103 Α' 2013

ΝΟΜΟΣ 4151/2013

Ρυθμίσεις για την τροποποίηση και τη βελτίωση συνταξιοδοτικών, δημοσιονομικών, διοικητικών και λοιπών διατάξεων του Υπουργείου Οικονομικών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ - ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ
29 Απριλίου 2013

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 103
29 Απριλίου 2013

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4151
Ρυθμίσεις για την τροποποίηση και τη βελτίωση συνταξιοδοτικών, δημοσιονομικών, διοικητικών και λοιπών διατάξεων του Υπουργείου Οικονομικών.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ
Άρθρο 1Προκαταβολή σύνταξηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μετά το άρθρο 57 του π.δ. 169/2007 (Α΄ 210) προστίθεται άρθρο 57Α ως εξής: «Άρθρο 57Α Προκαταβολή σύνταξης 1.α. Ο μόνιμος υπάλληλος ή ο δημόσιος λειτουργός, ισόβιος ή μη καθώς και ο στρατιωτικός που αποχωρεί από την Υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης, λαμβάνει κατά μήνα και μέχρι την ημερομηνία έναρξης πληρωμής της σύνταξής του, προκαταβολή σύνταξης το ποσό της οποίας ανέρχεται σε ποσοστό 50% του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου ή του βαθμού που έφερε κατά το χρόνο της αποχώρησής του προσαυξημένου με το 50% του τυχόν επιδόματος χρόνου υπηρεσίας. Ειδικά για τα πρόσωπα του άρθρου 4 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226) που υπάγονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου το ανωτέρω ποσοστό υπολογίζεται επί του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου που έφερε ο υπάλληλος κατά την 31.10.2011. Σε περιπτώσεις που ο μόνιμος υπάλληλος ή ο δημόσιος λειτουργός, ισόβιος ή μη, είναι ανάπηρος με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω ή γονέας τριών τέκνων και άνω ή γονέας τέκνου με αναπηρία, ή προστάτης μέλους της οικογένειας με αναπηρία το ποσοστό της προκαταβολής σύνταξης ανέρχεται σε ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%) επί των ποσών των δύο προηγουμένων εδαφίων κατά περίπτωση. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου. β. Η προκαταβολή σύνταξης διενεργείται με βάση τα στοιχεία του Δελτίου Ατομικής και Υπηρεσιακής Κατάστασης Υπαλλήλου – Λειτουργού (ΔΑΥΚ) τα οποία περιέρχονται ηλεκτρονικά στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία λύσης της υπαλληλικής σχέσης του υπαλλήλου. Σε περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης η αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους υποχρεούται εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την περιέλευση σε αυτή των στοιχείων του ΔΑΥΚ, να αποστείλει σχετική αλληλογραφία με τα στοιχεία του υπαλλήλου και στους συναρμόδιους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς. Το ανωτέρω ποσό, κατά την καταβολή του, υπόκειται σε κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη και φόρο εισοδήματος ενώ απαλλάσσεται από κάθε άλλη κράτηση ή εισφορά. γ. Η πρώτη καταβολή του ανωτέρω ποσού, αναδρομικά από την επομένη της ημερομηνίας λύσης της υπαλληλικής σχέσης του υπαλλήλου, διενεργείται το αργότερο σε σαράντα (40) ημέρες από την ημερομηνία της ηλεκτρονικής περιέλευσης στην Υπηρεσία Συντάξεων του ΔΑΥΚ. δ. Η κατά τα ανωτέρω καταβολή της προκαταβολής σύνταξης γίνεται με εντολή του Προϊσταμένου της αρμόδιας Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων. Ο ίδιος Προϊστάμενος μπορεί με την έκδοση πράξης να διακόψει την καταβολή της προκαταβολής σύνταξης, εφόσον διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την καταβολή της. ε. Οι ανωτέρω αποδοχές δεν καταβάλλονται: − σε περίπτωση απόλυσης για πειθαρχικό παράπτωμα ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια των μόνιμων υπαλλήλων ή των δημόσιων λειτουργών, ισόβιων ή μη − σε περίπτωση παραίτησης του υπαλλήλου που δεν έχει συμπληρώσει τα έτη ασφάλισης για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Κώδικα αυτού, − σε περίπτωση που η σύνταξη δεν είναι άμεσα καταβλητέα λόγω μη συμπλήρωσης του προβλεπόμενου ορίου ηλικίας για την καταβολή της και − σε περίπτωση απόλυσης λόγω ανικανότητας ή θανάτου στην Υπηρεσία ή θανάτου του υπαλλήλου που έχει αποχωρήσει από την Υπηρεσία και βρίσκεται σε αναστολή καταβολής της σύνταξής του, λόγω μη συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης. Ειδικά στις περιπτώσεις αυτές η σύνταξη καταβάλλεται στους δικαιούχους κατ’ απόλυτη προτεραιότητα. 2. Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου, καταβάλλεται ως προκαταβολή σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο και στα τέκνα του, εφόσον γι’ αυτά συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 5 του Κώδικα αυτού, ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) ολόκληρης της σύνταξής του. 3. Ποσά που καταβλήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, συμψηφίζονται με τα ποσά που θα καταβληθούν ως αναδρομικά της σύνταξης. Εάν το ποσό των αναδρομικών της σύνταξης δεν επαρκεί για τον κατά τα ανωτέρω συμψηφισμό το υπόλοιπο προς συμψηφισμό ποσό θα παρακρατηθεί από την καταβαλλόμενη σύνταξη σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 60 του Κώδικα αυτού, όπως ισχύει.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 έχουν εφαρμογή για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα, αποχωρούν για οποιονδήποτε λόγο από την Υπηρεσία από 1.6.2013 και μετά. Οι διατάξεις του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007, παύουν να ισχύουν για τα πρόσωπα του προηγουμένου εδαφίου. Κατ’ εξαίρεση όσοι έχουν αποχωρήσει ή θα αποχωρήσουν πριν από την 1.6.2013, λαμβάνουν προκαταβολή σύνταξης, υπό την προϋπόθεση ότι τα στοιχεία του ΔΑΥΚ που τους αφορά, θα οριστικοποιηθούν από 20.5.2013 και μετά. Ειδικά όσοι αποχωρούν ή θα αποχωρήσουν από την Υπηρεσία από 1.3.2013 μέχρι 31.5.2013 μπορούν για το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία αποχώρησής τους μέχρι και την 31.5.2013 να λάβουν αναλογία των αποδοχών του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007, που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα αυτό. Στην περίπτωση αυτή εάν καταβλήθηκαν ακέραιες οι τρίμηνες αποδοχές, η προκαταβολή σύνταξης θα καταβληθεί από την επομένη λήξης των τριμήνων αποδοχών, το δε επιπλέον ποσό που καταβλήθηκε από 1.6.2013 και μετά θα συμψηφησθεί με τα αναδρομικά της σύνταξης. Η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού, προκειμένου για τους στρατιωτικούς, καθώς και για τον επιζώντα σύζυγο και τα τέκνα θανόντος συνταξιούχου θα καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Για τα πρόσωπα αυτά και μέχρι την υπαγωγή τους στις διατάξεις του άρθρου αυτού με την προαναφερόμενη απόφαση, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007. β. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καταβολή της προκαταβολής σύνταξης, καθώς και τον έλεγχο των καταβαλλόμενων ποσών. Με ίδια απόφαση καθορίζεται η διαδικασία επέκτασης της προκαταβολής σύνταξης στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού υποθέσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Η πράξη κανονισμού της σύνταξης του υπαλλήλου ή του στρατιωτικού εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία πρωτοκόλλησης της σχετικής αίτησης στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Σε περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου ορίζεται σε επτά (7) μήνες και προκειμένου για τα πρόσωπα της παρ. 2 του άρθρου 57 Α του π.δ. 169/2007, σε τρεις (3) μήνες. β. Ο κανονισμός της σύνταξης του Δημοσίου διενεργείται κατά σειρά προτεραιότητας με βάση την ημερομηνία που περιήλθε η σχετική αίτηση στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η αίτηση συνταξιοδότησης του υπαλλήλου μαζί με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται, όπως αυτά ορίζονται από τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά, αποστέλλονται από την Υπηρεσία του στην Υπηρεσία Συντάξεων του ΓΛΚ εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία που φέρει το ΦΕΚ, στο οποίο δημοσιεύεται η λύση της υπαλληλικής του σχέσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Παραβίαση των προθεσμιών των παραγράφων 3 (περίπτωση α΄) και 4, καθώς και αυτών των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 57Α΄ του π.δ. 169/2007 συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 106 του ν. 3528/2007 (Α΄ 26) για τους, κατά περίπτωση, εμπλεκομένους της αρμόδιας Διεύθυνσης και τιμωρείται με μία από τις ποινές που προβλέπονται στις περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 109 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει. Τα ανωτέρω έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση παραβίασης των διατάξεων της περίπτωσης β΄ της ανωτέρω παραγράφου 3. Οι αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο προθεσμίες αρχίζουν από 1.5.2013 και αφορούν αιτήσεις συνταξιοδότησης που περιέρχονται στην Υπηρεσία Συντάξεων από την ημερομηνία αυτή και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή και για όσους έχουν ασφαλισθεί για πρώτη φορά σε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου, από 1.1.1993 και μετά.

Άρθρο 2Κατάργηση των Επιτροπών των άρθρων 14 και 66 του π.δ. 169/2007ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α. Η Επιτροπή της παρ. 4 του άρθρου 14, καθώς και η Επιτροπή της παρ. 1 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 (Α΄ 210) καταργούνται από την επομένη της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του νόμου αυτού. β. Από την επομένη της ημερομηνίας δημοσίευσης του νόμου αυτού, οι αρμοδιότητες της Επιτροπής της παρ. 4 του άρθρου 14 του π.δ. 169/2007, που καταργείται σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης, ασκούνται από τις οικείες Διευθύνσεις Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, κατά περίπτωση. γ. Οι διατάξεις του τρίτου και τέταρτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 καταργούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α. Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 66 του π.δ. 169/ 2007 αντικαθίστανται ως εξής: «2. Η πράξη κανονισμού σύνταξης υπόκειται σε έφεση στο αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου: α) από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον, εντός εξήντα ημερών από την κοινοποίηση της πράξης και β) χωρίς περιορισμό από προθεσμία, από τον Διευθυντή της αρμόδιας Διεύθυνσης Διενέργειας Μεταβολών και Δειγματοληπτικών Ελέγχων i) αν κατά το διενεργούμενο έλεγχο, διαπιστωθεί εσφαλμένη εφαρμογή συνταξιοδοτικών διατάξεων ή ii) αν η πράξη που προσβάλλεται στηρίζεται σε ψευδείς καταθέσεις μαρτύρων ή σε ψευδή έκθεση ή κατάθεση πραγματογνώμονα ή σε πλαστά ή νοθευμένα έγγραφα, εφόσον τα περιστατικά αυτά προκύπτουν από αμετάκλητη δικαστική απόφαση ή βούλευμα ή iii) αν εμφιλοχώρησε πλάνη για τα πράγματα ή iv) αν με την πράξη που προσβάλλεται κανονίστηκε σύνταξη χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις ή μεγαλύτερη από αυτή που καθορίζει ο νόμος.» β. Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 66 του π.δ. 169/ 2007 καταργούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 66 του π.δ. 169/ 2007 αντικαθίστανται ως εξής: «4. Το όργανο που έχει εκδώσει την πράξη μπορεί, χωρίς περιορισμό από προθεσμία, να προβεί στη διόρθωση οποιουδήποτε τυπικού ή ουσιαστικού στοιχείου αυτής, είτε αυτεπάγγελτα, χωρίς περιορισμό από προθεσμία, είτε μετά την υποβολή σχετικής αίτησης θεραπείας από τον ενδιαφερόμενο, εντός εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίησή της, εφόσον διαπιστώσει ότι κατά την έκδοση της πράξης εφαρμόστηκαν εσφαλμένα οι σχετικές συνταξιοδοτικές διατάξεις. Η διόρθωση γίνεται με την έκδοση τροποποιητικής πράξης. Το ανωτέρω όργανο μπορεί να ανακαλέσει αυτεπάγγελτα την πράξη που εξέδωσε, χωρίς περιορισμό από προθεσμία, αν με την πράξη αυτή κανονίστηκε σύνταξη χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, καθώς και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των περιπτώσεων ii και iii της προηγούμενης παραγράφου. Η ανάκληση γίνεται με την έκδοση ανακλητικής πράξης. Εάν κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής διαπιστωθεί ότι έχει επέλθει ζημία στο Δημόσιο, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 69. Η ανωτέρω διαδικασία ισχύει και για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 48 του Ε.Κ. 987/ 2009. Οι πράξεις που εκδίδονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, υπόκεινται στα ένδικα μέσα της παραγράφου 2.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

α. Οι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής: «Οι πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, καθώς και τις διατάξεις της παραγράφου 4 κοινοποιούνται στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος έχει το δικαίωμα να ασκήσει κατ’ αυτών τα ένδικα μέσα που αναφέρονται στην επόμενη παράγραφο εντός εξήντα ημερών από τότε που θα περιέλθουν σε αυτόν.» β. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής: «Οι πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, καθώς και τις διατάξεις της παραγράφου 4 υπόκεινται σε έφεση στο αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ασκείται από τον Υπουργό Οικονομικών και από εκείνον που έχει έννομο συμφέρον εντός εξήντα (60) ημερών από την έκδοσή τους ή την κοινοποίησή τους, αντίστοιχα.» γ. Οι διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 66 του π.δ. 169/ 2007 αντικαθίστανται ως εξής: «7. Κάθε αίτηση σχετική με τις πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, καθώς και τις διατάξεις της παραγράφου 4, η οποία στηρίζεται σε έγγραφα για το περιεχόμενο των οποίων δεν έγινε κρίση, θεωρείται όχι ως ένδικο μέσο άλλα ως αίτηση που εξετάζεται για πρώτη φορά.» δ. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής: «10. Οι πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, καθώς και τις διατάξεις της παραγράφου 4, κοινοποιούνται απευθείας στους ενδιαφερομένους σε επικυρωμένο αντίγραφο.» ε. Οι διατάξεις των παραγράφων 9 και 11 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007, καθώς και αυτές του άρθρου 108 του π.δ. 168/2007 (Α΄ 209) καταργούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α. Ενστάσεις που κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού εκκρεμούν για εκδίκαση ενώπιον της καταργούμενης με τις διατάξεις της παρ. 1, Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων, λογίζονται ως σιωπηρώς απορριφθείσες, τα σχετικά δε παράβολα επιστρέφονται στους δικαιούχους μετά από αίτησή τους. Κατά της σιωπηρής αυτής απόρριψης μπορεί να ασκηθεί από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον το ένδικο μέσο της έφεσης ενώπιον του αρμόδιου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατ’ εξαίρεση εντός προθεσμίας ενός (1) έτους από την ημερομηνία που φέρει το έγγραφο της Υπηρεσίας Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με το οποίο η εν λόγω Υπηρεσία οφείλει να ενημερώνει σχετικά τον ενδιαφερόμενο. Προκειμένου για ενστάσεις που έχουν ασκηθεί από τους Προϊσταμένους των πρώην Διευθύνσεων Ελέγχου και Εντολής Πληρωμής Πολιτικών ή Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων και εκκρεμούν ενώπιον της ανωτέρω Επιτροπής, διαβιβάζονται για επανεξέταση στις αρμόδιες κατά περίπτωση Διευθύνσεις Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής. Στην περίπτωση αυτή εάν ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Διεύθυνσης εμμείνει στην ορθότητα της επανεξεταζόμενης πράξης κανονισμού σύνταξης, αυτή διαβιβάζεται στη Διεύθυνση Διενέργειας Μεταβολών και Δειγματοληπτικών Ελέγχων προκειμένου να προβεί στις δικές της ενέργειες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού. β. Αιτήσεις που κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού εκκρεμούν για εξέταση ενώπιον της καταργούμενης με τις διατάξεις της παραγράφου 1 Επιτροπής της παρ. 4 του άρθρου 14 του π.δ. 169/2007, διαβιβάζονται στις αρμόδιες, κατά περίπτωση, Διευθύνσεις Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής προκειμένου να εξετασθούν λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 14 του π.δ. 169/2007.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3, καθώς και αυτές της παραγράφου 5, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις πράξεις κανονισμού σύνταξης που εκδίδονται από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων των Ασφαλιστικών Οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, οι οποίες, με βάση ειδικές ή γενικές διατάξεις, υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον της καταργούμενης με τις διατάξεις της παραγράφου 1 Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων.

Άρθρο 3Τροποποίηση του π.δ. 169/2007ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 των άρθρων 5 και 31 του π.δ. 169/2007 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές του εξωτερικού πρέπει να υποβάλουν τα ξενόγλωσσα πιστοποιητικά σπουδών, με σφραγίδα Apostille (Χάγης) από το Ελληνικό Προξενείο της περιοχής που φοιτούν, με μετάφραση από το Υπουργείο Εξωτερικών ή δικηγόρο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α. Στο τέλος της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 4 του άρθρου 5 του π.δ. 169/2007 προστίθεται, από της ισχύος της, εδάφιο ως εξής: «Τυχόν τεκμαρτό εισόδημα που αναλογεί σε πρώτη κατοικία, αντικειμενικής αξίας μέχρι του ποσού των 100.000 ευρώ ή/και κατοχή ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτου, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος του προηγούμενου εδαφίου, εφόσον δεν υπάρχει τεκμαρτό εισόδημα και από άλλες πηγές.» β. Στο τέλος της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 5 του άρθρου 31 του π.δ. 169/2007 προστίθεται, από της ισχύος της, εδάφιο ως εξής: «Τυχόν τεκμαρτό εισόδημα που αναλογεί σε πρώτη κατοικία, αντικειμενικής αξίας μέχρι του ποσού των 100.000 ευρώ ή/και κατοχή ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτου, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος του προηγούμενου εδαφίου, εφόσον δεν υπάρχει τεκμαρτό εισόδημα και από άλλες πηγές.» γ. Δικαιώματα που έχουν κριθεί και απορριφθεί με βάση τις ανωτέρω διατάξεις της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίτωσης β΄ των παραγράφων 4 και 5 των άρθρων 5 και 31, αντίστοιχα, του π.δ. 169/2007, επανακρίνονται, μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής και τυχόν οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την πρώτη του επομένου της υποβολής της σχετικής αίτησης μήνα. δ. Το τελευταίο εδάφιο των παραγράφων 4 και 5 των άρθρων 5 και 31, αντίστοιχα, του π.δ. 169/2007, αντικαθίσταται, από 1.1.2013, ως εξής: «Η σύνταξη των προσώπων της περίπτωσης αυτής δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 720 ευρώ μηνιαίως.» ε. Από 1.1.2013 καταργείται η καταβολή του επιδόματος εξομάλυνσης του άρθρου 1 του ν. 3670/2008 (Α΄ 117) με τις συντάξεις των προσώπων της προηγούμενης περίπτωσης. στ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του π.δ. 167/2007 (Α΄ 208), καθώς και του π.δ. 168/2007 (Α΄ 209).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις της περίπτωσης ι΄ της παρ. 2 του άρθρου 9 του π.δ. 169/2007, έχουν εφαρμογή μόνο για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα έχουν ασκήσει τα καθήκοντα του Προϊσταμένου Οργανικής Μονάδας τουλάχιστον για μία διετία, μετά από επιλογή τους για τη θέση αυτή από το αρμόδιο κατά περίπτωση όργανο, σύμφωνα με τις οικείες διοικητικές διατάξεις και όχι κατά ανάθεση ή αναπλήρωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 8 του άρθρου 11 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής: «8. Δεν υπολογίζεται σαν συντάξιμος ο χρόνος οποιασδήποτε υπηρεσίας, αν χρησίμευσε ή θα χρησιμεύσει σύμφωνα με νόμο για απόκτηση δικαιώματος σύνταξης σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό oργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου ή σε διεθνή oργανισμό στον οποίο συμμετέχει και η Ελλάδα, καθώς και αν για το χρόνο αυτόν καταβλήθηκε ή θα καταβληθεί, μετά την απομάκρυνση του υπαλλήλου ή του στρατιωτικού, εφάπαξ αποζημίωση ή χρηματική αμοιβή, εκτός αν αυτή επιστραφεί ή προκειμένου γι’ αυτούς που υπηρετούν σε διεθνείς οργανισμούς αν καταβληθούν στο Ελληνικό Δημόσιο οι κρατήσεις που προβλέπονται κατά περίπτωση από τις διατάξεις των άρθρων 6 του ν. 1902/1990 και 20 της παρ. 2 του ν. 2084/1992

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

«Τα ποσά των επιδομάτων νόσου και ανικανότητας που καταβάλλονται με τις συντάξεις του Δημοσίου, κατά περίπτωση όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί την 31.7.2012, εξακολουθούν να ισχύουν και από 1.8.2012 και μετά. Επίσης, οι συντάξεις των αναπήρων πολέμου οπλιτών και των αναπήρων οπλιτών ειρηνικής περιόδου, εξακολουθούν να υπολογίζονται με βάση το βασικό μισθό του βαθμού του Λοχαγού όπως αυτός ίσχυε την 31.7.2012.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

α. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 55 του π.δ. 169/2007 η φράση «όπως ισχύει κάθε φορά» αντικαθίσταται, από 1.11.2011, με τη φράση «όπως αυτός ίσχυε την 31.10.2011.» β. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν μέχρι 31.12.2015.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α. Αποφάσεις που έχουν εκδοθεί με βάση τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 60 του π.δ. 169/2007 καταργούνται. β. Οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 60 του π.δ. 169/ 2007 αντικαθίστανται ως εξής: «5. Σε περίπτωση που ο υπάλληλος ή ο στρατιωτικός, που αποχωρεί λόγω συνταξιοδότησης, έχει εισπράξει όταν ήταν στην ενέργεια αποδοχές που δεν δικαιούται, τα ποσά που καταβλήθηκαν χωρίς να οφείλονται παρακρατούνται συμψηφιστικά από τα αναδρομικά της σύνταξής του ή της σύνταξης των μελών της οικογένειάς του σε περίπτωση μεταβίβασης της σύνταξης σε αυτά. Τυχόν εναπομείναν οφειλόμενο ποσό παρακρατείται από τη σύνταξή του ή τη σύνταξη των μελών της οικογένειάς του, σε μηνιαίες ισόποσες δόσεις, η καθεμία από τις οποίες δεν μπορεί να υπερβαίνει το ¼ της μηνιαίας καταβαλλόμενης σύνταξης. Οφειλόμενο ποσό μέχρι και 100 ευρώ εισπράττεται εφάπαξ υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό αυτό δεν υπερβαίνει το ¼ της μηνιαίας καταβαλλόμενης σύνταξης. Η ανωτέρω παρακράτηση από τη σύνταξη σε δόσεις γίνεται με πράξη του αρμόδιου Διευθυντή Συντάξεων. Οι διατάξεις του τρίτου εδαφίου έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις περιπτώσεις αχρεωστήτως καταβαλλομένων συντάξεων, βοηθημάτων, καθώς και επιδομάτων που καταβάλλονται μαζί με τη σύνταξη ή το βοήθημα.» γ. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 63 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής: «1. Το δικαίωμα για σύνταξη ή καταβολή δεν μπορεί να ασκηθεί αν ο δικαιούχος καταδικαστεί στην ποινή της κάθειρξης για οποιοδήποτε αδίκημα και μέχρι τη λήξη της ποινής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 12 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 που προστέθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 (Α΄ 180) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος, προκειμένου να υπαχθεί στις διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 3865/2010, ζητά την ανάκληση της πράξης αναγνώρισης ως συντάξιμου του χρόνου στρατιωτικής θητείας του, με βάση τον οποίο θεμελίωσε συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι την 31.12.2010 και υπό την προϋπόθεση ότι η πράξη αυτή εκδόθηκε μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στο τέλος της παρ. 6 του άρθρου 69 του π.δ. 169/ 2007 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους διενεργεί απογραφή των συνταξιούχων του Δημοσίου τουλάχιστον κάθε πέντε έτη, αρχής γενομένης από 1.1.2017.»

Άρθρο 4Ρύθμιση άλλων συνταξιοδοτικών θεμάτωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παρ. 3 του άρθρου 7 του ν. 2084/1992 (Α΄ 165) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Για όσους συμπληρώνουν τις ανωτέρω προϋποθέσεις από 1.1.2013 και μετά το όριο ηλικίας καταβολής της σύνταξης αυξάνεται στο 67ο έτος της ηλικίας τους.» β. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 19 του ν. 2084/1992 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου δεν έχουν εφαρμογή για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα, τα οποία κατά την 31.12.2012 είχαν συμπληρώσει 15ετή πλήρη πραγματική συντάξιμη υπηρεσία και το 65ο έτος της ηλικίας τους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α. Από 1.1.2013 οι διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998 (Α΄ 57), όπως ισχύουν, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις συντάξεις των συνταξιούχων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός έχει οριοθετηθεί με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (Α΄ 65) που χορηγούνται από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας. β. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 2592/1998 αντικαθίστανται ως εξής: «α. Για την περίπτωση κύριας ή επικουρικής σύνταξης, ως το γινόμενο του συντελεστή του αναλογιστικού ισοδύναμου επί το ποσό της μηνιαίας σύνταξης που θα εδικαιούτο ο αιτών κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του στη Διοίκηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξάρτητα από τη συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων απονομής σύνταξης και επί τον αριθμό των ετησίως καταβαλλόμενων, σύμφωνα με τη νομοθεσία του οικείου φορέα, μηνιαίων συντάξεων. β. Για την περίπτωση εφάπαξ παροχής, ως το γινόμενο του συντελεστή του αναλογιστικού ισοδύναμου επί το ποσό της εφάπαξ παροχής που θα εδικαιούτο ο αιτών κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του στη Διοίκηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανεξάρτητα από τη συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων απονομής της εφάπαξ παροχής.» γ. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παρ. 6 του άρθρου 18 του ν. 3865/2010 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής: «Η κατά τα ανωτέρω αναγωγή διενεργείται από τον οικείο οργανισμό ασφάλισης και προκειμένου για περιπτώσεις που αφορούν ασφαλιστικά δικαιώματα κύριας σύνταξης και εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, από τις Διευθύνσεις Ελέγχου και Εντολή Πληρωμής της Υπηρεσίας Συντάξεων, κατά περίπτωση.» δ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων β΄ και γ΄ ισχύουν από 1.5.2004.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2703/1999 (Α΄ 72) έχουν εφαρμογή και για τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Προμηθειών Υγείας του ν. 3580/2007 (Α΄ 134). Σε περίπτωση που τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου, πριν το διορισμό τους στις θέσεις αυτές δεν είχαν ασφαλισθεί σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης της Χώρας, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου, κατά τη διάρκεια της θητείας τους ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο γενικό ασφαλιστικό σύστημα της Χώρας (Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

α. Οι προθεσμίες του άρθρου 3 του ν. 3075/2002 (Α΄ 297), για τα τέκνα θανόντος συνταξιούχου, τα οποία κατά το χρόνο γέννησης του συνταξιοδοτικού δικαιώματός τους ήταν ανάπηρα για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό εξήντα επτά τοις εκατό (67%) μέχρι και ποσοστό εβδομήντα εννέα τοις εκατό (79%), αυξάνονται στο διπλάσιο. Οι προθεσμίες του άρθρου 3 του ν. 3075/2002 (Α΄ 297) δεν ισχύουν για τα τέκνα θανόντος συνταξιούχου, τα οποία κατά το χρόνο γέννησης του συνταξιοδοτικού δικαιώματός τους ήταν ανάπηρα για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 80% και άνω. Δικαιώματα που έχουν κριθεί και απορριφθεί, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις του ν. 3075/2002, λόγω υποβολής του σχετικού αιτήματος εκπρόθεσμα, επανακρίνονται από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης αυτής και τα οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την πρώτη του επομένου της ημερομηνίας δημοσίευσης του νόμου αυτού μήνα. β. Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 24 του άρθρου 3 του ν. 3408/2005 (Α΄ 272) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Εάν δεν υπάρχουν συνδικαιούχοι του λογαριασμού τα ανωτέρω ποσά καταλογίζονται σε βάρος των κληρονόμων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 6 του ν. 3865/2010, που προστέθηκε με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180) αντικαθίσταται ως εξής: «Στις διατάξεις της περίπτωσης αυτής υπάγονται και όσα από τα πρόσωπα της παρ. 7 του άρθρου 19 του ν. 2084/1992 είχαν κατά την ανωτέρω ημερομηνία συμπληρώσει 15ετή πλήρη συντάξιμη υπηρεσία και το 65ο ή το 60ό έτος της ηλικίας τους, κατά περίπτωση, ανεξαρτήτως του χρόνου αποχώρησής τους από την Υπηρεσία.» Δικαιώματα που έχουν κριθεί και απορριφθεί σύμφωνα με τις αντικαθιστάμενες διατάξεις επανακρίνονται μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Τα οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την επομένη της λύσης της υπαλληλικής σχέσης ή από την επομένη της λήξης των τριμήνων αποδοχών, κατά περίπτωση. β. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 8 του ν. 3865/ 2010 αντικαθίστανται, από της ισχύος τους, ως εξής: «4. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν έχουν εφαρμογή για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα των οποίων το δικαίωμα γεννήθηκε πριν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ανωτέρω νόμου.» γ. Οι διατάξεις του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 3865/2010 αντικαθίστανται ως εξής: «1.α. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 63 του ν. 2676/ 1999 (Α΄ 1), όπως ισχύουν, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του Δημοσίου, γενικά, συμπεριλαμβανομένων και όσων λαμβάνουν βουλευτική σύνταξη ή χορηγία, που εργάζονται ως μισθωτοί εκτός του δημόσιου τομέα, όπως αυτός έχει οριοθετηθεί με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (Α΄ 65), μη εφαρμοζομένων στις περιπτώσεις αυτές των διατάξεων της περίπτωσης β΄ της παρ. 15 του άρθρου 2 του ν. 3234/2004 (Α΄ 52). Για τους εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων και όσων λαμβάνουν βουλευτική σύνταξη ή χορηγία, που αυτοαπασχολούνται και έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους και προκειμένου για στρατιωτικούς το 47ο, περικόπτεται το ποσό της κύριας ή των κύριων συντάξεων που υπερβαίνει τα 60 ημερομίσθια του ανειδίκευτου εργάτη, προσαυξανομένου σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 63 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), όπως ισχύει. Για όσα από τα πρόσωπα των προηγούμενων εδαφίων δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους και προκειμένου για τους στρατιωτικούς το 47ο, η σύνταξη αναστέλλεται, με εξαίρεση όσα από αυτά έχουν απολυθεί ή αποστρατευθεί αυτεπάγγελτα, χωρίς υπαιτιότητά τους. β. Ως αυτοαπασχολούμενος θεωρείται αυτός που ασκεί δραστηριότητα υπακτέα στην ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.) ή του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α.), καθώς και αυτός που με βάση τις οικείες διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ. υποχρεούται στην έκδοση στοιχείων απεικόνισης συναλλαγών. γ. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/ 1990 (Α΄ 120) και 1977/1991 (Α΄ 185), καθώς και για όσα από αυτά λαμβάνουν πολεμική σύνταξη ή σύνταξη παθόντος στην υπηρεσία και εξ αιτίας αυτής. Επίσης οι ανωτέρω διατάξεις δεν έχουν εφαρμογή για όσους έχουν τέκνο ανίκανο για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 67% και άνω, καθώς και για τους πολύτεκνους, των οποίων το ένα τουλάχιστον τέκνο είναι ανήλικο ή σπουδάζει και υπό τις προϋποθέσεις της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 του π.δ. 169/2007. δ. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού για όσους συνταξιούχους αναλαμβάνουν εργασία ή αυτοαπασχολούνται από την ημερομηνία αυτή και μετά. Εάν έχουν αναλάβει εργασία ή αυτοαπασχολούνται πριν την ανωτέρω ημερομηνία, οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή από 1.1.2013.» Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής έχουν εφαρμογή και για τα πρόσωπα που ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά από 1.1.1993 και μετά σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου. Οι διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 7 του άρθρου 16 του ν. 2084/1992 καταργούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

α. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 4024/ 2011 (Α΄ 226) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ειδικά στις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης και υπό την προϋπόθεση ότι ο απονέμων φορέας είναι το Δημόσιο, για τα πρόσωπα των διατάξεων της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 33, το τμήμα σύνταξης του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 3232/ 2004 (Α΄ 48) καταβάλλεται ταυτόχρονα με αυτό του Δημοσίου, χωρίς την οριζόμενη, από τις διατάξεις του β΄ εδαφίου των διατάξεων αυτών, μείωση. Ο συμμετέχων φορέας αποδίδει το αναλογούν ποσό στον απονέμοντα φορέα κατά το χρόνο συμπλήρωσης των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης, που ισχύουν κατά περίπτωση, με βάση τις οικείες διατάξεις της νομοθεσίας του.» β. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 αντικαθίστανται από της ισχύος τους ως εξής: «γ. Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος νόμου, οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση και πρόνοια των προσώπων των προηγουμένων περιπτώσεων, υπολογίζονται επί των ανωτέρω συντάξιμων αποδοχών.» γ. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 προστίθεται, από της ισχύος τους, εδάφιο ως εξής: «Οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου και αυτής έχουν εφαρμογή για όσους από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα υπάγονται στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου ή συνταξιοδοτούνται με βάση τις δημοσιοϋπαλληλικές διατάξεις.» δ. Στο τέλος του προτελευταίου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 4024/2011 προστίθεται η φράση «χωρίς αυτό να δημιουργεί δικαίωμα υπαγωγής τους στις διατάξεις της περίπτωσης ι΄ της παρ. 2 του άρθρου 9 του π.δ. 169/2007.» ε. Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 4051/2012 (Α΄ 40) μετά τις λέξεις «και άνω» προστίθεται η φράση «, καθώς και όσοι λαμβάνουν εξ ιδίου δικαιώματος πολεμική σύνταξη.».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α. Κατ’ εξαίρεση η καταργούμενη, με την περίπτωση β΄ της υποπαραγράφου β2 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, διάταξη της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 3 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 εξακολουθεί να ισχύει μέχρι την 31.12.2013 για τα πρόσωπα της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1, καθώς και αυτά της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4024/2011. β. Η περίπτωση ε΄ των παραγράφων 5 και 6 των άρθρων 5 και 31, αντίστοιχα, του π.δ. 169/2007 αντικαθίσταται, από 1.1.2013, ως εξής: «ε. Στην περίπτωση περικοπής της σύνταξης η άγαμη θυγατέρα μπορεί, μετά από αίτησή της, να ζητήσει την αναστολή καταβολής του μεριδίου της σύνταξής της, προκειμένου, να ανακαθορισθεί, σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά κατηγορία συνταξιούχων διατάξεις, το μερίδιο των συνδικαιούχων προσώπων, σαν να μην υπάρχει στη σύνταξη η θυγατέρα που ζητά την αναστολή καταβολής του μεριδίου της. Στην περίπτωση αναστολής καταβολής της σύνταξης ο κατά τα ανωτέρω ανακαθορισμός του μεριδίου σύνταξης των συνδικαιούχων προσώπων γίνεται οίκοθεν από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων.» γ. Από 1.1.2013 το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της υποπαραγράφου β5 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 καταργείται. δ. Στο τέλος της περίπτωσης γ΄ της υποπαραγράφου β1 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/ 2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ειδικά η καταβολή της βουλευτικής σύνταξης ή της χορηγίας δημάρχου αναστέλλεται, εφόσον οι κατά περίπτωση δικαιούχοι επανεκλεγούν στα αξιώματα αυτά.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

α. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Μέτρα ενίσχυσης των χαμηλοσυνταξιούχων», που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Α΄ 211) και κυρώθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του ν. 2453/ 1997 (Α΄ 4), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 25 του ν. 2592/1998 και το άρθρο 1 του ν. 2768/1999 (Α΄ 273), προστίθεται περίπτωση ε΄, ως εξής: «ε. Διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα.» β. Ειδικά για τους συνταξιούχους του Δημοσίου, καταβάλλεται από 1.1.2012 ποσό ΕΚΑΣ 30 ευρώ μηνιαίως, εφόσον πληρούν αθροιστικά τις παρακάτω προϋποθέσεις: αα) Το συνολικό ετήσιο καθαρό εισόδημά τους από συντάξεις κύριες, επικουρικές, συμπεριλαμβανομένων και των μερισμάτων ή βοηθημάτων, καθώς και από μισθούς, ημερομίσθια και λοιπά επιδόματα, κυμαίνεται από 8.472,10 ευρώ μέχρι 9.200,00 ευρώ. ββ) Το συνολικό ετήσιο οικογενειακό καθαρό εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 13.500,00 ευρώ. Τα παραπάνω ποσά αφορούν εισοδήματα που δηλώθηκαν με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους 2010 και δύνανται να αναπροσαρμόζονται με την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2768/1999. γγ) Πληρούν όλες τις λοιπές προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της αναφερόμενης στην περίπτωση α΄ Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως ισχύει. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 1 και 2 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της περίπτωσης α΄. γ. Από 1.1.2014 το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 της αναφερόμενης στην περίπτωση α΄ Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «α. Έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους.» δ. Η υποπαράγραφος Β6 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 καταργείται. ε. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της υποπαραγράφου Β3 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, όπως τροποποιημένη με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 4111/2013 ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Επίσης, εξαιρούνται των ανωτέρω μειώσεων οι αποδοχές, όπως αυτές ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 875/1979 (Α΄ 50), των Αναπήρων Πολέμου Αξιωματικών Πολεμικής Διαθεσιμότητας, καθώς και των υπηρετούντων στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας της κατηγορίας μονίμου διαθεσιμότητας, με ποσοστό αναπηρίας ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω, σύμφωνα με γνωμάτευση της Ανωτάτης Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής, όπως επίσης και όσοι συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/1990 και 1977/1991. Γενικά, η γνωμάτευση των υγειονομικών επιτροπών του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας λαμβάνεται εξίσου υπόψη για την εξαίρεση από τις μειώσεις της περίπτωσης δ΄ της υποπαραγράφου Β3 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012. Οι γνωματεύσεις δε της Ανώτατης Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής ισχύουν και για τη συνταξιοδότηση από οποιονδήποτε άλλο φορέα συνταξιοδότησης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

α. Μετά τη δημιουργία του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ) με βάση τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115), για τη συνταξιοδότηση των προσώπων που υπάγονται στις διατάξεις των νόμων 1543/1985 (Α΄ 73) και 1863/1989 (Α΄ 204) οι αρμοδιότητες της Ειδικής Υγειονομικής Επιτροπής του άρθρου 6 του ν. 1976/1991 (Α΄ 184) ασκούνται από την Ανωτάτη Στρατού Υγειονομική Επιτροπή. β. Οι διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 3075/2002 (Α΄ 297) ως προς τις προθεσμίες για την άσκηση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος έχουν εφαρμογή και για όσους υπάγονται στις διατάξεις των νόμων 91/1943 (Α΄129), 1205/1981 (Α΄249), 1543/1985 και 1863/1989, καθώς και του α.ν. 1512/1950 (Α΄ 235).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

α. Υπάλληλος που αποχωρεί από την Υπηρεσία προκειμένου να συνταξιοδοτηθεί και λόγω πλάνης περί τα πράγματα δεν πληροί τους όρους και τις προϋποθέσεις για την άμεση καταβολή της σύνταξής του, μπορεί να επανέλθει στην Υπηρεσία μετά από αίτησή του, η οποία υποβάλλεται στον φορέα που αποχώρησε εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από την ημερομηνία που φέρει το έγγραφο της αρμόδιας Διεύθυνσης Συντάξεων, το οποίο και τον πληροφορεί σχετικά. β. Το χρονικό διάστημα από την αποχώρηση από την Υπηρεσία μέχρι την επαναφορά σε αυτή, των προσώπων της προηγούμενης περίπτωσης, δεν λογίζεται συντάξιμο και δεν καταβάλλονται αποδοχές για αυτό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

α. Οι διοριζόμενοι σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων με σχέση δημοσίου δικαίου δύνανται από την ημερομηνία του διορισμού τους να διατηρήσουν το ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης στο οποίο υπάγονταν πριν από το διορισμό τους στις θέσεις αυτές και όλη η εφεξής υπηρεσία τους στη νέα τους θέση θεωρείται ότι διανύεται στο καθεστώς αυτό. Η διατήρηση του προηγούμενου του διορισμού τους ασφαλιστικού – συνταξιοδοτικού καθεστώτος γίνεται με ανέκκλητη δήλωσή τους που υποβάλλεται στην Υπηρεσία ή στον Φορέα στον οποίο διορίζονται, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία του διορισμού τους. Η ανωτέρω προθεσμία για όσους υπηρετούν στις συγκεκριμένες θέσεις κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, αρχίζει από την ημερομηνία αυτή. β. Εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα δεν επιλέξουν την υπαγωγή τους στο ασφαλιστικό − συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένου και αυτού της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3865/2010, καταβάλουν εισφορές μη μετόχου υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων. γ. Η ασφαλιστική – συνταξιοδοτική τακτοποίηση των ανωτέρω υπαλλήλων από την ημερομηνία του διορισμού τους γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις οικείες διατάξεις του κάθε φορέα, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων της περίπτωσης β΄ με την απόδοση των ασφαλιστικών εισφορών που έχουν παρακρατηθεί, στους αντίστοιχους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης του ασφαλιστικού καθεστώτος που με τη δήλωσή τους έχουν επιλέξει οι υπάλληλοι αυτοί. Μετά την κατά τα ανωτέρω ασφαλιστική τακτοποίηση, τυχόν επιπλέον ασφαλιστικές εισφορές που έχουν παρακρατηθεί, από την ημερομηνία διορισμού τους και μετά υπέρ οποιουδήποτε φορέα, αποδίδονται αναδρομικά στους δικαιούχους, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων περί παραγραφής. δ. Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές καταβάλλονται του μεν εργοδότη, όπου προβλέπεται, από τον φορέα στον οποίο διορίζονται, του δε ασφαλισμένου, από τους ίδιους. ε. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 2320/1995 (Α΄ 133) έχουν εφαρμογή και για τους υπαλλήλους της παραγράφου αυτής. στ. Οι διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων δεν έχουν εφαρμογή για τους συνταξιούχους του Δημοσίου που διορίζονται σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων, για τους οποίους οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί των αποδοχών της θέσης του μετακλητού. ζ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α΄ έως και ε΄ ισχύουν και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα υπηρετούν σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

α. Οι συντάξεις όσων από τα πρόσωπα που υπάγονται στα ειδικά μισθολόγια των παραγράφων 13 έως και 36 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ΄ του ν. 4093/2012 αναπροσαρμόζονται από 1.8.2012 οίκοθεν από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό και με τις διατάξεις του π.δ. 169/2007. Ειδικά για την αναπροσαρμογή των συντάξεων όσων από τα ανωτέρω πρόσωπα έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία από 1.7.2011 και μετά, λαμβάνονται υπόψη, μετά από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου και την προσκόμιση σχετικής διοικητικής πράξης της Υπηρεσίας από την οποία αποχώρησε και οι διατάξεις της περίπτωσης 38 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012. β. Οι διατάξεις της περίπτωσης ι΄ της υποπαραγράφου Β1 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τα πρόσωπα της παρ. 13 του άρθρου 1 του π.δ. 169/2007. γ. Οι διατάξεις της περίπτωσης θ΄ της υποπαραγράφου Β2 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 καταργούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

α. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής: «3. Για την προσφορά η όχι διακεκριμένων υπηρεσιών αποφαίνεται, με πλήρως αιτιολογημένη γνώμη, εννεαμελής Επιτροπή η οποία συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού αποτελούμενη από έναν (1) Πρόεδρο προερχόμενο από τον πανεπιστημιακό χώρο, με τον αναπληρωτή του, τέσσερις (4) προσωπικότητες των γραμμάτων, των τεχνών και των επιστημών, έναν (1) υπάλληλο της Υπηρεσίας Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, τον Προϊστάμενο της καθ’ ύλην αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο οποίος μπορεί να αναπληρώνεται από τον Προϊστάμενο του οικείου Τμήματος και δύο (2) προσωπικότητες, αναλόγως των οκτώ (8) κατηγοριών λογοτεχνών και καλλιτεχνών της προηγούμενης παραγράφου, μετά από πρόταση των συλλογικών τους φορέων, σε όσες περιπτώσεις υπάρχει συλλογική εκπροσώπηση.» β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίσταται ως εξής: «Η σύνταξη αυτή είναι μηνιαία, απονέμεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο δε αριθμός των προτεινόμενων δικαιούχων δεν μπορεί να υπερβαίνει τους είκοσι (20) ετησίως.» γ. Οι περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής: «α. Να έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους ή το 50ό έτος εφόσον έχουν καταστεί ανίκανοι για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό ανικανότητας 67% και άνω. Η ανικανότητα κρίνεται με γνωμάτευση της Ανωτάτης του Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής, στην οποία παραπέμπεται ο αιτών από την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού. β. Να μη λαμβάνουν άλλη σύνταξη ίση ή μεγαλύτερη των 720 ευρώ από οποιονδήποτε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης. γ. Ο μέσος όρος του εισοδήματος που έχει δηλωθεί συνολικά κατά τα τρία προηγούμενα οικονομικά έτη από εκείνο που υποβάλλεται η αίτηση για συνταξιοδότηση, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και αυτό που προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, να μην υπερβαίνει το δωδεκαπλάσιο της μηνιαίας κύριας ακαθάριστης σύνταξης που αντιστοιχεί, κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού, σε πτυχιούχο δημόσιο υπάλληλο πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με 35 έτη δημόσιας υπηρεσίας. Επίσης να υπάρχει δηλωθέν εισόδημα στην αρμόδια ΔΟΥ από την άσκηση της δραστηριότητας λογοτέχνη ή καλλιτέχνη, κατά ένα οποιοδήποτε οικονομικό έτος πριν τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας ή του 50ού για όσους έχουν καταστεί ανίκανοι.» δ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 αντικαθίστανται ως εξής: «5. α. Η μηνιαία σύνταξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ανέρχεται στο ποσό των 720 ευρώ. Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου η σύνταξη αυτή μεταβιβάζεται στον επιζώντα σύζυγο και στα ανήλικα ή ανίκανα με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω τέκνα, εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα δεν λαμβάνουν άλλη σύνταξη ή δεν έχουν εισόδημα μεγαλύτερο του κατωτάτου ορίου σύνταξης του Δημοσίου, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά. Η διάταξη της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 καταργείται. β. Σε περίπτωση που ο δικαιούχος λαμβάνει και άλλη σύνταξη μικρότερη των 720 ευρώ, η σύνταξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού περιορίζεται τόσο όσο το άθροισμα των δύο συντάξεων να μην υπερβαίνει το ανωτέρω ποσό.» ε. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, καταργούνται. στ. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παρ. 13 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Το δικαίωμα αυτό μπορεί να ασκηθεί για μια μόνο φορά.» ζ. Οι διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παρ. 13 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής: «β. Τυχόν μη προταθέντες από την Επιτροπή της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, λόγω κάλυψης του αριθμού της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, μπορούν να επανακριθούν για μία ακόμη φορά, εντός της επομένης τριετίας και, κατόπιν παρέλευσης της τριετίας, για μία ακόμη φορά.» η. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή για όσες αιτήσεις έχουν υποβληθεί ή θα υποβληθούν στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού από 1.1.2013 και μετά. Οι αιτήσεις αυτές κρίνονται ή επανακρίνονται από την Επιτροπή του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007 μετά τη συγκρότησή της, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ και εξετάζονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων της παραγράφου αυτής. Αιτήσεις που έχουν υποβληθεί μέχρι την 31.12.2012 και εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο εξετάζονται με βάση τις αντικαθιστώμενες διατάξεις. θ. Συντάξεις που έχουν χορηγηθεί μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού ή θα χορηγηθούν μετά την ημερομηνία αυτή, σε λογοτέχνες − καλλιτέχνες, των οποίων οι αιτήσεις υποβλήθηκαν στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού μέχρι την 31.12.2012, αναπροσαρμόζονται από 1.1.2013, οίκοθεν από την Υπηρεσία Συντάξεων, ως ακολούθως: αα. σε όσους δεν λαμβάνουν άλλη σύνταξη από οποιονδήποτε φορέα κύριας ή επικουρικής σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 όπως τροποποιημένες, με τις διατάξεις της ανωτέρω περίπτωσης δ΄, ισχύουν και ββ. για όσους λαμβάνουν και άλλη σύνταξη από οποιονδήποτε φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης και της σύνταξης του Δημοσίου, των οποίων το άθροισμα υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ, το ποσό της χορηγούμενης σύνταξης λογοτέχνη – καλλιτέχνη περικόπτεται μέχρι το ήμισυ αυτού. Μετά την κατά τα ανωτέρω περικοπή, το άθροισμα των καταβαλλομένων συντάξεων του προηγούμενου εδαφίου δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.000 ευρώ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Οι διατάξεις των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 3075/2002 έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους μόνιμους υπαλλήλους του Δημοσίου που αποσπώνται στην «Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων» (Α.Ε.Δ.Α.Κ.), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 της από 31.12.2012 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Ρυθμίσεις κατεπειγόντων θεμάτων των Υπουργείων Εσωτερικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης και του Υπουργού Επικρατείας» (Α΄ 256).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Οι μετατασσόμενοι, γενικά, σε κατάσταση πολεμικής ή μόνιμης διαθεσιμότητας υπόκεινται σε κράτηση για κύρια σύνταξη υπέρ Δημοσίου, μέχρι τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας του βαθμού τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

Ως ημερομηνία καταβολής των συντάξεων του Δημοσίου ορίζεται η προτελευταία εργάσιμη ημέρα του προηγούμενου μήνα. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να τροποποιείται η ανωτέρω ημερομηνία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 17

Οι διατάξεις των προηγούμενων άρθρων και αυτού εφαρμόζονται αναλόγως και για τους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ. που διέπονται από το ίδιο με τους δημοσίους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς και οι συντάξεις τους βαρύνουν το Δημόσιο. Επίσης οι διατάξεις των άρθρων 2, 3, καθώς και αυτού έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσα από τα ανωτέρω πρόσωπα λαμβάνουν σύνταξη που δεν καταβάλλεται από το Δημόσιο, καθώς και για το προσωπικό του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος και των υπάλλήλων των ασφαλιστικών Ταμείων του προσωπικού των Σιδηροδρομικών Δικτύων, που διέπονται από το καθεστώς του ν.δ. 3395/1955 (Α΄ 276), εκτός εάν διαφορετικά ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις. 18 α. Το προσωπικό του μεταβατικού πιστωτικού ιδρύματος «Νέο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Α.Τ.Ε.», το οποίο συστάθηκε με την αριθμ. 2124/Β.95 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (Β΄ 74), το οποίο πριν την πρόσληψή του σε αυτό υπηρετούσε στην Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία «Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία» και υπαγόταν για κύρια, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη στο ασφαλιστικό − συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, εξακολουθεί να διέπεται, από την ημερομηνία της πρόσληψής του στο ανωτέρω μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα, από το ίδιο ασφαλιστικό−συνταξιοδοτικό καθεστώς και όλη η εφεξής υπηρεσία του στη νέα του θέση θεωρείται ότι διανύεται στο καθεστώς αυτό. β. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση του ανωτέρω προσωπικού καταβάλλονται του μεν εργοδότη από το ανωτέρω μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα, του δε ασφαλισμένου από τον ίδιο. γ. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2320/1995 έχουν εφαρμογή, όπου συντρέχει περίπτωση και για το προσωπικό της παραγράφου αυτής. δ. Η πραγματική συντάξιμη υπηρεσία, όσων από τους ανωτέρω υπαλλήλους ενταχθούν σε πρόγραμμα εθελούσιας αποχώρησης, χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις άμεσης καταβολής της σύνταξής τους από τους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, καθώς και του εφάπαξ βοηθήματος από τον φορέα πρόνοιας και το μέρισμα από το ΜΤΠΥ, προσαυξάνεται με όσα έτη υπολείπονται για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων αυτών. Η προαναφερόμενη προσαύξηση δεν μπορεί να υπερβεί τα 7 έτη. Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη, για την αναγνώριση ως συντάξιμου του ανωτέρω πλασματικού χρόνου, στους φορείς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας, καθώς και στο ΜΤΠΥ βαρύνουν το μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα «Νέο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Α.Τ.Ε.» και καταβάλλονται στον κάθε φορέα εφάπαξ εντός τριμήνου από την ημερομηνία εθελούσιας αποχώρησης, παρεχομένης έκπτωσης 15% επί του καταβαλλομένου ποσού. Για τον υπολογισμό της πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας του πρώτου εδαφίου λαμβάνονται υπόψη και αυτές που αναγνωρίζονται ως συντάξιμες με βάση τις ισχύουσες, κατά περίπτωση, διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του π.δ. 169/2007, την αναγνώριση των οποίων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις αυτές, υποχρεούται ο υπάλληλος να ζητήσει από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, πριν τον υπολογισμό του ανωτέρω πλασματικού χρόνου. ε. Σε περίπτωση που μετά την κατά τα ανωτέρω προσαύξηση δεν επιτυγχάνεται η άμεση καταβολή της σύνταξης, κύριας και επικουρικής, καθώς και του εφάπαξ βοηθήματος και του μερίσματος, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν με αίτησή τους να ζητήσουν την αναγνώριση των ετών που υπολείπονται με την καταβολή εκ μέρους τους των προβλεπομένων ασφαλιστικών εισφορών, εργοδότη και ασφαλισμένου. Ο προαναφερόμενος χρόνος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 5 έτη. ζ. Ο πλασματικός χρόνος της περίπτωσης δ΄, καθώς και ο χρόνος της περίπτωσης ε΄ λαμβάνονται υπόψη τόσο για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος για κύρια και επικουρική σύνταξη, καθώς και για εφάπαξ βοήθημα και μέρισμα όσο και για την προσαύξηση των παροχών αυτών. Η αναγνώριση των ανωτέρω χρόνων, κατά το μέρος που αφορά την κύρια σύνταξη, γίνεται με πράξη της αρμόδιας Διεύθυνσης Συντάξεων του ΓΛΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011. Για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών της περίπτωσης ε΄ ισχύουν τα οριζόμενα στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 2084/1992. η. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, καθώς και η διαδικασία της καταβολής από το μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα «Νέο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Α.Τ.Ε.» του ποσού του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης δ΄, ο έλεγχος αυτού και ο τρόπος κάλυψής του από το ανωτέρω πιστωτικό ίδρυμα στην περίπτωση που το καταβληθέν ποσό είναι μικρότερο από αυτό που αντιστοιχεί στις αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές όπως αυτές θα υπολογισθούν με την αναγνωριστική πράξη της αρμόδιας Διεύθυνσης Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

Άρθρο 5Διοικητικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α. Οι αναφερόμενες στο άρθρο 5 του ν. 4002/2011 Διευθύνσεις «Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων Μελών Α.Ε.Ι. και Ε.Π. των Τ.Ε.Ι., Υπαλλήλων Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ. και Ειδικών Κατηγοριών», καθώς και «Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας, Άσκησης Ενδίκων Μέσων και Διεθνών Σχέσεων», μετονομάζονται σε «Διεύθυνση Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων Υπαλλήλων Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ. και Ειδικών Κατηγοριών» και «Διεύθυνση Συνταξιοδοτικής Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας και Διεθνών Σχέσεων», αντίστοιχα. β. Η περίπτωση ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 4002/ 2011 αντικαθίσταται ως εξής: «ε) Διεύθυνση Συνταξιοδοτικής Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας και Διεθνών Σχέσεων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η περίπτωση κστ΄ της παρ. 6 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «κστ) Άσκηση έφεσης κατά των πράξεων κανονισμού σύνταξης ενώπιον του αρμοδίου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και άσκηση ενδίκων μέσων κατά των πράξεων του αρμοδίου Κλιμακίου και κατά των αποφάσεων των Τμημάτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Στις περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄ και δ΄ της παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 οι λέξεις «στην παράγραφο 7» αντικαθίστανται με τις λέξεις «στην παράγραφο 6». β. Στην περίπτωση α΄ της παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011, οι λέξεις «υπό στοιχεία α΄ μέχρι και κα΄» αντικαθίστανται με τις λέξεις «υπό στοιχεία α΄ μέχρι και κ΄». γ. Στην περίπτωση β΄ της παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011, οι λέξεις «υπό στοιχεία α΄ μέχρι και κα΄» αντικαθίστανται με τις λέξεις «υπό στοιχεία α΄ μέχρι και κ΄, καθώς και υπό στοιχείο κη΄». δ. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 οι λέξεις «αρμοδιότητας της Διεύθυνσης αυτής» διαγράφονται. ε. Στο τέλος της υποπερίπτωσης δδ΄ της περίπτωσης γ΄ της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Επίσης, στο Τμήμα αυτό ανήκει η αρμοδιότητα για την έκδοση απόφασης συνταξιοδότησης των λογοτεχνών καλλιτεχνών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

α. Οι υποπεριπτώσεις αα΄ και ββ΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 αντικαθίστανται ως εξής: «αα) υπαλλήλους και εκπαιδευτικούς: − της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και − όλων των κατηγοριών και βαθμίδων των Α.Ε.Ι. ββ) υπαλλήλους του Ταμείου Διοίκησης και Διαχείρισης Πανεπιστημιακών Δασών (Ν.Π.Δ.Δ.)». β. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής: «ε. Τμήμα Ε΄ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες, κατά το μέρος που αφορούν: αα) υπαλλήλους και εκπαιδευτικούς: − της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, − όλων των κατηγοριών και βαθμίδων των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Τ.Ε.Ι.), − της Ανώτατης Σχολής Παιδαγωγικής Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.), − της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας και − των Εκκλησιαστικών Σχολών. ββ) υπαλλήλους και συμβούλους: − του Ινστιτούτου Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Ι.Τ.Ε.), − υπαλλήλων και ερευνητών της Ακαδημίας Αθηνών, − υπαλλήλων και μελών του τέως Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Π.Ι.). γγ) υπαλλήλους: − της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, − του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ) και − της Εθνικής Βιβλιοθήκης και των λοιπών δημόσιων βιβλιοθηκών. δδ) εκπαιδευτικούς αναγνωρισμένων σχολείων της αλλοδαπής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 4002/ 2011 αντικαθίστανται ως εξής: «9. Η Διεύθυνση Συνταξιοδοτικής Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας και Διεθνών Σχέσεων διαρθρώνεται στα πιο κάτω τμήματα: α. Τμήμα Α΄ Συνταξιοδοτικής Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 8, υπό στοιχεία α΄ μέχρι και ζ΄ αρμοδιότητες. β. Τμήμα Β΄ Διεθνών Σχέσεων Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 8, υπό στοιχεία η΄ μέχρι και ι΄ αρμοδιότητες. γ. Τμήμα Γ΄ Προκαταβολής Σύνταξης Το Τμήμα αυτό έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: αα) την επιχειρησιακή, λειτουργική και τεχνική υποστήριξη της Διαδικτυακής Εφαρμογής του ΔΑΥΚ, ββ) τον έλεγχο των στοιχείων που απαιτούνται για την καταβολή της προκαταβολής της σύνταξης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 57Α του π.δ. 169/2007 και γγ) την παροχή τεχνικής υποστήριξης και πληροφοριών προς τις Διευθύνσεις Προσωπικού – Οικονομικού των Υπουργείων, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού σχετικά με την καταχώρηση των στοιχείων στο ΔΑΥΚ.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παρ. 4, των περιπτώσεων ια΄ έως και ιζ΄ της παρ. 8, καθώς και της παρ. 12 του άρθρου 7 του π.δ. 79/1990 (Α΄ 37) καταργούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Με την ψήφιση του παρόντος άρχεται και η ισχύς των προβλεπομένων στο ανωτέρω κεφάλαιο, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις του, καταργούμενης κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης που ορίζει διαφορετικά.

Αθήνα, 15 Απριλίου 2013
Για το Ελληνικό Δημόσιο Για την ΝΒΕΕ Γενικός Διευθυντής Νόμιμος Εκπρόσωπος
ΓΔΑΕΕ ΝΒΕΕ»
Άρθρο 31
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 29 Απριλίου 2013
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ ΠΑΝΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ,
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΕΥΡΥΠΙΔΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΜΑΝΙΤΑΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΥΓΕΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΥΚΟΥΡΕΝΤΖΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΡΟΥΠΑΚΙΩΤΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 29 Απριλίου 2013
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΡΟΥΠΑΚΙΩΤΗΣ