32 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4235/2014

Διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις στην εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών και της υγείας και προστασίας των ζώων και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

ΜΕΡΟΣ Α΄ - ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ, ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ, ΤΩΝ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ, ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΖΩΙΚΩΝ ΥΠΟΠΡΟΪΟΝΤΩΝ (ΖΥΠ) ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΑΥΤΩΝ (ΠΠ)
11 Φεβρουαρίου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 32
11 Φεβρουαρίου 2014

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4235
Διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις στην εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών και της υγείας και προστασίας των ζώων και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΜΕΡΟΣ Α΄ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ, ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ, ΤΩΝ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ, ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΖΩΙΚΩΝ ΥΠΟΠΡΟΪΟΝΤΩΝ (ΖΥΠ) ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΑΥΤΩΝ (ΠΠ)ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Άρθρο 1Πεδίο εφαρμογής − ΟρισμοίΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με τα άρθρα 1 έως 36 του Μέρους Α΄ του παρόντος νόμου και τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις εξουσιοδοτικές διατάξεις που περιλαμβάνονται στα άρθρα αυτά, καθορίζονται διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις, που εφαρμόζονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας του άρθρου 65 του Μέρους Γ΄, όπως αυτές κάθε φορά ισχύουν, καθώς και σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με κάθε άλλη διάταξη της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας περί τροφίμων, ζωοτροφών, υγείας και προστασίας των ζώων και διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ, που κάθε φορά ισχύει. Σε ό,τι αφορά τα διοικητικά μέτρα, τις διαδικασίες και τις κυρώσεις στην αιθυλική αλκοόλη, στα αλκοολούχα ποτά, καθώς και τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης επ’ αυτών, ισχύουν οι διατάξεις των νόμων 2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικάς» (Α΄265) και 2969/2001 «Αιθυλική αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά» (Α΄ 281).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για την εφαρμογή των άρθρων 1 έως και 36 και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται σύμφωνα με τις εξουσιοδοτικές διατάξεις που περιλαμβάνονται στα άρθρα αυτά, ισχύουν οι ορισμοί των διατάξεων της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας του άρθρου 65, όπως αυτές κάθε φορά ισχύουν, ως και οι ορισμοί των παραγράφων 3 έως και 11.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ελεγκτής: Εντεταλμένος υπάλληλος των αρμόδιων αρχών του άρθρου 2 για τη διενέργεια επίσημου ελέγχου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Μη συμμόρφωση: Μη πλήρωση των απαιτήσεων της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας του άρθρου 65, όπως αυτές κάθε φορά ισχύουν, καθώς και κάθε άλλης διάταξης της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας περί τροφίμων, ζωοτροφών, υγείας και προστασίας των ζώων και διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ, που κάθε φορά ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Μέτρα συμμόρφωσης: Διοικητικά μέτρα που επιβάλλουν οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 2 στις επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, που δεν πληρούν τις απαιτήσεις της νομοθεσίας περί τροφίμων, ζωοτροφών, υγείας και προστασίας των ζώων και διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ, με σκοπό τη συμμόρφωσή τους προς αυτές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Μη ασφαλή τρόφιμα: α) Τα τρόφιμα θεωρούνται ως μη ασφαλή, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του Κανονισμού (ΕΚ) 178/2002 (ΕΕ L 31). Προκειμένου να καθοριστεί αν ένα τρόφιμο είναι μη ασφαλές πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι παράγοντες που απαριθμούνται στην παράγραφο 3 του άρθρου 14 του ως άνω Κανονισμού. β) Στις περιπτώσεις κινδύνων για τους οποίους υφίσταται έλλειψη ενωσιακής ή εθνικής νομοθεσίας ή όπου κρίνεται αιτιολογημένα αναγκαίο, τα μέτρα που λαμβάνονται πρέπει να βασίζονται στην αξιολόγηση των κινδύνων κατά περίπτωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τρόφιμα ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση: Για τον προσδιορισμό του κατά πόσο ένα τρόφιμο είναι ακατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 14 του Κανονισμού (ΕΚ) 178/2002.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Τρόφιμα επιβλαβή για την υγεία: Η έννοια του επιβλαβούς για την υγεία τροφίμου σχετίζεται με την πιθανότητα πρόκλησης βλάβης στην ανθρώπινη υγεία. Προκειμένου να καθοριστεί εάν ένα τρόφιμο είναι επιβλαβές για την υγεία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι παράγοντες που απαριθμούνται στην παρ. 4 του άρθρου 14 του Κανονισμού (ΕΚ) 178/2002. Στην κατηγορία αυτή μπορούν να καταταγούν: α) Τρόφιμα που περιέχουν παθογόνους μικροοργανισμούς ή τοξίνες αυτών ή μορφές παρασίτων ή ιούς, με υπέρβαση των νομοθετημένων ορίων – κριτηρίων ασφάλειας, καθώς και τρόφιμα που προέρχονται από ζώα που πάσχουν από μεταδοτικές σπογγώδεις εγκεφαλοπάθειες. β) Τρόφιμα που περιέχουν ουσίες, είτε που απαντώνται φυσικά είτε ως πρόσθετες χημικές ουσίες είτε που προκύπτουν από τις μεθόδους παραγωγής, παρασκευής ή ως αποτέλεσμα μόλυνσης από το περιβάλλον, σε συγκεντρώσεις που υπερβαίνουν τα ανώτατα νομοθετημένα όρια ή που η παρουσία τους δεν δικαιολογείται από τη φύση του τροφίμου. γ) Τρόφιμα που παρουσιάζουν επίπεδα καταλοίπων κτηνιατρικών φαρμάκων, φυτοφαρμάκων, καθώς και καταλοίπων με ορμονική, θυρεοστατική, αναβολική δράση, που υπερβαίνουν τα ανώτατα όρια ή που περιέχουν παρόμοιες ουσίες που είναι απαγορευμένες. δ) Τρόφιμα στα οποία η παρουσία ξένων σωμάτων έχει άμεσες επιπτώσεις στην υγεία του καταναλωτή. ε) Τρόφιμα στα οποία διαπιστώνεται η μη δήλωση αλλεργιογόνων ουσιών/τροφίμων, που είτε αποτελούν συστατικά τους είτε βρίσκονται στα τρόφιμα, λόγω διασταυρούμενης επιμόλυνσης. στ) Τρόφιμα, στα οποία διαπιστώνεται η μη αναγραφή υποχρεωτικών προειδοποιητικών ενδείξεων που σχετίζονται με την υγεία. ζ) Τρόφιμα που έχουν προκαλέσει επιβεβαιωμένη τροφιμογενή λοίμωξη ή/και τοξίνωση. η) Μη εγκεκριμένα νέα ή γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα. θ) Τρόφιμα που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία με ιοντίζουσες ακτινοβολίες και παραβιάζουν τις διατάξεις περί ασφάλειας της σχετικής με αυτά νομοθεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Μη κανονικά τρόφιμα: Στην κατηγορία αυτή κατατάσσονται τα κατωτέρω τρόφιμα: α) Μη κανονικά ως προς προδιαγραφές ποιότητας: Τρόφιμα των οποίων οι ποιοτικές προδιαγραφές, όπου αυτές καθορίζονται, αποκλίνουν από τις σχετικές ενωσιακές ή εθνικές διατάξεις. β) Μη κανονικά ως προς την επισήμανση, παρουσίαση και διαφήμιση: Τρόφιμα στα οποία υπάρχουν αποκλίσεις από τη σχετική ενωσιακή και εθνική νομοθεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Νοθευμένα τρόφιμα: Τρόφιμα, στα οποία προστέθηκαν ύλες συνήθως ευτελέστερης αξίας για κερδοσκοπία ή για καλύτερη εμφάνιση των προϊόντων στην οποία δεν ανταποκρίνονται πραγματικά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Μη ασφαλείς ζωοτροφές: Οι ζωοτροφές θεωρούνται μη ασφαλείς, όσον αφορά τη χρήση για την οποία προορίζονται, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του Κανονισμού (ΕΚ) 178/2002.

Άρθρο 2Αρμόδιες αρχέςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αρμόδιες αρχές για την εφαρμογή των άρθρων 1 έως και 36 είναι: α) Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δια των αρμόδιων, κατά περίπτωση, υπηρεσιών του και του εποπτευόμενου από αυτό Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ), ως αρμόδια κεντρική αρχή για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων, όπως αυτοί ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 882/2004 (ΕΕ L 191) και β) οι υπηρεσίες, στις οποίες η αρμόδια κεντρική αρχή αναθέτει αρμοδιότητες επίσημων ελέγχων και οι οποίες ορίζονται ως αρμόδιες αρχές για την άσκηση των επίσημων ελέγχων. γ) Η προκειμένη διάταξη δεν θίγει και δεν καταργεί αρμοδιότητες άλλων Υπουργείων ή φορέων που η κείμενη νομοθεσία ήδη ρυθμίζει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όταν η κεντρική αρμόδια αρχή διενεργεί η ίδια επίσημο έλεγχο και διαπιστώνει μη συμμόρφωση σε σχέση με τις απαιτήσεις των διατάξεων της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών, της υγείας και προστασίας των ζώων και της διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ, εφαρμόζει αναλόγως τις διατάξεις του άρθρου 3. Σε αυτή την περίπτωση, οι αρμόδιες αρχές παρέχουν κάθε αναγκαία συνδρομή.

Άρθρο 3Ενέργειες αρμόδιων αρχών σε περίπτωση μη συμμόρφωσηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Αν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει μη συμμορφώσεις σε σχέση με τις απαιτήσεις των διατάξεων της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών, της υγείας και προστασίας των ζώων και της διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ, που δεν αποτελούν ούτε θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων, τις αξιολογεί και λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό της επιχείρησης, διατυπώνει έγγραφες συστάσεις και απαιτεί διορθωτικές ενέργειες, τάσσοντας εύλογο χρόνο συμμόρφωσης. β) Αν η αρμόδια αρχή, μετά από επανέλεγχο: αα) Διαπιστώσει ότι η επιχείρηση έχει μεν προβεί σε διορθωτικές ενέργειες αλλά δεν τις έχει ολοκληρώσει, διατυπώνει εκ νέου έγγραφες συστάσεις ως προς τις μη συμμορφώσεις που υπολείπονται. Η επιχείρηση υποχρεούται να αποστέλλει τεκμήρια συμμόρφωσης με τις υπολειπόμενες συστάσεις και αν αυτά δεν κρίνονται ικανοποιητικά, ορίζεται εκ νέου επανέλεγχος. ββ) Διαπιστώσει μη συμμόρφωση με τις συστάσεις της, ή αν η επιχείρηση είναι υπότροπη, λαμβάνονται μέτρα συμμόρφωσης, σύμφωνα με τα άρθρα 4 έως και 21, επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 23 και παραπέμπεται η υπόθεση στην αρμόδια εισαγγελική αρχή για την επιβολή ποινικών κυρώσεων, σύμφωνα με το άρθρο 27.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει μη συμμόρφωση, σε σχέση με τις απαιτήσεις των διατάξεων της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας, στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών, της υγείας και προστασίας των ζώων και της διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ, που αποτελεί ή θέτει σε άμεσο κίνδυνο τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων, λαμβάνει άμεσα μέτρα συμμόρφωσης, επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 23 και παραπέμπει στην αρμόδια εισαγγελική αρχή για την επιβολή ποινικών κυρώσεων, σύμφωνα με το άρθρο 27.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ, ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΑΛΛΑ ΚΡΑΤΗ − ΜΕΛΗ
Άρθρο 4Διοικητικά μέτρα συμμόρφωσης

Οι αρμόδιες αρχές, στο πλαίσιο άσκησης του επίσημου ελέγχου, αν διαπιστώσουν μη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις ή τις διαδικασίες που προβλέπει η ενωσιακή και εθνική νομοθεσία στους τομείς των τροφίμων και των ζωοτροφών, επιβάλλουν, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της μη συμμόρφωσης, το ιστορικό και το μέγεθος της επιχείρησης, κατά περίπτωση και στο βαθμό που απαιτείται, τα ακόλουθα μέτρα συμμόρφωσης: α) Περιορισμό ή απαγόρευση διάθεσης στην αγορά τροφίμων ή ζωοτροφών. β) Παρακολούθηση και εφόσον απαιτείται, εντολή ανάκλησης ή απόσυρσης ή/και καταστροφής των τροφίμων ή ζωοτροφών. γ) Αναστολή, μερική ή ολική, της λειτουργίας ή ανάκληση της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης επιχείρησης τροφίμων. δ) Αναστολή ή ανάκληση της έγκρισης ή καταχώρισης ή εγγραφής της εγκατάστασης επιχείρησης τροφίμων ή ζωοτροφών. ε) Υποβολή διαδικασιών εξυγίανσης. στ) Επαναποστολή των τροφίμων ή ζωοτροφών στο κράτος−μέλος αποστολής τους, εφόσον γίνονται αποδεκτά από αυτό. ζ) Έγκριση χρήσης των τροφίμων ή ζωοτροφών για άλλους σκοπούς από εκείνους για τους οποίους προορίζονταν αρχικά. η) Προσωρινή αναστολή και ανάκληση άδειας κυκλοφορίας οχήματος μεταφοράς τροφίμου. θ) Επιβολή διορθωτικών ενεργειών σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης, όπως επαναδιαλογή, ανασυσκευασία, υποβιβασμός ή επαναταξινόμηση σε άλλη κατηγορία. ι) Κάθε άλλο μέτρο που κρίνει κατάλληλο η αρμόδια αρχή.

Άρθρο 5Περιορισμός ή απαγόρευση διάθεσης τροφίμων ή ζωοτροφών

Οι αρμόδιες αρχές επιβάλλουν το μέτρο του περιορισμού ή της απαγόρευσης διάθεσης τροφίμων ή ζωοτροφών με τις διαδικασίες της δέσμευσης και κατάσχεσης, που περιγράφονται στα άρθρα 6 και 7, αντίστοιχα.

Άρθρο 6ΔέσμευσηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Δεσμεύονται, κατόπιν αιτιολογημένης έκθεσης ή πρακτικού των ελεγκτών των αρμόδιων αρχών, ανάλογα αν πρόκειται, αντίστοιχα, για τρόφιμα ή ζωοτροφές, σε όλα τα στάδια της παραγωγής, αποθήκευσης, διακίνησης και διάθεσης αυτών, τα παρακάτω: α) Τρόφιμα ή ζωοτροφές, τα οποία είναι νοθευμένα, αν δεν προκύπτει θέμα ασφάλειας αυτών. β) Τρόφιμα ή ζωοτροφές μη κανονικά ως προς την επισήμανση, την παρουσίαση και διαφήμισή τους, ιδίως αν προκύπτει παραπλάνηση των καταναλωτών. γ) Τρόφιμα ή ζωοτροφές, στα οποία διατυπώνονται ισχυρισμοί διατροφής ή υγείας, οι οποίοι δεν συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της σχετικής νομοθεσίας. δ) Τρόφιμα μη ασφαλή, των οποίων η χρήση μπορεί να προκαλέσει αρνητικές συνέπειες στην υγεία συγκεκριμένης κατηγορίας καταναλωτών, λόγω έλλειψης σημαντικών πληροφοριών επί της επισήμανσης. ε) Τρόφιμα ή ζωοτροφές μη κανονικά ως προς την επισήμανσή τους κατά το στάδιο της τελικής διάθεσής τους στον καταναλωτή, λόγω έλλειψης αναγραφής των ενδείξεων στην ελληνική γλώσσα. στ) Τρόφιμα μη κανονικά ως προς τις εκάστοτε προδιαγραφές και τους κανόνες παραγωγής και εμπορίας. ζ) Τρόφιμα ή ζωοτροφές, για τα οποία δεν είναι δυνατή η οριστική αξιολόγηση του κινδύνου, χωρίς τη διενέργεια εργαστηριακών αναλύσεων. η) Υλικά και αντικείμενα που είναι ή προορίζονται να έρθουν σε επαφή με τρόφιμα, συμπεριλαμβανομένων των ενεργών και νοημόνων υλικών και αντικειμένων που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της ειδικής νομοθεσίας περί επισήμανσης και των προβλεπόμενων για την έκδοση δηλώσεων συμμόρφωσης. θ) Σε κάθε άλλη περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές κρίνουν αιτιολογημένα ότι υπάρχει ανάγκη για δέσμευση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Πριν από τη δέσμευση τροφίμων, στις περιπτώσεις β΄, γ΄, ε΄, στ΄ και η΄ της παραγράφου 1 ή πριν από τη δέσμευση ζωοτροφών, στις περιπτώσεις β΄, γ΄ και ε΄ της παραγράφου 1, η αρμόδια αρχή, προβαίνει στη διατύπωση συστάσεων, τάσσοντας εύλογο χρόνο συμμόρφωσης, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3, εξαιρουμένων των περιπτώσεων υποτροπής ή σκοπούμενης παραπλάνησης του καταναλωτή. Αν η επιχείρηση δεν συμμορφωθεί προς τις συστάσεις της αρμόδιας αρχής, εντός του ανωτέρω εύλογου χρόνου, τα τρόφιμα ή οι ζωοτροφές δεσμεύονται. Τα δεσμευθέντα τρόφιμα ή ζωοτροφές αποθηκεύονται, με δαπάνη της επιχείρησης. Με την έκθεση ή το πρακτικό δέσμευσης, ορίζεται μεσεγγυούχος ως υπεύθυνος φύλαξης των δεσμευθέντων τροφίμων ή ζωοτροφών, που μπορεί να είναι η ίδια η επιχείρηση ή τρίτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η έκθεση ή το πρακτικό δέσμευσης κοινοποιείται άμεσα στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στην έκθεση ή στο πρακτικό δέσμευσης γίνεται αναφορά για το δικαίωμα της επιχείρησης τροφίμων ή ζωοτροφών να καταθέσει ένσταση προς την αρμόδια αρχή, στην οποία ανήκουν οι ελεγκτές που εξέδωσαν την έκθεση ή το πρακτικό δέσμευσης, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση της έκθεσης ή του πρακτικού δέσμευσης. Επί μικτών κλιμακίων ελεγκτών, η ένσταση κατατίθεται στην υπηρεσία που συγκρότησε το κλιμάκιο. Επί της ένστασης, η αρμόδια αρχή, στην οποία ανήκουν οι ελεγκτές που εξέδωσαν την έκθεση ή το πρακτικό δέσμευσης, εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση εντός προθεσμίας πέντε (5) εργασίμων ημερών, την οποία κοινοποιεί άμεσα στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34. Η απόφαση της αρμόδιας αρχής, επί της ένστασης, είναι οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή. Αν δεν υποβληθεί ένσταση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, η έκθεση ή το πρακτικό δέσμευσης των ελεγκτών θεωρούνται οριστικά, ανέκκλητα και εκτελεστά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Μετά τη συμμόρφωση της επιχείρησης με τις προβλεπόμενες απαιτήσεις της νομοθεσίας ή μετά τη λήψη αρνητικών αποτελεσμάτων εργαστηριακών αναλύσεων στην περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 1, η αποδέσμευση των δεσμευμένων τροφίμων ή ζωοτροφών γίνεται αυτεπαγγέλτως από την αρμόδια αρχή ή κατόπιν έγγραφης αίτησης προς αυτή. Οι ελεγκτές επαληθεύουν την αποκατάσταση των προβλεπόμενων απαιτήσεων της νομοθεσίας και συντάσσουν προς τούτο πρακτικό αποδέσμευσης. Επί μικτών κλιμακίων ελεγκτών, η αίτηση αποδέσμευσης κατατίθεται στην υπηρεσία που συγκρότησε το κλιμάκιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Για τα δεσμευμένα τρόφιμα ή ζωοτροφές που δεν έγινε η αποκατάσταση των προβλεπόμενων απαιτήσεων της νομοθεσίας εντός της προκαθορισμένης προθεσμίας, η αρμόδια αρχή, σε συνεννόηση με τον υπεύθυνο της επιχείρησης, δύναται με αιτιολογημένη απόφασή της: α) να παρατείνει το χρόνο δέσμευσης, β) να αποδεσμεύσει τα δεσμευθέντα τρόφιμα ή ζωοτροφές με σκοπό: αα) την αλλαγή χρήσης τους, ββ) την καταστροφή τους, γγ) την επαναποστολή τους στο κράτος−μέλος αποστολής τους, εφόσον γίνονται αποδεκτά από αυτό.

Άρθρο 7ΚατάσχεσηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κατάσχονται, κατόπιν αιτιολογημένης έκθεσης ή πρακτικού των ελεγκτών των αρμόδιων αρχών, ανάλογα με το αν πρόκειται, αντίστοιχα, για τρόφιμα ή ζωοτροφές, σε όλα τα στάδια της παραγωγής, αποθήκευσης, διακίνησης και διάθεσης αυτών, τα παρακάτω: α) τρόφιμα ή ζωοτροφές, τα οποία κρίνονται ως μη ασφαλή, όπως αυτά ορίζονται στα άρθρα 14 και 15 του Κανονισμού 178/2002 και όπως τα τρόφιμα εξειδικεύονται στις παραγράφους 6, 7 και 8 του άρθρου 1 του παρόντος, με την επιφύλαξη της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 6, β) τρόφιμα ή ζωοτροφές, τα οποία δεν φέρουν σήμανση καταλληλότητας ή αναγνώρισης βάσει ειδικών απαιτήσεων, γ) τρόφιμα ή ζωοτροφές, τα οποία στερούνται υγειονομικών πιστοποιητικών όταν αυτό απαιτείται, δ) τρόφιμα με υπέρβαση της ημερομηνίας που προβλέπεται στην ένδειξη «ανάλωση κατά προτίμηση πριν από ……..» σε χώρους παραγωγής και μαζικής εστίασης, ζωοτροφές με υπέρβαση της ημερομηνίας που προβλέπεται στην ένδειξη «ανάλωση κατά προτίμηση πριν από ……..», καθώς και τρόφιμα ή ζωοτροφές με υπέρβαση της ημερομηνίας που προβλέπεται στην ένδειξη «ανάλωση έως …….», ε) υλικά και αντικείμενα που είναι ή προορίζονται να έλθουν σε επαφή με τρόφιμα, συμπεριλαμβανομένων των ενεργών και νοημόνων υλικών και αντικειμένων που δεν πληρούν τους όρους για τη χρήση που προορίζονται, με επιπτώσεις στην ασφάλεια των τροφίμων, στ) σε κάθε άλλη περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές κρίνουν αιτιολογημένα ότι υπάρχει αναγκαιότητα για κατάσχεση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η έκθεση ή το πρακτικό κατάσχεσης κοινοποιείται άμεσα στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα κατασχεθέντα τρόφιμα ή ζωοτροφές αποθηκεύονται, με δαπάνη της επιχείρησης. Με την έκθεση ή το πρακτικό κατάσχεσης ορίζεται μεσεγγυούχος ως υπεύθυνος φύλαξης των κατασχεθέντων τροφίμων ή ζωοτροφών, που μπορεί να είναι η ίδια η επιχείρηση ή τρίτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στην έκθεση ή στο πρακτικό κατάσχεσης γίνεται αναφορά στο δικαίωμα της επιχείρησης να ασκήσει ένσταση επανεξέτασης και στην προθεσμία για την άσκησή της. Αν η επιχείρηση δεν επιθυμεί την επανεξέταση των κατασχεθέντων, ο εκπρόσωπός της υπογράφει στην έκθεση ή το πρακτικό κατάσχεσης ότι έλαβε γνώση αυτής ή αυτού και παραιτείται του δικαιώματος αυτού και αποφασίζεται η τύχη των κατασχεθέντων. Δεν επιτρέπεται η άσκηση ένστασης επανεξέτασης των κατασχεθέντων, αν: α) η ποσότητα των τροφίμων είναι ίση ή μικρότερη των είκοσι πέντε (25) χιλιογράμμων ή σε περιπτώσεις τροφίμων υψηλής εμπορικής αξίας που η τιμή τους είναι ίση ή μικρότερη των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ, β) η ποσότητα των υλικών σε επαφή με τρόφιμα είναι ίση ή μικρότερη των εκατό (100) χιλιογράμμων, γ) η ποσότητα των ζωοτροφών είναι ίση ή μικρότερη των χιλίων (1.000) χιλιογράμμων ή η εμπορική της αξία είναι ίση ή μικρότερη των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η ένσταση επανεξέτασης κατατίθεται από την επιχείρηση, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση της έκθεσης ή του πρακτικού κατάσχεσης: α) στην υπηρεσία στην οποία ανήκουν οι ελεγκτές, που διενήργησαν την κατάσχεση, επί έκθεσης κατάσχεσης τροφίμων ή β) στη Διεύθυνση Εισροών Ζωικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, επί πρακτικού κατάσχεσης ζωοτροφών. Εφόσον δεν κατατεθεί ένσταση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, η έκθεση ή το πρακτικό κατάσχεσης θεωρούνται οριστικά, ανέκκλητα και εκτελεστά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

α) Για την εξέταση των ενστάσεων επανεξέτασης εκθέσεων κατάσχεσης τροφίμων, ο προϊστάμενος της υπηρεσίας, στην οποία ανήκουν οι ελεγκτές, που διενήργησαν την κατάσχεση, με απόφασή του, προβαίνει εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κατάθεση της ένστασης επανεξέτασης, στη συγκρότηση και στον ορισμό μελών τριμελούς επιτροπής, η οποία αποτελείται από: αα) δύο (2) ελεγκτές της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο, εκτός των ελεγκτών που διενήργησαν την κατάσχεση, ββ) έναν (1) ειδικό, που υποδεικνύει ο ενιστάμενος. Αν ο ενιστάμενος δεν υποδείξει ή δηλώσει αδυναμία να υποδείξει μέλος στην επιτροπή, μέλος ορίζεται, από τον προϊστάμενο που συγκροτεί την επιτροπή, υπάλληλος της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο. Πρόεδρος της επιτροπής είναι ο ελεγκτής με τον ανώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιοβάθμων με τον περισσότερο χρόνο υπηρεσίας. Χρέη γραμματέα εκτελεί ο έτερος ελεγκτής – μέλος της επιτροπής. Η επιτροπή συνέρχεται, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου της, το αργότερο εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από τη συγκρότησή της και κατά προτεραιότητα, εφόσον πρόκειται για ευαλλοίωτα προϊόντα ή τρόφιμα, στα οποία ο χρόνος ελάχιστης διατηρησιμότητας είναι κοντά στην εκπνοή του. β) Για την εξέταση των ενστάσεων επανεξέτασης πρακτικών κατάσχεσης ζωοτροφών, συνιστάται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων τριμελής επιτροπή, η οποία αποτελείται από: αα) τον προϊστάμενο του Τμήματος Ζωοτροφών της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ως Πρόεδρο, ββ) δύο (2) υπαλλήλους του ίδιου ως άνω Τμήματος ή Διεύθυνσης, ως μέλη. Χρέη γραμματέα εκτελεί ο υπάλληλος της υποπερίπτωσης ββ΄με τον κατώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιόβαθμων με το λιγότερο χρόνο υπηρεσίας. Με απόφαση του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής, η οποία εκδίδεται εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κατάθεση της ένστασης επανεξέτασης, συγκροτείται η ως άνω επιτροπή και ορίζονται τα μέλη της. Η επιτροπή συνέρχεται ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου της το αργότερο εντός επτά (7) εργασίμων ημερών από τη συγκρότησή της και κατά προτεραιότητα, εφόσον πρόκειται για ευαλλοίωτες ζωοτροφές, στις οποίες ο χρόνος ελάχιστης διατηρησιμότητας είναι κοντά στην εκπνοή του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α) Οι τριμελείς επιτροπές της παραγράφου 6 προβαίνουν στις παρακάτω ενέργειες: αα) λαμβάνουν υπόψη την έκθεση ή το πρακτικό κατάσχεσης, τα τυχόν ειδικά αποτελέσματα επίσημων εργαστηριακών αναλύσεων και εκτιμούν τα στοιχεία που προσκομίζει και επικαλείται ο ενιστάμενος, ββ) εξετάζουν λεπτομερώς τα κατασχεθέντα με αυτοψία, ώστε να επαναπροσδιορίσουν, αν είναι αναγκαίο, την έκταση και σοβαρότητα των ενδείξεων που οδήγησαν στην έκθεση ή το πρακτικό κατάσχεσης, γγ) λαμβάνουν κάθε πρόσφορο μέτρο που απαιτείται για να μπορούν να διατυπώσουν την κρίση τους, δδ) αποφαίνονται επί της ένστασης και για την τύχη των κατασχεθέντων, σύμφωνα με την παράγραφο 8. β) Οι τριμελείς επιτροπές της παραγράφου 6 αποφασίζουν αιτιολογημένα, επί της ένστασης επανεξέτασης και συντάσσουν σχετική έκθεση−πρακτικό επανεξέτασης, εντός προθεσμίας τριών (3) ημερών. Ένα αντίγραφο της έκθεσης−πρακτικού επανεξέτασης κοινοποιείται άμεσα στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34, δια των Προέδρων των επιτροπών και ένα στην υπηρεσία που τις συγκρότησε, επί ενστάσεων στα τρόφιμα ή στη Διεύθυνση Εισροών Ζωικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, επί ενστάσεων στις ζωοτροφές. γ) Οι αποφάσεις των τριμελών επιτροπών της παραγράφου 6 είναι οριστικές, ανέκκλητες και εκτελεστές, με την επιφύλαξη της παραγράφου 9.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στην έκθεση−πρακτικό επανεξέτασης, αποφασίζεται, αφού ληφθούν υπόψη τα αιτήματα των επιχειρήσεων τροφίμων ή ζωοτροφών, η τύχη των κατασχεθέντων, ως εξής: α) Επιβάλλονται διαδικασίες εξυγίανσης ή κάθε άλλο μέτρο που κρίνεται αναγκαίο, προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια των τροφίμων ή ζωοτροφών και η συμμόρφωση με τις κείμενες διατάξεις. β) Εγκρίνεται η χρήση των τροφίμων ή ζωοτροφών για σκοπούς άλλους εκτός από εκείνους για τους οποίους προορίζονταν αρχικά. γ) Επιβάλλεται η καταστροφή των τροφίμων ή ζωοτροφών. δ) Εγκρίνεται η επαναποστολή των τροφίμων ή ζωοτροφών στο κράτος−μέλος προέλευσης, εφόσον γίνονται αποδεκτά από αυτό. Αν δεν υποβληθεί ένσταση επανεξέτασης, η τύχη των κατασχεθέντων τροφίμων ή ζωοτροφών αποφασίζεται στην έκθεση ή πρακτικό κατάσχεσης, σε συνεννόηση με τον ενδιαφερόμενο μετά από αίτημά του, σύμφωνα με τις ανωτέρω περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄ και δ΄.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Για κατασχεθέντα τρόφιμα, που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 4, με βάρος μεγαλύτερο των χιλίων (1.000) χιλιογράμμων ή με αξία μεγαλύτερη των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, για υλικά σε επαφή με τρόφιμα αξίας μεγαλύτερης των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, για κατασχεθείσες ζωοτροφές με βάρος μεγαλύτερο των επτά χιλιάδων (7.000) χιλιογράμμων ή με αξία μεγαλύτερη των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, η επιχείρηση δύναται να ασκήσει ένσταση για δεύτερη επανεξέταση, η οποία κατατίθεται στην αρμόδια, κατά περίπτωση, αρχή της παραγράφου 10, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την επίδοση του πρακτικού – έκθεσης επανεξέτασης. Για το παραδεκτό της ένστασης απαιτείται καταβολή παράβολου ποσού πεντακοσίων (500) ευρώ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

α) Για την εξέταση των ενστάσεων δεύτερης επανεξέτασης στα τρόφιμα, ο προϊστάμενος της υπηρεσίας, στην οποία ανήκουν οι ελεγκτές, που διενήργησαν την κατάσχεση, με απόφασή του, προβαίνει εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κατάθεση της ένστασης δεύτερης επανεξέτασης, στη συγκρότηση και στον ορισμό μελών πενταμελούς επιτροπής, η οποία αποτελείται από: αα) τέσσερις (4) ελεγκτές της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο, εκτός εκείνων που διενήργησαν την κατάσχεση και εκτός εκείνων που συμμετείχαν στην επιτροπή πρώτης επανεξέτασης, ββ) έναν (1) ειδικό, που υποδεικνύει ο ενιστάμενος. Αν ο ενιστάμενος δεν υποδείξει ή δηλώσει αδυναμία να υποδείξει μέλος στην επιτροπή, το μέλος ορίζεται από τον προϊστάμενο που συγκροτεί την επιτροπή. Πρόεδρος της επιτροπής είναι ο ελεγκτής με τον ανώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιοβάθμων με τον περισσότερο χρόνο υπηρεσίας. Χρέη γραμματέα εκτελεί ο ελεγκτής με τον κατώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιόβαθμων με το λιγότερο χρόνο υπηρεσίας. Η επιτροπή συνέρχεται ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου της, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από τη συγκρότησή της και κατά προτεραιότητα, εφόσον πρόκειται για ευαλλοίωτα προϊόντα, στα οποία ο χρόνος ελάχιστης διατηρησιμότητας είναι κοντά στην εκπνοή του. β) Για την εξέταση των ενστάσεων δεύτερης επανεξέτασης στις ζωοτροφές, συνιστάται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων πενταμελής επιτροπή, η οποία αποτελείται από: αα) τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, ββ) τρεις (3) γεωπόνους, υπαλλήλους της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής, ως μέλη, εκτός εκείνων που συμμετείχαν στην επιτροπή πρώτης επανεξέτασης, με τους αναπληρωτές τους, γγ) έναν (1) ειδικό, που υποδεικνύει ο ενιστάμενος. Αν ο ενιστάμενος δεν υποδείξει ή δηλώσει αδυναμία να υποδείξει μέλος στην επιτροπή, μέλος ορίζεται από τον προϊστάμενο που συγκροτεί την επιτροπή υπάλληλος της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής. Χρέη γραμματέα εκτελεί γεωπόνος της υποπερίπτωσης ββ΄, με τον κατώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιόβαθμων με το λιγότερο χρόνο υπηρεσίας. Με απόφαση του προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Ζωικής Παραγωγής, η οποία εκδίδεται εντός τριών (3) εργασίμων ημερών από την κατάθεση της ένστασης δεύτερης επανεξέτασης, συγκροτείται η ως άνω επιτροπή και ορίζονται τα μέλη της. Η επιτροπή συνέρχεται ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου της το αργότερο εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από τη συγκρότησή της και κατά προτεραιότητα, εφόσον πρόκειται για ευαλλοίωτα προϊόντα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

α) Οι πενταμελείς επιτροπές της δεύτερης επανεξέτασης της παραγράφου 10, αφού εξετάσουν τα κατασχεθέντα, με τη χρησιμοποίηση κάθε προβλεπόμενου και ενδεδειγμένου επιστημονικού μέσου και λάβουν υπόψη την έκθεση−πρακτικό επανεξέτασης των τριμελών επιτροπών και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, αποφαίνονται επί της ένστασης και για την τύχη των κατασχεθέντων, σύμφωνα με την παράγραφο 8, και συντάσσουν σχετική έκθεση−πρακτικό δεύτερης επανεξέτασης. Ένα αντίγραφο της έκθεσης−πρακτικού δεύτερης επανεξέτασης κοινοποιείται άμεσα στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34, δια των Προέδρων των επιτροπών και ένα, κατά περίπτωση, στην αρμόδια υπηρεσία που τις συγκρότησε. β) Οι αποφάσεις των πενταμελών επιτροπών της παραγράφου 10 είναι οριστικές, ανέκκλητες και εκτελεστές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Αν δεν επαρκεί ο αριθμός των υπαλλήλων για τη συγκρότηση των επιτροπών του παρόντος άρθρου, σε αυτές δύναται να συμμετάσχουν υπάλληλοι από άλλες αρμόδιες αρχές, με συναφές αντικείμενο. Επί κατασχεθέντων από μικτά κλιμάκια ελεγκτών την ευθύνη της διαδικασίας των επανεξετάσεων έχει η αρχή που συγκρότησε το κλιμάκιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

α) Τα οριστικώς κατασχεθέντα τρόφιμα ή ζωοτροφές προς καταστροφή, ειδική μεταχείριση, εξυγίανση ή άλλη ενέργεια, κατά τη μεταφορά τους προς τον τόπο προορισμού, συνοδεύονται από σχετικό έγγραφο, που εκδίδει η αρμόδια αρχή. Η διαδικασία πραγματοποιείται υπό την εποπτεία της κατά τόπο αρμόδιας αρχής. β) Αν η επιχείρηση επιλέξει η διαδικασία αυτή να γίνει σε άλλο κράτος−μέλος, τα προς καταστροφή, ειδική μεταχείριση, εξυγίανση ή άλλη ενέργεια τρόφιμα ή ζωοτροφές συνοδεύονται από σχετικό έγγραφο. γ) Στις ανωτέρω περιπτώσεις α΄ και β΄, ο υπεύθυνος της επιχείρησης έχει την ευθύνη της γνωστοποίησης στην αρμόδια αρχή της ολοκλήρωσης των σχετικών διαδικασιών. Η αρμόδια αρχή επαληθεύει τη διαδικασία στην περίπτωση β΄ σε συνεργασία με την αρμόδια αρχή του κράτους−μέλους.

Άρθρο 8Παρακολούθηση, ανάκληση ή απόσυρση ή/και καταστροφή μη ασφαλών τροφίμων ή ζωοτροφώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Η απόσυρση αφορά τρόφιμα ή ζωοτροφές που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της νομοθεσίας περί ασφάλειας και ταυτόχρονα βρίσκονται εκτός του ελέγχου της επιχείρησης που τα παρήγαγε ή τα διέθεσε στην αγορά. Η απόσυρση σκοπεί στην απομάκρυνσή τους από την αλυσίδα διακίνησης, έτσι ώστε να προληφθεί, εξαλειφθεί ή περιοριστεί ο κίνδυνος. β) Η ανάκληση αφορά τρόφιμα ή ζωοτροφές που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της νομοθεσίας περί ασφάλειας και ταυτόχρονα βρίσκονται εκτός του ελέγχου της επιχείρησης ή έχουν φτάσει στον καταναλωτή. Σε περίπτωση ανάκλησης απαιτείται η ενημέρωση του καταναλωτή. γ) Για την αποτελεσματική ανάκληση ή απόσυρση των μη ασφαλών τροφίμων ή ζωοτροφών, από την αλυσίδα διακίνησής τους, η επιχείρηση υποχρεούται να διατηρεί ένα επαρκές σύστημα ιχνηλασιμότητάς τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η ανάκληση ή απόσυρση τροφίμων ή ζωοτροφών πραγματοποιείται στις παρακάτω περιπτώσεις: α) Όταν οι επιχειρήσεις τροφίμων ή ζωοτροφών κρίνουν ή έχουν λόγο να πιστεύουν, ότι τρόφιμα ή ζωοτροφές που έχουν εισάγει, παράγει, μεταποιήσει, παρασκευάσει ή διανείμει δεν συμμορφώνονται με τις προβλεπόμενες απαιτήσεις για την ασφάλεια των τροφίμων ή ζωοτροφών και έχουν εκφύγει από τον έλεγχο της επιχείρησης. β) Όταν για τα ως άνω τρόφιμα ή ζωοτροφές έχει εκδοθεί εντολή ανάκλησης ή απόσυρσης από τις αρμόδιες αρχές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι επιχειρήσεις τροφίμων ή ζωοτροφών, στο πλαίσιο του μέτρου της ανάκλησης ή απόσυρσης τροφίμων ή ζωοτροφών, έχουν τις παρακάτω υποχρεώσεις: α) Να απομακρύνουν άμεσα, με ευθύνη τους, από το δίκτυο διακίνησης τα μη ασφαλή τρόφιμα ή ζωοτροφές. Κατά τη διακίνηση των μη ασφαλών τροφίμων ή ζωοτροφών, δεν απαιτείται το συνοδευτικό έγγραφο της παραγράφου 13 του άρθρου 7. β) Να αποθηκεύουν σε ειδικό, ξεχωριστό χώρο με κατάλληλη σήμανση τα συγκεκριμένα τρόφιμα ή ζωοτροφές, καθώς και να τηρούν κατάλληλη σχετική τεκμηρίωση. γ) Να ενημερώνουν, άμεσα και εγγράφως, την κατά τόπο αρμόδια αρχή. Στοιχεία της έγγραφης ενημέρωσης αποτελούν, τουλάχιστον, ο λόγος της ανάκλησης ή απόσυρσης, το είδος, η ποσότητα, η λεπτομερής περιγραφή, η παρτίδα, τα στοιχεία συσκευασίας και επισήμανσης του τροφίμου ή της ζωοτροφής, τα ακριβή στοιχεία των επιχειρήσεων στις οποίες διατέθηκαν τα προϊόντα και τέλος η ενημέρωση για την επιτυχή ολοκλήρωση των διαδικασιών απόσυρσης ή ανάκλησης. Την ευθύνη ενημέρωσης των αρμόδιων αρχών έχει ο υπεύθυνος της επιχείρησης που διέθεσε το προϊόν στην αγορά. Η κατά τόπο αρμόδια αρχή, ανάλογα με την περίπτωση, ενημερώνει την κεντρική αρμόδια αρχή. δ) Να καταστρέφουν τρόφιμα ή ζωοτροφές που αποσύρονται ή ανακαλούνται, εφόσον αυτά δεν επιδέχονται εξυγίανση ή αλλαγή χρήσης. ε) Να συνεργάζονται με κάθε άλλη επιχείρηση του δικτύου διανομής, ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική απόσυρση ή ανάκληση. στ) Να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές, παρέχοντας κάθε απαιτούμενη πληροφορία και ενημέρωση σχετικά με την πορεία των διαδικασιών, ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική απόσυρση ή ανάκληση. Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας δύνανται να ζητούν τη συνδρομή των αρμόδιων αρχών, ώστε να επιτυγχάνουν την πρόληψη, εξάλειψη ή μείωση του κινδύνου, μέσα από την απομάκρυνση των μη ασφαλών προϊόντων από ολόκληρο το δίκτυο διακίνησης. ζ) Να ενημερώνουν άμεσα τους καταναλωτές, με τον πιο πρόσφορο τρόπο και κατάλληλο μέσο, στην περίπτωση που υπάρχει το ενδεχόμενο να έχουν φτάσει στον τελικό καταναλωτή μη ασφαλή τρόφιμα ή ζωοτροφές, παρέχοντας σαφή στοιχεία για το είδος και τα χαρακτηριστικά τους, τους λόγους της ανάκλησης, καθώς και πληροφορίες προς αυτούς για το πώς να διαχειριστούν τα εν λόγω προϊόντα. Για την αποτελεσματικότερη ενημέρωση των καταναλωτών, οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων μπορούν να ζητούν τη συνδρομή των αρμόδιων αρχών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι αρμόδιες αρχές, στο πλαίσιο του μέτρου της ανάκλησης ή απόσυρσης τροφίμων ή ζωοτροφών, έχουν τις κάτωθι υποχρεώσεις: α) Να διαβιβάζουν στην κεντρική αρμόδια αρχή τα έγγραφα της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 3, ζητώντας κάθε δυνατή συνδρομή, στις περιπτώσεις που το κρίνουν αναγκαίο. β) Να παρακολουθούν και επαληθεύουν, αν οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων τροφίμων ή ζωοτροφών λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για την αποτελεσματική απόσυρση ή ανάκληση, εκπληρώνοντας την υποχρέωσή τους για τον έλεγχο τήρησης και εφαρμογής της υφιστάμενης νομοθεσίας. γ) Να λαμβάνουν πρόσθετα μέτρα, όποτε αυτό κρίνεται αναγκαίο. δ) Να κάνουν χρήση του συστήματος Ταχείας Ανταλλαγής Πληροφοριών για τα Τρόφιμα και τις Ζωοτροφές – Rapid Alert System for Food and Feed (RASFF), στην περίπτωση που αυτό επιβάλλεται από την κείμενη νομοθεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Δεν απαιτείται απόσυρση ή ανάκληση και επομένως δεν επισύρει τις υποχρεώσεις και προκαθορισμένες διαδικασίες των παραγράφων 3 και 4, κάθε άλλη περίπτωση απομάκρυνσης τροφίμων ή ζωοτροφών από την αλυσίδα διακίνησης, και συγκεκριμένα: α) Όταν η επιχείρηση οικειοθελώς απομακρύνει τρόφιμα ή ζωοτροφές από την αγορά, τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις ασφάλειας. β) Όταν τρόφιμα ή ζωοτροφές πληρούν τις απαιτήσεις ασφάλειας αλλά δεν πληρούν τα προβλεπόμενα κριτήρια ποιοτικών προδιαγραφών. γ) Όταν τρόφιμα ή ζωοτροφές δεν πληρούν τις απαιτήσεις ασφάλειας αλλά δεν έχουν εξέλθει της εγκατάστασης.

Άρθρο 9Αναστολή, μερική ή ολική, λειτουργίας ή ανάκληση της άδειας λειτουργίας εγκατάστασης επιχείρησης τροφίμωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να προβαίνουν στο μέτρο της αναστολής της λειτουργίας μίας εγκατάστασης επιχείρησης τροφίμων για ορισμένο χρονικό διάστημα στις παρακάτω περιπτώσεις: αα) Όταν κατά τον επίσημο έλεγχο διαπιστώνεται μη συμμόρφωση που ενέχει σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία και οδηγεί στην ανάγκη λήψης άμεσων μέτρων. ββ) Όταν η επιχείρηση δεν λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα συμμόρφωσης προς τις συστάσεις των αρμόδιων αρχών για την εκπλήρωση των απαιτήσεων της κείμενης νομοθεσίας, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3. β) Το μέτρο της αναστολής της λειτουργίας μίας εγκατάστασης, επιβάλλεται, για χρονικό διάστημα ανάλογο με εκείνο που απαιτείται για την εκτέλεση όλων των αναγκαίων διορθωτικών μέτρων, ώστε η επιχείρηση να εναρμονιστεί με τις εκάστοτε ισχύουσες νομοθετικές απαιτήσεις, ως εξής: αα) Επιβάλλεται μερική αναστολή λειτουργίας σε μία ή περισσότερες παραγωγικές δραστηριότητες της επιχείρησης. ββ) Επιβάλλεται ολική αναστολή λειτουργίας στο σύνολο των παραγωγικών δραστηριοτήτων της επιχείρησης. γ) Για την επιβολή του μέτρου της αναστολής της λειτουργίας μίας εγκατάστασης, η αρμόδια αρχή που διενήργησε τον έλεγχο με αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, εισηγείται άμεσα στην αδειοδοτούσα αρχή τη μερική ή ολική αναστολή της λειτουργίας της εγκατάστασης. δ) Με απόφαση της αδειοδοτούσας αρχής, που κοινοποιείται στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34, αναστέλλεται η λειτουργία της εγκατάστασης για ορισμένο χρονικό διάστημα, που ορίζεται σε αυτή. ε) Για την άρση της απόφασης αναστολής της λειτουργίας της εγκατάστασης απαιτείται η έκδοση σχετικής απόφασης της αδειοδοτούσας αρχής, αφού προηγουμένως οι ελεγκτές της αρμόδιας αρχής βεβαιώσουν εγγράφως, ότι πραγματοποιήθηκαν όλες οι διορθωτικές ενέργειες και δεν συντρέχουν πλέον οι λόγοι που επέβαλαν τη μερική ή ολική αναστολή της λειτουργίας της εγκατάστασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με απόφαση της αδειοδοτούσας αρχής, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής που διενήργησε τον έλεγχο, ανακαλείται η άδεια λειτουργίας μίας εγκατάστασης επιχείρησης τροφίμων, δηλαδή παύει η λειτουργία της, στις παρακάτω περιπτώσεις: α) όταν συντρέχουν λόγοι τεχνικής ή άλλης αδυναμίας εκτέλεσης των καθορισμένων διορθωτικών ενεργειών, με συνέπεια να μην είναι εφικτή η συμμόρφωση με τη νομοθεσία, β) όταν η επιχείρηση τροφίμων δεν συμμορφωθεί προς την απόφαση αναστολής λειτουργίας της. Η απόφαση ανάκλησης κοινοποιείται στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α) Όταν κατά τον επίσημο έλεγχο διαπιστώνεται ότι τίθεται σε άμεσο κίνδυνο η δημόσια υγεία και η υγεία των ζώων και παρίσταται έκτακτη ανάγκη αποτροπής του κινδύνου αυτού, η αρμόδια αρχή αποφασίζει άμεσα την προσωρινή αναστολή της λειτουργίας της εγκατάστασης ή της μονάδας παραγωγής της εγκατάστασης, όπου εντοπίζεται ο κίνδυνος. Η απόφαση είναι άμεσα εκτελεστή, κοινοποιείται αυθημερόν στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34 και διαβιβάζεται στη συνέχεια στην αρμόδια αδειοδοτούσα αρχή για την αναστολή, μερική ή ολική της λειτουργίας ή την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης επιχείρησης τροφίμων, μετά από σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής που διενήργησε τον έλεγχο. Η ισχύς της προσωρινής αναστολής λειτουργίας της εγκατάστασης ή μονάδας παραγωγής της εγκατάστασης λήγει με την ανωτέρω απόφαση της αδειοδοτούσας αρχής. β) Όταν μετά από έλεγχο της ΕΕ ή μετά από έλεγχο επαλήθευσης/επιτήρησης ή διερεύνησης επώνυμων καταγγελιών της κεντρικής αρμόδιας αρχής σε εγκαταστάσεις επιχειρήσεων τροφίμων ή σε περιοχές/ζώνες παραγωγής ζώντων δίθυρων μαλακίων, διαπιστώνονται μη συμμορφώσεις που ενέχουν σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία, με απόφαση του προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή του Προέδρου του ΕΦΕΤ, κατόπιν εισήγησης των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή του ΕΦΕΤ, αντίστοιχα: αα) Αναστέλλεται ή ανακαλείται ο κωδικός αριθμός έγκρισης εγκατάστασης τροφίμων και η αδειοδοτούσα αρχή υποχρεούται άμεσα να αναστείλει τη λειτουργία ή να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας των εγκαταστάσεων τροφίμων, αντίστοιχα. ββ) Τροποποιείται η κατηγοριοποίηση της περιοχής/ ζώνης παραγωγής ζώντων δίθυρων μαλακίων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η αρμόδια αρχή που εισηγείται την αναστολή της λειτουργίας ή την ανάκληση της άδειας λειτουργίας μιας εγκατάστασης, εκτός από τις περιπτώσεις της παραγράφου 3, υποχρεούται να καλέσει σε ακρόαση τον υπεύθυνο της επιχείρησης, σύμφωνα με το άρθρο 34, ο οποίος υποχρεούται να εκθέσει τις απόψεις του εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα επίδοσης σε αυτόν της σχετικής πρόσκλησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η αναστολή της λειτουργίας ή η ανάκληση της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης επιχείρησης τροφίμων συνεπάγεται άμεσα την αναστολή ή ανάκληση της έγκρισης ή καταχώρισης ή εγγραφής της εγκατάστασης, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 ή 2 του άρθρου 10, αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η επιχείρηση τροφίμων δύναται να καταθέσει ένσταση στην προϊσταμένη αρχή της αδειοδοτούσας αρχής που εξέδωσε την απόφαση επιβολής του μέτρου της αναστολής λειτουργίας ή της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της, εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση της εν λόγω απόφασης. Η προϊσταμένη αρχή εκδίδει απόφαση επί της ένστασης εντός επτά (7) εργασίμων ημερών, η οποία κοινοποιείται στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34. Η απόφαση επί της ένστασης ή η απόφαση επιβολής του μέτρου της αναστολής λειτουργίας ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης, αν δεν υποβληθεί ένσταση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, θεωρείται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή. Η άσκηση ένστασης και η προθεσμία για την άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της επιβολής του μέτρου της αναστολής λειτουργίας ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας εγκατάστασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α) Η αδειοδοτούσα αρχή προβαίνει στη σφράγιση του παραγωγικού μηχανολογικού εξοπλισμού τμήματος ή ολόκληρης της εγκατάστασης, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών, εφόσον παρίσταται ανάγκη και σύμφωνα με τα άρθρα 159 και 161 του π.δ. 141/1991 (Α΄ 58), στις παρακάτω περιπτώσεις: αα) Αν η επιχείρηση δεν συμμορφωθεί με την απόφαση αναστολής της λειτουργίας της εγκατάστασης. ββ) Αν η επιχείρηση δεν συμμορφωθεί με την απόφαση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης. β) Η αρμόδια αρχή προβαίνει άμεσα στη σφράγιση του παραγωγικού μηχανολογικού εξοπλισμού τμήματος ή ολόκληρης της εγκατάστασης, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών, σύμφωνα με τα άρθρα 159 και 161 του π.δ. 141/1991, εφόσον τίθεται σε άμεσο κίνδυνο η δημόσια υγεία και η υγεία των ζώων, παρίσταται έκτακτη ανάγκη αποτροπής του κινδύνου αυτού και η επιχείρηση δεν συμμορφώνεται με την απόφαση προσωρινής αναστολής της λειτουργίας της εγκατάστασης ή μονάδας παραγωγής της εγκατάστασης, σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 3. γ) Η επιχείρηση ειδοποιείται εγγράφως από την αδειοδοτούσα αρχή ή την αρμόδια αρχή για την αιτία, την ακριβή ημερομηνία και ώρα σφράγισης της εγκατάστασης. Η σφράγιση περιλαμβάνει το κλείδωμα και την αφαίρεση των κλειδιών της εγκατάστασης, με δαπάνη που προκαταβάλλεται από την επιχείρηση. Για κάθε σφράγιση συντάσσεται και σχετική έκθεση από την αρχή που την πραγματοποίησε. Η επιχείρηση υποχρεούται να απομακρύνει τα ευαλλοίωτα ή ευπαθή τρόφιμα που βρίσκονται εντός της εγκατάστασης,

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Για τις εγκαταστάσεις που λειτουργούν χωρίς τις απαιτούμενες άδειες ή εγκρίσεις, ισχύουν τα κατά περίπτωση προβλεπόμενα στις ειδικότερες διατάξεις περί αδειών λειτουργίας και εγκρίσεων. Αν η αρμόδια αρχή ελέγχου διαπιστώσει μη συμμόρφωση σε απαιτήσεις ή μέτρα από την οποία προκύπτει άμεσος κίνδυνος για τη δημόσια υγεία και παρίσταται έκτακτη ανάγκη αποτροπής του κινδύνου αυτού, προβαίνει στη σφράγιση του παραγωγικού μηχανολογικού εξοπλισμού τμήματος ή ολόκληρης της εγκατάστασης, σύμφωνα με τις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παραγράφου 7.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, καθώς και οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 10 εφαρμόζονται αναλόγως και στις περιπτώσεις που η εγκατάσταση επιχείρησης τροφίμων λειτουργεί με αναγγελία έναρξης του ν. 3919/2011 (Α΄ 32), όπως ισχύει.

Άρθρο 10Αναστολή ή ανάκληση της έγκρισης ή της καταχώρισης ή της εγγραφής εγκατάστασης επιχείρησης τροφίμων ή ζωοτροφώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η κεντρική αρμόδια αρχή δύναται με απόφασή της να επιβάλει το μέτρο της αναστολής της έγκρισης ή καταχώρισης ή εγγραφής εγκατάστασης επιχείρησης τροφίμων ή ζωοτροφών, για ορισμένο χρονικό διάστημα, μετά από αιτιολογημένη εισήγηση της αρμόδιας αρχής, στις παρακάτω περιπτώσεις: α) όταν κατά τον επίσημο έλεγχο διαπιστώνεται μη συμμόρφωση που ενέχει σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία και οδηγεί στην ανάγκη λήψης άμεσων μέτρων, β) όταν η επιχείρηση τροφίμων ή ζωοτροφών δεν λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα συμμόρφωσης προς τις συστάσεις των αρμόδιων αρχών για την εκπλήρωση των απαιτήσεων της κείμενης νομοθεσίας, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η κεντρική αρμόδια αρχή δύναται με απόφασή της να επιβάλει το μέτρο της ανάκλησης της έγκρισης ή καταχώρισης ή εγγραφής της εγκατάστασης επιχείρησης τροφίμων ή ζωοτροφών στις κάτωθι περιπτώσεις: α) όταν συντρέχουν λόγοι τεχνικής ή άλλης αδυναμίας εκτέλεσης των καθορισμένων διορθωτικών ενεργειών, με συνέπεια να μην είναι εφικτή η πλήρης συμμόρφωση με τη νομοθεσία, β) όταν η επιχείρηση τροφίμων ή ζωοτροφών δεν συμμορφωθεί προς την απόφαση αναστολής της έγκρισης ή της καταχώρισης ή της εγγραφής εγκατάστασης. Η απόφαση ανάκλησης της έγκρισης ή καταχώρισης ή εγγραφής εγκατάστασης κοινοποιείται στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η αναστολή ή η ανάκληση της έγκρισης ή της καταχώρισης ή της εγγραφής εγκατάστασης επιχείρησης τροφίμων συνεπάγεται την άμεση αναστολή της λειτουργίας ή την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης, σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 ή την παράγραφο 2 του άρθρου 9, αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η επιχείρηση τροφίμων ή ζωοτροφών δύναται να καταθέσει ένσταση προς την υπηρεσία που εξέδωσε την απόφαση επιβολής του μέτρου της αναστολής ή της ανάκλησης της έγκρισης ή της καταχώρισης ή της εγγραφής εγκατάστασης, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών. Επί της ένστασης, η ως άνω υπηρεσία εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση εντός προθεσμίας πέντε (5) εργασίμων ημερών, την οποία κοινοποιεί άμεσα στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34. Η απόφαση επί της ένστασης ή η απόφαση επιβολής του μέτρου της αναστολής ή της ανάκλησης της έγκρισης ή της καταχώρισης ή της εγγραφής εγκατάστασης, αν δεν υποβληθεί ένσταση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, θεωρείται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή. Η άσκηση ένστασης και η προθεσμία για την άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της επιβολής του μέτρου της αναστολής ή της ανάκλησης της έγκρισης ή της καταχώρισης ή της εγγραφής εγκατάστασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Σε περιπτώσεις τροφίμων φυτικής προέλευσης που δεν πληρούν τις προδιαγραφές παραγωγής και εμπορίας αυτών, αναστέλλεται ή διαγράφεται η καταχώριση της επιχείρησης τροφίμων από τα μητρώα που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία. Η επιχείρηση τροφίμων φυτικής προέλευσης δύναται να καταθέσει ένσταση προς την υπηρεσία που εξέδωσε την απόφαση αναστολής ή διαγραφής της από το μητρώο, σύμφωνα με την παράγραφο 4.

Άρθρο 11Προσωρινή αναστολή και ανάκληση έγκρισης καταλληλότητας μεταφορικού μέσου τροφίμωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αν οι ελεγκτές των αρμόδιων αρχών, κατά τη διενέργεια επίσημου ελέγχου, διαπιστώσουν μη συμμόρφωση σε σχέση με τις απαιτήσεις της κείμενης νομοθεσίας που αφορά στη μεταφορά τροφίμων, εισηγούνται στην αρμόδια αρχή την ανάκληση της έγκρισης καταλληλότητας του οχήματος για μεταφορά συγκεκριμένου τύπου τροφίμων. Η αρμόδια αρχή διαβιβάζει την ανάκληση έγκρισης και την έκθεση ελέγχου στη αδειοδοτούσα αρχή, προκειμένου η τελευταία να ενεργήσει στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν οι ελεγκτές των αρμόδιων αρχών, κατά τη διενέργεια επίσημου ελέγχου, διαπιστώσουν φορτίο τροφίμου μη κανονικό ή μη ασφαλές, το οποίο, λόγω της φύσης του, μεταφέρεται με κατάλληλο μεταφορικό μέσο, για την επιβολή του μέτρου του περιορισμού ή της απαγόρευσης διάθεσης του φορτίου τροφίμου, αποτελεί υποχρέωση του ιδιοκτήτη η υπόδειξη κατάλληλου χώρου για μεταφορά και φύλαξη του φορτίου με έξοδα του ιδιοκτήτη, για όσο χρόνο απαιτείται και εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 6 ή 7, αντίστοιχα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΄Η ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ ΣΤΑ ΦΟΡΤΙΑ ΑΠΟ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ
Άρθρο 12Διοικητικά μέτρα συμμόρφωσηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με απόφαση της αρμόδιας αρχής, ύστερα από αιτιολογημένη έκθεση των ελεγκτών, τίθενται υπό επίσημη κράτηση φορτία από τρίτες χώρες, τα οποία δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις ή τις διαδικασίες που επιβάλλει η ενωσιακή και εθνική νομοθεσία και αφού ληφθούν υπόψη τα αιτήματα των επιχειρήσεων τροφίμων ή ζωοτροφών, επιβάλλονται, κατά περίπτωση και στο βαθμό που απαιτείται, τα ακόλουθα μέτρα συμμόρφωσης: α) Υποβολή σε ειδική μεταχείριση, σύμφωνα με το άρθρο 20 του Κανονισμού (ΕΚ) 882/2004. β) Επαναποστολή τους, σύμφωνα με το άρθρο 21 του Κανονισμού (ΕΚ) 882/2004. γ) Καταστροφή των φορτίων. δ) Χρήση των εν λόγω τροφίμων ή ζωοτροφών για άλλους νόμιμους σκοπούς, πλην εκείνων για τους οποίους προορίζονταν αρχικά. ε) Επιβολή διορθωτικών ενεργειών σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης, όπως επαναδιαλογή, ανασυσκευασία, υποβιβασμός ή επαναταξινόμηση και επανέλεγχος, προκειμένου να επιτραπεί η εισαγωγή ή εξαγωγή του φορτίου. στ) Κάθε άλλο μέτρο που κρίνει κατάλληλο η αρμόδια αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν τα φορτία των τροφίμων ή ζωοτροφών έχουν ήδη διατεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία, η αρμόδια αρχή εφαρμόζει τα μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 4 έως και 11.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α) Η επιχείρηση τροφίμων ή ζωοτροφών δύναται να καταθέσει ένσταση στην προϊσταμένη αρχή της αρχής που εξέδωσε την απόφαση επιβολής της επίσημης κράτησης, εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση της εν λόγω απόφασης. Η προϊσταμένη αρχή εκδίδει απόφαση επί της ένστασης εντός επτά (7) εργασίμων ημερών, η οποία κοινοποιείται αυθημερόν στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34. Η απόφαση της προϊσταμένης αρχής είναι οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή. β) Σε περίπτωση επίσημης κράτησης: αα) Από τους συνοριακούς Σταθμούς Υγειονομικού Κτηνιατρικού Ελέγχου (ΣΥΚΕ) οι οποίοι αποτελούν υπηρεσιακές μονάδες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, φορτίου ζωοτροφών από τρίτες χώρες, η ένσταση της περίπτωσης α΄ υποβάλλεται στη Διεύθυνση Υγείας των Ζώων και κοινοποιείται στη Διεύθυνση Εισροών Ζωικής Παραγωγής του ίδιου Υπουργείου, εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης επιβολής της επίσημης κράτησης. H Διεύθυνση Εισροών Ζωικής Παραγωγής ενημερώνει αυθημερόν τη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας. ββ) Από τις Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των Περιφερειακών Ενοτήτων, φορτίου ζωοτροφών από τρίτες χώρες, για το οποίο προκύπτει παράβαση σχετικά με την ασφάλεια των ζωοτροφών, όπως ανεπιθύμητες ουσίες, απαγορευμένα συστατικά και παραβίαση των όρων έγκρισης πρόσθετων υλών, η ένσταση της περίπτωσης α΄ κατατίθεται στη Διεύθυνση Εισροών Ζωικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης επιβολής της επίσημης κράτησης. Ο προϊστάμενος των ως άνω Διευθύνσεων, κατά περίπτωση, εκδίδει απόφαση επί της ένστασης, εντός επτά (7) εργασίμων ημερών, η οποία κοινοποιείται άμεσα στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34 και η οποία είναι οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή. γ) Για την εξέταση των ως άνω ενστάσεων, οι αρχές που εξέδωσαν την απόφαση επιβολής της επίσημης κράτησης διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές των περιπτώσεων α΄ και β΄ την έκθεση ελέγχου και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου. δ) Αν δεν ασκηθεί ένσταση, σύμφωνα με τις ανωτέρω περιπτώσεις α΄ και β΄, η απόφαση της αρμόδια αρχής για επιβολή της επίσημης κράτησης καθίσταται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ
Άρθρο 13Διοικητικά μέτρα συμμόρφωσηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αν κατά τον επίσημο έλεγχο διαπιστωθούν μη συμμορφώσεις που θίγουν ή θέτουν σε κίνδυνο την υγεία των ζώων, τη δημόσια υγεία, τη λειτουργικότητα των συστημάτων σήμανσης και καταγραφής των ζώων και την καλή διαβίωση των ζώων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, τα οποία, με την επιφύλαξη της τήρησης των ειδικότερων διατάξεων και μέτρων που προβλέπονται από ειδικές διατάξεις, συνίστανται, κατά περίπτωση, στα ακόλουθα: α) διενέργεια απαραίτητων απολυμάνσεων, β) περιορισμός των μετακινήσεων των ζώων, γ) απομόνωση ή αποκλεισμός εκτροφής ή/και περιοχής, δ) μερική ή ολική απομάκρυνση των ζώων από την εκμετάλλευση, ε) μερική ή ολική υγειονομική σφαγή ή θανάτωση, στ) σφαγή ή επείγουσα σφαγή ή επείγουσα θανάτωση, ζ) αα) απαγόρευση εξόδου ζωικών προϊόντων από την εκμετάλλευση ή ββ) προώθηση για θερμική επεξεργασία σε εγκεκριμένες εγκαταστάσεις των αυγών που προέρχονται από εγκαταστάσεις όπου δεν τηρούνται τα επιτρεπόμενα συστήματα εκτροφής ορνίθων, η) άλλα μέτρα υγειονομικού χαρακτήρα, θ) αναστολή ή ανάκληση έγκρισης και άδειας εγκατάστασης, ι) κατάσχεση κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων, καθώς και σπέρματος, ωαρίων ή εμβρύων, σύμφωνα με το άρθρο 15, ια) αναστολή ή ανάκληση της άδειας του μεταφορέα, ιβ) αναστολή ή ανάκληση της βεβαίωσης καταλληλότητας ή του πιστοποιητικού έγκρισης του μεταφορικού μέσου, ιγ) αναστολή ή ανάκληση του πιστοποιητικού επαγγελματικής κατάρτισης του οδηγού ή συνοδού, οι οποίοι υποχρεούνται να παραδώσουν το πιστοποιητικό αυτό στην αρμόδια κτηνιατρική υπηρεσία της οικείας Περιφερειακής Ενότητας που έχουν την έδρα τους, ιδ) αλλαγή του οδηγού ή του συνοδού, ιε) προσωρινή επισκευή του μεταφορικού μέσου, ιστ) μεταφορά παρτίδας ή μέρους αυτής σε άλλο μεταφορικό μέσο, ιζ) επιστροφή των ζώων στον τόπο αναχώρησης ή συνέχιση προς τον τόπο προορισμού με πιο σύντομο δρομολόγιο, ιη) εκφόρτωση των ζώων και σταβλισμός σε κατάλληλο χώρο με την παροχή των κατάλληλων φροντίδων, ιθ) προσωρινή απαγόρευση στον μεταφορέα και στο μεταφορικό μέσο να μεταφέρει ζώα εντός της Χώρας, κ) τροποποίηση των πρότυπων διαδικασιών λειτουργίας του σφαγείου, σχετικά με το χειρισμό των ζώων από την άφιξη των ζώων στο σφαγείο έως και την αφαίμαξή τους, με επιβράδυνση ή παύση της παραγωγής, κα) αύξηση της συχνότητας των αυτοελέγχων στη διαδικασία της αναισθητοποίησης και στην αποτελεσματικότητά της, κβ) αύξηση της συχνότητας των αυτοελέγχων κατά τη σφαγή ζώων για θρησκευτικούς λόγους (θρησκευτική σφαγή), το στάδιο πριν την απελευθέρωση του ζώου από την ακινητοποίηση και πριν την εκδορά ή το ζεμάτισμα, κγ) τροποποίηση των διαδικασιών παρακολούθησης στα σφαγεία κατά τις διαδικασίες των περιπτώσεων κα΄ και κβ΄, κδ) αναστολή ή ανάκληση του πιστοποιητικού ικανότητας των προσώπων που εκτελούν τις διαδικασίες χειρισμού των ζώων από την άφιξη των ζώων στο σφαγείο έως και την αφαίμαξή τους, κε) αναστολή ή ανάκληση της ανάθεσης σε φορέα της τελικής εξέτασης και έκδοσης του πιστοποιητικού ικανότητας των προσώπων της περίπτωσης κδ΄, κστ) τροποποίηση των οδηγιών του κατασκευαστή που συνοδεύουν τον εξοπλισμό ακινητοποίησης και αναισθητοποίησης, κζ) κάθε άλλο μέτρο που κρίνει κατάλληλο η αρμόδια αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ειδικότερα στην περίπτωση μη συμμόρφωσης με: α) τις διατάξεις της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας που αφορούν: αα) την αντιμετώπιση νοσημάτων των ζώων και ζωονόσων, ββ) τις ενδοενωσιακές συναλλαγές ζώντων ζώων, καθώς και τις εισαγωγές αυτών από τρίτες χώρες, γγ) τα μέτρα που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές για την αντιμετώπιση νοσημάτων των ζώων και ζωονόσων, β) τα μέτρα που απαιτούνται κατά την εφαρμογή πάσης φύσεως προγραμμάτων διερεύνησης, ελέγχου, καταπολέμησης και επιτήρησης των νοσημάτων των ζώων και των ζωονόσων και γ) τις έγγραφες συστάσεις των αρμόδιων αρχών ή των επίσημων κτηνίατρων για την τήρηση των κανόνων βιοασφάλειας, την αποτροπή εξάπλωσης νοσημάτων και την εν γένει προστασία της υγείας των ζώων, οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν σε γραπτή προειδοποίηση του ασκούντα την εκμετάλλευση των ζώων, με την οποία του γνωστοποιείται η υποχρέωση συμμόρφωσης. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης του προβλεπόμενου, από τις ισχύουσες διατάξεις, χρονικού διαστήματος συμμόρφωσης ή αν δεν υφίστανται τέτοιες διατάξεις, του εύλογου χρονικού διαστήματος που καθορίζει η αρμόδια αρχή, με βάση την ευχέρεια και τις δυνατότητες συμμόρφωσης, επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 23, καθώς και τα μέτρα συμμόρφωσης της παραγράφου 1, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο.

Άρθρο 14Διαδικασία επιβολής μέτρων συμμόρφωσηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Τα μέτρα συμμόρφωσης του άρθρου 13, πλην της περίπτωσης ι΄ της παραγράφου 1 αυτού που αφορά κατάσχεση κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων, καθώς και σπέρματος, ωαρίων ή εμβρύων και περιγράφεται στο άρθρο 15, επιβάλλονται με απόφαση της αρμόδιας αρχής, κατόπιν αιτιολογημένης έκθεσης των ελεγκτών. β) Αν για την επιβολή των μέτρων συμμόρφωσης είναι αρμόδια η κεντρική αρμόδια αρχή ή άλλη δημόσια αρχή, η απόφαση επιβολής των μέτρων συμμόρφωσης εκδίδεται από την κεντρική αρμόδια αρχή ή την άλλη δημόσια αρχή, κατόπιν εισήγησης της κατά τόπο αρμόδιας αρχής και διαβίβασης των σχετικών εγγράφων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η απόφαση λήψης μέτρων συμμόρφωσης κοινοποιείται στην εκμετάλλευση ή επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34. Στην απόφαση γίνεται αναφορά για το δικαίωμα ένστασης του ενδιαφερόμενου που κατατίθεται στην αρχή που εξέδωσε την απόφαση, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση, σε αυτόν, της απόφασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α) Αν η απόφαση επιβολής των μέτρων συμμόρφωσης έχει εκδοθεί από την αρμόδια αρχή ή την κεντρική αρμόδια αρχή, για την εξέταση της ένστασης, ο προϊστάμενος της αρμόδιας αρχής στην οποία ανήκουν οι ελεγκτές ή ο προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, αντίστοιχα, με απόφασή του προβαίνει εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την υποβολή της ένστασης, στη συγκρότηση και στον ορισμό μελών τριμελούς επιτροπής, η οποία συνέρχεται εντός επτά (7) εργασίμων ημερών από τη συγκρότησή της και αποτελείται από: αα) δύο (2) υπαλλήλους της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο, εκτός των ελεγκτών που συνέταξαν την έκθεση, εφόσον αυτό είναι δυνατόν, ή δύο (2) κτηνιάτρους, υπαλλήλους της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής, αντίστοιχα, ββ) έναν (1) ειδικό, που υποδεικνύει ο ενιστάμενος. Αν ο ενιστάμενος, δεν υποδείξει ή δηλώσει αδυναμία να υποδείξει μέλος στην επιτροπή, μέλος ορίζεται από τον προϊστάμενο που συγκροτεί την επιτροπή, υπάλληλος της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο ή υπάλληλος της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής, αντίστοιχα. Πρόεδρος της επιτροπής είναι ο υπάλληλος με τον ανώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιοβάθμων με τον περισσότερο χρόνο υπηρεσίας. Χρέη γραμματέα εκτελεί ο υπάλληλος με τον κατώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιοβάθμων με το λιγότερο χρόνο υπηρεσίας. Αν δεν επαρκεί ο αριθμός των υπαλλήλων για τη συγκρότηση της επιτροπής, σε αυτήν δύνανται να συμμετάσχουν υπάλληλοι από άλλες αρμόδιες αρχές με συναφές αντικείμενο. β) Η τριμελής επιτροπή αφού εξετάσει λεπτομερώς το θέμα, λάβει υπόψη την έκθεση των ελεγκτών και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, καθώς και τις απόψεις του ενιστάμενου και κάθε στοιχείο που προκύπτει κατά την εξέταση, εισηγείται επί της ένστασης προς τον προϊστάμενο της αρμόδιας αρχής ή τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής, αντίστοιχα, για την έκδοση απόφασης επί της ένστασης. γ) Η απόφαση της αρχής κοινοποιείται αυθημερόν στην εκμετάλλευση ή στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η άσκηση ένστασης και η προθεσμία για την άσκησή της δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης λήψης των μέτρων συμμόρφωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α) Αν κατά τον επίσημο έλεγχο διαπιστώνονται ευρήματα που ενέχουν άμεσο κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων, οι ελεγκτές μπορούν να αποφασίσουν κατά περίπτωση τη λήψη άμεσων μέτρων συμμόρφωσης επείγοντος χαρακτήρα, σύμφωνα με το άρθρο 13. β) Αν κατά τον επίσημο έλεγχο διαπιστώνονται ευρήματα που ενέχουν άμεσο κίνδυνο για την προστασία των ζώων, οι ελεγκτές μπορούν να αποφασίσουν κατά περίπτωση τη λήψη άμεσων μέτρων συμμόρφωσης επείγοντος χαρακτήρα, σύμφωνα με τις περιπτώσεις δ΄, ζ΄ υποπερίπτωση ββ΄, ιβ΄, κ΄, κα΄, κβ΄ και κγ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13. γ) Η έκθεση, στην οποία αναφέρονται τα μέτρα συμμόρφωσης των ανωτέρω περιπτώσεων α΄ και β΄, διαβιβάζεται στην αρμόδια αρχή για την αξιολόγηση της αναγκαιότητας ή μη επιβολής επιπλέον μέτρων συμμόρφωσης ή/και κυρώσεων. δ) Απαγορεύεται η άσκηση ένστασης κατά της απόφασης των ελεγκτών για λήψη άμεσων μέτρων συμμόρφωσης επείγοντος χαρακτήρα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Για την άρση της απόφασης επιβολής των μέτρων, όπου αυτό είναι αναγκαίο, απαιτείται η έκδοση σχετικής απόφασης της αρχής που την εξέδωσε, αφού προηγουμένως οι ελεγκτές βεβαιώσουν εγγράφως, έπειτα από επιτόπιο έλεγχο, ότι πραγματοποιήθηκαν όλες οι διορθωτικές ενέργειες και δεν συντρέχουν πλέον οι λόγοι που επέβαλαν τη λήψη των μέτρων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α) Ειδικά όσον αφορά τη λήψη των επειγόντων μέτρων που αναφέρονται στις περιπτώσεις στ΄, ιδ΄, ιε΄, ιστ΄, ιζ΄, ιη΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13, λόγω μη τήρησης από τους μεταφορείς, των κείμενων διατάξεων για τη μεταφορά των ζώων, ισχύουν τα ακόλουθα: αα) Αν οι ελεγκτές της οικείας Περιφερειακής Ενότητας ή του Σταθμού Υγειονομικού Κτηνιατρικού Ελέγχου (ΣΥΚΕ), κατά περίπτωση, διαπιστώσουν μη συμμόρφωση σε σχέση με τις απαιτήσεις των διατάξεων της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας που αφορούν την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά, λαμβάνουν οι ίδιοι, ή απαιτούν από τον υπεύθυνο για τα ζώα, να λάβει τα αναγκαία μέτρα συμμόρφωσης για την προστασία των ζώων και τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους. Όταν για την εφαρμογή των μέτρων είναι ανάγκη να μεταφερθούν τα ζώα, κατά παράβαση κείμενων διατάξεων, η αρμόδια, κατά περίπτωση, αρχή, εκδίδει άδεια για τη μεταφορά τους. Η άδεια αναφέρει τα συγκεκριμένα ζώα και καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους μπορούν να μεταφερθούν μέχρις ότου υπάρξει πλήρης συμμόρφωση με τις διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας. ββ) Αν ο υπεύθυνος για τα ζώα δεν μπορεί να εντοπιστεί ή δεν συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις της αρμόδιας, κατά περίπτωση, αρχής της υποπερίπτωσης αα΄, ο προϊστάμενος αυτής εκδίδει άμεσα απόφαση εφαρμογής των αναγκαίων μέτρων επείγοντος χαρακτήρα της παραγράφου 5. β) Οι αιτιολογημένες αποφάσεις των αρμόδιων, κατά περίπτωση, αρχών κοινοποιούνται άμεσα στον μεταφορέα, σύμφωνα με το άρθρο 34 και ενημερώνεται η αρμόδια αρχή που χορήγησε την άδειά του. Αν απαιτείται, οι αρμόδιες αρχές παρέχουν βοήθεια στον μεταφορέα για να διευκολύνουν την εφαρμογή των απαιτούμενων μέτρων έκτακτης ανάγκης. Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές, ενεργούν για την είσπραξη των δαπανών που προκύπτουν από την εκτέλεση των μέτρων αυτών και βαρύνουν τον υπεύθυνο για τα ζώα κατά τη μεταφορά. Οι δαπάνες αυτές βεβαιώνονται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας, κατά περίπτωση, αρχής, ως δημόσιο έσοδο και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ).

Άρθρο 15Διαδικασία επιβολής του μέτρου της κατάσχεσης των κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων, σπέρματος, ωαρίων ή εμβρύωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κατάσχονται, κατόπιν αιτιολογημένης έκθεσης των ελεγκτών των αρμόδιων αρχών, τα κατωτέρω: α) κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των φαρμακούχων ζωοτροφών, σε εκτροφές παραγωγικών ζώων που εντοπίζονται χωρίς κτηνιατρική συνταγή ή έχουν λήξει ή αλλοιωθεί ή χωρίς άδεια κυκλοφορίας από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΟΦ) ή μετά τη λήξη ή ανάκληση ή αναστολή της και β) σπέρμα, ωάρια ή έμβρυα που διακινούνται από άλλα κράτη−μέλη, χωρίς να συνοδεύονται από τα κατά περίπτωση προβλεπόμενα υγειονομικά κτηνιατρικά πιστοποιητικά ή εισάγονται παράνομα από τρίτες χώρες, καθώς και σπέρμα, ωάρια ή έμβρυα που συλλέγονται, αποθηκεύονται ή διατηρούνται σε μη εγκεκριμένες κατά περίπτωση εγκαταστάσεις ή που η προβλεπόμενη διάρκεια ζωής ή διατήρησής τους έχει λήξει ή μεταφέρονται κάτω από μη ικανοποιητικές υγειονομικές συνθήκες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η έκθεση κατάσχεσης, στην οποία καταγράφονται αναλυτικά τα στοιχεία και οι ποσότητες των κατασχεθέντων προϊόντων, κοινοποιείται στην εκμετάλλευση ή επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στην έκθεση κατάσχεσης αναφέρεται το δικαίωμα της εκμετάλλευσης ή επιχείρησης να ασκήσει ένσταση στην αρμόδια αρχή, στην οποία ανήκουν οι ελεγκτές που διενήργησαν την κατάσχεση, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κοινοποίησή της. Αν η εκμετάλλευση ή επιχείρηση δεν επιθυμεί την επανεξέταση των κατασχεθέντων, ο εκπρόσωπός της υπογράφει στην έκθεση κατάσχεσης ότι έλαβε γνώση αυτής και παραιτείται του δικαιώματος αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για την εξέταση της ένστασης, ο προϊστάμενος της υπηρεσίας, στην οποία ανήκουν οι ελεγκτές, που διενήργησαν την κατάσχεση, με απόφασή του, προβαίνει εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κατάθεση της ένστασης, στη συγκρότηση και στον ορισμό μελών τριμελούς επιτροπής, η οποία αποτελείται από: α) δύο (2) ελεγκτές της αρμόδιας αρχής που διενήργησε τον έλεγχο, εκτός των ελεγκτών που διενήργησαν την κατάσχεση, β) έναν (1) ειδικό, που υποδεικνύει ο ενιστάμενος. Αν ο ενιστάμενος, δεν υποδείξει ή δηλώσει αδυναμία να υποδείξει μέλος στην επιτροπή, μέλος ορίζεται από τον προϊστάμενο που συγκροτεί την επιτροπή, υπάλληλος της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο. Πρόεδρος της επιτροπής είναι ο ελεγκτής με τον ανώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιοβάθμων με τον περισσότερο χρόνο υπηρεσίας. Χρέη γραμματέα εκτελεί ο ελεγκτής με τον κατώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιοβάθμων με το λιγότερο χρόνο υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η επιτροπή συνέρχεται ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου της το αργότερο εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από τη συγκρότησή της και αφού λάβει υπόψη την έκθεση κατάσχεσης και τα στοιχεία που προσκομίζει και επικαλείται ο ενιστάμενος, αποφασίζει αιτιολογημένα επί της ένστασης εντός προθεσμίας τριών (3) ημερών. Η απόφαση κοινοποιείται άμεσα στην εκμετάλλευση ή επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34, δια του Προέδρου της επιτροπής και στην αρμόδια αρχή που τη συγκρότησε.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η απόφαση επί της ένστασης, ή η έκθεση κατάσχεσης, αν δεν υποβληθεί εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας ένσταση, θεωρείται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τα κατασχεθέντα προϊόντα επισημαίνονται κατάλληλα και φυλάσσονται στην αποθήκη της εκμετάλλευσης ή της επιχείρησης με ευθύνη του υπευθύνου της, μέχρι την έκδοση απόφασης για την απομάκρυνσή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Για την τύχη των κατασχεθέντων προϊόντων αποφασίζει ο προϊστάμενος της αρμόδιας αρχής στην οποία ανήκουν οι ελεγκτές και επιβάλλεται η καταστροφή ή επιστροφή ή άλλη διάθεσή τους, σύμφωνα με την ενωσιακή και εθνική νομοθεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η εκμετάλλευση ή επιχείρηση έχει την ευθύνη για την εφαρμογή της απόφασης της παραγράφου 8, καθώς και για την ενημέρωση της αρμόδιας αρχής που διενήργησε τον έλεγχο – κατάσχεση, ως προς την ολοκλήρωση των σχετικών διαδικασιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η αρμόδια αρχή που διενήργησε τον έλεγχο έχει την εποπτεία των διαδικασιών και ενημερώνει σχετικά την κεντρική αρμόδια αρχή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΖΥΠ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΠ
Άρθρο 16Μέτρα συμμόρφωσης εντός της Χώρας και μεταξύ των κρατών−μελών

Οι αρμόδιες αρχές, στο πλαίσιο άσκησης του επίσημου ελέγχου, σε περίπτωση που διαπιστώσουν μη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις ή τις διαδικασίες που προβλέπει η ενωσιακή και εθνική νομοθεσία σε όλα τα στάδια παραγωγής, μεταφοράς, χειρισμού, μεταποίησης, αποθήκευσης, διάθεσης στην αγορά, διανομής, χρήσης ή απόρριψης των ΖΥΠ και των ΠΠ επιβάλλουν, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της μη συμμόρφωσης, το ιστορικό και το μέγεθος της επιχείρησης, κατά περίπτωση και στο βαθμό που απαιτείται, τα ακόλουθα μέτρα συμμόρφωσης: α) Περιορισμό ή απαγόρευση διάθεσης στην αγορά των ΖΥΠ ή ΠΠ. β) Απόρριψη των ΖΥΠ ή ΠΠ μέσω αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης σε εγκεκριμένη μονάδα αποτέφρωσης. γ) Διαχείριση/χρήση των ΖΥΠ ή ΠΠ διαφορετική από εκείνη για την οποία προορίζονταν αρχικά. δ) Υποβολή διαδικασιών εξυγίανσης, όπως προβλέπεται από τη σχετική νομοθεσία. ε) Επαναποστολή στο κράτος−μέλος αποστολής τους, εφόσον γίνονται δεκτά. στ) Αναστολή λειτουργίας ή ανάκληση της άδειας λειτουργίας ή/και αναστολή ή ανάκληση της έγκρισης εγκατάστασης/μονάδας παραγωγής ή διαχείρισης ΖΥΠ ή ΠΠ. ζ) Ανάκληση δραστηριότητας καταχωρισμένης εγκατάστασης/μονάδας ή χρήστη ΖΥΠ ή ΠΠ. η) Ανάκληση έγκρισης οχήματος ή εμπορευματοκιβωτίου μεταφοράς ΖΥΠ ή ΠΠ. θ) Κάθε άλλο μέτρο που κρίνει κατάλληλο η αρμόδια αρχή.

Άρθρο 17Περιορισμός ή απαγόρευση διάθεσης στην αγορά των ΖΥΠ ή ΠΠ Οι αρμόδιες αρχές επιβάλουν το μέτρο του περιορισμού ή της απαγόρευσης διάθεσης στην αγορά των ΖΥΠ ή ΠΠ με τις διαδικασίες της δέσμευσης και κατάσχεσης, ως εξής :ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Δεσμεύονται, κατόπιν αιτιολογημένης έκθεσης των ελεγκτών των αρμόδιων αρχών, τα ΖΥΠ ή ΠΠ, για τα οποία δεν είναι δυνατή η οριστική αξιολόγηση του κινδύνου χωρίς τη διενέργεια εργαστηριακών αναλύσεων, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές κρίνουν αιτιολογημένα ότι υπάρχει ανάγκη για δέσμευση. β) Η έκθεση δέσμευσης κοινοποιείται από την αρμόδια αρχή στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34. γ) Η αποδέσμευση των δεσμευμένων ΖΥΠ ή ΠΠ γίνεται αυτεπαγγέλτως από την αρμόδια αρχή ή κατόπιν έγγραφης αίτησης προς αυτήν, μετά τη λήψη αρνητικών αποτελεσμάτων εργαστηριακών αναλύσεων. Οι ελεγκτές συντάσσουν προς τούτο πρακτικό αποδέσμευσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Κατάσχονται, κατόπιν αιτιολογημένης έκθεσης των ελεγκτών των αρμόδιων αρχών, τα παρακάτω ΖΥΠ ή ΠΠ, σε όλα τα στάδια της παραγωγής, αποθήκευσης, διακίνησης και διάθεσης αυτών, όταν : αα) έχουν μολυνθεί ή αναμειχθεί με μη επιτρεπτό υλικό ή σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων εργαστηριακών αναλύσεων, ββ) δεν έχουν ταυτοποιηθεί ή συσκευασθεί ή σημανθεί ορθά, γγ) στερούνται συνοδευτικών εγγράφων ή είναι ελλιπώς ή μη ορθά συμπληρωμένα (εμπορικά έγγραφα ή/ και υγειονομικά πιστοποιητικά), δδ) ο προορισμός τους δεν αντιστοιχεί στην κατηγορία κατάταξής τους ή η εγκατάσταση/μονάδα/χρήστης προορισμού τους δεν είναι εγκεκριμένη ή καταχωρισμένη, εε) δεν πληρούν τις απαιτήσεις της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας ως προς τη διάθεσή τους στην αγορά και τη χρήση τους, στστ) σε κάθε άλλη περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές κρίνουν αιτιολογημένα ότι υπάρχει αναγκαιότητα για κατάσχεση. β) Η έκθεση κατάσχεσης κοινοποιείται από την αρμόδια αρχή στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34. Στην έκθεση κατάσχεσης γίνεται αναφορά για το δικαίωμα της επιχείρησης να ασκήσει ένσταση επανεξέτασης, εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση της έκθεσης. γ) Αν η επιχείρηση δεν επιθυμεί την επανεξέταση των κατασχεθέντων, ο εκπρόσωπός της υπογράφει στην έκθεση κατάσχεσης ότι έλαβε γνώση αυτής και παραιτείται του δικαιώματος αυτού. δ) Η ένσταση επανεξέτασης κατατίθεται από την επιχείρηση στην υπηρεσία που ανήκουν οι ελεγκτές. Εφόσον δεν κατατεθεί ένσταση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, η έκθεση θεωρείται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή. ε) Για την εξέταση της ένστασης, ο προϊστάμενος της υπηρεσίας, στην οποία ανήκουν οι ελεγκτές, που διενήργησαν την κατάσχεση, με απόφασή του, προβαίνει εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την κατάθεση της ένστασης, στη συγκρότηση και στον ορισμό μελών τριμελούς επιτροπής, η οποία αποτελείται από: αα) δύο (2) ελεγκτές της αρμόδιας αρχής που διενήργησε τον έλεγχο, εκτός των ελεγκτών που διενήργησαν την κατάσχεση, ββ) έναν (1) ειδικό, που υποδεικνύει ο ενιστάμενος. Αν ο ενιστάμενος, δεν ορίσει ή δηλώσει αδυναμία να ορίσει μέλος στην επιτροπή, μέλος ορίζεται από τον προϊστάμενο που συγκροτεί την επιτροπή, υπάλληλος της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο. Πρόεδρος της επιτροπής είναι ο ελεγκτής με τον ανώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιοβάθμων με τον περισσότερο χρόνο υπηρεσίας. Χρέη γραμματέα εκτελεί ο ελεγκτής με τον κατώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιοβάθμων με το λιγότερο χρόνο υπηρεσίας. στ) Η επιτροπή συνέρχεται, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου της, το αργότερο εντός τριών (3) εργασίμων ημερών από τη συγκρότησή της και αφού λάβει υπόψη την έκθεση κατάσχεσης και τα στοιχεία που προσκομίζει και επικαλείται ο ενιστάμενος, αποφασίζει αιτιολογημένα επί της ένστασης εντός προθεσμίας τριών (3) εργασίμων ημερών. Η απόφαση της επιτροπής κοινοποιείται άμεσα στην επιχείρηση και στην αρμόδια αρχή που τη συγκρότησε, δια του Προέδρου αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 34. Η απόφαση επί της ένστασης, θεωρείται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή. ζ) Στην έκθεση κατάσχεσης, αν δεν κατατεθεί ένσταση επανεξέτασης ή στην απόφαση επί της ένστασης επανεξέτασης, αποφασίζεται η τύχη των κατασχεθέντων, ως εξής: αα) Επιβάλλεται η απόρριψη των ΖΥΠ ή ΠΠ μέσω αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης σε εγκεκριμένη μονάδα αποτέφρωσης. ββ) Εγκρίνεται η διαχείριση/χρήση των ΖΥΠ ή ΠΠ για σκοπούς άλλους εκτός από εκείνους για τους οποίους προορίζονταν αρχικά. γγ) Επιβάλλονται διαδικασίες εξυγίανσης, όπως προβλέπεται από τη σχετική νομοθεσία ή κάθε άλλο μέτρο που κρίνεται αναγκαίο, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με τις κείμενες διατάξεις. δδ) Επαναποστολή των ΖΥΠ ή ΠΠ στο κράτος−μέλος αποστολής τους, εφόσον αυτά γίνονται δεκτά. η) Τα κατασχεθέντα επισημαίνονται κατάλληλα και φυλάσσονται στην αποθήκη της επιχείρησης με ευθύνη του υπευθύνου της, μέχρι την έκδοση απόφασης για την απομάκρυνσή τους. Τα κατασχεθέντα προς απόρριψη, εξυγίανση ή άλλη ενέργεια, κατά τη μεταφορά τους προς τον τόπο προορισμού, συνοδεύονται από εμπορικό έγγραφο, το οποίο συντάσσεται από την επιχείρηση. Η διαδικασία πραγματοποιείται υπό την εποπτεία της κατά τόπο αρμόδιας αρχής. Ο υπεύθυνος της επιχείρησης έχει την ευθύνη της γνωστοποίησης στην αρμόδια αρχή της ολοκλήρωσης των σχετικών διαδικασιών.

Άρθρο 18Αναστολή λειτουργίας ή ανάκληση της άδειας λειτουργίας ή/και αναστολή ή ανάκληση της έγκρισης εγκατάστασης/μονάδας παραγωγής ή διαχείρισης ΖΥΠ ή ΠΠΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αν από τους επίσημους ελέγχους που πραγματοποιεί η αρμόδια αρχή διαπιστωθεί ότι δεν τηρούνται οι απαιτήσεις της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας, τότε, ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα των μη συμμορφώσεων και των εν δυνάμει κινδύνων για τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων, η αρμόδια αρχή δύναται να προβαίνει στο μέτρο της αναστολής της λειτουργίας ή της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης/ μονάδας παραγωγής ή διαχείρισης ΖΥΠ ή ΠΠ ή/και η κεντρική αρμόδια αρχή δύναται να αναστέλλει ή να ανακαλεί τον ειδικό κωδικό αριθμό έγκρισης της εγκατάστασης/μονάδας παραγωγής ή διαχείρισης ΖΥΠ ή ΠΠ, σύμφωνα με την παράγραφο 4.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η αρμόδια αρχή προβαίνει στο μέτρο της αναστολής της λειτουργίας εγκατάστασης/μονάδας ή/και η κεντρική αρμόδια αρχή αναστέλλει τον ειδικό κωδικό αριθμό έγκρισής της, για ορισμένο χρονικό διάστημα, στις παρακάτω περιπτώσεις: α) όταν κατά τον επίσημο έλεγχο διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται πλέον οι όροι λειτουργίας ή/και έγκρισης της εγκατάστασης/μονάδας, αντίστοιχα και οι πιθανοί κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων οδηγούν στην ανάγκη λήψης άμεσων μέτρων, β) όταν η επιχείρηση δεν συμμορφώνεται με τις συστάσεις των αρμόδιων αρχών και η αποκατάσταση των μη συμμορφώσεων μπορεί να γίνει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Το μέτρο της αναστολής της λειτουργίας ή/και της έγκρισης μίας εγκατάστασης/μονάδας επιβάλλεται, για ορισμένο χρονικό διάστημα, ανάλογο με εκείνο που απαιτείται για την εκτέλεση όλων των αναγκαίων διορθωτικών μέτρων, ώστε η επιχείρηση να εναρμονιστεί με τις εκάστοτε ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η αρμόδια αρχή προβαίνει στο μέτρο της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας εγκατάστασης/μονάδας ή/ και η κεντρική αρμόδια αρχή ανακαλεί τον ειδικό κωδικό αριθμό έγκρισής της, στις παρακάτω περιπτώσεις: α) όταν κατά τον επίσημο έλεγχο διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται πλέον οι όροι λειτουργίας ή/και έγκρισής της, αντίστοιχα και υπάρχουν σοβαροί κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων που απαιτούν σημαντικές παρεμβάσεις στη λειτουργία της εγκατάστασης/μονάδας, β) όταν η επιχείρηση αδυνατεί να αποκαταστήσει τις μη συμμορφώσεις εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, γ) όταν η επιχείρηση δεν συμμορφώνεται προς την απόφαση αναστολής της λειτουργίας ή έγκρισης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

α) Για την επιβολή του μέτρου, η αρμόδια αρχή που διενήργησε τον έλεγχο, με αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, εισηγείται άμεσα στην αδειοδοτούσα αρχή την αναστολή της λειτουργίας ή την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης/μονάδας ή/και στην κεντρική αρμόδια αρχή την αναστολή ή ανάκληση του ειδικού κωδικού αριθμού έγκρισής της, αφού πρώτα καλέσει σε ακρόαση τον υπεύθυνο της επιχείρησης, εντός προθεσμίας πέντε (5) εργασίμων ημερών από την ημέρα επίδοσης της έκθεσης ελέγχου. β) Με απόφαση της αδειοδοτούσας αρχής αναστέλλεται η λειτουργία ή ανακαλείται η άδεια λειτουργίας της εγκατάστασης/μονάδας ή/και με απόφαση της κεντρικής αρμόδιας αρχής, αναστέλλεται ή ανακαλείται ο ειδικός κωδικός αριθμός έγκρισης της εγκατάστασης/ μονάδας, αντίστοιχα. Οι αποφάσεις αυτές κοινοποιούνται στην επιχείρηση/μονάδα, σύμφωνα με το άρθρο 34.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η αναστολή της λειτουργίας ή η ανάκληση της άδειας λειτουργίας μίας εγκατάστασης/μονάδας συνεπάγεται άμεσα και την αναστολή ή ανάκληση του ειδικού κωδικού αριθμού έγκρισής της, αντίστοιχα και αντίστροφα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η επιχείρηση δύναται να υποβάλλει ένσταση στην προϊσταμένη αρχή της αδειοδοτούσας αρχής που εξέδωσε την απόφαση επιβολής του μέτρου της αναστολής λειτουργίας ή της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ή/ και στην κεντρική αρμόδια αρχή που εξέδωσε την απόφαση αναστολής ή της ανάκλησης του ειδικού κωδικού αριθμού έγκρισης της εγκατάστασης/μονάδας, εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την κοινοποίησή της. Η προϊσταμένη αρχή ή/και η κεντρική αρμόδια αρχή, κατά περίπτωση, εκδίδει απόφαση επί της ένστασης εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών, η οποία κοινοποιείται στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34. Η απόφαση επί της ένστασης ή η απόφαση επιβολής του μέτρου της αναστολής λειτουργίας ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ή/και αναστολής ή ανάκλησης του ειδικού κωδικού αριθμού έγκρισης εγκατάστασης/ μονάδας, αν δεν υποβληθεί ένσταση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, θεωρείται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή. Η άσκηση ένστασης και η προθεσμία για την άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της επιβολής του μέτρου της αναστολής λειτουργίας ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ή/και αναστολής ή ανάκλησης του ειδικού κωδικού αριθμού έγκρισης της εγκατάστασης/ μονάδας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Για την άρση του μέτρου της αναστολής λειτουργίας ή της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ή/και αναστολής ή ανάκλησης του ειδικού κωδικού αριθμού έγκρισης της εγκατάστασης/μονάδας απαιτείται η έκδοση απόφασης από την αδειοδοτούσα αρχή ή την κεντρική αρμόδια αρχή, αντίστοιχα, αφού προηγουμένως οι ελεγκτές της αρμόδιας αρχής βεβαιώσουν εγγράφως, μετά από επιτόπιο έλεγχο, ότι πραγματοποιήθηκαν όλες οι διορθωτικές ενέργειες και δεν συντρέχουν πλέον οι λόγοι που την επέβαλαν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

α) Η αδειοδοτούσα αρχή προβαίνει στη σφράγιση του παραγωγικού μηχανολογικού εξοπλισμού τμήματος ή ολόκληρης της εγκατάστασης/μονάδας, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών, εφόσον παρίσταται ανάγκη και σύμφωνα με τα άρθρα 159 και 161 του π.δ. 141/1991, στις κάτωθι περιπτώσεις: αα) αν διαπιστωθεί ότι τίθεται σε άμεσο κίνδυνο η δημόσια υγεία και η υγεία των ζώων και άμεση ανάγκη αποτροπής του κινδύνου, ββ) αν η επιχείρηση δεν συμμορφωθεί με το μέτρο ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης/ μονάδας, γγ) αν η επιχείρηση λειτουργεί χωρίς να έχει υποβάλλει σχετικό φάκελο στην αρμόδια αρχή για αδειοδότηση και τίθεται σε άμεσο κίνδυνο η δημόσια υγεία και η υγεία των ζώων. β) Η επιχείρηση ειδοποιείται εγγράφως από την αδειοδοτούσα αρχή για την αιτία, την ακριβή ημερομηνία και ώρα σφράγισης της εγκατάστασης. Η σφράγιση περιλαμβάνει το κλείδωμα και την αφαίρεση των κλειδιών της εγκατάστασης, με δαπάνη που προκαταβάλλεται από την επιχείρηση. Για κάθε σφράγιση συντάσσεται και σχετική έκθεση από την αδειοδοτούσα αρχή. Η επιχείρηση υποχρεούται να απομακρύνει εγκαίρως τα ΖΥΠ ή ΠΠ που βρίσκονται εντός της εγκατάστασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Όταν μετά από έλεγχο της ΕΕ ή μετά από έλεγχο επαλήθευσης/επιτήρησης ή διερεύνησης επώνυμων πληροφοριών της κεντρικής αρμόδιας αρχής, σε μονάδες παραγωγής ή διαχείρισης ΖΥΠ ή ΠΠ, διαπιστωθούν μη συμμορφώσεις που ενέχουν σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία, τότε με απόφαση του προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κατόπιν εισήγησης των αρμόδιων υπηρεσιών του ίδιου Υπουργείου, αναστέλλεται ή ανακαλείται η έγκριση των εγκαταστάσεων/μονάδων ΖΥΠ ή ΠΠ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και στις περιπτώσεις που μία εγκατάσταση μονάδας παραγωγής ή διαχείρισης ΖΥΠ ή ΠΠ λειτουργεί με αναγγελία έναρξης του ν. 3919/2011, όπως ισχύει.

Άρθρο 19Ανάκληση δραστηριότητας καταχωρισμένης εγκατάστασης/μονάδας ή χρήστη ΖΥΠ ή ΠΠΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για εγκαταστάσεις/μονάδες ή χρήστες/δραστηριότητες ΖΥΠ και ΠΠ, που είναι καταχωρισμένες σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 47 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 και δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που επιβάλλει η ενωσιακή νομοθεσία, οι αρμόδιες αρχές δύνανται, με απόφασή τους, να άρουν την έγκριση χρήσης και τον επίσημο αριθμό καταχώρισης αυτών, την οποία κοινοποιούν άμεσα στην κεντρική αρμόδια αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι ως άνω επιχειρήσεις και χρήστες, δύνανται να καταθέσουν ένσταση στην προϊσταμένη αρχή της αρχής που εξέδωσε την απόφαση, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 18.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για την άρση του μέτρου της ανάκλησης δραστηριότητας καταχωρισμένης εγκατάστασης/μονάδας ή χρήστη ΖΥΠ ή ΠΠ εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 18.

Άρθρο 20Ανάκληση έγκρισης καταλληλότητας οχήματος ή εμπορευματοκιβωτίου μεταφοράς ΖΥΠ ή ΠΠΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αν οι ελεγκτές των αρμόδιων αρχών, κατά τη διενέργεια επίσημου ελέγχου, διαπιστώσουν μη συμμόρφωση σε σχέση με τις απαιτήσεις της κείμενης νομοθεσίας που αφορά τις υποχρεώσεις του μεταφορέα, καθώς και τις συνθήκες μεταφοράς των ΖΥΠ ή ΠΠ, η αρμόδια αρχή με απόφασή της ανακαλεί την έγκριση καταλληλότητας του οχήματος ή εμπορευματοκιβωτίου και τον ειδικό κωδικό αριθμό έγκρισής του και παράλληλα διαβιβάζει την ανάκληση έγκρισης και την έκθεση ελέγχου στην αδειοδοτούσα αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι μεταφορείς, δύνανται να καταθέσουν ένσταση στην προϊσταμένη αρχή της αρχής που εξέδωσε την απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 18.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για την άρση του μέτρου της ανάκλησης έγκρισης καταλληλότητας οχήματος ή εμπορευματοκιβωτίου μεταφοράς ΖΥΠ ή ΠΠ εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 18.

Άρθρο 21Μέτρα συμμόρφωσης κατά τις εισαγωγές από τρίτες χώρεςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με απόφαση της αρμόδιας αρχής, ύστερα από αιτιολογημένη έκθεση απόρριψης των ελεγκτών, τίθενται υπό επίσημη κράτηση φορτία από τρίτες χώρες, τα οποία δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις ή τις διαδικασίες που επιβάλλει η ενωσιακή και εθνική νομοθεσία και, αφού ληφθεί υπόψη το αίτημα του υπευθύνου για το φορτίο, επιβάλλονται, τα ακόλουθα μέτρα συμμόρφωσης: α) καταστροφή, β) εξυγίανση σε εγκεκριμένη μονάδα επεξεργασίας, όταν αυτό προβλέπεται ρητά από τη νομοθεσία, όπως για τα ιχθυάλευρα, γ) επαναποστολή σε τρίτη χώρα, δ) κάθε άλλο μέτρο που προβλέπεται από τη σχετική εθνική και ενωσιακή νομοθεσία. Μέχρι να αποφασιστεί η τύχη του υπό κράτηση φορτίου και να επιβληθούν μέτρα συμμόρφωσης το κοντέινερ ή η αποθήκη σφραγίζονται. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει το σύστημα Ελέγχου Μηχανογραφικού Κτηνιατρικού Συστήματος − Trade Control and Expert System (TRACES), συμπληρώνει κατά περίπτωση την καρτέλα του RASFF, εκδίδει το Κοινό Κτηνιατρικό Έγγραφο Εισόδου (ΚΚΕΕ) συμπληρώνοντας το αντίστοιχο μέτρο συμμόρφωσης και ακυρώνει το υγειονομικό πιστοποιητικό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η απόφαση της αρμόδιας αρχής για θέση υπό επίσημη κράτηση φορτίου εκδίδεται το πολύ εντός εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της έκθεσης απόρριψης των ελεγκτών στον υπεύθυνο του φορτίου. Αν το φορτίο αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων, η αρμόδια αρχή αποφασίζει άμεσα για την άμεση καταστροφή του φορτίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η καταστροφή ή εξυγίανση πρέπει να πραγματοποιείται σε εγκεκριμένη εγκατάσταση/μονάδα διαχείρισης ΖΥΠ, όπως μονάδα αποτέφρωσης ή μεταποίησης υλικών κατηγορίας 2 ή 1 και μονάδα παραγωγής βιοαερίου. Οι απορριφθείσες παρτίδες πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν ΖΥΠ κατηγορίας 2 ή 1. Φορτία τα οποία προορίζονται για καταστροφή ή εξυγίανση πρέπει να μετακινούνται σε σφραγισμένους περιέκτες και κατά τη μεταφορά τους στην εγκατάσταση/μονάδα διαχείρισης, να συνοδεύονται από τα απαραίτητα συνοδευτικά έγγραφα, δηλαδή ΚΚΕΕ και εμπορικό έγγραφο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

α) Η επαναποστολή φορτίων επιτρέπεται μόνον εφόσον: αα) ο προορισμός έχει συμφωνηθεί με τον υπεύθυνο της επιχείρησης ΖΥΠ ή ΠΠ, που είναι αρμόδιος για το φορτίο και ββ) ο υπεύθυνος της επιχείρησης ΖΥΠ ή ΠΠ έχει ενημερώσει προηγουμένως την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας καταγωγής ή της τρίτης χώρας προορισμού, εάν πρόκειται για άλλη χώρα, σχετικά με τους λόγους και τις συνθήκες που εμποδίζουν τη διάθεση των συγκεκριμένων ΖΥΠ ή ΠΠ στην αγορά της ΕΕ. Εφόσον η τρίτη χώρα προορισμού δεν είναι η τρίτη χώρα καταγωγής, απαιτείται επιπροσθέτως η προσκόμιση στο ΣΥ.Κ.Ε., εγγράφως, της σύμφωνης γνώμης των αρμόδιων αρχών της χώρας προορισμού ότι είναι έτοιμη να δεχθεί το φορτίο. β) Η επαναποστολή των φορτίων πραγματοποιείται, κατά κανόνα, εντός εξήντα (60) το πολύ ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία η αρμόδια αρχή αποφάσισε τον προορισμό του φορτίου, εκτός εάν έχει κινηθεί νομική διαδικασία, με την επιφύλαξη της προθεσμίας για αίτηση συμπληρωματικής γνώμης εμπειρογνώμονα, όταν τα αποτελέσματα των επισήμων ελέγχων δεν το αποκλείουν. Αν, μετά την πάροδο των εξήντα (60) ημερών, η επαναποστολή δεν πραγματοποιηθεί, το φορτίο απορρίπτεται, εκτός αν η καθυστέρηση αιτιολογείται δεόντως, για λόγους ανωτέρας βίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α) Ο υπεύθυνος για το φορτίο δύναται να υποβάλλει ένσταση στην προϊσταμένη αρχή της αρχής που εξέδωσε την απόφαση επιβολής του μέτρου της επίσημης κράτησης, εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την κοινοποίησή της. Η προϊστάμενη αρχή εκδίδει απόφαση επί της ένστασης εντός τριών (3) εργασίμων ημερών, η οποία κοινοποιείται αυθημερόν στον ενδιαφερόμενο, σύμφωνα με το άρθρο 34. Η απόφαση της προϊσταμένης αρχής επί της ένστασης είναι οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή. β) Για την εξέταση της ένστασης, η αρμόδια αρχή διαβιβάζει στην προϊστάμενη αρχή την έκθεση απόρριψης και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου. γ) Αν δεν υποβληθεί ένσταση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, η απόφαση της αρμόδιας αρχής για επιβολή του μέτρου της επίσημης κράτησης θεωρείται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Άρθρο 22Επιβολή διοικητικών και ποινικών κυρώσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης προς την ενωσιακή και την εθνική νομοθεσία, παράλληλα, με την επιβολή των μέτρων συμμόρφωσης των άρθρων 4 έως και 21, δύναται να επιβάλλονται διοικητικές και ποινικές κυρώσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Δεν επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις στις κάτωθι περιπτώσεις: α) Όταν η επιχείρηση στα πλαίσια του αυτοελέγχου διαπιστώσει μη συμμόρφωση προς τη νομοθεσία, δηλώσει αυτοβούλως στην αρμόδια αρχή και λάβει άμεσα τα δέοντα μέτρα, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές, για τον περιορισμό του κινδύνου, υπό την προϋπόθεση ότι το προϊόν δεν έχει εγκαταλείψει την εγκατάσταση ή δεν έχει καταναλωθεί. β) Όταν μη ασφαλή τρόφιμα, ζωοτροφές, ΖΥΠ ή ΠΠ αποσύρονται ή/και κατάσχονται βάσει του συστήματος RASFF, εφόσον αυτά έχουν παραχθεί εκτός της Χώρας και μόνο στις περιπτώσεις που αποδειχθεί άγνοια ή απουσία δόλου από τον υπεύθυνο της επιχείρησης που προορίζεται το φορτίο. γ) Όταν τρόφιμα, ζωοτροφές, ΖΥΠ ή ΠΠ διατέθηκαν ή διακινήθηκαν και το επίπεδο των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων δεν επέτρεπε την τεκμηρίωση βλάβης για τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων. Ωστόσο, λαμβάνονται άμεσα τα απαραίτητα μέτρα συμμόρφωσης για την αποτροπή του κινδύνου, όταν αυτός διαπιστωθεί.

Άρθρο 23Διοικητικές κυρώσεις επί μη συμμόρφωσης στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών, της υγείας και προστασίας των ζώων και της διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διοικητικές κυρώσεις αφορούν την επιβολή διοικητικών προστίμων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι κατηγορίες μη συμμόρφωσης στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών, της υγείας και προστασίας των ζώων και της διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ, που επισύρουν την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, καθώς και το εύρος του προστίμου έχουν ως εξής:

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στις επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών της προηγούμενης χρήσης ανώτερο του ποσού των δέκα εκατομμυρίων (10.000.000,00) ευρώ, το ύψος των προστίμων της παραγράφου 2, ορίζεται σε ποσοστό έως τρία τοις εκατό (3%) του κύκλου εργασιών της χρήσης αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων και τον καθορισμό του χρηματικού ύψους του διοικητικού προστίμου, ώστε αυτό να είναι αποτελεσματικό, αναλογικό και αποτρεπτικό, λαμβάνονται υπόψη, σε συνδυασμό, τα κατωτέρω κριτήρια επιμέτρησης: α) ο βαθμός επικινδυνότητας, β) η πολλαπλότητα των μη συμμορφώσεων της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, γ) το μέγεθος της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και δ) η υποτροπή ως προς την ίδια μη συμμόρφωση στη διάρκεια των τριών (3) τελευταίων ετών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης όταν εμπλέκονται, για το ίδιο προϊόν, περισσότερες επιχειρήσεις στο δίκτυο παραγωγής, διακίνησης και εμπορίας του, διοικητικές κυρώσεις επιβάλλονται σε κάθε μία από αυτές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η διαδικασία επιβολής των διοικητικών κυρώσεων του παρόντος άρθρου, καθώς και η είσπραξη και απόδοσή τους, πλην αυτής που αφορά στον υποτομέα της προστασίας των ζώων κατά τη μεταφορά τους (αριθ. 13 έως 30 της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 2), και η οποία περιγράφεται στο άρθρο 26, ορίζεται στα άρθρα 24 και 25.

Άρθρο 24Διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Διοικητικά πρόστιμα έως και 6.000 ευρώ επιβάλλονται, με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4, από την υπηρεσία που διαπίστωσε τη μη συμμόρφωση, με απόφαση τριμελούς επιτροπής. Με απόφασή του, ο προϊστάμενος της αρμόδιας υπηρεσίας που διενεργεί τον έλεγχο προβαίνει, εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την υποβολή της έκθεσης ελέγχου, στη συγκρότηση με τον ορισμό των μελών της τριμελούς επιτροπής, η οποία αποτελείται από τρεις (3) ελεγκτές της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο, εκτός των ελεγκτών που υπογράφουν την έκθεση ελέγχου. Πρόεδρος της επιτροπής είναι ο ελεγκτής με τον ανώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιοβάθμων με τον περισσότερο χρόνο υπηρεσίας. Χρέη γραμματέα εκτελεί ο ελεγκτής με τον κατώτερο βαθμό και μεταξύ ομοιοβάθμων με το λιγότερο χρόνο υπηρεσίας. Αν δεν επαρκεί ο αριθμός των υπαλλήλων για τη συγκρότηση της επιτροπής, σε αυτή δύνανται να συμμετάσχουν υπάλληλοι από άλλες αρμόδιες αρχές, με συναφές αντικείμενο. Η τριμελής επιτροπή συνέρχεται ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου της, ο οποίος δέκα (10) ημέρες πριν τη συνεδρίασή της καλεί τον ενδιαφερόμενο για να εκθέσει τις απόψεις του εγγράφως ή προφορικά, με παρουσία του ίδιου ή εκπροσώπου του κατά την ημέρα συνεδρίασης. β) Η τριμελής επιτροπή λαμβάνει υπόψη την έκθεση ελέγχου των ελεγκτών, τις απόψεις του ενδιαφερόμενου και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου και εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση: αα) είτε για τη μη επιβολή προστίμου ββ) είτε για την επιβολή προστίμου μέχρι και έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ γγ) είτε για τη διαβίβαση της υπόθεσης στην αρμόδια, κατά περίπτωση, αρχή των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ. 2, για την επιβολή προστίμου άνω των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ, με σχετική εισήγηση για το ύψος αυτού. Η εν λόγω επιτροπή δεν επιλαμβάνεται περιπτώσεις μη συμμορφώσεων που το ποσό εκκίνησης του διοικητικού προστίμου είναι 6.001 ευρώ και άνω. γ) Στην απόφαση επιβολής του προστίμου αναφέρεται το δικαίωμα υποβολής ένστασης κατ’ αυτής εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης. Η ένσταση κατατίθεται στην αρχή που εξέδωσε την απόφαση επιβολής του προστίμου και απευθύνεται ενώπιον τριμελούς επιτροπής, η οποία συγκροτείται με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη, εκτός των περιπτώσεων επισήμων ελέγχων που διενεργούνται από τις περιφερειακές υπηρεσίες του ΕΦΕΤ, οπότε η ένσταση απευθύνεται ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου (ΔΣ) του ΕΦΕΤ, το οποίο καθορίζει τη σχετική προς τούτο διαδικασία. Με την απόφαση του Περιφερειάρχη του δεύτερου εδαφίου, ορίζονται τα μέλη που υποδεικνύονται από τον προϊστάμενο της αρχής που επέβαλε το πρόστιμο, η έδρα, ο τρόπος λειτουργίας και κάθε σχετικό θέμα. Οι τριμελείς επιτροπές ή ο ΕΦΕΤ, κατά περίπτωση, αποφαίνονται επί των ενστάσεων, μετά από εξέταση της νομιμότητας και της ουσίας αυτών και ακυρώνουν εν όλω ή εν μέρει ή τροποποιούν την απόφαση επιβολής του προστίμου ή απορρίπτουν την ένσταση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Διοικητικά πρόστιμα άνω των 6.001 και μέχρι 60.000 ευρώ επιβάλλονται, με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4: α) Για τις περιπτώσεις επίσημων ελέγχων, αρμοδιότητας των Διευθύνσεων της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής ή της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής ή της Διεύθυνσης Μεταποίησης, Τυποποίησης και Ποιοτικού Ελέγχου Προϊόντων Φυτικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με απόφαση των προϊσταμένων της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής, Ζωικής Παραγωγής ή Φυτικής Παραγωγής του Υπουργείου αυτού, κατά περίπτωση, κατόπιν εισήγησης των αρμόδιων ως άνω Διευθύνσεων, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη την έκθεση ελέγχου των ελεγκτών, την απόφαση της τριμελούς επιτροπής σε περίπτωση διαβίβασης της υπόθεσης από αυτή, τις απόψεις του ενδιαφερόμενου και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου. Στην απόφαση επιβολής προστίμου αναφέρεται το δικαίωμα υποβολής ένστασης κατ’ αυτής, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης. Η ένσταση κατατίθεται στις ως άνω, κατά περίπτωση, Διευθύνσεις του αυτού Υπουργείου και απευθύνεται, κατά περίπτωση, ενώπιον καθ’ ύλην αρμόδιας τριμελούς επιτροπής, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, στην οποία καθορίζεται η σύνθεση, οι ιδιότητες των μελών, ο τρόπος λειτουργίας, η έδρα και κάθε σχετικό θέμα. Οι τριμελείς επιτροπές αποφαίνονται επί των ενστάσεων, μετά από εξέταση της νομιμότητας και της ουσίας αυτών και ακυρώνουν εν όλω ή εν μέρει ή τροποποιούν την απόφαση επιβολής του προστίμου ή απορρίπτουν την ένσταση. β) Για τις περιπτώσεις επίσημων ελέγχων, αρμοδιότητας του ΕΦΕΤ, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου αυτού, το οποίο καθορίζει τη σχετική προς τούτο διαδικασία. Στην απόφαση επιβολής του προστίμου αναφέρεται το δικαίωμα υποβολής ένστασης κατ’ αυτής εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης. Η ένσταση κατατίθεται στο ΔΣ του ΕΦΕΤ, το οποίο καθορίζει τη σχετική για την εξέταση αυτής διαδικασία και εξετάζεται όπως το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης α΄.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Διοικητικά πρόστιμα για τις αριθ. 1 και 3 μη συμμορφώσεις της περίπτωσης α΄ «Γενικά» της παραγράφου 2 του άρθρου 23, που εμπίπτουν στον τομέα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθώς και διοικητικά πρόστιμα για τις μη συμμορφώσεις της περίπτωσης γ΄ «Τομέας Ζωοτροφών» της παραγράφου 2 του άρθρου 23, επιβάλλονται με απόφαση του προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Ζωικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κατόπιν εισήγησης της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής, η οποία λαμβάνει υπόψη την έκθεση ελέγχου των ελεγκτών, τις απόψεις του ενδιαφερόμενου και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου. Στην απόφαση επιβολής προστίμου αναφέρεται το δικαίωμα υποβολής ένστασης κατ’ αυτής, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών, η οποία κατατίθεται στη Διεύθυνση Εισροών Ζωικής Παραγωγής του αυτού Υπουργείου και απευθύνεται ενώπιον τριμελούς επιτροπής, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, στην οποία καθορίζεται η σύνθεση, οι ιδιότητες των μελών, ο τρόπος λειτουργίας, η έδρα και κάθε σχετικό θέμα. Η τριμελής επιτροπή αποφαίνεται επί των ενστάσεων μετά από εξέταση της νομιμότητας και της ουσίας αυτών και ακυρώνει εν όλω ή εν μέρει ή τροποποιεί την απόφαση επιβολής του προστίμου ή απορρίπτει την ένσταση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Διοικητικά πρόστιμα για τις αριθ. 1 έως και 3 μη συμμορφώσεις της περίπτωσης α΄ «Γενικά» της παραγράφου 2 του άρθρου 23, που εμπίπτουν στον τομέα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Κτηνιατρικής Αντίληψης Φαρμάκων και Εφαρμογών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθώς και διοικητικά πρόστιμα για τις αριθ. 22 έως και 27 μη συμμορφώσεις της περίπτωσης δ΄ «Τομέας υγείας των ζώων» της παραγράφου 2 του άρθρου 23, επιβάλλονται, με απόφαση του προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Κτηνιατρικής Αντίληψης Φαρμάκων και Εφαρμογών, η οποία λαμβάνει υπόψη την έκθεση ελέγχου των ελεγκτών, τις απόψεις του ενδιαφερόμενου και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου. Στην απόφαση επιβολής προστίμου αναφέρεται το δικαίωμα υποβολής ένστασης κατ’ αυτής, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών, η οποία κατατίθεται στη Διεύθυνση Κτηνιατρικής Αντίληψης Φαρμάκων και Εφαρμογών του αυτού Υπουργείου και απευθύνεται ενώπιον τριμελούς επιτροπής, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, στην οποία καθορίζεται η σύνθεση, οι ιδιότητες των μελών, ο τρόπος λειτουργίας, η έδρα και κάθε σχετικό θέμα. Η τριμελής επιτροπή αποφαίνεται επί των ενστάσεων μετά από εξέταση της νομιμότητας και της ουσίας αυτών και ακυρώνει εν όλω ή εν μέρει ή τροποποιεί την απόφαση επιβολής του προστίμου ή απορρίπτει την ένσταση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α) Διοικητικά πρόστιμα των παραγράφων 2, 3 και 4, άνω των 60.000,00 ευρώ, επιβάλλονται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ύστερα από αιτιολογημένη εισήγηση των αρμόδιων Διευθύνσεων της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής ή της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής ή της Διεύθυνσης Μεταποίησης, Τυποποίησης και Ποιοτικού Ελέγχου Προϊόντων Φυτικής Παραγωγής ή του ΔΣ του ΕΦΕΤ, κατά περίπτωση. β) Διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 2, ανεξαρτήτως ύψους, επιβάλλονται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κατόπιν αιτιολογημένης εισήγησης των αρμόδιων Διευθύνσεων της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής ή της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής ή της Διεύθυνσης Μεταποίησης, Τυποποίησης και Ποιοτικού Ελέγχου Προϊόντων Φυτικής Παραγωγής ή του ΕΦΕΤ, κατά περίπτωση. γ) Στην απόφαση επιβολής προστίμου των περιπτώσεων α΄ και β΄ αναφέρεται το δικαίωμα υποβολής ένστασης κατ’ αυτής, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών, η οποία κατατίθεται στις ανωτέρω αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή στο ΔΣ του ΕΦΕΤ, κατά περίπτωση. Επί της ένστασης αποφαίνεται ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ύστερα από εισήγηση των τριμελών επιτροπών των παραγράφων 2 περίπτωση α΄, 3 και 4 ή του ΕΦΕΤ κατά τη διαδικασία της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2. Για τη σχετική εισήγηση λαμβάνονται υπόψη η έκθεση των ελεγκτών, οι απόψεις του ενδιαφερόμενου και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η απόφαση επιβολής του προστίμου ή η απόφαση επί της ένστασης, κοινοποιείται στην επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 34. Η απόφαση επί της ένστασης ή η απόφαση επιβολής διοικητικού προστίμου, αν δεν υποβληθεί, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, ένσταση, θεωρείται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή.

Άρθρο 25Είσπραξη και απόδοση προστίμωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παρακολούθηση της διαδικασίας υλοποίησης των αποφάσεων επιβολής προστίμων και της πορείας αποπληρωμής και είσπραξής τους διενεργείται από την οικονομική υπηρεσία της αρχής έκδοσης της σχετικής απόφασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η εντός εξήντα (60) ημερών, από την επίδοση της απόφασης επιβολής προστίμου, αποπληρωμή του προστίμου, συνεπάγεται έκπτωση τριάντα τοις εκατό (30%).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα διοικητικά πρόστιμα αποπληρώνονται και βεβαιώνονται ως έσοδα: α) Κατά 100% του Ταμείου Γεωργίας και Κτηνοτροφίας, όταν οι μη συμμορφώσεις διαπιστώνονται από υπαλλήλους του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. β) Κατά ποσοστό 50% του Ταμείου Γεωργίας και Κτηνοτροφίας και κατά ποσοστό 50% των οικείων Περιφερειών, όταν οι μη συμμορφώσεις διαπιστώνονται από υπαλλήλους των Περιφερειακών Ενοτήτων, στα πλαίσια επίσημων ελέγχων, αρμοδιότητας των υπηρεσιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. γ) Κατά 100% του ΕΦΕΤ, όταν οι μη συμμορφώσεις διαπιστώνονται από υπαλλήλους του ΕΦΕΤ. δ) Κατά 100% των οικείων Περιφερειών, όταν οι μη συμμορφώσεις διαπιστώνονται από υπαλλήλους των Περιφερειακών Ενοτήτων, στα πλαίσια επίσημων ελέγχων, αρμοδιότητας του ΕΦΕΤ. ε) Κατά το 1/3 του Ταμείου Γεωργίας και Κτηνοτροφίας, κατά το 1/3 των οικείων Περιφερειακών Ενοτήτων και κατά το 1/3 του ΕΟΦ, όταν οι μη συμμορφώσεις διαπιστώνονται από υπαλλήλους του ΕΟΦ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 εισπράττονται σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ με τη σύνταξη χρηματικού καταλόγου από τη βεβαιούσα αρχή και με αναφορά της αρχής υπέρ της οποίας κατατίθενται και αποδίδονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Για την είσπραξη των προστίμων υπέρ του Ταμείου Γεωργίας και Κτηνοτροφίας μέσω των ΔΟΥ εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 106 του ν. 2362/1995 (Α΄247).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α) Για μη συμμόρφωση που διώκεται και ποινικά, οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 23 επιβάλλονται ανεξάρτητα από την άσκηση ποινικής δίωξης. β) Αν το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο εκδώσει αμετάκλητη αθωωτική απόφαση για την ίδια πράξη της μη συμμόρφωσης στην οποία, διαπιστώνεται μετά δυνάμεως δεδικασμένου, ότι δεν έχουν τελεσθεί ή λάβει χώρα τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων έχει στηριχθεί η επιβολή της κύρωσης, εκδίδεται υπέρ της επιχείρησης ατομικό φύλλο έκπτωσης του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου, υπό την προϋπόθεση ο ενδιαφερόμενος να προσκομίσει προηγουμένως στην αρμόδια αρχή που εξέδωσε την απόφαση επιβολής του προστίμου επίσημο αντίγραφο της ως άνω αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης του δικαστηρίου.

Άρθρο 26Διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεων στον υποτομέα της προστασίας των ζώων κατά τη μεταφορά τους, είσπραξη και απόδοσή τουςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τα διοικητικά πρόστιμα που προβλέπονται στις περιπτώσεις α΄ «Γενικά» και ε΄ «Τομέας προστασίας των ζώων» της παρ. 2 του άρθρου 23 που αφορούν στον υποτομέα της προστασίας των ζώων κατά τη μεταφορά επιβάλλονται και εισπράττονται επί τόπου, κατά τη διαπίστωση της παράβασης, με πράξη βεβαίωσης παράβασης και επιβολής προστίμου: α) του Προϊστάμενου των οικείων ΣΥΚΕ ή β) των ελεγκτών των Διευθύνσεων Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των οικείων Περιφερειακών Ενοτήτων, κατά περίπτωση. Για τη διαπίστωση της παράβασης συντάσσεται σχετική έκθεση από τους αρμόδιους ως άνω υπαλλήλους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα διοικητικά πρόστιμα του παρόντος άρθρου αποδίδονται, σύμφωνα με τις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 25.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αν το πρόστιμο δεν καταβληθεί άμεσα, εισπράττεται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 25. Στην περίπτωση επιβολής διοικητικού προστίμου σε αλλοδαπό μεταφορέα, για την εξασφάλιση της καταβολής του, αφαιρούνται τα στοιχεία της κυκλοφορίας του οχήματός του, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 1 του ν. 3446/2006 (Α΄ 49), όπως ισχύει, μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή του.

Άρθρο 27Ποινικές κυρώσεις επί μη συμμόρφωσης στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών, της υγείας και προστασίας ζώων και της διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Όποιος με οποιονδήποτε τρόπο αρνείται, παρεμποδίζει ή δυσχεραίνει τον επίσημο έλεγχο, που διενεργεί αρμόδια αρχή στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών, της υγείας και προστασίας ζώων και της διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος, όταν του ζητείται από την αρμόδια αρχή που διεξάγει τον έλεγχο είτε αντίθετα προς νομική του υποχρέωση, αρνείται να δώσει τα στοιχεία που του ζητούνται είτε εν γνώσει του παρέχει ελλιπή ή ανακριβή στοιχεία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όποιος παράγει, εισάγει, αποθηκεύει, διακινεί, διαθέτει τρόφιμα τα οποία κατά τη διαπίστωση αρμόδιας αρχής είναι νοθευμένα, σύμφωνα με τον ορισμό της παραγράφου 10 του άρθρου 1, τιμωρείται με την ποινή που προβλέπεται στην περίπτωση α΄ της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν. 4177/2013 (Α΄ 173).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όποιος παράγει, εισάγει, αποθηκεύει, διακινεί ή διαθέτει στην κατανάλωση τρόφιμα, τα οποία κατά τη διαπίστωση αρμόδιας αρχής είναι επιβλαβή για την υγεία του ανθρώπου, σύμφωνα με τις παραγράφους 6 και 8 του άρθρου 1, τιμωρείται με την ποινή που προβλέπεται στην περίπτωση β΄ της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν. 4177/2013 (Α΄173), εκτός εάν προβλέπεται μεγαλύτερη ποινή από άλλες κείμενες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όποιος καθ’ υποτροπή, μέσα σε χρονικό διάστημα δύο (2) ετών, υποπίπτει πάνω από δύο (2) φορές στην ίδια μη συμμόρφωση στον τομέα των τροφίμων και της υγείας και προστασίας ζώων, για την οποία του επιβλήθηκε με διοικητική πράξη πρόστιμο, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όποιος διαθέτει στην αγορά ή χρησιμοποιεί ή μεταποιεί: αα) Γενετικά Τροποποιημένους Οργανισμούς (ΓΤΟ) που προορίζονται κατά τη χρήση ως ζωοτροφές ή ββ) ζωοτροφές που περιέχουν ή αποτελούνται από ΓΤΟ ή γγ) ζωοτροφές που παράγονται από ΓΤΟ, όπως αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 15 του Κανονισμού (ΕΚ) 1829/2003 (ΕΕ L 268) και χωρίς να καλύπτονται από έγκριση ή να ανταποκρίνονται στους όρους έγκρισης, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών μέχρι δύο (2) ετών και χρηματική ποινή έξι χιλιάδων (6.000) μέχρι δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Όποιος με τη συμπεριφορά του προκαλεί διασπορά νοσήματος τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δώδεκα (12) μηνών. Ως συμπεριφορά που προκαλεί διασπορά νοσήματος θεωρείται ιδίως η συμπεριφορά που έχει ως αποτέλεσμα τη διασπορά παθογόνου παράγοντα ή η παράλειψη του υπόχρεου να δηλώσει έγκαιρα νόσημα στις αρμόδιες αρχές ή η μη συμμόρφωσή του προς σχετικές αποφάσεις των αρμόδιων αρχών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Υπεύθυνοι για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος άρθρου είναι: α) Στις προσωπικές επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις οι επιχειρηματίες και οι ασκούντες την εκμετάλλευση αντίστοιχα, στις προσωπικές εταιρείες οι ομόρρυθμοι εταίροι, στις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, στις ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες και στους συνεταιρισμούς οι διαχειριστές και στις ανώνυμες εταιρείες ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Διευθύνων Σύμβουλος ή ο εντεταλμένος Σύμβουλος ή άλλο πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί η άσκηση εξουσιών του Διοικητικού Συμβουλίου. Ορισμός αποκλειστικά άλλου υπευθύνου από τα προαναφερόμενα πρόσωπα είναι ανίσχυρος. β) Προκειμένου για φορείς του δημόσιου τομέα, όπως δημόσια νοσοκομεία, δημόσια σχολεία, δημόσιοι και δημοτικοί βρεφονηπιακοί σταθμοί, υπεύθυνος είναι το φυσικό πρόσωπο που έχει την ιδιότητα του ανώτατου μονομελούς διοικητικού οργάνου ή, αν το ανώτατο διοικητικό όργανο είναι συλλογικό, του Προέδρου ή Διοικητή ή άλλου φυσικού προσώπου που προΐσταται του συλλογικού οργάνου αυτού. Επιπλέον, υπεύθυνοι είναι και τα φυσικά πρόσωπα που με ειδική διάταξη νόμου ή απόφαση αρμόδιου οργάνου έχουν ορισθεί ως υπεύθυνοι για την τήρηση των διατάξεων περί τροφίμων, ζωοτροφών, υγείας και προστασίας των ζώων και διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Οι υπεύθυνοι που προσδιορίζονται στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 7 ευθύνονται, με την προσωπική τους περιουσία και εις ολόκληρον μαζί με το οικείο νομικό πρόσωπο, για την καταβολή των προστίμων που επιβάλλονται σε αυτό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Υπεύθυνα πρόσωπα είναι μαζί με τα ανωτέρω και οι φυσικοί αυτουργοί των αξιόποινων πράξεων, αν δεν συμπίπτουν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
Άρθρο 28Μη συμμόρφωση στον τομέα των υπολειμμάτων φυτοπροστατευτικών ουσιών στα τρόφιμα μη ζωικής προέλευσης

Στις παραβάσεις των διατάξεων τήρησης των ορίων των υπολειμμάτων των φυτοπροστατευτικών προϊόντων στα τρόφιμα μη ζωικής προέλευσης έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 13 και 14 του ν. 4036/2012 «Διάθεση γεωργικών φαρμάκων στην αγορά, ορθολογική χρήση αυτών και συναφείς διατάξεις» (Α΄ 8), όπως κάθε φορά ισχύει.

Άρθρο 29Συνδρομή προς αρχές της Ευρωπαϊκής ΕπιτροπήςΕκθέσεις ελέγχου οργάνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και άλλων κρατών−μελώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αν επιχείρηση τροφίμων, ζωοτροφών, διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ ή εκμετάλλευση, η οποία έχει την έδρα της ή ασκεί τη δραστηριότητά της στην Ελλάδα, αρνείται να δεχθεί τον έλεγχο που προβλέπεται από διατάξεις του εθνικού δικαίου και του δικαίου της ΕΕ στους τομείς των τροφίμων και ζωοτροφών, της διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ ως και της υγείας και προστασίας των ζώων, η αρμόδια εθνική αρχή και το εξουσιοδοτημένο από αυτή όργανο, ενεργώντας αυτεπάγγελτα ή ύστερα από σχετικό αίτημα των εντεταλμένων για τον έλεγχο από την Επιτροπή της ΕΕ οργάνων, μεριμνά για την εν γένει ομαλή διεξαγωγή του ελέγχου, ιδιαίτερα με την παροχή της απαραίτητης συνδρομής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι εκθέσεις ελέγχου από εντεταλμένα για τον έλεγχο από την Επιτροπή της ΕΕ οργάνων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους για την ορθή εφαρμογή των κανόνων του δικαίου της ΕΕ σε επιχειρήσεις τροφίμων ή ζωοτροφών ή διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ ή εκμεταλλεύσεις ως και οι έλεγχοι από τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών− μελών της ΕΕ ή τρίτων χωρών σε φορτία τροφίμων ή ζωοτροφών προέλευσης Ελλάδας, λαμβάνονται υπόψη από τις αρμόδιες αρχές του παρόντος νόμου και εφόσον απαιτείται, λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα συμμόρφωσης και/ή επιβάλλονται οι προβλεπόμενες κυρώσεις.

Άρθρο 30Αμοιβαία συνδρομή

Η κεντρική αρμόδια αρχή ενημερώνει, εφόσον απαιτείται, την αρμόδια αρχή του κράτους−μέλους αποστολής για την απόφαση επιβολής των μέτρων συμμόρφωσης των άρθρων 4 έως και 21.

Άρθρο 31Δικαστικός έλεγχος επιβολής μέτρων συμμόρφωσης και διοικητικών κυρώσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι εκτελεστές αποφάσεις των αρμόδιων αρχών υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον του αρμοδίου διοικητικού δικαστηρίου, εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίησή τους, σύμφωνα με το ν. 2717/1999 «Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας» (Α΄ 97), όπως ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για το παραδεκτό της προσφυγής, ο προσφεύγων προκαταβάλλει ποσό ίσο με το 50% του προστίμου. Η καταβολή αυτή αναστέλλει τη βεβαίωση και είσπραξη του υπολοίπου ποσού του προστίμου, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης. Επί προσφυγής, το ποσό που επιδικάζεται από το αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο είναι νομιμότοκο από την επομένη της επίδοσης της απόφασης που υπόκειται σε προσφυγή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αντίγραφο της προσφυγής κοινοποιείται, με ευθύνη του προσφεύγοντα, στην αρμόδια αρχή επιβολής του μέτρου συμμόρφωσης ή της διοικητικής κύρωσης.

Άρθρο 32Μητρώο κυρώσεων

Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να τηρούν μητρώο κυρώσεων των άρθρων 22 έως και 27, με σκοπό την παρακολούθηση των διοικητικών και ποινικών κυρώσεων που επιβάλλονται.

Άρθρο 33Υποχρέωση επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων που δεν έχουν την έδρα τους ή υποκατάστημα στη Χώρα

Αν η επιχείρηση τροφίμων ή ζωοτροφών ή διαχείρισης ΖΥΠ και ΠΠ ή εκμετάλλευση δεν έχει την έδρα της ή υποκατάστημα στη Χώρα, υποχρεούται να ορίσει υπεύθυνο, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στη Χώρα για τη διάθεση στην αγορά των τροφίμων ή των ζωοτροφών ή των ΖΥΠ και ΠΠ ή των ζώντων ζώων. Εξαιρούνται της υποχρέωσης αυτής οι μεταφορείς ζώντων ζώων που εκτελούν διεθνείς μεταφορές οι οποίες τελούν σε καθεστώς transit στη Χώρα ή με προορισμό τη Χώρα. Αν η επιχείρηση δεν συμμορφωθεί με την ως άνω υποχρέωση, με απόφαση των αρμόδιων αρχών απαγορεύεται σε αυτήν η διάθεση στην αγορά της Χώρας των τροφίμων ή ζωοτροφών ή ΖΥΠ και ΠΠ ή ζώντων ζώων.

Άρθρο 34Κοινοποιήσεις

Στις επιδόσεις εγγράφων των άρθρων 1 έως 36 εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 47 έως και 57 του ν. 2717/1999 «Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας», όπως ισχύει.

Άρθρο 35Δαπάνες εφαρμογής μέτρων συμμόρφωσης

Οι δαπάνες που προκύπτουν δυνάμει των μέτρων συμμόρφωσης των άρθρων 4 έως και 21, βαρύνουν την επιχείρηση και αποτελούν: α) πρόσθετα τέλη, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 3460/2006 (Α΄105), όπως ισχύει ή β) δαπάνες λόγω πρόσθετων επισήμων ελέγχων, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Κανονισμού (ΕΚ) 882/2004. Αν η επιχείρηση αρνείται την εφαρμογή των μέτρων συμμόρφωσης, αυτό δύναται να πραγματοποιηθεί από τις αρμόδιες αρχές. Οι σχετικές δαπάνες καταλογίζονται σε βάρος της επιχείρησης με απόφαση των αρμόδιων αρχών, βεβαιώνονται ως δημόσιο έσοδο και εισπράττονται σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ. Για την εφαρμογή της διαδικασίας βεβαίωσης μεριμνά η οικονομική υπηρεσία των αρμόδιων αρχών.

Άρθρο 36Εξουσιοδοτικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος των διοικητικών κυρώσεων της παραγράφου 2 του άρθρου 23.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι συντελεστές των κριτηρίων επιμέτρησης που εφαρμόζονται για την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 23.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορούν να εξειδικεύονται επί μέρους οι μη συμμορφώσεις του «Υποτομέα κανόνων παραγωγής και διάθεσης των τροφίμων μη ζωικής προέλευσης» της περίπτωσης β΄ «Τομέας τροφίμων» της παραγράφου 2 του άρθρου 23, καθώς και το ύψος των προστίμων που επιβάλλονται εντός του εύρους που καθορίζεται στο άρθρο αυτό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζεται κάθε σχετικό θέμα που αφορά την τήρηση, την οργάνωση, το περιεχόμενο, τη λειτουργία και την έναρξη λειτουργίας του μητρώου κυρώσεων που δύναται να τηρείται από τις αρμόδιες αρχές, σε εφαρμογή του άρθρου 32.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να καθορίζονται τα υποδείγματα των εντύπων που απαιτούνται για την υλοποίηση των διαδικασιών επιβολής των διοικητικών μέτρων συμμόρφωσης και διοικητικών κυρώσεων, της συγκρότησης των επιτροπών και κάθε σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού μπορεί να ρυθμίζονται ειδικά θέματα, οι τεχνικές λεπτομέρειες και διαδικαστικά θέματα για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 2, 6, 7, 9, 12, 14, 25, 26, 34 και 35.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να τροποποιούνται οι πίνακες νομοθεσίας του άρθρου 65, όταν επέρχονται μεταβολές σε αυτήν.

Αθήνα, 11 Φεβρουαρίου 2014
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΙΧΕΛΑΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ−ΑΔΩΝΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΥΤΣΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΥΤΑΡΗΣ ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΝΙΑΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ
ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΙΓΑΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ−ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΝΔΙΑΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 11 Φεβρουαρίου 2014
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ