107 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4261/2014

Πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ), κατάργηση του ν. 3601/2007 και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ Β΄ - ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ - ΛΟΙΠΑ ΘΕΜΑΤΑ
Άρθρο 180
ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
05 Μαΐου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 107
5 Μαΐου 2014

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4261
Πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ), κατάργηση του ν. 3601/2007 και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

A. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3029/2002, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 2 αναριθμουμένων των υπολοίπων σε 3, 4, 5, 6 και 7, ως ακολούθως: «2.α) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι αρμόδια για την εποπτεία και έλεγχο της ορθής εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 15 του άρθρου 7 του ν. 3029/2002 (Α΄ 60), καθώς και των διατάξεων του άρθρου 22 του ν. 3846/2010 (A΄ 66), όπως ισχύουν, ιδίως, την τήρηση των προβλεπομένων ορίων επενδύσεων την τήρηση των κανονισμών επενδύσεων των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης (Τ.Ε.Α.) και τον ορισμό θεματοφύλακα ή/και εταιρείας διαχείρισης εφόσον το T.E.A. δεν διαχειρίζεται το ίδιο τις επενδύσεις του. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της επιβάλλει τις κυρώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1, 2, 4, 5 και 6 του άρθρου 94 του ν. 4099/2012, όπως ισχύει, για παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του. Η απόφαση αυτή γνωστοποιείται ταυτόχρονα στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας για τις προβλεπόμενες ενέργειες των διατάξεων των άρθρων 7 και 8 του ν. 3029/2002. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας η οποία εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος μετά από γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ρυθμίζονται θέματα όπως, τα στοιχεία που κατ’ ελάχιστον περιλαμβάνονται στον κανονισμό επενδύσεων των T.E.A., η αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των T.E.A., το περιεχόμενο και το χρονικό διάστημα υποβολής στοιχείων στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας ρύθμισης. β) Εάν ταμείο επαγγελματικής ασφάλισης διαχειρίζεται το ίδιο τις επενδύσεις του απαιτείται ειδική έγκριση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Με Απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας μετά γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καθορίζονται οι οργανωτικές απαιτήσεις για τη χορήγηση της ως άνω εγκρίσεως, όπως η ύπαρξη υπηρεσίας εσωτερικού ελέγχου, συστημάτων Διαχείρισης Κινδύνων, η ύπαρξη κατάλληλα πιστοποιημένων στελεχών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας ρύθμισης. Β. Η παρ. 3 του άρθρου 99 του ν. 4209/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ορίζεται ως αρμόδια αρχή για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης (TEA) των άρθρων 7 και 8 του ν. 3029/2002 (A΄ 160), προς τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012, καθώς και για την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 103 του ν. 4209/2013 (A΄ 253).» Γ. Η παρ. 15 του άρθρου 7 του ν. 3029/2002 όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 12 του ν. 3385/2005 και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «15.1. Για τις ανάγκες των διατάξεων της παρούσης, ως ενεργητικό του TEA νοείται η αξία του χαρτοφυλακίου του που αποτιμάται σε ημερήσια βάση σύμφωνα με τις διατάξεις της σχετικής Απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, μείον: (α) τις λοιπές μακροπρόθεσμες απαιτήσεις, τις απαιτήσεις και τους μεταβατικούς λογαριασμούς εκτός των στοιχείων που αφορούν δουλευμένες αποδόσεις των επενδύσεων και (β) τα έξοδα εγκατάστασης, τις ασώματες ακινητοποιήσεις, τις ενσώματες ακινητοποιήσεις που αφορούν μηχανήματα − τεχνικές εγκαταστάσεις και λοιπό μηχανολογικό εξοπλισμό, μεταφορικά μέσα, έπιπλα, λοιπό εξοπλισμό και αποθέματα, όπως εμφανίζονται στον τελευταίο νόμιμα συνταγμένο ισολογισμό του TEA. Με Απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας μετά γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ρυθμίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας ρύθμισης. Το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης επενδύει με σύνεση και ειδικότερα σύμφωνα με τους ακόλουθους επενδυτικούς κανόνες: α) τα στοιχεία του ενεργητικού επενδύονται με γνώμονα την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των συμφερόντων των μελών και των δικαιούχων. Σε περίπτωση πιθανής σύγκρουσης συμφερόντων, το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης, ή, ο φορέας που διαχειρίζεται τις επενδύσεις του, διασφαλίζει ότι η επένδυση πραγματοποιείται αποκλειστικά προς το συμφέρον των μελών και των δικαιούχων, β) τα στοιχεία του ενεργητικού επενδύονται με γνώμονα την ασφάλεια, την ποιότητα, τη ρευστότητα και την κερδοφορία του χαρτοφυλακίου στο σύνολό του. Το ενεργητικό που προορίζεται για την κάλυψη των τεχνικών αποθεμάτων επενδύεται επίσης κατά τρόπο προσιδιάζοντα στη φύση και στη διάρκεια των προσδοκώμενων μελλοντικών συνταξιοδοτικών παροχών, γ) το ενεργητικό επενδύεται πρωτίστως σε οργανωμένες αγορές. Το τμήμα που επενδύεται σε στοιχεία μη εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένες αγορές δεν υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του ενεργητικού. δ) επένδυση σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα είναι δυνατή, εφόσον συμβάλλουν στη μείωση των επενδυτικών κινδύνων ή διευκολύνουν την αποτελεσματική διαχείριση του χαρτοφυλακίου. Τα παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα αποτιμώνται με σύνεση, λαμβάνοντας υπόψη το υποκείμενο στοιχείο και περιλαμβάνονται στην αποτίμηση του ενεργητικού του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης. Το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης αποφεύγει την υπερβολική έκθεση σε κίνδυνο από έναν αντισυμβαλλόμενο, καθώς και από άλλες πράξεις σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα, ε) τα στοιχεία του ενεργητικού είναι προσηκόντως διαφοροποιημένα, ώστε να αποφεύγεται η υπέρμετρη εξάρτηση από κάποιο συγκεκριμένο στοιχείο ή εκδότη ή όμιλο επιχειρήσεων αλλά και η συσσώρευση κινδύνων στο χαρτοφυλάκιο συνολικά. Οι επενδύσεις σε στοιχεία που έχουν εκδοθεί από τον ίδιο εκδότη ή από εκδότες που ανήκουν στον ίδιο όμιλο δεν πρέπει να εκθέτουν το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης σε υπέρμετρη συσσώρευση κινδύνων, στ) η επένδυση στη χρηματοδοτούσα επιχείρηση δεν υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του συνόλου του χαρτοφυλακίου και στην περίπτωση που η χρηματοδοτούσα επιχείρηση ανήκει σε όμιλο, η επένδυση στις επιχειρήσεις που ανήκουν στον ίδιο όμιλο με τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση δεν υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) του χαρτοφυλακίου. Εάν το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης χρηματοδοτείται από περισσότερες της μιας επιχειρήσεων, η επένδυση στις επιχειρήσεις αυτές πραγματοποιείται με σύνεση, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης για προσήκουσα διαφοροποίηση. 2. Το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης δεν επιτρέπεται, να δανείζεται ή να ενεργεί ως εγγυητής υπέρ τρίτων. Κατά παρέκκλιση των παραπάνω, το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης δύναται να δανειοδοτηθεί μόνο για σκοπούς ρευστότητας και σε προσωρινή βάση. 3. Το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης ή, ο φορέας που διαχειρίζεται τις επενδύσεις του, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε προηγούμενη έγκριση ή συστηματική γνωστοποίηση των επενδυτικών αποφάσεων που λαμβάνει. 4. Τηρουμένων των αρχών των υποπαραγράφων 1 και 2 του παρόντος, το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης τηρεί επιπροσθέτως τα ακόλουθα όρια και περιορισμούς: α) οι επενδύσεις σε μετοχές, διαπραγματεύσιμες κινητές αξίες εξομοιούμενες προς μετοχές και εταιρικές ομολογίες, που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένες αγορές, δεν υπερβαίνουν το εβδομήντα τοις εκατό (70%) του ενεργητικού που καλύπτει τα τεχνικά αποθέματα ή του συνολικού χαρτοφυλακίου των ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης, στα οποία οι ασφαλισμένοι φέρουν τον κίνδυνο επενδύσεων. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, μετά από γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, δύναται να επιβάλει χαμηλότερο όριο σε ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης που καταβάλλουν συνταξιοδοτικές παροχές με εγγύηση μακροπρόθεσμων επιτοκίων, φέρουν τον επενδυτικό κίνδυνο και παρέχουν τα ίδια την ανωτέρω εγγύηση, β) οι επενδύσεις σε στοιχεία ενεργητικού εκπεφρασμένα σε νομίσματα διαφορετικά από εκείνο στο οποίο είναι εκπεφρασμένες οι υποχρεώσεις του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης δεν υπερβαίνουν το τριάντα τοις εκατό (30%) του ενεργητικού που καλύπτει τα τεχνικά αποθέματα, γ) οι επενδύσεις σε επιχειρηματικά κεφάλαια και σε παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα με σκοπό την αποτελεσματική διαχείριση του χαρτοφυλακίου δεν υπερβαίνουν αθροιστικά το πέντε τοις εκατό (5%) του ενεργητικού, δ) οι επενδύσεις σε κινητές αξίες ή/και μέσα χρηματαγοράς του ίδιου εκδότη δεν υπερβαίνουν το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) του ενεργητικού του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης, ε) κατά παρέκκλιση της ως άνω περίπτωσης δ΄ επιτρέπεται η τοποθέτηση μέχρι τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) του ενεργητικού του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης σε κινητές αξίες και μέσα χρηματαγοράς του ίδιου εκδότη, όταν οι κινητές αξίες ή τα μέσα χρηματαγοράς έχουν εκδοθεί ή είναι εγγυημένα από κράτος − μέλος ή από τρίτα κράτη, όπως αυτά ορίζονται σε σχετική απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή από δημόσιο διεθνή οργανισμό στον οποίο συμμετέχουν ένα ή περισσότερα κράτη−μέλη, στ) το σύνολο των επενδύσεων σε κινητές αξίες και σε μέσα χρηματαγοράς της ως άνω περίπτωσης ε΄ επιτρέπεται να αυξηθεί μέχρι το εκατό τοις εκατό (100%) του ενεργητικού του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης, εφόσον το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης έχει επενδύσει σε κινητές αξίες και μέσα χρηματαγοράς που ανήκουν σε τουλάχιστον έξι (6) διαφορετικές εκδόσεις και οι αξίες που ανήκουν σε κάθε έκδοση δεν υπερβαίνουν το τριάντα τοις εκατό (30%) του ενεργητικού του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης, ζ) κατά παρέκκλιση της ως άνω περίπτωσης δ΄, επιτρέπεται η τοποθέτηση μέχρι είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του ενεργητικού του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης, σε ομολογίες που εκδίδονται από πιστωτικό ίδρυμα που έχει την καταστατική του έδρα σε κράτος − μέλος και υπόκειται δια νόμου σε ειδικό καθεστώς δημόσιας εποπτείας για την προστασία των ομολογιούχων, η έκδοση των οποίων έχει κοινοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Συγκεκριμένα, τα ποσά που προέρχονται από την έκδοση των ομολογιών αυτών επενδύονται σύμφωνα με τη νομοθεσία σε στοιχεία του ενεργητικού, τα οποία, καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος των ομολογιών, είναι σε θέση να καλύψουν τις απαιτήσεις που απορρέουν από τις ομολογίες και τα οποία, σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής εκ μέρους του εκδότη, θα χρησιμοποιηθούν κατά προτεραιότητα για την εξόφληση του αρχικού κεφαλαίου και την καταβολή των δεδουλευμένων τόκων. Οι επενδύσεις του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης σε ομολογίες της παρούσας περίπτωσης που ανά εκδότη είναι άνω του πέντε τοις εκατό (5%), δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το ογδόντα τοις εκατό (80%) του ενεργητικού του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης, τηρουμένου του ορίου του εικοσιπέντε τοις εκατό (25%) ανά εκδότη, η) οι καταθέσεις του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης άνω των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ δεν δύναται να υπερβαίνει ανά πιστωτικό ίδρυμα το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του ενεργητικού του, θ) το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης, δεν επιτρέπεται να συνδυάζει, αθροιστικά, άνω του σαράντα τοις εκατό (40%) του ενεργητικού του σε: αα) επενδύσεις σε κινητές αξίες ή μέσα χρηματαγοράς που έχουν εκδοθεί από τον ίδιο οργανισμό, ββ) καταθέσεις στον οργανισμό αυτό, ή/και γγ) κινδύνους από πράξεις παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων με αντισυμβαλλόμενο τον οργανισμό αυτό, ι) η αξία του συνόλου των ακινήτων του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης, πρέπει να είναι κατώτερη του είκοσι τοις εκατό (20%) του ενεργητικού του, ια) το Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης δεν επιτρέπεται να αποκτά πολύτιμα μέταλλα. 5. Οι ως άνω επενδυτικοί κανόνες και περιορισμοί τηρούνται για κάθε κλάδο του T.E.A. χωριστά. 6. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να απαιτεί την εφαρμογή αυστηρότερων επενδυτικών κανόνων ανά Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης μετά από γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, η οποία αιτιολογείται ειδικώς, αναλόγως των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει.» Δ. Τα ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης προσαρμόζουν τις υφιστάμενες επενδύσεις τους με τις διατάξεις της παρ. 15 του άρθρου 7 του ν. 3029/2003,όπως ισχύει, εντός ενός (1) έτους από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Η περίοδος για την προσαρμογή υφιστάμενων επενδύσεων σε ακίνητα ορίζεται έως και πέντε (5) έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Σε περίπτωση που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης κατέχουν ομόλογα πιστωτικού ιδρύματος που υπάγονται στις ρυθμίσεις της Υπουργικής Απόφασης 155492/Β.638 (Β΄ 373), τα ομόλογα αυτά δύναται να παρακρατηθούν έως της λήξεως. Ε. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ασκεί την εποπτεία και τον έλεγχο επί των Τ.Ε.Α. που ιδρύονται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος έξι (6) μήνες μετά τη δημοσίευση του καταστατικού τους. Για τα ήδη υφιστάμενα Τ.Ε.Α. η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ασκεί την εποπτεία και τον έλεγχο ένα μήνα μετά την έκδοση της υπουργικής απόφασης με την οποία ρυθμίζονται θέματα αποτίμησης. ΣΤ. α) Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας εκδίδεται Κανονισμός Δεοντολογίας και Καλών Πρακτικών λειτουργίας των ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης των άρθρων 7 και 8 του ν. 3029/2002 (Α΄160), με τον οποίο ρυθμίζονται θέματα όπως, ο τρόπος διοίκησης, τα προσόντα προέδρου και μελών Δ.Σ., η εκπαίδευση των μελών Δ.Σ και προσωπικού, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό, β) Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας μετά από γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής ρυθμίζονται θέματα διενέργειας επιτόπιων ελέγχων, τα χρονικά διαστήματα και η έκταση αυτών, τα αρμόδια όργανα, η συχνότητα, καθώς και ο χρόνος και οι διαδικασίες ανταλλαγής στοιχείων και πληροφοριών ελεγκτικών αρχών Υπουργείου, Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής και Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. γ) Τα ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης υποχρεούνται σε τήρηση Κανονισμού Εσωτερικής Λειτουργίας και Κανονισμού Επενδύσεων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό Δεοντολογίας και Καλών Πρακτικών. Σε περίπτωση μη τηρήσεως των αρχών αυτών επιβάλλονται οι κυρώσεις της υπουργικής απόφασης Φ51010/1821/16 (Β΄ 370/2004) όπως ισχύει. Ζ. α) Από 1.1.2014 οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται για κάθε ασφαλισμένο στα αλληλοβοηθητικά ταμεία (Ν.Π.Ι.Δ.) της παρ. 20 του άρθρου 6 του ν. 3029/2002 (Α΄ 160) τηρούνται σε ατομικές μερίδες. Τα ταμεία αυτά υποβάλλουν κάθε έτος στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή υποχρεωτικά αναλογιστικές μελέτες και οικονομικές καταστάσεις για έλεγχο της βιωσιμότητάς τους. Εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος τα ως άνω ταμεία με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας μετά από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Ασφαλιστικής Αρχής ακολουθούν είτε το κεφαλαιοποιητικό σύστημα των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης των άρθρων 7 και 8 του ν. 3029/2002 (Α΄ 160) είτε το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC). β) Σε περίπτωση καθιέρωσης κεφαλαιοποιητικού συστήματος έχει εφαρμογή η ισχύουσα νομοθεσία για τις επενδύσεις των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης των άρθρων 7 και 8 του ν. 3029/2002 (Α΄ 160). Σε περίπτωση καθιέρωσης διανεμητικού συστήματος προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC) οι όροι και οι προϋποθέσεις των επενδύσεων καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, μετά από γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. γ) Στα ως άνω αλληλοβοηθητικά ταμεία επιβάλλονται αναλόγως οι κυρώσεις της υπουργικής απόφασης Φ51010/1821/16 (Β΄ 370/2004), όπως ισχύει.