθρο 24Φόροι επί της ακίνητης περιουσίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η περίπτωση ιβ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «ιβ) Τα ακίνητα που ιδιοχρησιμοποιούνται από τα Μουσεία, όπως ορίζονται με τις διατάξεις του ν. 3028/2002 (ΦΕΚ 153 Α΄), το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, τις Ξένες Αρχαιολογικές Σχολές και την Αμερικανική Γεωργική Σχολή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του ν. 3842/2010 προστίθενται εδάφια ως εξής: «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται, για τις περιοχές που εντάσσονται στο σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού αξίας ακινήτων για πρώτη φορά, οι συντελεστές αξιοποίησης οικοπέδου, καθώς και κάθε άλλο θέμα για τον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων για τη φορολογία ακίνητης περιουσίας. Για την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων ως δήμοι και κοινότητες νοούνται οι δήμοι και κοινότητες του ν. 2539/1997 (ΦΕΚ 244 Α΄). »

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο τέλος του άρθρου 48 του ν. 3842/2010 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: «4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται σε συμβολαιογραφικά έγγραφα που καταρτίζονται μετά την 1η Ιανουαρίου 2012.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο άρθρο 56 του ν. 3842/2010 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής: «3. Οποιαδήποτε μεταβολή της περιουσιακής κατάστασης υπόχρεων φυσικών προσώπων που αφορά τα έτη 2005 έως και 2009 πραγματοποιείται με υποβολή δήλωσης στοιχείων ακινήτων έτους 2009.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η παράγραφος 2 του άρθρου 23Α του ν. 3427/2005 (ΦΕΚ 312 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Το Περιουσιολόγιο Ακινήτων προκύπτει από τη μηχανογραφική διαχείριση των δηλώσεων στοιχείων ακινήτων των ετών 2005 έως 2009, οι οποίες υποβάλλονται από τα υπόχρεα φυσικά και νομικά πρόσωπα. Έτος δημιουργίας του Περιουσιολογίου Ακινήτων ορίζεται το έτος 2009.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στα εδάφια τρίτο και τέταρτο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002 (ΦΕΚ 330 Α΄), όπου υπάρχει η φράση «από την έκδοση της αρχικής οικοδομικής άδειας» αντικαθίσταται από τη φράση «από την κατάθεση των δικαιολογητικών στην αρμόδια δημόσια υπηρεσία για έκδοση αρχικής οικοδομικής άδειας».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α) Στο τέλος της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002 (ΦΕΚ 330 Α΄) προστίθεται η εξής φράση: «ή που εκμισθώνουν σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις της παρούσας περίπτωσης αποκλειστικά ως γραφεία ή αποθήκες για την κάλυψη των λειτουργικών τους αναγκών.» β) Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002, όπως συμπληρώθηκε με την προηγούμενη περίπτωση, ισχύει από την 1.1.2010 και εφεξής. Μεταβιβάσεις ακινήτων από επαχθή ή χαριστική αιτία, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002, όπως ίσχυαν πριν τη συμπλήρωσή τους με τις διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης δεν θίγονται.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002 προστίθεται περίπτωση ζ΄, ως εξής: «ζ) Ασφαλιστικά ταμεία ή οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και εταιρείες συλλογικών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία που εποπτεύονται από αρχή της χώρας της καταστατικής τους έδρας, εκτός αυτών των οποίων η καταστατική έδρα βρίσκεται σε μη συνεργάσιμα κράτη, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 51Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151 Α΄).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

α) Το τέταρτο εδάφιο από το τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «Αν το σύνολο ή μέρος των ονομαστικών μετοχών, μεριδίων ή μερίδων των εταιρειών των ανωτέρω α΄, β΄ και γ΄ περιπτώσεων κατέχουν πιστωτικά ιδρύματα περιλαμβανομένων και των ταμιευτηρίων ή ταμείων παρακαταθηκών και δανείων, ασφαλιστικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρείες, αμοιβαία κεφάλαια περιλαμβανομένων και των αμοιβαίων κεφαλαίων επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία κλειστού τύπου, εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων, εταιρείες συλλογικών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία κλειστού τύπου, η καταστατική έδρα των οποίων δεν βρίσκεται σε μη συνεργάσιμο κράτος, όπως αυτό ορίζεται με τις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 51Α του Κ.Φ.Ε., και εποπτεύονται από αρχή της χώρας της έδρας τους, καθώς και θεσμικοί επενδυτές που λειτουργούν σε οργανωμένη αγορά κράτους − μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτή νοείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 23 του ν. 2778/1999 (ΦΕΚ 295 Α΄), δεν απαιτείται περαιτέρω δήλωση των φυσικών προσώπων κατά το ποσοστό συμμετοχής τους.» β) Στο τρίτο από το τέλος εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002, μετά τις λέξεις «εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης χώρα» προστίθεται η φράση «με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

α) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 44 του ν. 3842/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Αν δεν έχει επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς και ασκήθηκε από τον φορολογούμενο εμπρόθεσμη προσφυγή, βεβαιώνεται αμέσως από τον προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου κύριου και πρόσθετου φόρου.» β) Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 44 του ν. 3842/2010, όπως αντικαταστάθηκε με την προηγούμενη περίπτωση ισχύουν για προσφυγές που ασκούνται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 6, 8 και 9 του άρθρου αυτού ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2011. Οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου αυτού ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2010.

Άρθρο 25Θέματα Τελών και Ειδικών ΦορολογιώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μετά την υποπερίπτωση ε΄της περίπτωσης Α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ν. 2948/2001 (ΦΕΚ 242 Α΄) προστίθενται υποπεριπτώσεις στ) και ζ) ως εξής: «στ) Ειδικά, τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας των ιδιωτικής χρήσης επιβατικών οχημάτων που τελούν στο ΦΕΚ 1819 ανασταλτικό τελωνειακό καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής, υπολογίζονται αποκλειστικά με βάση τον κυλινδρισμό του κινητήρα αυτών, όπως ορίζεται από τις διατάξεις της υποπερίπτωσης α) της περίπτωσης Α΄ της παραγράφου 1. ζ) Στα εκποιούμενα από το Δημόσιο ή τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού (Ο.Δ.Δ.Υ.) Α.Ε. επιβατικά αυτοκίνητα οχήματα, τα οποία τίθενται από τους αγοραστές σε κυκλοφορία, ως ιδιωτικής χρήσης, τα τέλη κυκλοφορίας υπολογίζονται όπως και στην προηγούμενη υποπερίπτωση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Από 1.1.2010 καταργείται η εισφορά υπέρ Ο.Γ.Α. που επιβάλλεται με τις διατάξεις της παραγράφου 1Α του άρθρου 11 του ν. 4169/1961 (ΦΕΚ 81 Α΄), οι οποίες διατηρήθηκαν σε ισχύ με την περίπτωση γ΄ του άρθρου 47 του ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α΄), για τις αμοιβές που αποκτά το ιπτάμενο προσωπικό της πολιτικής αεροπορίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αντί των ενσήμων ταινιών φορολογίας αλκοολούχων ποτών και βιομηχανοποιημένων καπνών που προβλέπονται από τα άρθρα 84 και 106 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α΄), είναι δυνατόν με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών να χρησιμοποιούνται για την επισήμανση των προϊόντων αυτών σύγχρονα ολοκληρωμένα συστήματα σήμανσης και ιχνηλασιμότητας ή ψηφιακής επαλήθευσης. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 26Θέματα Κυρώσεων, Μητρώου και άλλες διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παράγραφος 4 του άρθρου 2 του ν. 2523/1997 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Τα ποσοστά πρόσθετων φόρων δεν μπορούν να υπερβούν: α) το εξήντα τοις εκατό για την υποβολή της εκπρόθεσμης δήλωσης και β) το εκατόν είκοσι τοις εκατό για την υποβολή ανακριβούς δήλωσης ή μη υποβολή δήλωσης, του φόρου την πληρωμή του οποίου θα απέφευγε ο υπόχρεος ή του φόρου που έχει επιστραφεί στα πρόσωπα του άρθρου 41 του Κώδικα Φ.Π.Α. χωρίς να τον δικαιούνται.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ν. 2523/1997, όπως τροποποιήθηκαν με την προηγούμενη παράγραφο, έχουν εφαρμογή για δηλώσεις που υποβάλλονται εκπρόθεσμα μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού και για φύλλα ελέγχου και πράξεις προσδιορισμού που εκδίδονται μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο άρθρο 4 του ν. 2523/1997 προστίθενται παράγραφοι 2 και 3 και 4 και η παράγραφος 2 αναριθμείται σε παράγραφο 5 ως εξής: «2. Στους υπόχρεους που παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που ορίζονται από τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 66 και των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 9 του άρθρου 67Α του Κ.Φ.Ε., επιβάλλεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών διοικητικό πρόστιμο από χίλια (1.000) έως πενήντα χιλιάδες (50.0000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης και την ενδεχόμενη υποτροπή. 3. Στα πρόσωπα που παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που ορίζονται από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 82 του Κ.Φ.Ε. ή δηλώνουν ανακριβή στοιχεία, επιβάλλεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών διοικητικό πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης και την ενδεχόμενη υποτροπή. Αν το πρόσωπο που παραβίασε τις διατάξεις είναι υπάλληλος του Δημοσίου, νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), ασκείται υποχρεωτικώς πειθαρχική δίωξη για παράβαση καθήκοντος από τον πειθαρχικό προϊστάμενό του μετά από αίτημα του Γενικού Γραμματέα Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων ή του Γενικού Γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων. 4. Στους νόμιμους ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία που παραβαίνουν τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 82 του Κ.Φ.Ε. και της κανονιστικής απόφασης που προβλέπεται στην παράγραφο 8 του ίδιου άρθρου και Κώδικα, επιβάλλεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών διοικητικό πρόστιμο ύψους από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης και την ενδεχόμενη υποτροπή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο τέλος της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997 προστίθενται νέο εδάφιο ως εξής: «Εξαιρετικά στις περιπτώσεις που εκδοθέντα φορολογικά στοιχεία λογίζονται ως αθεώρητα, γιατί συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 8 του άρθρου 36 του π.δ. 186/1992 καταλογίζεται μια γενική παράβαση με συντελεστή βαρύτητας τρία (3) εφόσον τα στοιχεία αυτά έχουν καταχωρηθεί στα βιβλία πριν από οποιονδήποτε έλεγχο. Τα αναφερόμενα στα δύο προηγούμενα εδάφια ισχύουν αναλόγως και όταν δεν έχει παρέλθει ο χρόνος εμπρόθεσμης ενημέρωσης των βιβλίων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ορίζεται διαδικασία εκκαθάρισης του Υποσυστήματος Μητρώου του TAXIS από τους ανενεργούς Αριθμούς Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) που υπάρχουν στο σύστημα, είτε από τη μετάπτωση του παλαιού μηχανογραφικού συστήματος είτε λόγω μη ενημέρωσης του Μητρώου από τους ίδιους τους φορολογούμενους είτε λόγω μη χρησιμοποίησής τους, να ορίζονται όλες οι διαδικασίες για την τακτοποίησή τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η παράγραφος 1 του άρθρου 119Α του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της επόμενης παραγράφου, η μη τήρηση των διατυπώσεων του τρίτου μέρους του παρόντος Κώδικα χαρακτηρίζεται ως απλή τελωνειακή παράβαση κατά τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 142 και επόμενα του παρόντος Κώδικα και επισύρει πρόστιμο από πεντακόσια (500) ευρώ μέχρι δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ για κάθε παράβαση, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητά της. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ελάχιστα όρια του προστίμου που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο. Με όμοια απόφαση μπορεί οι απλές τελωνειακές παραβάσεις να κατατάσσονται σε κατηγορίες ανάλογα με τη σοβαρότητά τους και να προσδιορίζεται ειδικότερα το ύψος του προστίμου μέσα στα όρια που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α) Στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 του ν. 2523/1997 προστίθενται μετά το τρίτο εδάφιο τα εξής εδάφια: «Επίσης δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που αποδεικνύεται από δημόσια έγγραφα ότι ο φορολογούμενος έχει κατά του Δημοσίου βέβαιη και εκκαθαρισμένη απαίτηση ποσού ίσου ή μεγαλύτερου του ποσού των φόρων, τελών και εισφορών που δεν έχει αποδοθεί στο Δημόσιο, εφόσον η απαίτηση αυτή δεν έχει εκχωρηθεί. Για την απόδειξη της μη εκχώρησης της απαίτησης υποβάλλεται από τον φορολογούμενο και σχετική υπεύθυνη δήλωση. Αν ο φορολογούμενος έχει απαίτηση μικρότερη από το ποσό αυτό, το ποσό της δέσμευσης των καταθέσεων περιορίζεται κατά το ποσό της οφειλής του Δημοσίου προς τον φορολογούμενο. Στις περιπτώσεις των δύο προηγούμενων εδαφίων ενημερώνονται άμεσα οι υπηρεσίες που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ έως δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 95 του ν. 2362/1995, ώστε να μην καταβληθεί το οφειλόμενο ποσό σε αυτόν ή να μην γίνει δεκτή τυχόν εκχώρηση της απαίτησης από αυτόν σε τρίτο πρόσωπο.» β) Στην παράγραφο 4 του άρθρου 14 του ν. 2523/1997, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η παράγραφος 5 του άρθρου 20 του ν. 3842/2010 αντικαθίσταται με παραγράφους 5 και 6 ως εξής: «5. Επιτρέπεται η δημοσίευση του Α.Φ.Μ., του αντικειμένου εργασιών, της ημερομηνίας έναρξης και λήξης εργασιών και της επαγγελματικής εγκατάστασης των επιτηδευματιών, φυσικών και νομικών προσώπων, μέσω ηλεκτρονικής υπηρεσίας της Γ.Γ.Π.Σ. του Υπουργείου Οικονομικών. 6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται ο χρόνος διαβίβασης των δεδομένων των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο τρόπος, η διαδικασία, η έκταση εφαρμογής, το όριο της αξίας των στοιχείων, ο τρόπος επιβεβαίωσης, η διαδικασία πρόσβασης των πιστοποιημένων χρηστών και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή του άρθρου αυτού και των διατάξεων του άρθρου 18 παράγραφος 2 του Κ.Β.Σ..»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στο άρθρο 1 του ν. 1809/1988 (ΦΕΚ 222 Α΄) προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής: «8. Οι επιτηδευματίες που εκδίδουν αποδείξεις λιανικής πώλησης ή παροχής υπηρεσιών με χρήση φορολογικών ταμειακών μηχανών, υποχρεούνται να διαβιβάζουν ηλεκτρονικά τα δεδομένα των φορολογικών στοιχείων που εκδίδονται, σε βάση δεδομένων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται: α) η έκταση εφαρμογής και οι ειδικότερες υποχρεώσεις των επιτηδευματιών, β) η διαδικασία και οι τεχνικές προδιαγραφές διαβίβασης των δεδομένων, γ) τα εν γένει οργανωτικά και τεχνικά μέτρα για την ασφάλεια της επεξεργασίας των δεδομένων, δ) η διαδικασία και τα αρμόδια όργανα για την επιβολή του προστίμου και τον τρόπο βεβαίωσης και είσπραξης, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Σε όσους παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής και της κανονιστικής απόφασης, που εκδίδεται σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, επιβάλλεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών διοικητικό πρόστιμο ύψους από διακόσια (200) μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ ανάλογα με τη συχνότητα και τη βαρύτητα της παράβασης.»

Άρθρο 27Τροποποιήσεις διατάξεων του Κώδικα Φ.Π.Α. Στις διατάξεις του Κώδικα Φ.Π.Α., ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2859/2000 (ΦΕΚ 248 Α΄), επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «β) ως πρώτη εγκατάσταση, η πρώτη χρησιμοποίηση με οποιονδήποτε τρόπο των κτιρίων ύστερα από την ανέγερσή τους, όπως είναι η ιδιοκατοίκηση, η ιδιόχρηση, η μίσθωση ή άλλη χρήση. Θεωρείται επίσης ότι πραγματοποιείται η πρώτη εγκατάσταση κατά το χρόνο που συμπληρώνεται τριετία από την ημερομηνία αποπεράτωσης της οικοδομής».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 8 αντικαθίσταται ως εξής: «δ) η μίσθωση βιομηχανοστασίων και χρηματοθυρίδων. Επίσης, η μίσθωση χώρων, αυτοτελώς ή στα πλαίσια μικτών συμβάσεων, που πραγματοποιείται από επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται εμπορικά κέντρα ή τα εμπορευματικά κέντρα του ν. 3333/2005 (ΦΕΚ 91 Α΄), εφόσον ο υποκείμενος το επιθυμεί και υποβάλλει για αυτό αίτηση επιλογής φορολόγησης». β) Μετά το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 24 προστίθεται, από τότε που ίσχυσε ο ν. 2859/2000, εδάφιο ως εξής: «Ως μεταφορές για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου νοούνται και οι μεταφορές αγαθών μέσω αγωγών ή η παροχή πρόσβασης σε τέτοιους αγωγούς.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 33 αντικαθίσταται ως εξής: «Για τα ακίνητα, η μίσθωση των οποίων υπάγεται στο φόρο, κατόπιν της επιλογής που προβλέπεται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 8, η έκπτωση του φόρου που ενεργήθηκε υπόκειται σε δεκαετή διακανονισμό με αφετηρία το έτος χρησιμοποίησής τους. Ο διακανονισμός ενεργείται κάθε έτος για το ένα δέκατο του φόρου που επιβάρυνε το αγαθό, ανάλογα με τις μεταβολές του δικαιώματος έκπτωσης. Το ποσό του φόρου που εναπομένει για διακανονισμό κατά το χρόνο άσκησης της επιλογής φορολόγησης, διακανονίζεται με βάση συνολική περίοδο δέκα ετών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στην παράγραφο 2 του άρθρου 37 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.) υποχρεούται μέσα στο μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους, να αποστέλλει στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών (Γ.Γ.Π.Σ.), τα στοιχεία των οικοδομών που δηλώθηκαν ως αποπερατωθείσες κατά το αμέσως προηγούμενο ημερολογιακό έτος, καθώς και τα στοιχεία του κυρίου του έργου και του κατασκευαστή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο άρθρο 38 προστίθεται παράγραφος 1α, ως εξής: «1.α. Εφημεριδοπώλες, η δραστηριότητα των οποίων προσδιορίζεται από τις διατάξεις του ν.δ. 2943/1954 (ΦΕΚ 181 Α΄), δεδομένου ότι πραγματοποιούν πράξεις για τις οποίες δεν επιβάλλουν Φ.Π.Α., έχοντας παράλληλα δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 19, μπορούν να επιλέγουν τη μη υποβολή περιοδικών και εκκαθαριστικών δηλώσεων, εφόσον με δήλωσή τους επιλέγουν τη μη διενέργεια έκπτωσης του φόρου εισροών. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέσα σε τριάντα ημέρες από την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν την παρέλευση πενταετίας. Ειδικά κατά την πρώτη εφαρμογή για πράξεις που πραγματοποιήθηκαν από 1.7.2010, η εν λόγω δήλωση μπορεί να υποβληθεί μέχρι 31.5.2011.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 38 αντικαθίσταται με τέσσερα εδάφια, ως εξής: «Με την υποβολή περιοδικής ή εκκαθαριστικής δήλωσης καταβάλλεται το συνολικά οφειλόμενο ποσό. Αν υποβάλλεται εμπρόθεσμα περιοδική δήλωση, μπορεί να καταβληθεί ταυτόχρονα με την υποβολή ποσοστό τουλάχιστον σαράντα τοις εκατό (40%) του συνολικά οφειλόμενου ποσού και το υπολειπόμενο ποσό μπορεί να καταβάλλεται, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 54, προσαυξημένο κατά δύο τοις εκατό (2%). Ως καταβολή λογίζεται και η απόσβεση της οφειλής δια συμψηφισμού, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε., ΦΕΚ 90 Α΄). Εκκαθαριστική δήλωση και εκπρόθεσμη περιοδική δήλωση, χωρίς την καταβολή όλου του ποσού και εμπρόθεσμη περιοδική δήλωση χωρίς την καταβολή τουλάχιστον του ανωτέρω ποσοστού δεν επάγονται έννομα αποτελέσματα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η παράγραφος 8 του άρθρου 38 αντικαθίσταται ως εξής: «8. Τα πρόσωπα που καθίστανται υποκείμενα στο φόρο από περιστασιακή παράδοση καινούριου μεταφορικού μέσου υποχρεούνται να υποβάλουν έκτακτη περιοδική δήλωση, πριν από την άσκηση του δικαιώματος επιστροφής του φόρου, που προβλέπεται από το άρθρο 34.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η παράγραφος 9 του άρθρου 38 καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στην παράγραφο 11 του άρθρου 38 προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής: «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος άσκησης της επιλογής που αναφέρεται στην παράγραφο 1α.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Ο τίτλος του άρθρου 39α αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 39α Ειδικό καθεστώς καταβολής του φόρου από τον λήπτη αγαθών και υπηρεσιών».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Στο άρθρο 39α προστίθεται νέα παράγραφος 3 ως εξής: «3. Αν μεταβιβαστούν σε άλλο υποκείμενο στο φόρο εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας δικαιώματα εκπομπής αερίων θερμοκηπίου, σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 2003/87/ΕΚ (L 275/25.10.2003) «σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της Οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου», ο φόρος καταβάλλεται από τον λήπτη. Ο παρέχων τις υπηρεσίες αυτές έχει δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών σχετικά με τις εν λόγω πράξεις, δεν χρεώνει φόρο στα εκδιδόμενα φορολογικά στοιχεία και υποχρεούται να αναγράφει σε αυτά «Άρθρο 39α, υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο λήπτης των υπηρεσιών.»» 12 α) Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 41 αντικαθίσταται ως εξής: «γ) ασκούν παράλληλα και άλλη οικονομική δραστηριότητα, για την οποία έχουν υποχρέωση να τηρούν βιβλία δεύτερης ή ανώτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για τους αγρότες που πωλούν προϊόντα δικής τους παραγωγής από δικό τους κατάστημα ή από λαϊκές αγορές ή πραγματοποιούν εξαγωγές ή παραδόσεις προς άλλο κράτος − μέλος, καθώς και για τους αγρότες οι οποίοι εντάσσονται στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων, σύμφωνα με το ν. 3874/2010 (ΦΕΚ 151 Α΄) και ασχολούνται με τη διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως 100 KW ή τη λειτουργία αγροτουριστικών μονάδων έως 10 δωματίων.» β) Δεν αναζητούνται επιστροφές Φ.Π.Α. που έχουν καταβληθεί από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. σε αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41, οι οποίες αφορούν επιδοτήσεις. Πράξεις επιβολής φόρου προστιθέμενης αξίας που έχουν εκδοθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κατά το μέρος που αφορούν την ανωτέρω αιτία παύουν να ισχύουν, με την προϋπόθεση ότι μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου δεν έχουν με οποιονδήποτε τρόπο καταστεί οριστικές. 13. Η παράγραφος 1 του άρθρου 53 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. βεβαιώνει στο όνομα του υπόχρεου που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 35 τον κύριο και πρόσθετο φόρο που προκύπτει: α) Βάσει των δηλώσεων που υποβάλλονται. Αν δεν καταβληθεί το σύνολο του οφειλόμενου ποσού ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 38, με τον κύριο και πρόσθετο φόρο συμβεβαιώνεται και η αναλογούσα προσαύξηση που προβλέπεται στο εν λόγω εδάφιο. β) Βάσει των πράξεων προσδιορισμού του φόρου που αναφέρονται στα άρθρα 49 και 50, εφόσον αυτές έχουν οριστικοποιηθεί με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής. γ) Βάσει οριστικών αποφάσεων διοικητικών δικαστηρίων ή πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού. Για τη βεβαίωση του φόρου, ο προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. συντάσσει χρηματικό κατάλογο μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από τη λήξη του μήνα που αποκτήθηκε ο τίτλος βεβαίωσης και πάντως όχι αργότερα από τρία έτη από το τέλος του έτους κατά το οποίο αποκτήθηκε ο τίτλος βεβαίωσης. Η παράλειψη βεβαίωσης του φόρου μέσα στην προθεσμία των δύο μηνών που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα, που τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.» 14. Η παράγραφος 2 του άρθρου 53 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Αν δεν επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς και ασκηθεί από τον υπόχρεο εμπρόθεσμη προσφυγή, βεβαιώνεται αμέσως από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ποσοστό πενήντα τοις εκατό του αμφισβητούμενου κύριου φόρου και του πρόσθετου φόρου.» 15. Το άρθρο 54 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 54 Τρόπος καταβολής του φόρου 1. Ο φόρος που οφείλεται, κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου, καταβάλλεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 και 4. 2. Ο φόρος που οφείλεται βάσει περιοδικών και εκκαθαριστικών δηλώσεων, καταβάλλεται εφάπαξ, με την υποβολή των δηλώσεων που προβλέπουν οι διατάξεις του παρόντος νόμου. Ο φόρος που οφείλεται με βάση τις εμπρόθεσμες περιοδικές δηλώσεις μπορεί να καταβάλλεται και σε τρεις δόσεις, η πρώτη από τις οποίες καταβάλλεται ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης και δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ποσοστό που ορίζεται με τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 38. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται προσαυξημένο κατά δύο τοις εκατό, σε δύο ισόποσες μηνιαίες δόσεις, η πρώτη από τις οποίες καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα. Το ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριακοσίων (300) ευρώ. Ποσό που οφείλεται βάσει οποιασδήποτε άλλης δήλωσης καταβάλλεται εφάπαξ. Αν δεν καταβληθεί εμπρόθεσμα μία δόση, ο φορολογούμενος στερείται του δικαιώματος καταβολής του φόρου σε δόσεις, σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια, για την τρέχουσα και την επόμενη κάθε φορά διαχειριστική περίοδο. 3. Ο φόρος που οφείλεται καταβάλλεται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση, εφόσον αφορά: α) το ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου κύριου φόρου και πρόσθετου φόρου που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 53, εκτός από τον αμφισβητούμενο φόρο και πρόσθετο φόρο που προκύπτει με βάση προσωρινή πράξη προσδιορισμού του φόρου, ο οποίος καταβάλλεται στο σύνολό του, β) το φόρο που βεβαιώθηκε με βάση οριστική απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου, γ) φόρο που βεβαιώθηκε, ο οποίος δεν υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ. 4. O φόρος που οφείλεται, με βάση οριστική πράξη προσδιορισμού, η οποία οριστικοποιήθηκε λόγω μη άσκησης ή μη εμπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, καταβάλλεται σε δύο ισόποσες μηνιαίες δόσεις, αν το συνολικό ποσό του φόρου είναι μεγαλύτερο των τριακοσίων (300) ευρώ. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα, για τις δημόσιες υπηρεσίες, του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση. 5. Με την επιφύλαξη της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 3, ο φόρος που οφείλεται, μετά την υπογραφή του πρακτικού και την καταβολή του 1/5 του συνολικά οφειλόμενου φόρου, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 24 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α΄), καταβάλλεται σε έξι ισόποσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση, στις περιπτώσεις: α) διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, β) κατάργησης της φορολογικής δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.δ. 4600/1966, επί οριστικής πράξης προσδιορισμού του φόρου, 6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ορίζονται ο τρόπος καταβολής του φόρου, οι προϋποθέσεις, οι διαδικασίες και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την απόδοση του οφειλόμενου φόρου και χωρίς την υποβολή περιοδικών δηλώσεων. Με όμοια απόφαση ορίζεται η ημερομηνία από την οποία εφαρμόζεται η κύρωση του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της κύρωσης αυτής.» 16. α) Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για οικοδομές οι οποίες αποπερατώνονται από 1.1.2011 και εφεξής. Για τις οικοδομές που αποπερατώθηκαν έως 31.12.2010, ως χρόνος έναρξης της τριετίας από την αποπεράτωση θεωρείται η 1.1.2011. β) Οι διατάξεις της παραγράφου 6 εφαρμόζονται για δηλώσεις των οποίων η προθεσμία υποβολής λήγει μετά την 1.7.2011. γ) Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 2, 3, 4, 5, 9, 10 και 11 αρχίζει από 1.1.2011. δ) Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 12 αρχίζει από 31.12.2010.

Άρθρο 28Συμπλήρωση διατάξεων για το αποδεικτικό ενημερότητας χρεών και φορολογικών υποχρεώσεων προς το ΔημόσιοΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 26 του ν. 1882/1992 (ΦΕΚ 43 Α΄) προστίθενται εδάφια ως εξής: «Οι Ο.Τ.Α. υποχρεούνται να διαβιβάζουν ηλεκτρονικά στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών τις οφειλές προς αυτούς, που συνεπάγονται τη μη χορήγηση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών καθορίζονται τα στοιχεία που διαβιβάζονται, ο υπεύθυνος για τη διαβίβαση των στοιχείων, η ειδικότερη διαδικασία, ο χρόνος και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο άρθρο 26 του ν.1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄) προστίθενται παράγραφοι 8 και 9, ως εξής: «8. Αν ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 3 για τη χορήγησή του, ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) περί συμψηφισμού, εκδίδεται από την υπηρεσία στην οποία είναι βεβαιωμένη η οφειλή, βεβαίωση οφειλής προς το Δημόσιο, η οποία κατατίθεται αντί του αποδεικτικού ενημερότητας στην υπηρεσία ή τον οργανισμό πληρωμής. Με βάση τη βεβαίωση αυτή αποδίδεται το προς είσπραξη ποσό και μέχρι του ύψους της οφειλής, στην εκδούσα τη βεβαίωση υπηρεσία. Η βεβαίωση εκδίδεται: α) μετά από αίτημα της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, ή β) οίκοθεν, από την υπηρεσία στην οποία είναι βεβαιωμένη η οφειλή, όταν εντοπιστεί απαίτηση του οφειλέτη για την είσπραξη της οποίας απαιτείται η κατάθεση αποδεικτικού ενημερότητας ή γ) μετά από αίτημα της υπηρεσίας ή του φορέα που διενεργεί την εκκαθάριση ή την πληρωμή προς τον οφειλέτη του Δημοσίου, όταν ο δικαιούχος της πληρωμής οφειλέτης αμελεί ή αδυνατεί να προσκομίσει αποδεικτικό ενημερότητας. Για κάθε τίτλο πληρωμής εκδίδεται χωριστή βεβαίωση οφειλής, η οποία έχει διάρκεια ισχύος ενός μήνα από την έκδοσή της και επισυνάπτεται στον τίτλο πληρωμής αντί του αποδεικτικού ενημερότητας. Για την απόδοση τυχόν επιπλέον ποσού που αποδίδεται στον δικαιούχο, απαιτείται κατάθεση αποδεικτικού φορολογικής του ενημερότητας. Εάν δεν είναι δυνατή η έκδοση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας λόγω οφειλής προς Ο.Τ.Α., προσκομίζεται στην υπηρεσία ή τον οργανισμό πληρωμής σχετική βεβαίωση οφειλής προς τον Ο.Τ.Α., στον οποίο και αποδίδεται το προς είσπραξη ποσό και μέχρι του ύψους της οφειλής. Η βεβαίωση οφειλής χορηγείται όταν μεταβιβάζεται ακίνητο, υπό τις παρακάτω προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά: α) από το προϊόν του τιμήματος εξοφλούνται πλήρως οι βεβαιωμένες κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε. οφειλές και β) δεν συντρέχουν άλλοι λόγοι μη έκδοσης αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας παρά μόνο οι ανωτέρω βεβαιωμένες οφειλές. Η βεβαίωση οφειλής επισυνάπτεται στην πράξη μεταβίβασης, αντί του αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η ειδικότερη διαδικασία και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. 9. Για την καταβολή των εκχωρημένων χρηματικών απαιτήσεων κατά των φορέων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 ή των προϊόντων των πράξεων που προβλέπονται στην παράγραφο 2, το αποδεικτικό ενημερότητας προσκομίζεται τόσο από τον εκχωρητή ή ενεχυράσαντα, όσο και από τον εκδοχέα ή ενεχυρούχο δανειστή. Στην περίπτωση αυτή η έκδοση αποδεικτικού ενημερότητας του εκχωρητή ή ενεχυράσαντα μπορεί να ζητηθεί και από τον εκδοχέα ή ενεχυρούχο δανειστή, στους οποίους χορηγείται, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις. Αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησής του, λόγω οφειλών, τα προς είσπραξη χρήματα αποδίδονται στο Δημόσιο μέχρι το ύψος της βεβαιωμένης οφειλής κατά το χρόνο της απόδοσης αυτών.»

Άρθρο 29Κάρτα αποδείξεων και ηλεκτρονική φορολογική ενημερότηταΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Κ.Φ.Ε. προστίθενται εδάφια ως εξής: «Η καταγραφή των στοιχείων των αποδείξεων δαπανών που απαιτείται να προσκομισθούν σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων μπορεί να γίνεται μέσω διαδικτύου ή μαγνητικής κάρτας που είναι ανώνυμη και προαιρετική για τον φορολογούμενο. Τα δεδομένα που καταγράφονται για λογαριασμό του φορολογούμενου είναι: α) ο Α.Φ.Μ. του εκδότη της απόδειξης και β) η ημερομηνία και το ποσό της συναλλαγής. Αρμόδια αρχή για τη συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων είναι η Γ.Γ.Π.Σ. του Υπουργείου Οικονομικών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται: α) η διαδικασία και το σύστημα καταγραφής των στοιχείων των αποδείξεων μέσω διαδικτύου ή μαγνητικής κάρτας, β) οι φορείς, δημόσιοι ή ιδιωτικοί, που υποχρεούνται να παρέχουν την υποστήριξη και συνεργασία τους για την πραγματοποίηση του ως άνω συστήματος, καθώς και οι σχετικές διαδικασίες, γ) οι τεχνικές προδιαγραφές των απαιτούμενων εφαρμογών και υποδομών για τη λειτουργία του, δ) τα εν γένει οργανωτικά και τεχνικά μέτρα για την ασφάλεια της επεξεργασίας των δεδομένων, ε) η έναρξη εφαρμογής της καταγραφής των στοιχείων των αποδείξεων δαπανών μέσω διαδικτύου ή μαγνητικής κάρτας και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 26 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «Οι φορείς των προηγούμενων εδαφίων μπορούν να λαμβάνουν αποδεικτικό ενημερότητας ή πληροφόρηση για τη φορολογική ενημερότητα φυσικών ή νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων και ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου από τη Γ.Γ.Π.Σ. του Υπουργείου Οικονομικών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις, η διαδικασία, ο χρόνος έναρξης παροχής των υπηρεσιών των προηγούμενων εδαφίων από τη Γ.Γ.Π.Σ., οι λεπτομέρειες και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όπου, κατά τις ισχύουσες διατάξεις, απαιτείται κατάθεση παραβόλου σε έντυπη μορφή, δύναται να αντικατασταθεί η έντυπη μορφή με ηλεκτρονικό παράβολο. Το ηλεκτρονικό παράβολο δημιουργείται με τη χορήγηση μοναδικού ψηφιακού κωδικού, ο οποίος πιστοποιείται και ελέγχεται από κεντρικό πληροφοριακό σύστημα. Η διάθεση των ηλεκτρονικών παραβόλων δύναται να πραγματοποιείται με χρήση οποιουδήποτε καθιερωμένου στις συναλλαγές τρόπου πληρωμής. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι αρμοδιότητες, οι διαδικασίες, οι λεπτομέρειες και ό, τι άλλο απαιτείται για την εφαρμογή του ηλεκτρονικού παραβόλου.

Άρθρο 30Τελωνειακές διατάξεις Τροποποίηση του ν. 2960/2001ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο ν. 2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» (ΦΕΚ 265 Α΄), μετά το άρθρο 100 προστίθεται άρθρο 100Α, ως εξής: «Άρθρο 100Α 1. Για τη σύσταση καπνοβιομηχανίας ή επαγγελματικού εργαστηρίου παραγωγής προϊόντων καπνού, εκτός από τις άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας που χορηγούνται από την αρμόδια Διεύθυνση Ανάπτυξης της οικείας Περιφέρειας, απαιτείται και άδεια του Υπουργού Οικονομικών. Η άδεια αυτή, η οποία εκδίδεται μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου φυσικού ή νομικού προσώπου, είναι τριετούς διάρκειας και για την ανανέωσή της απαιτείται η υποβολή νέας αίτησης. 2. Για τη χορήγηση άδειας σύστασης καπνοβιομηχανίας απαιτείται κατοχή μηχανικών εγκαταστάσεων ετήσιας παραγωγικής δυναμικότητας τουλάχιστον 250.000 χιλιόγραμμων επεξεργασμένου καπνού. Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που επιθυμεί να συστήσει καπνοβιομηχανία οφείλει επιπλέον πριν από την έναρξη της εργασίας του να συστήσει φορολογική αποθήκη και να λάβει άδεια εγκεκριμένου αποθηκευτή. 3. Για τη χορήγηση άδειας σύστασης επαγγελματικού εργαστηρίου απαιτείται κατοχή μηχανικών εγκαταστάσεων ετήσιας παραγωγικής δυναμικότητας τουλάχιστον 2.000 χιλιόγραμμων επεξεργασμένου καπνού. Όταν παράγονται προϊόντα καπνού από επαγγελματικό εργαστήριο υπό καθεστώς αναστολής του φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του τρίτου μέρους του παρόντος Κώδικα, το ενδιαφερόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο οφείλει επιπλέον πριν από την έναρξη της εργασίας του να συστήσει φορολογική αποθήκη και να λάβει άδεια εγκεκριμένου αποθηκευτή. Όταν παράγονται προϊόντα καπνού από επαγγελματικό εργαστήριο εκτός καθεστώτος αναστολής του φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 56, 106 και 111 του παρόντος Κώδικα, το ενδιαφερόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Το πρόσωπο αυτό υποχρεούται να παρέχει εγγύηση προς το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του και να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που επιβάλλει ο Υπουργός Οικονομικών και η αρμόδια αρχή. 4. Για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 18 του προεδρικού διατάγματος της 28ης Ιουλίου 1931 (ΦΕΚ 239 Α΄), ως άδεια σύστασης ειδικού καπνεργοστασίου νοείται η άδεια που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Επιβατικά αυτοκίνητα, στα οποία περιλαμβάνονται και τα αυτοκίνητα τύπου Jeep που πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές των Οδηγιών 98/69/ΕΚ Φάσης Β (L 350/28.12.1998) ή μεταγενέστερης, εξακολουθούν να υπάγονται στους συντελεστές τέλους ταξινόμησης που προβλέπονται από την περίπτωση α΄της παραγράφου 2 του άρθρου 121 του ν. 2960/2001, εφόσον μέχρι και 29.6.2011 τελωνισθούν και καταβληθούν γι’ αυτά, οι οφειλόμενες δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α) Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν. 1798/1988 (ΦΕΚ 166 Α΄) τροποποιούνται ως εξής: αα) Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης Α΄ αντικαθίσταται ως εξής: «A. Στους ανάπηρους Έλληνες πολίτες και πολίτες των άλλων κρατών − μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με κατοικία στην Ελλάδα, κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151 Α΄), ηλικίας άνω των τεσσάρων ετών, οι οποίοι:». ββ) Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης Β΄ αντικαθίσταται ως εξής: «Β. Στους τυφλούς Έλληνες πολίτες και πολίτες των άλλων κρατών − μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με κατοικία στην Ελλάδα κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε., που έχουν συμπληρώσει το 4ο έτος της ηλικίας τους, εφόσον έχουν ολική και από τους δύο οφθαλμούς τύφλωση, με ποσοστό αναπηρίας 100%.» γγ) Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης Γ΄ αντικαθίσταται ως εξής: «Γ. Στους άνω των τεσσάρων ετών Έλληνες πολίτες και πολίτες των άλλων κρατών − μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με κατοικία στην Ελλάδα, κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε., οι οποίοι:». β) Στο άρθρο 16 του ν. 1798/1988 προστίθεται νέα παράγραφος 8, ως εξής: «8. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.» γ) Η περίπτωση β΄της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν. 2227/1994 (ΦΕΚ 129 Α΄) καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 1567/1985 (ΦΕΚ 171 Α΄), όπως έχει αντικατασταθεί με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 10 του ν. 2443/1996 (ΦΕΚ 265 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής: «4. Από τις ναρκωτικές ουσίες που κατάσχονται από τις αρμόδιες αρχές κατά το άρθρο 41 του ν. 3459/2006 (ΦΕΚ 103 Α΄), σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, διατίθενται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών οι απολύτως αναγκαίες ποσότητες για την εκπαίδευση των τελωνειακών υπαλλήλων και των σκύλων ανιχνευτών ναρκωτικών ουσιών της Τελωνειακής Υπηρεσίας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Καινούρια φορτηγά αυτοκίνητα μικτού βάρους μέχρι και 3,5 τόνους, που πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές της Οδηγίας 98/69/ΕΚ «Φάση Β» ή μεταγενέστερης Οδηγίας ή Κανονισμού και παραλαμβάνονται σε αντικατάσταση επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης ή όμοιων φορτηγών, που αποσύρονται από την κυκλοφορία για καταστροφή, απαλλάσσονται του προβλεπόμενου από τις περιπτώσεις β΄, γ΄και ε΄της παραγράφου 1 του άρθρου 123 του ν. 2960/2001 τέλους ταξινόμησης ως εξής: α) για τα αυτοκίνητα των παραπάνω περιπτώσεων β΄ και γ΄κυλινδρισμού κινητήρα μέχρι και 1.600 κυβικά εκατοστά κατά 60% και για τα κυλινδρισμού κινητήρα πάνω από 1.600 μέχρι και 3.500 κυβικά εκατοστά κατά 50%, β) για τα αυτοκίνητα κυλινδρισμού κινητήρα μέχρι και 3.500 κυβικά εκατοστά της παραπάνω περίπτωσης ε΄κατά 40%. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται μόνο για αυτοκίνητα παλαιάς τεχνολογίας για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας στην Ελλάδα μέχρι 31.12.1998 και για τα οποία έχουν καταβληθεί τα τέλη κυκλοφορίας του έτους εντός του οποίου γίνεται η διαγραφή, καθώς και τυχόν οφειλομένων προηγούμενων ετών. Οι κοινές υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή της περίπτωσης δ΄της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του ν. 3899/2010, ισχύουν και για τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου.

Αθήνα, 31 Μαρτίου 2011
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ
ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Ι. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
Ε. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ Μ. ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Α. ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
Π. ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΣ Χ. ΠΑΜΠΟΥΚΗΣ
ΑΝΑΠΛ. ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Γ. ΚΟΥΤΡΟΥΜΑΝΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 31 Μαρτίου 2011
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΧAΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ