107 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4261/2014

Πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ), κατάργηση του ν. 3601/2007 και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ Β΄ - ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ - ΛΟΙΠΑ ΘΕΜΑΤΑ
Άρθρο 183
ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8
05 Μαΐου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 107
5 Μαΐου 2014

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4261
Πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ), κατάργηση του ν. 3601/2007 και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η παρ. 2 του άρθρου 10 του ν.4224/2013 (Α΄ 288) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η σύμβαση εκχώρησης συνάπτεται μεταξύ του εκκαθαριστή του νομικού προσώπου, ο οποίος ενεργεί για λογαριασμό του εκχωρητή, και του Προϊσταμένου της αρμόδιας φορολογικής αρχής του υπό ειδική εκκαθάριση νομικού προσώπου, ο οποίος ενεργεί για λογαριασμό του Δημοσίου, εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης του Γενικού Γραμματέα της πρώτης παραγράφου. Η καθυστέρηση της υπογραφής της σύμβασης εκχώρησης πέραν των τριάντα (30) ημερών δεν επηρεάζει την εγκυρότητά της ή τη δυνατότητα δικαστικής χρήσης της. Η σύναψη της σύμβασης εκχώρησης γίνεται χωρίς υποχρέωση καταβολής τέλους χαρτοσήμου, καθώς και οποιουδήποτε άλλου τέλους, φόρου ή εισφοράς. Μετά την αναγγελία της εκχώρησης στους οφειλέτες, το Δημόσιο υπεισέρχεται αυτοδικαίως στα δικαιώματα του εκχωρητή και δύναται να παρίσταται και ως πολιτικώς ενάγον σε κάθε ποινική δίκη είτε έχει ολοκληρωθεί σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό είτε άρχεται μετά το χρόνο αυτόν, σχετική με αδίκημα, με το οποίο συνδέονται οι εκχωρηθείσες απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένου και οποιουδήποτε διαπραχθέντος και/ή διαπραττομένου αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα και από τρίτα πρόσωπα, ακόμη και ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και του Αρείου Πάγου, εφόσον στον προηγούμενο βαθμό δικαιοδοσίας έχει γίνει δεκτή παράσταση πολιτικής αγωγής του εκχωρητή, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου.»