170 Α' 2011

ΝΟΜΟΣ 3996/2011

Αναμόρφωση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, ρυθμίσεις θεμάτων Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ Β΄ - ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ - ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΓΓΚΑ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΦΚΑ
05 Αυγούστου 2011

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 170
5 Αυγούστου 2011

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3996
Αναμόρφωση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, ρυθμίσεις θεμάτων Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΓΓΚΑ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΦΚΑ
Άρθρο 75Ρυθμίσεις προσωπικού ΓΓΚΑ και ΦΚΑΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 155 του ν. 3528/2007 έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην παρ. 1 του άρθρου 197 του ν. 3584/2007 (Α΄ 143) προστίθεται εδάφιο τρίτο ως εξής: «Αν το προσωπικό αυτό κατά τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας του δεν έχει συμπληρώσει τριάντα πέντε (35) έτη συνολική συντάξιμη υπηρεσία, όπως ορίζεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 159 του Κώδικα Κατάστασης Υπαλλήλων Δήμων και Κοινοτήτων (ν. 3584/2007, Α΄ 143), παρατείνεται η παραμονή του στην υπηρεσία, έως τη συμπλήρωση της υπηρεσίας αυτής και όχι πέραν του 67ου έτους της ηλικίας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατά την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων, η αίτηση γίνεται αποδεκτή, εφόσον υποβληθεί μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα εκείνου της δημοσίευσης του νόμου αυτού. Δυνατότητα ασκήσεως δικαιώματος έχουν και όσοι αυτοδικαίως έχουν απολυθεί από 1.10.2010, εφόσον δεν έχει εκδοθεί η πράξη συνταξιοδότησης, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι υπ’ αριθμ. 2/2880/0022/17.3.2010 (Β΄ 290), 2/2881/ 0022/16.3.2010 (Β΄ 290) και 36091/1332/ 3.3.2010 (Β΄ 262) αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και η υπ’ αριθμ. Φ.80427/ οικ.5506/833/17.3.2010 (Β΄ 289) απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης έχουν αναδρομική ισχύ από 1.1.2010. Η υπ’ αριθμ. 11961/ 448/30.8.2010 (Β΄ 1345) απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης έχει αναδρομική ισχύ από 1.7.2010.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ο δικηγόρος με έμμισθη εντολή του τέως ΤΑΞΥ που μεταφέρθηκε στο ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 3655/2008 (Α΄58), μεταφέρεται με την ίδια εργασιακή σχέση και οργανική θέση που κατέχει στο ΤΑΠΙΤ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης δύναται να διακόπτεται η διάθεση στο ΙΚΑ−ΕΤΑΜ δικηγόρων με έμμισθη εντολή, που είχαν διατεθεί από το ΕΤΕΑΜ στη νομική υπηρεσία του ΙΚΑΕΤΑΜ, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 57 του ν. 3655/2008 (Α΄58).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 32, της περίπτωσης δ΄ των άρθρων 47, 55, 65, 77, 111 και 120 του ν. 3655/2008 «Διοικητική και οργανωτική μεταρρύθμιση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις» (Α΄ 58), καθώς και οι διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παρ. 3 του άρθρου 4 του π.δ. 154/2006 «Οργανισμός Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών ΟΑΕΕ» (Α΄167) και του πέμπτου εδαφίου του άρθρου 13 του π.δ. 187/2007 «Οργανισμός του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων», αντικαθίστανται ως εξής: «την αξιολόγηση των προϊσταμένων των οργανικών μονάδων, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 318/1992, όπως ισχύει, καθώς και την αξιοποίηση και ανάπτυξη του υπηρετούντος προσωπικού».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

α. Η παρ. 1 του άρθρου 38 του π.δ. 213/1992 «Οργανισμός της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων» (Α΄102) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Των Διευθύνσεων, πλην αυτών που υπάγονται στις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου αυτού, προΐστανται υπάλληλοι του Κλάδου ΠΕ Κοινωνικής Ασφάλισης ή ΠΕ Οικονομικού.» β. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 38 του π.δ. 213/1992, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 44 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115), αντικαθίσταται ως εξής: «5. Των Τμημάτων προΐστανται υπάλληλοι του Κλάδου ΠΕ Κοινωνικής Ασφάλισης ή ΠΕ Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού − Λογιστικού, πλην των παρακάτω, που προΐστανται υπάλληλοι κλάδων που αναφέρονται στο καθένα.» γ. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 26 του ν. 3918/2011 (Α΄ 31) προστίθεται εδάφιο, ως εξής: «Διοικητικοί υπάλληλοι, προϊστάμενοι οργανικών μονάδων της ΥΠΕΔΥΦΚΑ, εφόσον δεν μεταφερθούν στον ΕΟΠΥΥ με την προαναφερόμενη απόφαση, τοποθετούνται σε κενές θέσεις προϊσταμένων αντίστοιχου επιπέδου της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΓΓΚΑ). Σε περίπτωση που οι εν λόγω θέσεις δεν επαρκούν, οι ανωτέρω θεωρούνται προϊστάμενοι μέχρι τη λήξη της θητείας τους και καταλαμβάνουν την πρώτη θέση προϊσταμένου αντίστοιχου επιπέδου οργανικής μονάδας που θα κενωθεί. Ως τότε, τους ανατίθενται καθήκοντα που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και διατηρούν κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων το αντίστοιχο μηνιαίο επίδομα θέσης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Το στοιχείο γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 44 του Οργανισμού του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ (π.δ. 266/1989, Α΄ 127), όπως αντικαταστάθηκε δυνάμει του άρθρου 34 του π.δ. 363/ 1992 (Α΄ 184) και ακολούθως τροποποιήθηκε δυνάμει του άρθρου 3 του π.δ. 302/2002 (Α΄ 268), αντικαθίσταται ως εξής: «γ. Στη Διεύθυνση Αναλογιστικών Μελετών και Στατιστικής προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Αναλογιστών ή κλάδου ΠΕ Διοικητικού−Οικονομικού με γνώση στο αντικείμενο».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Μετά την περίπτωση ιε΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 (Α΄309) προστίθεται περίπτωση ιστ΄ ως εξής: «ιστ. Οι ιατροί Διευθυντές που υπηρετούν στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ και μεταφέρονται στον ΕΟΠΥΥ.» Κατά την πρώτη εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, οι ανωτέρω υπόχρεοι υποβάλλουν δήλωση περιουσιακής κατάστασης μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από τη θέση του παρόντος άρθρου σε ισχύ. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του ν. 3213/2003.

Άρθρο 76Οργανωτικά θέματα ΓΓΚΑ και ΦΚΑΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στον Οργανισμό της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης εντάσσεται και το υφιστάμενο σε αυτή Γραφείο Νομικού Συμβούλου. Το Γραφείο αυτό είναι αυτοτελές, έχει δε τις αρμοδιότητες και λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην παρ. 7 του άρθρου 6 του ν. 3863/2010 (Α΄115) η καθοριζόμενη ημερομηνία αντικαθίσταται με την ημερομηνία 1.9.2011.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας της περίπτωσης δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 3863/2010 εντάσσεται με την προβλεπόμενη διάρθρωση στην υφιστάμενη Γενική Διεύθυνση Υπηρεσιών Υγείας του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ και στελεχώνεται με το πάσης φύσεως υπηρετούν προσωπικό της Διεύθυνσης Αναπηρίας και Κοινωνικής Εργασίας. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, η οποία εκδίδεται μέσα σε δύο (2) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος. Από την έναρξη ισχύος της ανωτέρω απόφασης, η Διεύθυνση Αναπηρίας και Κοινωνικής Εργασίας καταργείται. Μετά την ολοκλήρωση της ένταξης των Περιφερειακών Υπηρεσιών και των Μονάδων Υγείας του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ στον Εθνικό Οργανισμό Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ) η Γενική Διεύθυνση Υπηρεσιών Υγείας του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ καταργείται και αντίστοιχα η Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας εντάσσεται στη Γενική Διεύθυνση Ασφαλιστικών Υπηρεσιών του Ιδρύματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Από τις οργανικές θέσεις μόνιμου προσωπικού του κλάδου ΥΕ Προσωπικού Καθαριότητας που έχουν κατανεμηθεί στις Περιφερειακές Υπηρεσίες του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ διακόσιες πενήντα (250) κενές μεταφέρονται και προσαυξάνουν τις θέσεις του κλάδου ΤΕ Διοικητικού – Λογιστικού των ανωτέρω υπηρεσιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μετά από γνώμη του Δ.Σ. του ΟΑΕΕ, δύναται να λειτουργούν Γραφεία του ΟΑΕΕ σε περιοχές που δεν εδρεύουν Υπηρεσίες του Οργανισμού, τα οποία ανήκουν οργανικά στα Τμήματα του ΟΑΕΕ που έχουν την κατά τόπο αρμοδιότητα των περιοχών που λειτουργούν, για την καλύτερη εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων. Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι αρμοδιότητες των Γραφείων αυτών, ο αριθμός των υπηρετούντων υπαλλήλων, οι Υπηρεσίες του Οργανισμού στις οποίες θα ανήκουν οργανικά, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Για την υποβοήθηση του έργου του Διευθύνοντος Συμβούλου της ΗΔΙΚΑ, συνιστώνται μία (1) θέση ειδικού συμβούλου και δύο (2) θέσεις ειδικών συνεργατών με σχέση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Οι ανωτέρω πρέπει να έχουν πτυχίο Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της ημεδαπής ή ισότιμο πτυχίο της αλλοδαπής. Η πρόσληψη γίνεται με απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου, η δε διάρκειά της καθορίζεται στους έξι (6) μήνες, με δυνατότητα διακοπής ή ανανέωσής της με όμοια απόφαση. Ο εν λόγω Ειδικός Σύμβουλος και οι Ειδικοί Συνεργάτες αποχωρούν αυτοδίκαια χωρίς άλλη διαδικασία και ταυτόχρονα με την αποχώρηση για οποιονδήποτε λόγο του προσώπου που τους προσέλαβε, χωρίς να γεννάται δικαίωμα αποζημίωσης ή οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα ή αξίωση. Η αμοιβή τους, καθώς και των συμβούλων του ΟΠΑΔ καθορίζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της υ.α. 2/70403/0022/2006 (ΦΕΚ 142/ΥΟΔΔ), όπως εκάστοτε ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι διατάξεις του άρθρου 19 παρ.1 περίπτωση β΄ του ν. 2556/1997 (Α΄270) έχουν εφαρμογή και για το Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ιδιωτικού Τομέα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Α. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 20 του ν. 3863/ 2010 ( Α΄ 115) αντικαθίστανται ως εξής: «3. Η καταβολή της αμοιβής των ανωτέρω προσώπων από κάθε νομικό πρόσωπο που πληροί τις προϋποθέσεις ή φυσικό πρόσωπο που δέχεται ή χρησιμοποιεί τις εργασίες ή τις υπηρεσίες τους, καθώς και των εισφορών (εργοδότη και εργαζόμενου) που αναλογούν και η απόδοσή τους υπέρ του οικείου φορέα κοινωνικής ασφάλισης (ΦΚΑ), γίνεται με τους παρακάτω τρόπους: α. Με την έκδοση ειδικού εργοσήμου υπό τύπο επιταγής. β. Μέσω λογαριασμών που τηρούν ο εργοδότης και ο εργαζόμενος σε παρόχους υπηρεσιών πληρωμών. γ. Με κατάθεση και είσπραξη μετρητών σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. δ. Με ειδικού τύπου έμβασμα κατά την έννοια των άρθρων 1 και 4 παράγραφος 3 του ν. 3862/2010 (Α΄ 113) Το ειδικό εργόσημο δύναται να διατίθεται στον εργοδότη με καταβολή του αντίστοιχου ποσού, από τα κατά τόπους υποκαταστήματα των ΦΚΑ, από τις συνεργαζόμενες με τους φορείς τράπεζες και τα υποκαταστήματά τους, από τα Ελληνικά Ταχυδρομεία, από τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών και από οποιονδήποτε άλλο φορέα ή δίκτυο έπειτα από απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Στο τέλος κάθε έτους ο ΦΚΑ στέλνει ετήσια συγκεντρωτική κατάσταση σε εργοδότη και εργαζόμενο. 4. Η διαδικασία που τηρείται για την καταβολή και την είσπραξη της αμοιβής των ανωτέρω προσώπων, καθώς και για την παρακράτηση και απόδοση των εισφορών στους οικείους ΦΚΑ, ο τύπος και τα αναγραφόμενα στο εργόσημο στοιχεία, το ποσό των εισφορών που αναλογούν στην αμοιβή, την είσπραξη και απόδοσή τους στους οικείους ΦΚΑ, ο τύπος και τα τεχνικά χαρακτηριστικά διασφάλισης της γνησιότητας του εργοσήμου, καθώς και οι προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ή στοιχείο για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ύστερα από γνώμη των κατά περίπτωση αρμόδιων Διοικητικών Συμβουλίων των φορέων.» Β. Στο άρθρο 22 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115) προστίθεται παράγραφος 6Α ως ακολούθως: «6Α. Οι ασφαλιστικές εισφορές για τους μήνες ασφάλισης κάθε έτους, όπως αυτοί υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 υπολογίζονται με βάση τα ποσά ασφαλιστικών εισφορών που ισχύουν κατά το έτος αυτό, ανάλογα με την ασφαλιστική κατηγορία του απασχολούμενου και εξοφλούνται από τα ποσά που έχουν παρακρατηθεί εντός του έτους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 20 και την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, από τις αμοιβές του απασχολούμενου. Στην περίπτωση των απασχολουμένων που ασφαλίζονται στον ΟΓΑ για ολόκληρο το έτος και εφόσον τα παρακρατούμενα εντός του έτους ποσά δεν επαρκούν για την εξόφληση των ασφαλιστικών εισφορών ολόκληρου του έτους, οι υπόλοιπες οφειλόμενες για το έτος αυτό εισφορές καταβάλλονται υποχρεωτικά, σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 12 και 14 του π.δ. 78/1998 (Α΄ 72). Στην περίπτωση των απασχολουμένων με χρόνο ασφάλισης κάτω των έξι (6) μηνών ετησίως, εάν τα παρακρατούμενα εντός εκάστου έτους ποσά δεν επαρκούν για την εξόφληση των ασφαλιστικών εισφορών των μηνών ασφάλισης του έτους, όπως αυτοί έχουν υπολογιστεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5, ισχυροί μήνες ασφάλισης θεωρούνται μόνο οι μήνες οι οποίοι έχουν εξοφληθεί κατά τα ανωτέρω, μη αναζητουμένων από τον ΟΓΑ των εισφορών για τους υπόλοιπους μη εξοφλημένους μήνες του έτους. Οι εισφορές αυτές δύναται να εξοφληθούν, σύμφωνα με τα ισχύοντα κατά το χρόνο καταβολής ποσά εισφορών, μόνο κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, η οποία πρέπει να υποβληθεί πριν από την επέλευση ασφαλιστικού κινδύνου. Ποσά εισφορών που έχουν παρακρατηθεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 20 και την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου δεν επιστρέφονται σε καμία περίπτωση. Πλεονάζουσες ανά έτος παρακρατηθείσες εισφορές δεν μεταφέρονται σε άλλο έτος, ούτε συμψηφίζονται με οφειλόμενες εισφορές ή άλλες οφειλές του απασχολούμενου στον ΟΓΑ, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που ο απασχολούμενος της παραγράφου 1 περίπτωση β΄ του άρθρου 20 είναι κατά το ίδιο έτος ασφαλισμένος του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών ως αυτοτελώς απασχολούμενος σε άλλες ασφαλιζόμενες στον ΟΓΑ εργασίες. Στις περιπτώσεις αυτές, οι παρακρατηθείσες με εργόσημο εισφορές συμψηφίζονται με τις ασφαλιστικές εισφορές του ασφαλισμένου για το ίδιο έτος. Πλεονάζουσες για το έτος αυτό εισφορές δεν επιστρέφονται, αλλά ο ασφαλισμένος κατατάσσεται σε μεγαλύτερη ασφαλιστική κατηγορία, ανάλογα με το σύνολο των εισφορών που έχουν καταβληθεί.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 3965/2011 (Α΄ 113) αντικαθίσταται ως εξής: «Οι ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, από 2.3.2011, και στους λοιπούς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και για όλους τους εκκρεμείς λογαριασμούς του Οργανισμού Περίθαλψης Ασφαλισμένων του Δημοσίου (ΟΠΑΔ).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 9 του άρθρου 21 του ν. 2362/1995 (Α΄ 247), όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με την περίπτωση α΄ της παρ. 3 του άρθρου 50 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Ειδικά για τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης, τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας, τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού και τον Οργανισμό Εργατικής Εστίας και μόνο για το έτος 2011, όλες οι πιστώσεις του προϋπολογισμού αναλαμβάνονται για ολόκληρο το ποσό από την έναρξη του οικονομικού έτους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Η παρ. 4 του άρθρου 19 του ν. 3918/2011 (Α΄31) αντικαθίσταται ως εξής: «4. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας του Οργανισμού τα λειτουργικά του έξοδα καλύπτονται ύστερα από απόφαση του Δ.Σ. αυτού, από πιστώσεις του Κλάδου Ασθένειας του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ και του ΟΠΑΔ και βαρύνουν τους εν λόγω Οργανισμούς. Η απόφαση του Δ.Σ. του ΕΟΠΥΥ υλοποιείται από τη Διοίκηση και τις αρμόδιες υπηρεσίες των υπόχρεων κατά τα παραπάνω Ασφαλιστικών Φορέων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Στο άρθρο 33 του ν. 3918/2011 (Α’ 31) προστίθεται παράγραφος 12 ως εξής: «12. Οι ιατροί, οι οποίοι έχουν υποβάλει αίτηση για ειδίκευση στις Υπηρεσίες Νοσοκομειακής Υποστήριξης του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ της παρ. 1 του άρθρου 32 του ν. 3918/2011 (Α΄ 31) μέχρι την 31.5.2011, τοποθετούνται στα Νοσοκομεία (φορείς υποδοχής) στα οποία εντάχθηκαν οι προαναφερόμενες Υπηρεσίες, σε προσωποπαγείς θέσεις, εφόσον κατά το χρόνο τοποθέτησής τους δεν έχει κενωθεί οργανική θέση της αντίστοιχης ειδικότητας. Η εκπαίδευση των ιατρών για την απόκτηση ειδικότητας μπορεί να πραγματοποιηθεί σε τμήματα του φορέα υποδοχής ή άλλων νοσοκομείων της ίδιας Υγειονομικής Περιφέρειας, με ευθύνη των οικείων Επιστημονικών Διευθυντών, σύμφωνα με τις ανάγκες και τις εκπαιδευτικές δυνατότητές τους. Η τοποθέτηση σε προσωποπαγή ή κενή οργανική θέση πραγματοποιείται, όταν ολοκληρώνει την ειδίκευσή του και αποχωρεί ιατρός της αντίστοιχης ειδικότητας, σύμφωνα με τη σειρά προτεραιότητας και μέχρι εξαντλήσεως αυτής.»

Άρθρο 77Ρυθμίσεις για Συλλογικά Όργανα ΦΚΑΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 23 του ν. 3655/ 2008 (Α΄ 58), προστίθεται περίπτωση Δ΄ ως ακολούθως: «Δ) Η Τ.Δ.Ε. της Περιφερειακής Διεύθυνσης Επικουρικής Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών αποτελείται από: α) Έναν (1) υπάλληλο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, με βαθμό Α΄, ως Πρόεδρο. β) Έναν (1) υπάλληλο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ως μέλος. γ) Τρεις (3) εκπροσώπους των ασφαλισμένων, που προτείνονται σε τριπλάσιο αριθμό από κάθε οργάνωση, εκ των οποίων ένας (1) από τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.), ένας (1) από την Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.) και ένας (1) από τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Αυτοκινητιστών Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Α.Ε.), ως μέλη.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η υποπερίπτωση β΄ της περίπτωσης Β΄ της παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 3655/2008 αντικαθίσταται ως εξής: «β) Έναν (1) εκπρόσωπο των ασφαλισμένων του Τομέα Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ, ως μέλος. Τον ανωτέρω εκπρόσωπο μαζί με τον αναπληρωτή του, που διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, επιλέγει η ΓΕΝΟΠ−ΔΕΗ. Σε περίπτωση μη υποβολής της σχετικής πρότασης, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης προβαίνει στο διορισμό των προσώπων αυτών κατά την κρίση του. Μέχρι τη λήξη της θητείας των λοιπών μελών της ανωτέρω Επιτροπής, η επιλογή του εκπροσώπου των ασφαλισμένων και του αναπληρωτή του γίνεται μεταξύ των ήδη συμμετεχόντων στην Επιτροπή εκπροσώπων των ασφαλισμένων του Τομέα Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ.» Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από την πρώτη ημέρα του μεθεπόμενου μήνα εκείνου της δημοσίευσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 118 του ν. 3655/ 2008 αντικαθίσταται ως εξής: «β) Έξι (6) εκπροσώπους των ασφαλισμένων, που προτείνονται: τρεις (3) από την ΑΔΕΔΥ, ένας (1) από την ΠΟΕ−ΟΤΑ, ένας (1) από τους ασφαλισμένους του ενταχθέντος ΤΠΟΕΚΕ, που προτείνεται από τον Ιερό Σύνδεσμο Κληρικών Ελλάδος (ΙΣΚΕ) και ένας (1) από τους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., που προτείνεται από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Προσωπικού Οργανισμών Κοινωνικής Πολιτικής (ΠΟΠΟΚΠ), με τους αναπληρωτές τους.» Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από την πρώτη του μεθεπόμενου μήνα εκείνου της δημοσίευσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, εκδίδεται κανονισμός με τον οποίο ρυθμίζονται όλα τα θέματα αρμοδιότητας και λειτουργίας των Τοπικών Διοικητικών Επιτροπών του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο τέλος της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 3655/2008 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ως εκπρόσωποι των εργοδοτών δεν ορίζονται πρόσωπα τα οποία έχουν την ιδιότητα του ασφαλισμένου του ΤΑΥΤΕΚΩ.» Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από την πρώτη του τρίτου μήνα μετά το μήνα δημοσίευσης του νόμου αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στα Διοικητικά Συμβούλια των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΓΓΚΑ), διορίζονται ως Κυβερνητικοί Επίτροποι Προϊστάμενοι Γενικής Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης ή Τμήματος της ΓΓΚΑ και ως μέλη Προϊστάμενοι Διεύθυνσης ή Τμήματος της ΓΓΚΑ ή υπάλληλοι ΠΕ κατηγορίας με πενταετή υπηρεσία στη ΓΓΚΑ. Στις Διοικούσες Επιτροπές του άρθρου 29 του ν. 3655/2008 (Α΄ 58), υπάλληλοι της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων που διορίζονται ως μέλη, απαιτείται να είναι ΠΕ κατηγορίας με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία στη ΓΓΚΑ. Για το ΙΚΑ−ΕΤΑΜ και τον ΟΓΑ εξακολουθούν να ισχύουν για το διορισμό ως Κυβερνητικού Επιτρόπου και μέλους οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις αντίστοιχες διατάξεις των Φορέων αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α. Το ΙΚΑ−ΕΤΑΜ διοικείται από δεκαπενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο, που αποτελείται από: αα) Τον Διοικητή του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ ως Πρόεδρο, που αναπληρώνεται από το νόμιμο αναπληρωτή του. ββ) Τρεις (3) εκπροσώπους των ασφαλισμένων που προτείνονται από τη ΓΣΕΕ, με τους αναπληρωτές τους. γγ) Τρεις (3) εκπροσώπους των εργοδοτών, που προτείνονται από το Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ), την Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) και το Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), με τους αναπληρωτές τους. δδ) Εναν (1) εκπρόσωπο των συνταξιούχων, που προτείνεται από την Ομοσπονδία Συνταξιούχων Ελλάδος ΙΚΑ και Επικουρικών Ταμείων Μισθωτών, με τον αναπληρωτή του. εε) ΄Εναν (1) υπάλληλο του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, διοικητικό ή υγειονομικό, ανάλογα με τη φύση των συζητούμενων θεμάτων, που προτείνεται, ο μεν διοικητικός από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων ΙΚΑ (ΠΟΣΕ−ΙΚΑ), ο δε υγειονομικός από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Υγειονομικών Υπαλλήλων ΙΚΑ και την Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Επιστημονικού Υγειονομικού Προσωπικού ΙΚΑ (ΠΟΣΕΥΠΙΚΑ). στστ) Έναν (1) υπάλληλο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Eργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Προϊστάμενο Διεύθυνσης της ΓΓΚΑ, με τον αναπληρωτή του. ζζ) Έναν (1) υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομικών, Προϊστάμενο Διεύθυνσης, με τον αναπληρωτή του. ηη) Tέσσερις (4) ειδικούς επιστήμονες που έχουν εμπειρία και κατάρτιση σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης ή κοινωνικής πολιτικής ή σε θέματα οικονομικά ή διοίκησης και οργάνωσης, με τους αναπληρωτές τους. β. Οι εκπρόσωποι των ασφαλισμένων, των εργοδοτών και των συνταξιούχων, καθώς και ο υπάλληλος του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ διορίζονται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κατόπιν προτάσεων που υποβάλλονται από τις ανωτέρω συνδικαλιστικές ή επαγγελματικές οργανώσεις ή σωματεία εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την έγγραφη ειδοποίησή τους. Σε περίπτωση μη υποβολής των σχετικών προτά σεων εντός της ανωτέρω προβλεπόμενης προθεσμίας, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης προβαίνει στο διορισμό των εκπροσώπων αυτών κατά την κρίση του. γ. Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου συμμετέχει χωρίς δικαίωμα ψήφου ως Κυβερνητικός Επίτροπος ο εκάστοτε Γενικός Γραμματέας της ΓΓΚΑ, που αναπληρώνεται από Προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης της ΓΓΚΑ. δ. Ο Πρόεδρος, ο Κυβερνητικός Επίτροπος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου με τους αναπληρωτές τους διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με τριετή θητεία και δεν επιτρέπεται η εκλογή ή ο διορισμός τους για περισσότερες από τρεις συνεχείς θητείες. ε. Χρέη γραμματέα του Διοικητικού Συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος του ΙΚΑ− ΕΤΑΜ που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Διοικητή του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ. στ. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται. ζ. Για κάθε άλλο θέμα, σχετικό με το Διοικητικό Συμβούλιο, που δεν ρυθμίζεται με τις διατάξεις αυτές, έχουν εφαρμογή οι κείμενες διατάξεις για το ΙΚΑ – ΕΤΑΜ και συμπληρωματικά οι διατάξεις των άρθρων 13, 14 και 15 του ν. 2690/1999 (Α΄ 45). η. Το νέο Διοικητικό Συμβούλιο του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ συγκροτείται εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Το ήδη υφιστάμενο Διοικητικό Συμβούλιο νομίμως λειτουργεί μέχρι τη συγκρότησή του νέου Διοικητικού Συμβουλίου. θ. Ο Διοικητής του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, ο οποίος έχει επιλεγεί με τη διαδικασία του άρθρου 49Α του Κανονισμού της Βουλής, νομίμως συνεχίζει να ασκεί τα καθήκοντά του μέχρι τη λήξη της θητείας του, όπως αυτή καθορίσθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του τέταρτου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 44 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στο τέλος της υποπερίπτωσης 6 της περίπτωσης Δ΄ της παραγράφου II του άρθρου 186 του ν. 3852/2010 (Α΄87), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Από τις ανωτέρω αρμοδιότητες, εξαιρείται η αρμοδιότητα συγκρότησης των Διοικητικών Συμβουλίων των Ασφαλιστικών Οργανισμών που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, των Τοπικών Διοικητικών Επιτροπών των Υποκαταστημάτων του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ Νομού Αττικής, των Τοπικών Διοικητικών Επιτροπών των Περιφερειακών Διευθύνσεων του ΟΑΕΕ Νομού Αττικής, η οποία ασκείται από τον αρμόδιο Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, των συλλογικών οργάνων της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των Ασφαλιστικών Οργανισμών, σε όποιες περιπτώσεις προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις ότι η αρμοδιότητα συγκρότησής τους ανήκει στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, καθώς και η αρμοδιότητα συγκρότησης των Υγειονομικών Επιτροπών των Ασφαλιστικών Οργανισμών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 7 του ν.δ. 3710/1957 (Α΄100), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 48 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Από τις ανωτέρω αρμοδιότητες εξαιρείται η εκδίκαση υποθέσεων σχετικά με την προσαύξηση ποσοστού αναπηρίας, σύμφωνα με την περίπτωση στ΄ της παρ. 5 του άρθρου 28 του ν. 1846/1951, όπως ισχύει.»

Άρθρο 78Υπηρεσιακά ΣυμβούλιαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Συστήνονται στους Φορείς «Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ιδιωτικού Τομέα (ΤΕΑΙΤ)» και «Ταμείο Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα (ΤΑΠΙΤ)» Υπηρεσιακά Συμβούλια, αρμόδια για το προσωπικό εκάστου Φορέα, με έδρα την αντίστοιχη κεντρική υπηρεσία του Φορέα. Η συγκρότηση και ο ορισμός των μελών των ανωτέρω Υπηρεσιακών Συμβουλίων γίνεται σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου πέμπτου του ν. 3839/2010 (Α΄ 51), μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μέχρι τη συγκρότηση των ΣΕΠ και των Υπηρεσιακών Συμβουλίων που προβλέπονται στα άρθρα 158 και 159 του Υ.Κ., όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο δεύτερο του ν. 3839/ 2010. Στα ως άνω Υπηρεσιακά Συμβούλια και μέχρι την εκλογή των αιρετών εκπροσώπων των υπαλλήλων, μόνιμων και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μετέχουν δύο (2) εκπρόσωποι των υπαλλήλων με ισάριθμους αναπληρωτές με βαθμό Α΄, οι οποίοι υποδεικνύονται από την ΠΟΠΟΚΠ, εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την έγγραφη ειδοποίηση των Φορέων ΤΕΑΙΤ και ΤΑΠΙΤ. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου, ως ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας εκλογής των εκπροσώπων των υπαλλήλων, μόνιμων και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ορίζεται η πρώτη του δεύτερου μήνα μετά το μήνα δημοσίευσης του παρόντος. Με την ημερομηνία αυτή, για το πρώτο έτος εφαρμογής, προσαρμόζονται αντίστοιχα οι προθεσμίες της αριθ. ΔΙΚΠΡ/Φ80/30/8703/16.9.1988 (Β΄ 684) απόφασης του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης, όπως αυτή ισχύει. Κατά την πρώτη εφαρμογή, η θητεία των αιρετών εκπροσώπων λήγει στις 31.12.2012. Τα ανωτέρω Υπηρεσιακά Συμβούλια είναι αρμόδια για την επιλογή προϊσταμένων Διευθύνσεων, Τμημάτων και αυτοτελών Γραφείων ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικών μονάδων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου πέμπτου του ν. 3839/2010, καθώς και για την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων των ως άνω Φορέων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το Β΄ Κοινό Υπηρεσιακό Συμβούλιο, αρμόδιο για το προσωπικό των Ταμείων Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων και Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολουμένων στα Σώματα Ασφαλείας, η σύσταση του οποίου προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 123 του ν. 3655/2008 (Α΄ 58), μετονομάζεται σε «Κοινό Υπηρεσιακό Συμβούλιο».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Συστήνεται στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών (ΕΤΕΑΜ) Υπηρεσιακό Συμβούλιο, αρμόδιο για το προσωπικό του. Η συγκρότηση και ο ορισμός μελών του ανωτέρω Υπηρεσιακού Συμβουλίου γίνεται σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου πέμπτου του ν. 3839/2010 (Α΄ 51), μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μέχρι τη συγκρότηση των ΣΕΠ και των Υπηρεσιακών Συμβουλίων που προβλέπονται στα άρθρα 158 και 159 του Υ.Κ., όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο δεύτερο του ν. 3839/2010. Στο ως άνω Υπηρεσιακό Συμβούλιο και μέχρι την εκλογή των αιρετών εκπροσώπων των υπαλλήλων, μόνιμων και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μετέχουν δύο (2) εκπρόσωποι των υπαλλήλων με ισάριθμους αναπληρωτές με βαθμό Α΄, οι οποίοι υποδεικνύονται από την ΠΟΠΟΚΠ, εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την έγγραφη ειδοποίηση του ΕΤΕΑΜ. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου, ως ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας εκλογής των εκπροσώπων των υπαλλήλων, μόνιμων και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ορίζεται η πρώτη του δεύτερου μήνα μετά το μήνα δημοσίευσης του παρόντος. Μετά την ημερομηνία αυτή, για το πρώτο έτος εφαρμογής, προσαρμόζονται αντίστοιχα οι προθεσμίες της αριθ. ΔΙΚΠΡ/Φ80/30/8703/16.9.1988 (Β΄ 684) απόφασης του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης, όπως αυτή ισχύει. Κατά την πρώτη εφαρμογή, η θητεία των αιρετών εκπροσώπων λήγει στις 31.12.2012. Το ανωτέρω Υπηρεσιακό Συμβούλιο είναι αρμόδιο για την επιλογή προϊσταμένων Διευθύνσεων, Τμημάτων και αυτοτελών Γραφείων ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικών μονάδων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου πέμπτου του ν. 3839/2010, καθώς και για την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων του ως άνω Φορέα. Επίσης, το Υπηρεσιακό Συμβούλιο του ΕΤΕΑΜ είναι αρμόδιο για την εξέταση των εκκρεμών υποθέσεων ενώπιον του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της ΓΓΚΑ, στο οποίο υπαγόταν το προσωπικό του ΕΤΕΑΜ.

Άρθρο 79Θέματα αξιοποίησης κινητής και ακίνητης περιουσίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 38 του π.δ. 715/ 1979 (Α΄212), όπου αναφέρονται οι λέξεις «πέντε» ετών αντικαθίστανται από τις λέξεις «δώδεκα» ετών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παρ. 4 του άρθρου 7 του π.δ. 34/1995 (Α΄ 34) εφαρμόζεται και στις μισθώσεις και εκμισθώσεις ακινήτων που διέπονται από τις διατάξεις του π.δ. 715/1979.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο τέλος της παρ. 19 του άρθρου 7 του ν. 2741/ 1999 (Α΄ 199) προστίθενται εδάφια ως ακολούθως: «Ειδικότερα στις κατά τα ανωτέρω παρατάσεις μισθώσεων, αλλά και σε κάθε περίπτωση αναπροσαρμογής μισθώματος, όπου εκμισθωτής είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, το ετήσιο μίσθωμα δεν μπορεί να καθορισθεί κατώτερο από το 4,8% της εκάστοτε ισχύουσας αντικειμενικής αξίας του μισθίου ή της αγοραίας αξίας στις περιοχές που δεν ισχύει το σύστημα προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων με αντικειμενικά κριτήρια. Στις μισθώσεις ειδικών κτιρίων, ακάλυπτων χώρων, καθώς και κτιρίων στην περιοχή των οποίων υπάρχει δυσμενής εξέλιξη των μισθωτικών συνθηκών, το ετήσιο μίσθωμα μπορεί να συμφωνηθεί και κατώτερο του ως άνω αναφερομένου, με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, μετά από εκτίμηση του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών (ΣΟΕ). Στις ως άνω περιπτώσεις, δεν εφαρμόζεται το τρίτο εδάφιο της παραγράφου αυτής. Σε κάθε περίπτωση, το μηνιαίο μίσθωμα θα πρέπει να είναι ανάλογο με τα ισχύοντα στην αγορά. Μισθώσεις ακινήτων με εκμισθωτή Ν.Π.Δ.Δ., αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, οι οποίες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, βρίσκονται εν ισχύ, δύνανται να τροποποιηθούν σύμφωνα με τα ανωτέρω.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 3586/2007, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «3. Επίσης, οι ΦΚΑ δύνανται, με αποφάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων τους, να επενδύουν, μέχρι ποσοστού 10% του ποσού που προκύπτει από το συνυπολογισμό των στοιχείων της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου σε προθεσμιακές καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής, καθώς και σε τίτλους Ελληνικού Δημοσίου της παραγράφου 1α του άρθρου 3, ετήσιας ή μικρότερης διάρκειας, με απόδοση μεγαλύτερη από την απόδοση του Κοινού Κεφαλαίου, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί κατά την τελευταία διαχειριστική χρήση, μόνο από την πρωτογενή αγορά, με θεματοφύλακα την Τράπεζα της Ελλάδος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η διενέργεια εκ μέρους των ΦΚΑ προθεσμιακών καταθέσεων, καθώς και η ανάθεση της ταμειακής τους διαχείρισης σε πιστωτικό ίδρυμα, με βάση τα αναφερόμενα στο άρθρο 5 του ν. 3587/2007, διενεργούνται με απόφαση του Δ.Σ., μετά από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, στην οποία καθορίζονται τα κριτήρια επιλογής. Στη σύμβαση που καταρτίζεται καθορίζονται, κατά περίπτωση, το ύψος του επενδυόμενου ποσού και η χρονική διάρκεια της κατάθεσης, το ύψος του επιτοκίου, οι όροι και οι προϋποθέσεις της ανάθεσης, η διάρκεια της σύμβασης, οι προμήθειες, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η ακίνητη περιουσία του πρώην Ταμείου Ασφάλισης Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων (ΤΑΝΠΥ) κατανέμεται σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου μεταξύ του Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων του ΟΑΕΕ και του Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Υπαλλήλων Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτορείων (ΤΕΑΥΝΤΠ) του ΤΕΑΙΤ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Το οικόπεδο επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας 175 που έχει παραχωρηθεί από το Δημόσιο δυνάμει της υπ’ αριθμ. 2990/6.2.1958 απόφασης του Υπουργού Κοινωνικής Πρόνοιας, με το επ’ αυτού κτίσμα περιέρχεται χωρίς όρους στον Τομέα Υγείας Υγειονομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (ΕΤΑΑ). Τα έσοδα από την εκμετάλλευσή του χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες του σκοπού της Στέγης Υγειονομικών, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 3232/2004 και στην κατ’ εξουσιοδότηση αυτού Φ.40042/5038/374/2005 απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας (Β΄ 280).

Άρθρο 80ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α.ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), που προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 18 του ν. 3846/2010 (Α΄ 66), αντικαθίσταται ως εξής: «Η επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης της κείμενης νομοθεσίας κατά τη διενέργεια του ελέγχου».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 3 του άρθρου 32 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), όπως έχει τροποποιηθεί με την παράγραφο 3 του άρθρου 18 του ν. 3846/2010 (Α΄ 66), αντικαθίσταται ως ακολούθως: «3. Ο έλεγχος των υπηρεσιών υγείας που παρέχονται προς τους ασφαλισμένους των ασφαλιστικών οργανισμών ή του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. διενεργείται στα φαρμακεία, νοσοκομεία, ιδιωτικές κλινικές και κάθε φορέα παροχής υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας από το προσωπικό της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α.. Στους ελέγχους αυτούς δύναται να συμμετέχουν και υπάλληλοι των ασφαλιστικών οργανισμών ή του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.. Ο έλεγχος αφορά στην παρακολούθηση των όρων των συμβάσεων ασφαλιστικών οργανισμών με τους παρόχους υγείας, στην πιστή τήρηση των ισχυουσών διατάξεων των κανονισμών παροχής υγειονομικής περίθαλψης και γενικά στην τήρηση της νομοθεσίας που διέπει την παροχή ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης. Για κάθε έλεγχο υποβάλλεται πόρισμα από τις αρμόδιες Διευθύνσεις στον Γενικό Επιθεωρητή της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. το οποίο διαβιβάζεται στους ασφαλιστικούς οργανισμούς, τον Ο.Π.Α.Δ. ή τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., καθώς και στην Αρμόδια Εισαγγελική Αρχή, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο, σύμφωνα με τις προτάσεις των ελεγκτών που διενήργησαν τον έλεγχο. Για την αποστολή των πορισμάτων στους ασφαλιστικούς οργανισμούς και στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή δεν απαιτείται σύμφωνη γνώμη του Γενικού Επιθεωρητή της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α.. Σε περίπτωση που από τον έλεγχο διαπιστωθεί παράβαση της κείμενης νομοθεσίας, ο Γενικός Επιθεωρητής της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. επιβάλλει τις οριζόμενες από το π.δ. 121/2008 (Α΄ 183) χρηματικές κυρώσεις, καθώς και τις χρηματικές κυρώσεις της περίπτωσης Ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του ν. 3846/2010, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Οι ανωτέρω χρηματικές κυρώσεις επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση του Γενικού Επιθεωρητή της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α., κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας Διεύθυνσης, μετά την παροχή σχετικών εξηγήσεων, οι οποίες υποβάλλονται εγγράφως, μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την ημέρα που αυτοί που τους αφορά έλαβαν το σχετικό έγγραφο, για παροχή εξηγήσεων και στο οποίο υποχρεωτικά αναφέρεται η διαπραχθείσα παράβαση. Κατά της απόφασης αυτής μπορεί να ασκηθεί μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον της Επιτροπής Ενστάσεων της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του ν. 3846/2010. Η προθεσμία για την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης επιβολής χρηματικών κυρώσεων, μέχρι την έκδοση της απόφασης από την Επιτροπή Ενστάσεων. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ενστάσεων είναι άμεσα εκτελεστές. Τα έσοδα από τα επιβαλλόμενα κατά τα ανωτέρω χρηματικά ποσά εισπράττονται από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, σύμφωνα με τις διατάξεις περί είσπραξης δημοσίων εσόδων (ΚΕΔΕ) ή μέσω των λογαριασμών που υποβάλλουν προς εξόφληση τα φαρμακεία, διαγνωστικά κέντρα και ιδιωτικές κλινικές. Ο Γενικός Επιθεωρητής της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. επιβάλλει πέραν των ως άνω χρηματικών κυρώσεων και τις λοιπές κυρώσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 3 του άρθρου 2, την παράγραφο 3 του άρθρου 3 και την παράγραφο 15 του άρθρου 4 του π.δ. 121/2008, καθώς και από την περίπτωση Ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του ν. 3846/2010. Οι χρηματικές διοικητικές αυτές κυρώσεις, μπορούν να επιβληθούν σωρευτικά με τις λοιπές διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλει ο Γενικός Επιθεωρητής. Οι υπάλληλοι της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ενεργούν ως ανακριτικοί υπάλληλοι και έχουν πρόσβαση σε κάθε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή είναι χρήσιμο για την άσκηση του έργου τους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παράγραφος 3 του άρθρου 2 του π.δ. 121/2008, όπως έχει τροποποιηθεί δυνάμει της παραγράφου 1 περίπτωσης Α΄ του άρθρου 32 του ν. 3846/2010 ( Α΄ 66), αντικαθίσταται ως ακολούθως: «3. Η μη τήρηση των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, ανεξάρτητα τυχόν ποινικών ευθυνών και διοικητικών κυρώσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, αποτελεί: Για τους ιατρούς του Ε.Σ.Υ., καθώς και για τους ιατρούς μονίμους ή επί συμβάσει των ασφαλιστικών οργανισμών, πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο επιβάλλονται κυρώσεις σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία για κάθε κατηγορία. Για τους ιατρούς τους συμβεβλημένους με τους ασφαλιστικούς οργανισμούς ή τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. λόγο προσωρινού αποκλεισμού από την παροχή υπηρεσιών σε ασφαλισμένους των φορέων από τέσσερις (4) μέχρι δώδεκα (12) μήνες ή οριστικής καταγγελίας της σύμβασης, για το συγκεκριμένο ασφαλιστικό οργανισμό ή και οποιονδήποτε άλλον ασφαλιστικό φορέα έχει συνάψει σύμβαση, ανάλογα με τη συχνότητα και σοβαρότητα αυτής, καθώς και λόγο αποκλεισμού κάθε μελλοντικής συνεργασίας με τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Για τους μη συμβεβλημένους ιατρούς λόγο αποκλεισμού κάθε συνεργασίας με τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Η απόφαση για τον προσωρινό αποκλεισμό ή την οριστική καταγγελία της σύμβασης ή για αποκλεισμό κάθε μελλοντικής συνεργασίας εκδίδεται κατά περίπτωση ανάλογα με το όργανο που έχει διαπιστώσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων των ιατρών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, από τον Γενικό Επιθεωρητή της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. ή τα αρμόδια όργανα των ασφαλιστικών οργανισμών, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας Διεύθυνσης, μετά από κλήση για παροχή εγγράφων εξηγήσεων, οι οποίες υποβάλλονται εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής κλήσης. Η απόφαση του Γενικού Επιθεωρητή είναι δεσμευτική για τις Διοικήσεις των Ασφαλιστικών Φορέων. Κατά της απόφασης του Γενικού Επιθεωρητή ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον της Επιτροπής Ενστάσεων της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του ν. 3846/2010, ενώ κατά της απόφασης του αρμόδιου οργάνου του ασφαλιστικού φορέα εφαρμόζονται αναλόγως τα αναφερόμενα στην παράγραφο 18 του άρθρου 4 του π.δ. 121/2008. Εάν η Επιτροπή Ενστάσεων δεν αποφανθεί επί της ασκηθείσας ενδικοφανούς προσφυγής εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία άσκησής της, θεωρείται ότι την απέρριψε. Η προθεσμία για την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης του Γενικού Επιθεωρητή, μέχρι την έκδοση της απόφασης από την Επιτροπή Ενστάσεων. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ενστάσεων είναι άμεσα εκτελεστές. Σε κάθε περίπτωση οι παραβάσεις των ιατρών γνωστοποιούνται και στον οικείο Ιατρικό Σύλλογο, προκειμένου να διερευνήσει την υπόθεση και να επιβάλλει τις προβλεπόμενες πειθαρχικές κυρώσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του π.δ 121/2008, όπως έχει τροποποιηθεί δυνάμει της παραγράφου 1 περίπτωση Β΄ του άρθρου 32 του ν 3846/2010 (Α΄ 66), αντικαθίσταται ως ακολούθως: «4. Σε περίπτωση παραβάσεως των προβλεπόμενων από το παρόν άρθρο υποχρεώσεων των ιατρών, πλην των αναφερόμενων στην ανωτέρω παράγραφο πειθαρχικών, διοικητικών και ποινικών κυρώσεων, επιβάλλονται επιπλέον στους ιατρούς που συνδέονται με οποιαδήποτε σχέση με τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και τον Ο.Π.Α.Δ., με αποφάσεις των αρμόδιων οργάνων που διενήργησαν τον έλεγχο, οι κάτωθι κυρώσεις: ».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η παράγραφος 15 του άρθρου 4 του π.δ. 121/2008 (Α΄ 183), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 32 περίπτωση Γ΄ παράγραφος 1 του ν. 3846/2010, αντικαθίσταται ως ακολούθως: «15. Για την παράβαση από το συμβεβλημένο φαρμακοποιό των υποχρεώσεών του, όπως καθορίζονται από το παρόν άρθρο επιβάλλονται σωρευτικά, ανεξάρτητα από τις ενδεχόμενες ποινικές κυρώσεις ή τις διοικητικές που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, όπως αυτή ισχύει κάθε φορά, και οι εξής κυρώσεις, για κάθε παράβαση ανάλογα με τη συχνότητα και τη σοβαρότητα αυτής: α. Πρόστιμο κυμαινόμενο από ένα τοις εκατό (1%) έως πενήντα τοις εκατό (50%) επί της αξίας των συνταγών του Ο.Π.Α.Δ. ή του ασφαλιστικού οργανισμού ή του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. που εκτελέστηκαν από το φαρμακείο τον τελευταίο πριν από τον έλεγχο μήνα. β. Προσωρινό αποκλεισμό του φαρμακείου από την εκτέλεση των συνταγών του Ο.Π.Α.Δ. ή του ασφαλιστικού οργανισμού ή του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. για διάστημα από τέσσερις (4) μέχρι δώδεκα (12) μήνες για το συγκεκριμένο ασφαλιστικό οργανισμό ή και οποιονδήποτε άλλο ασφαλιστικό φορέα έχει συνάψει σύμβαση. γ. Οριστική καταγγελία της σύμβασης μονομερώς από την πλευρά του Ο.Π.Α.Δ. ή του ασφαλιστικού οργανισμού ή του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., για το συγκεκριμένο ασφαλιστικό οργανισμό ή και οποιονδήποτε άλλον ασφαλιστικό φορέα έχει συνάψει σύμβαση και αποκλεισμό από κάθε μελλοντική συνεργασία με τον Ο.Π.Α.Δ. ή τους ασφαλιστικούς οργανισμούς ή τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ.. Η απόφαση για την καταγγελία της σύμβασης, τον αποκλεισμό κάθε μελλοντικής συνεργασίας και τον προσωρινό αποκλεισμό του φαρμακείου από την εκτέλεση των συνταγών του Ο.Π.Α.Δ. ή του ασφαλιστικού οργανισμού ή του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. εκδίδεται κατά περίπτωση ανάλογα με το όργανο που έχει διαπιστώσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων των φαρμακοποιών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, από τον Γενικό Επιθεωρητή της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. ή τα αρμόδια όργανα των ασφαλιστικών οργανισμών, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας Διεύθυνσης, μετά από κλήση για παροχή εγγράφων εξηγήσεων, οι οποίες υποβάλλονται εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής κλήσης. Η απόφαση του Γενικού Επιθεωρητή είναι δεσμευτική για τις Διοικήσεις των Ασφαλιστικών Φορέων. Ειδικά για τις κατωτέρω αναφερόμενες παραβάσεις: αα. Εύρεση στο χώρο του φαρμακείου ταινιών γνησιότητας ή χρησιμοποίηση ταινιών γνησιότητας πλαστών ή επαναχρησιμοποιημένων ή παραποιημένων ή με σβησμένες ενδείξεις ή ταινίες από τις οποίες έχει διαγραφεί με οποιονδήποτε τρόπο η ένδειξη «κρατικό είδος». ββ. Εύρεση στο φαρμακείο μονάδων ιδιοσκευάσματος από τις οποίες είναι αποκολλημένες οι ταινίες γνησιότητας. γγ. Ανεύρεση ή παράνομη χρήση συνταγολογίων ή βιβλιαρίων υγείας ασφαλισμένων. δδ. Μη παράδοση ή παράδοση από τον φαρμακοποιό ή τον αντικαταστάτη του στο φαρμακείο άλλων φαρμάκων ή ειδών από εκείνα που αναγράφει η συνταγή και χρέωσή τους στον Ο.Π.Α.Δ. ή στον Ασφαλιστικό Οργανισμό ή τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ.. εε. Άρνηση ή παρεμπόδιση με οποιονδήποτε τρόπο του ελέγχου που πραγματοποιείται, σύμφωνα με τα επί μέρους οριζόμενα στο παρόν διάταγμα, ο ελέγξας Επιθεωρητής συντάσσει άμα τη διαπιστώσει τους δελτίο ελέγχου στο οποίο περιγράφεται η διαπιστωθείσα παράβαση, το εγχειρίζει στον φαρμακοποιό ή στον αντιπρόσωπό του ή το θυροκολλεί, σε περίπτωση απουσίας αυτών, και τον καλεί σε παροχή εγγράφων εξηγήσεων εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών. Μετά την παρέλευση της άνω προθεσμίας, ο Γενικός Επιθεωρητής της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. ή τα αρμόδια όργανα των ασφαλιστικών οργανισμών, ανάλογα με το όργανο που πραγματοποίησε τον έλεγχο επιβάλουν, ανεξάρτητα από τις λοιπές κυρώσεις, προσωρινό αποκλεισμό του φαρμακείου από την εκτέλεση των συνταγών του Ο.Π.Α.Δ. ή των ασφαλιστικών οργανισμών ή του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. για χρονικό διάστημα από πέντε (5) ημέρες έως έξι (6) μήνες.» Κατά των αποφάσεων του Γενικού Επιθεωρητή της ΥΠ.Ε.Δ.Φ.Κ.Α. ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον της Επιτροπής Ενστάσεων της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του ν. 3846/2010. Εάν η Επιτροπή Ενστάσεων δεν αποφανθεί επί της ασκηθείσας ενδικοφανούς προσφυγής εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία άσκησής της, θεωρείται ότι την απέρριψε. Η προθεσμία για την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση των αποφάσεων του Γενικού Επιθεωρητή της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α., μέχρι την έκδοση της απόφασης από την Επιτροπή Ενστάσεων. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ενστάσεων είναι άμεσα εκτελεστές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η παράγραφος 18 του άρθρου 4 του π.δ. 121/2008 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «18. Οι ανωτέρω κυρώσεις, πλην όσων επιβάλλονται από τα αρμόδια όργανα της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α., επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση του Ο.Π.Α.Δ. ή κάθε ασφαλιστικού οργανισμού, μετά την παροχή από τον φαρμακοποιό σχετικών εξηγήσεων, οι οποίες υποβάλλονται εγγράφως, μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες, από την ημέρα που αυτός έλαβε το σχετικό έγγραφο για παροχή εξηγήσεων και στο οποίο υποχρεωτικά αναφέρεται η διαπραχθείσα παράβαση. Κατά της αποφάσεως αυτής ο φαρμακοποιός δύναται να ασκήσει, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την κοινοποίησή της, προσφυγή ενώπιον της αρμόδιας Επιτροπής του Ο.Π.Α.Δ. (άρθρο 41 παρ. 5 του ν. 3329/2005) ή ενώπιον του Διοικητή του Ιδρύματος για το ΙΚΑ−ΕΤΑΜ ή ενώπιον του Προέδρου του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., μετά τη λειτουργία του, ή ενώπιον του Δ.Σ. του ασφαλιστικού φορέα, για τους λοιπούς οργανισμούς. Κατά τη διάρκεια της παραπάνω προθεσμίας, καθώς και σε περίπτωση άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής, μέχρι την έκδοση της σχετικής απόφασης δεν αναστέλλεται η εκτέλεση της απόφασης επιβολής κυρώσεων. Οι αποφάσεις των αρμόδιων οργάνων και επιτροπών των ως άνω φορέων επί της ενδικοφανούς αυτής προσφυγής είναι άμεσα εκτελεστές. Ειδικά για τις διοικητικές κυρώσεις του προσωρινού αποκλεισμού ή της οριστικής καταγγελίας της σύμβασης ή του αποκλεισμού κάθε μελλοντικής συνεργασίας, εάν το αρμόδιο όργανο δεν αποφανθεί εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία άσκησης προσφυγής, θεωρείται ότι την απέρριψε.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η περίπτωση Ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του ν. 3846/2010 (Α΄ 66) αντικαθίσταται ως εξής: «Ε) Στα διαγνωστικά εργαστήρια και ιδιωτικές κλινικές που έχουν σύμβαση με τον Ο.Π.Α.Δ. ή τους Ασφαλιστικούς Φορείς ή τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. επιβάλλεται με απόφαση του Γενικού Επιθεωρητή ή των αρμόδιων οργάνων των ασφαλιστικών οργανισμών, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας Διεύθυνσης, μετά από κλήση για παροχή εγγράφων εξηγήσεων, οι οποίες υποβάλλονται εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής κλήσης, η διοικητική ποινή του προσωρινού αποκλεισμού από την παροχή υπηρεσιών σε ασφαλισμένους των φορέων από τέσσερις (4) έως δώδεκα (12) μήνες ή οριστικής καταγγελίας της σύμβασης, για το συγκεκριμένο ασφαλιστικό φορέα ή και οποιονδήποτε άλλο φορέα έχει συνάψει σύμβαση, ή αποκλεισμού κάθε μελλοντικής συνεργασίας με τους φορείς αυτούς ή χρηματικής κύρωσης, εφόσον από σχετικό έλεγχο, κατόπιν εντολής του Γενικού Επιθεωρητή της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α., του οικείου ασφαλιστικού φορέα, του Ο.Π.Α.Δ. ή του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. διαπιστωθούν πράξεις από μέρους των διαγνωστικών εργαστηρίων και των ιδιωτικών κλινικών, οι οποίες αντίκεινται στις ισχύουσες διατάξεις, τις διατάξεις των κανονισμών περίθαλψης των ασφαλιστικών φορέων, στους όρους των συμβάσεων ή προκαλούν ζημία στους φορείς αυτούς. Η διοικητική ποινή της χρηματικής κύρωσης μπορεί να επιβάλλεται σωρευτικά με τις λοιπές διοικητικές ποινές που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο. Η χρηματική κύρωση υπολογίζεται: α) για τα διαγνωστικά εργαστήρια, ως πρόστιμο κυμαινόμενο από ένα τοις εκατό (1%) έως πενήντα τοις εκατό (50%) επί της αξίας των παραπεμπτικών του Ο.Π.Α.Δ. ή του Ασφαλιστικού Οργανισμού ή του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., ανάλογα με τη συχνότητα και τη σοβαρότητα αυτής, που εκτελέστηκαν από το διαγνωστικό εργαστήριο τον τελευταίο πριν από τον έλεγχο μήνα, για κάθε παράβαση των υποχρεώσεών του, όπως αυτές καθορίζονται από τους κανονισμούς περίθαλψης των ασφαλιστικών φορέων ή τους όρους των συμβάσεων, β) για τις ιδιωτικές κλινικές, πρόστιμο κυμαινόμενο από τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ έως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ ανάλογα με τη συχνότητα και τη βαρύτητα της παράβασης. Κατά της απόφασης του Γενικού Επιθεωρητή ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον της Επιτροπής Ενστάσεων της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του ν. 3846/ 2010, ενώ κατά της απόφασης του αρμόδιου οργάνου του ασφαλιστικού φορέα εφαρμόζονται αναλόγως τα αναφερόμενα στην παράγραφο 18 του άρθρου 4 του π.δ. 121/2008. Εάν η Επιτροπή Ενστάσεων δεν αποφανθεί επί της ασκηθείσας ενδικοφανούς προσφυγής εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία άσκησής της, θεωρείται ότι την απέρριψε. Η προθεσμία για την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης του Γενικού Επιθεωρητή, μέχρι την έκδοση της απόφασης από την Επιτροπή Ενστάσεων. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ενστάσεων είναι άμεσα εκτελεστές. Ειδικά κατά των αποφάσεων περί επιβολής χρηματικών κυρώσεων από τον Γενικό Επιθεωρητή, ασκείται ενδικοφανής προσφυγή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 32 του ν. 2676/1999

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η παράγραφος 7 του άρθρου 32 του ν. 3232/2004 αντικαθίσταται ως εξής: «7. Με εντολή του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης δύναται να διενεργείται έλεγχος Υπηρεσιών Υγείας σε όλες τις περιφέρειες της χώρας από υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. και της Διεύθυνσης Περιφέρειας Αττικής. Η εντολή εκδίδεται με απόφαση του Υπουργού από την Υπηρεσία Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 32 του ν. 3846/2010 (Α΄ 66) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Η καταστροφή των ιδιοσκευασμάτων και των ταινιών γνησιότητας ή η διάθεση των ιδιοσκευασμάτων σε νοσηλευτικά ή άλλα ιδρύματα, ενεργείται με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Ο.Φ..»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Στους μόνιμους και στους επί συβάσει, ορισμένου ή αορίστου χρόνου, ιατρούς του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ και του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. μετά την έναρξη λειτουργίας του, οι οποίοι παραπέμπονται στα αρμόδια πειθαρχικά όργανα για: α) υπερσυνταγογράφηση ή β) προκλητή ζήτηση φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων ή γ) κατευθυνόμενη συνταγογράφηση, μπορεί με απόφαση του Διοικητή του Ιδρύματος ή του Προέδρου του Ταμείου να αφαιρείται η δυνατότητα συνταγογράφησης για ασφαλισμένους των φορέων και, όπου τηρείται βιβλιάριο, να αφαιρείται το βιβλιάριο συνταγογράφησης, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης από το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο. Η σχετική απόφαση της αφαίρεσης της δυνατότητας και του βιβλιαρίου συνταγογράφησης εκδίδεται από τον Διοικητή του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ ή από τον Πρόεδρο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., μετά από κλήση του ιατρού για παροχή εγγράφων εξηγήσεων εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την ημέρα κοινοποίησης της σχετικής κλήσης. Κατά το χρονικό διάστημα αφαίρεσης της δυνατότητας συνταγογράφησης και κατά περίπτωση του βιβλιαρίου συνταγογράφησης, ο ιατρός, με απόφαση του Διοικητή του Ιδρύματος ή του Προέδρου του Ταμείου, απασχολείται σε άλλο έργο σχετικό με τα καθήκοντά του, χωρίς σε κάθε περίπτωση να μπορεί να συνταγογραφεί.

Άρθρο 81Έκδοση ληξιαρχικών πράξεων και ενημέρωση του Ε.Μ.Α.Ε.Σ.ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην παρ. 1 του άρθρου 34 του ν. 344/1976 (Α΄ 143), προστίθεται περίπτωση θ΄, ως εξής: «θ. Τον Αριθμό Δελτίου Ταυτότητος, τον Αριθμό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (Α.Μ.Κ.Α.) και τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) του θανόντος, καθώς και τον φορέα ή τους φορείς συνταξιοδότησης, αν ο θανών ήταν συνταξιούχος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο άρθρο 4 του ν. 344/1976 προστίθεται περίπτωση υπό στοιχείο θ΄ ως εξής: «θ. Να ενημερώνει αμελλητί την Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ Ανώνυμη Εταιρεία» και το διακριτικό τίτλο «Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε.» που τηρεί το Εθνικό Μητρώο Ασφαλισμένων Εργοδοτών Συνταξιούχων (Ε.Μ.Α.Ε.Σ.) σχετικά με τις εκδιδόμενες ληξιαρχικές πράξεις θανάτου της αρμοδιότητάς του. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζονται ο χρόνος έναρξης εφαρμογής της διάταξης αυτής, ο τρόπος και χρόνος ενημέρωσης της Η.ΔΙ. Κ.Α. Α.Ε. και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.»

Άρθρο 82Εφάπαξ αποζημίωσηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παρ. 5 του άρθρου 18 του ν. 2079/1992 (Α΄ 142) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «5. Ως αποδοχές για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής θεωρούνται οι αποδοχές ή τα ποσά που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του εφάπαξ, κατά το χρόνο διακοπής της ασφάλισης σε ταμείο, κλάδο, τομέα ή λογαριασμό πρόνοιας. Το ποσό της εφάπαξ παροχής που προκύπτει σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παραπάνω εδάφιο, καταβάλλεται εντόκως με επιτόκιο 8% (με ανατοκισμό) για κάθε χρόνο από τη διακοπή της ασφάλισης από κάθε φορέα, κλάδο ή τομέα πρόνοιας και μέχρι την οριστική αποχώρηση του ασφαλισμένου από την εργασία του λόγω συνταξιοδότησης. Σε καμιά περίπτωση το αναλογούν εφάπαξ βοήθημα από κάθε φορέα, λογαριασμό, κλάδο ή τομέα προνοίας δεν θα είναι μεγαλύτερο από εκείνο που θα ελάμβανε ο ασφαλισμένος με τις ισχύουσες διατάξεις του οικείου φορέα λογαριασμού, κλάδου, ή τομέα πρόνοιας κατά το χρόνο συνταξιοδότησής του και με τα ίδια χρόνια ασφάλισής του σε αυτόν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α. Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 38 του ν. 2084/1992, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με την παρ. 5α του άρθρου 16 του ν. 2556/1997, προστίθεται διάταξη που έχει ως εξής: «Στην περίπτωση που σύμφωνα με τα ανωτέρω εδάφια δεν υπάρχουν πρόσωπα που να δικαιούνται το εφάπαξ βοήθημα, εφόσον ο θανών είχε συμπληρώσει κατά το χρόνο θανάτου του εικοσαετή τουλάχιστον ασφάλιση στον οικείο φορέα πρόνοιας (ή διαδοχικά σε περισσότερους του ενός φορείς) το βοήθημα αυτό καταβάλλεται στους γονείς, αδελφούς/ές του θανόντος ασφαλισμένου, κατά το ποσοστό του κληρονομικού τους δικαιώματος.» β. Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 56 του ν. 2084/1992, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με την παρ. 5β του άρθρου 16 του ν. 2556/1997, προστίθεται διάταξη που έχει ως εξής: «Στην περίπτωση που σύμφωνα με τα ανωτέρω εδάφια δεν υπάρχουν πρόσωπα που να δικαιούνται το εφάπαξ βοήθημα, εφόσον ο θανών είχε συμπληρώσει κατά το χρόνο θανάτου εικοσαετή τουλάχιστον ασφάλιση στον οικείο φορέα πρόνοιας (ή διαδοχικά σε περισσότερους του ενός φορείς) το βοήθημα αυτό καταβάλλεται στους γονείς και αδελφούς/ές του θανόντος ασφαλισμένου, κατά το ποσοστό του κληρονομικού τους δικαιώματος.»