107 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4261/2014

Πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ), κατάργηση του ν. 3601/2007 και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ Β΄ - ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ - ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ Ν.Σ.Κ. ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ Γ.Λ.Κ.
Άρθρο 175 - Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3086/2002
05 Μαΐου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 107
5 Μαΐου 2014

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4261
Πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ), κατάργηση του ν. 3601/2007 και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 175Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3086/2002ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 3086/2002, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 39 του ν. 4170/2013, αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η Πλήρης Ολομέλεια αποτελείται από τον Πρόεδρο, τους Αντιπροέδρους και τους Νομικούς Συμβούλους του Κράτους και συνεδριάζει νομίμως όταν παρίστανται περισσότερα από τα μισά μέλη της, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά. Εισηγητής ορίζεται μέλος της ή Πάρεδρος. Η Τακτική Ολομέλεια αποτελείται από τις συνθέσεις Α΄ και Β΄. Με απόφαση του Προέδρου, καθορίζονται, κατά την έναρξη κάθε δικαστικού έτους, τα Τμήματα που συμμετέχουν σε καθεμία από τις συνθέσεις της Τακτικής Ολομέλειας. Οι υποθέσεις εισάγονται προς συζήτηση στη σύνθεση της Τακτικής Ολομέλειας στην οποία συμμετέχουν τα μέλη του Τμήματος που ζήτησε την παραπομπή. Σε κάθε άλλη περίπτωση η υπόθεση εισάγεται στη σύνθεση εκείνη στην οποία συμμετέχει το Γραφείο Νομικού Συμβούλου στο οποίο υπεβλήθη το ερώτημα. Εισηγητής ορίζεται μέλος της ή Πάρεδρος. Η Τακτική Ολομέλεια συνεδριάζει νομίμως με παρουσία των δύο τρίτων (τουλάχιστον) των μελών της. Στην Ολομέλεια, πλήρη ή τακτική, προεδρεύει ο Πρόεδρος του Ν.Σ.Κ. και αν δεν υπάρχει, είναι απών ή κωλύεται, ο αρχαιότερος από τους Αντιπροέδρους που παρίστανται.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 3086/2002, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 40 του ν. 4170/ 2013, αντικαθίσταται ως εξής: «1. Οι Τριμελείς Επιτροπές γνωμοδοτούν: α) Για τη συμβιβαστική επίλυση διαφορών ή αναγνώριση απαιτήσεων κατά του Δημοσίου, τη μη άσκηση αγωγών ή άλλων ενδίκων βοηθημάτων από το Δημόσιο, την παραίτηση από αγωγές ή άλλα ένδικα βοηθήματα, που ασκήθηκαν από αυτό, την αποδοχή αγωγών ή άλλων ενδίκων βοηθημάτων που ασκήθηκαν κατά του Δημοσίου, εφόσον η υπόθεση υπάγεται γενικά στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου, του Μονομελούς Πρωτοδικείου και του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου. Το αυτό ισχύει και για υποθέσεις, που υπάγονται στην καθ’ ύλη αρμοδιότητα και κάθε άλλου δικαστηρίου, εφόσον το αντικείμενο της διαφοράς δεν υπερβαίνει το ποσό της καθ’ ύλην αρμοδιότητας του Μονομελούς Πρωτοδικείου. β) Για τη μη άσκηση ενδίκων μέσων κατά δικαστικών αποφάσεων, που έχουν εκδοθεί και την παραίτηση από ένδικα μέσα, που έχουν ασκηθεί, ανεξάρτητα από το αντικείμενο ή το ποσό της διαφοράς. Ειδικά για την αποδοχή δικαστικών αποφάσεων, οι οποίες, λόγω ποσού της διαφοράς, είναι ανέκκλητες και συγχρόνως δεν υπόκεινται παραδεκτά σε αίτηση αναιρέσεως, αν δεν συντρέχουν λόγοι για την κατ’ εξαίρεση άσκηση του ενδίκου αυτού μέσου, οι Τριμελείς Επιτροπές αποφαίνονται με σχετική πράξη, που υπογράφεται από τα μέλη που τις συγκροτούν, χωρίς να ακολουθείται η διαδικασία εισηγήσεως και πρακτικού. Με την ίδια διαδικασία οι Τριμελείς Επιτροπές παραπέμπουν στο οικείο Τμήμα, σύμφωνα με την παράγραφο 2 περίπτωση α΄ του παρόντος άρθρου, οποιαδήποτε υπόθεση της αρμοδιότητάς τους, εάν κρίνουν ότι παρουσιάζει ιδιαίτερη σπουδαιότητα ή μπορεί να έχει ευρύτερες δημοσιονομικές επιπτώσεις. Με πρακτικό γνωμοδότησης της Ολομέλειας μπορεί να παραπέμπεται στις Τριμελείς Επιτροπές κατηγορία υποθέσεων, μολονότι το αντικείμενο της διαφοράς δεν υπάγεται στην αρμοδιότητά τους, εφόσον οι υποθέσεις αυτές είναι όμοιες κατά το πραγματικό και νομικό μέρος και τα ανακύπτοντα ζητήματα έχουν ήδη αντιμετωπισθεί από την Ολομέλεια και έχει κριθεί ότι παρέλκει η εισαγωγή τους στο Τμήμα ή στην Ολομέλεια. Η Τριμελής Επιτροπή της Κεντρικής Υπηρεσίας αποφαίνεται σε θέματα αρμοδιότητάς της για υποθέσεις επαρχιών στις οποίες δεν λειτουργούν Δικαστικά Γραφεία ή αν στα Δικαστικά Γραφεία που λειτουργούν δεν είναι δυνατή η συγκρότηση Επιτροπής ή σε υποθέσεις Γραφείων Νομικών Συμβούλων ή Ειδικών Γραφείων Νομικών Συμβούλων στα οποία δεν είναι δυνατή η συγκρότηση Επιτροπής λόγω του αριθμού των μελών του Ν.Σ.Κ. που υπηρετούν σε αυτά. Με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. καθορίζεται ο τρόπος, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία άσκησης των παραπάνω αρμοδιοτήτων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παρ. 2 του άρθρου 7 του ν. 3086/2002, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 41 του ν. 4170/ 2013, αντικαθίσταται ως εξής: «2. Για τις συνεδριάσεις της Ολομέλειας και των Τμημάτων συντάσσονται πρακτικά, αν υποβληθεί σχετικό αίτημα από μέλος τους, τα οποία υπογράφονται από εκείνον που προεδρεύει και τον γραμματέα. Οι γνωμοδοτήσεις της Ολομέλειας και των Τμημάτων υπογράφονται από εκείνον που προεδρεύει και τον εισηγητή της υπόθεσης. Τα πρακτικά γνωμοδοτήσεων σε δικαστικές και εξώδικες υποθέσεις, των μεν Τριμελών Επιτροπών υπογράφονται από αυτούς που μετέχουν, της δε Ολομέλειας και των Τμημάτων από εκείνον που προεδρεύει και τον εισηγητή της υπόθεσης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το άρθρο 11 του ν. 3086/2002, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 43 του ν. 4170/2013, αντικαθίσταται ως εξής: «Η Γραμματεία του Ν.Σ.Κ. υπάγεται ως μονάδα απευθείας στον Πρόεδρο, διευθύνεται από Νομικό Σύμβουλο του Κράτους ή Πάρεδρο, που ορίζεται με απόφαση του Προέδρου και αποτελείται από τα Γραφεία: α) Σύνταξης και Αρχείου Πρακτικών του Ν.Σ.Κ., β) Διοίκησης και γ) Κυρίου Προσωπικού. Με απόφαση του Προέδρου στη Γραμματεία ορίζονται ως Γραμματέας και αναπληρωτής του δικαστικοί πληρεξούσιοι με τετραετή τουλάχιστον συνολική υπηρεσία. Ο Γραμματέας τηρεί τα πρακτικά συνεδριάσεων της Ολομέλειας και των Τμημάτων, των Υπηρεσιακών και Πειθαρχικών Συμβουλίων του κυρίου προσωπικού και όπου αλλού προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις. Προϊστάμενοι των επιμέρους Γραφείων της Γραμματείας, τοποθετούνται διοικητικοί υπάλληλοι. Ο προϊστάμενος της Γραμματείας με πράξη του μπορεί να εξουσιοδοτήσει τον Γραμματέα και τους προϊσταμένους των Γραφείων της Γραμματείας για την υπογραφή εγγράφων κατ’ εντολή του.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο άρθρο 32 του π.δ. 238/2003 (Α΄ 214), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 60 του ν. 4170/2013, προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: «4. Ως χρόνος έναρξης της λειτουργίας της Υπηρεσίας Επιθεώρησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ορίζεται η 1η Ιανουαρίου 2015. Μέχρι την ημερομηνία αυτή η επιθεώρηση των υπηρεσιακών μονάδων και λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, διεξάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 32 έως και 37 του π.δ. 238/2003

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το άρθρο 25Α του ν. 3086/2002, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 51 του ν. 4170/2013, αντικαθίσταται ως εξής: «1. Με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., που εκδίδεται είτε με δική του πρωτοβουλία είτε ύστερα από αίτημα Υπουργείου, νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή Αρχής, των οποίων η νομική υπηρεσία διεξάγεται από το Ν.Σ.Κ., ορίζονται δικηγορικές εταιρείες ή δικηγόροι στην αλλοδαπή είτε για την παροχή νομικών υπηρεσιών είτε ειδικότερα για τη δικαστική εκπροσώπηση του Κράτους ή των λοιπών ανωτέρω φορέων ενώπιον δικαστηρίων ή αρχών στην αλλοδαπή. 2. Η δαπάνη για την αμοιβή των υπηρεσιών των ανωτέρω δικηγορικών εταιρειών ή δικηγόρων και τα λοιπά έξοδα βαρύνουν σε κάθε περίπτωση τον προϋπολογισμό του Υπουργείου ή του φορέα που ζητεί την παροχή νομικών υπηρεσιών ή για λογαριασμό του οποίου έγινε η ανάθεση από το Ν.Σ.Κ., στους οποίους και αποστέλλονται τα σχετικά παραστατικά και δικαιολογητικά πληρωμής για αναγνώριση, εκκαθάριση και πληρωμή. Σε περίπτωση που η σχετική δαπάνη αφορά σε υποθέσεις του ν. 4050/ 2012 η αναγνώριση, εκκαθάριση και πληρωμή της γίνεται κατά τις διατάξεις που εκάστοτε ισχύουν για τις δαπάνες του δημόσιου χρέους και βαρύνει τις αντίστοιχες πιστώσεις. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ορίζεται η εφαρμογή του προηγουμένου εδαφίου και για άλλες κατηγορίες υποθέσεων που ανακύπτουν από πράξεις δημόσιου δανεισμού και διαχείρισης του δημόσιου χρέους. Αμοιβές για τις οποίες κατά τον χρόνο έναρξης της ισχύος της παρούσας παραγράφου δεν έχει εκδοθεί εντολή πληρωμής εξοφλούνται κατά τα προηγούμενα εδάφια της παρούσας. 3. Οι δικηγορικές εταιρείες ή οι δικηγόροι υποχρεούνται να ενημερώνουν το Ν.Σ.Κ. για κάθε ενέργεια τους σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, καθώς και για το ύψος της οφειλόμενης για το συγκεκριμένο στάδιο αμοιβής, η οποία καταβάλλεται μετά το πέρας της σχετικής διαδικασίας. 4. Πριν από την άσκηση οποιουδήποτε ενδίκου βοηθήματος ή ενδίκου μέσου, καθώς και για τη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς απαιτείται σχετική άδεια του Ν.Σ.Κ., η οποία χορηγείται, ύστερα από πρόταση της δικηγορικής εταιρείας ή του δικηγόρου. 5. Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών, ύστερα από γνώμη του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., ορίζεται η διαδικασία και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η παρ. 5 του άρθρου 24 του ν. 3086/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Η αμοιβή των δικηγόρων του Δημοσίου καθορίζεται αποκλειστικά με έγγραφη συμφωνία μεταξύ του Δημοσίου και του δικηγόρου, της οποίας το περιεχόμενο καθορίζεται ενιαία για όλη την Επικράτεια με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μετά από σχέδιο συμφωνίας που υποβάλλεται προς το σκοπό αυτόν από το αρμόδιο Γραφείο Εκκαθάρισης Δαπανών του Ν.Σ.Κ.. Οι διατάξεις που αναφέρονται σε αμοιβές με βάση ποσοστό επί της αξίας του αντικειμένου της δίκης δεν εφαρμόζονται για τους δικηγόρους του Δημοσίου. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζεται η έγγραφη συμφωνία. Όταν το αντικείμενο της δίκης δεν αποτιμάται σε χρήμα, η αμοιβή καθορίζεται με βάση τη συμφωνία. Οι αμοιβές αυτές μπορούν κατά την εκκαθάρισή τους είτε να μειωθούν σε ποσοστό που κυμαίνεται από 20% έως 50 %, ιδίως όταν πρόκειται για χειρισμό μεγάλου αριθμού ομοίων υποθέσεων ή όταν ο δικηγόρος του Δημοσίου δεν χειρίστηκε την υπόθεση με την προσήκουσα επιμέλεια είτε να αυξηθούν αντίστοιχα, σε ποσοστό ομοίως από 20% έως και 50% κατ’ ανώτατο όριο, όταν επιδείχθηκε αποδεδειγμένα από το δικηγόρο ιδιαίτερο ενδιαφέρον και επιμέλεια ή σε υποθέσεις μείζονος σπουδαιότητας. Οι δικηγόροι του Δημοσίου για τις υπηρεσίες που παρέχουν προς αυτό, φορολογούνται με βάση τις αμοιβές που τους καταβάλλονται από το Δημόσιο. Διατάξεις που θεσπίζουν τεκμαρτό εισόδημα ανώτερο των καταβληθέντων από το Δημόσιο ποσών, δεν εφαρμόζονται ως προς το εισόδημα που προκύπτει από τις συγκεκριμένες αμοιβές.»