Εγκύκλιος ΑΡ πρωτοκόλλου T2341/39/Δ0019/2005

Κοινοποίηση Καν. 2028/2004 για την τροποποίηση του καν. 1150/00 για το σύστημα των ιδίων πόρων - Οδηγίες για την τήρηση της χωριστής λογιστικής (λογιστική Β΄)

03 Ιουνίου 2005

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
& ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ & Ε.Φ.Κ.
Δ/ΝΣΗ 19
Η
ΤΕΛ. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ Δ΄
Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
101 84 Αθήνα
Πληροφορίες : Σ. Παπαγιάννη
Τηλέφωνο : 210 3243878
FAX : 210 3225731
Αθήνα 3 Ιουνίου 2005
Αρ. Πρωτ. T2341/39/Δ0019
ΠΡΟΣ : Π.Δ.

ΘΕΜΑ :Κοινοποίηση Καν. 2028/2004 για την τροποποίηση του καν. 1150/00 για το σύστημα των ιδίων πόρων - Οδηγίες για την τήρηση της χωριστής λογιστικής (λογιστική Β΄)
1.Σε συνέχεια της αριθ. Τ2231/146/Α0019/13.5.2002 Δ.Υ.Ο. με την οποία σας κοινοποιήσαμε τον Καν. 1150/00 για το σύστημα των ιδίων πόρων, σας κοινοποιούμε συνημμένα τον Καν(ΕΚ, Ευρατόμ) 2028/2004 (L 352) του Συμβουλίου για την τροποποίηση του προηγούμενου όμοιου σχετικά με την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ,Ευρατόμ, όπως έχει τροποποιηθεί από την αριθ. 2000/597/ΕΚ όμοια, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.
Σύμφωνα με τον κοινοποιούμενο κανονισμό οι τροποποιήσεις που επέρχονται στον προηγούμενο όμοιο κυρίως αφορούν:
α) Στο άρθρο 6, στο τέλος της παρ. 4 στοιχείο β) προστίθεται το ακόλουθο κείμενο : " Τα κράτη-μέλη διαβιβάζουν μαζί με την τελευταία τριμηνιαία κατάσταση κάθε οικονομικού έτους, την εκτίμηση του συνολικού ποσού των οφειλομένων ποσών της χωριστής λογιστικής στις 31 Δεκεμβρίου του εν λόγω οικονομικού έτους, των οποίων η είσπραξη φαίνεται αβέβαιη ". Όπως σας ενημερώσαμε και με την αριθ. Τ62/1/Δ0019/4-1-05 ΔΥΟ, οι εκτιμήσεις αυτές, οι οποίες είναι υποχρεωτικές από τον Κανονισμό, είναι ενδεικτικές και οι υπηρεσίες σας προκειμένου για τη σύνταξή τους θα πρέπει να ελέγχουν όλες τις υποθέσεις οι οποίες είναι εγγεγραμμένες στη Χωριστή Λογιστική (Λογ. Β΄) και δεν διαφαίνεται πιθανότητα είσπραξης. Οι εκτιμήσεις αυτές αφού θα πραγματοποιούνται σε ετήσια βάση είναι δυνατό να περιλαμβάνουν και νέες υποθέσεις των οποίων η είσπραξη φαίνεται αβέβαιη. Οποιεσδήποτε δε διαφορές μεταξύ της γενόμενης εκτίμησης και της πραγματικής ανάκτησης των οφειλόμενων ποσών δεν επιφέρουν οικονομικές συνέπειες για τη χώρα μας από μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
β) Στο άρθρο 11(αντικαθίσταται όλο το άρθρο από νέο): Σύμφωνα με το νέο άρθρο, το επιτόκιο, για τα Κράτη-Μέλη που συμμετέχουν στην Οικονομική Νομισματική Ένωση, είναι ίσο προς το επιτόκιο της πρώτης μέρας του μήνα λήξης της προθεσμίας, που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις πράξεις αναχρηματοδότησης, όπως δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, προσαυξημένο κατά δύο μονάδες. Το επιτόκιο αυτό αυξάνεται κατά 0,25 μονάδες ανά μήνα καθυστέρησης και εφαρμόζεται για όλη την περίοδο υπερημερίας. Προκειμένου να αποφεύγεται η γένεση υποχρέωσης για την καταβολή τόκων υπερημερίας στην Ε.Ε. , καθίσταται αναγκαία η πιστή εφαρμογή των προθεσμιών που αφορούν την βεβαίωση, είσπραξη και κατά συνέπεια την απόδοση των ιδίων πόρων που αποτελούν έσοδα αυτής σύμφωνα με την προαναφερόμενη στο σημείο 1 απόφαση όπως έχει τροποποιηθεί με την αριθ. 2000/597/ΕΚ όμοια.
γ) Στο άρθρο 17 αντικαθίσταται η παρ.2 ως ακολούθως (απαλλαγή από την υποχρέωση απόδοσης): "Τα Κ-Μ απαλλάσσονται της υποχρέωσης να αποδίδουν στην Επιτροπή τα ποσά που αντιστοιχούν στα οφειλόμενα έσοδα που βεβαιώθηκαν ως μη ανακτήσιμα (μη εισπράξιμα) : - για λόγους ανωτέρας βίας - για λόγους που δεν μπορούν να τους καταλογισθούν ● Τα ποσά των βεβαιωθέντων δασμών δηλώνονται ως μη ανακτήσιμα με απόφαση της αρμόδιας διοικητικής αρχής που βεβαιώνει την αδυναμία ανάκτησης. Για την εφαρμογή του εδαφίου αυτού θα σας παρασχεθούν συμπληρωματικές οδηγίες. ● Τα ποσά των βεβαιωθέντων οφειλόμενων ποσών χαρακτηρίζονται μη ανακτήσιμα το αργότερο μετά την παρέλευση πενταετίας από την ημερομηνία κατά την οποία βεβαιώθηκε το ποσό σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού ή σε περίπτωση διοικητικής ή δικαστικής προσφυγής, από την κοινοποίηση, γνωστοποίηση ή δημοσίευση της οριστικής απόφασης, σε περίπτωση δε τμηματικής πληρωμής η πενταετία υπολογίζεται από την ημερομηνία της τελευταίας πληρωμής εάν η οφειλή δεν έχει εξοφληθεί. Τα ποσά που σύμφωνα με τα ανωτέρω δηλώνονται ή χαρακτηρίζονται μη ανακτήσιμα εκπίπτουν οριστικά από τη χωριστή λογιστική και εμφανίζονται σε παράρτημα της τριμηνιαίας κατάστασης της παρ.4 β) του άρθρου 6 και εάν πρόκειται για περίπτωση για την οποία έχει συνταχθεί δελτίο απάτης στην τριμηνιαία κατάσταση της παρ. 5 του ίδιου άρθρου (δελτίο ενημέρωσης βασικού δελτίου). Διευκρινίζεται ότι το παράρτημα της τριμηνιαίας κατάστασης θα αποτελείται από μια κατάσταση ποσών που έχουν αφαιρεθεί από τη λογιστική κατά το εξεταζόμενο τρίμηνο (στήλη 5 τριμηνιαίας κατάστασης) ανεξαρτήτως ύψους (< ή > 50.000 €) με αναφορά στην εθνική διοικητική απόφαση για την απαλλαγή ή μιας από τις περιπτώσεις που χαρακτηρίζουν το ποσό μη ανακτήσιμο (μη εισπράξιμο). Για τους σκοπούς εφαρμογής της εν λόγω διάταξης οι Υπηρεσίες σας θα πρέπει να προβούν στον έλεγχο όλων των εγγεγραμμένων στη Λογιστική Β΄ υποθέσεων, βάσει των προϋποθέσεων της παρ. 2 του άρθρου αυτού και να αφαιρέσουν από αυτή τα ποσά τα οποία σύμφωνα με τα ανωτέρω δηλώνονται ή χαρακτηρίζονται μη ανακτήσιμα.
δ) Στο άρθρο 17 εισάγονται νέες παράγραφοι 3 και 4: - παρ. 3 Μέσα σε τρεις μήνες από τη διοικητική απόφαση (διαγραφής) που αναφέρεται στην παρ. 2 ή μετά την πάροδο των προθεσμιών της ίδιας παραγράφου, για τις υποθέσεις που υπερβαίνουν τα 50.000 Ευρώ τα Κ-Μ διαβιβάζουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που αφορούν τις περιπτώσεις
αυτές, σύμφωνα με το υπόδειγμα που έχει κοινοποιηθεί με την αριθ.
Τ2231/146/13-5-02ΔΥΟ (ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΙΔΙΩΝ ΠΟΡΩΝ ΠΟΥ ΑΠΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗΣ).
Όπως είναι γνωστό το ανωτέρω έντυπο αποτελεί μέρος του παραρτήματος της ετήσιας έκθεσης του άρθρου 17 παρ. 3 (με το νέο κανονισμό έχει γίνει παρ. 5) που σας έχει κοινοποιηθεί με την ανωτέρω Δ.Υ.Ο. και υποβάλλεται στην Ε.Ε. για τις περιπτώσεις εκείνες για τις οποίες ζητείται η απαλλαγή από την υποχρέωση απόδοσης των ιδίων πόρων. Οι Υπηρεσίες σας, μετά τον έλεγχο των υποθέσεων που είναι καταχωρημένες στη χωριστή λογιστική (λογιστική Β΄),όπως ήδη αναφέρθηκε στο ανωτέρω σημείο γ), θα συμπληρώσουν και θα αποστείλουν στη Διεύθυνσή μας τις σχετικές υποθέσεις προκειμένου να τις διαβιβάσουμε στην Ε.Ε.. Το αίτημα για απαλλαγή υποβάλλεται οποτεδήποτε συντρέχει περίπτωση και όχι υποχρεωτικά μαζί με την ετήσια έκθεση του άρθρου αυτού.
Για την πρώτη εφαρμογή του νέου κανονισμού 2028/04, η ανωτέρω προθεσμία των τριών μηνών, για την υποβολή των σχετικών αιτημάτων απαλλαγής, επεκτείνεται έως τρία χρόνια, για περιπτώσεις βεβαιωθέντων ποσών που θα δηλωθούν ή χαρακτηρισθούν μη ανακτήσιμα μέχρι την 1 η
Ιουλίου 2006, έχοντας
ως αφετηρία την 28/11/04, ημερομηνία ισχύος του νέου κανονισμού και σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να υποβληθούν όχι αργότερα από την 28 Φεβρουαρίου
2008. Για τα ποσά όμως που θα δηλώνονται ή χαρακτηρίζονται μη ανακτήσιμα μετά την 1 η Ιουλίου 2006 , θα τηρείται απαρέγκλιτα η προθεσμία των 3 μηνών. - παρ. 4 Η Επιτροπή διαθέτει προθεσμία 6 μηνών για να διαβιβάσει τις παρατηρήσεις της στο οικείο Κ-Μ. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται : - Ανεξάρτητα από το γεγονός της διαβίβασης μιας υπόθεσης στην Επιτροπή, η οποία έχει ήδη εκπέσει από τη χωριστή λογιστική, οι ενέργειες ανάκτησης(είσπραξης) της οφειλής εξακολουθούν να υφίστανται. - Η κοινοποίηση αυτή δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιηθεί από έναν οφειλέτη προκειμένου να απαλλαγεί από την υποχρέωσή του να πληρώσει το χρέος στην εθνική διοίκηση. - Επιπλέον, εάν ένα ποσό που αντιστοιχεί σε οφειλή, για την οποία η Επιτροπή έχει δώσει τη συγκατάθεσή της για απαλλαγή, στη συνέχεια εισπραχθεί, το ποσό αυτό δεν θα τεθεί στη διάθεση της Ε.Ε..
ε) Η παρ. 3 του άρθρου 17 σχετικά με την ετήσια έκθεση γίνεται παρ. 5. Η έκθεση αυτή διαβιβάζεται στην Επιτροπή μέχρι την 1 η Μαρτίου του έτους που έπεται του εκάστοτε οικονομικού. Για το σκοπό αυτό εφιστούμε την προσοχή σας στην αποστολή της συγκεκριμένης έκθεσης το αργότερο μέχρι 31 Ιανουαρίου, στην Υπηρεσία μας και σύμφωνα με το υπόδειγμα που έχει κοινοποιηθεί με τη αριθ. Τ2231/146/13-5-02 ΔΥΟ. --------------------------------------------------- 2.Με την ευκαιρία της κοινοποίησης του Καν. 2028/04 που τροποποιεί τον Καν. 1150/00, θα θέλαμε να επισημάνουμε ορισμένα βασικά σημεία εφαρμογής αυτού και ιδιαίτερα εκείνα που αφορούν τη Λογιστική παρακολούθηση των βεβαιωθέντων και μη εισπραχθέντων απαιτήσεών μας (χωριστή Λογιστική- Λογ. Β΄). α. Όταν μια οφειλή γεννηθεί είτε από εκ των υστέρων έλεγχο ενός παραστατικού, είτε από καταλογιστική πράξη ,μετά τον προσδιορισμό της οφειλής κοινοποιείται στον υπόχρεο με ιδιαίτερο έγγραφο, οπότε αυτή καθίσταται και βεβαιωμένη και τίθεται προθεσμία από το Τελωνείο για την εξόφληση αυτής. Η προθεσμία είναι εκείνη που προβλέπεται αφενός από τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας για την άσκηση προσφυγής, αφετέρου το διάστημα στο οποίο η οφειλή καθίσταται "ληξιπρόθεσμη" και απαιτητή σύμφωνα με τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων. Μετά το πέρας της προθεσμίας αυτής , εφόσον δεν κατατεθεί προσφυγή ή δεν καταβληθεί η οφειλή, το Τελωνείο προβαίνει σε ενέργειες αναγκαστικής είσπραξης αυτής. β. Δεδομένου ότι οι οφειλές αυτές θα πρέπει να παρακολουθούνται από της γένεσής τους και μέχρι της οριστικοποίησης της βεβαίωσής τους, η οποία συντελείται με την κοινοποίηση στον υπόχρεο, μετά την εκ των υστέρων χρέωση επί του παραστατικού ή την έκδοση της καταλογιστικής πράξης, οι αρμόδιοι υπάλληλοι θα προβαίνουν στην καταχώρηση αυτών στο μηχανογραφικό σύστημα από το Υποσύστημα των Υποθέσεων σε προσωρινή λογιστική, σύμφωνα με τις τεχνικές οδηγίες που σας έχουν παρασχεθεί από τη Δ/νση Υποστήριξης του Ο.Π.Σ.Τ., στην οποία και παραμένουν μέχρι την ενημέρωση ότι η υπόθεση κοινοποιήθηκε στον υπόχρεο, οπότε και μεταπίπτουν στη Λογιστική Β΄. Τα ποσά που εισπράττονται κατά τη διάρκεια του τριμήνου για υποθέσεις που έχουν καταχωρηθεί στη Λογιστική Β΄ στο ίδιο τρίμηνο, θα καταχωρούνται στη Λογιστική Α΄ του αντίστοιχου μήνα και στη μηνιαία κατάσταση θα εμφανίζονται στη στήλη (3) των διορθώσεων όπου καταχωρούνται οι εκ των υστέρων εισπράξεις. Η εξαίρεση των συγκεκριμένων πράξεων από την εμφάνισή τους στη κατάσταση της χωριστής λογιστικής που προορίζεται για την ενημέρωση της Επιτροπής θα πραγματοποιείται με δυνατότητα που θα παρέχεται από το μηχανογραφικό σύστημα. Ανάλογες ενέργειες θα γίνονται και από τα μη μηχανογραφημένα Τελωνεία:  τόσο για την παρακολούθηση των υποθέσεων σε προσωρινή λογιστική, όπου για το σκοπό αυτό θα τηρείται πρόχειρο βιβλίο χρεώσεων, στο οποίο θα καταχωρούνται τα στοιχεία του παραστατικού εάν πρόκειται για εκ των υστέρων χρέωση ή της καταλογιστικής πράξης και θα παραμένουν μέχρι την κοινοποίηση των πράξεων στον ενδιαφερόμενο, οπότε η απαίτηση ως βεβαιωθείσα καταχωρείται στο βιβλίο εισπρακτέων απαιτήσεων και παρακολουθείται στη συνέχεια,  όσο και για τη σύνταξη στο τέλος του τριμήνου της τριμηνιαίας κατάστασης και ανάλογη ενημέρωση της αντίστοιχης μηνιαίας, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα. γ. Ιδιαίτερη προσοχή εφιστάται στην πιστή τήρηση του βιβλίου εισπρακτέων απαιτήσεων που προβλέπεται από την αριθ. Τ6110/1156/Α0019/19.7.95 Α.Υ.Ο., το οποίο όπως προκύπτει από τις εκθέσεις ελέγχου της ΕΛΥΤ δεν πραγματοποιείται σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα σ΄ αυτή. Η ορθή καταχώρηση και ενημέρωση των εκκρεμών υποθέσεων από οποιαδήποτε αιτία και αν προέρχονται (καταλογιστική πράξη, συμπληρωματική χρέωση κλπ) θα πρέπει να παρακολουθείται ανελλιπώς (τόσο χειρόγραφα όσο και μηχανογραφικά) αφού σε αυτό θα πρέπει να απεικονίζεται το σύνολο των απαιτήσεών μας (εθνικές, κοινοτικές) ανεξαρτήτως της αιτίας προέλευσης. δ. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η παρακολούθηση των υποθέσεων αποκλειστικά και μόνο μέσω του μηχανογραφικού συστήματος , θα πρέπει να προχωρήσει, με εντατικοποίηση των ενεργειών σας, η μετάπτωση των εκκρεμών υποθέσεων από το χειρόγραφο βιβλίο εισπρακτέων απαιτήσεων στο υποσύστημα των υποθέσεων καθώς και η πλήρης συμφωνία των καταχωρημένων στη Λογιστική Β΄ υποθέσεων (τριμηνιαίες καταστάσεις) προκειμένου στη συνέχεια η κατάσταση αυτή να τυπώνεται από το μηχανογραφικό σύστημα. ε. ΄Οσον αφορά την ορθή συμπλήρωση της τριμηνιαίας κατάστασης βεβαιωθέντων και μη εισπραχθέντων (Λογιστική Β΄): -στη στήλη των διορθώσεων(στήλη 4), όπως προκύπτει από τις οδηγίες συμπλήρωσης της κατάστασης, αποτυπώνονται οι λογιστικές διορθώσεις οι οποίες αυξάνουν ή μειώνουν προηγούμενες βεβαιώσεις (άρθρο 8 του κανονισμού), είτε οι ακυρώσεις προηγούμενων βεβαιώσεων. Αυτές μπορεί να αφορούν ακυρώσεις πράξεων κατόπιν δικαστικών αποφάσεων (π.χ. ακύρωση καταλογιστικών πράξεων, ακύρωση πράξης χρέωσης και γενικά ακύρωσης του νόμιμου τίτλου είσπραξης) οι οποίες δικαιώνουν τον οφειλέτη και οι οποίες πρωτόδικες αποφάσεις ως γνωστό είναι οριστικές και ως εκ τούτου εκτελεστές, οι εκκρεμείς όμως αυτές υποθέσεις εξακολουθούν να παρακολουθούνται από την Υπηρεσία λόγω άσκησης ενδίκων μέσων σε ανώτερο βαθμό, μετά την οριστική έκβαση των οποίων η υπόθεση θα πρέπει είτε να κλείσει οριστικά είτε να επαναβεβαιωθεί. Στην πρώτη περίπτωση εφόσον η απόφαση καταστεί τελεσίδικη η υπόθεση θα διαγραφεί οριστικά από το βιβλίο εισπρακτέων απαιτήσεων, στη δε δεύτερη περίπτωση όπου θα πρέπει να πραγματοποιηθεί επαναβεβαίωση της οφειλής, αυτή θα απεικονίζεται στη στήλη 3 της κατάστασης. Αυτά αφορούν αποκλειστικά και μόνο τη συμπλήρωση της τριμηνιαίας κατάστασης καθόσον η υπόθεση εξακολουθεί να υφίσταται και να παραμένει εγγεγραμμένη στο βιβλίο εισπρακτέων απαιτήσεων είτε χειρόγραφο είτε μηχανογραφικό, καθ΄ όλη τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας , με ιδιαίτερη μνεία στη στήλη "παρατηρήσεις". Η μη δυνατότητα είσπραξης της οφειλής μετά την αναβίωση του τίτλου είσπραξης θα έχει ως αποτέλεσμα τη διαχείριση αυτής σύμφωνα με τις νέες διατάξεις του άρθρου 17 παρ. 2,3,4 για απαλλαγή από την υποχρέωση απόδοσης με ενημέρωση κατά περίπτωση της Ε.Ε. . στ. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίδεται στη συμφωνία των στηλών (7) της τριμηνιαίας κατάστασης και στα σύνολα της στήλης (2) των τριών μηνιαίων καταστάσεων που αφορούν το συγκεκριμένο τρίμηνο. Η ενημέρωση του βιβλίου εισπρακτέων απαιτήσεων, είτε αυτό τηρείται μηχανογραφικά είτε χειρόγραφα, για την οποιαδήποτε πληρωμή οφειλής υπόθεσης που είναι καταχωρημένη στη Λογιστική Β΄ πρέπει να είναι άμεση ώστε να επέρχεται η συμφωνία αυτή. ζ. Υπενθυμίζεται η τήρηση της διάταξης της παρ. 5 του άρθρου 6 του Καν. 1150/00 για την υποχρέωση συμπλήρωσης των δελτίων απατών και του δελτίου ενημέρωσης βασικού δελτίου για τις οφειλές εκείνες των οποίων το ποσό υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ, σύμφωνα με τις οδηγίες που σας έχουν παρασχεθεί με τις αριθ. Ε891/255/Α0034/29.3.02 και Ε2421/874/Α0034/27.7.04 Δ.Υ.Ο. 3.Ένα τελευταίο σημείο στο οποίο απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή είναι η διαδικασία που πρέπει να εφαρμόζεται στην περίπτωση άσκησης προσφυγής εκ μέρους του υπόχρεου για αμφισβητούμενη οφειλή. Επειδή η διαδικασία της προσφυγής αντιμετωπίζεται κατά διαφορετικό τρόπο από την εθνική και την κοινοτική νομοθεσία (λήψη εγγύησης, ή καταβολή ποσού) για το σκοπό αυτό και προκειμένου η διαχείριση των δασμών να εναρμονιστεί με το κοινοτικό δίκαιο, οι υπηρεσίες σας , στην περίπτωση που το αμφισβητούμενο ποσό εμπεριέχει και δασμούς, για το ποσό αυτό θα αναζητούν εγγύηση που να καλύπτει το 100% αυτών , ενώ για τους εθνικούς πόρους θα εξακολουθήσει η εφαρμογή της ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας. Εξυπακούεται ότι η διαδικασία αναστολής καταβολής είτε η οφειλή αφορά μόνο εθνικούς είτε μόνο κοινοτικούς πόρους θα ακολουθεί σε κάθε περίπτωση τις ισχύουσες διατάξεις του Ν. 2717/99 και για τα δύο είδη πόρων. Ως προς τη λογιστική παρακολούθηση της υπόθεσης σε περίπτωση ύπαρξης εγγύησης που να καλύπτει στο 100% την εγγεγραμμένη στη Λογιστική Β΄ οφειλή, για την ύπαρξη αυτής θα γίνεται σχετική αναφορά στο βιβλίο εισπρακτέων απαιτήσεων, στην τριμηνιαία δε κατάσταση η οφειλή θα εμφανίζεται στο ακέραιο.

Ο Τμηματάρχης
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
Ν. ΜΑΝΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ