13 Α' 2016

ΝΟΜΟΣ 4364/2016

Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ), στα άρθρα 2 και 8 της Oδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων και συναφείς διατάξεις της νομοθεσίας περί της ιδιωτικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ - ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΕ ΟΜΙΛΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ - ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΟΜΙΛΟΥ: ΟΡΙΣΜΟΙ, ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΕΔΑ
05 Φεβρουαρίου 2016

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 13
5 Φεβρουαρίου 2016

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4364
Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ), στα άρθρα 2 και 8 της Oδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων και συναφείς διατάξεις της νομοθεσίας περί της ιδιωτικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΟΜΙΛΟΥ: ΟΡΙΣΜΟΙ, ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΕΔΑΕΝΟΤΗΤΑ 1ΟΡΙΣΜΟΙ
Άρθρο 170Ορισμοί (άρθρο 212 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, παράγραφος 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ, παράγραφος 47 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: α) «συμμετέχουσα επιχείρηση»: νοείται η επιχείρηση η οποία είναι είτε μητρική επιχείρηση είτε άλλη επιχείρηση που διαθέτει συμμετοχή είτε επιχείρηση συνδεδεμένη με άλλη επιχείρηση με σχέση κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 12 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ ή κατά την έννοια της παραγράφου 7 του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251), β) «συνδεδεμένη επιχείρηση»: νοείται η επιχείρηση η οποία είναι είτε θυγατρική επιχείρηση είτε άλλη επιχείρηση στην οποία υπάρχει συμμετοχή είτε επιχείρηση που συνδέεται με άλλη επιχείρηση με σχέση κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 12 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ ή κατά την έννοια της παρ. 7 του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251), γ) «όμιλος»: σύνολο επιχειρήσεων: γα) που αποτελείται από μία συμμετέχουσα επιχείρηση, τις θυγατρικές της και τις οντότητες στις οποίες η συμμετέχουσα επιχείρηση ή οι θυγατρικές της διαθέτουν συμμετοχή, καθώς και τις επιχειρήσεις που συνδέονται μεταξύ τους με σχέση κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 12 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ ή κατά την έννοια της παρ. 7 του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251), ή γβ) που βασίζεται στη σύναψη συμβατικών ή άλλων μακροχρόνιων, ισχυρών και διαρκών χρηματοοικονομικών δεσμών μεταξύ όλων αυτών των επιχειρήσεων, και μπορεί να περιλαμβάνει ενώσεις αλληλασφάλισης ή αλληλασφαλιστικού τύπου, υπό την προϋπόθεση ότι: γβα) μία από τις επιχειρήσεις αυτές ασκεί ουσιαστικά, με κεντρικό συντονισμό, δεσπόζουσα επιρροή στις αποφάσεις, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών αποφάσεων, όλων των επιχειρήσεων οι οποίες αποτελούν μέρος του ομίλου, και γββ) η σύναψη ή διάλυση τέτοιου είδους οικονομικών σχέσεων για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους υπόκειται σε εκ των προτέρων έγκριση της αρχής εποπτείας ομίλου. Η επιχείρηση που ασκεί τον κεντρικό συντονισμό θεωρείται μητρική επιχείρηση, ενώ οι άλλες επιχειρήσεις θεωρούνται θυγατρικές, δ) «αρχή εποπτείας του ομίλου»: νοείται η εποπτική αρχή που είναι υπεύθυνη για την άσκηση εποπτείας του ομίλου, σύμφωνα με το άρθρο 202 του παρόντος, ε) «Κολλέγιο εποπτικών αρχών»: νοείται μια μόνιμη αλλά ευέλικτη δομή συνεργασίας, συντονισμού και διευκόλυνσης της διαδικασίας λήψης αποφάσεων μεταξύ των ενδιαφερόμενων εποπτικών αρχών που σχετίζονται με την εποπτεία του ομίλου, στ) «εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών»: νοείται η μητρική επιχείρηση που δεν είναι μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών και η κύρια δραστηριότητα της οποίας είναι η απόκτηση και κατοχή συμμετοχών σε θυγατρικές επιχειρήσεις, εφόσον οι εν λόγω θυγατρικές είναι αποκλειστικά ή κυρίως ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις τρίτης χώρας, εκ των οποίων θυγατρικών επιχειρήσεων η μία τουλάχιστον είναι ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, ζ) «εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών μικτής δραστηριότητας»: νοείται η μητρική επιχείρηση, η οποία δεν είναι ασφαλιστική επιχείρηση, ασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας, αντασφαλιστική επιχείρηση, αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας, εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον μία ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση μεταξύ των θυγατρικών της, η) «μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών»: νοείται κάθε μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, σύμφωνα με την παρ. 15 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ ή την παρ. 15 του άρθρου 2 του ν. 3455/2006 (Α΄ 84).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, η Εποπτική Αρχή μπορεί να προσδιορίζει ως μητρική επιχείρηση οποιαδήποτε επιχείρηση η οποία, κατά την απόλυτη κρίση της, ασκεί πραγματικά δεσπόζουσα επιρροή σε άλλη επιχείρηση. Η Εποπτική Αρχή μπορεί να προσδιορίζει ως θυγατρική επιχείρηση οποιαδήποτε επιχείρηση επί της οποίας, κατά την απόλυτη κρίση της, μια μητρική επιχείρηση ασκεί πραγματικά δεσπόζουσα επιρροή. Η Εποπτική Αρχή μπορεί να προσδιορίζει ως συμμετοχή την κατοχή, άμεση ή έμμεση, δικαιωμάτων ψήφου ή κεφαλαίου σε επιχείρηση επί της οποίας, κατά την απόλυτη κρίση της, ασκείται πραγματικά σημαντική επιρροή.

ΕΝΟΤΗΤΑ 2ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 171Περιπτώσεις εφαρμογής εποπτείας ομίλου (άρθρο 213 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, παράγραφος 2 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η εποπτεία, σε επίπεδο ομίλου, ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων που ανήκουν σε όμιλο, γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν Μέρος. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου, οι οποίες ορίζουν τους κανόνες για την εποπτεία ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων σε ατομική βάση, εξακολουθούν να ισχύουν σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν Μέρος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η εποπτεία σε επίπεδο ομίλου εφαρμόζεται ως ακολούθως: α) σε ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες είναι συμμετέχουσες επιχειρήσεις σε μία τουλάχιστον ασφαλιστική επιχείρηση, αντασφαλιστική επιχείρηση, ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας, σύμφωνα με τα άρθρα 176 έως 214 του παρόντος, β) σε ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, των οποίων η μητρική επιχείρηση είναι εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών με έδρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τα άρθρα 176 έως 214 του παρόντος, γ) σε ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, των οποίων η μητρική επιχείρηση είναι εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών με έδρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας, σύμφωνα με τα άρθρα 215 ως 218 του παρόντος, δ) σε ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, των οποίων η μητρική επιχείρηση είναι εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών μικτής δραστηριότητας, σύμφωνα με το άρθρο 219 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 2 του παρόντος, όταν η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, η οποία έχει την έδρα της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε είναι συνδεδεμένη επιχείρηση είτε είναι η ίδια ρυθμιζόμενη οντότητα ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, η οποία υπόκειται σε συμπληρωματική εποπτεία σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 3455/2006 (Α΄ 84), τότε η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, μετά από διαβουλεύσεις με τις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, μπορεί να αποφασίσει να μη διενεργήσει στο επίπεδο της εν λόγω συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης ή της εν λόγω εταιρείας ασφαλιστικών συμμετοχών ή της μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών την εποπτεία της συγκέντρωσης κινδύνου που αναφέρεται στο άρθρο 199 του παρόντος ή την εποπτεία των συναλλαγών εντός του ομίλου που αναφέρεται στο άρθρο 200 του παρόντος ή και τα δύο. Εφόσον η Εποπτική Αρχή δρα στις αναφερόμενες στην παρούσα παράγραφο περιπτώσεις, ως ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή, έχει την αντίστοιχη αρμοδιότητα διαβουλεύσεως με τους επόπτες των επιχειρήσεων του ομίλου και την αρχή εποπτείας αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Σε περίπτωση που μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών υπόκειται σε ισοδύναμες διατάξεις δυνάμει του παρόντος νόμου και δυνάμει του ν. 3455/2006 (Α΄ 84), ειδικότερα όσον αφορά στην εποπτεία με βάση τον κίνδυνο, η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, μπορεί να αποφασίσει, μετά από διαβούλευση με τις λοιπές ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, να εφαρμόσει στην εν λόγω μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών μόνο τις οικείες διατάξεις του ν. 3455/2006. Εφόσον η Εποπτική Αρχή δρα στην ίδια περίπτωση ως ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή, έχει την αντίστοιχη αρμοδιότητα διαβουλεύσεως με τους επόπτες των επιχειρήσεων του ομίλου και την αρχή εποπτείας αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Σε περίπτωση που μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών υπόκειται σε ισοδύναμες διατάξεις δυνάμει του παρόντος νόμου και δυνάμει του ν. 4261/2014 (Α΄ 84), ειδικότερα όσον αφορά την εποπτεία με βάση τους κινδύνους, η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, μπορεί να αποφασίσει, κατόπιν συμφωνίας με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας του τραπεζικού τομέα και του τομέα των επενδυτικών υπηρεσιών, να εφαρμόσει μόνον τις διατάξεις της Οδηγίας σχετικά με τον πλέον σημαντικό τομέα, όπως ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3455/ 2006 ή της Οδηγίας 2002/87/ΕΚ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών που έχει συσταθεί με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την ΕΑΑΕΣ, για τις αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος.

Άρθρο 172Πεδίο εφαρμογής της εποπτείας ομίλου (άρθρο 214 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, παράγραφος 3 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 213 του παρόντος για τις εταιρείες ασφαλιστικών συμμετοχών και τις μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, η Εποπτική Αρχή, κατά την άσκηση της εποπτείας ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 171 του παρόντος, δεν μπορεί να εποπτεύει δια του παρόντος σε ατομική βάση την ασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας, την αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας, την εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών, την μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών ή την εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών μικτής δραστηριότητας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας ομίλου, μπορεί κατά την απόλυτη κρίση της να αποφασίσει να μην συμπεριλάβει μια επιχείρηση στην εποπτεία του ομίλου που αναφέρεται στο άρθρο 171 του παρόντος στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 187 του παρόντος, εάν η επιχείρηση βρίσκεται σε τρίτη χώρα όπου υπάρχουν νομικά εμπόδια στη διαβίβαση των απαραίτητων πληροφοριών, β) εάν η επιχείρηση που πρέπει να συμπεριληφθεί έχει αμελητέα σημασία όσον αφορά τους στόχους της εποπτείας σε επίπεδο ομίλου, ή γ) εάν ο συνυπολογισμός της επιχείρησης δεν είναι σκόπιμος ή είναι παραπλανητικός σε σχέση με τους στόχους της εποπτείας σε επίπεδο ομίλου. Για την εξαίρεση περισσότερων επιχειρήσεων του ιδίου ομίλου, σύμφωνα με την περίπτωση β΄ της παρούσας παραγράφου, θα πρέπει αυτές συνολικά να παραμένουν αμελητέας σημασίας, διαφορετικά περιλαμβάνονται όλες μαζί στην εποπτεία ομίλου. Όταν η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, είναι της γνώμης ότι μία ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση δεν θα πρέπει να περιληφθεί στην εποπτεία ομίλου δυνάμει μιας των περιπτώσεων που προβλέπονται στις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παρούσας, συμβουλεύεται, πριν να λάβει απόφαση τις λοιπές ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές. Στην περίπτωση αυτή, η εποπτική αρχή της επιχείρησης που δεν έχει συμπεριληφθεί στην εποπτεία ομίλου, μπορεί να ζητήσει από την επιχείρηση που είναι επικεφαλής του ομίλου οποιαδήποτε πληροφορία, η οποία μπορεί να διευκολύνει την εποπτεία των οικείων ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων. Όταν η αρχή εποπτείας του ομίλου δεν περιλαμβάνει μια ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση στην εποπτεία του ομίλου δυνάμει μιας των περιπτώσεων που προβλέπονται στις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παρούσας, η Εποπτική Αρχή, εφόσον είναι εν προκειμένω ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή, μπορεί να ζητήσει από την επιχείρηση που είναι επικεφαλής του ομίλου οποιαδήποτε πληροφορία η οποία μπορεί να διευκολύνει την εποπτεία των οικείων ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων.

ΕΝΟΤΗΤΑ 3ΕΠΙΠΕΔΑ
Άρθρο 173Τελική μητρική επιχείρηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο (άρθρο 215 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, παράγραφος 4 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Όταν η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, ή η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 171 του παρόντος, είναι η ίδια θυγατρική επιχείρηση άλλης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης ή άλλης εταιρείας ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, η οποία έχει την έδρα της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα άρθρα 176 έως 214 του παρόντος δεν εφαρμόζονται στην εν λόγω συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, αλλά εφαρμόζονται μόνο στο επίπεδο της τελικής μητρικής ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, ή εταιρείας ασφαλιστικών συμμετοχών, ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών που έχει την έδρα της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όταν η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 του παρόντος τελική μητρική ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών που έχει την έδρα της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι θυγατρική επιχείρηση άλλης επιχείρησης η οποία υπόκειται στη συμπληρωματική εποπτεία σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 3455/2006 (Α΄ 84) ή την παρ. 2 του άρθρου 5 της Οδηγίας 2002/87/ΕΚ, η Εποπτική Αρχή εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου δύναται, αφού συμβουλευθεί τις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, να αποφασίσει να μην πραγματοποιήσει στο επίπεδο της τελικής αυτής μητρικής επιχείρησης την εποπτεία της συγκέντρωσης κινδύνου, που αναφέρεται στο άρθρο 199 του παρόντος ή την εποπτεία των συναλλαγών εντός του ομίλου, που αναφέρονται στο άρθρο 200 του παρόντος ή και τα δύο. Εφόσον η Εποπτική Αρχή δρα στις περιπτώσεις της παρούσης παραγράφου, ως ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή, έχει την αντίστοιχη αρμοδιότητα παροχής συμβουλής στην αρχή εποπτείας του ομίλου.

Άρθρο 174Τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό επίπεδο (άρθρο 216 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, παράγραφος 5 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ, παράγραφος 48 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Όταν η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, όπως αναφέρεται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 171 του παρόντος, έχει την έδρα της στην Ελλάδα, αλλά η τελική μητρική επιχείρηση του άρθρου 173 του παρόντος έχει έδρα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά εκτός της Ελλάδος, η Εποπτική Αρχή δύναται να αποφασίζει, μετά από διαβούλευση με την αρχή εποπτείας του ομίλου και με την τελική μητρική επιχείρηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να υπαγάγει στην εποπτεία του ομίλου την τελική σε εθνικό επίπεδο μητρική ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή την εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή τη μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών. Στην περίπτωση του προηγουμένου εδαφίου, η Εποπτική Αρχή αιτιολογεί την απόφασή της τόσο στην αρχή εποπτείας του ομίλου όσο και στην τελική μητρική επιχείρηση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα άρθρα 176 έως 214 του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2 έως 6 του παρόντος. Εφόσον στην προηγούμενη περίπτωση η Εποπτική Αρχή δρα ως αρχή εποπτείας ενός ομίλου, συμμετέχει στις αντίστοιχες διαβουλεύσεις που διενεργούνται δυνάμει του άρθρου 216 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ και, σε περίπτωση λήψης δυνάμει αυτού του άρθρου σχετικής απόφασης από εποπτική αρχή, ενημερώνει το κολλέγιο εποπτικών αρχών σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 203 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Εποπτική Αρχή, εφόσον έχει λάβει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, δύναται να περιορίζει την εποπτεία του ομίλου της τελικής μητρικής επιχείρησης σε εθνικό επίπεδο σε μία ή περισσότερες από τις Ενότητες του Κεφαλαίου Β΄ του παρόντος Μέρους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όταν η Εποπτική Αρχή αποφασίζει να εφαρμόσει στην τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό επίπεδο τις διατάξεις της Ενότητας 1 του Κεφαλαίου Β΄ του παρόντος Μέρους, η επιλογή της μεθόδου που γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 178 του παρόντος από την αρχή που ασκεί την εποπτεία του ομίλου σε σχέση με την τελική μητρική επιχείρηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 173 του παρόντος, θεωρείται καθοριστική και εφαρμόζεται από την Εποπτική Αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όταν η Εποπτική Αρχή αποφασίζει να εφαρμόσει στην τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό επίπεδο τις διατάξεις της Ενότητας 1 του Κεφαλαίου Β΄ του παρόντος Μέρους, και όταν η τελική μητρική επιχείρηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο που αναφέρεται στο άρθρο 173 του παρόντος έχει λάβει, σύμφωνα με το άρθρο 189 του παρόντος ή την παράγραφο 5 του άρθρου 191 του παρόντος, την άδεια να υπολογίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας του ομίλου, καθώς και τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων στον όμιλο, στη βάση εσωτερικού υποδείγματος, η απόφαση αυτή θεωρείται καθοριστική και εφαρμόζεται από την Εποπτική Αρχή. Στην περίπτωση αυτή, όταν η Εποπτική Αρχή αποφασίζει ότι το προφίλ κινδύνου της τελικής μητρικής επιχείρησης σε εθνικό επίπεδο αποκλίνει σημαντικά από το εσωτερικό υπόδειγμα που έχει εγκριθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και εφόσον η επιχείρηση αυτή δεν ανταποκρίνεται ικανοποιητικά στις ανησυχίες της Εποπτικής Αρχής, τότε η Εποπτική Αρχή δύναται να αποφασίσει να επιβάλει πρόσθετη κεφαλαιακή επιβάρυνση στις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας του ομίλου της εν λόγω επιχείρησης, όπως αυτές προκύπτουν από την εφαρμογή ενός τέτοιου υποδείγματος ή, σε εξαιρετικές περιστάσεις όπου η πρόσθετη αυτή κεφαλαιακή επιβάρυνση κρίνεται ακατάλληλη, να απαιτήσει από την επιχείρηση να υπολογίσει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας του ομίλου της βάσει της τυποποιημένης μεθόδου. Η Εποπτική Αρχή αιτιολογεί τις αποφάσεις αυτές τόσο στην επιχείρηση όσο και στην αρχή εποπτείας του ομίλου. Εφόσον στην προηγούμενη περίπτωση η Εποπτική Αρχή δρα ως αρχή εποπτείας ενός ομίλου, συμμετέχει στις αντίστοιχες διαβουλεύσεις που διενεργούνται δυνάμει του άρθρου 216 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ και, σε περίπτωση λήψης δυνάμει αυτού του άρθρου σχετικής απόφασης από εποπτική αρχή, ενημερώνει το κολλέγιο εποπτικών αρχών σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 203 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όταν η Εποπτική Αρχή αποφασίζει να εφαρμόσει στην τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό επίπεδο τις διατάξεις της Ενότητας 1 του Κεφαλαίου Β΄ του παρόντος Μέρους, η εν λόγω επιχείρηση δεν επιτρέπεται να ζητήσει, σύμφωνα με τα άρθρα 193 ή 198 του παρόντος, την άδεια να υπαγάγει οποιαδήποτε από τις θυγατρικές της στα άρθρα 195 και 196 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Καμία από τις αποφάσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο δεν μπορεί να ληφθεί ή να διατηρηθεί εφόσον η τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό επίπεδο είναι θυγατρική της τελικής μητρικής επιχείρησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο που αναφέρεται στο άρθρο 173 του παρόντος και η τελευταία αυτή επιχείρηση έχει λάβει σύμφωνα με τα άρθρα 194 ή 198 του παρόντος την άδεια να υπαγάγει τη θυγατρική αυτή στα άρθρα 195 και 196 του παρόντος.

Άρθρο 175Μητρική επιχείρηση που καλύπτει περισσότερα κράτη−μέλη (άρθρο 217 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, παράγραφος 49 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Εποπτική Αρχή δύναται να αποφασίζει τη σύναψη συμφωνίας με τις εποπτικές αρχές σε άλλα κράτη−μέλη, στα οποία λειτουργεί άλλη συνδεδεμένη τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό εκτός Ελλάδος επίπεδο, με σκοπό την άσκηση εποπτείας του ομίλου στο επίπεδο ελληνικού υπο−ομίλου, που καλύπτει περισσότερα κράτη−μέλη. Η Εποπτική Αρχή δύναται να αποφασίζει τη σύναψη συμφωνίας με τις εποπτικές αρχές σε άλλα κράτη−μέλη στα οποία λειτουργεί άλλη συμμετέχουσα τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό εκτός Ελλάδος επίπεδο, με σκοπό την άσκηση εποπτείας του ομίλου στο επίπεδο εθνικού εκτός Ελλάδος υπο−ομίλου που καλύπτει περισσότερα κράτη−μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Όταν η Εποπτική Αρχή έχει συνάψει συμφωνία με εποπτικές αρχές σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, η εποπτεία του ομίλου δεν ασκείται στο επίπεδο τελικής μητρικής επιχείρησης που αναφέρεται στο 174 του παρόντος. Η Εποπτική Αρχή αιτιολογεί τις συμφωνίες τις παρούσας παραγράφου τόσο στην αρχή εποπτείας ομίλου, όσο και στην τελική μητρική επιχείρηση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Εποπτική Αρχή, όταν δρα ως αρχή εποπτείας ενός ομίλου, σε περίπτωση σύναψης τέτοιων συμφωνιών, ενημερώνει το κολλέγιο εποπτικών αρχών σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 203 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι παράγραφοι 2 έως 6 του άρθρου 174 του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως.

Αθήνα, 3 Φεβρουαρίου 2016
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΥΡΟΥΜΠΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΟΣΚΑΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΠΠΑΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 4 Φεβρουαρίου 2016
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ