143 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4270/2014

Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) − δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ Δ΄ - ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ - ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
28 Ιουνίου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 143
28 Ιουνίου 2014

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4270
Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) − δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ – ΣΤΟΧΟΘΕΣΙΑ
Άρθρο 70Μνημόνια συνεργασίας − στοχοθεσίαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μεταξύ του Υπουργείου Οικονομικών και των υπολοίπων Υπουργείων συνάπτονται ξεχωριστά μνημόνια συνεργασίας μέχρι την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους, με στόχο την ομαλή εκτέλεση του προϋπολογισμού και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση. Στα μνημόνια περιλαμβάνονται τουλάχιστον: α. οι τριμηνιαίοι στόχοι εκτέλεσης του προϋπολογισμού κάθε φορέα, β. προκαθορισμένες διορθωτικές παρεμβάσεις σε περίπτωση εμφάνισης αποκλίσεων από τους στόχους, γ. οι επιπτώσεις στην περίπτωση μη υλοποίησης των διορθωτικών παρεμβάσεων, δ. ο χρόνος και το είδος των δημοσιονομικών αναφορών που υποβάλλει ο κάθε φορέας, ε. δεσμεύσεις ότι υφίστανται και λειτουργούν εσωτερικά συστήματα, διαδικασίες και μηχανισμοί που να διασφαλίζουν τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση ή μέτρα που λαμβάνονται για τη βελτίωσή τους, στ. ο ρυθμός αποδέσμευσης των εγκεκριμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού, ζ. οι προθεσμίες, εντός των οποίων πρέπει να ανταποκριθεί το Υπουργείο Οικονομικών σε ερωτήματα, διευκρινίσεις ή επιλύσεις διαφορών μεταξύ των Υπουργείων και των ΥΔΕ, η. συγκεκριμένοι στόχοι για την τήρηση του λειτουργικού μητρώου δεσμεύσεων, θ. δράσεις με πιθανά δημοσιονομικά οφέλη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους, με ευθύνη του Γενικού Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών, κάθε Υπουργείο υποβάλλει στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους μηνιαίο πρόγραμμα εκτέλεσης του προϋπολογισμού του τόσο για τα έσοδα όσο και για τις υποχρεώσεις, στη βάση του οποίου καθορίζονται τριμηνιαίοι στόχοι για τη διαφορά μεταξύ εσόδων και υποχρεώσεων, οι οποίοι μετά τη συμφωνία τους με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους συμπεριλαμβάνονται στο μνημόνιο συνεργασίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη διαδικασία παρακολούθησης της εκτέλεσης των εγκεκριμένων προϋπολογισμών, καθώς και τα υποβαλλόμενα, από τους φορείς, στοιχεία.

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ
Άρθρο 71Ανακατανομή πιστώσεων του Κρατικού ΠροϋπολογισμούΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι πιστώσεις του Κρατικού Προϋπολογισμού χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την αντιμετώπιση των δαπανών του φορέα της Κεντρικής Διοίκησης και της συγκεκριμένης, μείζονος κατηγορίας, δαπάνης για την οποία προβλέφθηκαν (αρχή της ειδικότητας των πιστώσεων), εκτός εάν οι πιστώσεις ανακατανέμονται βάσει των περιπτώσεων του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο αρμόδιος διατάκτης δύναται με αιτιολογημένη απόφασή του, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του προϊστάμενου οικονομικών υπηρεσιών του φορέα του, να μεταφέρει τις πιστώσεις εντός μείζονων κατηγοριών δαπανών του Προϋπολογισμού του, χωρίς να μεταβληθούν τα ανώτατα όρια αυτών, καθώς και από ειδικό φορέα σε ειδικό φορέα εντός της ίδιας μείζονος κατηγορίας, χωρίς να μεταβληθούν τα ανώτατα όρια του φορέα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση του αρμόδιου διατάκτη και σύμφωνη γνώμη του προϊσταμένου οικονομικών υπηρεσιών του φορέα του, δύναται να γίνονται μεταφορές μεταξύ μείζονων κατηγοριών δαπανών εντός του προϋπολογισμού του φορέα της Κεντρικής Διοίκησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με απόφαση του κύριου διατάκτη του προϋπολογισμού των Υπουργείων μετά από σύμφωνη γνώμη του Προϊσταμένου οικονομικών υπηρεσιών του Υπουργείου, είναι δυνατή η μεταφορά πιστώσεων στους προϋπολογισμούς των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και στους προϋπολογισμούς των περιφερειακών υπηρεσιών του για την κάλυψη αντίστοιχων με τις πιστώσεις που μειώνονται, δραστηριοτήτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Για μεταφορά πιστώσεων από φορέα σε άλλο φορέα Κεντρικής Διοίκησης απαιτείται η έγκριση της Βουλής κατά τη διαδικασία ψήφισης του συμπληρωματικού προϋπολογισμού του άρθρου 60. Κατ’ εξαίρεση, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών επιτρέπεται: α. Η μεταφορά πιστώσεων αποδοχών από ένα φορέα της Κεντρικής Διοίκησης σε άλλο φορέα της Κεντρικής Διοίκησης, πιστώσεων για επιχορήγηση φορέων και υπό κατανομή πιστώσεων για νέες προσλήψεις, σε πιστώσεις αποδοχών άλλου φορέα της Κεντρικής Διοίκησης για κάλυψη δαπανών πρόσληψης, μετάταξης και απόσπασης προσωπικού ή για τακτοποίηση γενομένων δαπανών μισθοδοσίας. β. Η μεταφορά υπό κατανομή πιστώσεων του προϋπολογισμού σε άλλες κατηγορίες δαπανών άλλων φορέων της Κεντρικής Διοίκησης για την υλοποίηση του σκοπού για τον οποίο έχουν προβλεφθεί. γ. Η μεταφορά πιστώσεων από ένα φορέα της Κεντρικής Διοίκησης σε άλλο φορέα της Κεντρικής Διοίκησης για την κάλυψη δαπανών που πραγματοποιούνται για λογαριασμό του φορέα στον προϋπολογισμό του οποίου έχουν αρχικά προβλεφθεί οι πιστώσεις, για την υλοποίηση προγραμμάτων που αφορούν περισσότερους από έναν φορείς της Κεντρικής Διοίκησης. δ. Η μεταφορά πιστώσεων από ένα φορέα της Κεντρικής Διοίκησης σε άλλο φορέα της Κεντρικής Διοίκησης, για την υλοποίηση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, προκειμένου να αντιστοιχηθούν οι πιστώσεις του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων στις δεσμεύσεις ανά φορέα, τομέα και Κ.Α.Ε., με τα οριζόμενα στις Συλλογικές Αποφάσεις Έργων και Μελετών που εκδίδονται κατά τη διάρκεια του έτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ο Υπουργός Οικονομικών υποβάλλει κάθε τρίμηνο στη Βουλή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο στοιχεία σχετικά με τις αθροιστικές ανακατανομές πιστώσεων του προϋπολογισμού που εγκρίθηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δύναται να ορίζονται πιστώσεις που δεν είναι δεκτικές αυξομειώσεων, καθώς, επίσης, και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η παραβίαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου συνεπάγεται για τους φορείς της Κεντρικής Διοίκησης ισόποση μείωση των επιμέρους ανωτάτων ορίων πιστώσεων του έτους του προϋπολογισμού.

Άρθρο 72Ποσοστά διάθεσης πιστώσεων ανώτατα όρια πληρωμών

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζεται κάθε φορά και για ορισμένη χρονική περίοδο το ποσοστό των πιστώσεων του Προϋπολογισμού που επιτρέπεται να διατεθούν από τους διατάκτες, κατά κατηγορίες ή ομάδες δαπανών, χωρίς να αποκλείεται και η εξ ολοκλήρου διάθεση ορισμένων από αυτές. Με όμοια απόφαση επιτρέπεται να ορίζονται όρια πληρωμών, εφόσον το επιβάλλουν οι δημοσιονομικές συνθήκες ή λόγοι σχετικοί με την οικονομική πολιτική.

Άρθρο 73Διάθεση ορισμένου μέρους των πιστώσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ποσοστό ίσο με 10% των πιστώσεων του ετήσιου τακτικού προϋπολογισμού για ελαστικές δαπάνες, στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες: α. για την εξυπηρέτηση του χρέους, β. για την εκπλήρωση υποχρεώσεων που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις ή συνθήκες, γ. για προγράμματα χρηματοδοτούμενα από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δ. για αποδόσεις προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, ε. πάγιου χαρακτήρα για αποδοχές και συντάξεις και στ. άλλες, κατά νόμο, υποχρεωτικές ανελαστικές δαπάνες, δεν διατίθεται βάσει του άρθρου 72 έως την 30ή Ιουνίου κάθε οικονομικού έτους. Η διάθεση των πιστώσεων από την 1η Ιουλίου κάθε οικονομικού έτους, τελεί υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει επέλθει, ούτε αναμένεται σημαντική απόκλιση από τα δεσμευτικά όρια δαπανών και τους στόχους που αναφέρονται στις περιπτώσεις δ΄, ε΄ και ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 43 κατά το χρόνο της διάθεσης της εν λόγω πίστωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να καθορίζεται κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 74Εγγραφή πιστώσεων κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους

Κατά παρέκκλιση του κανόνα του μη ειδικού προορισμού των εσόδων της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 51, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται, με αποφάσεις του, να επιτρέπει κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, αύξηση πιστώσεων του προϋπολογισμού Υπουργείων και Αποκεντρωμένων Διοικήσεων κατά ποσά ίσα με έσοδα του προϋπολογισμού που δεν είχαν προβλεφθεί και που προκύπτουν από: α. είσπραξη ποσών από την παροχή αγαθών ή υπηρεσιών σε ανεξάρτητες δημόσιες υπηρεσίες ή επιχειρήσεις και οργανισμούς που έχουν δικό τους προϋπολογισμό, νομικά ή φυσικά πρόσωπα του εσωτερικού ή του εξωτερικού, β. είσπραξη ποσών που είχαν καταβληθεί αχρεώστητα, γ. είσπραξη ποσών που προορίζονται βάσει ρητής διάταξης νόμου για την αντιμετώπιση ορισμένης δαπάνης, δ. είσπραξη ποσών από συμφωνίες ανταλλαγής νομισμάτων και επιτοκίων.

Άρθρο 75Έσοδα του προϋπολογισμούΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Βεβαιωθέντα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού είναι τα ποσά που βεβαιώνονται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, στο οποίο αναφέρεται ο προϋπολογισμός, ανεξάρτητα από τη χρονική περίοδο από την οποία προέρχονται, όπως, επίσης, και τα βεβαιωθέντα έσοδα του προϋπολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους, που δεν έχουν εισπραχθεί. Τα βεβαιωθέντα έσοδα που δεν έχουν εισπραχθεί μέχρι τη λήξη του οικονομικού έτους, διαγράφονται από το οικονομικό έτος στο οποίο έχουν βεβαιωθεί και επαναβεβαιώνονται ως έσοδα του προϋπολογισμού του επόμενου οικονομικού έτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εισπραχθέντα έσοδα του προϋπολογισμού είναι τα ποσά που εισπράττονται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, στο οποίο αναφέρεται ο προϋπολογισμός, ανεξάρτητα από τη χρονική περίοδο από την οποία προέρχονται. Οι πληρωμές για την επιστροφή των δημοσίων εσόδων που έχουν εισπραχθεί αχρεώστητα εμφανίζονται αφαιρετικά των εισπραχθέντων εσόδων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Μέχρι το τέλος Οκτωβρίου κάθε έτους συντάσσεται έκθεση από τους Γενικούς Διευθυντές Φορολογικής Διοίκησης και Τελωνείων και Ε.Φ.Κ., επί της πορείας των δημοσίων εσόδων, της δραστηριότητας των αρμόδιων υπηρεσιών και των αποτελεσμάτων του ελέγχου για την περιστολή της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου κατά το χρόνο που πέρασε, η οποία υποβάλλεται στον Υπουργό Οικονομικών και το Ελεγκτικό Συνέδριο. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει το σχετικό νομοθετικό έργο, επιπλέον δε στατιστικά στοιχεία σχετικά με την επιβολή προστίμων επί παραβάσεων φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, καθώς και πίνακες παραβατών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Άρθρο 76Έξοδα προϋπολογισμούΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Έξοδα προϋπολογισμού είναι οι πληρωμές που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους στο οποίο αναφέρεται ο προϋπολογισμός, ανεξάρτητα από το χρόνο που έχει δημιουργηθεί η υποχρέωση για πληρωμή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η πληρωμή των εξόδων του προϋπολογισμού θεωρείται ότι πραγματοποιείται με την εξόφληση του οικείου τίτλου του άρθρου 92.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα έξοδα του προϋπολογισμού εντέλλονται σε βάρος των κατά φορέα πιστώσεων και μέσα στα όρια των πληρωμών και ποσοστών διαθέσεως που ορίζονται κάθε φορά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Μέχρι τέλος Οκτωβρίου κάθε έτους υποβάλλονται στον Υπουργό Οικονομικών, από τους καθ’ ύλην αρμόδιους Γενικούς Διευθυντές του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, εκθέσεις επί της πορείας των κρατικών δαπανών και των αποτελεσμάτων του δημοσιονομικού ελέγχου του προηγούμενου οικονομικού έτους. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Άρθρο 77Δημόσιες δαπάνεςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Δημόσια δαπάνη είναι η χρησιμοποίηση πίστωσης για την εκπλήρωση των λειτουργικών δραστηριοτήτων ή της αποστολής της Κεντρικής Διοίκησης. Οι επιστροφές δημοσίων εσόδων που έχουν εισπραχθεί αχρεώστητα δεν αποτελούν δημόσια δαπάνη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ως δημόσιες δαπάνες αναγνωρίζονται όσες προβλέπονται από διάταξη τυπικού νόμου ή κανονιστικής διοικητικής πράξης. Κατ’ εξαίρεση, αναγνωρίζονται ως δημόσιες δαπάνες και όσες δεν προβλέπονται ρητά από διάταξη νόμου, αλλά εξυπηρετούν αιτιολογημένα τους σκοπούς των φορέων της Κεντρικής Διοίκησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι δαπάνες που προκαλούνται από κανονιστικές διοικητικές πράξεις, αναγνωρίζονται και βαρύνουν τον Κρατικό Προϋπολογισμό ή τους προϋπολογισμούς των επιχορηγούμενων από αυτόν φορέων, μόνον εφόσον αυτές εκδίδονται με τη σύμπραξη του Υπουργού Οικονομικών. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, της περίπτωσης ιβ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 20, καθώς και κάθε άλλης ειδικής διάταξης δεν απαιτείται σύμπραξη του Υπουργού Οικονομικών για τον καθορισμό του ύψους της επιχορήγησης φορέων από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, για την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης κατά το άρθρο 20 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226), καθώς και για τον καθορισμό αποζημίωσης σε ιδιώτες μέλη συλλογικών οργάνων. Η παράλειψη σύμπραξης συνιστά παραβίαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας έκδοσης της πράξης και τα αρμόδια όργανα οφείλουν να μην δημοσιεύουν αυτή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι δαπάνες δημοσίων σχέσεων που πραγματοποιούνται για την εξυπηρέτηση της αποστολής των φορέων της Κεντρικής Διοίκησης βαρύνουν ειδική πίστωση του προϋπολογισμού τους, με επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που αφορούν στο Υπουργείο Εξωτερικών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι κατηγορίες δαπανών δημοσίων σχέσεων, το ανώτατο όριο αυτών, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι δαπάνες δημοσιευμάτων ή ανακοινώσεων του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., που καταχωρούνται στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο και αναφέρονται σε καθαρά υπηρεσιακές ανάγκες, όπως προσκλήσεις, προκηρύξεις διαγωνισμών ή διακηρύξεις, καθώς και ανακοινώσεις σχετικά με την κατάρτιση και εκτέλεση του Κρατικού Προϋπολογισμού, βαρύνουν τις ειδικές πιστώσεις των οικείων, κατά περίπτωση, προϋπολογισμών των Υπουργείων ή Ν.Π.Δ.Δ.. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν πρότασης του Γενικού Γραμματέα Μέσων Ενημέρωσης, καθορίζονται και αναπροσαρμόζονται οι τιμές των δημοσιευμάτων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝΑΝΑΚΑΤΑΝΟΜΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ ΕΡΓΩΝ, ΑΝΑΛΗΨΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ, ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Άρθρο 78Ανακατανομές πιστώσεων έργων Προϋπολογισμού Δημοσίων ΕπενδύσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Πίστωση για κάθε έργο/μελέτη του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων είναι το ποσό που έχει εγκριθεί με τη Συλλογική Απόφαση (ΣΑ), η οποία εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 80, καθώς και τυχόν τροποποίησή της, περιλαμβανομένης της προδέσμευσης πιστώσεων του προϋπολογισμού για το επόμενο οικονομικό έτος που εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και το περιεχόμενο της οποίας καθορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 79. Σε κάθε περίπτωση, για τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων το ανώτατο όριο δαπάνης είναι το συνολικό άθροισμα των ποσών του προϋπολογισμού των φορέων, όπως εγκρίνεται από τη Βουλή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η ετήσια πίστωση για κάθε έργο ή μελέτη που καθορίζεται με τη Συλλογική Απόφαση Έργων ή Μελετών, δύναται να ανακατανέμεται στα έργα που έχουν περιληφθεί στην εν λόγω ΣΑ. Η ανακατανομή αυτή πραγματοποιείται με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού ή του αρμόδιου οργάνου των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης ή άλλου εξουσιοδοτημένου οργάνου που ορίζεται ως διατάκτης για τη ΣΑ. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να ανακατανέμονται εγκεκριμένες πιστώσεις έργων μεταξύ ΣΑ του ίδιου διατάκτη τόσο εντός του συγχρηματοδοτούμενου όσο και εντός του εθνικού σκέλους του ΠΔΕ, υπό την προϋπόθεση ότι δεν μεταβάλλεται το άθροισμά τους κατά κατηγορία (εθνικό / συγχρηματοδοτούμενο).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του ΠΔΕ, δύνανται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας να πραγματοποιούνται μεταφορές του ορίου του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων από Φορέα σε Φορέα και στη συνέχεια να μεταβάλλονται, αντίστοιχα, με Συλλογικές Αποφάσεις οι πιστώσεις έργων ή μελετών, ανάλογα με την πορεία υλοποίησης και το ποσοστό πραγματοποίησης των δαπανών, με σκοπό την απρόσκοπτη εκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων στο σκέλος των συνολικών δαπανών. Ανά εξάμηνο, οι εμπλεκόμενοι φορείς υποβάλλουν στην αρμόδια Διεύθυνση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους αίτημα ανακατανομής των πιστώσεων, για την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 71.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζονται τα κριτήρια, οι προϋποθέσεις και τα όρια για την ανακατανομή ή/και τη μεταφορά των ορίων του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων (ανά Γενική Γραμματεία και ανά υποπρόγραμμα του ΠΔΕ, κ.λπ.), καθώς και οι λεπτομέρειες της εφαρμογής των παραγράφων 2 και 3.

Άρθρο 79Ανάληψη υποχρεώσεων για δαπάνες του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων − πληρωμέςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ανάληψη υποχρεώσεων για τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων: Τίτλο για την ανάληψη υποχρεώσεων σε βάρος του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων αποτελούν οι Συλλογικές Αποφάσεις Έργων ή Μελετών που εκδίδονται, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 80. Σε περίπτωση ανακατανομής των αρχικών πιστώσεων, τίτλο για την ανάληψη υποχρεώσεων σε βάρος του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων αποτελεί η αρχική απόφαση έγκρισης ή τροποποίησης της Συλλογικής Απόφασης, συνοδευόμενη από την απόφαση του διατάκτη ή του Περιφερειάρχη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 78 και στην υποπερίπτωση ββ΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 80.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τις πολυετείς υποχρεώσεις του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων ισχύει η ακόλουθη διαδικασία: Κάθε έτος ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, εκδίδει απόφαση περί του συνόλου των έργων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και της ανάληψης της συνολικής ετήσιας υποχρέωσης έναντι του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων, καθώς και περί προέγκρισης για τη δέσμευση πιστώσεων σε βάρος του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων του επόμενου έτους. Στην ίδια ως άνω απόφαση ορίζεται ιδίως: α. το ποσό της υπολειπόμενης συνολικής δαπάνης για την ολοκλήρωση των συνεχιζόμενων από προηγούμενα έτη έργων, β. οι εγκεκριμένες πιστώσεις του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων για το τρέχον έτος, γ. το όριο προέγκρισης ανάληψης υποχρεώσεων σε βάρος του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων του επομένου έτους, το οποίο δεν δύναται να υπερβαίνει συνολικά το 30% των εγκεκριμένων πιστώσεων για το τρέχον έτος. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, που εκδίδεται εντός του πρώτου μήνα κάθε οικονομικού έτους κατανέμεται ανά φορέα, ειδικό φορέα ΠΔΕ και ανά Συλλογική Απόφαση (ΣΑ) το συνολικό ύψος των πιστώσεων του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων που πρόκειται να διατεθούν κατά τη διάρκεια του έτους για την εκτέλεση συνεχιζόμενων από τα προηγούμενα έτη έργων. Οποιαδήποτε τροποποίηση που αφορά σε συνεχιζόμενα από τα προηγούμενα έτη έργα, καθώς και η ένταξη νέων έργων στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων γίνεται με ΣΑ που εγκρίνονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, εφόσον οι συνολικές πιστώσεις των έργων δεν υπερβαίνουν το σύνολο των εγκεκριμένων πιστώσεων του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων και το όριο προέγκρισης ανάληψης υποχρέωσης έναντι του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων του επομένου έτους, όπως αυτό ορίζεται με την απόφαση του εδαφίου β΄ της παρούσας παραγράφου. Οι συνολικές ετήσιες δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων δεν υπερβαίνουν το συνολικό ποσό των εγκεκριμένων πιστώσεων του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Έκδοση ενταλμάτων πληρωμών Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων: α. Οι πληρωμές έργων του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων της Κεντρικής Διοίκησης πραγματοποιούνται με ευθύνη των αρμόδιων οικονομικών υπηρεσιών μέσω της έκδοσης εντολών πληρωμής, μετά από έλεγχο των οριστικών και πλήρων δικαιολογητικών, ώστε να διασφαλίζεται η νομιμότητα και κανονικότητα της δαπάνης. Η συγκέντρωση των δικαιολογητικών, και η υποβολή τους στην οικονομική υπηρεσία γίνεται από την αρμόδια υπηρεσιακή μονάδα που υλοποιεί το έργο. Η ανωτέρω διαδικασία αφορά τόσο στις άμεσες πληρωμές για την εκτέλεση των έργων όσο και στις πληρωμές με τις οποίες μεταφέρεται χρηματοδότηση με τη μορφή επιχορήγησης (έμμεσες) για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου σε νομικά πρόσωπα. Οι πληρωμές αυτές υπόκεινται στον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εκτός αν ειδικές διατάξεις ορίζουν διαφορετικά. β. Οι πληρωμές έργων δημοσίων επενδύσεων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, για τα οποία ορίζονται τα ίδια τα ανωτέρω πρόσωπα διαχειριστές λογαριασμών επενδύσεων στην Τράπεζα της Ελλάδος, πραγματοποιούνται με ευθύνη των νομικών προσώπων και υπόκεινται, επίσης, στον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εκτός αν ειδικές διατάξεις ορίζουν διαφορετικά. γ. Το Υπουργείο Οικονομικών, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, διενεργεί για τις πληρωμές των περιπτώσεων α΄ και β΄ τους προβλεπόμενους από τις διατάξεις του ν. 3492/2006 (Α΄ 210), όπως ισχύουν, δημοσιονομικούς ελέγχους. δ. Οι ΥΔΕ ή το ειδικό λογιστήριο στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας προβαίνουν στην ενταλματοποίηση της δαπάνης σε σχέση με τον Κρατικό Προϋπολογισμό, για τις ανωτέρω περιπτώσεις με συμψηφιστικές εγγραφές που αντιστοιχούν: αα. Για τις πληρωμές της περίπτωσης α΄ ή της περίπτωσης β΄ που πραγματοποιούνται μέσω του Κεντρικού Λογαριασμού ΕΣΠΑ, με τις πληρωμές που έχει πραγματοποιήσει η αρμόδια οικονομική υπηρεσία, με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία πραγματοποίησης της πληρωμής. ββ. Για τις πληρωμές των νομικών προσώπων της περίπτωσης β΄ που πραγματοποιούνται εκτός Κεντρικού Λογαριασμού ΕΣΠΑ, με τη χρηματοδότηση των τριτοβάθμιων λογαριασμών που τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος για κάθε έργο, με αποδεικτικά την οικεία εντολή χρηματοδότησης και το αποδεικτικό εκτέλεσης της πληρωμής από την Τράπεζα της Ελλάδος. ε. Οι πληρωμές έργων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων της Κεντρικής Διοίκησης, δύναται να μην πραγματοποιούνται από τις αρμόδιες οικονομικές υπηρεσίες, κατά παρέκκλιση των αναφερομένων στην περίπτωση α΄, για χρονικό διάστημα και για τις περιπτώσεις που καθορίζονται με την υπουργική απόφαση της περίπτωσης η΄. Στις περιπτώσεις αυτές με απόφαση του οικείου διατάκτη ή του αρμοδίως εξουσιοδοτημένου από αυτόν οργάνου, ορίζονται φυσικά πρόσωπα ως διαχειριστές έργων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (υπόλογοι) είτε μόνιμοι κρατικοί υπάλληλοι ή υπάλληλοι της περιφέρειας ή υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, οι οποίοι πραγματοποιούν τις πληρωμές βάσει οριστικών και πλήρων δικαιολογητικών και στη συνέχεια αποστέλλουν με ευθύνη τους τα πλήρη δικαιολογητικά στις αρμόδιες ΥΔΕ ή στο ειδικό λογιστήριο του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας για έλεγχο και εκκαθάριση της δαπάνης, ώστε να εκδοθούν συμψηφιστικά χρηματικά εντάλματα με τα οποία εμφανίζονται οι δαπάνες στον Κρατικό Προϋπολογισμό. Οι υπόλογοι − διαχειριστές των έργων του ΠΔΕ ευθύνονται κατά τις διατάξεις του άρθρου 152 περί δημοσίων υπολόγων. στ. Σε ειδικές περιπτώσεις και προκειμένου περί πληρωμής δαπανών μικρής κλίμακας, το ύψος των οποίων καθορίζεται με την υπουργική απόφαση της περίπτωσης η΄, επιτρέπεται η ανάληψη προκαταβολών από τον διαχειριστή έργου του ΠΔΕ βάσει διαταγής του προϊσταμένου της αρμόδιας υπηρεσιακής μονάδας. ζ. Οι πληρωμές εσωτερικού μέσω του αντίστοιχου τριτοβάθμιου λογαριασμού επενδύσεων της Τράπεζας της Ελλάδος διενεργούνται είτε με επιταγές είτε με ηλεκτρονικές ή έγγραφες εντολές, ενώ οι πληρωμές εξωτερικού πραγματοποιούνται μόνο με εντολές πληρωμής που απευθύνονται στην ίδια τράπεζα. η. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, ορίζονται το πεδίο και ο χρόνος εφαρμογής των διαδικασιών της παρούσας παραγράφου, καθώς και ο τρόπος εκκαθάρισης, κατά περίπτωση, ο τύπος των εντολών πληρωμής και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Με την ως άνω απόφαση ή με όμοιες αποφάσεις ορίζονται τα δικαιολογητικά των δαπανών που ελέγχονται, κατά περίπτωση, από τα αρμόδια όργανα. Με όμοιες αποφάσεις δύναται, επίσης, να μεταβιβάζονται πιστώσεις έργων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (άνευ υπολόγου) σε άλλο λογαριασμό πλην δημοσίων επενδύσεων της Τράπεζας της Ελλάδος ή σε λογαριασμό που δημιουργείται σε άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα σε περιπτώσεις ειδικών έργων ή προγραμμάτων, χρηματοδοτικών εργαλείων, ταμείων και ειδικών λογαριασμών, καθώς και να καθορίζεται κάθε σχετικό θέμα. θ. Για τις πραγματοποιούμενες πληρωμές του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά υποβάλλονται στις αρμόδιες ΥΔΕ ή στο ειδικό λογιστήριο του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας για εκκαθάριση, όπου προβλέπεται, και για την έκδοση των κατά νόμο συμψηφιστικών χρηματικών ενταλμάτων, το αργότερο εντός μηνός από τη διενέργεια των ως άνω πληρωμών. ι. Τα ως άνω χρηματικά εντάλματα εκδίδονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες το αργότερο την 31η Μαρτίου του έτους που έπεται του έτους της πληρωμής και καταχωρούνται στα βιβλία με ημερομηνία την 31η Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η πληρωμή. ια. Για πληρωμές προγραμμάτων δημοσίων επενδύσεων τα οποία, για διάφορους λόγους, δεν εμφανίζονται στον απολογισμό με την έκδοση των κατά νόμο συμψηφιστικών χρηματικών ενταλμάτων, τα εντάλματα πληρωμών εκδίδονται σε βάρος ειδικής πίστωσης που εγγράφεται στον εκτελούμενο ΠΔΕ με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση των ΥΔΕ των φορέων, και μόνο για τα δικαιολογητικά πληρωμών που εκκρεμούν σε αυτές.

Άρθρο 80Εκτέλεση Προϋπολογισμού Δημοσίων ΕπενδύσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με τις ΣΑ Έργων ή Μελετών, που εκδίδονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας μετά από εισήγηση του αρμόδιου φορέα άσκησης πολιτικής επενδύσεων, εγκρίνεται: α. η διάθεση των συνολικών ετήσιων πιστώσεων των έργων ή μελετών που περιλαμβάνει η κάθε ΣΑ, β. η ένταξη κάθε έργου στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (με διακριτό κωδικό αριθμό και τίτλο), γ. η ολική δαπάνη για την πραγματοποίηση του έργου, δ. η διάθεση των απαιτούμενων ετήσιων πιστώσεων αναλυτικά για κάθε έργο που περιλαμβάνει κάθε ΣΑ, ε. η υπολειπόμενη δαπάνη, συμπεριλαμβανομένης της πίστωσης του τρέχοντος έτους, που επιμερίζεται στα επόμενα έτη, για την αποπεράτωση του έργου, στ. ειδικές διατάξεις και κάθε άλλο στοιχείο που απαιτείται για την ένταξη του έργου στη ΣΑ, ζ. ο φορέας υλοποίησης κάθε έργου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και του Υπουργού Οικονομικών, δύνανται να καθορίζονται οι γενικοί κανόνες για τη διαδικασία της υλοποίησης του ΠΔΕ και κάθε σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Προκειμένου για έργα που χρηματοδοτούνται από το ΠΔΕ, αρμόδιοι για την τήρηση των διαδικασιών δημοπράτησης και ανάληψης νομικών δεσμεύσεων, την κανονικότητα και νομιμότητα των δαπανών, την ορθή εφαρμογή των ειδικών συστημάτων διαχείρισης, όπου υπάρχουν, και την τήρηση των διατάξεων της ευρωπαϊκής και ελληνικής νομοθεσίας που διέπει την υλοποίηση των έργων, είναι οι φορείς υλοποίησης των έργων ή/ και οι φορείς άσκησης επενδυτικής πολιτικής στις ΣΑ των οποίων είναι εγγεγραμμένα τα έργα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ειδικά, για το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων Περιφερειακού Επιπέδου, ορίζονται τα εξής: α. Οι πιστώσεις για το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων Περιφερειακού Επιπέδου εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και κατανέμονται σε κάθε Περιφέρεια με αποφάσεις του Υπουργού τόσο για το εθνικό όσο και για το συγχρηματοδοτούμενο σκέλος. β. Εντός των ορίων των ανωτέρω πιστώσεων οι Περιφέρειες, με βάση το αναπτυξιακό πρόγραμμα περιφερειακού επιπέδου: αα. Προτείνουν την έκδοση των ετήσιων Συλλογικών Αποφάσεων Έργων Περιφερειακού επιπέδου (ΣΑΕΠ) που εγκρίνονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. ββ. Παρακολουθούν την εκτέλεση των ετήσιων Προγραμμάτων Δημοσίων Επενδύσεων Περιφερειακού Επιπέδου και ανακατανέμουν, εφόσον απαιτείται, με αποφάσεις του Περιφερειάρχη, στα έργα τις ετήσιες πιστώσεις που έχουν εγκριθεί για το σύνολο της κάθε ΣΑ, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 79. γγ. Εισηγούνται οποιεσδήποτε άλλες τροποποιήσεις των ΣΑΕΠ, πέραν της υποπερίπτωσης ββ), οι οποίες εγκρίνονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. δδ. Προβαίνουν στην κατανομή των χρηματοδοτήσεων από το ΠΔΕ στα έργα των ΣΑΕΠ, με την επιφύλαξη τυχόν ειδικότερων διατάξεων για τα συγχρηματοδοτούμενα έργα (έργα ΕΣΠΑ κ.λπ.). γ. Οι πιστώσεις των έργων των ΣΑΕΠ, ύστερα από την ως άνω κατανομή, εγγράφονται στους ετήσιους προϋπολογισμούς των οικείων φορέων. δ. Για τις πληρωμές των έργων της Περιφέρειας που πραγματοποιούνται μέσω των Περιφερειακών Ταμείων Ανάπτυξης δεν υφίσταται η υποχρέωση της παρ. 7 του άρθρου 282 του ν. 3852/2010. ε. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων.

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΕΣΟΔΩΝ
Άρθρο 81Όργανα και τίτλοι είσπραξηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η είσπραξη των δημοσίων εσόδων ενεργείται δυνάμει νόμιμου τίτλου από τις Δ.Ο.Υ., τα Τελωνεία, τα λοιπά όργανα είσπραξης του Δημοσίου και τους Ειδικούς Ταμίες, στους οποίους έχει ανατεθεί η είσπραξη ειδικών εσόδων. Τίτλοι είσπραξης είναι τα παραστατικά στοιχεία που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις και από τα οποία προκύπτει ο οφειλέτης του Δημοσίου, το είδος της οφειλής και το εισπρακτέο, κατά οφειλέτη, ποσό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η είσπραξη των δημοσίων εσόδων δύναται να ανατεθεί στις τράπεζες ή σε λοιπά πιστωτικά ιδρύματα ή σε οργανισμούς κοινής ωφελείας ή στα Ελληνικά Ταχυδρομεία (ΕΛ.ΤΑ.) ή και σε άλλες δημόσιες αρχές. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία της είσπραξης, ο έλεγχος των εισπράξεων, καθώς και η καταβολή προμήθειας ή αμοιβής αυτών, η οποία βαρύνει το Δημόσιο. Στην περίπτωση αυτή, οι εκδιδόμενες, κατ’ εφαρμογή του α.ν. 1819/1951 (Α΄ 149), επιταγές οπισθογραφούνται απευθείας από τις τράπεζες ή λοιπά πιστωτικά ιδρύματα ή οργανισμούς κοινής ωφελείας ή τα Ελληνικά Ταχυδρομεία (ΕΛ.ΤΑ.) ή από τις άλλες δημόσιες αρχές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι εισπράξεις δημοσίων εσόδων που πραγματοποιούνται από τους διαχειριστές ή τους ταμίες των Δ.Ο.Υ., τους ειδικούς ταμίες ή τα πρόσωπα (φυσικά ή νομικά) στα οποία έχει ανατεθεί η είσπραξη, καθώς και το περιεχόμενο των χρηματοκιβωτίων των Δ.Ο.Υ. είναι ακατάσχετα.

Άρθρο 82Αποδεικτικά είσπραξηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αποδεικτικά είσπραξης είναι τα παραστατικά στοιχεία, μηχανογραφικά ή μη, που εκδίδονται από τα αρμόδια, για την είσπραξη δημοσίων εσόδων, όργανα και αποδεικνύουν την εξόφληση της οφειλής. Οι Δ.Ο.Υ., τα Τελωνεία, οι Ειδικοί Ταμίες και τα λοιπά επί της είσπραξης όργανα εκδίδουν για κάθε είσπραξη αποδεικτικό είσπραξης, του οποίου ο τύπος ορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων. Η είσπραξη θεωρείται ότι δεν έγινε, αν δεν έχει εκδοθεί το νόμιμο αποδεικτικό είσπραξης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ανυπόγραφα αποδεικτικά στοιχεία χρέωσης ή πίστωσης της διαχειρίσεως του υπολόγου, που η συμπλήρωσή τους δεν είναι δυνατή λόγω θανάτου του οργάνου που τα έχει εκδώσει ή άλλης αιτίας, υπογράφονται από τα όργανα που τον έχουν διαδεχθεί στην υπηρεσία, αφού πρώτα διαπιστωθεί από επιτροπή, που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η εισαγωγή ή εξαγωγή στη διαχείρισή του των μετρητών, αξιών, ενσήμων ή υλικών, για τα οποία έχουν εκδοθεί τα αποδεικτικά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων επιτρέπεται η είσπραξη ορισμένων δημοσίων εσόδων με τη διάθεση από τις Δ.Ο.Υ. και τα Τελωνεία ειδικών εντύπων, αντί της εκδόσεως των αποδεικτικών είσπραξης της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού. Με την απόφαση αυτή καθορίζεται ο τύπος των ειδικών εντύπων, η χρονολογία ενάρξεως της κυκλοφορίας τους, ο τρόπος επιστροφής τους, όταν συντρέχει τέτοια περίπτωση, η στρογγυλοποίηση των πληρωτέων ποσών και κάθε σχετικό θέμα. Με όμοια απόφαση επιτρέπεται να καθορίζεται ο τρόπος διαθέσεως των ειδικών εντύπων και από νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή και από ιδιώτες. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται: α) Το ποσοστό της προμήθειας που εισπράττουν από τους αγοραστές, τα Ν.Π.Ι.Δ. και οι ιδιώτες, β) οι κυρώσεις που επιβάλλονται σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις της απόφασης αυτής.

Άρθρο 83Αρμοδιότητες των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών σε θέματα εισπράξεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι Δ.Ο.Υ. ενεργούν: α) Την είσπραξη των εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού, καθώς και τη διαχείριση των ενσήμων, αξιών και κάθε υλικού η πώληση του οποίου ανατίθεται αρμοδίως σε αυτές. β) Την είσπραξη εσόδων για λογαριασμό άλλων Δ.Ο.Υ..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η μεταξύ των Δ.Ο.Υ. διακίνηση χρημάτων του Δημοσίου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι Προϊστάμενοι των Δ.Ο.Υ. οφείλουν να ζητούν από τα οικεία Αστυνομικά Τμήματα τη φρούρηση των καταστημάτων, καθώς και τη συνδρομή αυτών κατά τη μεταφορά χρημάτων, ενσήμων, αξιών και υλικού.

Άρθρο 84Λειτουργία, λογιστικό σύστημα των Δημόσιων Οικονομικών ΥπηρεσιώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται μετά από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζονται: α. Η διάρθρωση και οι κανόνες που διέπουν τη λειτουργία των Δ.Ο.Υ.. β. Τα καθήκοντα και οι ευθύνες των προϊσταμένων των Δ.Ο.Υ., του προσωπικού αυτών και των υπολόγων. γ. Το λογιστικό σύστημα των Δ.Ο.Υ., τα τηρούμενα από αυτές λογιστικά και διαχειριστικά βιβλία και ο τρόπος τηρήσεως αυτών.

Άρθρο 85Εισπράξεις – πληρωμέςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι εισπράξεις των Δ.Ο.Υ. κατατίθενται στην Τράπεζα της Ελλάδος και σε λογαριασμούς που ορίζονται από τον Υπουργό Οικονομικών. Σε χρέωση των λογαριασμών αυτών πραγματοποιούνται οι αναλήψεις των χρηματικών ποσών που απαιτούνται για την πληρωμή των δημόσιων δαπανών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η κατάθεση των ημερήσιων εισπράξεων και ο χρηματικός εφοδιασμός των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών, στις οποίες δεν εδρεύει πράκτορας ή διαχειριστής της Τράπεζας της Ελλάδος, μπορεί να πραγματοποιείται και μέσω των Εμπορικών Τραπεζών ή πιστωτικών ιδρυμάτων. Οι όροι, οι προϋποθέσεις και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου, καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τυχόν πλαστά χαρτονομίσματα, τα οποία διαπιστώνονται κατά την κατάθεση των εισπράξεων των Δ.Ο.Υ. στην Τράπεζα της Ελλάδος ή τις Εμπορικές Τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, αναπληρώνονται από το Δημόσιο, με τη διαδικασία της περίπτωσης α΄ της παρ.10 του άρθρου 45 του ν. 4071/2012 (Α΄ 85), ύστερα από έρευνα και θετική εισήγηση του αρμόδιου κατά νόμο οργάνου. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των προηγούμενων εδαφίων. Οι υφιστάμενες συμβάσεις με ιδιώτες, για τη μεταφορά των χρημάτων των Δ.Ο.Υ. δεν θίγονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, μέχρι τη λήξη της ισχύος τους.

Άρθρο 86Υποβολή στοιχείων από τις Δημόσιες

Οικονομικές Υπηρεσίες Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζονται τα στοιχεία και οι καταστάσεις που υποβάλλουν οι Δ.Ο.Υ. στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, το περιεχόμενο και οι προθεσμίες υποβολής των καταστάσεων αυτών. Τα σχετικά με την υποβολή στο Ελεγκτικό Συνέδριο των μηνιαίων και ετησίων λογαριασμών της διαχειρίσεως των υπολόγων των Δ.Ο.Υ., καθορίζονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Άρθρο 87Ειδικοί Ταμίες

Ειδικοί ταμίες είναι οι δημόσιοι υπόλογοι οι εντεταλμένοι την είσπραξη ειδικών εσόδων δημόσιων υπηρεσιών ή και πληρωμή δαπανών από τα έσοδα αυτά και εφόσον δεν λειτουργεί ιδιαίτερη Ταμειακή Υπηρεσία. Οι αρμοδιότητες, οι υποχρεώσεις και οι ευθύνες των Ειδικών Ταμιών, καθώς και τα τηρούμενα από αυτούς βιβλία καθορίζονται από τις ειδικές διατάξεις που διέπουν αυτούς, οι οποίες δύνανται να τροποποιούνται με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου Υπουργού. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζεται ο χρόνος απόδοσης στο Δημόσιο των εισπραττόμενων, από τους Ειδικούς Ταμίες, εσόδων.

Άρθρο 88Χρηματικό υπόλοιπο Δημόσιων Οικονομικών

Υπηρεσιών και Ειδικών Ταμιών Οι Προϊστάμενοι των Δ.Ο.Υ. και των Ειδικών Ταμιών, εξακριβώνουν καθημερινά το χρηματικό υπόλοιπο των υπολόγων και συντάσσουν σχετική πράξη.

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ΕΛΕΓΧΟΣ ΔΑΠΑΝΩΝ
Άρθρο 89Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου Ειδικά ΛογιστήριαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι ΥΔΕ και τα Ειδικά Λογιστήρια είναι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών (Γενικό Λογιστήριο του Κράτους), ανεξάρτητες από τους φορείς των οποίων ελέγχουν τις δαπάνες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι υπάλληλοι των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου και των Ειδικών Λογιστηρίων, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, δεν θεωρούνται δημόσιοι υπόλογοι και ευθύνονται μόνο για δόλο ή βαρεία αμέλεια, κατά τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι ΥΔΕ έχουν τις ακόλουθες γενικές αρμοδιότητες: α. Συμμετέχουν με εισηγήσεις στην αρμόδια διεύθυνση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για την κατάρτιση του προϋπολογισμού των φορέων, των οποίων ελέγχουν τις δαπάνες και παρακολουθούν την ορθή εκτέλεσή του. β. Ελέγχουν τη νομιμότητα και κανονικότητα και προβαίνουν στην εκκαθάριση και εντολή πληρωμής των δημοσίων δαπανών και κάθε άλλης δαπάνης, ο έλεγχος της οποίας ανατίθεται σε αυτές με νόμο, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 91 για τις δαπάνες που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή. γ. Υποβοηθούν και συνδράμουν τους ελέγχους που διενεργούνται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους στα επιχορηγούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση προγράμματα, καθώς και τους ελέγχους που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν. 3492/2006 (Α΄210). δ. Βεβαιώνουν στις πράξεις διορισμών, εντάξεων και μετατάξεων των υπαλλήλων του Δημοσίου για την ύπαρξη σχετικών προβλέψεων στον προϋπολογισμό. ε. Καταρτίζουν τον απολογισμό εξόδων των φορέων του Κρατικού Προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος που έληξε. στ. Παρέχουν στοιχεία και οποιασδήποτε φύσης πληροφορίες στη Γενική Διεύθυνση Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών σχετικά με τις υπό πληρωμή δαπάνες. ζ. Εξοφλούν τα χρηματικά εντάλματα του άρθρου 92. η. Ασκούν κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτές με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το Ειδικό Λογιστήριο στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας έχει τις αρμοδιότητες των περιπτώσεων α΄, ε΄, ζ΄ και η΄ της προηγούμενης παραγράφου, όσον αφορά στις δαπάνες του Υπουργείου αυτού.

Άρθρο 90Επιθεώρηση ΥΔΕΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στις ΥΔΕ και στο Ειδικό Λογιστήριο στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας διενεργείται ετήσια τακτική και έκτακτη επιθεώρηση από τα κατά νόμο αρμόδια όργανα τα οποία και συντάσσουν σχετικές εκθέσεις, καθώς και τις εκθέσεις αξιολόγησης των προϊσταμένων τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εφόσον κατά την επιθεώρηση διαπιστωθούν αξιόποινες πράξεις ή παραλείψεις, η σχετική έκθεση αποστέλλεται στον Εισαγγελέα.

Άρθρο 91Έλεγχος και εκκαθάριση των δαπανών του ΔημοσίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι δαπάνες του Δημοσίου ελέγχονται και εκκαθαρίζονται από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου, βάσει νόμιμων δικαιολογητικών που αποστέλλονται από τους διατάκτες και τα οποία αποδεικνύουν την απαίτηση κατά του Δημοσίου. Τα απαιτούμενα, κατά κατηγορία δαπάνης, δικαιολογητικά καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο έλεγχος επί των ανωτέρω δαπανών συνίσταται σε έλεγχο νομιμότητας και κανονικότητας αυτών. Νόμιμη είναι η δαπάνη εφόσον: α) προβλέπεται από διάταξη τυπικού νόμου ή κανονιστικής διοικητικής πράξης ή εξυπηρετεί τους σκοπούς του οικείου φορέα και β) υπάρχει εγγεγραμμένη στον Προϋπολογισμό σχετική πίστωση. Κανονική είναι η δαπάνη, που έχει νόμιμα αναληφθεί, επισυνάπτονται τα νόμιμα δικαιολογητικά και η σχετική απαίτηση δεν έχει υποπέσει σε παραγραφή. Κατά τον ασκούμενο από τις ΥΔΕ έλεγχο εξετάζονται και τα παρεμπιπτόντως αναφυόμενα ζητήματα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τον έλεγχο ακολουθεί η πράξη εκκαθάρισης, με την οποία προσδιορίζονται τα δικαιώματα των πιστωτών του Δημοσίου και εκδίδεται τίτλος πληρωμής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η εκκαθάριση και εντολή πληρωμής των δαπανών του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας ενεργείται, σύμφωνα με τη νομοθεσία που το διέπει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Εάν, κατά την άσκηση του ελέγχου γεννηθούν βάσιμες αμφιβολίες ως προς το ουσιαστικό μέρος της δαπάνης, η υπηρεσία αναφέρει την περίπτωση στον Υπουργό Οικονομικών και τον διατάκτη. Επί όλων των δαπανών του Δημοσίου, καθώς και επί των δαπανών λοιπών φορέων που ελέγχονται και εκκαθαρίζονται από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου, δύναται να ασκείται και επιτόπιος έλεγχος που διατάσσεται από τον Υπουργό Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένο όργανό του με μέριμνα της αρμόδιας Διεύθυνσης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Η άσκηση, του κατά το προηγούμενο εδάφιο, ελέγχου δεν αναστέλλει την πληρωμή των συγκεκριμένων δαπανών, εκτός αν δοθεί αντίθετη εντολή του Υπουργού Οικονομικών με αιτιολογημένη απόφασή του. Τα αρμόδια, για τον επί τόπου έλεγχο, όργανα δύνανται για ζητήματα τεχνικής φύσης να ζητούν τη συνδρομή και τη γνώμη υπαλλήλων του Δημοσίου ή υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα της οικείας ειδικότητας ή εμπειρίας, οι οποίοι δεν έχουν λάβει μέρος με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία πραγματοποίησης της δαπάνης. Στους υπαλλήλους αυτούς, που τίθενται υποχρεωτικά στη διάθεση των ελεγκτικών οργάνων από τις υπηρεσίες που ανήκουν, δύναται να καταβάλλεται αποζημίωση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Εφόσον, κατά το διενεργηθέντα έλεγχο διαπιστωθούν αξιόποινες πράξεις ή παραλείψεις, η σχετική έκθεση αποστέλλεται στον Εισαγγελέα από τον διατάξαντα τον έλεγχο και εφόσον διαπιστωθεί έλλειμμα, η σχετική έκθεση διαβιβάζεται στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζονται τα όργανα και ο τρόπος άσκησης του επί τόπου ελέγχου, το περιεχόμενό του, η διαδικασία διάθεσης των εξειδικευμένων υπαλλήλων για τη συνδρομή των ελεγκτικών οργάνων, ο χρόνος απασχόλησης αυτών, οι διαδικασίες και τα αρμόδια όργανα για τον καταλογισμό των αχρεωστήτως λαβόντων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Με όμοιο προεδρικό διάταγμα καθορίζονται: α. η διαδικασία ελέγχου, εκκαθάρισης και εντολής πληρωμής των δαπανών του Δημοσίου, τα αρμόδια όργανα ανάλογα με το ύψος ή τη φύση της δαπάνης, η ευθύνη αυτών, ο τύπος των ενταλμάτων, τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία, ως και κάθε άλλο σχετικό θέμα, β. οι σταθερές και διαρκούς ή περιοδικού χαρακτήρα δαπάνες, καθώς και άλλες ειδικές δαπάνες που εξαιρούνται από την άσκηση ελέγχου των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου και πληρώνονται με άλλους τίτλους πληρωμής, υποκείμενες στον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ΕΚΔΟΣΗ − ΕΞΟΦΛΗΣΗ ΤΙΤΛΩΝ ΠΛΗΡΩΜΗΣ
Άρθρο 92Εντολή πληρωμής των δαπανών του ΔημοσίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α. Τίτλος πληρωμής είναι το χρηματικό ένταλμα ή άλλο παραστατικό στοιχείο, που εκδίδεται από την Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου ή από άλλο αρμόδιο κατά νόμο όργανο, για την πληρωμή εκκαθαρισμένων απαιτήσεων πιστωτών του Δημοσίου σε βάρος πιστώσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού. β. Χρηματικό ένταλμα είναι η έγγραφη εντολή για την πληρωμή εξόδων του Δημοσίου. γ. Τακτικό χρηματικό ένταλμα είναι το χρηματικό ένταλμα που εκδίδεται στο όνομα του δικαιούχου για την πληρωμή εκκαθαρισμένων απαιτήσεων κατά του Δημοσίου. Ειδικά, για το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, το τακτικό χρηματικό ένταλμα εκδίδεται στο όνομα του δικαιούχου ή της αρμόδιας μονάδας για την πληρωμή εκκαθαρισμένων απαιτήσεων κατά του Δημοσίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι δαπάνες του Δημοσίου πληρώνονται από τις αρμόδιες, για την πληρωμή αυτών, υπηρεσίες με χρηματικά εντάλματα, που εκδίδονται από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου ή από άλλο κατά νόμο αρμόδιο όργανο, με την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 91.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατ’ εξαίρεση, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, επιτρέπεται να ορίζονται και άλλοι τίτλοι πληρωμής των σταθερών και διαρκούς ή περιοδικού χαρακτήρα δαπανών. Με τις ίδιες αποφάσεις ορίζονται τα αρμόδια όργανα για την εκκαθάριση των δαπανών του προηγούμενου εδαφίου, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, η ευθύνη των εκκαθαριστών, των ταμειακών υπολόγων και των αδικαιολογήτως λαβόντων, ο τύπος των ανωτέρω τίτλων, ο τρόπος και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την εξόφληση αυτών, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

α. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών επιτρέπεται η έκδοση Χρηματικών Ενταλμάτων (Χ.Ε.) για την: αα. Τακτοποίηση λογιστικών εκκρεμοτήτων που χρονίζουν στις Δ.Ο.Υ.. ββ. Τακτοποίηση εκκρεμοτήτων στο χρηματικό υπόλοιπο των Δ.Ο.Υ., συνεπεία κατασχέσεων τρίτων και λοιπών περιπτώσεων. γγ. Απόδοση ποσών σε δικαιούχους, η οποία δεν ολοκληρώθηκε με ευθύνη των Δ.Ο.Υ., επιφυλασσομένων των διατάξεων των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 97. δδ. Τακτοποίηση πραγματοποιηθεισών κατασχέσεων σε βάρος λογαριασμών του Ελληνικού Δημοσίου. Με τις ίδιες αποφάσεις καθορίζονται ο ειδικός φορέας και ο ΚΑΕ τους οποίους βαρύνει η δαπάνη, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα. β. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία εφαρμογής των ρυθμίσεων της παρούσας παραγράφου.

Άρθρο 93Εξόφληση τίτλων πληρωμήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Χρηματικό ένταλμα ή άλλος τίτλος πληρωμής εξοφλείται από το αρμόδιο όργανο, μόνο όταν φέρει όλα τα τυπικά στοιχεία που απαιτεί ο νόμος. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται τα δικαιολογητικά εξόφλησης των τίτλων πληρωμής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Προκειμένου για χρηματικά εντάλματα ή άλλους τίτλους πληρωμής, που δεν υπόκεινται σε έλεγχο από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου, τα αρμόδια για την πληρωμή όργανα ασκούν έλεγχο και ευθύνονται: α. για την καθ’ υπέρβαση πληρωμή των εκκαθαρισμένων δαπανών, β. για πληρωμές αυτών με εντολή αναρμόδιου οργάνου, γ. για την πληρωμή πέραν των ορίων της πίστωσης που έχει χορηγηθεί ή της εξουσιοδοτήσεως που έχει παρασχεθεί στους εκκαθαριστές και δ. για την ύπαρξη των δικαιολογητικών που απαιτούνται για τις δαπάνες αυτές από τις ειδικές διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, τα αρμόδια όργανα αρνούνται με έγγραφο την εξόφληση των ενταλμάτων και λοιπών τίτλων πληρωμής, μπορεί όμως ο αρμόδιος διατάκτης να διατάσσει την πληρωμή με ευθύνη του. Στην περίπτωση αυτή, ο διατάκτης είναι ο μόνος υπεύθυνος και ο υπόλογος απαλλάσσεται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Κατά την άσκηση του ελέγχου του άρθρου αυτού εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 91.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Επί δαπανών του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, η ευθύνη για την ύπαρξη πίστωσης, καθώς και για την πληρότητα και νομιμότητα των δικαιολογητικών εκδόσεως του τίτλου πληρωμής, βαρύνει μόνο τις οικείες οικονομικές υπηρεσίες του Υπουργείου αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι δαπάνες του Δημοσίου δύνανται να πληρώνονται και από τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος εξοφλήσεως αυτών, η ευθύνη των αρμόδιων για την εξόφληση αυτών οργάνων, το ύψος της προμήθειας ή αμοιβής που τυχόν καταβάλλεται σε βάρος του Δημοσίου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α. Ειδικά, τα χρηματικά εντάλματα του τακτικού προϋπολογισμού που εκδίδονται από τις ΥΔΕ εξοφλούνται από τις Υπηρεσίες αυτές, με πίστωση του τραπεζικού λογαριασμού του δικαιούχου, με την επιφύλαξη των διατάξεων που διέπουν την εκτέλεση του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) και των διατάξεων του άρθρου δεύτερου παρ. ιβ΄ του ν. 3845/2010 (Α΄ 65). β. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, ρυθμίζονται ο τρόπος και η διαδικασία εξόφλησης των ανωτέρω χρηματικών ενταλμάτων από τις ΥΔΕ και καθορίζονται τα αρμόδια όργανα, η ευθύνη αυτών, ο τύπος και ο τρόπος τήρησης των αναγκαίων λογιστικών βιβλίων και στοιχείων και η διαδικασία αποστολής των εξοφληθέντων ενταλμάτων στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας.

Άρθρο 94Εκτέλεση επιτροπικών ενταλμάτων πριν από την άφιξή τους

Σε περίπτωση κατεπείγουσας ανάγκης άμεσης πληρωμής δαπάνης του κράτους, επιτρέπεται στους προϊσταμένους των ΥΔΕ να εντέλλονται, με κάθε πρόσφορο μέσο, την εκτέλεση επιτροπικών ενταλμάτων πριν από την άφιξή τους στους δευτερεύοντες διατάκτες.

Άρθρο 95Εξόφληση τίτλων δικαιούχων που αδυνατούν να υπογράψουν

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την εξόφληση τίτλων πληρωμής δικαιούχων, που αδυνατούν για οποιονδήποτε λόγο να υπογράψουν την πράξη εξόφλησης.

Άρθρο 96Καταλογισμοί για μη νόμιμες δαπάνες που πληρώθηκαν με τίτλους πληρωμής − αρμόδια όργαναΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μη νόμιμες δαπάνες που πληρώθηκαν με οποιονδήποτε τίτλο πληρωμής καταλογίζονται: α. στον υπάλληλο που από δόλο ή βαρεία αμέλεια προέβη σε παράνομες πράξεις ή παραλείψεις ή συνέπραξε στην έκδοση αυτών ή στη μη τήρηση των νόμιμων διαδικασιών πραγματοποιήσεως της δαπάνης και β. στον λαβόντα, εφόσον έχει συντελέσει υπαίτια στη μη νόμιμη πληρωμή και σε κάθε περίπτωση αχρεώστητης πληρωμής, ανεξάρτητα από υπαιτιότητα αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αρμόδιο όργανο για τον καταλογισμό μη νόμιμων δαπανών, που πληρώθηκαν με τίτλους πληρωμής που δεν εκδίδονται από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου, είναι ο διατάκτης και τα κατά νόμο αρμόδια όργανα που έχουν διαπιστώσει την παράνομη πληρωμή και σε κάθε περίπτωση το Ελεγκτικό Συνέδριο. Οι ανωτέρω καταλογιστικές αποφάσεις προσβάλλονται με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ο ανωτέρω διατάκτης είναι αρμόδιος και για τον καταλογισμό των αχρεωστήτως λαβόντων με τίτλους πληρωμής της ΥΔΕ, εφόσον διαπιστωθεί εκ των υστέρων, βάσει νέων στοιχείων, ότι η πληρωμή έγινε με μη νόμιμα δικαιολογητικά ή λανθασμένο υπολογισμό.

Άρθρο 97Απώλεια αποδεικτικών είσπραξης, γραμματίων, δικαιολογητικών πληρωμής, δαπανών και τίτλων πληρωμήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Σε περιπτώσεις απώλειας αποδεικτικών είσπραξης, γραμματίων, χρηματικών ενταλμάτων ή άλλων τίτλων πληρωμής που δεν έχουν εξοφληθεί, εκδίδονται, με έγκριση του Υπουργού Οικονομικών ή του οργάνου στο οποίο έχει μεταβιβασθεί η άσκηση της αρμοδιότητας αυτής, αντίγραφα αυτών, ύστερα από διαπίστωση του κατά νόμο αρμόδιου οργάνου: α) προκειμένου για αποδεικτικά είσπραξης, της εισαγωγής ή μη στη Δ.Ο.Υ. ή στο Τελωνείο του ποσού που αναγράφεται σε αυτά και β) προκειμένου για γραμμάτια, χρηματικά εντάλματα ή άλλους τίτλους πληρωμής, της μη εξόφλησης αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Προκειμένου για απώλεια χρηματικών ενταλμάτων ή άλλων τίτλων πληρωμής μετά την εξόφληση αυτών, ύστερα από διαπίστωση του αρμόδιου κατά νόμο οργάνου, εκδίδεται αντίγραφο από το αρμόδιο όργανο για υπηρεσιακή και μόνο χρήση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σε περίπτωση απώλειας δικαιολογητικών πληρωμής δημόσιας δαπάνης πριν από την έκδοση τίτλου πληρωμής, η πληρωμή της δαπάνης αυτής μπορεί να επιτραπεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που καθορίζει και τον τρόπο δικαιολογήσεως αυτής και εφόσον μετά από διενέργεια ένορκης διοικητικής εξετάσεως από αρμόδιο επιθεωρητή διαπιστωθεί ότι η απώλεια έχει συντελεσθεί στην αρμόδια υπηρεσία ή στα Ελληνικά Ταχυδρομεία.

Άρθρο 98Απόδοση εσόδων υπέρ τρίτων

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο χρόνος και η διαδικασία απόδοσης των εσόδων που εισπράττονται υπέρ τρίτων.

Άρθρο 99Πληρωμή δαπανών από προξενικές εισπράξεις

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις ή λόγω του επείγοντος, δαπάνες του Ελληνικού Δημοσίου σε χώρες του εξωτερικού δύνανται να πληρωθούν από τις προξενικές εισπράξεις, δεσμευμένες ή μη, με εντολή του Υπουργού Εξωτερικών, μετά από αιτιολογημένη εισήγηση του αρμόδιου Υπουργού. Στις περιπτώσεις αυτές ακολουθείται η διαδικασία της παραγράφου 5 του άρθρου 71.

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 7ΠΡΟΠΛΗΡΩΜΕΣ ΤΑΚΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
Άρθρο 100Έννοια, προϋποθέσεις και διαδικασία έκδοσης χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Χρηματικό Ένταλμα Προπληρωμής (Χ.Ε.Π.) είναι το χρηματικό ένταλμα με το οποίο προκαταβάλλεται χρηματικό ποσό σε οριζόμενο υπόλογο, ο οποίος αποδίδει λογαριασμό σε τακτή προθεσμία με την υποβολή των νόμιμων δικαιολογητικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Επιτρέπεται η έκδοση Χ.Ε.Π., μετά από αιτιολογημένη απόφαση, για πραγματοποίηση δαπανών, που λόγω της φύσεώς τους ή λόγω επείγουσας υπηρεσιακής ανάγκης, είναι δυσχερής η τήρηση των διατυπώσεων που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις για τη δικαιολόγησή τους, καθώς και μικροδαπανών, χωρίς αιτιολόγηση, μέχρι του ύψους των επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ κατά Κ.Α.Ε., ετησίως. Το ποσό αυτό δύναται να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα Χ.Ε.Π. εκδίδονται στο όνομα μόνιμων δημόσιων υπαλλήλων και υπαλλήλων που υπηρετούν στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, υπαλλήλων Ο.Τ.Α. Β΄ βαθμού, αξιωματικών, μονάδων ή υπηρεσιών των Ενόπλων Δυνάμεων και των αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος − Ελληνικής Ακτοφυλακής που έχουν χρηματική διαχείριση, καθώς και στο όνομα της Τράπεζας της Ελλάδος. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ορίζεται δεύτερος υπόλογος μόνιμος δημόσιος υπάλληλος, μονάδα ή υπηρεσία των Ενόπλων Δυνάμεων και της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να εκδίδονται Χ.Ε.Π. και στο όνομα άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα Χ.Ε.Π. εκδίδονται, με απόφαση του αρμόδιου διατάκτη, μέχρι τις 30 Νοεμβρίου κάθε έτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με την απόφαση της προηγούμενης παραγράφου ορίζεται το ποσό του εντάλματος, το είδος της δαπάνης, ο υπόλογος και η προθεσμία απόδοσης λογαριασμού. Με όμοιες αποφάσεις επιτρέπεται να παρατείνεται η προθεσμία απόδοσης λογαριασμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 103.

Άρθρο 101Περιορισμοί − Ειδικές περιπτώσεις χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Δεν επιτρέπεται η έκδοση Χ.Ε.Π. στο όνομα υπαλλήλων που υπηρετούν σε Υ.Δ.Ε. ή Δ.Ο.Υ. ή διαχειρίζονται χρήματα και αξίες του Δημοσίου, εκτός αν πρόκειται για δαπάνες μετακινήσεως αυτών και για έξοδα διακινήσεως του μηχανογραφικού υλικού εισπράξεων και πληρωμών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Επιτρέπεται η έκδοση Χ.Ε.Π. σε υπαλλήλους του Δημοσίου με οποιαδήποτε σχέση, σε όργανα της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος, καθώς και σε άλλα πρόσωπα για δαπάνες μετακίνησής τους με εντολή του Δημοσίου. Για δαπάνες μετακίνησης περισσότερων του ενός προσώπων, επιτρέπεται η έκδοση ενός μόνο Χ.Ε.Π., με υπόλογο μόνιμο δημόσιο υπάλληλο ή υπάλληλο με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που προκαταβάλλει τα απαιτούμενα ποσά στους μετακινουμένους. Οι λαμβάνοντες τις προκαταβολές υπέχουν αυτοτελώς τις ευθύνες υπολόγου Χ.Ε.Π. και αποδίδουν λογαριασμό δια του υπολόγου του Χ.Ε.Π.. Ο υπόλογος του εντάλματος, που ευθύνεται μόνο για τη νομιμότητα των προκαταβολών που διενήργησε, συγκεντρώνει τα δικαιολογητικά απόδοσης λογαριασμού των μετακινηθέντων και τα υποβάλλει αρμοδίως μαζί με τις αποδείξεις πληρωμής των προκαταβληθέντων ποσών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Προκειμένου για δαπάνες νοσηλείας στο εξωτερικό των εν ενεργεία υπαλλήλων και των μελών των οικογενειών αυτών, καθώς και ιδιωτών που νοσηλεύονται στο εξωτερικό με δαπάνη του Δημοσίου, τα οικεία Χ.Ε.Π. εκδίδονται στο όνομα της Τράπεζας της Ελλάδος, με δεύτερο υπόλογο τον Πρόξενο της χώρας μεταβάσεως. Για δαπάνες μετακινήσεως στο εξωτερικό προσώπων του προηγούμενου εδαφίου και των τυχόν συνοδών αυτών, τα οικεία Χ.Ε.Π. εκδίδονται στο όνομα των ενδιαφερόμενων υπαλλήλων ή ιδιωτών. Προκειμένου για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στο εσωτερικό προσώπων, των οποίων τις δαπάνες καλύπτει το Δημόσιο, επιτρέπεται η έκδοση Χ.Ε.Π. επ’ ονόματι μόνιμου δημοσίου υπαλλήλου ή υπαλλήλου με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.

Άρθρο 102Υποχρεώσεις και ευθύνες υπολόγων και άλλων οργάνων εξ ενταλμάτων προπληρωμήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο υπόλογος μπορεί να πραγματοποιεί πληρωμές σε βάρος του προϊόντος Χ.Ε.Π. έως την ημερομηνία απόδοσης λογαριασμού και σε καμία περίπτωση πέραν της 31ης Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο εκδόθηκε το Χ.Ε.Π.. Τυχόν αδιάθετο υπόλοιπο κατατίθεται στην οικεία Δ.Ο.Υ. εντός της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι υπόλογοι Χ.Ε.Π. ευθύνονται για δόλο ή βαρεία αμέλεια κατά την πληρωμή μη νόμιμων δαπανών. Για τη νομιμότητα των αποδεικτικών πληρωμής και πληρότητα των δικαιολογητικών αυτής, ευθύνονται για αμέλεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα ως υπόλογοι ευθύνονται μόνο για την ακριβή εκτέλεση των οδηγιών που δίδονται σε αυτές κάθε φορά. Ο δεύτερος υπόλογος είναι υπεύθυνος για τη συγκέντρωση και την εμπρόθεσμη υποβολή των δικαιολογητικών, το δε αρμόδιο όργανο που δίδει τις σχετικές οδηγίες στις τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, ευθύνεται για τυχόν μη νόμιμη πληρωμή, εφόσον έχει ενεργήσει με δόλο ή βαρεία αμέλεια.

Άρθρο 103Απόδοση λογαριασμού χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η προθεσμία απόδοσης λογαριασμού δεν μπορεί να ορισθεί πέραν του ενός (1) μηνός από τη λήξη του οικονομικού έτους κατά το οποίο εκδόθηκε το Χ.Ε.Π.. Τα δικαιολογητικά για την τακτοποίηση του Χ.Ε.Π. διαβιβάζονται από την αρμόδια υπηρεσία του διατάκτη στην αρμόδια προς εκκαθάριση υπηρεσία εντός ενός (1) μηνός από τη λήξη της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου. Κατά τη διαβίβαση των δικαιολογητικών συντάσσεται ειδικό έντυπο για τη λογιστική καταγραφή. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος του ειδικού αυτού εντύπου και ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να προβλέπονται εξαιρέσεις από τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 102 και στο πρώτο εδάφιο της προηγούμενης παραγράφου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σε περίπτωση αντικειμενικής αδυναμίας απόδοσης λογαριασμού, η οποία διαπιστώνεται μετά από έρευνα αρμόδιου κατά νόμο οργάνου που ορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών, ύστερα από πρόταση της Υ.Δ.Ε., η πορισματική έκθεση δύναται να αποτελέσει παραστατικό δικαιολόγησης της δαπάνης εν όλω ή εν μέρει για την τακτοποίηση του οικείου Χ.Ε.Π..

Άρθρο 104Χρηματικά εντάλματα προπληρωμής δημοσίων επενδύσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Επιτρέπεται η έκδοση Χ.Ε.Π. μέχρι την 31η Μαρτίου του επόμενου έτους για την εμφάνιση ως εξόδων του προϋπολογισμού, πληρωμών του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων που έγιναν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η προθεσμία απόδοσης λογαριασμού των ενταλμάτων αυτών μπορεί να ορίζεται μέχρι 31 Μαΐου του ίδιου έτους και παρατείνεται για τις δαπάνες εξωτερικού, σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα του άρθρου 103.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα ανωτέρω εντάλματα φέρουν ημερομηνία έκδοσης την τρέχουσα ημερομηνία και εμφανίζονται την 31η Δεκεμβρίου του έτους πραγματοποίησης των πληρωμών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 1 του άρθρου 103.

Άρθρο 105Προσωρινά χρηματικά εντάλματαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Προσωρινό χρηματικό ένταλμα είναι το χρηματικό ένταλμα που εκδίδεται από τον αρμόδιο Υπουργό για επιτακτικές και επείγουσες δαπάνες του κράτους, που δεν προβλέπονται από το νόμο ή για τις οποίες δεν υπάρχει πίστωση στον προϋπολογισμό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα Προσωρινά χρηματικά εντάλματα εκδίδονται, προκειμένου για δαπάνες που δεν προβλέπονται από το νόμο, ύστερα από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και προκειμένου για δαπάνες για τις οποίες δεν υπάρχει πίστωση, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου Υπουργού. Με τις ανωτέρω αποφάσεις ορίζεται το ποσό του εντάλματος, το είδος της δαπάνης, ο υπόλογος διαχειριστής και η προθεσμία απόδοσης λογαριασμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα Προσωρινά χρηματικά εντάλματα εκδίδονται στο όνομα μόνιμων δημοσίων υπαλλήλων, αξιωματικών, μονάδων ή υπηρεσιών των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και του Λιμενικού Σώματος, υπό το λογαριασμό λογιστικής «Προσωρινά χρηματικά εντάλματα».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα ανωτέρω εντάλματα προ της πληρωμής τους δεν υπόκεινται στον έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 91 και του Ελεγκτικού Συνεδρίου και καταχωρούνται πριν από την πληρωμή τους σε ειδικό βιβλίο που τηρείται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τα Προσωρινά χρηματικά εντάλματα τακτοποιούνται με χρηματικά συμψηφιστικά εντάλματα, που εκδίδονται σε βάρος των πιστώσεων του οικείου Υπουργείου, βάσει των σχετικών δικαιολογητικών, το αργότερο μέχρι τη λήξη του μεθεπόμενου οικονομικού έτους από τη λήξη της προθεσμίας απόδοσης λογαριασμού, εγγραφομένης υποχρεωτικώς σχετικής πίστωσης.

Άρθρο 106Εξουσιοδοτήσεις

Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται μετά από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, ρυθμίζονται: α. Λοιπές υποχρεώσεις και ευθύνες των υπολόγων από εντάλματα προπληρωμής, επενδύσεων και προσωρινών. β. Ο τρόπος τακτοποίησης των ανωτέρω ενταλμάτων και οι συνέπειες της μη εμπρόθεσμης απόδοσης λογαριασμού, οι κατά των υπολόγων κυρώσεις, τα σχετικά θέματα με την επίσχεση των αποδοχών, σε περίπτωση αθετήσεως των υποχρεώσεών τους, καθώς και με τον καταλογισμό αυτών και των μη νομίμως λαβόντων. γ. Η καθιέρωση περιορισμών στην έκδοση ενταλμάτων προπληρωμής και προσωρινών, τα σχετικά θέματα με τη μεταβίβαση σε άλλους υπαλλήλους της διαχείρισης ολόκληρου ή μέρους του ποσού που έχει προκαταβληθεί στον υπόλογο, καθώς και λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων περί προπληρωμών.

Άρθρο 107Ευθύνες διαχειριζομένων χρήματα χωρίς έκδοση ενταλμάτων προπληρωμής

Οι διατάξεις που ισχύουν για τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες των υπολόγων των Χ.Ε.Π. εφαρμόζονται και σε όσους διαχειρίζονται με οποιονδήποτε τρόπο δημόσια χρήματα, που προκαταβάλλονται με την υποχρέωση απόδοσης λογαριασμού, έστω και χωρίς έκδοση Χ.Ε.Π.. Οι διατάκτες των ανωτέρω προκαταβολών έχουν τις αρμοδιότητες και υποχρεώσεις των Διατακτών Χ.Ε.Π., όσον αφορά τον ορισμό των υπολόγων, τον καθορισμό προθεσμίας απόδοσης λογαριασμού, παράταση αυτής, αντικατάσταση υπολόγων, επίσχεση αποδοχών αυτών, άρση αυτής, καθώς και τον καταλογισμό των υπολόγων. Οι υπόλογοι των προσωρινών ενισχύσεων πάγιων προκαταβολών του άρθρου 114 περίπτωση β΄ έχουν τις ευθύνες των υπολόγων εκ Χ.Ε.Π., η δε επίσχεση αποδοχών ενεργείται από τον Υπουργό Οικονομικών.

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 8ΠΑΓΙΕΣ ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΕΣ − ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΕΣ
Άρθρο 108Πάγιες Προκαταβολές χρηματικού − Έννοια − ΣύστασηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Πάγιες Προκαταβολές χρηματικού είναι ποσά που τίθενται στη διάθεση δημοσίων υπηρεσιών με χρηματικά εντάλματα, που εκδίδονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους υπό ίδιο λογαριασμό της δημόσιας ληψοδοσίας, στο όνομα υπολόγων διαχειριστών που ορίζονται με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για την άμεση αντιμετώπιση δαπανών, η πληρωμή των οποίων λόγω της φύσης τους δεν μπορεί να αναβληθεί μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας δικαιολόγησης αυτών, επιτρέπεται η σύσταση στις δημόσιες υπηρεσίες, πολιτικές και στρατιωτικές, πάγιων προκαταβολών χρηματικού με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του αρμόδιου Υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών, με αιτιολογημένη εισήγηση της αρμόδιας Υ.Δ.Ε..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου Υπουργού, που εκδίδονται μετά από αιτιολογημένη γνώμη της αρμόδιας Υ.Δ.Ε., καθορίζεται το είδος και το ποσοστό κάθε δαπάνης που πληρώνεται από την πάγια προκαταβολή και προσδιορίζεται το ποσό αυτής που δεν μπορεί να είναι ανώτερο των δύο και ημίσεως δωδεκατημορίων των σχετικών πιστώσεων που χορηγούνται διά του προϋπολογισμού, προκειμένου για λειτουργικές δαπάνες και του ενός και ημίσεως δωδεκατημορίου, προκειμένου για τη μισθοδοσία του προσωπικού. Τα ποσοστά διαθέσεως των πιστώσεων, σύμφωνα με το άρθρο 72, εφαρμόζονται και επί των ανωτέρω δαπανών. Δαπάνες μισθοδοσίας δεν πληρώνονται σε βάρος της πάγιας προκαταβολής, παρά μόνο σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον δεν είναι δυνατή η πληρωμή αυτών κατά τη συνήθη διαδικασία. Με αποφάσεις του αρμόδιου Υπουργού ή του εξουσιοδοτημένου οργάνου, επιτρέπεται η κατανομή του ποσού της πάγιας προκαταβολής σε περισσότερους του ενός διαχειριστές, που υπέχουν τις ευθύνες δημόσιων υπολόγων για τα ποσά που διαχειρίζονται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Σε περίπτωση πολέμου ή γενικής ή μερικής επιστράτευσης ή άλλης έκτακτης ανάγκης, επιτρέπεται με όμοιες αποφάσεις η αύξηση του ποσού της προκαταβολής και των δαπανών που πληρώνονται από αυτή, μέχρι και του συνόλου των πιστώσεων του προϋπολογισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι Προκαταβολές του παρόντος άρθρου χορηγούνται με χρηματικά εντάλματα που εκδίδονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους υπό το λογαριασμό «Πάγιες Προκαταβολές».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η προμήθεια και οι λοιπές δαπάνες των οικείων τραπεζών και λοιπών πιστωτικών ιδρυμάτων, για τη μετατροπή από ευρώ σε συνάλλαγμα του προϊόντος των προκαταβολών του παρόντος άρθρου, βαρύνει τις πιστώσεις του Υπουργείου Οικονομικών.

Άρθρο 109Διαχείριση πάγιων προκαταβολώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η διαχείριση των πάγιων προκαταβολών ανατίθεται, με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού ή του εξουσιοδοτημένου από αυτόν οργάνου, σε μόνιμους δημόσιους πολιτικούς υπαλλήλους ή στρατιωτικούς εν γένει, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του ν. 419/1976. Αν στην υπηρεσία όπου έχει συσταθεί πάγια προκαταβολή δεν υπηρετεί μόνιμος δημόσιος υπάλληλος, υπόλογος διαχειριστής ορίζεται ο προϊστάμενος αυτής, εφόσον αυτός είναι μόνιμος ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Σε περίπτωση απουσίας του διαχειριστή, ο αρμόδιος Υπουργός μπορεί να ορίζει αναπληρωτή διαχειριστή, ο οποίος ευθύνεται μόνο για τις διαχειριστικές πράξεις που διενεργεί κατά το χρόνο της αναπλήρωσης. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση της διαχείρισης πάγιων προκαταβολών σε υπαλλήλους των Υ.Δ.Ε. και των Δ.Ο.Υ..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διαχειριστές των πάγιων προκαταβολών, που έχουν τις ευθύνες δημόσιου υπολόγου, ενεργούν πληρωμές και υποβάλλουν στο τέλος κάθε μήνα ή και νωρίτερα τα δικαιολογητικά των σχετικών δαπανών στις αρμόδιες για τον έλεγχο και εκκαθάρισή τους υπηρεσίες, οι οποίες πρέπει μέσα σε ένα (1) μήνα να εκδίδουν τα χρηματικά εντάλματα για την αποκατάσταση της πάγιας προκαταβολής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Προκειμένου για τις αποδοχές στρατεύσιμων οπλιτών, κληρωτών και εφέδρων, που δεν δικαιούνται αποδοχές μονίμων, τα δικαιολογητικά πληρωμής συνίστανται σε βεβαίωση των αρμόδιων οικονομικών οργάνων για την πραγματοποιηθείσα πληρωμή, που εκδίδεται βάσει ειδικού βιβλίου στο οποίο υπογράφουν οι δικαιούχοι. Το περιεχόμενο της βεβαίωσης καθορίζεται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Οικονομικών.

Άρθρο 110Αποκατάσταση ελλειμμάτων πάγιων προκαταβολώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κάθε πληρωμή, που πραγματοποιείται από την πάγια προκαταβολή παρανόμως ή αχρεωστήτως, καταλογίζεται εις ολόκληρον σε βάρος του λαβόντος και των τυχόν συνυπεύθυνων οργάνων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για κάθε πληρωμή που πραγματοποιείται από την πάγια προκαταβολή καθ’ υπέρβαση των οριζομένων ως προς το είδος των δαπανών, στις σχετικές κοινές αποφάσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 3 του άρθρου 108, καταλογίζονται τα όργανα που έχουν προκαλέσει την πληρωμή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σε κάθε περίπτωση καταλογισμού, το χρηματικό ένταλμα αποκαταστάσεως της πάγιας προκαταβολής εκδίδεται σε βάρος των οικείων πιστώσεων του προϋπολογισμού του αρμόδιου Υπουργείου, βάσει αντιγράφου της περιληπτικής καταστάσεως βεβαίωσης ως δημόσιου εσόδου του καταλογιζόμενου ποσού και αντιγράφου της σχετικής καταλογιστικής απόφασης και προκειμένου περί ελλειμμάτων, σε βάρος ειδικής πίστωσης του προϋπολογισμού των εξόδων του Υπουργείου Οικονομικών. Αν απολεσθούν χρήματα ή δικαιολογητικά, το χρηματικό ένταλμα αποκαταστάσεως της πάγιας προκαταβολής εκδίδεται σε βάρος της ανωτέρω ειδικής πίστωσης του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών, βάσει της απαλλακτικής για τον υπόλογο πράξης του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Αν το ποσό της πάγιας προκαταβολής σε συνάλλαγμα μειωθεί λόγω εξαναγκασμένης μετατροπής του από το νόμισμα σύστασης στο εγχώριο, η αποκατάσταση γίνεται, βάσει πράξης του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατόπιν απαλλακτικού για τον υπόλογο πορίσματος αρμόδιου κατά το νόμο οργάνου κατά τις κείμενες διατάξεις. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και για μειώσεις του ποσού της πάγιας προκαταβολής σε συνάλλαγμα που έχουν προκύψει από την ανωτέρω αιτία, πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τα χρηματικά εντάλματα καταστάσεως αποκατάστασης της πάγιας προκαταβολής στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου εκδίδονται σε βάρος ειδικής πίστωσης που εγγράφεται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών.

Άρθρο 111Υποχρεώσεις διαχειριστών πάγιων προκαταβολών

Οι διαχειριστές των πάγιων προκαταβολών: α. Καταθέτουν απαραιτήτως τα διαθέσιμα κεφάλαια της πάγιας προκαταβολής σε τράπεζα ή πιστωτικό ίδρυμα ή ελλείψει αυτών σε Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία β. Τηρούν βιβλία ημερολογίου ταμείου και αποδεικτικών είσπραξης, θεωρημένα και αριθμημένα από τα αρμόδια όργανα των υπηρεσιών, που έχουν χορηγηθεί οι Προκαταβολές, στο οποίο καταχωρούνται όλες οι πραγματοποιούμενες από αυτούς εισπράξεις και πληρωμές κατά χρονολογική σειρά. γ. Διενεργούν τις αναγκαίες πληρωμές με επιταγές που εκδίδονται στο όνομα των δικαιούχων. Παρέκκλιση του κανόνα αυτού μπορεί να θεσπισθεί με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου Υπουργού. δ. Υποβάλλουν στο τέλος κάθε τριμήνου στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, δια της προϊσταμένης τους υπηρεσίας, ισοζύγιο της πάγιας προκαταβολής για το τρίμηνο αυτό. Αν η πάγια προκαταβολή έχει κατανεμηθεί σε περισσότερες από μία διαχειρίσεις, υποβάλλεται ενιαίο ισοζύγιο από την υπηρεσία στην οποία έχει συσταθεί η πάγια προκαταβολή. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζεται ο τύπος του ισοζυγίου και τα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει αυτό.

Άρθρο 112Πάγιες Προκαταβολές υλικού ή αξιών − Σύσταση

Στις δημόσιες αρχές, πολιτικές και στρατιωτικές, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τους Ο.Τ.Α., είναι δυνατή η σύσταση, ύστερα από έγκριση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, πάγιων προκαταβολών παντός είδους υλικού ή αξιών, που ανανεώνονται, κάθε φορά, με την κατάθεση ίσου ποσού σε μετρητά, βάσει απόδειξης που χορηγείται από τις ανωτέρω υπηρεσίες στο διαχειριστή των αξιών της Δ.Ο.Υ.. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Άρθρο 113Έλεγχος διαχείρισης πάγιων προκαταβολώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Από την αρμόδια Επιθεώρηση του Υπουργείου Οικονομικών, ασκείται ετήσιος τακτικός έλεγχος των διαχειρίσεων των πάγιων προκαταβολών και έκτακτος, όταν κρίνεται αναγκαίο ή ζητείται από τις ενδιαφερόμενες υπηρεσίες. Ο έλεγχος των ανωτέρω διαχειρίσεων δύναται να ανατίθεται από τον Υπουργό Οικονομικών και σε άλλους υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο έλεγχος των διαχειρίσεων των πάγιων προκαταβολών των υπηρεσιών εξωτερικού ενεργείται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες ειδικές διατάξεις. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να ανατίθεται ο έλεγχος αυτός και σε υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών ή σε άλλα κατά νόμο αρμόδια όργανα.

Άρθρο 114Προκαταβολές

Επιτρέπεται στον Υπουργό Οικονομικών να διατάσσει την ενέργεια προκαταβολών από το λογαριασμό του Δημοσίου, στις εξής περιπτώσεις: α. Σε νομικά πρόσωπα ή ειδικούς λογαριασμούς, έναντι των εισπράξεων που ενεργούνται υπέρ αυτών δια του προϋπολογισμού. β. Για προσωρινές ενισχύσεις πάγιων προκαταβολών. γ. Για επιδοτήσεις ή συγκεντρώσεις προϊόντων. δ. Για νομοθετημένες επιχορηγήσεις. ε. Για υποχρεώσεις προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους διεθνείς οργανισμούς. στ. Για προμήθεια καταναλωτικών αγαθών. ζ. Για την εξόφληση υποχρεώσεων του Ελληνικού Δημοσίου προς τρίτους που προέρχονται από αποφάσεις Διεθνών Δικαστηρίων. η. Για την εξόφληση υποχρεώσεων του Ελληνικού Δημοσίου που προκύπτουν από καταπτώσεις εγγυήσεων σε πιστωτικά ιδρύματα εσωτερικού ή εξωτερικού από δάνεια που χορηγήθηκαν σε δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς, καθώς και σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ή σε φυσικά πρόσωπα. θ. Για τη συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου επιχειρήσεων, στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων μετέχει. ι. Για την εξόφληση υποχρεώσεων του Ελληνικού Δημοσίου που προκύπτουν κατά τη διαδικασία αποκρατικοποίησης επιχειρήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3049/2002 (Α΄ 212). ια. Για ειδικές περιπτώσεις που οι συνθήκες επιβάλλουν την άμεση εκταμίευση ποσών ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ή κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και των συναρμόδιων Υπουργών. Οι ανωτέρω προκαταβολές τακτοποιούνται με την έκδοση των οικείων συμψηφιστικών χρηματικών ενταλμάτων ή με την επιστροφή των ποσών που έχουν προκαταβληθεί.

Άρθρο 115Εμφάνιση προκαταβολών και δανείων

Οι προκαταβολές και τα δάνεια που χορηγούνται από την Κεντρική Διοίκηση εμφανίζονται σε λογαριασμούς του λογιστικού σχεδίου που εισάγεται με το εκδιδόμενο κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 159 προεδρικό διάταγμα, οι οποίοι τηρούνται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Η αρμοδιότητα της χορήγησης των κατά τα ανωτέρω προκαταβολών και δανείων ανήκει στον Υπουργό Οικονομικών

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 9ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΟΡΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Άρθρο 116Απολήψεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.)

Οι απολήψεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση για προγράμματα, ενέργειες, δραστηριότητες ή πρωτοβουλίες που αφορούν δημόσιους φορείς συνιστούν έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού, εφόσον οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τον Κρατικό Προϋπολογισμό, εμφανίζονται σε αυτόν κατά τα οριζόμενα από τον Υπουργό Οικονομικών και εμπίπτουν στις γενικές διατάξεις περί εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Άρθρο 117Αποδόσεις προς την Ευρωπαϊκή Ένωση

Οι αποδόσεις προς την Ευρωπαϊκή Ένωση συνιστούν δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού και εμφανίζονται σε αυτόν κατά τα οριζόμενα από τον Υπουργό Οικονομικών.

Άρθρο 118Χρηματικές δοσοληψίες με την Ευρωπαϊκή Ένωση

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ή με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών, σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες διατάξεις της Ένωσης, ρυθμίζεται ο τρόπος διεξαγωγής των χρηματικών δοσοληψιών, το άνοιγμα και η κίνηση των αναγκαίων λογαριασμών και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Άρθρο 119Τήρηση βιβλίων

Τα τηρούμενα βιβλία για την εξυπηρέτηση και παρακολούθηση των χρηματικών δοσοληψιών με την Ευρωπαϊκή Ένωση ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Άρθρο 120Έλεγχος δαπανών

Στις δαπάνες των προγραμμάτων, δραστηριοτήτων ή πρωτοβουλιών που χρηματοδοτούνται μερικά ή ολικά από πόρους της Ένωσης διενεργείται διαχειριστικός και ουσιαστικός έλεγχος από δημοσιονομικούς υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.

Άρθρο 121Αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων

Χρηματοδοτήσεις, ενισχύσεις ή επιδοτήσεις σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα και φορείς που καταβάλλονται στα πλαίσια πολιτικών της Ένωσης από εθνικούς πόρους ή πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναζητούνται από το Δημόσιο, εφόσον διαπιστωθεί από τα κατά περίπτωση αρμόδια όργανα ότι έχουν καταβληθεί αχρεωστήτως ή παρανόμως. Στις διατάξεις αυτές εμπίπτουν και τα ποσά που έχουν καταβληθεί μέχρι την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου. Τα ποσά που αναζητούνται για την αιτία αυτή βεβαιώνονται ως έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού και εισπράττονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, όπως αυτός ισχύει κάθε φορά. Οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις που αφορούν στη λήψη διοικητικών, αναγκαστικών και δικαστικών μέτρων για την είσπραξη εσόδων του Δημοσίου, εφαρμόζονται και στην προκείμενη περίπτωση.

Άρθρο 122Παραγραφή απαιτήσεων του Δημοσίου

Η αναζήτηση των χρηματικών ποσών του προηγούμενου άρθρου υπόκειται σε παραγραφή εντός πενταετίας από την ημερομηνία διαπίστωσης της αχρεώστητης ή παράνομης είσπραξης, εκτός αν προβλέπεται μεγαλύτερη παραγραφή από τις διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η παραγραφή για την είσπραξη των καταλογισθέντων ποσών του προηγούμενου εδαφίου είναι εικοσαετής, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά από τις διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι διατάξεις περί αναστολής, διακοπής και συνεπειών της παραγραφής του παρόντος νόμου, που ισχύουν για τις απαιτήσεις του Δημοσίου, εφαρμόζονται ανάλογα και για τις απαιτήσεις του άρθρου αυτού, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από τις διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 123Διαδικασία είσπραξης αχρεωστήτως καταβληθέντων

Τα όργανα έκδοσης της καταλογιστικής πράξης, ο τρόπος βεβαίωσης του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού και απόδοσης ή επιστροφής αυτού στους δικαιούχους, το έντοκο ή μη της επιστροφής του ποσού, το ύψος του επιτοκίου, η χρονική αφετηρία υπολογισμού των τόκων, η βάση υπολογισμού των συναλλαγματικών ισοτιμιών, εφόσον οι πληρωμές έγιναν σε συνάλλαγμα, οι απαιτούμενες διαδικασίες, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ή για τα θέματα για τα οποία συντρέχει αρμοδιότητα και άλλων Υπουργών, με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων καθ’ ύλην Υπουργών.

Άρθρο 124Υπόλογοι διαχειριστές

Οι διαχειριστές πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρούνται δημόσιοι υπόλογοι και υπόκεινται στις σχετικές διατάξεις περί δημόσιων υπολόγων του παρόντος νόμου.

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 10ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΧΡΕΟΥΣ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ − ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ
Άρθρο 125Δάνεια − ΤίτλοιΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο κρατικός δανεισμός σχεδιάζεται, εγκρίνεται και υλοποιείται υπό τους περιορισμούς που προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής. Όλες οι δανειακές συμβάσεις για τη χρηματοδότηση του Κρατικού Προϋπολογισμού υπογράφονται από τον Υπουργό Οικονομικών εκ μέρους της Κυβέρνησης (με εξαίρεση τους κρατικούς τίτλους που διαχειρίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος με την καθοδήγηση και σε διαβούλευση με το Υπουργείο Οικονομικών). Κανένα κρατικό δάνειο δεν είναι έγκυρο χωρίς την υπογραφή του Υπουργού Οικονομικών. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να μεταβιβαστεί η αρμοδιότητα σύναψης δανειακών συμβάσεων, καθώς και έκδοσης τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου και παραγώγων στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.). Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών, το πρώτο τρίμηνο κάθε έτους, απολογιστική έκθεση, την οποία ο Υπουργός Οικονομικών καταθέτει στη Βουλή για ενημέρωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους τηρούνται λογαριασμοί των υποχρεώσεων της Κεντρικής Διοίκησης που προέρχονται από δάνεια, τίτλους, παράγωγα και εγγυήσεις και εντάσσονται στους λογαριασμούς λογιστικής που τηρούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 159.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. τηρούνται λογαριασμοί των υποχρεώσεων της Κεντρικής Διοίκησης που προέρχονται από δάνεια, τίτλους και παράγωγα. Οι λογαριασμοί αυτοί τηρούνται για κάθε σύμβαση χωριστά. Από τους λογαριασμούς αυτούς πρέπει να προκύπτει: (α) Η χρονολογία της συνομολόγησης ή έκδοσης, η ημερομηνία από την οποία υπολογίζεται ο τόκος και η ημερομηνία λήξης. (β) Το νόμισμα και το επιτόκιο της υποχρέωσης. (γ) Το ύψος του αρχικού κεφαλαίου και οι μεταβολές αυτού λόγω μετατροπής, εξόφλησης, εξαγοράς ή ρύθμισης, καθώς και κάθε πληρωμή ή είσπραξη που αφορά το συγκεκριμένο λογαριασμό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται θέματα σχετικά με: (α) Τη σύναψη των δημόσιων δανείων, τίτλων και παραγώγων. (β) Τις δαπάνες γενικά συνομολόγησης ή έκδοσης των δανείων, τίτλων και παραγώγων. (γ) Την προμήθεια κάθε είδους υλικού απαραίτητου για τη σύναψη και εξυπηρέτηση των δανείων, τίτλων και παραγώγων. (δ) Τη διαχείριση των δανείων, τίτλων και παραγώγων. (ε) Τη διαχείριση δημοσίων συμβάσεων προμηθειών ή παροχής υπηρεσιών μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και τρίτων. (στ) Τις διαδικασίες τακτοποίησης, στα έσοδα και στα έξοδα του Προϋπολογισμού, των υποχρεώσεων του Ελληνικού Δημοσίου που εξοφλούνται με έκδοση τίτλων. Ρυθμίζονται επίσης θέματα σχετικά με την καταγραφή των πράξεων διαχείρισης δημόσιου χρέους, νομίσματος και επιτοκίου που ανακύπτουν από την εφαρμογή του Λογιστικού Σχεδίου της Κεντρικής Διοίκησης. ζ) Την πραγματοποίηση και εξυπηρέτηση των δανείων, τίτλων και παραγώγων, τον τρόπο τακτοποίησης των εξόδων που πραγματοποιούνται για τη σύναψη και εξυπηρέτησή τους και κάθε άλλο σχετικό με τα δάνεια, τίτλους και παράγωγα του Δημοσίου θέμα. η) Τον προσδιορισμό των δαπανών και των εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού που δημιουργούνται χωρίς ταμειακή ροή και τον καθορισμό των διαδικασιών και των δικαιολογητικών για την εμφάνιση στα έσοδα και τα έξοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με τις αποφάσεις αυτές μπορεί να ορίζεται η πραγματοποίηση των ανωτέρω δαπανών και εσόδων της παραγράφου 4, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι δαπάνες και τα έσοδα του παρόντος άρθρου εμφανίζονται στους λογαριασμούς του προϋπολογισμού (ΚΑΕ εσόδων και εξόδων) και καταγράφονται στους κατάλληλους λογαριασμούς λογιστικής που τηρούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 159.

Άρθρο 126ΕγγυήσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το Υπουργείο Οικονομικών είναι αποκλειστικά αρμόδιο για την παροχή εγγυήσεων για λογαριασμό του Δημοσίου. Το Υπουργείο Οικονομικών δεν παρέχει εγγυήσεις του Δημοσίου για την κάλυψη υποχρεώσεων επιχειρήσεων του Δημοσίου ή ιδιωτικών επιχειρήσεων που είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά, με εξαίρεση: α. εγγυήσεις που χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3723/2008 (Α΄ 20), β. εγγυήσεις που παρέχονται στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων κ.λπ.) και στο Ταμείο Κοινωνικής Ανάπτυξης (Τ.Κ.Α.Σ.Ε.) για δάνεια που χορηγούν σε δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς και πιστωτικά ιδρύματα και μόνο για επενδυτικούς σκοπούς, γ. εγγυήσεις που παρέχονται στην Τράπεζα της Ελλάδος προς εξασφάλιση απαιτήσεων αυτής κατά πιστωτικών ιδρυμάτων, δ. εγγυήσεις που παρέχονται σε από εταιρείες των οποίων η πλειοψηφία το μετοχικού κεφαλαίου ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο προκειμένου να διασφαλιστεί η παροχή υπηρεσιών δημοσίου ενδιαφέροντος. Το κατά περίπτωση ύψος της προμήθειας για τη χορήγηση των εγγυήσεων για δάνεια προς πιστωτικά ιδρύματα των περιπτώσεων β΄ και γ΄ καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην αρμόδια για τις εγγυήσεις του Δημοσίου Διεύθυνση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους τηρούνται ειδικά βιβλία παρακολούθησης των παρεχόμενων εγγυήσεων, στα οποία καταχωρούνται όλα τα στοιχεία που αφορούν την πορεία των σχέσεων του Δημοσίου από τις εγγυήσεις αυτές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το Ελληνικό Δημόσιο, ως εγγυητής, προβαίνει σε εξόφληση των υποχρεώσεών του, που απορρέουν από την κατάπτωση της εγγύησής του μετά από προηγούμενη βεβαίωση, ως εσόδων του, των σχετικών ποσών στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) και με βάση τα δικαιολογητικά που καθιστούν δυνατή τη βεβαίωση και την πλήρη υποκατάστασή του στα δικαιώματα του δανειστή ή πιστωτή, τόσο κατά του πρωτοφειλέτη, όσο και κατά των εγγυητών και λοιπών συνυπόχρεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Εάν η εγγύηση δεν χορηγήθηκε έγκυρα λόγω πταίσματος του δανειστή ή πιστωτή, το Δημόσιο ελευθερώνεται και τυχόν εντολές πληρωμής, λόγω κατάπτωσης της εγγύησης, ανακαλούνται και εκπίπτονται από τις Δημόσιες Οικονομικές υπηρεσίες, όπου έχουν βεβαιωθεί τα αντίστοιχα ποσά, με μέριμνα της αρμόδιας Διεύθυνσης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τα αναγκαία δικαιολογητικά, που καθιστούν δυνατή τη βεβαίωση και την πλήρη υποκατάσταση του Δημοσίου στα δικαιώματα του δανειστή ή πιστωτή, ο χρόνος και ο τρόπος βεβαίωσης, οι περιπτώσεις έκπτωσης από την αρμόδια Διεύθυνση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους βεβαιωμένων ήδη οφειλών και κάθε άλλο σχετικό θέμα, καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι προς είσπραξη απαιτήσεις του Δημοσίου ως εγγυητή που υποκαταστάθηκε πλήρως στα δικαιώματα του δανειστή ή πιστωτή, κατά του οφειλέτη, κατά του εγγυητή και κατά των λοιπών συνυπόχρεων, οι οποίες βεβαιώνονται «με στενή έννοια» από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου στις Δ.Ο.Υ., παραγράφονται μετά την παρέλευση δέκα (10) ετών από το τέλος του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο, μετά την με στενή έννοια βεβαίωσή τους, κατέστησαν ληξιπρόθεσμες. Οι προς είσπραξη απαιτήσεις του Δημοσίου από την ίδια ως άνω αιτία που έχουν βεβαιωθεί στις Δ.Ο.Υ. μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου παραγράφονται μετά την παρέλευση δέκα (10) ετών από τη λήξη του έτους δημοσίευσής του.

Άρθρο 127Σύσταση και κίνηση τραπεζικών λογαριασμώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Απαγορεύεται η σύσταση σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα οποιουδήποτε λογαριασμού του Δημοσίου, χωρίς απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και χωρίς την εμφάνιση του λογαριασμού στη δημόσια ληψοδοσία, κατά τα οριζόμενα με αποφάσεις του Υπουργού αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η κίνηση των λογαριασμών του Δημοσίου σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα ενεργείται με έγγραφες εντολές του Υπουργού Οικονομικών. Σε περίπτωση δέσμευσης λογαριασμού για ειδικούς σκοπούς του Δημοσίου απαιτείται προηγούμενη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών με την οποία ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζεται αν ορίζεται διαφορετικά σε νόμους ή συμβάσεις στις οποίες έχει συμπράξει ο Υπουργός Οικονομικών. Στις περιπτώσεις αυτές οι τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να αναγγέλλουν αμέσως τη γενόμενη εγγραφή στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Για τη χρέωση των λογαριασμών αυτών απαιτείται η έγκριση του Υπουργού Οικονομικών.

Άρθρο 128Διαχείριση διαθεσίμων του ΔημοσίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το Ελληνικό Δημόσιο για τα διαθέσιμά του σε ευρώ ή συνάλλαγμα δύναται: α. να συνιστά έντοκους λογαριασμούς σε εμπορικές τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα του εσωτερικού ή του εξωτερικού για την κατάθεση αυτών, β. να αναθέτει τη διαχείριση αυτών, καθώς και τη διεξαγωγή των συναλλαγών του, στην Τράπεζα της Ελλάδος, στις εμπορικές τράπεζες ή σε οποιονδήποτε άλλο πιστωτικό ίδρυμα του εσωτερικού ή του εξωτερικού που παρέχει τα προς τούτο εχέγγυα. Η διαχείριση των διαθεσίμων αυτών του Δημοσίου δύναται να γίνεται και κατά οποιονδήποτε άλλον τρόπο κρίνεται αποδοτικότερος ή προσφορότερος για την προώθηση της γενικότερης οικονομικής πολιτικής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα πιστωτικά υπόλοιπα των λογαριασμών του Δημοσίου σε ευρώ ή συνάλλαγμα που τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς και τα διαθέσιμά του στο εσωτερικό ή το εξωτερικό που κατατίθενται σε αυτή, είναι έντοκα με επιτόκιο που ανταποκρίνεται στις συνθήκες της αγοράς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τον προσδιορισμό του ημερήσιου ύψους των διαθεσίμων του Ελληνικού Δημοσίου, λαμβάνονται υπόψη και τα υπόλοιπα των λογαριασμών που τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος σε συνάλλαγμα και προέρχονται από αδιάθετες χρηματοδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αξία σε ευρώ των υπολοίπων αυτών υπολογίζεται με βάση την ισοτιμία μέσης τιμής Fixing ευρώ − ξένου νομίσματος, που διαμορφώνεται κατά την ημέρα του υπολογισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία εφαρμογής των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 11
Άρθρο 129Προϋποθέσεις σύναψης συμβάσεων

Συμβάσεις, από τις οποίες δημιουργούνται υποχρεώσεις σε βάρος του Δημοσίου, δεν δύναται να συνομολογηθούν εάν δεν προβλέπονται από γενικές ή ειδικές διατάξεις ή δεν συντελούν στην εκπλήρωση των σκοπών του.

Άρθρο 130Τύπος συμβάσεων

Για το κύρος σύμβασης του Δημοσίου με αντικείμενο αξίας μεγαλύτερης των δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ ή που γεννά διαρκή υποχρέωση αυτού, απαιτείται η κατάρτισή της να γίνει με ιδιωτικό τουλάχιστον έγγραφο. Το ανωτέρω ποσό μπορεί να τροποποιείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Επί σύμβασης, η αποδοχή της πρότασης δύναται να γίνει και με χωριστό έγγραφο, η από τον αντισυμβαλλόμενο όμως του Δημοσίου εκπλήρωση της παροχής του αίρει την εκ της έλλειψης του γραπτού τύπου της αποδοχής ακυρότητα της σύμβασης.

Άρθρο 131Εκπροσώπηση Δημοσίου

Επιφυλασσομένης της ισχύος ειδικών διατάξεων, κάθε σύμβαση του Δημοσίου καταρτίζεται μόνο από τον αρμόδιο διατάκτη ή από το ειδικά εξουσιοδοτημένο από αυτόν Δημόσιο όργανο. Η εξουσιοδότηση πρέπει να είναι γραπτή και προγενέστερη του χρόνου κατάρτισης της σύμβασης.

Άρθρο 132Διαδικασίες σύναψης συμβάσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για κάθε σύμβαση του Δημοσίου που συνεπάγεται έσοδο ή δαπάνη αυτού, αν δεν ορίζεται διαφορετικά με ειδική διάταξη, προηγείται η προβλεπόμενη από τις κατά περίπτωση ισχύουσες διατάξεις διαδικασία του ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η σύναψη συμβάσεων προμήθειας προϊόντων, παροχής υπηρεσιών ή εκτέλεσης έργων με συνοπτική διαδικασία ή διαπραγμάτευση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κατά τα στάδια αυτών των διαδικασιών για τη σύναψη των ανωτέρω συμβάσεων, οι αναθέτουσες αρχές επιβάλλεται να αναφέρονται σε σαφή και αμερόληπτα κριτήρια επιλογής ώστε να μην υπάρχουν διακρίσεις μεταξύ των διαφόρων προσφερόντων, ανεξάρτητα από το ύψος του προϋπολογισμού, της διαδικασίας που ακολουθείται ή από τη φύση των δραστηριοτήτων της αναθέτουσας αρχής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διαδικασίες για τη σύναψη συμβάσεων προμηθειών προϊόντων που εντάσσονται στο ενιαίο πρόγραμμα κρατικών προμηθειών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ορίζονται από τις ειδικές περί προμηθειών του Δημοσίου ισχύουσες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διαδικασίες σύναψης συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, έργων, καθώς και των συμβάσεων προμήθειας προϊόντων που δεν εντάσσονται στο ενιαίο πρόγραμμα προμηθειών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ή σε άλλες ειδικές διατάξεις, ρυθμίζονται με τις διατάξεις του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι διαδικασίες σύναψης συμβάσεων δημοσίων έργων, περιλαμβανομένων και των στρατιωτικών έργων και έργων οχυρώσεως της χώρας ορίζονται από τις εκάστοτε ισχύουσες ειδικές σχετικές διατάξεις.

Άρθρο 133Διαγωνισμός − ΕξαιρέσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Επιτρέπεται η με απευθείας ανάθεση σύναψη σύμβασης προμήθειας προϊόντων, παροχής υπηρεσιών ή εκτέλεσης έργων για ετήσια δαπάνη μέχρι ποσού είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Από το ποσό αυτό και μέχρι εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ απαιτείται διαγωνισμός με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρος) που διενεργείται από τριμελή επιτροπή. Άνω του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ απαιτείται σύναψη σύμβασης για προμήθεια προϊόντων, παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση έργων κατόπιν διενέργειας τακτικού διαγωνισμού (ανοικτού ή κλειστού), βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας. Οι περιορισμοί των ως άνω ποσών λειτουργούν αθροιστικά για το σύνολο των ανατιθέμενων προμηθειών προϊόντων ή και παρεχόμενων υπηρεσιών, που βαρύνουν τον ίδιο ειδικό φορέα και ΚΑΕ, εντός του οικονομικού έτους. Στα ανωτέρω ποσά αυτά δεν συμπεριλαμβάνεται ο Φ.Π.Α.. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών τα ανωτέρω ποσά δύναται να αναπροσαρμόζονται. Σύναψη σύμβασης παροχής υπηρεσιών με την ίδια διαδικασία γίνεται και στην περίπτωση μικτής προμήθειας, κατά την οποία η αξία των παρεχόμενων υπηρεσιών υπερβαίνει την αξία των προϊόντων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Επιτρέπεται με έγκριση του αρμόδιου οργάνου η σύναψη σύμβασης παροχής υπηρεσιών με διαπραγμάτευση ύστερα από δημοσίευση σχετικής προκήρυξης: α. Όταν κατά τη διενέργεια διαγωνισμού οι προσφορές που έχουν υποβληθεί είναι άκυρες ή απαράδεκτες και η επανάληψη του διαγωνισμού κρίνεται από το όργανο που έχει διακηρύξει το διαγωνισμό ασύμφορη για το Δημόσιο. Στην περίπτωση αυτή οι όροι της διακήρυξης του διεξαχθέντος διαγωνισμού επιτρέπεται να μεταβληθούν κατά την απευθείας ανάθεση, μόνο για να καταστούν πιο συμφέροντες για το Δημόσιο. β. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις όταν πρόκειται για υπηρεσίες που η φύση τους ή αστάθμητοι παράγοντες δεν επιτρέπουν μια προκαταρκτική συνολική τιμολόγηση. γ. Όταν η φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών, ιδίως δε στην περίπτωση πνευματικών ή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, δεν παρέχει τη δυνατότητα διατύπωσης αυτών με ακρίβεια, ούτως ώστε να συναφθεί σύμβαση με επιλογή της καλύτερης προσφοράς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Επιτρέπεται με έγκριση του αρμόδιου οργάνου η σύναψη σύμβασης παροχής υπηρεσιών με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης: α. στην περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί καμιά προσφορά ή καμία κατάλληλη προσφορά σε διαγωνισμό ανοικτό ή κλειστό, β. στην περίπτωση που για λόγους τεχνικούς, καλλιτεχνικούς ή σχετικούς με την προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, η εκτέλεση των υπηρεσιών μπορεί να ανατεθεί μόνο σε συγκεκριμένο πρόσωπο, γ. στην περίπτωση που η σύμβαση αποτελεί συνέχεια ενός διαγωνισμού μελετών, με εξαίρεση μελέτες τεχνικών έργων, και σύμφωνα με τους εφαρμοζόμενους κανόνες, πρέπει να ανατεθεί αυτή στο νικητή του διαγωνισμού ή σε έναν από αυτούς, δ. στην περίπτωση που η έκτακτη και φανερά κατεπείγουσα ανάγκη, πλήρως αιτιολογημένη από την αρμόδια υπηρεσία, καθιστά αδύνατη την τήρηση των διατάξεων που αφορούν τη διενέργεια διαγωνισμού με την προϋπόθεση ότι το επείγον δεν θα απορρέει από δική της ευθύνη, ε. στην περίπτωση συμπληρωματικών υπηρεσιών που δεν περιλαμβάνονται στην πρώτη σύμβαση, αναγκαίων όμως λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας της αρχικής σύμβασης, όταν αυτές δεν μπορούν να διαχωριστούν από την κύρια σύμβαση ή όταν μπορούν να διαχωριστούν, είναι όμως απόλυτα αναγκαίες για την ολοκλήρωσή της. Οι συμπληρωματικές αυτές υπηρεσίες δεν μπορούν να υπερβαίνουν το πενήντα τοις εκατό (50%) της αξίας της κύριας σύμβασης. στ. Στην περίπτωση νέων υπηρεσιών που συνιστούν επανάληψη παρόμοιων υπηρεσιών που είχαν ανατεθεί με τακτικό διαγωνισμό στον αρχικό ανάδοχο και αποτελούν συνέχεια ή συμπλήρωση της αρχικής σύμβασης, με την προϋπόθεση ότι δεν έχει παρέλθει τριετία από αυτή και εξασφαλίζονται οι ίδιοι όροι και προϋποθέσεις με δυνατότητα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 ισχύουν ανάλογα και για τη σύναψη συμβάσεων προμηθειών ή έργων, σε συνδυασμό με τις ειδικές γι’ αυτές ισχύουσες διατάξεις.

Άρθρο 134Προκαταβολές του Δημοσίου

Επιτρέπεται η χορήγηση προκαταβολής με την υπογραφή της σύμβασης προμήθειας προϊόντων, παροχής υπηρεσιών ή εκτέλεσης έργων, εφόσον προβλέπεται απ` αυτήν και τις ισχύουσες διατάξεις, μέχρι ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) της συμβατικής αιτίας. Η προκαταβολή είναι έντοκη και χορηγείται με την κατάθεση ισόποσης εγγυητικής επιστολής σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται το ύψος του επιτοκίου.

Άρθρο 135Ακυρότητα συμβάσεων

Η καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραβίαση των διατάξεων των άρθρων 129 έως και 134 επάγεται την απόλυτη ακυρότητα της σύμβασης. Από την ακυρότητα αυτής και τη σχετική παρανομία των οργάνων του Δημοσίου δεν γεννάται υποχρέωση αυτού προς αποζημίωση του αντισυμβαλλομένου, στην περίπτωση που τα αρμόδια όργανα εκ προθέσεως παραβίασαν τις σχετικές διατάξεις και αυτός γνώριζε την παρανομία ή συνετέλεσε στην παραβίαση των διατάξεων.

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ 12ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ, ΚΑΤΑΣΧΕΣΕΙΣ, ΕΚΧΩΡΗΣΕΙΣ
Άρθρο 136Παραγραφή απαιτήσεων του ΔημοσίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Χρηματική απαίτηση του Δημοσίου δεν παραγράφεται πριν να βεβαιωθεί πράγματι προς είσπραξη ως δημόσιο έσοδο στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή το αρμόδιο Τελωνείο (βεβαίωση με στενή έννοια), με την επιφύλαξη των διατάξεων περί επιβολής φόρων και λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α΄ 170). Η ρύθμιση αυτή παραμένει σε ισχύ και στην περίπτωση που καθυστερεί η βεβαίωση με στενή έννοια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η χρηματική απαίτηση του Δημοσίου μαζί με τα πρόστιμα, τους τόκους και τις προσαυξήσεις που έχουν βεβαιωθεί παραγράφονται μετά την παρέλευση πενταετίας από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκε με στενή έννοια και κατέστη αυτή ληξιπρόθεσμη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Χρηματική απαίτηση του Δημοσίου που: α. απορρέει από σύμβαση που αυτό έχει καταρτίσει, στην οποία περιλαμβάνεται και η σύμβαση εκείνη που βασίζεται σε πρακτικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους περί εξωπτωχευτικής ρύθμισης του τρόπου καταβολής πτωχευτικών προς το Δημόσιο χρεών και η οποία εξομοιώνεται πλήρως με την μεταπτωχευτική έννομη σχέση του πτωχού, β. απορρέει από τελεσίδικη απόφαση (αναγνωριστική ή καταψηφιστική) οποιουδήποτε δικαστηρίου, γ. γεννήθηκε συνεπεία άπιστης διαχείρισης, δ. απορρέει από διάταξη τελευταίας βούλησης, ε. αφορά σε περιοδικές παροχές, στ. γεννήθηκε από καταλογισμό που έγινε από οποιαδήποτε αρμόδια δημόσια αρχή, ζ. γεννήθηκε από αυτοτελή πρόστιμα που επιβλήθηκαν από διοικητικές αρχές, η. αφορά σε απόδοση παρακρατηθέντων ή για λογαριασμό αυτού εισπραχθέντων φόρων, τελών και δικαιωμάτων, θ. απορρέει από κατάπτωση εγγυήσεων τρίτων, παραγράφεται μετά εικοσαετία από τη λήξη του έτους μέσα στο οποίο έγινε η με στενή έννοια βεβαίωση αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Χρηματική απαίτηση του Δημοσίου, που περιήλθε σε αυτό με οποιονδήποτε τρόπο και οποιαδήποτε αιτία, υπόκειται στην προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις παραγραφή, που δεν δύναται όμως, σε κάθε περίπτωση, να συμπληρωθεί στο πρόσωπο του Δημοσίου προ της παρόδου πέντε ετών από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο έγινε η με στενή έννοια βεβαίωση αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Απαιτήσεις του Δημοσίου εκ δασμών, φόρων, τελών και λοιπών δικαιωμάτων η είσπραξη των οποίων έχει ανατεθεί στα Τελωνεία, εφόσον δεν έχουν βεβαιωθεί ή βεβαιώθηκαν ελλιπώς, παραγράφονται μετά την παρέλευση τριετίας από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη απαιτητή η οφειλή. Απαιτήσεις του Δημοσίου από δασμούς, φόρους, τέλη και λοιπά δικαιώματα που βεβαιώθηκαν στα τελωνεία παραγράφονται μετά παρέλευση δεκαετίας από τη λήξη του οικονομικού έτους εντός του οποίου αυτές βεβαιώθηκαν κατά τις ειδικότερες διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας. Ως χρόνος γένεσης αξίωσης για είσπραξη δασμών, φόρων, τελών και λοιπών δικαιωμάτων επί εμπορευμάτων που βρίσκονται υπό τελωνειακή παρακολούθηση την οποία επιβάλλει η προσωρινή εναπόθεση των εμπορευμάτων αυτών ή η υπαγωγή τους σε τελωνειακό καθεστώς, το οποίο συνεπάγεται τελωνειακή παρακολούθηση, θεωρείται για την παραγραφή το χρονικό σημείο, κατά το οποίο πραγματοποιείται η διαφυγή του εμπορεύματος από την τελωνειακή παρακολούθηση και όπου αυτό δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί, το χρονικό σημείο διαπίστωσης της διαφυγής.

Άρθρο 137Αναστολή παραγραφής απαιτήσεων του ΔημοσίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παραγραφή των απαιτήσεων του Δημοσίου, πλην εκείνων για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), αναστέλλεται για τους λόγους που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παραγραφή αυτή αναστέλλεται επίσης: α. Για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο για τον οποίο είχε χορηγηθεί στον υπόχρεο ή σε συνυπόχρεο, κατά την τελευταία διετία της παραγραφής, αναστολή πληρωμής του χρέους του ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής είτε με νόμο είτε με δικαστική απόφαση είτε με πράξη της αρμόδιας αρχής, που εκδίδεται ύστερα από αίτηση του υπόχρεου, ανεξάρτητα αν έχει συμμορφωθεί ή όχι εν όλω ή εν μέρει ο υπόχρεος. β. Για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο κατά τον οποίο έχει εμποδιστεί το Δημόσιο να επιδιώξει την είσπραξη του χρέους με αναγκαστικά μέτρα, λόγω αναστολής εκτέλεσης που έχει χορηγηθεί με διάταξη νόμου. Στις περιπτώσεις αυτές (α΄ και β΄), η παραγραφή συνεχίζεται μετά τη λήξη της αναστολής της και σε καμία περίπτωση δεν συμπληρώνεται πριν περάσει ένα (1) έτος από τη λήξη είτε της αναστολής πληρωμής ή της παραβιάσεως της υποχρέωσης τμηματικής καταβολής, είτε της αναστολής λήψης των αναγκαστικών μέτρων αντίστοιχα. γ. Κατά τη διάρκεια ανηλικότητας του οφειλέτη ή και δύο (2) έτη μετά την ενηλικίωση αυτού, αν η κληρονομία στερείται ενεργητικού, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη κηδεμόνα ή επιτρόπου του ανηλίκου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο χρόνος της παραγραφής κάθε απαίτησης του Δημοσίου παρατείνεται για δύο (2) έτη, σε περίπτωση που ο οφειλέτης κατά την τελευταία διετία του χρόνου της παραγραφής διέμεινε στο εξωτερικό για χρόνο μεγαλύτερο του μηνός, συνεχόμενα ή μη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Σε περίπτωση δικαστικής αμφισβήτησης από οποιονδήποτε είτε του νόμιμου τίτλου γενικά της απαίτησης του Δημοσίου είτε της νομιμότητας της βεβαίωσης αυτής με στενή έννοια είτε της για οποιονδήποτε λόγο εγκυρότητας πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης προς είσπραξη απαίτησης του Δημοσίου (διοικητικής εκτέλεσης), η προβλεπόμενη παραγραφή της απαίτησης του Δημοσίου προς βεβαίωση (με ευρεία έννοια) ή προς είσπραξη της βεβαιωμένης απαίτησής του αναστέλλεται μέχρι την έκδοση επί της δικαστικής αυτής διένεξης τελεσίδικης δικαστικής απόφασης και δεν συμπληρώνεται σε κάθε περίπτωση πριν από την πάροδο ενός (1) έτους από την, με επιμέλεια των αντιδίκων του Δημοσίου, κοινοποίηση με δικαστικό επιμελητή στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου και τον Υπουργό Οικονομικών της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. Σε περίπτωση ακύρωσης κατάσχεσης ή άλλης πράξης της διοικητικής εκτέλεσης, και, εντός της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου, επανάληψης της ίδιας ή άλλης πράξης αναγκαστικής (διοικητικής) εκτέλεσης, επί του ιδίου ή άλλου περιουσιακού στοιχείου, του ιδίου ή άλλου προσώπου κατά το νόμο ευθυνομένου, η, με την ακυρωθείσα πράξη, επελθούσα διακοπή της παραγραφής λογίζεται ως μηδέποτε εξαλειφθείσα.

Άρθρο 138Διακοπή παραγραφής απαιτήσεων του ΔημοσίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Την παραγραφή χρηματικής απαίτησης του Δημοσίου, πλην εκείνων για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), διακόπτει: α. Η κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη ή συνοφειλέτη ή τρίτου εγγυητή αυτών, ανεξάρτητα αν αυτή ενεργείται εις χείρας αυτών ή εις χείρας τρίτου ή αν κοινοποιήθηκε στον καθ’ ου η κατάσχεση. β. Η έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού, ανεξάρτητα από την κοινοποίηση ή μη αυτού στον καθ’ ου έχει εκδοθεί το πρόγραμμα. γ. Η αναγγελία προς επαλήθευση στην πτώχευση είτε του οφειλέτη είτε φυσικού ή νομικού προσώπου συνυπόχρεου με αυτόν ή για τα χρέη του οποίου ευθύνεται το πρόσωπο αυτό. Η αναγγελία στην πτώχευση επάγεται τη διακοπή, εφόσον κοινοποιείται είτε στον γραμματέα του πτωχευτικού δικαστηρίου, είτε στο σύνδικο της πτώχευσης. Ειδικά, επί των μη προνομιακών απαιτήσεων του Δημοσίου, η παραγραφή αρχίζει και πάλι έξι (6) μήνες μετά την με επιμέλεια του οφειλέτη κοινοποίηση με δικαστικό επιμελητή στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείου της τελεσίδικης απόφασης περί επικύρωσης του πτωχευτικού συμβιβασμού. Η ένωση των πιστωτών ή η αποκατάσταση του πτωχού, καθώς και η ανάκληση της περί κήρυξης της πτωχεύσεως δικαστικής απόφασης ή η ακύρωση ή διάρρηξη του πτωχευτικού συμβιβασμού δεν επάγονται έναρξη εκ νέου της διακοπείσας με την αναγγελία παραγραφής. δ. Η αναγγελία προς κατάταξη σε πλειστηριασμό περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη ή των λοιπών ανωτέρω στην περίπτωση γ΄ αναφερόμενων προσώπων. ε. Η αναγγελία στον εκκαθαριστή κληρονομίας ή στον εκκαθαριστή διαλυθέντος νομικού προσώπου. Εάν επί διάλυσης νομικού προσώπου δεν υπάρχει αμέσως γνωστός εκκαθαριστής βάσει του καταστατικού αυτού ή δικαστικής απόφασης, η παραγραφή της απαίτησης του Δημοσίου αναστέλλεται μέχρι ορισμού του εκκαθαριστή και έξι (6) μήνες μετά τον ορισμό αυτού. στ. Η εγγραφή υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης επί ακινήτου οποιουδήποτε από τα αναφερόμενα ανωτέρω στην περίπτωση γ΄ πρόσωπα. Η εξάλειψη αυτών εντός του χρόνου της νέας παραγραφής, χωρίς τη γραπτή συναίνεση του Δημοσίου, δεν αναιρεί τη διακοπή για ένα (1) έτος μετά τη γραπτή γνωστοποίηση υπό του οφειλέτη προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ. της γενομένης εξάλειψης. ζ. Κάθε πράξη της εκτέλεσης και κάθε διαδικαστική ως προς τον πίνακα κατάταξης πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου από την έναρξη της κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων διοικητικής (αναγκαστικής) εκτέλεσης μέχρι να καταστεί αμετάκλητος ο πίνακας κατατάξεως δανειστών. Η παραγραφή αρχίζει και πάλι έξι (6) μήνες από τη με δικαστικό επιμελητή, με επιμέλεια των αντιδίκων, κοινοποίησης στο Δημόσιο της επί του πίνακα κατάταξης δανειστών αμετάκλητης δικαστικής απόφασης. η. Η κοινοποίηση ατομικής ειδοποίησης στον οφειλέτη ή συνοφειλέτη ή εγγυητή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η άρση της κατάσχεσης ή εξάλειψη υποθήκης ή ανάκληση άλλης εκ των ανωτέρω πράξης διοικητικής ή αναγκαστικής εκτέλεσης, από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή από άλλη αρμόδια προς τούτο διοικητική αρχή, δεν εξαλείφει αναδρομικά τη διακοπή της παραγραφής, η οποία αρχίζει εκ νέου από την ημερομηνία της άρσης ή της εξάλειψης ή της ανάκλησης, αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Επί περισσότερων συνοφειλετών, που ευθύνονται διαιρετά ή εις ολόκληρον, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο εγγυητής, η διακοπή της παραγραφής της απαίτησης του Δημοσίου ως προς έναν από αυτούς ενεργεί και κατά των λοιπών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου οι κατά τις γενικές διατάξεις λόγοι διακοπής της παραγραφής ισχύουν και για τις απαιτήσεις του Δημοσίου.

Άρθρο 139Συνέπειες παραγραφής απαιτήσεων του Δημοσίου

Η απαίτηση του Δημοσίου που έχει παραγραφεί αντιτάσσεται σε συμψηφισμό και για τρία (3) έτη μετά τη συμπλήρωση της παραγραφής. Κατά τα λοιπά η παραγραφή και επί της απαίτησης του Δημοσίου έχει τις από την κείμενη νομοθεσία προβλεπόμενες συνέπειες, με την επιφύλαξη της ισχύος των διατάξεων του ν.δ. 356/1974.

Άρθρο 140Παραγραφή απαιτήσεων κατά του ΔημοσίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οποιαδήποτε απαίτηση κατά του Δημοσίου, πλην εκείνων για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α΄ 170), παραγράφεται μετά την παρέλευση πενταετίας, εφόσον από άλλη γενική ή ειδική διάταξη δεν ορίζεται βραχύτερος χρόνος παραγραφής αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η κατά του Δημοσίου απαίτηση προς επιστροφή αχρεωστήτως ή παρά το νόμο καταβληθέντος σ` αυτό χρηματικού ποσού παραγράφεται μετά τρία (3) έτη, από την καταβολή. Για τα τελωνειακά έσοδα ισχύουν οι ειδικές διατάξεις του άρθρου 32 του Τελωνειακού Κώδικα (ν.2960/2001, Α΄ 265). Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται και επί ποσών που εισπράττονται από το Δημόσιο για λογαριασμό τρίτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η απαίτηση οποιουδήποτε των με σχέση δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων του Δημοσίου, πολιτικών ή στρατιωτικών, κατ` αυτού, που αφορά σε αποδοχές ή άλλες κάθε φύσεως απολαβές αυτών ή αποζημιώσεις, έστω και αν βασίζεται σε παρανομία των οργάνων του Δημοσίου ή στις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις παραγράφεται μετά την παρέλευση διετίας από τη γένεσή της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η παραγραφή του δικαιώματος των περιπτώσεων της παραγράφου 3 είναι δέκα (10) ετών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ο χρόνος παραγραφής των απαιτήσεων των συνταξιούχων εν γένει και βοηθηματούχων του Δημοσίου, καθώς και των κληρονόμων αυτών από καθυστερούμενες συντάξεις, επιδόματα και βοηθήματα είναι δύο (2) ετών, έστω και αν έχουν ενταλθεί εσφαλμένα. Οι εντελλόμενες δεδουλευμένες συντάξεις, βοηθήματα ή επιδόματα κατά την εκτέλεση πράξεων ή αποφάσεων κανονισμού συντάξεως ή βοηθήματος παραγράφονται σε δύο (2) χρόνια, που αρχίζουν μετά την παρέλευση τριμήνου από τη χρονολογία έκδοσης της σχετικής πράξης ή απόφασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Χρηματική απαίτηση κατά του Δημοσίου, που έχει αναγνωρισθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από τη νομοθεσία περί Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή που έχει βεβαιωθεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή για την οποία έχει εκδοθεί τίτλος πληρωμής, υπόκειται σε πενταετή παραγραφή, που αρχίζει από την αναγνώριση ή την τελεσιδικία ή την έκδοση του τίτλου πληρωμής, αντίστοιχα.

Άρθρο 141Έναρξη παραγραφής απαιτήσεων κατά του Δημοσίου

Η παραγραφή οποιασδήποτε απαίτησης κατά του Δημοσίου αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο γεννήθηκε και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη, με την επιφύλαξη κάθε άλλης ειδικής διάταξης του νόμου αυτού. Προκειμένου όμως περί δασμών, φόρων, τελών και λοιπών δικαιωμάτων που εισπράττονται στα Τελωνεία, η παραγραφή αρχίζει από τη βεβαίωση αυτών.

Άρθρο 142Αναστολή παραγραφής απαιτήσεων κατά του Δημοσίου

Οι περί αναστολής της παραγραφής διατάξεις των άρθρων 257 έως 259 του Αστικού Κώδικα, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο, εφαρμόζονται και επί απαιτήσεων κατά του Δημοσίου. Η παραγραφή απαίτησης κατά του Δημοσίου αναστέλλεται για όσο χρόνο ο έχων την απαίτηση λόγω ανωτέρας βίας έχει εμποδιστεί να ασκήσει την αξίωση μέσα στο τελευταίο εξάμηνο του χρόνου της παραγραφής.

Άρθρο 143Διακοπή παραγραφής απαιτήσεων κατά του Δημοσίου

Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων, η παραγραφή των χρηματικών απαιτήσεων κατά του Δημοσίου διακόπτεται μόνο: α. Με την υποβολή της υπόθεσης στο δικαστήριο ή σε διαιτητές, οπότε η παραγραφή αρχίζει εκ νέου από την τελευταία διαδικαστική πράξη των διαδίκων, του δικαστηρίου ή των διαιτητών. β. Με την υποβολή στην αρμόδια δημόσια αρχή αίτησης για την πληρωμή της απαίτησης, οπότε η παραγραφή αρχίζει εκ νέου από τη χρονολογία που φέρει η έγγραφη απάντηση του διατάκτη ή της αρμόδιας για την πληρωμή της απαίτησης αρχής. Αν η αρμόδια δημόσια αρχή δεν απαντήσει, η παραγραφή αρχίζει μετά πάροδο έξι (6) μηνών από τη χρονολογία υποβολής της αίτησης. Υποβολή δεύτερης αίτησης δεν διακόπτει εκ νέου την παραγραφή. γ. Με την υποβολή αίτησης προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους για την αναγνώριση της απαίτησης, οπότε η παραγραφή αρχίζει εκ νέου από τη χρονολογία θεώρησης ή έγκρισης του οικείου πρακτικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Αν δεν εκδοθεί πρακτικό, η παραγραφή αρχίζει μετά την πάροδο έξι (6) μηνών από τη χρονολογία υποβολής της αίτησης. Υποβολή δεύτερης αίτησης δεν διακόπτει εκ νέου την παραγραφή. δ. Με την επίδοση επιταγής για εκτέλεση, όπου αυτή επιτρέπεται. ε. Με την έκδοση τίτλου πληρωμής. Η ολική ή μερική συμψηφιστική εξόφληση δεν διακόπτει την παραγραφή. στ. Με την αναγνώριση της απαίτησης από το Δημόσιο με πρακτικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που έχει εγκριθεί από τον Υπουργό Οικονομικών. Αυτό ισχύει επί οποιασδήποτε απαίτησης κατά του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένης και της απαίτησης από αδικαιολόγητο πλουτισμό.

Άρθρο 144Συνέπειες παραγραφής απαιτήσεων κατά του Δημοσίου

Η παραγραφείσα απαίτηση κατά του Δημοσίου δεν αντιτάσσεται για συμψηφισμό. Κάθε ποσό που κατέβαλε το Δημόσιο μετά την παραγραφή της απαιτήσεως κατ’ αυτού, έστω και αν γνώριζε την παραγραφή, δικαιούται να το αναζητήσει. Παραίτηση του Δημοσίου από τη συμπληρωμένη παραγραφή ή η με οποιονδήποτε τρόπο αναγνώριση από αυτό της παραγεγραμμένης απαίτησης είναι άκυρη. Η παραγραφή λαμβάνεται υπόψη αυτεπάγγελτα από τα δικαστήρια.

Άρθρο 145Κατάσχεση εις χείρας του Δημοσίου και εκχώρησηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η κατάσχεση χρηματικής απαίτησης εις χείρας του Δημοσίου, ως τρίτου, γίνεται, τηρουμένων και των λοιπών όρων και προϋποθέσεων, οι οποίες προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, με κοινοποίηση του κατασχετηρίου σωρευτικά: α. στην αρμόδια για την πληρωμή της συγκεκριμένης οφειλής του Δημοσίου υπηρεσία ή στην οικεία χρηματική διαχείριση, β. στις αρμόδιες, για τη φορολογία εισοδήματος τόσο του καθ’ ου η κατάσχεση, όσο και του κατάσχοντος, Δ.Ο.Υ..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο κατασχετήριο εις χείρας του Δημοσίου, πρέπει αναγκαία να αναφέρεται σαφώς η ακριβής αιτία της οφειλής του Δημοσίου, το πρόσωπο του δικαιούχου της σχετικής απαίτησης με την ακριβή διεύθυνσή του και το ποσό αυτής, καθώς και ο αριθμός φορολογικού μητρώου τόσο του κατάσχοντος, όσο και του καθ’ ου η κατάσχεση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Η κατάσχεση εις χείρας του Δημοσίου ολοκληρώνεται μόνο από την ημερομηνία κοινοποίησης του κατασχετηρίου στην, κατά την παράγραφο 1, αρμόδια για την πληρωμή της συγκεκριμένης οφειλής του Δημοσίου υπηρεσία, η οποία όμως, για να είναι έγκυρη, πρέπει αφενός μεν να γίνει χρονικά τελευταία από τις αναφερόμενες στην ίδια παράγραφο λοιπές κοινοποιήσεις και αφετέρου να συνοδεύεται από νόμιμα από αρμόδιο δικαστικό επιμελητή επικυρωμένα αντίγραφα των επιδοτηρίων όλων των κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου αναγκαίων προηγουμένων εγκύρων επιδόσεων του κατασχετηρίου αυτού στις ανωτέρω Δ.Ο.Υ., χωρίς να απαιτείται πρόσθετη κοινοποίηση του κατασχετηρίου στον Υπουργό Οικονομικών (άρθρο 5 του διατάγματος της 26.6/10.7.1944 «Περί Κώδικος των Νόμων περί Δικών του Δημοσίου»). β. Η προθεσμία υποβολής της, κατ’ άρθρο 985 παραγράφου 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, δήλωσης του Δημοσίου, ως τρίτου, είναι τριάντα (30) ημέρες και αρχίζει από την επομένη της επίδοσης του κατασχετηρίου στην αρμόδια για την πληρωμή της συγκεκριμένης οφειλής του Δημοσίου υπηρεσία, ο προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την υποβολή της ανωτέρω δηλώσεως στη γραμματεία του ειρηνοδικείου του τόπου όπου εδρεύει η υπηρεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται ανάλογα και επί αναγγελίας εκχώρησης απαίτησης κατά του Δημοσίου. Η αναγγελία τέτοιας εκχώρησης πρέπει, επί ποινή ακυρότητας αυτής, να καταχωρίζεται στο κάτω μέρος του νόμιμα συντεταγμένου πρωτοτύπου ή επικυρωμένου αντιγράφου του εκχωρητηρίου εγγράφου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η μη τήρηση των διατάξεων του παρόντος άρθρου επάγεται την ακυρότητα της εις χείρας του Δημοσίου κατάσχεσης ή της προς αυτό αναγγελίας εκχώρησης απαίτησης, λαμβανομένων υπόψη υπό των δικαστηρίων και αυτεπάγγελτα. Επί άκυρης εις χείρας του κατάσχεσης, το Δημόσιο δεν υποχρεούται σε καμία δήλωση.

Αθήνα, 28 Ιουνίου 2014
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΓΚΙΚΑΣ ΧΑΡΔΟΥΒΕΛΗΣ ΑΡΓΥΡΗΣ ΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ – ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΝΔΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ
ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ ΒΟΡΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΥΤΣΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 28 Ιουνίου 2014
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ